Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

ΜΠΑ!!! (2)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ι
(πατριδογνωστική)

Η ΠΟΛΗ, Ο ΚΟΛΠΟΣ, Ο ΠΟΤΑΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΛΟΦΟΣ
  Όπου σε λήψη πανοραμική και ευρυγώνια παρουσιάζεται το επίγειο σκηνικό της
παρούσας μυθιστορίας


Η Πόλη είναι κτισμένη αμφιθεατρικά, στο μυχό ενός Κόλπου.

  Ο Κόλπος – πότε γλυκά και τρυφερά και πότε άγρια και αφρισμένα- γλύφει την άκρη
της πόλης και, ταυτόχρονα, την παρακολουθεί με ενδιαφέρον καθώς αυτή φουσκώνει και
μεγαλώνει καταβροχθίζοντας τους γύρω λόφους και τα περάσματα ανάμεσα στα γειτονικά
βουνά.

  Η Πόλη που είναι στον Κόλπο, του αντιγυρίζει το ενδιαφέρον δίνοντας στη σχέση τους τη μορφή ενός μεγάλου και πολυάσχολου λιμανιού αφιερωμένου στις μεταφορές και το εμπόριο, καθώς και μιας μακρουλής πλακοστρωμένης προκυμαίας-με-φανάρια, αφιερωμένης στις βόλτες.

  Στο λιμάνι πηγαινοέρχονται χοντροκομμένα καράβια με τις σιδερένιες κοιλιές τους γεμάτες προϊόντα καλών προθέσεων (αγαθά).

 Tα πλεούμενα εκτελούν τις αργές μανούβρες τους στα σκούρα νερά αμολώντας  που και που -στη ζούλα-  κηλίδες ποικίλου μεγέθους και σύνθεσης.

  Οι κηλίδες περνούν καλά (για κηλίδες): οι καραβίσιες σύντομα ανακατεύονται με εκείνες που προέρχονται από τα παραλιακά εργοστάσια, καθώς και με εκείνες που κατεβάζει από το βορά το ποτάμι και  αναπτύσσουν μαζί τους απροκατάληπτες κοινωνικές σχέσεις.
Έπειτα, όλες μαζί, συμμετέχουν με ζήλο στη δημιουργία της Μεγάλης Γλίτσας.

  Ο ενθουσιασμός τους, μάλιστα, για την τεχνολογική πρόοδο και η αισιοδοξία τους για το μέλλον εκδηλώνεται εδώ και κει, με τους πολύχρωμους ιριδισμούς με τους οποίους σημαιοστολίζουν την θολή επιφάνια των λιμανίσιων νερών.

  Στην προκυμαία πηγαινοέρχονται οι άνθρωποι της Πόλης.

  Καμιά φορά, οι άνθρωποι τις Πόλης που περιδιάβαιναν την παραλία, απογειώνονται και ρεμβάζουν.

  Ιδιαίτερα την ώρα του δειλινού.

  Καθώς γλιστρούν μετέωροι πέρα δώθε, κοιτούν τον κόλπο να γίνεται ροζ και μαβής και φούξια, ενώ στην άλλη του άκρη, τη δυτική, καταπίνει με υποχονδριακή συνέπεια το μεγεθυσμένο, ολοστρόγγυλο, κοκκινωπό του χάπι.

  Άλλες φορές πάλι, οι άνθρωποι της Πόλης κοντοστέκονται στη μέση της προκυμαίας και σηκώνουν τα κεφάλια προς τα πάνω για να παρατηρήσουν τα ψαροπούλια στις εναέριες διαδρομές τους.

  Λες κι αυτές κρύβουν μυστηριακά προμηνύματα!
Ψηλά, όμως, δεν βολτάρουν παρά φιλόδοξοι γλάροι που θα ΄θελαν να ΄ναι γεράκια, και που επιδεικνύονται σε ριψοκίνδυνες βουτιές και λούπιγκ.

  Παρακάτω δεν πλανάρουν παρά φιλήδονοι γλάροι που θα ΄θελαν να είναι περιστέρια, εκτελώντας στριφογυριστές πιρουέτες και  χορεύοντας αισθησιακά εναέρια βαλς.

  Πιο κάτω ακόμα, ανάμεσα στους πεσμένους και τους παραζαλισμένους γλάρους με τα δεκανίκια, δεν σταθμεύουν παρά οι γλάροι που θα επιθυμούσαν κατά βάθος να είναι κοτόπουλα, τσιμπολογώντας μεταλλαγμένο καλαμπόκι και προσποιούμενοι πως δεν μπορούν πια να πετάξουν.

  Λίγο παραπέρα, στα αριστερά της πόλης καθώς τη βλέπεις απ΄ τη μεριά της θάλασσας, το γνωστό ποτάμι που έρχεται από τα βορινά σύνορα, συνεχίζει να καταφθάνει αγκομαχώντας και βουίζοντας. Ύστερα, εξουθενωμένο, αφού παρακάμπτει επιδεικτικά την Πόλη,
εξακολουθεί να καταλήγει απαρεγκλίτως στη θάλασσα.

  Εκεί, ο Ποταμός εναποθέτει χώμα για προσχώσεις, που στενεύουν όλο και πιο πολύ τον Κόλπο, καθώς και διάφορες άλλες ουσίες βιομηχανικής και αγροτικής προέλευσης που του προκαλούν  φαγούρα, ερεθισμούς στον υποβρύχιο τράχηλο και αυξημένη οξύτητα.

  Αν λάβεις υπόψη σου ότι και η Πόλη ξεπλένεται και ανακουφίζεται σχεδόν αποκλειστικά στον Κόλπο, και μάλιστα χωρίς τις αναγκαίες προφυλάξεις, θα καταλάβεις γιατί τα πιο πολλά ψάρια έχουν αρχίσει να τον εγκαταλείπουν μεταναστεύοντας σε άλλους πιο φιλόξενους κόλπους, ενώ όσα απόμειναν παρουσίαζαν ήδη μεταλλαξιακές μεταμορφώσεις και μασκαρέματα και τρόμαζουν τους αμετανόητους ερασιτέχνες ψαράδες της παραλίας που εξακολουθούν να τα αγκιστρώνουν.

  Αλλά εάν  ο Κόλπος πάσχει και συρρικνώνεται, η Πόλη, αντίθετα, εξαπλώνεται και ξεχειλώνει.

  Γύρω από την Πόλη υψώνονται ημικυκλικά κάτι χαμηλοί λόφοι που άλλοτε ήταν ήρεμοι και πευκόφυτοι τόποι εκδρομών και σαββατοκυριακάτικων πικ-νικ.

  Εκεί κατάφευγαν άλλοτε και τα ζευγαράκια που τους άρεσε να ερωτεύονται μέσα στη φύση και που ήξεραν να εκτιμούν, τόσο τη ζωοποιό επίδραση του τσιμπήματος της πευκοβελόνας στη γυμνή σάρκα της πλάτης και των γοφών, όσο και τον ριγοφόρο ερεθισμό από την ενδεχόμενη παρουσία στα πέριξ κανενός δασόβιου και ερωτομανούς δράκου.

  Κατά την εποχή, όμως, στην οποία αναφέρονται τα αξιόπιστα ετούτα χρονικά, στους περισσότερους λόφους είχε φυτευτεί άφθονο μπετόν (αρμέ), με αποτέλεσμα τα ζευγαράκια να την βγάζουν τώρα με βιντεοκασέτες φυσιολατρικού περιεχομένου, ενώ οι πιο πολλοί
δράκοι είχαν πλέον εξημερωθεί και βόσκανε αποκλειστικά στις ειδικές σελίδες του Σπίου Νετ.

  Ωστόσο, καναδυό λόφοι έχουν ακόμη απομείνει ακάλυπτοι. Ανάμεσά τους ένα κωνικό ύψωμα με αρκετή κλίση που βρίσκεται στην ανατολική άκρη της πόλης.

  Ο λόφος αυτός, όντας επικλινής, απομακρυσμένος από το κέντρο και, επιπλέον, σε αρκετή απόσταση από την ακτή, δεν μοιάζει, εκ πρώτης όψεως, ό,τι το καλύτερο για οικοπεδοποίηση και τσιμεντοκαλλιέργεια.

  Εκτός αυτού, γύρω από τους πρόποδες του το υψώματος έχουν πάρει τη συνήθεια να μαζεύονται τις νύχτες διάφοροι ένθερμοι θιασώτες ορισμένων -ελάχιστων πλέον- ανθρώπινων παθών που, ακόμη και αυτή την  ιδιαίτερα προχωρημένη εποχή, εξακολουθούν να θεωρούνται ως νυκτερινά βίτσια . Εξ ου και το όνομα: Κεκραμένος Λόφος.

 Όμως, τον τελευταίο καιρό, ο στριμωγμένος Κόλπος που λέγαμε παραπάνω, υπό την επήρεια είτε μιας έξαψης με ευρύτερα περιβαλλοντικά αίτια είτε μιας βαλκάνιας κρίσης απηυδισμένου ανορθολογισμού, είχε αρχίσει να ξεσηκώνει τα νερά που περιβάλλουν την Πόλη. Έτσι οι στάθμες των υδάτων πήραν να ανεβαίνουν αυτοβούλως και χωρίς ιδιαίτερες προειδοποιήσεις.

  Το αποτέλεσμα είναι ότι, μια ωραία πρωία με αεράκι και κύμα, ο Λόφος παύει να είναι πλέον μεσόγειος και να μετατρέπεται σε χώρο παραλιακό και αγχίαλο και ως εκ τούτου πρόσφορο για προσοδοφόρο ανοικοδόμηση.

 Όταν λοιπόν η Ανώνυμη Εταιρεία Οικιστικής Επέκτασης  αποφάσισε να κατασκευάσει έναν προνομιούχο παραθαλάσσιο οικισμό προορισμένο για Μετόχους και για Στελέχη με υψηλά εισοδήματα, θεωρήθηκε ότι ο εν λόγω λόφος θα μπορούσε να εξασφαλίσει, τόσο την απαραίτητη (αφ΄ υψηλού) θέα, όσο και την αναγκαία απομόνωση που θα διευκόλυνε την εγκατάσταση των συστημάτων ασφαλείας.

  Έτσι, χωρίς κανείς να υποπτευθεί ότι το μέρος ενδέχεται να εγκυμονεί μυστήρια πράγματα, οι εργασίες για την εκσκαφή και τη διευθέτηση του επικλινούς εδάφους μπαίνουν μπροστά και οι φαγάνες, οι μπουλντόζες και οι γερανοί αρχίζουν να γυροφέρνουν και να δαγκώνουν τον Λόφο.

      **********

  ΕΙΣΑΓΩΓΗ  ΙΙ
(Παμφάγος)

Όπου ο Αγάθων Κάστορας διδάσκεται πώς να αγαπάει τα πράγματα. 

    Ο Αγάθων Κάστορας, πριν ανεβεί πάνω στην Ούρσουλα κοιτάζει με τρυφερότητα το οδοντωτό πρωινό χαμόγελό της και της χαμογελάει κι αυτός.

  Μετά, μ΄ ένα αλαφρό πηδηματάκι, σκαρφαλώνει στη ράχη της, τραβάει με τρυφερότητα το μοχλό που της ανοιγόκλεινε τη μασέλα  και, με μια απαλή ώθηση του δεξιού ποδιού, δίνει περιστροφική κίνηση στις ερπύστριές της.

  Η Ούρσουλα Στάγιερ παίρνει να ελίσσεται ανάμεσα στα χώματα, και, με θαυμαστή πρωινή χάρη και αξιοπρέπεια, αρχίζει να ξεπερνάει τα εσκαμμένα και να δημιουργεί καινούργια.

  Ο Αγάθων αισθάνεται για μια στιγμή ευτυχής.
Και για μια στιγμή ξεχνάει τις ανησυχίες και τα άγχη που τον βασανίζουν τις τελευταίες μέρες.

  Ο Αγάθων είχε γνωρίσει την Φαγάνα του εδώ και πολλά χρόνια.

  Την εποχή εκείνη μόλις είχε βγει από μια σοβαρή κρίση προσαρμοστικότητας.   Αν και τότε είχε μια καλή δουλειά στον Τμήμα Παραγωγής Ελαφρών Μηνυμάτων, Τομέας Τηλεοπτικών Παιχνιδιών, του Μεγαδίκτυου, ξαφνικά είχε αισθανθεί μέσα του κάτι να τον βαραίνει και να τον τρώει.

  Από την άλλη μεριά, ίσως, το φταίξιμο να ήταν ακριβώς της δουλειάς του: έπρεπε διαρκώς να ανακαλύπτει νέα κουίζ και νέες ερωτήσεις,  που αφενός να ενδιαφέρουν το κοινό και να κρατούν την τηλεθέαση ανασηκωμένη και αφετέρου να  επιτρέπουν στους τηλε-
διαγωνιζόμενους να χάνουν με ψυχραιμία και χωρίς παράπονα και ενστάσεις που θα μπορούσαν θίξουν την αξιοπιστία και το κύρος των σπονσόρων που το έπαιζαν χορηγοί.

  Όμως το «ψάξε ψάξε» για τα σωστά ερωτήματα επέφερε πάνω του ορισμένες απρόβλεπτες παρενέργειες:

  Ξαφνικά, περίεργες απορίες σχετικές με τη φύση και την σκοπιμότητα της Ύπαρξης, με το  νόημα της Ζωής , με την συνέπεια των (τεσσάρων) βασικών πράξεων του ανθρώπου, και προ παντός, με το εάν όντως υπάρχει η φημολογούμενη μετα-οθονική πραγματικότητα, άρχισαν να τον τυραννάν και να τον τριβελίζουν.

  Και καλά θα ‘ταν αν τα ερωτηματικά αυτά έμεναν απλά ερωτηματικά: Μικρά τσιγκελάκια για να κρεμάει τις απορίες του…

  Αμ΄ δε!

  Αυτά, έμοιαζαν περισσότερο με ύπουλους γάντζους που δεν τον άφηναν να ηρεμίσει.
Που ανέτρεπαν τις βεβαιότητες και τσιγκλάγανε την νηνεμία του. Κι έπειτα, όσο έμεναν αναπάντητα, πήραν να βγάζουν κέρατα, και σουβλερά δόντια, και διχαλωτές γλώσσες, και μαστιγόσχημες ουρές… Άρχισαν να αποκτάνε δαιμονόμορφα πρόσωπα και να τον βασανίζουν με διαβολική μανία…

  Ποιόν; Αυτόν! Τον ορθολογιστή, τον επιχειρησιακό, τον τετράγωνο!

  Tα συμπτώματα της κρίσης δεν άργησαν να γίνουν ορατά στο περιβάλλον της δουλειάς του.  Ο Αγάθωνας είχε αρχίσει να περιφέρεται στα μέγα-γραφεία και στα μέγα-στούντιο αναφωνώντας:

  «Να έχεις το «είναι» ή να είσαι το «έχειν»;

  Να φαίνεται ότι «γίγνεσθαι» ή να γίνεται ό,τι φαίνεται;»

  στο ρυθμό του αρχαίου μαζο-επικοινωνιακού άσματος

  «Τσοπανάκος ήμουνα α α α..

  Πρό-βατά-κια φύλαγα…»

  Έτσι, ο Αγάθων Κάστορας παραπέμφθηκε επειγόντως στον υπεύθυνο των υπηρεσιών Ενισχυμένης Οριζόντιας Ψυχοβγαλτικής της εταιρείας, τον δόκτορα Κεκλιμένο, ο οποίος και αποφάνθηκε:

  Από τα δύο, το ένα:

  Περίπτωση Α΄ Αυστηρή τήρηση των κανόνων του Δικτύου: Να απολυθεί χωρίς αποζημίωση, λόγω της εμφάνισης του κολλητικού συνδρόμου της Ασυνεπούς Επιμονής στην Αιτιοκρατική Συνέπεια.

  Περίπτωση Β΄ Εφαρμογή των τελευταίων μεθόδων ελαφρού και ελαστικού μάνατζμεντ (των οποίων ο δρ. Κεκλιμένος ήταν ένθερμος θιασώτης): Να του δοθεί άλλη μία ευκαιρία και να μετατεθεί, μέχρι να συνέλθει, στο μικρό και όχι ιδιαίτερα δραστήριο τομέα
της Κουλτούρας Μέσων & Βαρέων Βαρών.

  Σ΄ αυτήν την περίπτωση θα μπορούσε να αναλάβει ανταποκριτής του περιοδικού «Ο Σοφιστής και ο Αντιρρησίας» στο βιομηχανικό Βορά. Ο «Σοφιστής» ήταν ένα περιοδικό  που η μητρική Εταιρία είχε αγοράσει πρόσφατα από  κάποιον βαρεμένο δημοσιογράφο-
εκδότη που είχε φαλιρίσει και επρόκειτο να το αναπροσαρμόσουν και να το επανεκδώσουν για να καλύψει τις «λογικές» και εντός των «θεμιτών ορίων» φιλοσοφικές ανησυχίες ορισμένων υψηλόβαθμων στελεχών.

  Χάρη στην επιμονή του Κεκλιμένου και στο εκσυγχρονιστικό πνεύμα των καιρών, ο Αγάθων δεν απολύθηκε, παρά βρέθηκε ανταποκριτής του «Σοφιστή» στο Βιομηχανικό Βορά.

  Όμως η αλλαγή περιβάλλοντος δεν τον βοήθησε. Μάλλον το αντίθετο.

  Η δυνατότητα να κάνει συγκρίσεις που του έδωσε το ταξίδι επιβάρυνε την κατάστασή του. (Τα όσα βρήκε στον μακρινό βιομηχανικό βορά ήταν «μία από τα ίδια», αν όχι τα ίδια
και χειρότερα, με τα όσα ήδη είχε διαπιστώσει στο δικό του τόπο). Έτσι δεν αρκούνταν πλέον στο να αναρωτιέται. Αλλά άρχισε να ψάχνει τρόπους δυναμικής αναζήτησης και εκμαίευσης των απαντήσεων.

  Ο δόκτωρ Κεκλιμένος που εξακολουθούσε να παρακολουθεί τον προστατευόμενό του σε βιντεοσύνδεση, ανησύχησε σφόδρα, τόσο για τον Αγάθωνα καθεαυτόν, όσο και για την δική του θέση στην εταιρεία.

  Πήγε λοιπόν στα εργαστήρια της Ενισχυμένης Ψυχοβγαλτικής από όπου πήρε μια συνταγή για σοβαρές έως καταδικασμένες περιπτώσεις (όχι ακόμη επαρκώς τεκμηριωμένη), καθώς και  τον σχετικό φορητό εξοπλισμό.

  Αμέσως μετά, πήρε την επόμενη πτήση για τον μακρινό και κρύο Βιομηχανικό Βορά.
Εκεί βρήκε τον Αγάθωνα φορτωμένο εκρηκτικά και έτοιμο να πηδήσει από την ταράτσα ενός πολυώροφου ξενοδοχείου, αν δεν του έδιναν αμέσως ορισμένες απαντήσεις, τουλάχιστον στις κυριότερες απορίες και στα πιο καίρια ερωτηματικά.

  Ο Κεκλιμένος του τα υποσχέθηκε όλα.

  Μετά τον οδήγησε στο ιατρικό κέντρο του τοπικού παραρτήματος του Μεγαδίκτυου, όπου, αφού του εφάρμοσε μία αεροπλανική λαβή με κεφαλοκλείδωμα, τον έζωσε με τα ασύρματα καλώδια που συνιστούσε η συνταγή, και του επέβαλε το ειδικό εκείνο κοκτέιλ
ηλεκτρο-απωθητικών  ακτινοβολιών, μαγνητο-σβουριχτών καρπαζοειδών επιθεμάτων και εξορκιστικών δεκαεξασύλλαβων, που απαιτούσε η νεωτεριστική ριζική θεραπεία κατά των
πάσης φύσεως αποριών και αμφισβητήσεων.

  Ο δόκτορας, όταν  η διαδικασία ολοκληρώθηκε και αφού παρατήρησε επισταμένα και με ικανοποίηση τη ζαβή έκφραση του Αγάθωνα, αποφάσισε ότι το αποτέλεσμα ήταν ικανοποιητικό και ότι μπορούσε να επιστρέψει στη βάση του.

  Πριν φύγει κατέγραψε στην μαγνητοκάρτα του Αγάθωνα μια αναρρωτική άδεια επ’ αόριστον και άνευ αποδοχών, χρησιμοποιώντας την ειδική εκείνη συσκευή που του κρεμόταν
απ΄  τη ζώνη και  που αποτελούσε, τόσο προνόμιο, όσο και αξιοζήλευτο στάτους-σύμπολ των στελεχών της εποχής.

    Την επόμενη μέρα ο Αγάθωνας αισθανόταν αρκετά καλά, αν και λίγο ζαβός.

  Την ίδια εκείνη μέρα περπατώντας άσκοπα στους δρόμους του Βιομηχανικού Βορά πέρασε έξω από μια μάντρα με οικοδομικά υλικά και εκσκαπτικές μηχανές.

  Εκεί είδε αραχτή την Ούρσουλα Στάγιερ, και με το που την είδε, την ερωτεύτηκε ακαριαία και σκέφτηκε αμέσως ότι θα ήταν ικανός να κάνει οτιδήποτε για να την αποκτήσει.

  Δε χρειάστηκε.

  Ο βόρειος, ικανός και αποτελεσματικός πωλητής, αφού εξέτασε την περιεκτικότητα της μαγνητοκάρτας του σε μετατρέψιμες αγορο-μονάδες, του είπε ότι ήταν τυχερός και ότι χάρη στις  ειδικές  προσφορές εκείνης της εβδομάδας, θα μπορούσε να του προσφέρει το χερούλι της Ούρσουλα (μαζί με το υπόλοιπο τονάζ της) σε ιδιαίτερα συμφέρουσα τιμή, η οποία χωρούσε ίσα ίσα στα όρια της πίστης της κάρτας του.

  Ο Αγάθωνας δέχτηκε με ειλικρινή (αν και λίγο ζαβό) ενθουσιασμό την δελεαστική πρόταση. Και ύστερα από μια σειρά γραφειοκρατικών και εκταμειευτικών πράξεων συνδέθηκε με την γοητευτική φαγάνα μ΄  ένα έγκυρο συμβόλαιο αγοράς.

  Λαμβάνοντας υπ΄ όψιν τις τρυφερές περιποιήσεις του Αγάθωνα προς την Ούρσουλα, η αργή επιστροφή στο Νότο πάνω σε ένα φορτηγό πλοίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το ταξίδι, αν όχι του μέλιτος, τουλάχιστον του άφθονου γράσου.

  Ταυτόχρονα με την επιστροφή όμως, εμφανίστηκαν ορισμένα επώδυνα προβλήματα γιατί η μαγνητική πιστωτική κάρτα είχε αδειάσει (καθιστάμενη αναξιόπιστη), ο αόριστος χρόνος της άνευ αποδοχών  αναρρωτικής δεν έλεγε να τελειώσει και, ως εκ τούτου, το ταμείον ήταν μείον.

  Ωστόσο, ο Αγάθων και η Ούρσουλα αποτελούσαν πλέον ένα αχτύπητο δίδυμο που
μπορούσε να αντιμετωπίσει με αισιοδοξία τις δυσκολίες της ζωής.

  Άρχισαν λοιπόν να δουλεύουν μαζί, ως χειριστής και εκσκαφέας αντίστοιχα και μάλιστα κατάφεραν να βγάζουν καλό μεροκάματο.

  Οι εκπληκτικές σκαπτικές ικανότητες της Ούρσουλας και του Αγάθωνα έγιναν σύντομα γνωστές στην πιάτσα προκαλώντας σχόλια  θαυμασμού και ζήλιας.

  Σκάβανε πότε εδώ και πότε εκεί ανακαλύπτοντας πρωτότυπες λύσεις σε δύσκολα προβλήματα σύνδεσης, θεμελίωσης και επικοινωνίας.

  Χάραζαν νέους δρόμους,  ισοπέδωναν παλιές ανωμαλίες, εμβάθυναν ρηχά κανάλια, τρυπάνιζαν καινοτόμες γαλαρίες και θεμελίωναν καινούργιες κατασκευές.

  Και όχι μόνον αυτό.  Οι ανασκαφές του ζεύγους σπάνια δεν έφερναν στην επιφάνεια και κάτι το απρόβλεπτο, όπως αρχαία πιθάρια ή κομμάτια από αγάλματα ή ακόμη και μεταλλούχα πετρώματα.

  Ο Αγάθωνας καβάλα στην Ούρσουλα αισθανόταν έναν περίεργο ενθουσιασμό απροσδιόριστης προέλευσης.

  Και εκεί που είχε αρχίσει να σκέπτεται πως θα σκαρώσει μερικά μικρά αυτοκινούμενα φαγανάκια, χρησιμοποιώντας το δικό του κατασκευαστικό ταλέντο και αντιγράφοντας ορισμένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Ούρσουλας, ο Αγάθωνας μπήκε και πάλι σε κρίση.

  Αυτή τη φορά η κρίση δεν είχε σχέση με τα θεμελιώδη ερωτήματα της Ύπαρξης ούτε με το Μεγαδίκτυο, αλλά είχε να κάνει με την Ανώνυμη Εταιρεία Οικιστικής Επέκτασης (του γνωστού ομίλου των Αναπτυκτών Επεκτατών), η οποία με αδηφάγο, αλλά οικονομι-
κώς τεκμηριωμένη απληστία, είχε αρχίσει να αγοράζει, τη μία μετά την άλλη, όλες τις φαγάνες της Πόλης και των περιχώρων, καταργώντας τους τοπικούς ανταγωνισμούς και συσσωρεύοντας τον μεγαλύτερο στόλο εκσκαφέων που είχε ποτέ γνωρίσει ο Τόπος στην
μακραίωνη ιστορία του.

  Ο Αγάθωνας, συνεπαρμένος από τον Ουρσουλικό ενθουσιασμό του, δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στις εξελίξεις αυτές  παρά μόνον όταν το πρόβλημα τον έθιξε προσωπικά. Τότε πρόσεξε ότι ο ήταν ο μόνος ελεύθερος επαγγελματίας που είχε απομείνει στην πιάτσα
των εκσκαφέων. Όλοι οι άλλοι συνάδελφοί του, θέλοντας και μη, είχαν αναγκαστεί να μπουν στην υπηρεσία της εταιρείας των Αναπτυκτών Επεκτατών.

  Και τώρα ήταν η σειρά του.

  Την πρόταση του την έκανε αυτοπροσώπως ο Τζο Καπόνε, Αναπτυκτής Β΄ τάξεως, επικεφαλής του τμήματος συμπτύξεων, συγκολλήσεων και προσκολλήσεων της Εταιρείας.

  Ο Τζο ήξερε να είναι πειστικός. (Είχε παρακολουθήσει ανελλιπώς όλα τα σχετικά μυστικά σεμινάρια της Πειθοργάνωσης, αλλά είχε και προσωπικό ταλέντο).  Εξήγησε λοιπόν αναλυτικά και με υπομονή στον Αγάθωνα όλες τις όψεις της δελεαστικής προσφοράς. Δηλαδή:

  Εάν δεχόταν να τους πουλήσει την φαγάνα του,
α. θα έπαιρνε σε αντάλλαγμα ένα ικανοποιητικό χρηματικό ποσό,

  β. θα μπορούσε να συνάψει μια ελαστική και ευέλικτη σχέση εργασίας   με την   εταιρεία, τύπου any time (άμα λάχει)( 1), που θα του έδινε την ευκαιρία να χειρίζεται και την τέως φαγάνα του από καιρού εις καιρόν

  και επιπλέον, επειδή ήταν γνωστή η ιδιαίτερη σχέση του Αγάθωνα με την εκσκαπτικήτου μηχανή,

  γ. δεν θα έπρεπε να ανησυχεί για το μέλλον της,  γιατί οι Αναπτυκτές εκτιμούσαν τις σπάνιες ικανότητές της και την προόριζαν για ναυαρχίδα του εκσκαπτικού στόλου της ε-
ταιρείας.

  Εάν πάλι αποφάσιζε να κρατήσει τη φαγάνα για τον εαυτό του, θα έπρεπε να λάβει υπ΄ όψιν του:

  α. ότι πλέον, ο μοναδικός εργοδότης, εργολάβος και κατασκευαστής τόσο της περιοχής όσο και πέραν αυτής, ήταν ο Όμιλος των Αναπτυκτών Επεκτατών και, κατά συνέπεια, κα-
κές σχέσεις μαζί του σήμαιναν απόλυτη ανεργία,

      όπως επίσης,

  β. ότι δύσκολα θα εύρισκε ασφαλιστική εταιρεία διατεθειμένη να εγγυηθεί για τυχόν ζημιές στο μηχάνημα, μια που όλες οι ασφαλιστικές, αν δεν ήταν ακριβώς θυγατρικές του Ομίλου των Επεκτατών, διατηρούσαν μαζί του μια κάποια συγγενική σχέση.

  Και τον τελευταίο καιρό, του υπενθύμισε, πολλές φαγάνες και πολλοί ξεροκέφαλοι χειριστές-ιδιοκτήτες είχαν υποστεί ανεξήγητα και μοιραία ατυχήματα.

  Ο Αγάθωνας ζήτησε λίγο χρόνο για να σκεφτεί τη δελεαστική προσφορά. Ο Τζο του είπε ότι θα του έδινε λίγες μέρες προθεσμία, με την προϋπόθεση ότι σ΄ αυτό το διάστημα θα
δούλευε μαζί τους στην διαμόρφωση των γύρω λόφων. – Ο Τζο, ως ταλαντούχος μεσολαβητής, ήθελε πάντα να ελέγχει την κατάσταση της άλλης πλευράς  κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων.

  Ο Αγάθων δέχτηκε.
Οι λίγες μέρες τελείωναν σήμερα, και το άγχος του Αγάθωνα είχε φτάσει στο σημείο συναγερμού.

  Αλλά σήμερα,  καθώς μασάνε σιγά σιγά τα πλευρά αυτού του περίεργου κωνικού λόφου στην ανατολική άκρη της πόλης, παίρνει κουράγιο και αρχίζει να εξηγεί στην Ούρσουλα τους λόγους της υπερέντασης και της σκοτούρας.
Η Ούρσουλα είναι βασικά μία οντότητα με βόρειο ορθολογισμό και δεν αργεί να καταλάβει τις αδιέξοδες παραμέτρους της κατάστασης.

  Παράλληλα όμως, κατά την μακρόχρονη παραμονή της στον Τόπο έχει εσωτερικεύσει και συμμεριστεί το πάθος και τον ριζοσπαστισμό των νοτίων χαρακτήρων…
Η Ούρσουλα ακούει και ένα ρίγος διαπερνάει τα κυκλώματά της.

  Η Ούρσουλα μουγκρίζει…

  Η Ούρσουλα παίρνει μερικές στροφές ίσια και μερικές ανάποδα,

  και μετά

  αφήνει μια θλιβερή, μακριά, σφυριχτή κραυγή με την κόρνα της.

  Ο Αγάθων, πρωτόφαντα ερωτευμένος και υπότροπα ζαβός, καταλαβαίνει.

  Οι ερπύστριες γυρίζουν προς τα πίσω. Απομακρύνονται από τον λόφο σε απόσταση ικανής φόρας.

  Ο Αγάθωνας σφίγγει τρυφερά το πηδάλιο και από το φουγάρο της Ούρσουλας βγαίνει ένας τελευταίος αναστεναγμός.

  Ύστερα ορμάνει αγκαλιασμένοι ίσα πάνω στον λόφο.

  Ακούγεται ένα μεγάλο μπαμ!

  Μετά ένα σύννεφο από χώμα, πέτρες και βράχια τους περιτυλίγει.

  Έπειτα γίνεται μια μεγάλη έκρηξη.

  Όταν η αναμπουμπούλα καταλαγιάζει και καταφτάνουν οι εργάτες και οι άλλοι χειριστές, από την Ούρσουλα είχε μείνει μόνον ένα ελαφρά ξεδοντιασμένο μεταλλικό χαμόγελο.

  Ο Αγάθωνας δεν είναι πια εκεί. Έχει οριστικά μετακομίσει στον Τόπο όπου λύνονται μια δια παντός όλες οι Μεγάλες Απορίες.

  Όμως, στο σημείο που ο λόφος έχει υποστεί την αυτόχειρα πρόσκρουση, έχει ανοίξει μια σχισμή και από μέσα ξεπρόβαλλαν τα πρώτα ασπριδερά μάρμαρα.

  Είναι η άκρη του Κτίσματος.

Την νύχτα εκείνη, στην έκτη διάσταση των Ταρτάρων, την πιο πωρωμένη, οι δαίμονες, είχαν συγκληθεί σε γενική συνέλευση.
***************

( 1) Τo part time ήταν ήδη ξεπερασμένο ως αντιπαραγωγικά φιλεργατικό, το δε full time ανήκε στην παρελθούσα και καταδικαστέα εποχή της παντοδυναμίας των συνδικάτων.

17

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.

 
Αρέσει σε %d bloggers: