ΜΠΑ!!! (7)
Πάντοτε στην Ταβέρνα των Αποδομημένων Ελπίδων
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΓΚΛΙΜΑΤΙΚΟ([1])
Τώρα τα περισσότερα ποτά έχουν πια καταναλωθεί, όπως μαρτυράει η διάχυτη ξινίλα, τα απανωτά ρεψίματα και οι μουσταρδιές μικροεκρήξεις που γέμισαν τη σάλα.
Οι ήχοι και τ’ αρώματα θυμίζουν τρύπιες εξατμίσεις σε κόντρες μηχανόβιων που καταναλώνουν σιτεμένο μεθάνιο και χαλασμένο λιβάνι, χωρίς φίλτρο και καταλύτη.
Αλλά, σιγά-σιγά, η ταγκίλα κατακάθεται, οι εξατμίσεις μία μία σβήνουν και η Ψιλή με την Δασεία μαζεύουν τα δισκοπότηρα και αντικαθιστούν τα καθαρά τασάκια με μιαρά.
Οι μολυσματικοί παλαιοδαίμονες, (οι οποίοι τελευταία είναι τεντωμένοι και μουρτζούφληδες, γιατί δεν έχουν συνέλθει από το σοκ της ανταγωνιστικής επιτυχίας των νέων ιών του Ανανεωμένου Υ/πάτου Λοιμώδους), μοιάζουν τώρα κάπως πιο ήρεμοι: Η Πανούκλα σταμάτησε επιτέλους να αλλάζει τη μασέλα της με τη Χολέρα ενώ η Λύσσα έπαψε να δαγκώνει τον Τύφο.
Ο Βουλκάνους στραβοκαταπίνει μια γουλιά λάβα που του είχε κάτσει στον κρατήρα και κόβει για λίγο το κάπνισμα.
Ακόμα και ο Εγκέλαδος Ταρακούν, που όπως είναι γνωστό πάσχει από ανεξέλεγκτα τικ, έχει κάπως καλμάρει και δεν κλωτσάει πια το αναπηρικό καροτσάκι της Ολισθηρής Κατολίσθησης.
Οι παλιοί κοιτάζουν τώρα σιωπηροί προς τον Μεγαδιάτανο.
Οι παλιοί ξέρουν από σεβασμό και τρόπους. Επ’ αυτού δεν μπορεί να πει κανείς τίποτα!
Ο Μέγας Διάτανος, όπου να `ναι, θα εξηγήσει γιατί κατά βάθος δεν θα ’πρεπε ουδαμώς να ανησυχούν με τα καμώματα των γιαπο-μπεμπέδων
Και πράγματι, ο κοκαλιάρης πλην όμως κραταιός Παλαιοδαίμων, αφού κατεβάσει μονορούφι το μαυριδερό περιεχόμενο του αμφορέα που έχει τοποθετήσει μπροστά του ο Αρχιταβερνιάρης, παίρνει αυτήν τη φορά το λόγο τόσο ο ίδιος όσο και αυτοπροσώπως:
«Αξιόπτυστοι συνάδελφοι», λέει. «Καταλαβαίνω την ανησυχία σας, αλλά δεν την συμμερίζομαι.
Καταλαβαίνω ότι φοβάστε μήπως η απειρία των καινούργιων, καθώς και -γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε;- οι αυξημένες δυνάμεις που διαθέτουν τον τελευταίο καιρό, τους οδηγήσουν σε πρωτοβουλίες και ρίσκα που θα προκαλέσουν γενικότερες ανατροπές και ανισορροπίες.
Φοβάστε, και ίσως να μην έχετε άδικο, ότι η αναταραχή που υποθάλπουν στις διαδικασίες του Κακού Συναπαντήματος δεν είναι απλώς μια υγιής διαβολική πλάκα, αλλά ότι μπορεί να είναι ο πρόδρομος για άλλες ανυπακοές που θα μας βάλουν τελικά σε κίνδυνο και σε μπελάδες.
Όλους μας.
Φοβάστε ότι οι νέοι δεν έχουν επαρκώς αντιληφθεί ότι δεν πρέπει να το παρακάνουν με υπερβολικούς ζήλους και παράλογες ζήλιες και ότι μια οριστική καταστροφή των Χομο “Χα” Σάπιενς συνεπάγεται και τη δική μας οριστική εξουδετέρωση.
Εμείς, μισητοί μου συνδαίμονες, έχουμε συνειδητοποιήσει ότι εάν αυτά τα μικρά θνητά πλάσματα εξαλειφθούν οριστικά, εμάς μας περιμένει, στην καλύτερη περίπτωση, το ταμείο ανεργίας για μια απροσδιόριστη περίοδο, ή -τουλάχιστον- έως ότου κάποιο άλλο είδος, ας πούμε τα έντομα, αποκτήσουν αρκετή νόηση για να μπορούν να αμαρταίνουν και, κατά συνέπεια, να μας χρειάζονται.
Και βέβαια, ακόμη και σ’ αυτήν την περίπτωση θα χρειαστεί να υποστούμε επώδυνες μεταμορφώσεις, αλλαγές και λίφτινγκ, γιατί δεν μπορεί να περιμένει κανείς ότι θα τρομάξουμε τις κατσαρίδες και τις αράχνες με τις φάτσες που έχουμε σήμερα.
Από την άλλη πλευρά, τίποτε δεν αποκλείει, μετά το οριστικό τέλος των “Χα”, να χαρακτηριστούμε υπεράριθμες περιττές οντότητες, να μας περάσουν από τους εξορκιστικούς θαλάμους αγιοψεκασμού και να μας απαλείψουν οριστικά.
Φοβάστε ότι οι νέοι, ανίκανοι να πιάσουν το πνεύμα της Αρχικής Σύμβασης, ανίκανοι να καταλάβουν ότι Υψηλή Πολιτική σημαίνει άλλο να λες και άλλο να κάνεις, ανίκανοι να παίξουν με τη φωτιά όπως εμείς οι βετεράνοι του Κολασμού, θα φτάσουν στο σημείο να επικαλεστούν το “γράμμα” των Αρχικών Νόμων και να παραβλέψουν την ουσία τους.
Να ισχυριστούν ότι εκείνοι, επιτέλους, θα εκπληρώσουν τον Σκοπό που αναγράφεται στις Γραφές. Ότι εκείνοι είναι προορισμένοι να επιφέρουν την Ύστατη Ώρα των Τελικών Λογαριασμών θνητών τε και αθανάτων.
Φοβάστε λοιπόν ότι έτσι, μέσα στη βιασύνη, την ανυπομονησία και την μανία για παραγωγικότητα που τους χαρακτηρίζει, θα την κάνουν την μεγάλη Αποκοτιά που θα μας αφανίσει όλους.
Και είναι φυσικό ν’ αναρωτιέστε: Εμείς τι κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε αυτήν την πρόκληση των ύστερων μετα-μοντέρνων καιρών;
Σας υπενθυμίζω λοιπόν, ότι χάρη στη διαίσθησή μας και μόνο, και χωρίς δημοσκοπήσεις και άλλες τσουτσουνοπαιξίες, είχαμε ήδη διαπιστώσει τις τάσεις που επικρατούν στη νεολαία και, όπως θα είδατε, στο πρόγραμμα του συνεδρίου υπήρχαν αρκετές εισηγήσεις με σκοπό να τους νουθετήσουν».
«Ναι, αλλά και εσύ Αξιοκατάκριτε θα είδες ότι το Συνέδριο το φτύνουν κι ας είναι δικός τους θεσμός. Έχουν κι αυτοί ξυπνήσει και καλό θα είναι να μην τους υποτιμάμε», παρεμβαίνει ο Ταπάν Ταπληρών που ενίοτε εμφανίζει δόσεις τραπεζιτικού ρεαλισμού.
Ο Λιμοκτονώχ κοιτάζει τις ανήσυχες φάτσες και τις κοκκινωπές εκκενώσεις που γέμιζαν την ευρύχωρη αίθουσα της Ταβέρνας των Αποδομημένων Ελπίδων και καταλαβαίνει ότι μέχρι τώρα δεν έχει καταφέρει να καθησυχάσει το ακροατήριό του. Μάλλον το αντίθετο.
«Αν συνεχίσουν έτσι», λέει, «το Συνέδριο θα το ακυρώσω εγώ. Παρ’ όλα αυτά δεν νομίζω ότι η κατάσταση είναι ιδιαίτερα κρίσιμη. Το γιατί θα σας το εξηγήσει ο Μακιαβέλιος, στον οποίο, όπως ξέρετε, έχω αναθέσει τον τομέα ασφαλείας και ο οποίος έχει ασχοληθεί ειδικά με αυτό το θέμα».
Κάνει νόημα προς τον Εξ Ουσία και αυτός σηκώνεται και πάλι όρθιος. Με μία ελαφρώς νευρωτική κίνηση του κεφαλιού του στέλνει τη φούντα του αναγεννησιακού σκούφου, που έχει σκαλώσει στη γαμψή του μύτη, στην πλάτη, και μετά μιλάει:
«Με βάση τις εμβριθείς και ενδελεχείς μου μελέτες, μπορώ, αξιομίσητοι συνδαίμονες, να σας διαβεβαιώσω για τα ακόλουθα:
Πρώτα απ΄ όλα, οι νεαροί αμφισβητίες για να περάσουν από τη ανώδυνη γκρίνια σε ουσιωδέστερες πράξεις ανυπακοής, θα πρέπει να πείσουν, όχι μόνο τους συνέδρους και τα λοιπά μεσαία στελέχη, αλλά και τη πλέμπα της βάσης ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό και ότι δεν θα προκαλέσει τις τελεσίδικες αντιδράσεις των Αποπάνω, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ.
Αλλιώς, ουδείς πρόκειται να τους ακολουθήσει και η απόπειρά τους θα είναι καταδικασμένη.
Αλλά να είστε σίγουροι ότι δεν πρόκειται να καταφέρουν να πείσουν κανένα!
Και αυτό, όχι γιατί δεν είναι σαΐνια στις τεχνικές πειθούς, αλλά γιατί, όπως πολύ καλά ξέρετε, τα δαιμόνια της βάσης, όσο κι αν ψοφάνε για πλάκες και για νίλες, είναι κατά βάθος όντα βαθύτατα συντηρητικά και επομένως ασυζητητί δικά μας.
Επί πλέον η δαιμονομάζα, όπως όλες οι υγιείς μάζες, κρατάει ψηλά τη σημαία, τόσο των κατεστημένων ιδανικών, όσο και των στερεοτύπων της φυλής. Ως εκ τούτου παθαίνει οξεία αλεργίτιδα κάθε φορά που ακούει για ενστάσεις και αμφισβητήσεις της Αρχικής Σύμβασης. Και όπως ξέρετε καλύτερα από μένα που ανήκω στους επιλεγέντες εκ προσωπικοτήτων και προστέθηκα στην εκλεκτή σας συνομοταξία με κάποια καθυστέρηση, η Αρχική Σύμβαση μπορεί μεν να ανέχεται κάποιες γρίνιες και ορισμένες ψιλοαμφισβητήσεις, αλλά δεν προβλέπει άλλες ανταρσίες πέρα από την ήδη συντελεσθείσα Μεγάλη Παλαιά Ανταρσία! (ΜΠΑ!)».
Παρά το προσεγμένο του ύφος, που συνδυάζει την αξιοπιστία δέκα ειδημόνων, είκοσι (περίπου) πραγματογνωμόνων και καμιά τριανταριάς ισχυρογνωμόνων, τα επιχειρήματα του Μακιαβέλιου δεν φαίνεται να καταλαγιάζουν τις ανησυχίες και να ηρεμούν το παλαιοδαιμονικό ακροατήριο. Η αποφορόσφαιρα της ταβέρνας εξακολουθεί να μαστιγώνεται από θορυβώδεις εκκενώσεις νευρικότητας και ταραχής.
Ο Μακιαβέλιος προσπαθεί να γίνει πιο πειστικός. Εξάλλου οι δυσκολίες εξάπτουν πάντοτε το εξουσιαστικό του σύνδρομο.
«Από την άλλη πλευρά», συνεχίζει, «δεν πρέπει να ξεχνάμε το άλλο βασικό τους μειονέκτημά, εξ αιτίας του οποίου δεν θα καταφέρουν ποτέ μόνοι τους να επιτύχουν μια καταστροφή της προκοπής».
Η γλώσσα του παίρνει μια χροιά που θυμίζει εδώ κι εκεί – περίεργα πράγματα- τους εκμοντερνισμένους:
«Ο άλλος λόγος λοιπόν που δεν μπορούν να καταφέρουν έναν γερό όλεθρο, είναι ότι μπορεί μεν να φλυαρούν συνεχώς περί εκσυγχρονισμού, αλλά από Συγχρονισμό δεν σκαμπάζουν τίποτα.»
Ο Μακιαβέλιος κάνει ένα ανεπαίσθητο νόημα στον διπρόσωπο βοηθό του, τον Κις & Γκαιρ, και αυτός τσακίζεται να βουτήξει από το ταγάρι του Παιδονόμου έναν πτυσσόμενο μαυροπίνακα τον οποίο, εν συνεχεία, συναρμολογεί δίπλα στον Μακιαβέλιο.
«Προσέξτε με παρακαλώ αξιοβλάσφημοι συνάδελφοι. Όπως διδάσκουν τα παθήματα και συμβουλεύει η εμπειρία, οι αντιδράσεις των Χόμο ¨Χα¨ Σάπιενς είναι ως ένα σημείο αναμενόμενες».
Απ’ το φαρδύ μανίκι του Μακ ξεπροβάλλει μια κιμωλία με την οποία σκιτσάρει στον πίνακα ένα κολοβό και ακέρατο δαιμονάκι που συμβολίζει την εν λόγω θνητή ποικιλία.
«Τον βασανίζεις; Υποφέρει.
Τον τσιγκλάς; Πονάει.
Τον πιέζεις; Σκάει.
Τον βάζεις σε πειρασμό; Υποκύπτει».
Το σκίτσο γίνεται ως δια μαγείας κινούμενο και αρχίζει να μιμείται τις καταστάσεις που περιγράφει ο ομιλητής.
«Όμως, από ένα σημείο και μετά, οι αντιδράσεις του γίνονται απρόβλεπτες. Απρόβλεπτες και επικίνδυνες θα πρόσθετα.
Από εκεί και πέρα, μπορεί να τον τυραννάς και να αρχίζει να το ευχαριστιέται, να τον παιδεύεις και να σου λέει “κι άλλο, κι άλλο”, οπότε και ο πιο ψυλλιασμένος δαίμων πρέπει να αρχίζει να ανησυχεί.
Και όχι μόνο: Εάν δεν ξέρεις πότε να παρέμβεις και πότε να σταματήσεις, εάν σου λείπει, όχι ο “εκσυγχρονισμός” αλλά ο στοιχειώδης συγχρονισμός -το τάιμινγκ που λένε βαρβαριστί και εκείνοι-, τότε είναι δυνατό να συμβούν και άλλα, πιο αρνητικά πράγματα.
Ένα παράδειγμα;
Αφού θέλετε να κάνετε τους κουτούς, γιατί όχι;
Πείτε λοιπόν ότι αποφασίζετε χάριν παιδιάς και αναψυχής (δικής σας) να τους στείλετε ένα υπερσάπιο ξεκωλιασμένο υπερδιεφθαρμένο σεξοδαιμόνιο.
Αλλά δεν έχετε προσέξει (γιατί είστε βιαστικοί, κακή ώρα όπως τα καλόπαιδα οι νέοι) ότι οι καιροί δεν είναι κατάλληλοι, ούτε οι χρόνοι πρόσφοροι.
Πέφτετε λοιπόν σε μια εποχή που οι “Χα” Σάπιενς το ’χουν ρίξει στον πουριτανισμό και την αυτομαστίγωση.
Αποτελέσματα;
Πρώτον: Αντί να τους δημιουργήσετε νέα προβλήματα, τους λύνετε τα προηγούμενα και τους βοηθάτε να ξεφύγουν από τους μπελάδες που έχουν φτιάξει μόνοι τους. Χάρη σε εσάς και το ξεκωλιασμένο και υπερδιεφθαρμένο σας δαιμόνιο, ξεμπλέκουν από το ζόρι της υποκρισίας και της αυτοκαταπίεσης (που στο κάτω κάτω είναι μια χαρά δαιμονισμοί) και “απελευθερώνονται”.
Δεύτερον: Το σεξοδαιμόνιό σας ανακηρύσσεται περίοπτη και επηρεάζουσα προσωπικότητα και, θέλει δε θέλει, περνάει ανεπιστρεπτί με την πλευρά των αντιπάλων μας.
Τρίτον: Γίνεστε ρεζίλι των σκυλιών και των κέρβερων.
Καταλάβατε Στούρνοι;
Όχι;
Θέλετε κι άλλο παράδειγμα;
Ας πάρουμε λοιπόν την αντίστροφη περίπτωση, Τούβλα.
Πείτε ότι βλέπετε τους ανθρώπινους γελαστούς κι ευτυχισμένους -Ναι, μη διαμαρτύρεστε, ξέρω ότι τέτοιες περιπτώσεις είναι σπανιότατες και σχεδόν αμελητέες, αλλά δεχθείτε το χάριν παραδείγματος.
Πείτε, λοιπόν, πως σας τα σπάνε και αποφασίζετε να τους στείλετε ένα δαιμόνιο ηθικολόγο, μισαλλόδοξο και φανατικό που να τους φορτώσει ενοχές και τύψεις για την προσβλητική τους ευτυχία.
Και δεν προσέχετε επαρκώς.
Γιατί σας έπιασαν οι πρεμούρες, όπως τους φιόγκους. τους νέους.
Και μέχρι να τον ετοιμάσετε και να τον πακετάρετε για το ταξίδι, αυτοί εκεί πέρα έχουν περάσει στη φάση του κορεσμού.
Όπου το γέλιο έχει γίνει χάχανο και η ευτυχία καλοπέραση. Ό,τι πρέπει δηλαδή για να μην χρειάζεται πια καμία δική σας παρέμβαση και το μόνο που θα ’πρεπε να κάνετε είναι απολύτως τίποτα.
Όμως, είπαμε, δεν έχετε τάιμινγκ!
Και τους τον ξαποστέλνετε.
Και αντί να τους παιδέψετε, νάτους που υποδέχονται τον δικό σας σαν Σωτήρα και Λυτρωτή. Και άντε πάλι εξαγιασμοί και ηρωοποιήσεις. Και ο Άλλος, ο ΑποΠάνω, να γελάει. Και ο Πρώτος, ο δικός μας, να ντρέπεται για τα χάλια των πρακτόρων του.
Αίσχος!»
Ο Μακιαβέλιος πετάει τη κιμωλία κι κάθεται οργισμένος στη θέση του
Ο Λιμοκτονώχ, ηρεμότερος και αρχηγικός, ξαναπαίρνει το λόγο:
«Εμείς τέτοια λάθη δεν τα κάνουμε πια», λέει. «Η πολύχρονες εμπειρίες έχουν ενισχύσει το δαιμονικό μας ένστικτο και ξέρουμε πλέον να φυλαγόμαστε.
Εντούτοις, ο Μακιαβέλιος έχει δίκιο, αυτό δεν ισχύει για τους καινούργιους. Αυτοί δεν γνωρίζουν καλά-καλά ούτε καν τις επιπτώσεις των ενεργειών τους και το μόνο που τους νοιάζει είναι υποτιμάνε τις παλιές αξίες και δόξες!
Πάντως, όπως τόνισε και ο Μακ, δεν υπάρχουν λόγοι πανικού. Δεν πρόκειται να καταφέρουν τίποτα ούτε αυτή τη φορά. Πέρα από λίγη φασαρία ίσως. Και σε κάθε περίπτωση η Ηγεσία, δηλαδή Εγώ και το Αξιόπτυστο Συμβούλιό μου, αγρυπνούμε».
Το Ακροατήριο προς στιγμήν δεν αντιδρά.
Ύστερα το λόγο ζητάει, σηκώνοντας το σκήπτρο του με ύφος παρεξηγιάρικο, ο Μονάρχιος Αυτάρχιος Κράτωρ που αν και έχει στοιχειώσει σχετικά πρόσφατα, ανήκει κι αυτός, λόγω έμφυτου συντηρητισμού, δικαιωματικά στους Παλαιοδαίμονες.
Είναι ένα στοιχειό με ένδοξο παρελθόν, αλλά με απλώς διακοσμητικό παρόν και τελείως αβέβαιο μέλλον, το οποίο οι νέοι το σνομπάρουν αν και επιδεικνύει μια κάποια βεβιασμένη κλίση προς τον εκσυγχρονισμό μπας κι έτσι καταφέρει κι επιβιώσει.
Ο Μονάρχιος Αυτάρχιος ίσαμε τότε παρέμενε χολωμένος στην άκρη των συνδιαλέξεων. Έχει δε τη μονομανία να νομίζει ότι είναι πολλοί.
«Νομίζουμε Μεγαλοδιάτανε ότι αν και οι διαπιστώσεις του Μακιαβελίου είναι κατά τας γενικάς των γραμμάς ορθαί, τα συμπεράσματά του είναι τεμάχιον παρακεκινδυνευμένα».
«Τι εννοείς Μεγαλειότατε;»
«Εννοούμε ότι οι Νεωτερισταί επεξεργάζονται συνεχώς αριθμούς και μηχανάς. Δηλαδή ενώ ημείς συμπεριφερόμενοι ευπρεπώς και υγιώς, ακολουθούμε ρυθμούς ίππου, αυτοί κινούνται επί αλογορύθμων. Κατόπιν τούτου ερωτώ: είναι δυνατόν να μην έχουν ανακαλύψει τας συντεταγμένας των σημείων κορεσμού των “Χα” Σάπιενς, ώστε να ξέρουν πως να παρέμβουν και πότε να σταματήσουν;»
«Μην ανησυχείς Αυτού Υψηλότης, έχουμε κι εμείς τις πληροφορίες μας. Οι συντεταγμένες που καθορίζουν τις καμπύλες κορεσμού αφορούν τον βασικό προγραμματισμό των “Χα!” και δεν υπάρχουν καταχωρημένες σε κανένα εγχειρίδιο. Και, βέβαια, δεν υπάρχουν ούτε στις μαγνητοταινίες, ούτε στις ψηφιδωτές τράπεζες δεδομένων των σπασικλασμένων βουτηρογιάπηδων.
Κάποιες φωνές που είχαν κυκλοφορήσει παλιότερα και που υποστήριζαν ότι πληροφορίες σχετικές μ’ αυτούς τους τομείς του βασικού προγραμματισμού των “Χα” υπήρχαν απεικονισμένες σε κάτι ψηφιδωτά ενός Αρχαίου τρελαμένου καλλιτέχνη σε κάποιο ναό του παρελθόντος, αποδείχτηκαν μέχρι στιγμής ανακριβείς.
Επομένως ο μόνος τρόπος για να εντοπίσεις, τα σημεία κορεσμού, και αυτό σχετικά, -υπογραμμίζω: σχετικά– , είναι αυτό που λείπει από τους ανανεωμένους: η Πείρα και η έλλειψη βιασύνης.»
Για λίγο, στην Σάλα της Ταβέρνας των Αποδομημένων Ελπίδων επικρατεί σιγή. Απ’ έξω μόνο, φτάνουν οι ήχοι από τις σπίθες που σκάνε όλο και πιο συχνά και, απ’ τη μεριά του καταραμένου κήπου, τα κλαδιά που σφυρίζουν ένα σατανικό μπαρ-ροκ, σε απαγορευμένες συχνότητες. Και στο βάθος-βάθος, πίσω από τη βουή που φτάνει ως εδώ από την αίθουσα των συνεδριάσεων, για όσους έχουν γερό αφτί, ακούγεται κι ο απόηχος από τον κοχλασμό του βαράθρου.
Ύστερα, ο Μεγαδιάτανος Λιμοκτονώχ αποφαίνεται:
«Λοιπόν και για να μην απεραντολογούμε:
Πρώτον: Όπως ελπίζω να έγινε αντιληπτό και στον πλέον καλόπιστο μπουμπουνοκέφαλο από σας, ουσιαστικοί λόγοι ανησυχίας δεν υπάρχουν. Γι αυτό, επομένως, και κατά συνέπεια, ας σταματήσουν οι ψίθυροι και οι ηττοπαθείς διαδόσεις.
Δεύτερον: Σε κάθε περίπτωση και για να μην τους αφήσουμε να παίρνουν και πολύ αέρα, έλα εδώ Παιδονόμε παιδί μου, πάρε χαρτί και κονδύλι και γράψε ότι οι εργασίες του Πανδαιμονίου αναστέλλονται έως νεοτέρας.
Έτσι μπράβο, δώσε μου να βάλω και την Βούλα των εκτάκτων περιστατικών!
Τρίτον: Τους ζυγούς λύσατε γιατί με μπαϊλντίσατε και δε σας μπορώ άλλο.
Όχι εσύ Μακιαβέλιε, μείνε.
Οι δυο μας έχουμε να πούμε μια δυο κουβεντούλες ακόμη».
________________
(!) Αφιερωμένο στις εγκλίσεις και της αντεγκλήσεις
Σχολιάστε