Όπου εμφανίζεται ο επικοινωνιακός δαίμων Παπαράσιος (η τρίτη σκηνή του Λυσίστρατου)
Posted by vnottas στο 25 Φεβρουαρίου, 2012
(Στη σκηνή αυτή εμφανίζονται θεοί και τετρακέρατοι δαίμονες, και επειδή είναι λίγο μεγαλούτσικη λέω να σας την αναρτήσω σε δύο μέρη)
Σκηνή τρίτη (ένα)
[Μέσα από τους ατμούς ξεπροβάλλει δαίμονας. Ο προβολέας επικεντρώνεται στο προϊόν της μαγικής επίκλησης του Τειρεσία junior: τον επικοινωνιακό δαίμονα Παπαράσιο!]
Παπαράσιος
Είμαι ο Παπαράσιος!
Τειρεσίας [τινάζει το γιακά του]
Είναι ο Παπαράθιοθ !!!
Παπαράσιος [ενοχλημένος επαναλαμβάνει]
Είμαι ο Παπαράσιος!
Ο Δαίμονας ο αδιάκριτος. Ο Μυθοπλαστικός.
Δε μου ξεφεύγει τίποτα
-μέλλον ή παρελθόν-
και διασυνδέσεις έχω, και είμαι πάντα άξιος
και πανταχού παρών!
Ποιος μπήκε στης Ελένης την κρεβατοκάμαρα;
Εγώ!
Ποιος πήρε τον Ορφέα από πίσω ως τα Τάρταρα
Εγώ!
Ποιος του Οιδiπόδου τ’ άπλυτα κατάφερε να μάθει
Εγώ!
Ποιανού δε του ξεφεύγουνε οι πόθοι και τα πάθη
θεών, θνητών κι ημίθεων;
Μα φυσικά Εμένα!
Άλλα τα πιάνω με το αφτί.
Άλλα τα βλέπω στα κρυφά.
Μα έχω κι ένα χούι:
δεν τα κρατάω μυστικά!
…Και άμα πέσουν οβολοί,
μνες και δραχμές και τάλαντα
σας λέω
ως και τα κάλαντα
Εγώ ξέρω ποιος πήδησε,
ποια πήδησε
κι αν τελικά τη γκάστρωσε…
Εγώ ξέρω
ποιος τα ’ριξε σε ποια
και ξέρω και ποιος χώρισε,
ποιαν χώρισε…
Κι όχι μόνο αυτά.
Εγώ ακόμη ξέρω:
ποιος έκλασε,
πως μύριζε,
και το βρακί της Άρτεμης
αν έχει καμιά τρύπα.
Του Απόλλωνα τις ρίμες
πρώτος εγώ θα σας τις πω.
Και του Ήφαιστου τα κόλπα,
που με την τεχνολογία
φοβερή έχει μανία
και που σίδερα όλο λιώνει
και κολλάει και διορθώνει
τις μυστήριες μηχανές
μέσ’ στο εργαστήριό του,
μόνο εγώ ξέρω σε βάθος
τι σκαρώνει!
[συνοδευτική μουσικούλα ragtime]
Τειρεσίας
Άθε τις θάλτθες δαίμονα. Και έμπα θτην ουθία.
Τι το καινούργιο έγινε θτη θεία κοινωνία
των αθανάτων;
Παπαράσιος
Τι έγινε εκεί ψηλά
-στην κορυφή του Ολύμπου –
και γιατί άλλαξαν πολλά, αναφανδόν και ξαφνικά;
Μόνον εγώ το ξέρω.
Μα μια και με καλέσατε και σίγουρα τυγχάνω
Δαιμόνιος Ερευνητής και επαγγελματίας,
με νι, σίγμα, και ύψιλον, τις φάσεις των πραγμάτων
-λιανά θα σας τις κάνω –
Τειρεσίας
Έλεκθε (έλεγξε) όμωθ τη γλώθθα σου κι άθε τις φλυαρίεθ.
Παπαράσιος [παίρνει βαθειά ανάσα]
Πετούσε μια φορά που λες,
με τα χρυσά σανδάλια του, που ’χουν απάνω τους φτερά,
ο ταξιδιάρης ο Ερμής: Μέγας κομπιναδόρος,
αγγελιοφόρος του Διός!
Θεός αντάμα των κλεφτών, μα και του εμπορίου.
Πετούσε και σκεφτότανε: Πως άλλαξε ο κόσμος!
Και μήπως είναι πια καιρός κι ο Όλυμπος ν’ αλλάξει…
Τειρεσίας
Και πούθε τα κθέρεις όλα αυτά, αδιάκριτο δαιμόνιο;
Παπαράσιος
Μα από πίσω του έτρεχα, για να τα καταγράψω,
όλα όσα σκεφτότανε, στο ειδικό κατάστιχο
που πάντα κουβαλάω.
Γιατί δουλειά μου είναι, σ’ αυτό να σημειώνω
όλα όσα συμβαίνουνε, και πράξεις, μα και σκέψεις.
[Μικρή παύση]
Και ψέματα αν λέω, -μα το Δία, –
να μη σώσω,
μία μέρα να εκδώσω
Βιογραφίες των θεών, εικό-νογρά-φη-μέ-νες.
Τειρεσίας
Άντε τώρα, προχώρα.
Παπαράσιος
Αν θέλεις όλα να στα πω, μη με ξανά-διακόψεις.
Ο Ερμής λοιπόν… [βρίσκει τη ροή του λόγου]
Πετούσε και σκεφτότανε: Πως πέρασαν τα χρόνια!
Αλλά ο Δίας έμενε ατράνταχτος στη θέση του
εκεί, ο ίδιος πάντα: Όμοιος και απαράλλαχτος!
Να παίζει με τους κεραυνούς και τ’ αστραπόβροντά του
και να πηδάει που και που καμιά θνητή στη ζούλα
ντυμένος αγριόχοιρος ή κύκνος ή βουβάλι!
Και βολεμένος έτσι δα στο θρόνο του απάνω,
ν’ αρνιέται κάθε αλλαγή στα θεία και στα εγκόσμια.
Τειρεσίας
Ετθι είναι; Κατά λέκθ(ξ)η;
Παπαράσιος
Να ανοίξω το μηχάνημα –τον έχω καταγράψει-
να πάρετε λίγες φλασιές, απ’ του Ερμή την σκέψη.
[εμφανίζεται ο Ερμής- επί σκηνής ή επί της οθόνης]
Ερμής
Εδώ θέλει ανανέωση, κι αν όχι εγώ, ποιος άλλος
διαθέτει πιότερο νιονιό -διαρκώς αερισμένο
απ’ τα πολλά ταξίδια μου, στο πέρα και στο δώθε; –
Ποιος ο καταλληλότερος τα πράγματα ν’ αλλάξει
και στον ντουνιά που γέρασε, να βάλει νέα τάξη;
[προβληματίζεται]
Όμως, μονάχος δε μπορώ τον Δία να εκθρονίσω
χρειάζομαι βοήθεια και οπαδούς καμπόσους…
Κι ακόμη ειν’ απαραίτητη μια νέα θεωρία
α-πο-δο-μη-τι-κή!
για να τους πείσω όλους αυτούς, το Δία να αρνηθούνε
και δίχως τζιριτζάντζουλες, με μένανε να ρθούνε.
[σκέφτεται]
Μια νέα θεωρία! Λές;
[σκέφτεται]
Καλά θα ’τανε να ’βγαινα και να ’λεγα σε όλους,
ότι πολύ εκράτησε η απολυταρχία
του Δία
(γαμώ την ατυχία μου!)
Καιρός και ’δω να στήσουμε μία Δημοκρατία
μαζί να αποφασίζουμε και όταν θα διαφωνούμε
τις ψήφους να μετρούμε!
Τειρεσίας
Μα τι ακούω; Τι έγινε;
με τα καμώματά τουθ και τιθ δημοκρατίεθ τουθ
ακόμη και τον Ουρανό χαλάθαν οι Αθηναίοι;
Ερμής [συνεχίζει]
Ωστόσο αυτό δεν γίνεται, για δύο καίριους λόγους.
Τειρεσίας
Α!!!δεν γίνεται; Ευτυχώθ! Ηθυχάθα!
Ερμής
Πρώτον: Ο Δίας σίγουρα δε θα καθυστερούσε
και κεραυνό θα έριχνε στο δόλιο μου κεφάλι!
Το κράνος μου θα έλιωνε και πίτα θα γινόταν
και ’γω για τρία τέρμινα, ’δώ ’κεί θα γυροβόλαγα
σαν αποσβολωμένος!
Δεύτερον: Διόλου δεν είμαι σίγουρος
πως η Δημοκρατία στα μέτρα μου ταιριάζει…
Τειρεσίας
Α! καθηθυχάθτηκα μωρέ! Δεν ταιριάδει!
Ερμής [συνεχίζει]
…κι ότι εμένα γι αρχηγό / θα ψήφιζαν οι άλλοι
[αναλογίζεται]
Την Αθηνά; Ίσως, μπορεί να την εκλέγανε…
Ίσως τον Ποσειδώνα.
Ακόμη κι ο Απόλλωνας μπορεί να τους τραβήξει
με τα χαζά τραγούδια του, που παίζει με την λύρα
εγώ που του τη χάρισα
και τους αποκοιμίζει κάνοντας συναυλίες…
Άρα;
Άκυρον, λέω, άκυρον! Κάτι άλλο πρέπει νά ’βρω.
Τειρεσίας
Μπράβο Παιδί μου, μπράβο!
Ερμής
Έχω μια ιδέα!
Τειρεσίας
Αυτόθ έχει μια ιδέα!
Έρμης
Κι αν πάλι επι-κα-λεστώ, αντί την ψήφο των πολλών
σαν μέτρο εξουσίας
Πόσο μεγάλη επιρροή καθένας από μας ασκεί
στον κόσμο των ανθρώπων;
Ας το σκεφτώ κι αυτό καλά, να ’δώ αν με συμφέρει.
[Παίρνει πόζα σκεπτόμενου]
Έχουμε και λέμε:
[μίμος/ακόλουθος του Ερμή παρωδεί με κωμικές κινήσεις και μορφασμούς την αφήγηση του Ερμή- ο Ερμής ενδεχομένως τον διορθώνει μόνο με κινήσεις]
Τον Δία λατρεύουν οι αρχηγοί, οι ηγέτες, οι αφεντάδες,
γιατί μ’ αυτόν ταυτίζονται και θέλουν να του μοιάζουν.
[στρέφεται προς το κοινό] Λίγοι!
Και τον κομψό Απόλλωνα / θέλουν οι καλλιτέχνες
[στο κοινό] Δεν είν’ πολλοί.
Την Άρτεμη οι κυνηγοί, λίγοι και τούτοι είναι
και μερικές παρθένες.
Αυτές κι αν είναι λίγες την σήμερον ημέρα!
Ο Πλούτων έχει τους νεκρούς στου Άδη το βασίλειο.
Είναι πολλοί, πάρα πολλοί, μα δεν ανακατεύονται,
γιατί μαζί με τη ζωή, στερήθηκαν τα κίνητρα
ενέργεια που δίνουνε
στην πράξη την πολιτική.
Στο όνομα της Δήμητρας ορκίζονται οι γεωργοί
-είναι πολλοί μα αδύναμοι –
για αυτό, στο μοίρασμα της γης, είναι ο Άρης ο νταής
που κάνει το παιχνίδι.
Μα ο Άρης είναι μπουνταλάς, κι έτσι τον θέλουν μόνο
καραβανάδες της σειράς, π’ άλλο μέσο δεν έχουνε
παρά διαρκείς πολέμους, καριέρα για να κάνουνε
(και όχι για το κέρδος, να αλληλοσκοτώνονται,
που κίνητρο είναι μια χαρά, κι αξίζει και τον κόπο! )
[στο κοινό] Λίγοι και τούτοι / ευτυχώς!
Η Αθηνά έχει τους σοφούς και τους δια-νο-ουμέ-νους
-πολλοί ποτέ δεν ήτανε-
και σήμερα λιγότεροι από ποτέ απομείνανε
Από -δεκά -τιστή –κανε από της Νέας Εποχής
την οργιώδη έλευση: Το ρίξαν στη διαφήμιση,
σε χορηγών προγράμματα
και… [καταλήγει]
Κοίτα τι φέρνουν οι καιροί! Μάλλον εμένα προτιμούν,
παρά την κουκουβάγια…!
Την Αφροδίτη πάλι, την καμπυλογραμμούσα,
οι αρσενικοί την θέλουνε, άδικο δε τους δίνω.
Και εγώ θα τη γαμούσα!
Μα εκείνη ένα θέλει, -ετούτο εδώ- κι όταν το βρει
στα σκέλια της ανάμεσα, γι άλλο δεν ενδιαφέρεται.
Κι όσο για την πολιτική, τις νίκες και τις ήττες της
τις έχει γράψει η Άφρω, πάνω στις ωοθήκες της!
Ο τεχνολόγος Ήφαιστος έχει τους σιδεράδες
-συμπάθεια του έχουνε και κάτι κερατάδες-
και τεχνουργούς, μηχανουργούς μετράει στους οπαδούς του
Καλά παιδιά – μέλλον λαμπρό- αλλά ακόμη είναι νωρίς
ρόλο να παίξουν σοβαρό σε θέματα εξουσίας…
Αργότερα ίσως. Θα το δω!
Την Ήρα οι νοικοκυρές λατρεύουνε στο σπίτι, μαζί με την Εστία
είναι πολλές , μα δε μετρούν, στης εξουσίας τις πλοκές
καθώς η απιστία κυρίως τις απασχολεί:
τον άντρα τους να ελέγξουνε, να μη τις απατήσει,
σαν δεν τον απατούν αυτές.
[στο κοινό] Είναι πολλές μα άχρηστες
[συμπερασματικά]
Έτσι έχει η κατάσταση μ’ όλους τους συναδέλφους
Εξέχασα κανένα;
Τειρεσίας
Τον Διόνυθθο και εθένα
Ερμής
Ο φουκαράς ο Διόνυσος, έμεινε στην απέξω,
μέσα στη λέσχη την κλειστή των δώδεκα δε μπήκε.
Μα τι να πεις για δαύτονε; Που σουρωμένος τριγυρνά
από το βράδι ως το πρωί κι απ’ το πρωί ως το βράδι;
Αστον! [το ξανασκέπτεται]
Όμως αργότερα θα ’δώ, αν σώσει κι εκσυγχρονιστεί
κι αντι τ’ αρχαίο το κρασί, διαδώσει τίποτ’ άλλο,
πιο δραστικό, θα το σκεφτώ στο κόλπο να τον βάλω…
Τειρεσίας
Κι εθύ;
Ερμής
Τώρα για μένανε να πω, τι δύναμη διαθέτω.
Ψύχραιμα να αναλογιστώ, πόσους θνητούς χειραγωγώ
πόσους επηρεάζω:
Είπαμε: κλέφτες, έμπορους, κανένα ταχυδρόμο…
Παλιά δε μέτραγαν πολύ, για να τα λέμε όλα.
Όμως…
Τον τελευταίο τον καιρό, τα πράγματα αλλάζουν…
Η εμπορευματοποίηση, άρχισε να περνάει!
Μαζί το λάιφ στάιλ (τι είπα ο δόλιος;
τι βαρβαρισμούς έμαθα τελευταίως
στα μακρινά ταξίδια μου στη γηραιά Αλβιώνα;)
Μα επιτέλους: ευτυχώς ! Οι κόποι μου ανταμείβονται!
Τον κόσμο επηρεάζω!
Καιρός κι εδώ να επιβληθώ/
και ΌΛΑ
αφού τα απορυθμίσω, και τα αποδομήσω
την γενική Ερ’μοποίηση στον κόσμο θα κηρύξω!
Κι όλα θα τα γαμη…θα τα αλλάξω!
[γκονγκ]
Παπαράσιος
Και να που κατακέφαλα η έμπνευση του ήρθε!
[γκονγκ]
Ερμής
Και να που κατακέφαλα η έμπνευση μου ήρθε!
Αφού δεν έχω σύμμαχο, καιρός είναι να φτιάξω
κανέναν από μόνος μου, κάποιον να μου ταιριάζει.
Κι αφού από τους έντεκα, πιστός δεν είν’ κανένας,
μα ούτε αρκετά ισχυρός,
στον Δία θα εισηγηθώ -αφού τον καλοπιάσω –
ακόμη ένα νέο θεό, να μπάσουμε στον Όλυμπο.
Έτσι λέω να αρχίσω, την νέα μου πορεία.
Λυσίστρατος
Έλα βρε Τειρεσία, το δαιμόνιο νομίζω
άλλες ιστορίες λέει
κι όχι εκείνες που ενδιαφέρουν
της Αθήνας τους πολίτες, δηλαδή εμάς τους δύο!
Τειρεσίας
Θκάθε [σκάσε] νέε Αθηναίε
[και]
πέραθέ μου κάνα φύλλο, γιατί πάλι θα κθυπνήθω
και θα εκ-θαφά-νιθτεί ο δικτυωμένοθ δαίμων…
Κλεόβουλος
Δος του για να μη ξυπνήσει και είτε αλήθεια είτε ψέμα,
κάτι θα μας ξεφουρνίσει, ο δαιμόνιος Παπαράσιος.
[Ο Λυσίστρατος δίνει στον Τειρεσία νέο σακουλάκι με φύλλα]
Τειρεσίας
Είπεθ άκθιε Παπαράθιε, πωθ αυτή είναι η αρχή.
Πεθ μαθ όμωθ παρακάτω, τι μα την ευχή θυμβαίνει;
Ο καπάτθος ο Ερμής τον κατάφερε τον Δία
νέο θεό να ειθαγάγει θτου Ολύμπου τα παλάτια
κι εκεί δώδεκα που ήταν, να γινούνε δέκα τρειθ;
Παπαράσιος
Εν τω άμα κι επί τόπου, την απόφαση σαν πήρε,
και το σχέδιο στο μυαλό του άρχισε μορφή να παίρνει,
πάει και βρίσκει τον Μεγάλο, και με επιτήδειο τρόπο
να του ψιθυρίζει αρχίζει, ότι όλο και πιο λίγοι
-από τους πρωτοκλασάτους- στο βουνό ψηλά συχνάζουν
και αυτό πολλούς κινδύνους, για τη ράτσα των Ολύμπιων
σίγουρα εγκυμονεί!
Ότι ο Ποσειδώνας λείπει, όλο πιο συχνά στα βάθη,
της απύθμενης θαλάσσης.
Και ο Πλούτων, απ’ την άλλη, πια ποδάρι δε πατάει
αλλά μοναχά του Αδη τα σκοτάδια προτιμάει.
Αλλά και πως όλοι οι άλλοι, μία στη μέσα, μία στην έξω.
Ερμής
Ω μέγιστε Ζευ,
Παπαράσιος
του λέει
Ερμής
ακόμη και εγώ ο ίδιος
-μόνος δικαιολογημένος –
σε αποστολές πηγαίνω κι όλο λείπω από εδώ.
Και με αυτήν την ευκαιρία, να σου πω:
Πέρα πίσω από την Τροία, στη βαθειά Ανατολή
νέοι γεννηθήκαν θεοί, ζόρικοι, απειλητικοί,
κι όλο προς δυσμάς κοιτάζουν, κι όλο θέλουν να μας φάνε
κι άμα δεν οργανωθούμε και σε νούμερο αυξηθούμε,
θα μας κάνουν μια χαψιά,
όπου να ’ναι!
Δίας
Μα τι θέλεις επιτέλους;
Παπαράσιος
λέει ο Δίας
Δίας
Όλο το συγκενολόι, από ήρωες κι ημιθέους
εδώ πέρα έχω μαζέψει, θέλεις να μαζέψω κι άλλους;
Ερμής
Όχι.
Παπαράσιος
λέει ο Ερμής.
Ερμής
Πρέπει να προσλάβεις έναν, πλήρους απασχόλησης
και με ειδικά προσόντα
και να πάρει μετοχές, απ’ του Ολύμπου τις κορφές.
Δίας
Έχεις κάποιον να προτείνεις;
Ερμής
Έχω.
Δίας
Και πώς τονε λένε;
Ερμής
Κοίτα,
Μπορεί και να μη τον ξέρεις, γιατί εσύ αν θέλεις κάτι
δε ζορίζεσαι καθόλου, μόνο σκύβεις και το παίρνεις.
Μα στον κόσμο των θνητών, έχει πέραση μεγάλη
και τον αγαπάνε όλοι,
γιατί μοναχά μ’ αυτόν, αγαθά μπορείς να έχεις.
Δίας
Τι μου λες; Στα σοβαρά;
Ερμής
Σοβαρά! Τον λεν’ Παρά!
Και τον έχω για βοηθό μου και για εμπιστευτικό μου,
και μπορώ να εγγυηθώ, πως όπου πατάει πόδι
βασιλεύει η Αφθονία.
Δίας
Μα εσύ δεν είχες φτιάξει, έναν άλλο… πώς τον λένε;
Που κι αυτός για Αφθονία τσαμπουνούσε συνεχώς…
Πώς τον λέγαν; … Θαρρώ Πλούτο!
Ερμής
Ναι.
Αλλά αυτόν μου τον στραβώσαν και γυρίζει με μπαστούνι
μη προσά-νατό-λισμένος
τους ανθρώπους τους μπερδεύει, τους θεούς δεν ξεχωρίζει
κάνει λάθη απανωτά…
και δε μοιάζει του Παρά, που στην Αγορά θερίζει…
Παπαράσιος
Απ’ την μια κι από την άλλη, τον κατάφερε τον Δία
τον Παρά να τον προσλάβει και να τον ανακηρύξει
ως θεό πλήρους ισχύος –με αριθμό το δέκα τρία –
Κι έπειτα Παράς κι Ερμής, στήσανε μια εταιρεία
νέα, πολυεθνική και γεμάτη παρακλάδια
που εζώσανε τη Γαία, απ’ την μια άκρη ως την άλλη.
Τειρεσίας
Κι οι άλλοι οι Ολύμπιοι;
Πώς αντέδραθαν θαν είδαν
νέους θεούθ, νέα ιθχύ, νέες θχέθεις εκ(ξ)θουθίας;
Παπαράσιος
Ο καθένας το βιολί του, ζουν στον κόσμο τους αυτοί!
Κι άσε που στο άψε σβήσε, ο Παράς ο θεομπαίχτης,
τους οργάνωσε καζίνα.
Κι από τότε με τα ζάρια, γίνονται μαλλιά κουβάρια
κάθε βράδι.
Μόνο ο Ήφαιστος τα βρήκε με τη Νέα Κομπανία
και πατέντες καινοτόμες, για κομπίνες κερδοφόρες
άρχισε να αναλαμβάνει.
Κι όσο για το φουκαρά τον Άρη, είναι στο νοσοκομείο
-των θεών –
και στη πάπια κατουράει!
Γιατί του πλασάραν όπλα, τάχα με καινούργια κόλπα,
με εμβέλεια μεγάλη και βαρύ θανατικό.
Πήγε να τα δοκιμάσει, σε μια έρημο εκεί κάτω
κάπου στην ανατολή, μα αποδείχτηκαν μπιντόνια
και απλοί τσουτσουνοκόφτες,
ελειτούργησαν στραβά, και τον βγάλαν εκτός μάχης!
Κλεόβουλος [ανυπόμονος]
Τι θα γίνει δε θα φτάσει μέχρι το δικό μας θέμα;
Τειρεσίας
Κοίτα, λέγε τα με βιάθη, γιατί έχει πια βραδιάθει
κι άλλη μέρα πάει να αρχίθει, κι η τρελή η Τειρεδίνα
έτοιμη να εφορμίθει
είναι,
και δεν εγκυόμαι τι μπερδέματα θα στείθει
[μασουλάει μια χούφτα φύλα]
Μάλιθτα αν είν φτιαγμένη, από το (ζ)δαλιθτικό ετούτο
που μαθ ήρθε από τη Δύθη, και βαράει θτο κεφάλι…
Λυσίστρατος
Σίγουρα να μας πηδήσει…
Κλεόβουλος
Θα θελήσει.
(Συνεχίζεται)
Σχολιάστε