Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙ’ ΑΓΡΙΟΥΣ… Δεν περιέχουν γλουτένη.

Posted by vnottas στο 10 Νοεμβρίου, 2015

Ο Βασίλης Μεταλλινός, φίλος, αρχιτέκτονας και δίτροχος ταξιδευτής, μου έστειλε μερικές αράδες με αποσπάσματα από (πρόσφατες;) περιπέτειές του, που αναρτώ με χαρά.

8 (2)

Επιστρέφοντας απ’ το Σουδάν, η φυγή μου απ’ την Αίγυπτο θα ‘κανε το «εξπρές του μεσονυκτίου» να φαντάζει σαν παιδική ταινία με τον Τάμπο το ελεφαντάκι…
Αλλά …αυτή είναι μια άλλη ιστορία.
Μετά από τρείς αποτυχημένες προσπάθειες να πάρω το μαγικό χαρτάκι «traffic clearence» από την Traffic Policeτης Nuweibaa, απαραίτητο για κάθε ταξιδευτή με όχημα όταν εγκαταλείπει την χώρα, προσπαθώ να λαδώσω ένα τελωνειακό για να «την κάνω».
Ξέρω πολύ καλά ότι μου το ‘χουν μπλοκάρει oι κελεμπιοφόροι Κλουζώ των Σουδανο-Αιγυπτιακών συνόρων, αποτυγχάνοντας για τρίτη συνεχή μέρα, να εντοπίσουν το ονοματεπώνυμό μου σε κάποια λίστα διαπρεπών μορφών της διεθνούς τρομοκρατίας, στους σκληρούς δίσκους της Ασφάλειας του Aswan.

Το να συνταξιδεύεις από το Σουδάν παρέα μ’ ένα ζευγάρι Γερμανών τζιπάδων δεν είναι ούτε παράξενο ούτε επικίνδυνο… Το να έχουν ξαλαφρώσει την μοτοσυκλέτα σου από ένα βαρύ σακ βουαγιάζ είναι ένα ρίσκο μάλλον γι’ αυτόν που το μεταφέρει. Όμως το να βρεθεί το σακ βουαγιάζ κατά τον συνοριακό έλεγχο της Αιγύπτου στο όχημα οδηγού που συλλαμβάνεται με περίστροφο, σε μπλέκει σε περιπέτειες πιο επικίνδυνες κι απ΄ το δελτίο του Μega.

Γνωρίζοντας ότι οι τελωνειακοί στις Αφρικανικές χώρες σε κολλάνε σαν λιγούρικες βδέλλες για μπαξίς, τα «χώνω» ίσα και σταράτα στον ελεγκτή των αναχωρήσεων.
«Να σΕ δώσω 300 δολάρια και γίνομαι ατμός με το επόμενο καράβι για Ιορδανία…»
Με βλέμμα καυλωμένου κερκοπιθηκοειδούς, μου κάνει νόημα να τον ακολουθήσω σ’ ένα μικρό γραφείο όπου ένας τελωνειακός, με φάτσα που «έφερνε» στον μαφιόζο Sam «Momo» Giancana, μασουλούσε μια αλληλουχία από ψαροκροκέτες που τις πασπάλιζε με χούμους…
«Δώσε 500 δολάρια και ίσως μπορέσω να σε απαλλάξω απ’ την ταλαιπωρία να τρέχεις και πάλι στην Traffic Police», μΕ πέταξε συνωμοτικά ο πιθηκοειδής ελεγκτής, κάνοντας το ηθικό μου περντέ πιλάφ…
«Θρη χάντρεντ μπαξ» επέμεινα με προφορά και στιλ καουμπόυ στο Κάνσας…
«350» απάντησε με την αταραξία της πυραμίδας του Χέοπα… ενώ ο συνάδελφος στο βάθος του φώναζε κάτι ακατάληπτα αραβικά σαν να προσπαθούσε να βγάλει ροχάλα…
Η κακούργα η ανάγκη σκέφτηκα, ξαναφέρνοντας στο μυαλό μου σκηνές απ’ το «Εξπρες του μεσονυκτίου».
«Οk» ψιθύρισα μετά πολλαπλών κόμπων στο λαιμό αλλά …ικανοποιημένος συγκρίνοντας αντίστοιχη διαπραγμάτευση με κάτι απαιτητικούς υπαλλήλους Πολεοδομικών γραφείων …που βρυχώνταν σαν πεινασμένες ύαινες!
Και οι δύο βγήκαν έξω. Ήρθε κι ένας τρίτος, γαλονάς, άνευ πηλικίου με σβέρκο κητοκαρχαρία . Μιλούσαν για 10 λεπτά.
Με πλησιάζει ο ελεγκτής και με ρωγμώδη λυγμό μΕ λέει «μπαντ νιούζ φορ γιου, αϊ κενότ ντου ένιθινγκ μάι φρεντ. Νο τράφικ κλίρενς νο μποτ. Δις ιζ δε ρουλς!»
Παθαίνω ψαϊκολότζικαλ κολάπσους… Λέω πάει τελείωσε για μένα…
Βάζω μπρος τη μηχανή και ξαναπηγαίνω στην TrafficPolice.
Η κατάσταση στους διαδρόμους ήταν εφιαλτική. Ατέλειωτες ουρές με φωνακλάδες κελεμπιοφόρους να διαγκωνίζονται για τη σειρά και μια μπόχα μεταξύ ληγμένου τραχανά και χημικής τουαλέτας πακιστανικού πλοίου… Ευτυχώς το γραφείο που μ’ ενδιέφερε είχε ένα γκισέ στο προαύλιο του κτιρίου και δεν είχε καθόλου κόσμο.
Δίνω το διαβατήριό μου σε μια στρουμπουλή υπάλληλο με φράντζα μαλλί meche blondeκαι μια μαντήλα με gold νήμα από την παρτίδα που πιθανολογώ ότι ράβεται κι ο Φλωρινιώτης.
Χτυπάει το σαραβαλιασμένο κομπιούτερ. Σε 30 δευτερόλεπτα παίρνει ένα μικρό χαρτάκι, κάτι γράφει, το σφραγίζει και μου το δίνει…
«Υour trafficclearence mister» μου λέει, σηματοδοτώντας το τέλος μιας αγωνιώδους εκκρεμότητας και κάνοντας την καρδιά μου να πετάρει σα να κέρδισα το τζόκερ!
Καβαλάω τη μοτοσυκλέτα και με φουλ γκάζια οδηγώ προς το λιμάνι. Πεντακόσια μέτρα από την πύλη, πατάω πάνω σε βρεγμένα σάπια σκουπίδια και χάνω τον έλεγχο της μηχανής. Με 3-4 ζίγκ ζάγκ και πολύ τύχη, την κρατάω όρθια και γλυτώνω τη μετωπική μ’ ένα σαράβαλο φορτηγό που δεν έκοψε καθόλου ταχύτητα βλέποντάς με να χορεύω «τσάρλεστον» με τη μοτοσυκλέτα…
Φτάνω στην πύλη του τελωνείου. Δίνω το χαρτάκι στον γνωστό ελεγκτή, που με κίνηση εκδοροσφαγέως το αρπάζει και μου κάνει νόημα να περάσω στον επόμενο έλεγχο.
Επτά ώρες αργότερα βρίσκομαι μέσα στο πλοίο, περιμένοντας την αναχώρηση στριμωγμένος σ’ έναν ελεεινό καναπέ, ψόφιος απ΄τη κούραση, ανάμεσα σε κάτι κελεμπιοφόρους με φάτσες …»national geographic»…
Κι εκεί που χαλαρώνουν οι νευρώνες του εγκεφάλου μου από το στρες και την αγωνία, από τα μεγάφωνα του πλοίου ακούω στ’ αγγλικά να καλούν τον οδηγό της μοτοσυκλέτας με αριθμό ΝΕΒ 83 να κατέβει αμέσως στην μπουκαπόρτα του πλοίου!!!
«Το εισιτήριο μου ‘πεσε απ’ το χέρι, είπα δεν γίνεται δεν είναι δυνατόν!» (για να παραφράσουμε και λίγο τους στίχους από «το προσκλητήριο» του Χριστοδουλόπουλου…)
Δραματική αναστροφή φάσης. Μου ‘φυγε η μαγκιά…»Τελειώσαμε» σκέφτηκα σε κατάσταση εξάχνωσης της ταξιδιωτικής μου λίμπιντο.
Κατεβαίνοντας τις σκάλες με τρεμάμενα γόνατα, σαν να εκτελούσα χορογραφία του Σαρμπέλ, και κατευθυνόμενος προς την μπουκαπόρτα, πέρασε όλη μου η ζωή σε φλας μπακ!
Ανεπαισθήτως έριξα και μια πονετική ματιά στη μοτοσυκλέτα μου που ήταν παρκαρισμένη δίπλα σε κάτι κασόνια με φρέσκους χουρμάδες.
Πλησίασα στην έξοδο …κι ενώ περίμενα τη γνωστή σκηνή με τα 3-4 περιπολικά με περιστρεφόμενους φάρους, ανοιχτές πόρτες κι από πίσω αστυνομικούς να με σημαδεύουν με τα πιστόλια τους ουρλιάζοντας, βλέπω μια βλακόφατσα, ένα τελωνειακό ξυπόλυτο με πλαστική παντόφλα να μου κάνει νόημα να πλησιάσω. Δίπλα του ήταν ένα σαραβαλιασμένο Suzuki DR600, μανιβελάτο, με προβιά στη σέλα και βέλγικες πινακίδες.
«Εσύ που ξέρεις από μηχανές, οδήγησέ το μέσα στο πλοίο, για να το στείλουμε ασυνόδευτο στην Ιορδανία» μου ζήτησε με αυτιστικά αγγλικά, κάνοντας τα νεύρα μου χορδές από σαντούρι και τη γλώσσα ναυτικό κόμπο…
Μισή ώρα αργότερα.
Ξαπλωμένος στο βρώμικο κατάστρωμα, εξαντλημένος άκουγα τις αλυσίδες από τις άγκυρες να γρυλίζουν και τις μηχανές του πλοίου να φουλάρουν κάνοντάς το να τρίζει σαν να ‘ναι έτοιμο να διαλυθεί.
Σε λίγα λεπτά αρχίζει να κινείται αργά στα νερά της Ερυθράς Θάλασσας προς το λιμάνι της Aqaba.
Βλέποντας απέναντί μου μια παρέα φωνακλάδων Ιταλών υπό ακατάσχετη φωτοδιάρροια, να στέλνει κατά ριπάς αδιάφορες εικόνες του λιμανιού στο ιντερνετικό υπερπέραν…
…κι ακούγοντας παραδίπλα ένα βαρεμένο τύπο που προσπαθούσε με ούτι να παίξει το ριφ του «smoke on thewater»…
…έριξα μια τελευταία ματιά στο λιμάνι, έστρωσα το υπόστρωμα στο πάτωμα και…
.
.
…χωρίς καν να θυμηθώ το χρώμα των ματιών της …αποκοιμήθηκα.

Sudan%202010

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.

 
Αρέσει σε %d bloggers: