Χαλασμένος βρικόλακας
Posted by vnottas στο 3 Απριλίου, 2016
(Από τον Ηλία Κουτσούκο)
*
Όπου κι αν γύριζε το κεφάλι του
κανείς δεν του έδινε σημασία.
Όλοι μικροί-μεγάλοι μιλούσαν
σ’ ένα μαύρο ή ασημί γυαλιστερό κουτί.
Κάποιους που ακολούθησε βάδιζαν βιαστικοί
κατεβαίνοντας μαγικές σκάλες
ακίνητοι σχεδόν, φθάνοντας σε μεγάλο
φωτισμένο υπόγειο
κι ύστερα έμπαιναν στα σωθικά
ενός τεράστιου σκουληκιού
που έφευγε αθόρυβο και μετά ερχόταν άλλο
κ ι άλλο, κι άλλο.
Όπου κι αν γύριζε το κεφάλι του
κανείς δεν του έδινε σημασία.
Όλοι κάπου πήγαιναν
ή έμπαιναν σε κομψές μεταλλικές άμαξες
δίχως άλογα.
Είδε γυναίκες ξεδιάντροπες
να πίνουν ζουμιά σε πεζοδρόμια
χασκογελώντας
δίχως υπηρέτες ή αφέντες γύρω τους.
Ζαλισμένος στάθηκε
να πάρει μια ανάσα απ’ το μουχλιασμένο
αιώνες τώρα στήθος του
στην άκρη μιας εκκλησίας
δίπλα σε μια γριά με απλωμένο χέρι…
Τότε αυτή τον κοίταξε με μίσος
απ’ το ασπράδι του ματιού της
και του φώναξε:
«Να τσακιστείς να πας αλλού καταραμένε… εδώ είναι
το πόστο μου. Όταν περάσει ο Ρομάν
το βράδυ να με πάρει,
θα του το πω και θα σε κάνει φέτες…»
***
*
Σχολιάστε