Μπλουζ σε 16 (Η μπαλάντα της πόλης που πονάει). Μέρος δεύτερο. Μονόλογος Τέσσερα: Λίζα
Posted by vnottas στο 13 Μαΐου, 2017
Η ΛΙΖΑ
Είχε, που λέτε, το χορό της
η Πολυπλοκότητα
κι ήταν παρών κι ο βασιλιάς
ο Χωρίς Σχήμα
κι ήτανε εκεί επίσης κι η βασίλισσα
η Αυτού Μεγαλειότης η Ασυνέπεια.
Τότε κάποιος εκμεταλλεύτηκε το Χάος
και σκότωσε την Διαφορά.
Χωρίς λοιπόν τη Διαφορά και τη Διευκρίνιση
θέλησε να μας κάνει να πιστέψουμε
ότι η Βία
άλλο δεν είναι παρά θέμα Αισθητικής
και πως ένα νεύμα Αγάπης
με ένα μινουέτο εξισούται
ή με μια ρεβερέντζα.
Από μακριά οι φωτογράφοι
τραβούσαν πόζες τολμηρές
σε πριγκιπέσσες και σε πρίγκιπες
που ‘καναν τάχα πως δεν τους αρέσει.
Το λόγο έπαιρναν
από τους Δούκες της Κουλτούρας
οι χειρότεροι
γιατί τους περισσότερο καλούς
τους είχαν πάρει από φόβο.
*
Δεν πρέπει να πεθαίνει πια κανείς
χωρίς μια σοβαρή συζήτηση
ακατασχέτως μιλώντας για τα θύματα
εμείς θα ξανανιώνουμε.
Νέες απαιτήσεις θα ‘χουνε τα σώματα
νέες θα ζητούν φροντίδες
καθώς θ’ αποσαθρώνεται η ψυχή
τον κομμωτή σου να τον στήνεις, δεν αρμόζει.
.
Δε μου ταιριάζουν τα κακά τα συναισθήματα
ούτε και τα καλά
τα σκέτα συναισθήματα μ’ αρέσουν
τ’ αληθινά
εκείνα που δεν λέγονται.
Εγώ, π’ ακόμη σ’ όλα αυτά πιστεύω
είμαι η βασίλισσα κι η δούλα
που στα τραπέζια ανάμεσα πορεύεται
και σας πουλάει αρώματα
και μέσα από τα χέρια σας περνάει
χωρίς να λερωθεί.
Εγώ είμαι το πλάσμα
που λείπει από τον άθλιο κατάλογο
των τηλε-προγραμμάτων
κι όχι η μπριζόλα που χορεύει
εκείνη που λατρεύουν οι Αμερικάνοι
ούτε του Μπος η κούκλα
εγώ είμαι εκείνη που ερωτεύεται
και από μακριά ακτινοβολεί.
.
Είμαστε μόνοι και είμαστε τρελοί
λύκοι είμαστε στο δόκανο πιασμένοι
που όμως συνεχίζουν την τρεχάλα.
Γέροι με ένα μόνον πόδι
με τα ποδήλατα ερωτοχτυπημένοι
όλα τα κόλπα ξέρουμε
που δίδαξε ο Δράκος ο Μικρός.
Ο Flannery μας φωνάζει στη βεράντα
και ηχεί του επιλοχία
η φιλαρμονική.
.
Προύχοντες όλοι εσείς των Οθονών
που επιμένετε ν’ αποκαλείτε ¨όνειρα¨
αυτά που ήδη αρχίσατε να χάνετε
αυτά που δε μπορείτε πια να δείτε
κι ό, τι έχει απομείνει από τον κόσμο.
Εγώ ζω
μόνη μου στον πυθμένα του ηφαίστειου
πέτα μου ένα σκοινί ν’ ανέβω
γυμνή θα βγω να σε αποτρελάνω.
Εγώ είμαι η δίψα
εγώ είμαι το νερό
εγώ είμαι ο Άγγελος κι ο Ευαγγελισμός
εγώ με τα μάτια κλειστά περπατώ
και ονειρεύομαι την ακροθαλασσιά
κι εκεί, στην ακροθαλασσιά, ξυπνώ
γιατί εγώ ξέρω να πετάω στο σκοτάδι.
και θα ‘θελα
σ’ όλους τους τοίχους
να γράψεις τ’ όνομά μου.
Σχεδίασα λοιπόν το πρόσωπό σου
στο μέρος που περισσότερο απ’ όλα
με τρομάζει
κι είναι εκεί που επιστρέφω κάθε νύχτα.
*
Κάτω απ’ την πόλη καίει ένα ηφαίστειο
κάτω απ’ το τατουάζ έχει μια αμμουδιά
πίσω απ’ τον κακότροπο τον άνθρωπο
είναι τα λόγια μας
και πέρα από κάθε αυτοθυσία βρίσκεται
μια σκοτεινή, τυφλή αναμονή
αυτό μην το ξεχάσεις όταν
στους πρόποδες θα είσαι στου Μνημείου.
Εδώ μπορείτε να αγοράσετε τα κάδρα του Βαν Γκογκ
όσο εκείνος είναι ζωντανός
όταν πεθάνει αφήστε στους εμπόρους
κάθε αποστεωμένο μεγαλείο.
Μην αγαπάτε μόνον τους νεκρούς
τους ζωντανούς σ’ ένα χορό καλέστε.
.
Εγώ είμαι της πόλης το κορίτσι
αλλάζω κέφια κάθε τόσο
αλλά μη με φοβάστε ούτε εμένα
ούτε τις χίλιες δυο φωνές μου.
Άκου με, τραγουδάω, κι ανάμεσα στις νότες
είναι και τ’ όνομά σου.
Σχολιάστε