Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Κύλικες και Δόρατα. Μέρος Η΄. Κεφάλαιο έβδομο: Στην Βαβυλώνα

Posted by vnottas στο 10 Ιουνίου, 2018

Μέρος Η΄ 

Κεφάλαιο έβδομο: Βαβυλώνα. Στο ανάκτορο του Άρπαλου

imagesCAXBJ1K5

Στην όψη δεν είχε αλλάξει ιδιαίτερα αυτά τα τρία τελευταία χρόνια που είχα να τον δω. Με αγκάλιασε, με φίλησε, μετά κάθισε στο ανάκλιντρό απέναντί μου, ύψωσε σε πρόποση την κύλικά του και μου είπε:

Ε, ναι. Αυτή τη φορά Μεγαρέα με βρίσκεις εδώ, στη μεγάλη Βαβυλώνα. Την ανυπέρβλητη. Την Αμαρτωλή. Εδώ, όπου έχει κανείς την εντύπωση πως ό, τι ήταν να γίνει, έχει ήδη συμβεί! Κι όμως, ακόμη και εδώ στην Βαβυλώνα την μυθική, την απροσδόκητη, την ετερογενή και την πολυπρόσωπη, καμιά φορά -όχι σπάνια- έτσι μου ‘ρχεται να τα κοπανίσω όλα χάμω και να φύγω. Για αλλού. Όσο το ¨αλλού¨ υπάρχει. Προτού ο κόσμος  όλος κυριευθεί από τον Αλέξανδρο και καταχωρηθεί από τον Αριστοτέλη…

Δεν ξέρω τι με πιάνει και στα λέω όλα αυτά. Ίσως είναι που σε πρωτοσυνάντησα σε ταξίδι. Θυμάσαι φαντάζομαι: στο δρόμο για την Περσέπολη. Στο χάνι όπου εξουδετερώσαμε τους αντάρτες που σου είχαν επιτεθεί. Είναι που όταν ταξιδεύω γίνομαι κάπως πιο ανοιχτός, πιο ομιλητικός. Εξομολογητικός θα έλεγα. Ανοίγομαι Μεγαρέα και έτσι γίνομαι πιο εύθραυστος. Συμβαίνει και σε άλλους από ό, τι ξέρω…

Το αστείο είναι πως την ομάδα στην οποία ανήκεις δεν την είχα ποτέ σε μεγάλη εκτίμηση. Κολλημένους, φανατικούς, έτσι θεωρούσα όλους εσάς γύρω από τον Καλλισθένη τον Ολύνθιο. Μετά τα έφερε έτσι η υφάντρα η Ειμαρμένη που άλλαξα κάπως οπτική. Τουλάχιστον όσο αφορά εσένα Μεγαρέα. Γι αυτό, σου λέω, μου προξενεί χαρά που σε ξαναβλέπω. Όσο κι αν, στο επαναλαμβάνω: θα προτιμούσα να σε συναντήσω στην Αθήνα. Να ‘ρθω εγώ ξανά εκεί. Μαζί με την Πυθιονίκη και το πλασματάκι που μου χάρισε.

Όμως, Εκείνος εξακολουθεί να με προλαβαίνει. Αφού με συγχώρεσε για όποια τάση φυγής είχα δείξει στο παρελθόν, μου είπε, -γελώντας, για να τα λέμε όλα- ότι η Βαβυλώνα, αυτός ο σκοτεινός, ο μαύρος ήλιος που τριγύρω του περιστρέφονται όλες οι πλούσιες και μυστηριώδεις πόλεις της Ανατολής, είναι ο τόπος όπου θα έπρεπε να εγκατασταθώ.  Κι αφού αγαπώ ¨έως εξαντλήσεως¨ το χρήμα -έτσι νομίζει!- από εδώ θα πρέπει να διευθύνω και πάλι τα οικονομικά της εκστρατείας.

Δεν χρειάστηκε να πω ¨ναι¨. Η συναίνεσή μου ήταν αυτονόητη. Εκείνος συνέχισε το επικό του ταξίδι προς την Ανατολή, την Δόξα, το Όριο και το Τέλος του Κόσμου και εγώ, κάτω από τα ζηλόφθονα βλέμματα των καινούργιων του τάχατες ¨φίλων¨,  τραπεζιτών, εμπόρων, κολάκων και δολοπλόκων, εγκαταστάθηκα στην αρχαία αυτή Μητρόπολη. Δεν είναι πια η Βαβυλώνα αυτή που υπήρξε κάποτε, αλλά, πού θα πάει, θα τη μπολιάσουμε με τα δικά μας και θα προκύψει σίγουρα κάτι αλλιώτικο. Ίσως ενδιαφέρον, ποιος μπορεί να ξέρει;!

Ωστόσο, Μεγαρέα, μαθαίνω τι γίνεται στην Αυλή και στο Μέτωπο. Μη ξεχνάς πως πέρα από τους συνομήλικους παλιούς εταίρους, που εγώ τους γνωρίζω και εκείνοι ισχυρίζονται πως με ξέρουν καλά, υπάρχουν και οι άκρατοι ¨αυτοκρατορικοί¨ που στήνουν τις πλεκτάνες τους στα ανάκτορα∙ αυτοί νομίζουν πως είμαι υποχείριο του ίδιου του δικού τους θεού: του Χρήματος! (Στη δική τους γλώσσα το λένε ¨Μαμωνά¨). Άρα με θεωρούν κατάλληλο και προσεγγίσιμο, και μου εκμυστηρεύονται διάφορα!

Έτσι έμαθα για τα τελευταία κατορθώματα του δικού σου. Σε ειδοποίησα: Η θέση και η εξουσία του παραπαίουν. Εκτιμώ ότι, παρά τους κινδύνους που συνεπάγεται η παρουσία σου εδώ, ήρθες να του συμπαρασταθείς. Θα σου τα πω λοιπόν αναλυτικά. Μετά θα δούμε τι μπορούμε να κάνουμε.

ξ

Ο Άρπαλος, πριν προχωρήσει στην αφήγησή του,  θέλει να μου δείξει ότι είναι σε θέση να εκτιμά και να αναλύει τις στρατιωτικές καταστάσεις, καθώς και τις επιπτώσεις τους πάνω στα λοιπά γεγονότα:

Η εκστρατεία, Μεγαρέα,  βρίσκεται πλέον κυριολεκτικά στα όριά της, τουλάχιστον τα βορειανατολικά, δηλαδή σε τόπους χωρίς μεγάλες πόλεις, δίχως ευδιάκριτα σύνορα, σε άμεση πλέον επαφή με τις νομαδικές και φιλοπόλεμες φυλές των Σκυθών.  Καθώς, παράλληλα, οι ντόπιοι λαοί της Βακτριανής και της Σογδιανής εφαρμόζουν μεθόδους ευλύγιστης αντίστασης και αποφεύγουν τις συγκρούσεις με το κύριο σώμα του στρατού, ο Αλέξανδρος αποφάσισε να αναπροσαρμόσει την τακτική  του, και χώρισε τη στρατιά σε μικρότερα, πιο ευέλικτα τμήματα. Ανάμεσά τους υπάρχει πλέον και το νεοσύστατο ¨τάγμα των ατάκτων¨, όπου καταλήγουν όσοι έχουν διατυπώσει επικρίσεις για την ηγεσία. Όμως, απ’ ό, τι  φτάνει στ’ αυτιά μου,  οι ανησυχίες και οι δυσαρέσκειες ανάμεσα στους οπλίτες δεν έχουν πάψει, αντίθετα έχουν γίνει περισσότερο ορατές από ό, τι άλλοτε.

Αλλά, τα έμαθες υποθέτω,  δεν είναι μόνον οι στρατιώτες που δυσανασχετούν: μετά τα αιματηρά γεγονότα που συνέβησαν πρόσφατα στους υψηλούς ηγετικούς κύκλους, ανήσυχοι είναι και οι στρατηγοί. Ιδιαίτερα οι παλιοί στρατηγοί του Φίλιππου. Ο δικός σου, ο Ολύνθιος, παρά το ότι δουλειά του είναι να ωραιοποιεί προς όφελος της εκστρατείας τα όσα συμβαίνουν, δείχνει να συμμερίζεται τις κριτικές τους. Τάχθηκε μάλιστα ανοιχτά με εκείνους που αμφισβητούν την ¨θεοποίηση¨ του Αλέξανδρου και την συνεπαγόμενη ¨προσκύνηση¨. Έτσι, οι εχθροί του βρήκαν την ευκαιρία να εντείνουν την πολεμική και την υπονόμευσή του.

.

Σε μια τουλάχιστον περίπτωση έτυχε να είμαι παρών. Ήταν στα Βάκτρα πριν απ’ τον γάμο, αλλά όχι πολύ καιρό πιο μπροστά, σε ένα από τα συμπόσια του ξεχειμωνιάσματος. Παρών ήταν κι αυτή η νυφίτσα ο Ανάξαρχος: ο κουτοπόνηρος σοφιστής που -σκέψου!- θέλησε να μου πουλήσει εκδούλευση, ότι δήθεν ήταν ύστερα από δική του παρέμβαση που ο Αλέξανδρος μου ανάθεσε ξανά τη διεύθυνση των οικονομικών της εκστρατείας. Ακόμη γελάω  με το θράσος του. Τέλος πάντων.

Ο Ανάξαρχος λοιπόν αγόρευε κι έλεγε: ¨Πείτε μου λοιπόν φίλοι μου, αμφιβάλλει κανείς από σας ότι ο Αλέξανδρος θα αναγορευτεί κάποτε Ήρωας άξιος να του αποδοθούν θεϊκές τιμές; Όχι βέβαια! Τέτοιες τιμές έχουν αποδοθεί και σε άλλους, που έκαναν πολύ λιγότερα απ’ αυτόν. Αλλά είναι πιθανό, τότε, εμείς να μη μπορούμε να τον δούμε ευτυχή και ικανοποιημένο από την αγάπη και την ευγνωμοσύνη μας, μια που θα βρίσκεται πλέον στον δυσδιερεύνητο κόσμο των Θεών!

Γιατί λοιπόν να μην του αποδώσουμε αυτές τις τιμές από τώρα, και έτσι να έχουμε την ευτυχία να τον δούμε ιδίοις όμμασι να τις απολαμβάνει;¨

Χαρά να δεις οι ¨προσκείμενοι¨ Πέρσες αυλικοί, που σε αυτές τις -ακροβατικές!- επικύψεις είναι μανούλες: άρχισαν να μπαίνουν στην ουρά για να ξαναπροσκυνήσουν τον Μεγάλο Αφέντη από την Δύση! Αντίθετα οι έλληνες στραβομουτσούνιασαν κάτω από τις κοντοκομμένες γενειάδες τους.

Ramat-Rachel_gardenimage

Το λόγο πήρε τότε ο δικός σου,  ο Ολύνθιος.

¨Θα σου άρεσε Ανάξαρχε¨ ρώτησε απ’ ευθείας τον σοφιστή, ¨ένας απλός ιδιώτης να απαιτήσει να του αποδίδονται οι ίδιες τιμές που όλοι εμείς επιφυλάσσουμε μόνον στον Βασιλιά μας; Θα το έβρισκες θεμιτό να εκφωνούμε βασιλικούς επαίνους και να δίνουμε βασιλικούς ασπασμούς στον οποιονδήποτε; Εάν ναι, πες το μας να το ξέρουμε. Εάν όμως όχι -όπως είναι λογικό-, τότε απάντησέ μου σε παρακαλώ: δε νομίζεις ότι οι Θεοί θα οργιστούν εάν δουν να χρησιμοποιούμε απευθυνόμενοι στον βασιλιά μας τις ενδείξεις αγάπης και σεβασμού, όπως το προσκύνημα,  που προορίζονται  μόνον και αποκλειστικά για εκείνους;

Διότι Ανάξαρχε Αβδηρίτη, απ’ όσο εγώ ξέρω, άλλες είναι οι τιμές που πρέπει να απευθύνονται στους αθάνατους Θεούς, άλλες εκείνες που προορίζονται για τους Βασιλείς και τους Ηγεμόνες και άλλες εκείνες που απευθύνουμε στους απλούς πολίτες.

Θα μου πεις ότι οι Πέρσες, καθώς και άλλοι ανατολίτες ηγέτες το κάνουν: επιχειρούν να παρουσιαστούν στους υπηκόους τους ως εάν ήσαν Θεοί και τους επιβάλλουν την Προσκύνηση. Για πες μου όμως, σε τι τους ωφέλησε αυτή η ένδειξη, όχι αγάπης αλλά υποταγής, όταν, όπως όλοι ξέρουμε, ο ¨θεός¨   Κύρος (του Καμβύση) νικήθηκε παλιότερα από τους φτωχούς αλλά ελευθερόφρονες Σκύθες, ο ¨θεός¨ Ξέρξης νικήθηκε από τους ελεύθερους πολίτες της Ελλάδας, ο ¨Θεός¨ Αρταξέρξης ταπεινώθηκε από τους Μύριους του Ξενοφώντα και του Κλέαρχου και ο πολυπροσκυνημένος Μεγάλος Βασιλέας Δαρείος νικήθηκε από τον Αλέξανδρο, που εμείς τον αγαπάμε χωρίς να χρειάζεται να τον προσκυνήσουμε για να του αποδείξουμε την αγάπη μας; Άλλωστε οι πρόγονοι του Αλέξανδρου μπορεί να μην ήταν θεοί, αλλά ξεκίνησαν από το Άργος για να φτιάξουν εκεί, ανάμεσα στους έλληνες του Βορρά ένα βασίλειο όπου να κυριαρχούν οι νόμοι και όχι η δουλοπρεπής υποταγή ανελεύθερων υπηκόων¨.

arxaia-ellada-00-loutroforos-min

Κάτι τέτοια τολμηρά έλεγε ο δικός σου, οι στρατηγοί που παρακολουθούσαν με έντονο ενδιαφέρον την διένεξη κουνούσαν επιδοκιμαστικά τα κεφάλια τους και εγώ Μεγαρέα, εγώ που ούτε η ¨Προσκύνηση¨ ούτε τα παιχνίδια εξουσίας με συγκινούν και με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα, εγώ που την απάντηση στα ερωτήματά μου την ψάχνω αλλού κι αλλιώς, εγώ είπα να κοιτάξω με άλλο μάτι τον ίσαμε τότε αντιπαθή Καλλισθένη. Σκέφτηκα και κατάληξα ότι ακόμη κι εγώ, που έχω κάθε λόγο να αγαπώ τον Αλέξανδρο, αν με υποχρέωνε να τον προσκυνήσω, θα τον μισούσα.

Ξέρεις τι έκανα μετά; Του το είπα. Του Αλέξανδρου. ¨Σου χρωστάω πολλά¨, του είπα, ¨αλλά εάν με βάλεις να σε προσκυνήσω, θα σε μισήσω¨. Και ακόμη του είπα:  ¨Θυμάσαι τότε που πήγες κόντρα στον πατέρα σου τον Φίλιππο, εκείνος σε έδιωξε από την Αυλή και εμείς οι φίλοι σου σε ακολουθήσαμε στην εξορία; Τότε λοιπόν, να ξέρεις, σε αγαπούσαμε και σε θαυμάζαμε περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αλλά δεν σε προσκυνούσαμε… Προτιμούσαμε να παίζουμε μαζί σου καρπαζιές και να γελάμε!¨

Εκείνος χαμογέλασε και μετά με κοίταξε σκεφτικός. ¨Λες λοιπόν ότι πρέπει να ακούσω τις συμβουλές του συγγενή του Αριστοτέλη;¨

¨Γιατί όχι. Δε μου φάνηκε τόσο φανατικός όσο τον νόμιζα. Αν κατάλαβα καλά, λέει πως με τους ντόπιους μπορείς να συμπεριφερθείς με όποιο τρόπο θεωρείς ότι τους ταιριάζει. Αν σε προτιμούν θεό, γίνε γι αυτούς θεός. Όχι όμως για τους Έλληνες.  Αυτοί, όπως ισχυριζόταν και ο Αριστοτέλης, αξίζουν διαφορετική συμπεριφορά¨.

Αυτήν τη φορά, ακούγοντας από μένα το όνομα του δασκάλου μας, ο Αλέξανδρος συννέφιασε.

 ¨Ο Αριστοτέλης! Ξέρεις τι έμαθα πρόσφατα; Ορισμένες από τις απόρρητες διδασκαλίες του, τις ¨ακροαματικές¨, εκείνες που προορίζονταν, από ό, τι ο ίδιος έλεγε, μόνο για τα αυτιά των μυημένων ηγετών, τις δημοσίευσε μαζί με τα τελευταία του συγγράμματα.  Του έστειλα επιστολή ότι εξεπλάγην και ότι διαμαρτύρομαι, αλλά ακόμη δεν έχω λάβει την απάντησή του κι αυτό δεν μ’ αρέσει¨. Έτσι μου είπε.

Έχε το κι αυτό στο νου σου  Μεγαρέα, γιατί αν τελικά συναντήσεις τον Αλέξανδρο, να ξέρεις ότι ενδέχεται  να σε ρωτήσει σχετικά.

.

Και ο Άρπαλος κατέληξε λέγοντάς μου τα εξής:

Ο Βασιλιάς για ένα διάστημα έδειξε διαλλακτικός απέναντι στους πολέμιους της προσκύνησης και απέναντι στον ίδιο τον Καλλισθένη. Αλλά μόνον για ένα διάστημα. Μετά, απ’ ό, τι έμαθα,  η συμπεριφορά του άλλαξε και πάλι.

Είναι πολύ πιθανό να συνέβη αυτό που τελευταία ψιθυριζόταν έντονα: Ο Αλέξανδρος ενδέχεται να πείστηκε ότι αξίζει το κόπο να κατευθύνει τα στρατεύματά του, ακόμη πιο ανατολικά, ενάντια στους λαούς του Ινδού ποταμού. Και προτού ξεκινήσει θέλει να κλείσει οριστικά με τα θέματα που θεωρεί ότι εκκρεμούν επικίνδυνα.

Είναι πολλά τα χρήματα που, αντί να παραμείνουν εδώ στα θησαυροφυλάκια της γηραιάς Βαβυλώνας (και αν είναι να θυσιαστούν, να θυσιαστούν για τη Χαρά της Ζωής, όπως θα πρότεινα εγώ) μεταφέρονται εσπευσμένα στο μέτωπο για να αφιερωθούν στον ανικανοποίητο θεό του πολέμου∙ έτσι η υπόθεση για την παράταση της εκστρατείας μοιάζει να επιβεβαιώνεται.  

Εν τω μεταξύ μαθαίνω πως από τον Ολύνθιο αφαιρέθηκε -άγνωστο εάν προσωρινά ή όχι- το καθήκον της συγγραφής των ¨βασιλικών εφημερίδων¨. Λέγεται επίσης πως άρθηκαν οι αρμοδιότητές του που αφορούν στην εποπτεία της συλλογής πληροφοριών και γνώσεων. Το γεγονός ότι, όπως μου είπες, δεν παίρνεις απαντήσεις στα γράμματα που του απευθύνεις, σημαίνει ή ότι οι επιστολές σου κατάσχονται, άρα πιθανότατα κινδυνεύεις με σύλληψη, ή ότι εκείνος τις λαμβάνει μεν, αλλά επιτηρείται και αδυνατεί να σου απαντήσει.

image001(5084)

Αυτά είναι μερικά από όσα ειπώθηκαν την πρώτη μέρα της άφιξής μου στην Βαβυλώνα, ύστερα από ένα κουραστικό, αλλά χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις ταξίδι. Σκαρφαλώνοντας στα δασωμένα βουνά της Φοινίκης, διασχίζοντας τις ερήμους και τις οάσεις της Συρίας, και μετά πλέοντας στα ποτάμια της Μεσοποταμίας ή καλπάζοντας στις όχθες τους, καταφέραμε να φτάσουμε στην (ακόμη και σήμερα) εντυπωσιακή Βαβυλώνα. Κοιτώντας και πάλι τα τείχη και τους πύργους της αναρωτήθηκα ξανά πώς και γιατί αυτή η φαινομενικά πανίσχυρη πόλη μας παραδόθηκε αμαχητί και ποιο σκουλήκι την έτρωγε αθόρυβα από τα μέσα. Όμως εκείνες τις μέρες δεν είχα ούτε τον χρόνο ούτε τη διάθεση να διερευνήσω τέτοια θεωρητικά ζητήματα. Εδώ θα έπρεπε να συναντήσω τον Άρπαλο, να πάρουμε (εγώ και οι συνοδοί μου) μια σύντομη ανάσα, να ανεφοδιαστούμε και να συνεχίσουμε για το απομακρυσμένο μέτωπο.

Εκείνη τη νύχτα, μετά τη κουβέντα με τον Άρχοντα του Θησαυροφυλακίου,  θα είχα πολλά να σκεφτώ, αλλά δε τα κατάφερα. Ο γλυκός ασφαλής ύπνος που εξασφάλιζαν τα δροσερά υπνοδώματα του μέγαρου του Άρπαλου με κατακυρίευσε αμέσως. Αν είδα όνειρα, αυτά δεν χαράχτηκαν στη μνήμη μου. Εκείνο που θυμάμαι είναι ένα  σγουρόμαλλο κεφάλι πάνω από το δικό μου, καθώς ο Οινοκράτης έκανε ό, τι μπορούσε για να με ξεκόψει από τον απατηλό κόσμο του Μορφέα και να με επαναφέρει στο ζόρικο κόσμο της αφύπνισης.

«Ξύπνα προϊστάμενε, ξύπνα! Είναι πρωί προχωρημένο και ο Άρχοντας Άρπαλος θέλει να σε δει κατεπειγόντως. Πρέπει να έφτασαν κάποια νέα που μας αφορούν. Ξύπνα γιατί θα σου κάνω ό, τι έκανα όταν ήσουν μικρός…» Μισάνοιξα τα βλέφαρα και περισσότερο μάντεψα παρά είδα ότι κρατούσε ένα μεγάλο αγγείο με νερό, όπου τσαλαβουτούσε ένα πανί και προσπαθούσε να μου το τρίψει στο πρόσωπο. «Δεν αστειεύομαι θα το αδειάσω  όλο πάνω σου όπως έκανα όταν ήσουνα ατίθασος πιτσιρικάς!»

Υπέκυψα στον εκβιασμό και ανασηκώθηκα. Ύστερα από λίγο βρισκόμουν μπροστά στον Άρπαλο. Δίσταζα ακόμη να πω: κοντά στον ¨φίλο¨ Άρπαλο, αλλά είναι γεγονός ότι, όπως ήρθαν τα πράγματα, ήθελα δεν ήθελα, δε μπορούσα παρά να του δείξω εμπιστοσύνη.

.images (21)

Βημάτιζε πέρα δώθε μπροστά στο γραφείο, με τον ιδιόρρυθμο τρόπο που του επέβαλε το κοντύτερο πόδι του. Στο ένα χέρι κρατούσε έναν μισοτυλιγμένο πάπυρο. Τον σήκωσε ψηλά για να μου τον δείξει.

«Είναι νέα πού μόλις έφτασαν από το μέτωπο της εκστρατείας. Ελπίζω να κοιμήθηκες καλά απόψε, γιατί απ’ ότι βλέπω, αν θέλεις να προλάβεις τον Ολύνθιο ζωντανό, πρέπει να ξεκινήσεις αμέσως: Σύμφωνα με τα όσα αναγράφονται εδώ, ο Καλλισθένης συνελήφθη και φυλακίστηκε. Γιατί; Διότι εκδηλώθηκε και πάλι συνωμοσία με σκοπό τη δολοφονία του Αλέξανδρου. Και θεωρείται υποκινητής!»

Θυμήθηκα την επιστολή της Θαίδας. Μου έγραφε ότι ανάμεσα στα όσα σχεδίαζαν οι Άλλοι για τον Καλλισθένη, ήταν και το να τον αναμείξουν σε μια πλεκτάνη όπου θα συμμετείχαν, ή θα πρωτοστατούσαν, οι ¨βασιλικοί παίδες¨.

«Είναι ανακατεμένοι οι νεαροί ακόλουθοι του Αλέξανδρου;» ρώτησα.

Έμεινε ακίνητος και με κοίταξε προσεκτικά.

«Εσύ πού το ξέρεις;»

Του είπα ότι απρόσεκτοι ¨αυτοκρατορικοί¨ σχεδίαζαν να εμπλέξουν τον Καλλισθένη σε μια νεανική ανταρσία, και μιλούσαν γι αυτό μπροστά σε νεαρές αλλά καθόλου ανεγκέφαλες εταίρες. Και ότι αυτές οι προθέσεις τους είχαν φτάσει στα αυτιά μου ήδη πριν αναχωρήσω από την Αθήνα.

«Καμιά φορά ξεχνάω τις πολυσχιδείς αρμοδιότητές σου», μου είπε με μισό χαμόγελο. «Αν αυτό είναι το σχέδιο, μπήκε ήδη σε εφαρμογή. Μου ξαναέδειξε τον κύλινδρο. «Πράγματι, εδώ αναφέρεται πως κάποιοι έφηβοι ευγενείς φέρονται ως οι επίδοξοι εκτελεστές του βασιλοκτόνου κινήματος. Αλλά…», -μου έδωσε τον πάπυρο-  «κοίτα και μόνος σου, εδώ δεν υπάρχουν άλλες λεπτομέρειες».

«Εσύ όμως υπήρξες ¨βασιλικός παις¨, άρα ξέρεις εάν μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο».

Στο πρόσωπό του φάνηκε μια στάλα νοσταλγίας.

«Ναι», μου απάντησε ύστερα από λίγο. «Ναι, ήμουν ¨βασιλικός παις¨ και ναι, μια εξέγερση των νεαρών ευγενών, έστω  κι αν έχει λίγες πιθανότητες επιτυχίας, μπορεί πάντα να συμβεί. Πρώτον γιατί είναι νέοι, δικαιούνται να ονειρεύονται το απόλυτο και είναι επιρρεπείς να πιστέψουν ότι το απόλυτο είναι εφικτό. Δεύτερον, γιατί είναι παιδιά αρχόντων και στρατηγών. Αν στους οίκους τους υπάρχει δυσαρέσκεια και αμφισβήτηση, είναι αναμενόμενο να την συμμερίζονται και αυτοί, και μάλιστα με το αυξημένο πάθος της νιότης τους. Τρίτον γιατί ζουν την καθημερινή ζωή του βασιλιά, την οποία εξυπηρετούν και περιφρουρούν. Άρα είναι παρόντες εκεί όπου κανείς άλλος δεν καταφέρνει να φτάσει.

Επομένως, ναι Εύελπι Μεγαρέα. Τα παιδιά είναι δυνατό να επαναστατήσουν. Όμως τα παιδιά είναι άπειρα. Για να σταθεί η υπόθεση της ανταρσίας είναι απαραίτητη η παρουσία κάποιου έμπειρου καθοδηγητή…»

«Φεύγω…» τον διέκοψα.

«Περίμενε», μου είπε. «Ξέρεις τι έκανα μετά τη κουβέντα μου με τον Αλέξανδρο σχετικά με τον Καλλισθένη; Προμηθεύτηκα τα συγγράμματα του Ολύνθιου. Εδώ τα έχω σχεδόν όλα! Κοίτα, εδώ είναι τα ¨Αποφθέγματα¨, εδώ τα ¨Ελληνικά¨, εδώ το σύγγραμμά του για τη Φωκίδα και τον Ιερό πόλεμο, και ετούτα είναι όσα έχει εκδώσει μέχρι τώρα  από τις ¨Αλεξάνδρου Πράξεις¨.  Είμαι σίγουρος ότι ο συγγραφέας αυτών των κειμένων όχι μόνον αγαπάει τον Αλέξανδρο, αλλά και περιμένει από αυτόν πολλά και θετικά πράγματα. Ο Καλλισθένης μοιάζει να πιστεύει ότι οι Έλληνες πέρασαν σε μια νέα, ενδιαφέρουσα και χρήσιμη φάση της Ιστορίας. Και ότι μέσω του Αλέξανδρου αυτή η νέα φάση μπορεί να διαδοθεί σε πανανθρώπινη κλίμακα. Είναι επικριτικός σε ό, τι κοστίζει αίμα, και τώρα που μελέτησα τις γραφές του, δεν πιστεύω πως είναι δυνατό να συνωμοτεί για να δολοφονήσει τον Βασιλιά.  Θα μπορούσα, το πολύ, να τον πω αθεράπευτα αισιόδοξο!

Εμένα, μπορείς να με πεις περισσότερο κυνικό -ξέρεις τι εννοώ-  παρά αισιόδοξο. Αλλά τους αισιόδοξους μπορεί να μην τους πιστεύω, αλλά τους εκτιμώ -ίσως και να τους ζηλεύω μια στάλα. Για μένα ασκούν -ηθελημένα ή άθελά- μια φιλάνθρωπη παρηγορητική λειτουργία. Χαλάλι τους λοιπόν η συμπάθειά μου…»

«Φεύγω», επανέλαβα.

«Άκουσέ με Μεγαρέα. Σήμερα πρωί-πρωί διέταξα μια ειδική έρευνα και μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι δεν έχει εκδοθεί εναντίον σου κανένα  ένταλμα σύλληψής. Τουλάχιστον -μέχρι στιγμής-  δεν έχει φτάσει ως εδώ κάτι τέτοιο. Γι αυτό, εάν σου δώσω μια γερή ομάδα που θα σε συνοδέψει ως το μέτωπο, δεν παραβαίνω καμία ρητή εντολή της διοίκησης».

«Δεν θέλω. Σε ευχαριστώ, αλλά δεν νομίζω ότι χρειάζεται. Όπως τα καταφέραμε ως εδώ, θα τα καταφέρουμε και στο υπόλοιπο ταξίδι. Πάντως ειλικρινά σε ευχαριστώ».

«Τότε δέξου κάτι άλλο. Πιο συμπαθητικό από μια ομάδα ενόπλων. Ίσως και πιο αποτελεσματικό.

Τον Αυτιά και τον Κάνθαρο θα τους θυμάσαι υποθέτω. Είναι οι παλιοί καλοί μου σωματοφύλακες, απολύτως έμπιστοι και απαράμιλλοι στις συγκρούσεις. Επί πλέον, ιδιαίτερα ο Αυτιάς, είναι δικτυωμένος σε μέρη και σε περιβάλλοντα που δεν μπορείς να φανταστείς. Παρ’ τους μαζί σου».

Το σκέφτηκα μία δύο στιγμές.

«Εντάξει», είπα τελικά, «φώναξέ τους».

«Είναι ήδη εδώ» μου χαμογέλασε ο Άρπαλος. «Θα τους βρεις στον προθάλαμο έτοιμους για αναχώρηση μαζί με τους δύο δικούς σου».

imagesσ

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.

 
Αρέσει σε %d bloggers: