Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Κύλικες και Δόρατα. Μέρος Η΄. Κεφάλαιο όγδοο: Στα Βάκτρα, πρωτεύουσα πόλη της Βακτριανής.

Posted by vnottas στο 23 Ιουνίου, 2018

Κεφάλαιο όγδοο: Βάκτρα.

 Όπου ο Εύελπις συναντά την Θαίδα και μαθαίνει περισσότερα για την υπόθεση της συνωμοσίας των βασιλικών παίδων.

4792.480

Έκρινα πως ο πρώτος που θα έπρεπε να συναντήσω στα Βάκτρα ήταν ο Ευμένης ο Καρδιανός. Βέβαια, ο ενδότερος εαυτός μου δεν έπαυε να ρωτάει πότε θα συναντηθώ με την Θαΐδα. Του απάντησα ότι θα άφηνα αυτόν, τον ¨εσώτερο¨, να αποφασίσει πότε θα την δω. Μιλάω για τον εαυτό τον οποίο, σύμφωνα με τον αείμνηστο δάσκαλο Σωκράτη, καλό είναι να ανιχνεύουμε και να γνωρίζουμε γιατί συνήθως ξέρει πιο πολλά και ίσως πιο γνήσια από τον άλλον, εκείνον τον καλλωπισμένο και εξωραϊσμένο εαυτό που παρουσιάζουμε συνήθως στους άλλους. Γεγονός είναι πάντως ότι είχα ζητήσει από τον Άρπαλο να ειδοποιήσει με τρόπο διακριτικό και ασφαλή, τόσο τον Ευμένη, όσο και την Θαΐδα για την επικείμενη άφιξή μου. Φτάνοντας στη πρωτεύουσα της Βακτριανής, αποφάσισα να συναντήσω πρώτα εκείνη.

Τα Βάκτρα βρίσκονται στο τέλος μιας διαδρομής που δεν είχα διανύσει άλλη φορά στο παρελθόν. Λέω για τη διαδρομή που αρχίζει στην Περσέπολη, και φτάνει ίσαμε εδώ. Ό, τι ήξερα για αυτόν τον μακρύ και πολύπλοκο δρόμο, μού ήταν γνωστό μόνο από αφηγήσεις τρίτων. Αντίθετα οι δύο σωματοφύλακες του Άρπαλου που μας συνόδευαν έδειχναν να τον ξέρουν αρκετά καλά και αποδείχτηκαν εξαιρετικά χρήσιμοι οδηγοί.   

Έτσι η πορεία μας στις ανατολικές παρειές του Ζάγκρου μέχρι τα Εκβάτανα, -πρωτεύουσα της Μηδίας και εντυπωσιακή πόλη με αλλεπάλληλα χρωματιστά τείχη- ήταν σχετικά ομαλή.  Μετά συνεχίσαμε πάνω στα χνάρια της προελαύνουσας στρατιάς, για να είμαστε σίγουροι ότι δεν θα βρεθούμε σε τόπους μη κατακτημένους και σε περιβάλλον ανεξέλεγκτο.  Αντιμετωπίσαμε όλων των ειδών τις δυσκολίες: έρημες και άνυδρες περιοχές, δύσβατους ποταμούς, χιονοσκεπή ορεινά περάσματα, όμως ξέραμε -και δε διαψευστήκαμε- ότι ανά τακτά διαστήματα θα συναντούσαμε τις εγκατεστημένες φρουρές και τους σταθμούς επικοινωνίας και ανεφοδιασμού που ήταν απαραίτητοι για τη σύνδεση των στρατευμάτων με τα μετόπισθεν και τη διατήρηση της ζωτικής κυκλοφορίας στις νεοκατακτημένες περιοχές.

Τα Βάκτρα, όπου ήταν εγκατεστημένο αυτή την περίοδο το κέντρο των επιχειρήσεων της στρατιάς, ανταγωνίζονταν σε ιστορική διάρκεια και μεγαλείο πόλεις όπως η Βαβυλώνα ή τα Εκβάτανα. Αυτό τουλάχιστον υποστήριζαν οι γηγενείς. Η πρωτεύουσα της Βακτριανής είναι η πόλη που είχε επιλέξει ο Βήσσος -παλιός σατράπης της περιοχής- για να αναγορευτεί αυτοκράτορας, αλλά δε του βγήκε σε καλό∙ ήταν επίσης η πόλη όπου ο Αλέξανδρος είχε, πρόσφατα, παντρευτεί με την Ρωξάνη, την πριγκίπισσα από την γειτονική ακραία Σογδιανή. Είναι μια πόλη αλλιώτικη από τις άλλες που συναντήσαμε κατά την προέλαση.  Κάποιοι ντόπιοι ισχυρίζονται ότι μοιάζει περισσότερο με τις πόλεις της γειτονικής Ινδίας παρά με τις πόλεις των άλλων ιρανικών σατραπειών.  Καθώς το άλογό μου τριπόδιζε στα στενά σοκάκια  ένοιωσα μια πνοή μυστηρίου ανακατεμένη με τα αρώματα εξωτικών ανθόκηπων να μου αγγίζει το πρόσωπο.

images (22)

Το κτίριο όπου είχε εγκατασταθεί η Θαίδα ήταν πολυτελές, σχεδιασμένο με ανατολίτικες καμπύλες και περίτεχνα αψιδωτά τόξα. Είχε ακόμη χαρακτηριστικές εσωτερικές θολωτές στοές και αυλές περίκλειστες και φροντισμένες.

Σε μια τέτοια αυλή μου υπόδειξαν να την περιμένω. Δεν μπορώ να πω αν περίμενα πολύ ή λίγο. Πάντως εκείνη φάνηκε σε μια στιγμή μπροστά μου, ντυμένη παράξενα, καλυμμένη με αλλεπάλληλα διάφανα πέπλα,  υποθέτω με τον τρόπο που συνηθίζεται σε αυτά τα μέρη.

Πήρα όσες απανωτές ανάσες μπορούσα για να απομακρύνω τα κύματα του αισθησιασμού που, πέρα από όλα τα άλλα ανάκατα συναισθήματα, ένοιωσα να με κυριεύουν.

.

«Να λοιπόν που είναι αλήθεια: Υπάρχει κάποιος που για χάρη του έκανες αυτό το δύσκολο ταξίδι! Και αυτός ο κάποιος δεν είμαι εγώ», είπε και με αγκάλιασε.

Είχε περάσει από το μυαλό μου να παραστήσω τον απομακρυσμένο. Θιγμένος αλλά ευγενικός. ¨Αποστασιοποιημένος¨ έτσι ώστε να τα καταφέρω να φύγω από κοντά της με αξιοπρέπεια όταν θα μου το ζητήσει και πάλι. Δεν τα κατάφερα. Την έσφιξα, ίσως παραπάνω από όσο άντεχε. Με απομάκρυνε απαλά.   

Άλλαξα γνώμη: Αυτή τη φορά είπα να είμαι ευθύς και άμεσος. Να μην αφήσω τις αμφιβολίες, που ένιωθα και πάλι να με περιζώνουν, να με εξαντλήσουν. Όχι χωρίς να ξέρω την άποψή της. Έπειτα θα μπορούσα να αφιερωθώ στη σωτηρία του Καλλισθένη απερίσπαστος.

«Αυτή τη φορά, όταν όλα τα άλλα τελειώσουν, θα έρθεις μαζί μου στην Αθήνα;» τη ρώτησα.

Δεν έδειξε έκπληξη.

Κατέβασε τα βλέφαρα σκεπάζοντας τα λαμπερά της μάτια.

Νομίζω ότι ψιθύρισε «Δεν ξέρω». Μετά πιο δυνατά είπε: «Μάλλον όχι» και καθώς εγώ προσπαθούσα να καταλάβω τις πραγματικές της προθέσεις, όσο αυτό ήταν εφικτό, συνέχισε:

 «Το πιο σημαντικό για μένα είναι να τα καταφέρουμε έτσι ώστε, όταν αυτή η ιστορία ολοκληρωθεί, εσύ να είσαι σώος και ασφαλής. Ελπίζω και ο προϊστάμενος και φίλος σου, ο Ολύνθιος. Να είναι επίσης σώο κάτι ακόμη, που ξέρω πως είναι για σένα σημαντικό, γιατί ανήκει -μου το ‘χεις πει εσύ ο ίδιος- στα ιδεώδη με τα οποία ανατράφηκες: Η ενότητα και η αλληλοκατανόηση ανάμεσα σε όλους τους Έλληνες».  

Έπιασα το πηγούνι της και το ανασήκωσα ελαφρά. Κοίταξα τα μάτια της προσπαθώντας να καταλάβω περισσότερα από όσα μου έλεγε.

«Πιστεύω κι εγώ σε αυτό το ιδεώδες» μου είπε. «Όπως πιστεύω και σε σένα. Αν δεν ήταν έτσι, δε θα σου έγραφα.   Θα σε άφηνα απερίσπαστο στην αθηναϊκή σου ζωή. Κι ας μην είχα τη χαρά να σε ξαναδώ. Έστω για λίγο».

Πείστηκα πως δεν θα μπορούσα να αποκρυπτογραφήσω τα βαθύτερα αισθήματά της. Τουλάχιστον όχι άμεσα, όχι εκείνη τη στιγμή και όχι με ρητό τρόπο.

Αναστέναξα. Πήρα το χέρι της στο δικό μου και καθίσαμε σε ένα πέτρινο παγκάκι δίπλα στο περίτεχνα διακοσμημένο πηγάδι της αυλής.

«Πες μου λοιπόν τι ακριβώς συνέβη», της είπα.

image008

Μου αφηγήθηκε όσα κυκλοφορούσαν και όσα η ίδια είχε καταφέρει να μάθει σχετικά με την ανταρσία των νεαρών βασιλικών ακολούθων.

Σύμφωνα με την διήγησή της, εκείνος που ξεκίνησε όλη αυτή την ιστορία ήταν ο Ερμόλαος ο γιος του Σώπολι. Ένα όμορφο, αλλά και ανήσυχο παιδί, διευκρίνισε η Θαίδα, από εκείνα που θέλουν να διακριθούν και που δείχνουν από νωρίς ενδιαφέρον για τα κοινά. Ο πατέρας του, ένας επαρχιώτης μακεδόνας άρχοντας στενά δεμένος με τον Φίλιππο, έχει λάβει μέρος σε μάχες και σε διπλωματικές αποστολές, αλλά δεν είχε, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, πάρει δημόσια θέση για τα επίμαχα θέματα που δημιουργούν τριβές στην Αυλή.

Ο Ερμόλαος όμως, όπως και αρκετοί από τους βασιλικούς παίδες[1],  φαίνεται πως απορροφούσε σαν σφουγγάρι τα αισθήματα δυσαρέσκειας που   παρουσιάστηκαν ανάμεσα σε ορισμένους από τους πιο παλιούς μακεδόνες στρατιωτικούς. Προφανώς δεν είναι τυχαίο ότι οι γονείς αυτών των νεαρών ακολούθων ανήκουν στη γενιά του Φιλίππου, που αισθάνεται τώρα ¨παραγκωνισμένη¨ σε σύγκριση με τους εταίρους της στενής βασιλικής συντροφιάς.

 Έτσι η σχέση του Ερμόλαου με τον άνακτα άρχισε πλέον να χαρακτηρίζεται από αμφιθυμία: από τη μία ακραίος θαυμασμός για τον ανίκητο στρατηλάτη και από την άλλη αμφισβήτηση του ηγέτη που αρνιόταν ξαφνικά να είναι πρώτος ανάμεσα σε ίσους και επιθυμούσε να ανακηρυχτεί Θεός!

images (49)

Το κακό πρωτοεκδηλώθηκε κατά τη διάρκεια μιας κυνηγετικής εξόρμησης. Το κυνήγι σε αυτή την περίπτωση δεν είναι βέβαια αναζήτηση τροφής, αλλά παιχνίδι έφιππης αναψυχής και ομαδικό άθλημα με κανόνες.  Συνήθως τα όπλα της άγρας ήταν δόρατα, δεδομένου ότι οι έλληνες δεν εκτιμούν ιδιαίτερα τα εκήβολα όπλα, όμως, η επαφή με τους Σκύθες πολεμιστές εκείνη την περίοδο και ο αξιοθαύμαστος τρόπος με τον οποίο αυτοί καταφέρνουν να χρησιμοποιούν το τόξο έφιπποι, είχε εξάψει το ενδιαφέρον για το όπλο αυτό. Έτσι, εκείνη τη φορά, το κυνήγι γινόταν με τη χρήση τόξων. Τα θηράματα λοιπόν  κυκλώνονται και η τιμή της στόχευσης και της καταβολής του σημαντικότερου ζώου ανήκει, με βάση τα ισχύοντα έθιμα, στον άνακτα.

Εκείνη τη φορά το πιο σπουδαίο θήραμα ήταν ένας μεγαλόσωμος αγριόχοιρος. Ο Αλέξανδρος όμως είχε μείνει πιο πίσω, κουβεντιάζοντας με τον Ηφαιστίωνα και τον Ευμένη για κάποιες εκκρεμότητες στον ανεφοδιασμό της στρατιάς. Όταν του είπαν ότι τα θηράματα είχαν εντοπιστεί και του τα έδειξαν κυκλωμένα εκεί παρακάτω,  χαμογέλασε,  ζήτησε να του δώσουν ένα τόξο, το πήρε, και ενώ τέντωνε τη χορδή σημαδεύοντας από μακριά το θηρίο, το είδε να διπλώνεται και να καταρρέει. Ένα άλλο βέλος ήταν καρφωμένο στα πλευρά του.

Ο Αλέξανδρος και η συντροφιά του στράφηκαν προς μια ομάδα νεαρών ιππέων που πανηγύριζε με ιαχές την επιτυχία. Ένας από αυτούς είχε σηκώσει ψηλά το τόξο του και το κουνούσε θριαμβευτικά.

Ήταν ο Ερμόλαος. Όταν είδε την έφιππη ηγετική ομάδα να πλησιάζει, με τον Αλέξανδρο να κρατάει ακόμη στο χέρι του το τόξο και το αχρησιμοποίητο βέλος, ακινητοποιήθηκε και χλόμιασε.

¨Νόμισα πως δεν ήσουν εδώ¨ ψέλλισε.

Η έκφραση στο πρόσωπο του βασιλιά ήταν σκληρή.

¨Θα έπρεπε ίσως να σε συγχαρώ για την ευστοχία, αν και από τόσο κοντά δεν πρέπει να ήταν ιδιαίτερα δύσκολο. Όμως παρέβης τους κανονισμούς. Μη ξεχνάς πως είσαι ακόλουθος και όχι προπορευόμενος. Γι αυτό ο Ηφαιστίωνας θα αναλάβει να εφαρμόσει ό, τι προβλέπεται για αυτές τις περιπτώσεις¨.

Για αυτή την περίπτωση η ποινή που μνημονεύεται είναι η δημόσια μαστίγωση. Ο Ηφαιστίωνας διάταξε τον απείθαρχο παίδα να κατεβεί από το άλογό του και έδωσε εντολή σε έναν ρωμαλέο δούλο να εκτελέσει την τιμωρία επί τόπου, αμέσως.

Τον Ερμόλαο πόνεσε περισσότερο ο δημόσιος εξευτελισμός, παρά οι δυνατές βουρδουλιές του δούλου.

bactria_cretan_archer

Από εκείνη την ημέρα ο νεαρός ακόλουθος συγχώνευσε τις αντιρρήσεις και τις κριτικές για την πολιτική του βασιλιά με το προσωπικό του πάθος για εκδίκηση. Αισθάνθηκε ότι θα μπορούσε να είναι εκείνος που θα εξασφάλιζε μια σωτήρια αλλαγή πολιτικής, σύμφωνη με τα όσα πρέσβευαν οι παλιοί και, ταυτόχρονα, εκείνος που θα τιμωρούσε όσους, η μάλλον αυτόν  που τον προσέβαλε θανάσιμα. Πάντως δεν έκρυβε τη δυσθυμία του και έτσι υπήρξαν διάφοροι (ειλικρινείς και μη) που τον πλησίασαν για να τον διαβεβαιώσουν πως συμφωνούν μαζί του και πως είναι καιρός οι Μακεδόνες ευπατρίδες να διεκδικήσουν και πάλι την άσκηση των πατρογονικών δικαιωμάτων τους απέναντι σε έναν βασιλιά που έδειχνε τάσεις ¨θεοποιημένης¨ μονοκρατορίας.

Παρακινημένος και από αυτές τις προτροπές ο Ερμόλαος αποφάσισε να οργανώσει το φόνο του Αλέξανδρου. Στην πρόθεσή του αυτή μύησε ορισμένους από τους συνομήλικους φίλους του, γόνους σημαντικών οίκων, όπως τον Σώστρατο τον γιο του Αμύντα, τον Αντίπατρο, που ο πατέρας του ο Ασκληπιόδωρος είχε παλιότερα υπηρετήσει ως διοικητής στη Συρία,  τον Φιλώτα, γιο του Κάρση από τη Θράκη, τον Επιμένη, γιο του Αρσαίου και τον Αντικλή, γιο του Θεόκριτου.  Αποφάσισαν να θανατώσουν τον Αλέξανδρο την ώρα που θα κοιμόταν, όταν υπεύθυνος για την φύλαξή του θα ήταν ο Αντίπατρος.

«Την μάγισσα από τη Συρία, την θυμάσαι;» με ρώτησε η Θαίδα.  

«Την θυμάμαι», της απάντησα, «Τι τρέχει μ’ αυτήν;»

Θυμόμουν πράγματι αυτήν την παράξενη φυσιογνωμία που πότε κυκλοφορούσε ανάμεσα στους ανώτατους ηγέτες της εκστρατείας και πότε εξαφανιζόταν για καιρό. Απροσδιόριστης ηλικίας και αλλοπρόσαλλη μέχρι το σημείο να προκαλεί φόβο, διέθετε κατά βάθος μια σκοτεινή γοητεία και, παρά την υπόκωφη φωνή της, κατάφερνε να γίνεται πειστική. Ο Αλέξανδρος στην αρχή είχε δείξει να διασκεδάζει μαζί της, εν τέλει όμως έμοιαζε να δίνει προσοχή στα όσα ισχυριζόταν η μάγισσα. Ο μάντης  Αρίστανδρος δυσανασχετούσε και ήθελε να την απομακρύνει, αλλά ο βασιλιάς έλεγε ότι, τουλάχιστον όσον αφορά τις προβλέψεις για τα μελλούμενα, καλό είναι να υπάρχει πάντα διαθέσιμη μια δεύτερη γνώμη.

«Θα σου πω αυτά που κυκλοφόρησαν», είπε η Θαίδα. «Μια νύχτα, καθώς ο Αλέξανδρος επέστρεφε στη βασιλική σκηνή ύστερα από μια γιορτή που είχε οργανωθεί στο στρατόπεδο, μια γιορτή που συμπεριελάμβανε άκρατη οινοποσία και ενώ την ίδια στιγμή ο Ερμόλαος, επικεφαλής της ομάδας των νεαρών συνωμοτών περίμενε την έλευση του βασιλιά προκειμένου να εισβάλει και να τον σκοτώσει, η Σύρα μάγισσα εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά στην είσοδο της σκηνής, παρέκαμψε τους συνοδούς του Αλέξανδρου και του είπε ότι μεταφέρει ένα μήνυμα γι αυτόν. Μήνυμα που προέρχεται από τον κόσμο των Θεών: ¨Οι θεοί λένε να επιστρέψεις εκεί που ήσουν και να μην ξανάρθεις εδώ, παρά μόνον όταν το άρμα του Φοίβου ξαναφανεί ¨πλήρες φωτός¨ στον ουρανό¨».

110

 Ο Αλέξανδρος, από ό, τι είχε μάθει η  Θαίδα, είχε πιει και νύσταζε, παρόλα αυτά υπάκουσε στο ¨Μήνυμα των Θεών¨ και γύρισε πίσω στο συμπόσιο, όπου και παρέμεινε μέχρι το πρωί. Έτσι η απόπειρα εκείνης της νύχτας απέτυχε.  

Όλα αυτά διαδόθηκαν εκ των υστέρων, γιατί εντέλει, εκείνη τη νύχτα, προφανώς ελλείψει θύματος δεν έγινε καμία απόπειρα βασιλοκτονίας.

Οι μικροί όμως, μέσα στη διέγερση που τους είχε προκαλέσει και μόνο το γεγονός ότι είχαν βρει το κουράγιο να προετοιμάσουν μια τόσο ριψοκίνδυνη επαναστατική πράξη, δεν κράτησαν το στόμα τους κλειστό. Όχι όλοι. Κάποιος, νομίζω ο Επιμένης, εκμυστηρεύτηκε όλη αυτή την ιστορία σε έναν κολλητό του, ονόματι Χαρικλή. Εκείνος μάλλον θεώρησε ότι ο φίλος του τον δουλεύει και ότι πρόκειται για εφηβικές μεγαλοστομίες. Για να σιγουρευτεί ρώτησε τον μεγαλύτερο αδελφό του Επιμένη, τον αξιωματικό Ευρύλοχο.   Αυτός δεν ήξερε τίποτα, αλλά θεώρησε σωστό τα όσα – ανεπιβεβαίωτα-  έμαθε, έστω κι αν ενέπλεκαν και τον μικρό του αδελφό,  να τα αναφέρει αμέσως στον Πτολεμαίο του Λάγου, ο οποίος και πληροφόρησε σχετικά τον βασιλιά.

Ο Αλέξανδρος διέταξε οι εν λόγω βασιλικοί παίδες να συλληφθούν και να ανακριθούν. Η κατηγορία -σχεδιασμός φόνου του άνακτα- ήταν τέτοια που η ανάκριση συνεπαγόταν χρήση βασανιστηρίων. Οι νεαροί ομολόγησαν και ο Ερμόλαος αποδέχθηκε την κύρια ευθύνη.

Ο Αλέξανδρος θυμήθηκε το επεισόδιο με την μάγισσα. Η ημερομηνία συνέπιπτε με εκείνη της ημέρας κατά την οποία θα δρούσαν οι επίδοξοι δολοφόνοι. ¨Μήνυμα των θεών¨ ή η μάγισσα είχε μάθει με άλλο τρόπο τις προθέσεις των συνωμοτών; Οπότε είναι πιθανό να ήξερε κι άλλα. Διέταξε να την βρουν και να τη φέρουν μπροστά του, αλλά εκείνη είχε, ακόμη μια φορά, εξαφανιστεί.

Τώρα ήταν η σειρά της συνέλευσης των μακεδόνων να δικάσει την ομάδα των βασιλικών παίδων και να αποφανθεί για την τιμωρία τους.

Εν τω μεταξύ η υπόθεση είχε γίνει γνωστή και είχε ξεσηκώσει το ενδιαφέρον αυλικών, στρατιωτικών και συνακολουθούντων. Στην Αυλή ο Ανάξαρχος χρησιμοποιούσε ό, τι σόφισμα και όποιο ρητορικό σχήμα διέθετε, προκειμένου να εμπλέξει στην ¨συνωμοσία¨ εκείνους που θεωρούσε πολιτικούς του αντιπάλους, ή και προσωπικούς του εχθρούς, με πρώτο τον Καλλισθένη. Το βασικό του επιχείρημα ήταν πως οι μικροί δε θα μπορούσαν ποτέ να πάρουν τέτοιες πρωτοβουλίες χωρίς να τους υποκινεί και να τους ενθαρρύνει κάποιος μεγαλύτερος και πιο έμπειρος. Εξ άλλου, μήπως δεν είναι αλήθεια πως ο νεαρός Ερμόλαος παρακολουθούσε, και μάλιστα με αφοσίωση, τα μαθήματα που παρέδιδε από καιρού εις καιρόν ο Καλλισθένης στους βασιλικούς παίδες; Ή δεν είναι αλήθεια πως ο ακόλουθος έδειχνε να τον ενδιαφέρουν πέραν του δέοντος οι ¨ακραίες¨ φιλοσοφικές θεωρίες; Ή μήπως δεν υπάρχουν μαρτυρίες πως θαύμαζε τον συγγενή του Αριστοτέλη και τις απόψεις του;

images (22)

Ο Ολύνθιος, μου είπε η Θαίδα,  βρισκόταν ήδη  σε δυσμένεια και μάλλον δίσταζε να πάρει ανοιχτά πρωτοβουλίες για τη συγκεκριμένη υπόθεση. Είναι πιθανό να καταλάβαινε ότι οι Άλλοι προσπαθούσαν να τον εμπλέξουν και μάλλον είχε στρέψει τη προσοχή του στο να αποφύγει να συμπαρασύρει μαζί του τους στενότερους φίλους του. Γι αυτό και, όσο αφορά εμένα,  επέμενε να μείνω στην Αθήνα μέχρι ότου διευκρινιστεί η κατάσταση.

Πράγματι, οι εξελίξεις ήσαν αλλεπάλληλες και δραματικές.

Οι νεαροί οδηγήθηκαν στη Συνέλευση που συνεδρίασε ως δικαστήριο και όπου δεν επιτρεπόταν η παρουσία μη Μακεδόνων (όπως ο Καλλισθένης, ο Ευμένης ή και ο Ανάξαρχος). Τα λίγα πράγματα που είχε μάθει η Θαίδα για το τι συνέβη εκεί, προέρχονταν από τον Πτολεμαίο.

Στη δίκη ο Ερμόλαος αποδέχτηκε την κατηγορία της απόπειρας φόνου για την οποία και ανέλαβε ολόκληρη την ευθύνη∙ και όχι μόνον αυτό: παρουσίασε τον εαυτό του ως ¨τυραννοκτόνο¨ που προσπάθησε να απαλλάξει τους Μακεδόνες και τους λοιπούς Έλληνες από έναν ηγέτη που είχε γίνει αλαζόνας, θαυμαστής του ασιατικού τρόπου ζωής και διοίκησης, υποστηρικτής ανελεύθερων συμπεριφορών, όπως η προσκύνηση, και που είχε διαπράξει εγκλήματα όπως η θανάτωση γενναίων Ελλήνων σαν τον Φιλώτα, τον Παρμενίωνα ή, πιο πρόσφατα, τον στρατηγό Κλείτο. Η απόφαση που πήρε η σιωπηλή και σκυθρωπή αυτή συνέλευση ήταν η αποδοχή της ενοχής των κατηγορούμενων, ενώ η ποινή ήταν θάνατος και μάλιστα όχι με ακοντισμό, αλλά με λιθοβολισμό, όπως αξίζει στους προδότες.

Η δίκη ολοκληρώθηκε σύντομα, μέσα  στις πρωινές ώρες της ημέρας εκείνης, ενώ η εκτέλεση έγινε το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Ειπώθηκε ότι το μεσημέρι ανάμεσα στη δίκη και την εκτέλεση, ο Ερμόλαος και οι λοιποί συνωμότες συμπλήρωσαν την ομολογία, κατονομάζοντας τον Καλλισθένη ως εμπνευστή και καθοδηγητή της ομάδας. Με βάση αυτήν -την υποτιθέμενη- μαρτυρία, την επομένη μέρα ο Ολύνθιος συνελήφθη. 

τοξοτης

……….

[1] Ορισμένοι επίλεκτοι γόνοι των μακεδόνων ευγενών υπηρετούσαν ως ¨βασιλικοί παίδες¨ από δεκατεσσάρων έως εικοσιενός ετών. Ακολουθούσαν και υπηρετούσαν τον Άνακτα, ενώ παράλληλα εκπαιδεύονταν στην στρατιωτική και τη διοικητική τέχνη.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.

 
Αρέσει σε %d bloggers: