SUDAN, ιστορίες freak-ασέ (part 2)
Posted by vnottas στο 3 Ιουνίου, 2020
Από τον (μοτοκυλιόμενο) αρχιτέκτονα – κένταυρο – ταξιδευτή Βασίλη Μεταλλινό
WARNING! DANGER!!!
Do not read this until you have read SUDAN, Ιστορίες freak-ασέ (Part 1)
After you have read it …it is safe to continue reading.
Αργά τ’ απόγευμα σταματώ έξω από την πόλη Berber κοντά στη συμβολή του ποταμού Ατμπάρα και του Νείλου, βλέποντας ένα χίπικο WV Transporter ενός ζευγαριού Ολλανδών και το ποδήλατο ενός Γερμανού.
Το ζευγάρι (δεν θυμάμαι ονόματα) ταξίδευε προς το Μπουρούντι για ένα φιλανθρωπικό έργο σε μια φτωχή τενεκεδούπολη της Bujumbura , ψάχνοντας ένα πνευματικό έρεισμα. O τύπος «έσπρωχνε» και κάτι περιοδικά με θεματολογία που εκτείνονταν από τη δύναμη των κρυστάλλων, τις ολιστικές θεραπείες και τις ψυχικές δονήσεις μέχρι οδηγίες για επιλεκτική μετενσάρκωση …σε τιμές όχι μεγαλύτερες της πρωτότυπης έκδοσης του 1914 των «Dubliners» του Τζέιμς Τζόις… Γενικά το ζευγάρι θύμιζε κάτι τύπους σε ντοκιμαντέρ του Channel 5 για απάτες «volunteer traveling», πλαστά traveler cheques κλπ …ενώ ένοιωσα και το πορτοφόλι μου να κλείνει ενστικτωδώς …σαν στρείδι που μυρίζεται κίνδυνο.
Ο Γερμανός ποδηλάτης, 60 plus, πάστορας της «Εκκλησίας των Αντβεντιστών της Έβδομης Μέρας» ταξίδευε μόνος προς την Αίγυπτο.
Ψωνίσαμε kajaik (ξερό ψάρι απ΄το Νείλο), gurrassa (λεπτές πίτες) και tamiya (σαν φαλάφελ) στρώσαμε τραπέζι ρεφενέ. Τα λίγα φαγητά εξαφανίστηκαν σαν σολωμός σε μπουφέ δεξίωσης Αντιδημαρχίας Πολιτισμού… Ένοιωσα κουρασμένος και ξάπλωσα στο sleeping bag με μια αίσθηση ότι διανυκτερεύω στο ράντσο του Charles Manson, ακούγοντας το Radio Salam 963 απ’ τα ηχεία του WV, αναμειγμένη με την χαμηλόφωνη λογοδιάρροια των Ολλανδών διατυπώνοντας ενστάσεις στο Γερμανό πάστορα σχετικά με την Δεύτερη Έλευση. Σκεπτόμενος ότι φτωχή και ξυπόλυτη περπατεί η ανθρώπινη Γνώση μπροστά στα θρησκευτικά ερωτήματα, βυθίστηκα σε μια ληθαργική έκσταση…
Πρώτος ξύπνησε ο πάστορας ποδηλάτης κατά τις τεσσεράμισι, πριν αρχίσει να βαράει με απονιά ο καυτός ήλιος …σαν νταμπλάς από βρασμένη οξιά.
Οι Ολλανδοί ξενύχτησαν με βραδυφλεγείς διάρροιες, προδομένοι από κάτι πουλερικά με σαλμονέλα που είχαν καταναλώσει την προηγούμενη μέρα. Τους άφησα ένα κουτάκι imodium κι όταν βεβαιώθηκα ότι στανιάρανε, ξεκίνησα το ταξίδι μου γιατί το ζεματιστό χνότο από την έρημο της Νουβίας άρχισε να καίει τη σέλα της μοτοσυκλέτας.
Το απόγευμα έξω από τη Dongola είδα ένα «zebra coloring» Jeep μ΄ ένα ζευγάρι Γερμανών να κατασκηνώνει κάτω από κάτι δέντρα. Ο Λάρς 50άρης με κεραμιδί μαλλί σαν βετεράνος πορνοστάρ και η γυναίκα του η Τούλα 45άρα τροφαντή με γυμνασμένα πόδια σαν σέντερ μπακ, χαμογελαστή και με κινήσεις Τσάρλι Τσάπλιν έβραζε σ’ ένα κατσαρολάκι wurst, κλείνοντας ηδονικά τα μάτια πάνω από τις μυρωδιές. Την έβγαλα -ως συνήθως- με δυό κουταλιές ταχινόμελο και συμφωνήσαμε με τους Γερμανούς να συνεχίσουμε παρέα προς Βορρά, μια κι αυτοί επέστρεφαν χωρίς άσκοπες στάσεις στην Γερμανία.
Το 3κιλο τενεκεδένιο δοχείο με τον σφιχτό καφέ πολτό (ταχίνι-μέλι σκόνη βρώμης), πριν μερικές μέρες παραλίγο να με μπλέξει σ΄έναν στρατιωτικό έλεγχο στη Ν. Αίγυπτο… Νομίζοντας ότι είναι εκρηκτικό οι στρατιώτες με σημάδευαν με τα όπλα τους, ενώ εγώ φανταζόμουνα ήδη τον εαυτό μου στο ψυγείο του Δήμου της Σοχάγκ, μ’ ένα καρτελάκι στο δάχτυλο του ποδιού μου. Τελικά ο πιο ψύχραιμος το μύρισε μετά δραματικών συσπάσεων του προσώπου του και φώναξε: «Ταχίνα, ταχίνα!» Οι υπόλοιποι κατέβασαν τα όπλα τους γελώντας, με χαιρέτησαν με «σαλάμ αλέκουμ» κι απομακρύνθηκαν ησύχως…
Το επόμενο πρωί, μετά τον καφέ, ο Λαρς προθυμοποιήθηκε να με ξαλαφρώσει από ένα βαρύ σακ βουαγιάζ, που έδενα στη σέλα της μηχανής, γεμάτο ανταλλακτικά, εργαλεία, σαμπρέλες κλπ. Φτάνουμε Wadi Halfa.
Η ιστορία της επιστροφής με το σαράβαλο ποταμόπλοιο γνωστή… Να μην επαναλαμβανόμεθα.
Στα Αιγυπτιακά σύνορα οι καθυστερήσεις και το σπάσιμο νεύρων των τελωνειακών, θα έκαναν θιβετιανό μοναχό να τσιρίζει στις ψηλότερες νότες του rigoletto…
Μετά από 8 ώρες με ελέγχους σε carnet de passage, προμήθεια βίζας, αιγυπτιακής άδειας οδήγησης, αιγυπτιακών πινακίδων κυκλοφορίας, ασφάλειας οχήματος κλπ κλπ, με συχνές ξαφνικές διακοπές για προσευχή και δώστου χαλάκια κι επικύψεις και «Σουμπχάνα Ράμπι αλ Ααδίμ» κι «Αλλάχου Άκμπαρ» κι ενώ τελειώναμε με τον έλεγχο οχημάτων -άλλων για ναρκωτικά, άλλων για όπλα- γίνεται η στραβή…
Ο Λαρς κουβαλάει περίστροφο! Παρόλο που δεν φαίνονταν να ΄χει σχέση με τη σικελική τσιμεντοποιία, ούτε με serial killer που ανακοινώνει τον επόμενο φόνο στις αγγελίες της Frankfurter Algemeine, το ‘χε -ο άτιμος- δεμένο στη γάμπα και σ΄ενα σκύψιμο το κυαλάρισε ο τελωνειακός κι αρχίσαν οι σφυρίχτρες κι ο συναγερμός! Πλακώσανε οπλισμένοι διάφοροι τελωνειακοί και συλλαμβάνουν τον Λαρς ενώ η Τούλα έφραζε αποτροπιασμένη με το χέρι το ορθάνοιχτο στόμα της …όπως στον βουβό κινηματογράφο όταν ξαφνιάζονται.
Γδύνουν το τζιπ και μόλις βρίσκουν το δικό μου σακ βουαγιάζ με τ’ ανταλλακτικά, ο Λαρς δείχνει τον πάγκο που καθόμουνα και με φωνάζουν να τον ανοίξω.
Με φρόνιμα περντέ πιλάφ και την καρδιά να βροντάει σαν τον βομβαρδισμό της Βαγδάτης, παίρνω τον σάκο να τον μεταφέρω στην μοτοσυκλέτα μου -κάνοντας τον αδιάφορο- αλλά με σταματάει ένας τύπος με πολιτικά φτυστός ο Τούρκος Ibrahim Tatlises και γαργαλώντας την ασφάλεια του περιστρόφου του αρχίζει κάτι ακατάληπτα αγγλικά σε Sol maggiore… Ανεβάζει το μπινελίκι σε La, δεν καταλαβαίνω γρι…
…και ρίχνει και το ρεφρέν σε Do δίεση:
«Mister, you are under arrest!»
Μπλέξαμε!
To κρατητήριο στο αστυνομικό τμήμα του Aswan, έφερνε σε κακέκτυπο του Στόουνχεντζ, με απίστευτους σκοτεινούς λαβύρινθους, δυσωδία από μούχλα, κατσαρίδες, σκνίπες και φρέσκα σκατά… Έμεινα τρεις ώρες σ΄ένα κελί μ’ έναν απατεώνα που άλλαζε σε ξένους φωτοτυπημένα χαρτονομίσματα κι ένα τύπο με σπασμένη μύτη και αλμπενί λήσταρχου καραβανιών της Σαχάρας, που σε μια διαφωνία με τη σύζυγο για το ποιος θα κρατάει το τηλεκοντρόλ, της κάρφωσε ένα κατσαβίδι στο μάτι… Οι Γερμανοί είχαν μπουζουριαστεί γι΄ανάκριση και δεν τους ξαναείδα ποτέ.
Το γραφείο του ανακριτή ήταν άνετο κι έμεινα για 20 ώρες καθισμένος σ΄ένα καναπέ απαντώντας σ΄ερωτήσεις και προσπαθώντας ν’ αποδείξω ότι δεν είμαι τρομοκράτης, ούτε κατάσκοπος. Μ΄ενημέρωσαν ότι οι Γερμανοί «πάνε» για ισόβια και μου κάναν την ψυχολογία ναυτικό κόμπο, λέγοντάς μου ότι θεωρούμαι συνένοχος για παράνομη εισαγωγή όπλου.
Ζήτησα να τηλεφωνήσουν στον Χασάν και στο Ελληνικό Προξενείο. Σε λίγη ώρα ένας τελωνειακός που είχε αδελφό που δούλευε σε αλιευτικό στην Καλαμαριά και προσπαθούσε να βγάλει άκρη και να με βοηθήσει, μου λέει ότι τα σκάτωσα! O Χασάν επιδιδόταν σε κατασκοπεία για λογαριασμό της Λιβύης και «τι δουλειά είχα εγώ μ΄ένα Λίβυο κατάσκοπο κι έναν Γερμανό με όπλο?» ενώ παράλληλα ακούγονταν απ’ έξω κάποιος που έσκουζε σαν να τον πετούσαν από το φράγμα του Ασουάν…
Ανεπαισθήτως νόμισα ότι πρωταγωνιστώ στην ιστορία του Ζεράρ ντε Βιλιέ «Η συνομωσία του Καΐρου» έστω και με κελεμπιοφόρο πρίγκηπα, που στο τέλος θα «καθάριζε» και το φινάλε θα μ’ έβρισκε σε μια σουίτα του Nile Ritz-Carlton, με 2-3 αχλαδόσχημες καλλονές, με ευρύπυγα κορμιά της λαγγεμένης Ανατολής, βγαλμένες απ΄τους Αιγυπτιακούς καταλόγους της Victoria’s Secret, μέσα σε μπουρμπουριστά χαμάμ, εν μέσω νεφών και μεθυστικών αρωμάτων κλπ κλπ
Η είσοδος στα γραφεία ενός αρκουδοειδούς αστυνομικού που κρατούσε απ’ το σβέρκο έναν πιτσιρικά σαν κρεμασμένη πάπια σε βιτρίνα της Chinatown, μ’ επανέφερε στην πραγματικότητα…
Παρόλο που έχω κάνει πολλά βήματα στην τέχνη της δημιουργικής καταστροφής όλων των αναστολών και φόβων, ομολογώ ότι πίστεψα ότι εδώ τέλειωσαν τα πάντα! Θυμήθηκα τους Έλληνες ναυτικούς που σάπισαν στις Αιγυπτιακές φυλακές κι ότι στις Αραβικές χώρες -σε τέτοια θέματα- δεν χωράνε βύσματα και κόλπα νοτιοβαλκανικής χώρας του Μεσογειακού Αρχιπελάγους…
Παρηγοριά μου η σκέψη ότι διάλεξα να ζήσω σ΄ένα αβέβαιο κάτι …πάρα σ΄ένα σίγουρο μηδέν. Δεν μετάνιωσα…
Έχασα την αίσθηση του χρόνου κι έκλεισα εξουθενωμένος τα μάτια…
Ξημερώματα με ξυπνάει ένας αστυνομικός, μου δίνει ένα φλιτζάνι τσάι και με οδηγεί μ΄ένα τζιπ στον χώρο που είχαν βάλει την μοτοσυκλέτα μου. Μου δίνει όλα τα προσωπικά μου έγγραφα και μου λέει ότι είμαι ελεύθερος να φύγω. Από την κόλαση στον παράδεισο!
Σταματώ σ’ ένα φούρνο για δύο ζεστές αραβικές πίτες, τις πασαλείβω με ταχινόμελο και τις τρώω με βουλιμία. Πίνω έναν δυνατό καραβίσιο και ξεκινώ να βρω την Eastern Desert Road προς βορρά. Με το που μπαίνω στην έρημο κι οδηγώντας και πάλι μόνος, θυμάμαι τα λόγια του Γερμανού πάστορα ποδηλάτη:
«Η πραγματική περιπέτεια δεν γράφεται με το μελάνι του Θεού αλλά με τα σκατά του διαβόλου»…
.
the end
Σχολιάστε