Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Ένα ποίημα για τον Μέμνωνα…

Posted by vnottas στο 2 Αυγούστου, 2021

Ποίημα του Λευτέρη Μυλωνά με αναφορές στην αρχική περίοδο της μεγάλης ασιατικής εκστρατείας  του Αλέξανδρου και κεντρικό ήρωα τον Ρόδιο στρατηγό Μέμνωνα (μισθοφόρο στην υπηρεσία του Δαρείου)

      ΜΕΜΝΩΝ ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ

Δεν το εσυνήθιζε, κατά τις εκστρατείες

σε κατάλυμα διακριτό να μένει

και γύρω, οι λογιώ – λογιώ μισθοφόροι να το

                                                       ξέρουν

Προτιμούσε ν’ αγρυπνά, για τα μελλούμενα

των αστεριών, ο ίδιος να τα ερμηνεύει.

Από τον καιρό του Αρτάβαζου, κρυφό, τον

                                                    Μυρσία

υπασπιστή του είχε, από τα προξενιά, που

τούταξε, με μια όμορφη λινδιακιά

που του γλύκαινε τη ζωή και δεν άφησε

                                                 ποτέ του

Στο καθήκον του πιστός, ο μυστικός

θα  κατηφόριζε προς τα κακόφημα της

                                                   Λέσβου

πληροφορίες να συλλέξει. Της περσίδας

μάνας του αρχιναύαρχου, το φυλαχτό

πέρασε στο λαιμό του, πριν ξεπορτίσει

Το βράδυ, μονάχος, ο  στρατηγός θα κοίταζε

                                                    τον κόσμο

Ωστόσο, κάτι τούφεραν να δειπνήσει

δίχως ιδιαίτερες, πρόσεξε, προφυλάξεις

Πριν το ξημέρωμα, ένας σφάχτης

την αναπνοή τούκοψε και ιδρώτας

μούσκεψε τα λιτά στρωσίδια.

Όσο προσπαθούσε, τη μορφή της μαγείρισσας

να φέρει στο νου του, χίλιες άλλες μορφές

ξεφύτρωναν μπροστά του.

Νάτος, καβαλάρης ζωηρός, ο Παρμενίων

επικεφαλής  του μακεδονικού ιππικού

μαινόμενος κι ανήμπορος να διασπάσει

τους δικούς του μισθοφόρους, μη μακεδόνες

όπως, αναθυμάται, χαλαρά κι έξυπνα τους είχε

                                                        παρατάξει

Από τότε, από μακρυά, έξω από τα σύνορα της

                                                          Φρυγίας

ο μοναδικός στρατηγός του Φιλίππου

του κούναγε τα λάβαρα, όσες φορές ο σεβαστός

                                                          αντίπαλος

του έστελνε χαιρετίσματα, με φρέσκο

                                                  μελεκούνι

ραντισμένο με ανθόνερο, να μοσχομυρίζει το

                                                        καλάθι

φερμένο, από αδειούχους ροδίτες

                                              μισθοφόρους.

Πως βρέθηκε στο παλάτι του Μεγάλου

                                                      Βασιλιά

ούτε  που το κατάλαβε, μέσα στον ιδρώτα.

Η αίθουσα του θρόνου γεμάτη όλων των

                                                        ειδών

πολύχρωμες στολές. Σκούφοι, καπέλλα

ψηλά, χαμηλά, ανάλογα με το αξίωμα του

                                                      καθένα

Ο ίδιος, έμεινε ασυγκίνητος, από τα μεγαλεία

                                                     γύρω του

Αν και ήτανε στρατηγός, ντυμένος πήγε

με  ένα δωρικό χιτώνα, δίχως άλλο περιττό

Αδιαφορώντας για τις φωνές και τη φασαρία

                                                     γύρω του

Προσπαθούσε να πείσει το Δαρείο και τους

Πέρσες στρατηγούς, για το δικό του

                                                  στρατήγημα

Πως, μ΄ένα τρόπο μονάχα θα μπορούσαν

να αποτρέψουν  το νεαρό Μακεδόνα

                                                   Βασιλιά

Φωτιά, στάχτη και πείνα

και όλα τα σχέδια δικά του

Όμως νευρίαζε όλο και περισσότερο

καθώς  έβλεπε τον Αρσίτη, κολλημένο στο αυτί

                                                    του Δαρείου…

Έτσι τα κατάφερε, ο πονηρός να κερδίσει την

                                                         αρχηγία.

Στο Γρανικό σαν βρέθηκε, απέναντι

να  τον κτυπά ο ήλιος και να τον τυφλώνουν

οι αντανακλάσεις πάνω στις περικεφαλαίες και τις

                                                            σάρισες

Άσχημα τον ζώσανε προαισθήματα

Ακόμα και τώρα, του σηκώνεται η τρίχα

Διαταγή ήτανε, να τοποθετηθεί μακρυά

από  τον Παρμενίωνα, στην άλλη άκρη της

                                                  παράταξης

Καμιά  δόξα, αυτής της μάχης να πάρει.

Παρόλο που δουλειά των πεζών ήτανε η πρώτη

στην όχθη, υποδοχή των Μακεδόνων

Οι Πέρσες ιππείς και ελάχιστοι δικοί του

άρχισαν να πνίγονται στον ήσυχο ποταμό

Δεν ήτανε τίποτα, μετά τη λοξή επίθεση του

                                                       Φιλώτα

να ορμήξει και ο Αλέξανδρος που το

αίμα του έβραζε και σύμμαχό του είχε το

                                                       Φοίβο

Πριν, παντού,  μαθευτεί ο θάνατος του

                                                      Αρσίτη

από τα ίδια τα δικά του χέρια

Νοιώθοντας ο ίδιος, ακόμα, ζωντανός

σ΄ αυτή τη δύσβατη με γούβες μεριά

μούσκεμα από τα νερά του ποταμού

που τον ράντιζαν, αδιάκοπα, οι οπλές των

                                                     αλόγων

από ένστικτο προτίμησε τη σύμπτυξη των

                                                ανδρών του

παρά την άσκοπη απώλεια ζωών, που

ανάμεσά τους μπορεί και νάταν ο, κάποτε

                                                 μαθητής του

Μέσα στο λήθαργό του, σκεφτόταν ανακουφισμένος…

Από τους Έλληνες του Αρσίτη, όσοι ξέμειναν

σκόρπιοι, στα διπλανά πρανή, είχανε την τύχη των

καρπουζιών…

Ενέργεια, θυμάται, για την οποία, αποσπούσε

τα χάδια της γοητευτικής Βαρσίνης

μέσα στον όμορφο κήπο του σπιτιού τους

Ήτανε τότε  που της είχε χαρίσει, από

εβραίους  χρυσοχόους καμωμένο, καρφίτσα

με ολόχρυσο κόκκινο Ιβίσκο

το Ρόδο της Ρόδου, ονομαστό

όταν ξαφνικά, μ’ ένα πήδημα

βρέθηκε ψηλά, το όμορφο νησί ν’ αγναντεύει…

Από τότε η σοφή Βαρσίνη, τον κόκκινο

                                                       Ιβίσκο

ποτέ δεν αποχωρίστηκε, ούτε κι όταν

χάρισε στον Αλέξανδρο τον πρώτο του γιό

                                                     τον Ηρακλή.

Ωστόσο, τίποτα δεν απότρεψε

το παιχνίδι της ειμαρμένης

Οι επίγονοι, να φαρμακώνουν τους

                                    διαδόχους

και στο όνομά τους

τύμβους μεγαλόπρεπους να

                                      κτίζουν

Κι ό,τι πολύτιμο τους είχε   

                                     χαρισθεί

στην πυρά να το διαλύουν

που τίποτα να μην θυμίζει

και την αξία του να μην τη

                                     χάνουν

                                   Τέτοιο το ριζικό και του   Κόκκινου

                                                                 Iβίσκου…                                           

                                            ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΜΑΝΩΛΑΣ

Ένα Σχόλιο προς “Ένα ποίημα για τον Μέμνωνα…”

  1. Χ. Παπαθανασίου said

    Συγχαρητήρια!

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.

 
Αρέσει σε %d bloggers: