Κυκλοφόρησε από τις εκδ. Παπαζήση η νέα ποιητική συλλογή του Λευτέρη Μανωλά
Ποιήματα και ποιητικά κείμενα από τον Ηλία Κουτσούκο.
*
Η νέα συλλογή ποιημάτων του Νίκου Μοσχοβάκου.
*
Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Τηλέμαχου Χυτήρη ¨Ημερολόγιο μιας επιστροφής¨ από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨
.
*
¨Απριλίου ξανθίσματα¨.
Κυκλοφόρησε η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου, από τις εκδόσεις Μελάνι.
Αισθάνθηκε μια δαγκωνιά
στη μνήμη.
Ήταν το παρελθόν
που σαν αδέσποτο σκυλί
είχε επιτεθεί στο είναι του.
Οι σταγόνες αίμα που έσταξαν
κοκκίνισαν τις εικόνες.
***
Η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μυλόπουλου ¨Τέλος της Περιπλάνησης¨. Από τις εκδόσεις ¨Γαβριηλίδης¨
***
Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου
¨Αιφνίδια και διαρκή¨
Ο Θηβαίος στρατηγός Επαμεινώνδας οξυδερκής καθώς ήταν αλλά και θαρραλέος επινόησε πως έπρεπε να διορθώσει την ιστορία χωρίς αναβολές. Ασυμβίβαστος εκστράτευσε κατά της Σπάρτης με τον δαίμονα της υπερβολής κάτι σαν σαράκι να τρώει τα σωθικά του κι επέτυχε ν’ αλλάξει τον ρου τ’ αρχαίου κόσμου. Το πλήρωσε βέβαια στην Μαντίνεια πανάκριβα με τη ζωή του όμως διόρθωσε έστω για μια στιγμή την ανιαρή ιστορία. Δεν ήταν δα και λίγο αυτό. *****
Γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος
*****
Γραφει ο Gianfranco Bettin
*****
Γράφει ο Νίκος Μοσχοβάκος
Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ
Τώρα που τάπαν όλα οι ποιητές
εσύ τι θα γράψεις ;
μου αντέτεινε
η άπτερος Νίκη της Σαμοθράκης.
Κι εγώ την αποκεφάλισα.
[Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Πορτρέτο του Νίκου - Λάδι]
Η ΣΥΜΒΟΥΛΗ
Πάντοτε μούδιναν την συμβουλή
να γίνω τέλειος.
Έτσι μίσησα την τελειότητα
κι επιδόθηκα στην λατρεία των ατελειών.
Έχω λοιπόν πολλά να κάνω
αναζητώντας μέσα από ελλείψεις
τον εαυτό μου σε πείσμα των τελειομανών
που επαναπαύονται στον μοναδικό δρόμο τους
με την σιγουριά του αλάθητου.
Εγώ πορεύομαι μες τις αμφιβολίες
και τον κίνδυνο του ατελέσφορου στόχου
ποτέ παροπλισμένος αφού πάντα μάχομαι.
*****
[Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Λάδι σε χαρτόνι - Γενάρης 2015]
Tα πνευματικά δικαιώματα όλων των εικόνων και των μουσικών που αναδημοσιεύονται εδώ ανήκουν αποκλειστικά και μόνο στους δημιουργούς τους.
Κοινωνία, επικοινωνία, εξουσία: Από τον Βωμό και τον Άμβωνα στην οθόνη. Η περίοδος της προφορικότητας και οι επικοινωνητές της. Μια κοινωνιολογική προσέγγιση στην ιστορία της επικοινωνίας και των μέσων. Εκδότης: Ι. Σιδέρης. Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας. Σειρά: Δημοσιογραφία και ΜΜΕ. Έτος έκδοσης: 2009 . ISBN: 960-08-0468-0. Τόπος Έκδοσης: Αθήνα Αριθμός Σελίδων: 302 Διαστάσεις: 24χ17 Πρόλογος: Κώστας Βεργόπουλος. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλίκ στην εικόνα
Συλλογή κειμένων: ΜΜΕ, κοινωνία και πολιτική. Ρόλος και λειτουργία στη σύγχρονη Ελλάδα. Επιμέλεια: Χ. Φραγκονικολόπουλος Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, 2005 Αριθμός σελίδων 846. ISBN 960-08-0353-6, Κείμενο Β. Νόττας: ¨Επικοινωνιακή και πολιτική εξουσία τον καιρό της επέλασης των ιδιωτών¨ (σελ. 49). Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.
Β΄Έκδοση. Εκδόσεις Ι. Σιδέρης. NovelBooks. Έτος έκδοσης: 2012. Αριθμός σελίδων: 610. Κωδικός ISBN: 9609989640. Εισαγωγικό σημείωμα στη 2η έκδοση: Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου.
Vivere pericolosamente Ανθολογία διηγημάτων: 26 ιστορίες από την Ιταλία. Εκδόσεις: Αντίκτυπος. Αθήνα: 2005 Σελίδες: 342. Κείμενο Β. Νόττας: ¨Το διαβατήριο¨. Ανάρτηση στο Ιστολογοφόρο: Κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου
Εκδότης: Αρχέτυπο. Συγγραφέας: ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΟΤΤΑΣ. Κατηγορίες: Φανταστική Λογοτεχνία. ISBN 978-960-7928-83-2. Ημερομηνία έκδοσης: 01/01/2002. Αριθμός σελίδων: 512. Αναρτήσεις στο Ιστολογοφορο: κλίκ στην εικόνα του εξώφυλλου.
Η «κατασκευή» της πραγματικότητας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αθήνα 1998. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου που οργανώθηκε από το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συλλογικό έργο. Έκδοσεις: Αλεξάνδρεια. Διαστάσεις: 24Χ17. Σελίδες: 634. Κείμενο Β. Νόττας: Κοινωνιολογικες παρατηρησεις πανω στην οπτικοακουστικη αναπαρασταση της συγχρονης ελληνικης πραγματικοτητας. Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα
Ενα κείμενο στο βιβλίο του Κώστα Μπλιάτκα ¨Εισαγωγή στο τηλεοπτικό ρεπορτάζ" . Εκδόσεις ¨Ιανός¨ με τίτλο ¨Αξιοπιστία και οπτικό ρεπορτάζ¨
Περιοδικό ¨Εξώπολις¨ Τεύχος 12-13. Κείμενο με τίτλο ¨Το ραδιόφωνο των ονείρων. Ένα δοκίμιο περί ήχων φτιαγμένο με επτά εικόνες¨. Στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.
Συμμετοχή σε λογοτεχνικό παιχνίδι σχετικό με τον (υποτιθέμενο) συγγραφέα Άρθουρ Τζοφ Άρενς. Δημοσιευμένο στο περιοδικό ¨Απαγορευμένος πλανήτης" τεύχος 6 (εκδόσεις ¨Παραπέντε¨). Για το πλήρες κείμενο κλικ στην εικόνα.
¨Το Δεντρο¨ Τεύχος: 17-18 . Βασίλης Νοττας: Συζήτηση για τον κοινωνικό χώρο της Θεσσαλονίκης.
Διδακτορική Διατριβή ¨Δημόσια μέσα μαζικής επικοινωνίας και συμμετοχική Πολεοδομία¨. Σελίδες:788. Ψηφιοποιημένη στη βιβλιοθήκη του Παντείου
*
Συγγραφικά φίλων
Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Νίκου Μοσχοβάκου (κλικ στην εικόνα)
Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Ηλία Κουτσούκου (κλικ στην εικόνα)
Μοτο-ταξιδιωτικά από τον Βασίλη Μεταλλινό (κλικ στην εικόνα)
Κάποιες απόψεις και άρθρα…
Η γυναίκα τανάλια * Όταν ο Χάρι Πότερ συνάντησε τα λόμπι * Ο μικρός ήρωας * Πώς έκοψα το κάπνισμα και άλλα
Προσπάθεια απόδοσης στα ελληνικά του ¨Μπλουζ σε δεκάξι¨ (Στέφανο Μπέννι). Δεύτερο μέρος, όγδοος μονόλογος: Ο Πατέρας. [Τελευταίο- ολόκληρο το θεατρικό κείμενο (8+8 μονόλογοι ) του Benni στη δεξια στήλη κάτω από τον τίτλο ¨Μεταφράσεις ποιημάτων και σχεδιάσματα κειμένων¨].
Κι επειδή, όπως έχουμε ξαναπεί, τίποτα το καλλιτεχνικότερο από τις προσπάθειες των ερασιτεχνών, να μια ακόμη παράσταση φτιαγμένη με μεράκι και γνήσια αγάπη για τη θεατρική τέχνη. Από την ομάδα ¨Θεάτρου Περιπέτεια¨ «Η τελευταία διαθήκη» με βάση το έργο του Ι. Καμπανέλλη ¨Τα τέσσερα πόδια του τραπεζιού¨. Σκηνοθεσία Ηλίας Λουκάτος,. Παίζουν: Ελίζα Ισαακίδου, Τάσος Παπαγεωργίου, Ηλίας Λουκάτος, Κλεοπάτρα Μπαμπαράτσα, Άννα Λειβαδιώτου, Δέσποινα Ρετσινά, Χρήστος Δελτσίδης, Αντώνης Κακαμούκας, Σοφία Κασούρη – Νόττα, Κώστας Τζούρτζιας, Αντωνία Φαρμάκη, Μαρία Περμεκενλή. Την Παρασκευή 5, Σάββατο 6 και Κυριακή 7 Μαίου, ώρα 21:00 στο θέατρο Σοφούλη, Τραπεζούντας 5 (Σοφούλη)
[Με τον μονόλογο της Νεκροκεφαλής ολοκληρώνεται το πρώτο μέρος -primo movimento το λέει ο Στέφανο Μπένι- του ¨Μπλουζ σε 16¨. Όπως είδατε, γοητεύτηκα, κόλλησα και μετέφρασα περισσότερους μονόλογους από όσους είχα προαναγγείλει. Υπάρχει ωστόσο άλλο τόσο ¨μπλουζ¨, όπου οι ήρωες ξαναμονολογούν. Ίσως τους δούμε μαζί στο προσεχές μέλλον. Τώρα λέω να επιστρέψω στους (παραμελημένους) ήρωες του ιστορικού μυθιστορήματος].
Εδώ παρακάτω, η απόπειρα απόδοσης στα ελληνικά του τρίτου μονόλογου από το ¨Μπλουζ σε 16¨ του Στέφανου Μπένι. Εδώ μιλάει η Μάνα και απευθύνεται σε μας τους άλλους και στον Πατέρα.
Δεκαετία του ’80. Νύχτα. Ένας πατέρας, άνεργος εργάτης, νιώθει κακό προαίσθημα και παίρνει τους δρόμους. Καταλήγει σε μια αίθουσα βιντεοπαιχνιδιών την ώρα που γίνεται ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα σ’ έναν μπράβο-κίλερ και μια ομάδα μικροκακοποιών. Ο κίλερ πυροβολεί στα στραβά και ο πατέρας, που μπαίνει ανάμεσα για να προφυλάξει το γιό του, πεθαίνει.
Ο Στέφανο Μπένι (κατά την γνώμη μου ένας από τους πιο ενδιαφέροντες συγγραφείς της γειτονικής Ιταλίας) διαβάζει στις εφημερίδες τη (μικρή) είδηση για το επεισόδιο, εμπνέεται και αποφασίζει να το καταγράψει σε στίχους. Προκύπτει έτσι το Μπλουζ σε Δεκάξι (στροφές).
*
Χτες το βράδυ δεν κλείναν τα μάτια μου. Παίρνω ένα βιβλίο (Η καθημερινή ζωή στην ελληνιστική Αλεξάνδρεια) από εκείνα που έχω σωρεύσει για την τεκμηρίωση του (γνωστού στους επισκέπτες του Ιστολογοφόρου) ιστορικού μυθιστορήματος και προσπαθώ να το διαβάσω (αποκοιμιστικά), αλλά δε τα καταφέρνω γιατί (δε ξέρω αν φταίει η συγγραφέας ή η μετάφραση, μάλλον και τα δύο) είναι τόσο κακογραμμένο που μου ανεβάζει την αδρεναλίνη.
Σηκώνομαι και ψάχνω κάτι άλλο. Βρίσκω το μικρό τευχάκι με το ¨Μπλούζ¨. Το έχω φέρει επιστρέφοντας από την Ιταλία, δε θυμάμαι πότε, αλλά έχει τρυπώσει ανάμεσα σε άλλα ευτραφέστερα βιβλία και μου έχει διαφύγει.
Αρχίζω να το διαβάζω και κολλάω. Ο Μπένι γράφει ποίηση χωρίς μεγαλόσχημες λέξεις. Ποίηση συναρπαστική και (μου φαίνεται) μεταφράσιμη. Λέω να αποπειραθώ την απόδοση στα ελληνικά καναδυό στροφών. Ξενυχτάω χωρίς παράπονα και γκρίνιες.
Το Μπλούζ έχει οκτώ χαρακτήρες που μονολογούν δυο φορές ο καθένας: ο τυφλός Μάντης, ο Πατέρας, η Μάνα, ο Γιος, η Λίζα, η Πόλη (αίθουσα βιντεοπαιχνιδιών), ο Κίλερ και η Νεκροκεφαλή.
Τις προάλλες βρέθηκα σε μια ακόμη θεατρική παράσταση στο Δήμο Πυλαίας. Αυτή τη φορά στο θέατρο Ανατολή, από την ομάδα ¨Θεατρική Πύλη¨. Ήταν η τελευταία παράσταση της ¨Αυλής των θαυμάτων¨. Νόμιζα ότι τα θεατρικά κείμενα του Καμπανέλλη δε μπορεί παρά να είναι πλέον κάπως ξεπερασμένα. Έκανα λάθος. Όταν το ανέβασμα γίνεται με έμπνευση και πάθος από μια ομάδα εραστών της θεατρικής τέχνης όπως αυτή, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι εκρηκτικά καλό. Μπράβο τους. Ελπίζω η παράσταση να επαναληφθεί.
Ο Στέφανο Μπένι είναι ένας σύγχρονος ιταλός συγγραφέας, κατά τη γνώμη μου: από τους καλλίτερους. Στην ιστοσελίδα του (και συγκεκριμένα εδώ) βρήκα ένα μικρό κείμενο, υποθέτω από τα πρώτα θεατρικά του, γραμμένο τη δεκαετία του ’90. Άρχισα να το μεταφράζω, έτσι για πλάκα, αλλά μια που ήταν μάλλον απλό και σύντομο το μετέφρασα όλο. Ο αρχικός τίτλος ήταν: ¨Η ελευθερία της Μοίρας¨, εν τέλει τιτλοφορήθηκε: ¨Σέρλοκ Μπάρμαν – Τραγωδία σε Μπαρ¨. Δείτε το σαν άσκηση γραφής θεατρικού λόγου.
Νάτο:
Σέρλοκ Μπάρμαν
Τραγωδία σε Μπαρ
[ ‘Ένα μπαρ, νυχτερινός χαμηλός φωτισμός]
Μπάρμαν: Θα πιείτε κάτι κύριε;
Πελάτης: Βάλε μου κάτι δυνατό, πολύ δυνατό.
Μπάρμαν: Έχετε ανάγκη να πάρετε κουράγιο κύριε;
Πελάτης: Ναι, θα ’λεγα ναι.
Μπάρμαν: Ένα Μπλόντι Μαίρη πάει καλά;
Πελάτης: [αναστενάζει] Ε, ναι.
Μπάρμαν: Ερωτική απογοήτευση;
Πελάτης: Πώς το κατάλαβες;
Μπάρμαν: Από τον αναστεναγμό, κύριε.
Πελάτης: Απ’ τον αναστεναγμό;
Μπάρμαν: Ακριβώς. Ο αναστεναγμός από ερωτική απογοήτευση είναι αρκετά διαφορετικός από εκείνον της πτώχευσης ή απ’ εκείνον της απλής κατάθλιψης. Είμαι τριάντα χρόνια μπάρμαν και δε δυσκολεύομαι να τον αναγνωρίσω. Εσείς παρουσιάζετε όλα τα συμπτώματα ενός φρεσκο- εγκαταλειμμένου
Πελάτης: Δεν πρέπει να ζορίστηκες πολύ. Αρκεί να δει κανείς την φάτσα μου.
Μπάρμαν: Ακριβώς.
Ψηλή, ξανθιά, έτσι δεν είναι;
Πελάτης: Αυτό πώς το κατάλαβες;
Μπάρμαν: Α, Πρόκειται για επαγγελματική παρατηρητικότητα ενός μπάρμαν. Έχετε μια ξανθή τρίχα στον ώμο και ένα πρόσφατο σημάδι από κοκκινάδι, στο μέτωπο. Και μια που είστε μάλλον ψηλός, μόνο μια ψηλή κοπέλα, ας πούμε τουλάχιστον ένα κι εβδομήντα, μπορεί να αφήσει ένα τέτοιο σημάδι.
Πελάτης: Απίθανο! Και τι άλλο θα είχες να προσθέσεις αγαπητέ μου Σέρλοκ Μπάρμαν;
Μπάρμαν: Την κοπέλα την λένε Μαρία, είναι αεροσυνοδός, της αρέσουν τα ζώα και να πηγαίνει στο Λούνα Παρκ.
Πελάτης: Πράγματι! Μα τι στην ευχή είσαι; Μέντιουμ, μάγος, Πυθία;
Μπάρμαν: Σας επαναλαμβάνω, είναι απλά το παρατηρητικό πνεύμα ενός μπάρμαν. Είδα ότι ταραχτήκατε όταν είπα το όνομα του κοκτέιλ Μπλόντι Μαίρη, άρα Μαρία, άντε το πολύ Μαρίνα, πρέπει να είναι το όνομα της γυναίκας που σας αναστατώνει. Εξάλλου αφήσατε εδώ στον πάγκο ένα πακέτο τσιγάρα χωρίς τη φορολογική ταινία. Αφού όμως δεν πρόκειται για μια μάρκα που την βρίσκει κανείς στο λαθρεμπόριο, συμπεραίνω ότι σας τα αγοράζει εκείνη στο αεροπλάνο ή στα αφορολόγητα του αεροδρομίου. Α, και η γραβάτα σας. Είναι ένα μοντέλο από εκείνα που πωλούνται στις μπουτίκ των αφορολογήτων στα αεροδρόμια. Επί πλέον αυτός ο αναπτήρας με το κόκερ μάλλον δε σας ταιριάζει. Είναι ένα δώρο της Μαρίας, έτσι δεν είναι; Τι άλλο; Α, αυτό εκεί δίπλα στον αναπτήρα δεν είναι ένα απόκομμα εισιτηρίου σε Λούνα Παρκ; Στα συγκρουόμενα, αν δεν κάνω λάθος.
Πελάτης: Όλα σωστά. Αλλά τότε μπορείς να μου πεις και γιατί η Μαρία με άφησε;
Μπάρμαν: Χμμμ. Πρώτα απ’ όλα εξ αιτίας της αρρωστημένης ζήλιας σας για εκείνον τον πιλότο.
Πελάτης: Κι αυτό σωστό. Μα πώς τα καταφέρνεις…
Μπάρμαν: Στοιχειώδες, εάν είστε ερωτευμένος με μια συνοδό, δεν μπορεί παρά να ζηλεύετε έναν πιλότο, έτσι δεν είναι; Έπειτα, βλέπω ότι φοράτε μπλε σακάκι και σκούρα γυαλιά, αυτό σημαίνει ότι ασυνείδητα έχετε την τάση να ντύνεστε σαν πιλότος για να ανταγωνιστείτε με το φάντασμα του αντίζηλού σας.
Πελάτης: Εν τάξει, εντάξει Σέρλοκ Μπάρμαν. Τώρα μη μου πεις ότι ξέρεις και γιατί μαλώσαμε.
Μπάρμαν: Τα πιάτα, κύριε;
Πελάτης: Μα το θεό είναι αλήθεια! Το βρήκες κατά τύχη;
Μπάρμαν: Όχι. Θα σας πω πως το συμπέρανα. Η Μαρία γυρίζει σπίτι κουρασμένη, ωστόσο δέχεται να μαγειρέψει για σας. Αυτός ο λεκές από φρέσκη ντομάτα στο κουστούμι σας το επιβεβαιώνει, και,- φαίνεται – προέρχεται από σπιτικό τηγάνι, όχι από τραπέζι εστιατορίου. Μετά η Μαρία σας ζητάει να πλύνετε τουλάχιστον τα πιάτα. Εσείς μουρμουρίζετε μεν, αλλά αρχίζετε να τα πλένετε, όμως χωρίς όρεξη, και χωρίς προσοχή, όπως επιβεβαιώνει και η μυρουδιά από απορρυπαντικό που προέρχεται από το μανίκι του πουκάμισού σας. Αλλά ύστερα σπάτε ένα πιάτο και γρατζουνάτε το δείκτη του δεξιού σας χεριού, ακριβώς εκεί…
Πελάτης: Μα…
Μπάρμαν: Μη με διακόπτετε, η Μαρία θυμώνει και φωνάζει ¨είσαι ένας ανίκανος¨, εσείς την πιάνετε από τους καρπούς, γι αυτό το βραχιόλι της άφησε σημάδι στην παλάμη σας, η Μαρία σας γρατζουνάει στο λαιμό, αγκαλιάζεστε και, όπως συμβαίνει συχνά σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ερεθίζεστε και είστε έτοιμοι να κάνετε έρωτα.
Πελάτης: Αυτό πώς το ξέρεις;
Μπάρμαν: Πουκάμισο ξεκούμπωτο, πανταλόνι στραβοκουμπωμένο, μια διαχεόμενη μυρωδιά υγρών που ακόμη εκπέμπετε. Όμως μετά η Μαρία δυσανασχετεί γιατί εσείς θέλετε να την πάρετε από πίσω και σας ρίχνει μια κλωτσιά στο καλάμι, να εκεί βρίσκεται το σημάδι, και μετά σας ρίχνει και μια γερή σφαλιάρα στον λαιμό. Ξεσπάει καυγάς με εκτόξευση πιάτων, σπάτε ντουζίνες, βλέπω ότι στο ρεβέρ του παντελονιού σας υπάρχουν ακόμη θραύσματα από πορσελάνη. Η Μαρία τραβάει το κολιέ που της είχατε χαρίσει ουρλιάζοντας ¨δε θέλω τίποτα δικό σου¨ και βγαίνει χτυπώντας δυνατά την πόρτα. Εσείς μαζεύετε μηχανικά κάποια από τα μαργαριτάρια και τα βάζετε στο τσεπάκι του σακακιού, νάτα εκεί, μετά τρέχετε από πίσω της αλλά στο πλατύσκαλο γλιστράτε πάνω στις πέρλες και πέφτετε, πράγματι μπήκατε εδώ μέσα κουτσαίνοντας και κρατώντας την πλάτη σας.
Πελάτης: Μου προξενείς φόβο!
Μπάρμαν: Έπειτα βγαίνετε τρέχοντας στον δρόμο, χωρίς καν να βάλετε το παλτό σας, αλλά δεν βρίσκετε την Μαρία. Και τώρα βρίσκεστε εδώ μπροστά μου, απελπισμένος.
Πελάτης: Αφού τα ξέρεις όλα, θα μου πεις πώς τελειώνει αυτή η ιστορία;
Μπάρμαν: Μπορώ να δοκιμάσω. Η Μαρία έχει οργιστεί. Οι αεροσυνοδοί πάσχουν συχνά από νευρικές ανισορροπίες εξ αιτίας της αλλαγής του ωραρίου. Η, με συγχωρείτε, πρώην γυναίκα σας σπεύδει να παρηγορηθεί από τον πιλότο της στο μπαρ Ρούντι, το στέκι των πιλότων όπου μαζεύονται όλοι τέτοια ώρα. Αλλά σήμερα είναι Δευτέρα και τον Μπαρ Ρούντι είναι κλειστό. Πάει λοιπόν λίγα βήματα παρακάτω και να που τον βρίσκει στο Μπαρ Πάολο, αλλά η Μαρία λέει στον πιλότο ¨σε παρακαλώ ας μη μείνουμε σ’ αυτό το μέρος. Γιατί ¨Πάολο¨ είναι το όνομά σας κύριε, είναι γραμμένο στο μενταγιόν που φοράτε στο λαιμό και η Μαρία έξαλλη όπως είναι δε θέλει τίποτα που να σας θυμίζει.
Πελάτης: Εντάξει. Αλλά τότε τι κάνουν;
Μα, επειδή εδώ και πέντε λεπτά βρέχει. καταφεύγουν στο πιο κοντινό μπαρ.
Πελάτης: Δηλαδή;
Μπάρμαν: Αυτό εδώ κύριε. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου θα πρέπει να μπουν σε… ένα λεπτό.
Πελάτης: Και τότε… τι θα συμβεί;
Μπάρμαν: Νομίζω ότι εσείς κύριε θα εκραγείτε γιατί δε θα αντέξετε το θέαμα των δυο τους αγκαλιασμένων, μια που τίποτα δεν φέρνει πιο κοντά τη σάρκα και το συναίσθημα μιας αεροσυνοδού και ενός πιλότου, όσο η βροχή. Εκτός αυτού, επειδή η Μαρία σας είναι χαρακτήρας μάλλον ζόρικος, νομίζω ότι θα σας προκαλέσει.
Πελάτης: Και τότε;
Τότε εσείς θα βγάλετε το πιστόλι που τυχαία είδα κάτω από το σακάκι σας. Αλλά θα είναι ένα σοβαρό λάθος. Γιατί εκεί, σε εκείνο το τραπέζι είναι ένας αστυνομικός με πολιτικά, τον αναγνωρίζω από το κούρεμα και από τα παπούτσια. Ο αστυνομικός θα βγάλει το περίστροφο υπηρεσίας που έχει περασμένο στη ζώνη του, βλέπετε εκεί το φούσκωμα, και θα σας αφήσει ξερό σε λιγότερο από μια στιγμή.
Πελάτης: Είναι γελοίο. Εξάλλου πέρασε ήδη ένα λεπτό και δεν φάνηκε ακόμη κανείς.
Μπάρμαν: Σωστά. Ξέχασα ότι εδώ παρακάτω έχει ένα κατάστημα οικιακών ειδών. Η Μαρία δε θα αντισταθεί στον πειρασμό να δει εάν υπάρχει ένα σερβίτσιο πιάτων για να αντικαταστήσει εκείνο που καταστράφηκε στον καυγά.
Πελάτης: Επομένως;
Μπάρμαν: Επομένως υπάρχει μια μικρή καθυστέρηση. Αλλά να, όπως προβλέψαμε, νάτοι!
[Μπαίνουν ένας άνδρας και μία γυναίκα]
Πελάτης: Ώ θεέ μου, όχι!
Μπάρμαν: Μείνετε ψύχραιμος κύριε!
Μαρία: Α, εδώ είσαι Πάολο. Ακόμη όρθιος. Μα δεν είχες πει ότι θα αυτοκτονήσεις;
Πελάτης: Μαρία μη με προκαλείς.
Μαρία: Ποιος θέλει να σε προκαλέσει. Να σου παρουσιάσω τον κυβερνήτη Σεριόλι, τον πιλότο του αεροπλάνου μου.
Ο Κυβερνήτης: Χαίρω πολύ.
Πελάτης: Χαίρομαι σκατά! Βιάστηκες να με αντικαταστήσεις ε, πουτάνα;
Μαρία: Πάολο είσαι ο συνηθισμένος αγροίκος
Ο Κυβερνήτης: Σου απαγορεύω να βρίζεις τη δεσποινίδα
Πελάτης: Α ναι; Γιατί τι θα κάνεις μορφονιέ; Νομίζεις ότι σε φοβάμαι;
Μαρία: Πάολο, τρελάθηκες; Κατέβασε αυτό το πιστόλι!
Πελάτης: Όχι, θα μου το πληρώσεις πουτάνα, και συ μπάσταρδε, ποιος ξέρει πόσα χρόνια με κοροϊδεύατε εσείς οι δύο, αλλά θα μου το πληρώσετε!
Αστυνομικός: Ακίνητοι! Αστυνομία! Βάλε κάτω το όπλο ή πυροβολώ!
Πελάτης: Βρωμιάρα θα σε σκοτώσω!
1. πυροβολισμός
2. κραυγή
3. ήχος πτώσης
[φωνές στο μισοσκόταδο]
– Ώ θεέ μου, τον σκοτώσατε
– Έπρεπε να τον σταματήσω κυρία μου, αυτός ο τρελός ήταν έτοιμος να πυροβολήσει
– Βοήθεια, πεθαίνω…
– Φωνάξτε ένα ασθενοφόρο.
– Χάνει πολύ αίμα, δε θα τα καταφέρει
– Τι συνέβη;
– Έπεσαν πυροβολισμοί. Ένας αστυνομικός πυροβόλησε έναν άνδρα, μα αυτός έσκυψε και η σφαίρα χτύπησε θανάσιμα τον μπάρμαν.
Ακόμη μία (από τις πολλές και αξιόλογες) εκδηλώσεις της Θεατρικής Ομάδας του Δήμου Πυλαίας. Σήμερα και αύριο στο ¨Πέτρινο¨ και την Παρασκευή στο ¨Βαφοπούλειο¨
Έχω ξαναπεί ότι ανάμεσα σε επαγγελματίες και ερασιτέχνες προτιμώ τους ερασιτέχνες για τον προφανή λόγο ότι αγαπούν αυτό που κάνουν και, ιδιαίτερα εάν μιλάμε για τέχνη, η έκφραση ¨επαγγελματίας καλλιτέχνης¨ μου φαίνεται οξύμωρη. Εκτός κι αν κάποιος είναι τόσο τυχερός που η αγάπη του για τη τέχνη να μπορεί να του εξασφαλίσει και τα προς το ζην (δεν συμβαίνει συχνά, αλλά που και που συμβαίνει), οπότε, αν επιμένει, ας τον αποκαλέσουμε και επαγγελματία. Κι έπειτα υπάρχουν οι αφοσιωμένοι. Αγαπούν την Τέχνη τόσο που, ακόμη κι αν θα ήθελαν, δεν θα μπορούσαν να κάνουν πράγματα πέρα απ’ αυτήν.
Γράφω τα παραπάνω για να ξανα-αναφερθώ σε μια από τις ερασιτεχνικές καλλιτεχνικές προσπάθειες της ευρύτερης πόλης της Θεσσαλονίκης: μιλάω για την Πυλαία και την Θεατρική της Ομάδα, όπου απλοί πολίτες που αγαπούν το θέατρο, κάτω από την καθοδήγηση δύο αφοσιωμένων στη θεατρική τέχνη ανθρώπων, του Κώστα Χαλκιά και της Όλγας Αλεξανδροπούλου και με τη συμπαράσταση ενός Δήμου που ευνοεί την τοπική δημιουργία πολιτισμού, φτιάχνουν, κάθε τόσο όμορφα πράγματα.
Εδώ παρακάτω σας έχω (ερασιτεχνικές) φωτογραφίες (Θάνος) από την παράσταση ¨Οκτώ γυναίκες κατηγορούνται¨ του Robert Thomas που ανέβηκε στο ¨Πέτρινο¨ στις 21 και 22 Ιουνίου. Το έργο δίδαξε η Όλγα και συμμετείχαν οι εθελοντές και, βεβαίως, ερασιτέχνες Σοφία Κασούρη, Μαρία Καρπούζη, Μάχη Χατζινά, Κέλλυ Κιρμπάση, Κλεοπάτρα Μπαρμπαράτσα, Βάσω Βαφειάδου, Θεοδώρα Καμπόσου και Εύη Αρβανιτίδου
Δεν είναι ότι έχω αδυναμία στις παγκοσμιοποιημένες ¨Ημέρες¨.
Εδώ που τα λέμε, ακόμη δεν πρόλαβα καλά καλά να μάθω ότι ο Άη Νικόλας γιορτάζει με τους ναυτικούς, η Αγία Βαρβάρα με το πυροβολικό και πως ο άγιος Φανούριος φανερώνει ενδιαφέρουσες πληροφορίες στις ανύπαντρες σε συγκεκριμένη ημερομηνία… Kατά συνέπεια, δεν έχω πολλή διάθεση να ξαναμάθω απ’ την αρχή τις ρυθμίσεις της διεθνούς των διαφημιστών πάνω στο νέο ιερό εορτολόγιο.
Εξάλλου, φαίνεται πως όποιες απ’ τις ημέρες αυτές δεν έχουν ¨στηθεί¨ για λόγους απλής κατανάλωσης των σχετικών προϊόντων (μαμά, μπαμπάς, παππούς, ερωτευμένοι διάφοροι), έχουν στηθεί από κάποιες (κάθε άλλο παρά) μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι οποίες κατά την επίμαχη μέρα φροντίζουν να καταθέσουν μέρος από τα έσοδα και τις προσφορές των καλοπροαίρετων (και μη) ενισχυτών τους στο βωμό των παντοδύναμων ΜΜΕ, με τα οποία τελούν σε συμβιωτική σχέση.
Έτσι δεν είναι ότι, τις προάλλες, ενθουσιάστηκα ή παρασύρθηκα από το εορταστικό κλίμα που (θα ήθελε να) δημιουργήσει μια ακόμα τέτοια μέρα, αφιερωμένη αυτή τη φορά στο Θέατρο. Το θέατρο, ο έρωτας, το ναυτικό, γιορτάζουν για μένα τη μέρα (ή τις αλλεπάλληλες μέρες) που η μαγεία (ή η λογική) τους μ’ αγγίζει, κι αυτό μπορεί να συμβεί ακριβώς οποτεδήποτε!
Γι αυτό το λόγο και δεν επωφελήθηκα από την ημερολογιακή συγκυρία και δεν έγραψα (ούτε σκέφτηκα) τίποτα το ιδιαίτερο την μέρα του Θεάτρου ανήμερα!
Έλα όμως που πάνω κάτω την ημέρα αυτή (συμπτωματικά) έζησα ως θεατής μια πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία: μια παράσταση (για την οποία οι φίλοι του ιστολογοφόρου είχαν έγκαιρα ειδοποιηθεί, και πολλοί ήταν παρόντες) της οποίας το πιο όμορφο και (για μένα) ενθουσιώδες, ήταν το ¨ερασιτεχνικό¨ της στοιχείο. Ερασιτεχνισμός στην ετυμολογική του μεγαλοπρέπεια: αγάπη για την τέχνη. Και μάλιστα όχι όποια κι όποια τέχνη, παρά εκείνη που συμπαρασύρει, και προβληματίζει, και εμπλέκει, και ενθουσιάζει (στην κυριολεξία) τους ανθρώπους της γειτονιάς, της συνοικίας, τους πραγματικούς ανθρώπους κάνοντάς τους λιγότερο πραγματιστές και περισσότερο ¨ποιητές¨ της μοίρας τους.
Αγάπη για την τέχνη που οδηγεί κάποιους από τους μύστες να τα δίνουν όλα καθοδηγώντας τους απλούς ¨ερασιτέχνες¨ σε επιτεύγματα που σπανίζουν και εκπλήττουν.
Για μένα, όπως αγάπη για τον αθλητισμό δεν είναι να ταυτίζεσαι και να ξεσκίζεσαι για την ομάδα που αγόρασε ο εκάστοτε χοντρέμπορος για να αποκτήσει επιρροή και αναγνώριση, αλλά ο αγώνας που στήνουν στη γειτονιά οι ανύπαντροι κατά των παντρεμένων και που τελειώνει με από κοινού (ρεφενέ) θριαμβευτικά τσίπουρα, έτσι και αγάπη για το θέατρο δεν σημαίνει παρακολούθηση πολυδιαφημισμένων υπερπαραγωγών, αλλά κάτι σαν κι αυτό που συντελέστηκε την περασμένη Παρασκευή στο δήμο της Πυλαίας.
Σε έναν χώρο που δεν είναι θέατρο, όμως θέατρο έγινε, από ανθρώπους που δεν είναι ηθοποιοί, όμως υποδύθηκαν, με καθοδηγητές που δεν είναι καλλιτέχνες γενικά και αόριστα, αλλά καλλιτέχνες που έχουν ανακαλύψει εκείνα τα δύσβατα μονοπάτια που μεταφέρουν την μαγεία και την αλήθεια στη βάση, στη γειτονιά, στον δρόμο, και που βοηθούν τους ανθρώπους να είναι πρωταγωνιστές και επικοινωνητές, και συμπάσχοντες.
Μιλάω για τον ¨Αφανισμό της Μήλος¨ του Γιάννη Ρίτσου, όπως παρουσιάστηκε στις 23 του Μάρτη στο Πέτρινο του Δήμου Πυλαίας (και επαναλήφτηκε ύστερα από γενική απαίτηση στις 27 του Μάρτη), έργο που δίδαξε και σκηνοθέτησε η Όλγα Αλεξανδροπούλου, επιμελήθηκε σκηνικά ο Κώστας Χαλκιάς και παρουσίασε η θεατρική ομάδα Πυλαίας : Εύη Αρβανιτίδου, Μαρία Καρπούζη, Αθανασία Κελεσίδου, Μαρία Κώνστα, Λίνα Σωτίδου, Κλεοπάτρα Μπαμπαράτσα, Σοφία Κασούρη, Λέανδρος Κλιφόπουλος, Τάσος Παπαγεωργίου, Αντώνης Τζέλος. Κιθάρα έπαιξε ο Κώστας Ματσίγκος και τραγούδησε η Λίνα Σωτίδου. Στη σκηνοθεσία βοήθησε η Ελένη Σιταρά.
Ακολουθούν εικόνες από τα παρασκήνια, την παράσταση, τα χειροκροτήματα…
[ η σκηνή φωτίζεται και ο προβολέας επικεντρώνεται στον Δία, που έχει πάρει κεντρική ανυψωμένη θέση]
Δίας
[γυρισμένος στο πλάι, ελαφρά εκνευρισμένος και μιλώντας στον εαυτό του]
Τώρα, τα ’πε όλα ετούτος, του τρανού του συγγραφέα
ο ειδικός μαντατοφόρος, κι αυτό είναι ζαβολιά,
κόλπο και μπαγαποντιά.
Μου ’κλεψε λίγο το ρόλο, αλλά όπως και να έχει,
έχω πράγματα να κάνω, και ο λόγος μου προέχει…
[γυρίζει από την άλλη πλευρά και απευθύνεται στους Αθηναίους]
Άκουσα τι λένε οι μοίρες, κι όπως είναι φυσικό
ξέρω και το μυστικό.
Πάει να πει ότι μπορώ, δίχως να καθυστερώ
να ερμηνέψω το χρησμό, κι αυτό κάνω τώρα αμέσως:
Κείνη που ήταν, μα δεν είναι, και την έχετε ανάγκη,
σεις ω άντρες Αθηναίοι, της Παλλάδας οπαδοί,
είναι η έρμη η Ουτοπία, όνειρο κι ιδανικό σας
και μυστήρια ελπίδα.
Που χωρίς σταλιά χαμπάρι, να το πάρετε κορόϊδα,
σας την βούτηξε ο Ερμής, κι είναι τώρα κλειδωμένη,
χειροπόδαρα δεμένη.
Και στη θέση της με κόλπο, σας πασάρει εικονικές
ονειροκαταληψίες, και αιώνιες αυταπάτες,
εκσυγχρονισμένες πλέον και εικονογραφημένες:
πότε τάχα σε παιχνίδια, παραμύθια και ειδήσεις,
μελανές διαφημίσεις και ατελείωτες σειρές,
τέλεια ανακατωμένα, να μην έχεις πια ιδέα
τι να πάρεις, τι να αφήσεις.
Μα όλα αυτά δεν είναι ελπίδα,
έστω αχνή, έστω στο βάθος,
παρά μόνο μια παγίδα, που γυρνάει στριφογυρνάει,
μα κουράγιο δε γεννάει, παρά μαύρη απελπισία
και βαθιά σε μαύρη τρύπα, κατευθείαν σε τραβάει
Που πάει να πει: καταλαβαίνω: Και για να σας κάνω χάρη
λέω να τη λευτερώσω, την χλωμή την Ουτοπία,
κι εδώ δα να την καλέσω, ο χρησμός να εκπληρωθεί.
[χτυπάει τα δάχτυλα και φωτίζεται η Ουτοπία. Μοιάζει ξόανο, αλλά σε λίγο θα ζωντανέψει…]
Όμως, σα θεός που είμαι, κι έτσι που μ’ έχετε φτιάξει,
μ’ όλα τα δικά σας πάθη, και με των θνητών τα βίτσια,
τελικά δίκιοδεν δίνω,σε κανέναν απ’ τους δύο
Μήτε άντρες μήτε γυναίκες:
Ούτε στον Παρά τον τρύπιο, ούτε και στην Ουτοπία
(πού όνειρο και ευτυχία, πως σας δίνουνε θαρρείτε,
και ο ένας και η μία!)
Κι αφού εγώ είμαι ο Δίας, κι αφού κάνω ό, τι θέλω…
[γυρίζει από την πλευρά των συλλογισμών, χάνει τον ειρμό, αναλογίζεται και μονολογεί:]
(ή τουλάχιστον νομίζουν, κάτι τέτοιο οι θνητοί,
γιατί έχω και την Ήρα, με την κρεβατομουρμούρα,
και να αντιμετωπίσω, θεϊκές συνομωσίες,
σκοτεινές δολοπλοκίες…
Τα ηνία να κρατήσω, κι όλες τις ισορροπίες
που έχει ανάγκη η εξουσία.
Κι όλο μία από τα ίδια…
κι όλα αυτά μ’ έχουνε σκάσει
και μου σπάσανε τ’ αρχίδια!)
[επανέρχεται σοβαρός προς τους Αθηναίους]
Επαναλαμβάνω:
…Και αφού είμαι ο Ζευς,
λέω και αποφασίζω:
πως την πρόκληση αυγατίζω, και τ’ αναποδογυρίζω
όσα θα ’πρεπε να κάνω:
δεν σας ανασκολοπίζω, -θα ’τανε το πιο σωστό –
παρά σας αναβαθμίζω.
Έτσι, να ‘χετε ευθύνη, σαν θα δείτε τι θα γίνει!
Λέω λοιπόν:
Σεις ω άντρες Αθηναίοι, αλλά και εσείς Ατθίδες
Που σας έχουν καλομάθει
οι θεοί
και δικαίωμα σας δίνουν, να ’χετε άποψη και λόγο
-αλλά είσαστε κι ατσίδες-
(όπως χρόνια πριν, ας πούμε, τότε που ο Ποσειδώνας
-το μικρό μου τ’ αδελφάκι –
για να γίνει πολιούχος, υποσχέθηκε νερό
-για να λέμε την αλήθεια, βγήκε λίγο αρμυρό-
Αλλά εσείς είχατε γνώμη, του το βγάλατε ξινό,
και εδώσατε την ψήφο στο δεντράκι της ελιάς,
προσφορά της Αθηνάς…)
Ε λοιπόν το ξανακάνω!
Πλειοδοσία προκηρύττω!
Και ας έλθει ο Παράς, να σας πει και να σας τάξει.
Τι θα κάνει, τι θα πράξει, τι καλούδια θα σας δώσει
αν αυτόν εμπιστευτείτε.
[χτυπάει τα δάχτυλα και φωτίζεται ο ευτραφής Παράς, ως ξόανο αρχικά κι αυτός]
Αλλά πριν, το λόγο ας πάρει, -οι κυρίες προηγούνται –
(μα τι λέω! ο Μεγάλος!)
Η αιθέρια Ουτοπία, πού ήτανε αποδιωγμένη
και στα σίδερα κλεισμένη, με την Ιστορία αντάμα
ακινη-τοποι-ημένη
Κι έχει χρόνια να μιλήσει, ας σας πει κι αυτή τι δίνει.
Κι ύστερα εσείς ψηφίστε, όπως είστε μαθημένοι.
Και εγώ μα τους Ολύμπιους, και τους δώδεκα μαζί,
ό, τι κι αν αποφασίστε, ίσως να το επιτρέψω.
Με μονάχα έναν όρο: Πως πιστοί σ’ εμέ θα είστε,
όποιος απ’ αυτούς [απ’ τους δυο] κερδίσει.
Θέλω:
Τάματα κι αφιερώσεις, με τις τακτικές τους δόσεις.
Επικλήσεις, λιτανείες, σταθερές τελετουργίες.
Θησαυρούς στα ιερά μου, και τα σφάγια δικά μου!
Να με αποκαλείτε πάντα, Παντοδύναμο Αφέντη
και Ουράνιο Αστραποβρόντη!
Και στις ιερές γιορτές μου, θέλω τις πομπές με ουρές,
και παιάνες και παρθένες, όμορφες και δροσερές.
Και να έχετε στο νου σας: Θεός είμαι όμοιός σας.
Δε με φτιάξατε, το ξέρω, για να ’ρθω και να υποφέρω,
σα σωτήρας να ξεπλένω, τις δικές σας αμαρτίες…
Ήρθα για να κάνω λάθη. Όπως κάνετε και εσείς.
Και να έχω τα ίδια πάθη!
Στα ουράνια να βολτάρω, και να κάνω ό, τι γουστάρω
Όπως μόνο στα όνειρά σας, θα τολμούσατε ποτέ
Γιατί με θελήσατε έτσι, κι έτσι χρησιμεύω κάτι!
[κάνει γκριμάτσα σα να είπε πολλά, και μετά κάνει νόημα προς την Ουτοπία η οποία «ζωντανεύει» και αρχίσει να μιλάει]
Ουτοπία
Έχω χρόνια να μιλήσω, συγχωρήστε με αδέλφια
και για σας να ζωγραφίσω, όνειρα υπερβατικά!
Όλα όσα ξεπερνάνε την ανθρώπινη μιζέρια,
απ’ την ύλη ξεκινάνε, όμως φτάνουνε στα αστέρια!
κι έτσι λίγο από το Θείο, τ’ άγ-ι-ο το ιερό
το ουράνιο στοιχείο
-με απλό ενθουσιασμό –
μεσ’ τον άνθρωπο μπολιάζουν.
Με της ποίησης τα λόγια, κέρδιζα την αφθαρσία
Μόνο εγώ για αθανασία σας μιλούσα
Μόνον εγώ τιθάσευα την σαρκοβόρα τύψη
και στη μνήμη σας κεντούσα,
με του έρωτα τα βέλη
ξόρκια ενάντια στη θλίψη.
Με χορό και με τραγούδια και με της ζωής το πάθος
ήξερα να απογειώνω,
τα μελλούμενα να πλάθω και τα τωρινά να εμπνέω
την χαρά να ανακυκλώνω και το άγχος να μειώνω.
Για ξανά-αναλογιστείτε τις καλές τις εποχές,
κλασικές, ηρωικές, που ’ζησε η ανθρωπότης
και να! δείτε!, θα με δείτε: πάντα ήμουνα παρούσα
και βασίλισσα οδηγούσα των καλλιτεχνών εμπνεύσεις:
Και ποιητών, μα και ζωγράφων, συγγραφέων, τροβαδούρων
και ηθοποιών, και όλων, των ευαίσθητων ανθρώπων.
Και μετά: Νόμος και Δίκιο
Που απ’ τα ζωντανά της πλάσης, ειν’ προνόμιο και καθήκον
όσων θέλουνε να λένε, πως διαθέτουν λογική:
Και αυτά, χάρη σε εμένα, μπόρεσαν να σχεδιαστούνε
κι έστω κι αν δεν τα τηρούνε, παραμένουνε πυξίδες
για να ξέρουν οι ανθρώποι, που πατάν και που τραβούνε.
Της υπέρβασης βλαστάρι, μόνη ορατή ελπίδα,
με όνειρο και λογική, δίνω νόημα στον κόσμο
Δίνω γεύση στη ζωή
Και με το Αιώνιο Σύμπαν, μόνο εγώ έχω επαφή!
Μα κι εσείς άνδρες / γυναίκες, ευτυχία που ζητάτε
στην πραγματική αγάπη, που είναι πάνω απ’ τα εγκόσμια
τα φτηνά τα ταπεινά…
ξαναφέρτε με στην πλάση και να δείτε πως με εμένα
θάβρετε την αρμονία, την υπέρτατη, τη σπάν-ι-α,
του φθαρτού και του αιώνιου,
όταν δένουνε μαζί.
Παράς[που ενώ μιλούσε η Ουτοπία έκανε (ως ξόανο) μόνο γκριμάτσες κοροϊδευτικές και αποδοκιμασίας, τώρα ζωντανεύει κι αυτός]
Μα τι λες αλλοπαρμένο;!
Αιθεροβαμόνων βάρκα!
Που δεν ξέρεις τι στην πράξη είναι εκείνο που μετράει!
Ουτοπία
Μη μου πεις ¨ό, τι πουλάει¨…
Παράς
Μα και βέβαια μουρλέγκω, δίκιο έχει, ό, τι πουλάει
κι ό, τι ευτυχία δίνει σ’ όποιον έχει να αγοράσει!
Για δες πόσα προϊόντα, με εμένα θα αποκτήσεις!
Πέρνα κόσμε να τα δεις! Όχι λόγια του αέρα,
όπως ήταν τα δικά σου.
Δες κουζινοσυσκευές. Δες ηλεκτρικά καλούδια,
δες κονσόλες, χειριστήρια, δες για κινητά, τραγούδια.
δες και μόνιτορ, οθόνες, δες δισκάκια με εικόνες,
δες και τις ταινίες όλες και τρισδιάστατα παιχνίδια!
Κι από περιττό ό, τι θέλεις: Να αγοράζεις να πετάς,
να θριαμβεύει ο Παράς
Ό, τι να ΄ναι πλαστικό, το διαθέτω μόνο εγώ
Πλαστικά άμα θέλεις πιάτα, και κανάτες και καριέρες
και μπουκάλια και αγάπες,
Τα πουλάω πέρα ως πέρα, στης υδρόγειου την άκρη!
Και χειρούργους πλαστικούς, έχω αν θέλεις κι απ’ αυτούς!
Έχω βίντεο ¨τραβηγμένα¨, έχω τράπεζες εμβρύων
και γονίδια παγωμένα!
Έχω σνομπ, έχω εστέτ, και για όλους έχω όπλα
Έχω κλώνους και κλωνάρια, έχω και μεταλλαγμένα
Για να φάνε κι οι φτωχοί, προσφορά από εμένα.
Τελευταία έχω πάλι, βάλει στην κυκλοφορία
Μία νέα μου πατέντα:
Δούλους που έρχονται μονάχοι και ζητάνε να δουλέψουν
τρώγοντας τα αποφάγια!
Τι μυαλό! Και τι ιδέες!
Μα τι λέτε Αθηναίοι και ωραίες μου Αθηναίες
Είναι να το συζητάμε;
Εγώ θα ’μαι ο σπόνσοράς σας, χορηγός, νουνός, κουμπάρος…
Ουτοπία[κοροϊδευτικά]
Κι όποιον θέλει ας πάρει ο χάρος…
Παράς [δε δίνει σημασία]
Α, ναι.
Μια που πήρε το αφτί μου κάτι για προβληματάκια
Που ανάμεσα στα φύλα παρουσιάστηκαν προσφάτως,
προσοχή! μη γελαστείτε, πέσετε σε ουτοπίες
και του σεξ τις λειτουργίες
-τις καινούργιες εννοώ-
προπαντός μην αρνηθείτε:
Μόνο εγώ μπορώ να φτιάξω, όλες τις δια-σταυρώσεις,
ζευγαρώματα καινούργια, και γεμάτα φαντασία,
όλα στη σωστή τιμή!
Και τα παραδοσιακά;
Άφθονα έχω κι απ’ αυτά:
Άμα θέλεις δονητές, ή και κούκλες φουσκωτές
εγώ μόνο τα διαθέτω, σ’ όλες τους τις ποικιλίες
Κι όχι εκείνη η τρελή.
Αφηγητής
Αυτά είπαν, κι είπαν κι άλλα, η αιθέρια Ουτοπία
κι ο πραγματιστής Παράς.
Κι αν οι Αθηναίοι πολίτες, κατά βάθος μπερδευτήκαν,
η αλήθεια είναι ότι, δεν το μάθαμε ποτέ,
κι αυτό γιατί όταν ο Δίας -άρχων της πλειοδοσίας,
έκρινε πως όλα τούτα, εκρατήσανε πολύ,
κι ότι παν να μας ζαλίσουν,
διέταξε να σταματήσουν, των θεών οι προσφορές,
και οι ψήφοι να αρχινήσουν.
Και πώς έγινε ακριβώς;
Μα με τρόπο θεϊκό. Χωρίς ένσταση καμία,
μα και δίχως αντιρρήσεις.
Οι θεοί αποφασίσαν κι αναθέσανε σε μένα,
που το παίζω στο απέξω -τάχα αντικειμενικός-
να μετρήσω προτιμήσεις.
Αλλά!
[γκονγκ]
Ω!
Μια ανατροπή καινούργια, που το νήμα περιπλέκει
και το δίδαγμα μπερδεύει, αναφαίνεται και πάλι:
Πρέπει να εξομολογηθώ,
πως εγώ δεν είμαι εγώ!
Τώρα μόλις κάτι μού ’ρθε! Μού ’γινε μια εισβολή
ένδο-εσω-τερική!
Κάτι μούρθε σαν ταμπλάς! Κάτι άλλαξε εντός μου
και δεν είμαι ο εαυτός μου
πια!!!
Που σημαίνει πως δεν είμαι, πλέον ο αφηγητής
του τρανού του συγγραφέα, πληρεξούσιος κριτής
Αλλά είμαι….
Ο Κεκλιμένος
Δόκτωρ εκσυγχρονισμένος!
[Βγάζει την τήβεννο και μετατρέπεται στον γνωστό δόκτορα του προοιμίου]
Τώρα πρέπει να επέμβω και νέο-επιστημονική
να εφαρμόσω εκδοχή!
[γκονγκ]
Κεκλιμένος
Δώστε φως και δώστε ήχο!
Τώρα να σας αναγγείλω, τ’ αποτέλεσμα απ’ την ψήφο
[γκούχου γκούχου]
[γκονγκ]
[Ειρωνικά, περιπαικτικά]
Μα τι βλέπω εδώ πέρα;
Η διαφορά δεν είν’ μεγάλη. Μ’ αν μετρώ, ξαναμετράω,
πάλι έρχονται μπροστά, οι υποσχέσεις του Παρά!
[Περιπαικτικά]
Η κακόμοιρη Ουτοπία, νάτη που ξανά χλομιάζει
Ενώ, δείτε πως ξανάβει, και ευτυχισμένος κλάνει [ακούγεται η εκτόνωση)
ο δημοφιλής Παράς!
Να λοιπόν που επιτέλους, φτάσαμε κι εμείς στο τέλος
του πειράματος [διορθώνει ειρωνικά] –συγγνώμη-
της αρχαίας παροδίας, στις παρόδους που συμβαίνει
της Μεγάλης Ιστορίας
Να που ο Δίας σκεφτικός, τα μαζεύει για να φύγει…
Να που κι ο Παράς κηρύττει, το μεγάλο πανηγύρι!
Τον μεγάλο το χορό!
Ας πιαστούμε χέρι χέρι…
[πιάνονται όλοι χέρι χέρι, ο δόκτωρ τελευταίος, εκτός από τρεις αρσενικούς που θα είναι οι φιλόσοφοι.
Καθώς χορεύουν, μετατρέπονται και πάλι σε εργαζόμενους και, καθώς φτάνουν στην άκρη της σκηνής, ο πρώτος πηδάει κάτω, και ο χορευτικός γύρος επαναλαμβάνεται με τους υπόλοιπους]
[μουσική]
Χορός
Έχετε γεια βρυσούλες,
μόνον εμφιαλωμένο
Θα είναι πλέον το νερό, σε μπουκάλι πλαστικό!
Στη στεριά δεν ζουν τα ψάρια, αλλά ούτε στα νερά…
Αμμουδιά πια δεν υπάρχει, μόνο πίσσα και σκουριά.
Έχετε γεια ραχούλες: δεν υπάρχει γιατρικό
Το τοπίο τώρα θα είναι, μόνο βιομηχανικό!
Γεια σας λόγγοι και βουνά
και παραμυθένια δάση, που τελειώσατε και τώρα
πάει, ο κόσμος έχει σκάσει!
Η πλαστικοποιημένη επανάσταση αρχίζει,
μα προθέσεων καλών και πολιτικώς ορθία.
Γαμώ την ατυχία μου, γαμώ την αβλεψία
θνητών, δαιμόνων και θεών!
Έχετε γεια Αθηνιώτισσες, μη ξανακαμωμένες
Με τις ρυτίδες ζωντανές, και όχι τσιτωμένες
που από γενιές των γενεών
ήσασταν λατρεμένες!
Ελάτε να χορέψουμε χορό ευδαιμονίας
κι ας πάει και το παλιάμπελο και η ξανθιά ρετσίνα!
Στης νέας κοινωνίας, τους δρόμους ταξιδεύουμε
με άλλα, νέα εθιστικά, κι όχι τσιγάρα και κρασιά
Και ζήτω ζήτω στον Παρά: Αφέντη στην Αθήνα!
Αφηγητής /Κεκλιμένος [αφήνει το χορό, του α-λόγου – που συνεχίζεται,
καθώς ακούγονται οι πτώσεις με πάταγο των συμμετεχόντων και στρέφεται πονηρά προς το κοινό:]
Προτού να φύγουμε από ’δω, ας ρίξουμε ένα βλέφαρο,
να δούμε οι χαμένοι, πως πήρανε την ήττα.
[Ο Φωτισμός εστιάζει στο σημείο όπου βρίσκονται οι 3 φιλόσοφοι]
Για κοιτάξτε εκεί στο πλάι –στο ιγκόγνιτο νομίζω…-
Τους αναγνωρίζω: είναι
τρεις φιλόσοφοι που υπήρξαν, εραστές της Ουτοπίας
Πού ’φτασαν από παρόδους, χωριστές της ιστορίας
Για να μάθουνε το τέλος, τούτης εδώ της παροδίας.
Ένας είναι της εκκλησίας, και την ¨Πόλη του Θεού¨
είχε για ιδανικό του!
Ο άλλος σοσιαλιστής που τις τάξεις καταργούσε!
Και ο τρίτος, απ’ τους πρώτους, εραστές της Ουτοπίας
είναι ο Πλάτων ο μεγάλος, που είχε φτιάξει Πολιτεία
άψογη (μες το μυαλό του!)
Για να δούμε, πώς σχολιάζουν τ’ αποτέλεσμα της ψήφου…
Ρασοφόρος
Έλα τώρα φίλε Πλάτων και κατάκαρδα μην παίρνεις
της πλατείας τα τερτίπια, και του όχλου τις βουλές.
Άλλωστε εσύ δεν είπες, ότι μόνον οι σοφοί
γνώμες έχουνε ορθές κι όλα τ’ άλλα είναι σκιές;
[γκουπ, πτώση από τη σκηνή]
Πλάτωνας
Έχεις δίκιο ρασοφόρε λίγο να με αποπαίρνεις.
Να σου πω όμως κι εγώ: Η δική σου ουτοπία
είναι εύκολη στα λόγια,
γιατί παίρνεις το Θεό, σαν εγγυητή για όλα.
Αλλά μήτε στον Θεό τους
τούτοι εδώ πια δεν πιστεύουν…
[γκουπ, πτώση από τη σκηνή]
Σοσιαλιστής
Τι να πω κι εγώ, ω φίλοι, αιώνιοι συνοδοιπόροι!
Που ως τα χτες ήμουν στ’ απάνω, και σχεδόν χειροπιαστή
πρότεινα την Ουτοπία.
Κι όμως, έχω καταρρεύσει, έχω ιδρώσει κι έχω ρέψει…
Τον τελευταίο καιρό έχω αρχίσει να κάνω φίλους στο χώρο του θεάτρου. Την αρχή-αρχή, βέβαια, την είχα κάνει πολλά χρόνια πριν, όταν γνώρισα τον Κώστα Χαλκιά και τη γυναίκα του την Όλγα δύο εξαιρετικούς ηθοποιούς και γενικότερα δημιουργικούς καλλιτέχνες, αλλά από τότε ίσαμε τώρα παράμεναν οι μόνοι μου γνωστοί σε αυτόν τον γοητευτικό χώρο. Πρόσφατα όμως, εξ αιτίας του ¨Λυσίστρατου¨, μέσω του Κώστα γνώρισα κι άλλους ενδιαφέροντες ανθρώπους του θεατρικού σανιδιού, την Πέννυ, τον Άγγελο, τον Νίκο, τον Βαγγέλη, την Πέγκυ
Αυτά ως σύντομη εισαγωγή, γιατί θέλω να σας μιλήσω για ένα θεατράκι στην οδό Φιλίππου 36, που μπορεί να περάσεις από μπροστά και να μην το πάρεις χαμπάρι, το ενώνει με το δρόμο μια μικρή τζαμόπορτα και το καταδείχνει ένα όχι ιδιαίτερα εμφανές μικρό λάβαρο στο πεζοδρόμιο, με την επιγραφή: ¨Θέατρο 90 μοιρών¨. Πίσω από την τζαμόπορτα μια σκάλα σε μεταφέρει ίσα κάτω σε μια μικρή αίθουσα δύο πτερύγων που διασταυρώνονται μέσω του πάλκου.
Οι παλιοί λάτρεις της θεατρικής τέχνης το ξέρουν το μέρος, μια που έχει ήδη φιλοξενήσει θεατρικά εγχειρήματα, αλλά τώρα, ανανεωμένο, ξεκινάει μια νέα περίοδο παραστάσεων που άρχισε την περασμένη Παρασκευή με το έργο του John Guare ¨Cop-out¨.
Ο Κώστας σκηνοθετεί και εμψυχώνει, ο Άγγελος και η Πέννυ υποδύονται εναλλάξ ρόλους που παραπέμπουν στην εξουσία, την αντιεξουσία, την παραεξουσία καθώς αντιπαρατίθενται ή αλληλοεμπλέκονται στις πιο στοιχειώδεις ¨αστυνομικές¨ τους μορφές. Μαζί τους μια μικρή ομάδα καλλιτεχνών που συμμετέχουν στο να δοθεί άρωμα και μαγεία θεάτρου στο κείμενο του συγγραφέα.
Το αποτέλεσμα είναι επικοινωνιακά άμεσο. Είχα την ευκαιρία να τους δω και να τους συγχαρώ στην πρεμιέρα. Θα είναι εκεί Παρασκευές, Σάββατα και Κυριακές, για μερικές ακόμη παραστάσεις. Δείτε τους.
[Είμαστε εδώ: Λέει ο Τειρεσίας ο Νεώτερος στον Παπαράσιο, να βιαστεί να πει ό, τι έχει να πει, γιατί εγκυμονούνται εξελίξεις και αλλαγές (φύλου). Ο Λυσίστρατος και ο Κλεόβουλος συμφωνούν. Έτσι ο φλύαρος Παπαράσιος, αφού τους τυραννίσει ακόμη λίγο, θα τους πει τι τρέχει με τους άντρες και τις γυναίκες την εποχή της Ερμοποίησης]
Συνοδευτική μουσική ragtime Λυσίστρατος
Σίγουρα να μας πηδήσει…
Κλεόβουλος
Θα θελήσει.
Σκηνή τρίτη (δύο-η υπόλοιπη)
Παπαράσιος
Ναι τα ξέρω όλα ετούτα, αλλά για να καταλάβεις
τι συμβαίνει στα παλάτια και στα στέκια τ’ ουρανού,
πρέπει να σου περιγράψω με δυο λόγια παραπάνω,
τον διεκδικητή του θρόνου, τον πανούργο τον Ερμή,
που ίσως να τα καταφέρει
κι αύριο είναι ο Αρχηγός των θεών και των ανθρώπων,
και μαζί με τον Παρά, κυβερνάει την πλάση όλη.
Τειρεσίας
Άιντε πεθ το μας κι αυτό, γρήγορα παρακαλώ
Παπαράθιε κουτθομπόλη
και καργιόλη
Παπαράσιος
Σαν θεός ήτανε νέος,
στην αρχή,
ήταν ενδιαφέρων τύπος, λίαν περιπετειώδης,
που όλο αρμάτωνε καράβια και για μακρινά ταξίδια
ξεκινούσε δίχως φόβο.
Έφτανε σε νέα μέρη, νέους γνώριζε ανθρώπους,
το μυαλό του; Ανοιχτό!
Ήθελε όλα να τα ζήσει, ήθελε όλα να τα ξέρει
και οι οπαδοί του ήταν
άνθρωποι εύθυμοι κι ωραίοι
πού ’καναν ανταλλαγές: ίσα παίρνω, ίσα δίνω,
της ανάγκης τη μιζέρια καταφέρνω και τη σβήνω.
Όμως ύστερα, σαν είδε ότι οι περιπέτειές του
έφτιαχναν νέο παρά [λέμε: χρήμα με ουρά]
κι ο παράς είναι εξουσία και η εξουσία νοιάζει
και πονάει και κεντρίζει και ανθρώπους και θεούς
ήρθε κι άλλαξε μυαλά.
Με το μαζεμένο χρήμα, έστησε βιοτεχνίες
εργοστάσια, κομπανίες, για να φτιάχνει προϊόντα
που ζητάει η αγορά.
Κι άλλαξε στο χαρακτήρα. Πήγε κι έγινε τσιγκούνης
χρήμα, να σωρεύσει κι άλλο και να κάνει επενδύσεις
τώρα πια σε μηχανές,
που στην προγιαγιά τη Γαία χάραζαν βαθιές πληγές
κι άρχισε η κακομοίρα, να αρρωσταίνει, να ασθμαίνει,
να βογκάει και να σκούζει.
Τειρεθίας
Α, τον μπαγάθα…! Α, τον γρουθούδη!!
Παπαράσιος
Κι επειδή η βιομηχανία θέλει καταναλωτές,
νάτος πάλι να αλλάζει, με τη φύση να τα βάζει
-μάνα ανθρώπων και θεών-.
Ύλες πρώτες να αρμέγει, να παράγει καυσαέρια,
πλαστικά να επινοεί
και λογιών λογιών σκουπίδια
Τειρεσίας
Ναι! μαθ δάλιθε τα αρχίδια!
Παπαράσιος
Μα δεν έμειν’ ουτ’ εκεί.
Τώρα άλλαξε και πάλι: τον Παρά τον κολλητό του
ανακήρυξε θεό και βοηθούς επήρε νέους:
τον Χρημαμυστήριο, δαίμονα πλυντήριο
για τα κέρδη του Παρά,
τον Μουμουεδόνιο, δαίμονα των τελάληδων,
των πανηγυριτζήδων κι όλων των αμετροεπών,
και τον Καταλώνιο με τον Λάιφστάλιο,
που πάνε πάντοτε μαζί, ως Δάμων και Φυντίας
[ή ως δαίμων και ως φιδίας κολοβός]
Στήσανε παντού Εταιρίες, εν τω άμα και τω θάμα
με καινούργιες συμφωνίες, νέα καταστατικά
νέα συμβόλαια, νέες συμβάσεις,
κι από τους θνητούς ζητάνε,
με ψιλόγραμμένες ρήτρες κι ασφαλιστικές παγίδες,
να δουλεύουνε στο τζάμπα.
Και τους νέους τους δαιμόνους, διόλου δε τους ενδιαφέρουν
οι πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων,
παρά μόνον οι σκιές κι οι πλασματικές εικόνες,
που ευρήκαν νέους τρόπους, ψεύτικους κι εικονικούς
στα κεφάλια να φυτεύουν,
Τειρεσίας
Μη μου πειθ! Αυτό μ’ αρέθει!
Παπαράσιος
Κι όλους να τους διαφεντεύουν!
Τειρεσίας
Μα Καλά Κι ο γέρο Δίαθ;
Δε τα κθ(ξ)έρει όλα αυτά;
Παπαράσιος
Όχι, γιατί με σνομπάρει και ποτέ δεν με ρωτάει
να τα πω όλα στην αράδα, να τα βγάλω και στα φόρα
τι σκαρώνουν και τι τρέχει, απ’ τη μύτη του από κάτω,
ο Ερμής κι οι νέοι δαιμόνοι…
Κλεόβουλος [διακόπτει]
Τειρεσία πάρε θέση!
Λυσίστρατος
Καλές είναι οι ιστορίες, κι οι συνω-μοσιο-λογίες
που αυτός μας περιγράφει.
Ναι, δε λέω, κάτι τρέχει, κάτι αλλάζει στο κουρμπέτι…
Κάτι πήραμε χαμπάρι!
Αλλά εδώ ήρθαμε γι άλλο, κι εσύ είπες πως τον ξέρεις
τον καημό μας τον μεγάλο, το μεγάλο μας το ντέρτι.
Τειρεσίας [δείχνει κατανόηση]
Τι έγινε με τις γυναίκεθ των θνητών ω Παπαρέθιε ;
Τι συνέβη κι όλα αλλάκθαν κι αντί απ’ τις αλλαγέθ
νάναι ευχαριστημένεθ,
που εβγήκαν απ τα θπίτια και εμπήκαν στις δουλειές,
όλο σκούδουν και γκρινιάδουν;
[ο Τειρεσίας αρχίζει σιγά σιγά να αλλάζει: του πέφτει το γένι, του φουσκώνουν τα βυζιά, κουνιέται πιο πολύ πέρα δώθε και η φωνή του αρχίζει να γίνεται πιο ναζιάρα του συνήθους]
Παπαράσιος
Θα στα πω με δύο λόγια, έτσι, να μην υποφέρεις
κι ύστερα…. θα μου επιτρέψεις, λίγο να στα αναλύσω…
Λυσίστρατος
Όχι !
Κλεόβουλος
Φτάνει ! Κόψ’ το! Κάνε πίσω!
Τειρεσίας/ινα
Και μένανε με έπιαθε μια ανυπομονηθία
κάτι θαν κάπθ(ψ)α εδώδα!
Για έλα θτην ουθία !
Μη θε γαμήθω (τι είπα η άτιμη;)
Παπαράσιος [στον Τειρεσία]
Λιγουλάκι; Μια σταλίτσα;
Όχι; Τίποτα; Καλά!
Τότε θα τ’ απαριθμήσω: με το ένα, δύο, τρία.
Τειρεσίας
Άντε μπράβο
Παπαράσιος
Έχουμε λοιπόν και λέμε:
Ένα: Ο Ερμής κι οι δαίμονες, σ’ όλες τις εταιρείες,
Την ηγεσία άλλαξαν και τα μεσαία στελέχη.
Δύο: Στη θέση των αρσενικών, που είχαν αποτύχει
να φέρουν Νέα Εποχή, να στήσουν Νέα Τάξη,
βάλανε τις γυναίκες.
Τειρεσίας /ζίνα
Γιατί καλέ; Δεν είχε τόοοθα στελέχη άκθια;
Τόοοθους φτασθμένους (Γ)Ιάπειθ; Απ’ την προηγούμενη γενιά;
Παπαράσιος
Δεν ξέραν από φούσκες – όχι αρκετά – όχι όσο χρειάζεται
σε εποχές ανατροπών, χρόνους απορρυθμίσεων…
Κι έπειτα, χούγια αρσενικά, κρύβανε από κάτω
απ΄ τα μισά χαμόγελα, τα δημο-σιό-σχετίστικα
Τειρεζίνα
Κι αυτό τι τονε πείρα(ζ)δε, εμένανε μ’ αρέθουν,
τ’ αντράκια τα πολύ βαριά, σαν Τειρεδίνα γίνομαι
τα πάω δίχωθ άλλο!
Παπαράσιος
Όσο κι αν προσπαθούσανε να εκσυγχρονιστούνε
παιδιά του Άρη μένανε και τσαμπουκά πουλάγανε
Όμως τι να το κάνεις;!
Άλλο το ξεσυνέρισμα, τα ψευτονταηλίκια,
οι ανδρικοί οι πόλεμοι, και το ιπποτηλίκι
κι άλλο η επιθετικότητα η εκσυγχρονισμένη
με ζόρικες πολιτικές, πωλήσεις με το ζόρι
και ζόρικες εξαγορές…
Τειρεζίνα
Εντάκθει. Έχει και τρίτο;
Παπαράσιος
Τρία:Τον αντρικό τον τσαμπουκά, (και την τεστοτερόνη
-ό, τι είχε απομείνει-)
Τον πολεμήσαν ύπουλα, Με οιστρογόνα χημικά
που βάλανε στα πλαστικά, όπου πίναν οι άντρες.
-Μια εφεύρεσή τους νέα, που επιτυχία είχε τρανή!
Έστω και εάν τη Γαία, σφόδρα την ενοχλούσανε
και βόγκαγε η καψερή, και αναταραζότανε.
Μα και τα νέα θηλυκα, τα στε-λεχο-ποιημένα,
με τα παλιά, τα ατελή, τα απαρχαιωμένα,
δεν έπρεπε να μοιάζουν.
Γι αυτό τους κόψαν ριζικά τα αγαπητηλίκια,
και τους πολλούς αλτρουϊσμούς
-Πού άλλωστε ήταν άχρηστοι-.
Έτσι κι αλλιώς δε θα ’πρεπε μανάδες να το παίξουν,
παρά στελέχη ζόρικα, του ιδιωτικού τομέα.
Για να τις κολακέψουνε και να μην αντιδράσουνε
την αλαφράδα τη δροσερή, που από πάντα διέθεταν
οι όμορφες γυναίκες, πρώτα την θεσμοποίησαν
την έντα-τίκο-ποίησαν
κι ως υψηλή κουλτούρα, την εξεπούλησαν παντού
σε όλο τον πλανήτη!
Λυσίστρατος
Ποια; Την Αλαφράδα;
Παπαράσιος
Μα το Δία! Να μη σώσω, αν σας λέγω κουταμάρα!
Κλεόβουλος
Μας το ’κλεισαν το σπίτι.
Αλί σε μας!
Λυσίστρατος
Μη τον διακόπτεις Βούλη.
Τώρα που μόλις άρχισε να εξηγεί τι τρέχει…
[στον Παπαράσιο]
Ω δαίμονα ενήμερε, μα και δικτυωμένε,
το στόμα σου τ’ απύθμενο, ας το ανοιχτό ακόμη
για λίγο, να νοήσουμε, ποιος φταίει κατά βάση
εμείς, εκείνες ή ο Ερμής κι οι νεο-δαίμο-νές του,
που μας ετάραξαν το νου και πια δεν λειτουργούμε;
Τειρεσίας /Τειρεζίνα
Αχ όχι! Παπαράθιε!
Εδώ κάνε ένα διάλειμμά,
να πάρουμε μια ανάθα, γιατί όλα αυτά με κθ(ξ)άναπθ(ψ)αν…
Και θειθ ω ομορφόπαιδα, λιγάκι χαλαρώθτε
και μια που κάνει ζέθτη, βγάλτε κανα ιμάτιο
να βάλουμε και μουθική, να παίκθει η καραμού(ζ)δα
κι αθ έρθουν και τα ού(ζ)δα
μπας τελικά μια απίθανη σκαρώθουμε παρτού(ζ)δα
Κλεόβουλος
Ωιμέ! Ετούτος μεταλλάχθηκε κι εγίνηκε ετούτη!
Λυσίστρατος [στον Κλεόβουλο]
Εγώ λέω να την κάνουμε,
τα πράγματα αγριεύουν…
Κλεόβουλος
Δεν είναι κι ασχημούλα!
Λυσίστρατος
Έλα σου λέω, πάμε…
Παπαράσιος
Μα τι βλέπω; Εδώ έχει δράση
Α! αυτή είναι ωραία φάση!
Να τη καταγράψω πρέπει,
στους αιώνες (των αιώνων)
να περάσει!
[βάζει μπρος τα καταγραφικά του μηχανήματα]
Τερεζίνα[τους τραβάει από τα ιμάτια]
Βρέ, Καθήθτε ακόμη λίγο, τι βία έχει, κρατηθείτε
και το δώρο μου δεχτείτε.
Κλεόβουλος
Δώρο;
Τερεζίνα
Ναι! δελτίο θα θας βγάλω, μετεώ-ρολό-γικό
για να κθέρετε εγκαίρωθ, κατά την επιθτροφή σας,
αν θα βρέχει συνεχώθ ή απ τον ήλιο θα καείτε.
Κλεόβουλος
Ε Λυσίστρατε, τι λές; Παραμένουμε λιγάκι
στης Τειρεζίνας το κονάκι ;
Λυσίστρατος [του δείχνει τον Παπαράσιο που καταγράφει τη σκηνή]
Για δες τονα εκείνον: γράφει.
Κι αύριο οι τελάληδες, σ’ όλα τα πανηγύρια
για σένανε θα ιστορούν.
Το μόνο που δε ξέρω, είναι εάν θα λένε πως εσύ
την Τειρεζίνα πήδηξες
ή πως ο Τειρεσίας σε έκανε σουβλάκι…
Κλεόβουλος
Μα δεν τα μάθαμε όλα, για τις γυναίκες και για μας…