Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Archive for the ‘Άπόψεις – Άρθρα’ Category

Η βδελυγμία και οι μηνοούμενοι (μια που οι διανοούμενοι μας τελείωσαν)

Posted by vnottas στο 4 Ιανουαρίου, 2013

Εντάξει, ενδέχεται να μοιάζει κάπως ανορθόδοξο στους χαλεπούς καιρούς που περνάμε, το ιστολογοφόρο να αναρτά κείμενα με τίτλο ¨Αφήστε με να είμαι ευτυχισμένος¨ (έστω κι αν είναι στίχοι Νερούδα) ή  ένα ¨τραγούδι για τους παλιούς εραστές¨ (απόδοση στα ελληνικά ενός μελοποιημένου ποιήματος αγάπης του Μπρελ), ή άλλα παρόμοια, συγκινησιακά και συναισθηματικά.

Πολύ περισσότερο, που προσωπικά πιστεύω ότι για να ξεμπλέξουμε τους κόμπους και να λύσουμε τα κοινωνικά προβλήματα που μας πνίγουν, χρειάζεται συλλογικότητα και όχι υπερτονισμός των ατομικοτήτων, όσο κι αν έχουν και τα άτομα άγχη, προβλήματα και κόμπους συμπεπλεγμένους και οδυνηρούς.

Θα μπορούσα, βέβαια, να ισχυριστώ ότι το ιστολογοφόρο δεν είναι κατ’ ανάγκην χώρος μανιφέστων και προκηρύξεων, αλλά ότι διεκδικεί ελεύθερη ρότα στις μπουνάτσες και τις φουρτούνες της διαδικτυακής θάλασσας.

 Όμως δεν το λέω, γιατί ξέρω καλά πως κάθε επικοινωνιακή πράξη, όποια μορφή κι αν έχει και όποιου είδους περιεχόμενο κι αν δηλώνει, εν δυνάμει προκαλεί κοινωνικοπολιτικές επιπτώσεις, προεκτάσεις και παρενέργειες.

Και είναι αλήθεια ότι η εξύψωση σε πρωταρχική αξία της ατομικής ευτυχίας και κάποιας αγάπης ξεκομμένης από τα συλλογικά ιδεώδη και το συλλογικό μέτρο, έχει συχνά χρησιμοποιηθεί από την κατεστημένη κουλτούρα στην αντιπαράθεσή της με τις κοινωνικές διεκδικήσεις των  αδικημένων.

Έχει χρησιμοποιηθεί σε εκκλήσεις και προτροπές εικονογραφημένες με καταναλωτικά μπιχλιμπίδια, όπου η ατομική ευτυχία και η αγάπη προτείνονται σε ειδικές προσφορές και σε ενιαία συσκευασία μαζί με χρήσιμα και άχρηστα προϊόντα και εμπορεύματα.

Κάτι τέτοιο έχει συχνά συμβεί στο παρελθόν. Και το σχετικά πρόσφατο. Αλλά όχι πλέον τώρα.

Τώρα που η μεγάλη φούσκα έσκασε και το απόστημα πυορροεί, δεν τους ενδιαφέρει τόσο να μας υπενθυμίσουν ότι η ευτυχία είναι καλό και θεμιτό πράγμα. Τώρα μάλλον συμφέρει να είμαστε φοβισμένοι, περιδεείς, τρομοκρατημένοι. Και στο συλλογικό και στο ατομικό επίπεδο. Και να συμπεριφερόμαστε κατ’ ακολουθία.

Ό, τι παλιότερα θεωρούταν σιχαμερό, αγχώδες, άσχημο, βδελυρό, λανσάρεται τώρα με επίταση, όχι μόνο από τις ασώματες κεφαλές των εμπορικών μέσων, αλλά και από τους καλτ-αρισμένους (και κλαταρισμένους) εκσυγχρονιστές  μηνοούμενους. Οι διανοούμενοι ως γνωστόν, δεν υπάρχουν πια! Τους καταπλάκωσε το τρένο της κατανάλωσης και τους αποτελείωσαν οι απανωτές εκρήξεις των πραγματιστικών κυστο-φουσκών. Όσοι λίγοι έχουν απομείνει, δίνουν μάχες οπισθοφυλακής καθώς απομακρύνονται εσπευσμένα από τις φυσικές τους εστίες, στις οποίες έχουν αναρτηθεί πλέον τα (διαφημιστικά) λάβαρα των νικητών  Ιδιωτών, δημοσιοσχετιστών και εικονοπλαστών.

Μόνο που αυτοί οι τελευταίοι δεν επιμένουν πια στο να προτείνουν τις παλιές προσφιλείς τους ευτυχίες (πακεταρισμένες σε οικονομικά ή πολυτελή πακέτα), αλλά, αλλάζοντας βιολί, προσπαθούν να μας εθίσουν στην (ανομολόγητη) γοητεία της καταστροφής. Η παγωμένη χαμογελαστή ευεξία του καταναλωτή πάει πια, ζήτω τα βαμπίρ, τα ζόμπι, οι λογής λογής μάγοι, [που ως γνωστόν λύνουν τα προβλήματα ως δια μαγείας(!) και βρίσκονται πέραν των ελέγχων και των κανονισμών].

Ζήτω  οι κακοί γενικότερα! Είναι οι μόνοι που εξουδετερώνουν την εγκληματικότητα! Νομιμοποιώντας την!

Απέναντι σ’ αυτό το κύμα πολιτισμικής τρομοκρατίας ευτυχώς υπάρχουν αντίδοτα, έστω κι αν  πρέπει, καμιά φορά, να τα ανασύρεις από το υπέδαφος του παρελθόντος, όπου οι σπόροι/φορείς της ομορφιάς του συναισθήματος, επιβιώνουν των βδελυρών εποχών.

 (Και βέβαια υπάρχει η παράμετρος ζόρι, που εν τέλει επιφέρει την συνειδητοποίηση των λαών περισσότερο από οποιαδήποτε ριζοσπαστικά συνθήματα και λόγια).

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΤΑ ΤΡΕΧΟΝΤΑ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

Με αφορμή τις φέις-μπουκικές ευγένειες και κοινωνικότητες

Posted by vnottas στο 3 Σεπτεμβρίου, 2012

Σημείωση: Γράφτηκα στο προσω-πιδο-βιβλίο (όπου παρελαύνουν πρόσωπα και προσωπίδες, όπως παντού άλλωστε), γιατί όταν έψαχνα να βρω την προέλευση κάποιων αναφορών στο Ιστολογοφόρο που προέρχονταν από εκεί, μου έβγαινε μια επιγραφή που έλεγε: ¨Πρώτα γράψου, και βλέπουμε¨ ή κάπως έτσι. Γράφτηκα λοιπόν, αλλά μην περιμένετε έντονη παρουσία μου σ’ αυτό. Με βολεύει πολύ καλύτερα το ιστολόγιο, όπου εξάλλου τα σχόλια είναι ανοιχτά και όποιος θέλει μιλάει, όποιος  θέλει σωπαίνει.

Μπαίνοντας πάντως, παρατήρησα μια οργανωμένη και ρυθμισμένη ετικέτα, έναν διαφημιστικά στηριζόμενο συμπεριφορικό τσελεμεντέ και μου δημιουργήθηκαν κάποιες σκέψεις που σας εξομολογούμαι εδώ παρακάτω.

Κάποτε, όχι και πολύ παλιά, ήμασταν μια κοινωνία ως επί το πλείστον αγροτική, με οδυνηρή παράδοση ταξικής καταπίεσης και εθνικής υποτέλειας, άρα μια κοινωνία φοβισμένη και επιφυλακτική, με αποτέλεσμα να συμπεριφερόμαστε άγαρμπα, αμυντικά και να είμαστε άμαθοι από κοινωνικότητες και γαλαντομίες.

Βέβαια διαθέταμε, όπως όλες οι κοινωνίες, αρκετά συγκεκριμένους κανόνες επικοινωνίας, με τους οποίους ρυθμίζαμε τις συμπεριφορές, τόσο ανάμεσά μας, όσο και με τους άλλους. Αυτοί οι κανόνες, διαμορφωμένοι ιστορικά, εμπεριείχαν (πέρα από τις ζόρικες προσαρμογές στις ανάγκες επιβίωσης των εκάστοτε καιρών), μια πάγια δόση ελληνο-ορθόδοξων επιταγών, καθώς και κάποιες μνήμες αρχαίων κλεών.  

Για τις πρώτες φρόντιζε ένα ιερατείο που κατάφερνε να επιβιώνει ελισσόμενο και που παρέμενε δεμένο εικονογραφικά και τελετουργικά με την αυτοκρατορική βυζαντινή παράδοση. Οι δεύτερες, από ένα σημείο και μετά, αναζωπυρώθηκαν με πολιτισμικά αντιδάνεια απ’ τη Δύση, όπου (εν πολλοίς ερήμην των νεοελλήνων) ο αρχαιοελληνισμός χρησίμεψε ως κυρίαρχο φαντασιακό πολιτισμικό υπόστρωμα του νεωτερισμού, καθώς αυτός ανερχόταν.

Κατά τα άλλα, το δικό μας ευρύτερο πολιτισμικό σκηνικό υπήρξε για αιώνες εκείνο της περίφημης ¨καθ ημάς¨ ανατολής μέσα στο οποίο για να διατηρήσουμε στοιχεία αξιοπρέπειας και αυτοεκτίμησης έπρεπε να φαινόμαστε και να ¨φερόμαστε ως¨: ντόμπροι, κατ’ ανάγκην λιτοί, ανιδιοτελείς, αρρενοπρεπείς και χωρίς πολλούς (περιττούς) επικοινωνιακούς φραμπαλάδες.

 

Η αλήθεια είναι ότι, ενώ κάτι ξέραμε από ανατολίτικα ¨σαλαμαλέκουμ¨ που επιβίωναν εδώ κι εκεί, σε εμποροπανηγύρεις και λοιπές προβιομηχανικές δοσοληψίες, ξέραμε λίγα ή τίποτα για τους κώδικες που, στο μεταξύ, αναπτύσσονταν στη δύση και που καθόριζαν τους αποκαλούμενους τρόπους ¨καλής¨ συμπεριφοράς. Εκεί, οι νέο- αναρριχηθείσες νεόπλουτες τάξεις, αφού για μια πρώτη περίοδο απόρριψαν και καταδίκασαν τις παλιές δουλοπρεπείς συμπεριφορές προς τους άρχοντες, μετά προτίμησαν να τις ¨εκδημοκρατίσουν¨, να τις κωδικοποιήσουν και να τις επιβάλλουν ως εκλεπτυσμένους ¨τρόπους ζωής¨ (savoir vivre) και τρόπους τακτοποίησης και αναγνώρισης των νέων ιεραρχιών.

Εμείς (ως λαός, όχι ως κυρίαρχες μειονότητες), μαθημένοι αλλιώς, και χωρίς τις ανάλογες κοινωνικο-πολιτισμικές προϋποθέσεις, φανήκαμε αρχικά μάλλον σκεπτικιστές απέναντι στον δυτικό ευρωπαϊκό καθωσπρεπισμό. Και, εδώ που τα λέμε, το γεγονός ότι οι σχέσεις μας με τους δυτικούς υπήρξαν συχνά προβληματικές και ότι συνέβαινε να παρατηρούμε τους Φράγκους ή τα ¨Αμερικανάκια¨ να καταφέρνουν να σου τη φέρουν (καίρια), ενώ παράλληλα σου μιλούσαν με το σεις και με το σας, έκανε την υιοθέτηση των στημένων  δυτικότροπων συμπεριφορών να μοιάζει συχνά περισσότερο με ένα είδος πολιτισμικού δοσιλογισμού, παρά με ένδειξη κοινωνικής δημοκρατικότητας, όπου, ας πούμε,  όλοι μιλούν σε όλους στον πληθυντικό(!).

 Όμως, να που κάποτε (σχετικά πρόσφατα, πριν από δεκαετίες που μετριούνται στα δάκτυλα), με τρόπο κάπως ανορθόδοξο και προβληματικό και χάρη σε μια σειρά πολιτικές και οικονομικές συγκυρίες, μπήκαμε (για ένα διάστημα) κουτσά στραβά, καλώς ή κακώς, στην κλειστή λέσχη των δυτικών καταναλωτικών κοινωνιών.

Ο καταναλωτικός μας παράδεισος, βέβαια, δεν είχε τίποτα να κάνει με αυξημένες παραγωγικές διαδικασίες -δεν καταναλώναμε επειδή πρώτα είχαμε παράξει οτιδήποτε- ούτε από την συνεργατική κουλτούρα που γεννιέται με αυτές,  αντίθετα η παραγωγή μειώθηκε εσκεμμένα και συναποφασισμένα.

Η καταναλωτική μας παρένθεση είχε κατά τα φαινόμενα σχέση με τη νομιμοποίηση μέσω δανεισμού (λέγεται και πλύσιμο) υπερτροφικών διεθνών πλεονασμάτων κεφαλαίου με όχι διαυγή (ευφημισμός) προέλευση. Όπως και να ’χουν τα πράγματα, νέες συνθήκες, νέα πρότυπα, νέα προτάγματα, νέες συμπεριφορές.

Εν τω μεταξύ όμως, και η δυτική ¨ευγένεια¨ είχε τροποποιηθεί αισθητά. Καθώς ο προηγούμενος 20ος αιώνας (αυτός των δύο παγκοσμίων πολέμων) βάδιζε προς το τέλος του, συγκυρίες, συσχετισμοί δυνάμεων, αλληλεπιδράσεις και λοιπές εξελίξεις έφεραν στο προσκήνιο νέες συνταγές και νέους καθωσπρεπισμούς, στα πλαίσια μιας γενικότερης πολιτισμικής αναταραχής που αποκλήθηκε μετανεωτερισμός.

Είδαμε λοιπόν να παίρνει τ’ απάνω της μια νέα (αγοραία) συσκευασία παλιών ατομικισμών, πραγματισμών, σχετικισμών, και εικονολατριών,  με ανασκευές του παρελθόντος, λατρεία του παρόντος, αδιαφορία για το μέλλον, περιχυμένη με μια κουταλιά σάλτσα ασύδοτης αγοράς και με, στην κορυφή, ένα κβαντικό κερασάκι.

Καθώς οι παλιές εκκλησιαστικές κανονιστικές επικοινωνιακές αρμοδιότητες παραχωρούνταν σε ¨Μη¨ Κυβερνητικές Οργανώσεις, ¨Ανεξάρτητες¨ Αρχές και Ιδιωτικούς Οργανισμούς Μαζικής Επικοινωνίας, αναρτήθηκε ένας νέος Index, με προτροπές και απαγορεύσεις στο όνομα της Νέας Ιεράς Πολιτικής Ορθότητας.

Όλα αυτά υπήρξαν επαρκώς εξόφθαλμα και θα μπορούσαμε να τα έχουμε παρατηρήσει, αν όχι μελετήσει, έτσι ώστε να ξέρουμε τι μας γίνεται και τι μας περιμένει, αλλά εμείς ήμασταν απασχολημένοι με τον ¨εκσυγχρονισμό¨ και την κατασκευή του πλαστικού μας κόσμου, δηλαδή με την τελευταία τραυματική μας μετάλλαξη: αστικοποίηση σε αντιπαροχυμένες τσιμεντουπόλεις, μηχανοκίνηση επί (λακουβο)δρόμων και (λακουβο)πεζοδρομίων, σεξουαλικές χειραφετήσεις μέσω τουριστικών προτύπων και επαφών και τέλος, αυτοχειριακή κατάποση της (διεθνοποιημένης) βιομηχανοποιημένης κουλτούρας.

Και προς στιγμήν φάνηκε ότι κάτι καταφέραμε! 

Αν και, πλαστός ή όχι, ο ευκαιριακός μας παράδεισός παράμενε καταναλωτικός και για να λειτουργήσει δεν είχε ανάγκη μόνο από εισαγωγές, από κατάφωτα υπερμάρκετ κι από αρμάδες καροτσάκια, αλλά και από διαφημιστικές εκστρατείες, προωθητικές καμπάνιες, δημόσιες σχέσεις, και ένα νέο γενικότερο εμπεριέχον σκηνικό φτιαγμένο από την ¨μη μου άπτου¨ τοπική εκδοχή της ¨πολιτικής ορθότητας¨, έτσι ώστε να μη χαλάει η σούπα, να μην κινδυνεύουν οι εντυπώσεις και να μην ενοχλείται η περίφημη ευ-δαιμονία!  

Έτσι καταλήξαμε, όχι βέβαια ¨ευγενείς¨, (ευτυχώς ο οδοστρωτήρας της τοπικής ιστορίας, μας είχε απαλλάξει από τα κατάλοιπα αυτού του παρασιτικού πλέον στρώματος), αλλά κάπως με το ζόρι ευγενικοί του είδους ¨πολύ κάπως¨ και ¨πολύ δήθεν¨.

 Μέσα σ’ αυτό το κουβάρι των αντιφατικών εξελίξεων, ακόμη μία: η διάδοση νέων μέσων επικοινωνίας. Διαδίκτυο, ιστολόγια, προσωποβιβλία, κι ένα σωρό άλλες επικοινωνιακές μορφές και ευκαιρίες. Με φιλοδοξίες επικοινωνιακής ανάδρασης και με κύριους χρήστες (για πρώτη φορά) τους πολύ νέους! Με νέες απρόσμενες δυνατότητες, αλλά και με σκοτεινές, ανεξερεύνητες ακόμη κοινωνικές επιπτώσεις…

(συνεχίζεται)

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

Όταν ο Χάρι (Πότερ) συνάντησε τα λόμπυ…

Posted by vnottas στο 26 Ιουνίου, 2011

Όταν ο Χάρι (Πότερ) συνάντησε τα λόμπυ…

(ή …και οι Μάγκλ έχουν ψυχή) (1)

 

 «Η πρώτη αιρετική αρχή της κυβέρνησης του Τρίτου Κύματος είναι η αρχή της δύναμης της μειοψηφίας. Σύμφωνα μ’ αυτή, η αντίληψη πως η πλειοψηφία κυβερνά, βασική νομοθετική αρχή της περιόδου του Δευτέρου Κύματος, είναι πια ξεπερασμένη, Δεν είναι οι πλειοψηφίες εκείνες που έχουν σημασία αλλά οι μειοψηφίες. Και τα πολιτικά μας συστήματα πρέπει να αρχίσουν ν’ αντανακλούν αυτό το γεγονός».

Αλβιν Τόφφλερ (¨Το Τρίτο Κύμα¨, εκδ. Κάκτος 1982, σελ 490)

 

Κατ’ αρχήν να σας εκμυστηρευτώ ότι τον ήρωα της κας Ρόουλινγκ  τον διάβασα. Τις τέσσερεις πρώτες του περιπέτειες. (Ο γιος μου, ρεαλιστικότερος εμού, μάλλον όχι).

Για να αυτοαιτιολογηθώ δεν θα επικαλεστώ το επιστημονικό (επικοινωνιακό) ενδιαφέρον για την οργανωμένη προβολή και την εκπληκτική παγκόσμια διάδοση ενός ακόμη προϊόντος της πολιτισμικής βιομηχανίας. Απλά θα ομολογήσω ότι εμένα τα παραμύθια μ’ αρέσουν: ενεργοποιούν εκείνη τη θαυματουργή φαντασιακή ικανότητα που ενυπάρχει σε όλους μας και  που, όχι μόνο ξεπερνάει εγκαίρως την (έτσι κι αλλιώς προσωρινή) δικτατορία των νομοτελειών (πριν αργά ή γρήγορα αναιρεθούν από μόνες τους), όχι μόνο αναπληρώνει τις αναπόφευκτες απώλειες από τη φθείρουσα τριβή με την πραγματικότητα, αλλά και καταφέρνει να ζωντανεύει ανεπαίσθητες απουσίες και άλλα πράγματα φευγαλέα, απροσδιόριστα και πολύτιμα, όπως οι παιδικές αναμνήσεις.

Τα παραμύθια μ’ αρέσουν επίσης γιατί σπάνια είναι ανιαρώς μονοσήμαντα και αθώα με πληκτικό τρόπο. Αντίθετα, έτσι και τα σκαλίσεις λίγο, ανακαλύπτεις εναλλακτικές εκδοχές, καμιά φορά ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες…

Κατανάλωσα λοιπόν μια ικανή δόση Χάρι Πότερ και μετά, έχοντας σχηματίσει μια πρώτη άποψη, παρακολούθησα τα πολλά και διάφορα που γράφτηκαν γι αυτόν.

Τα περισσότερα, εδώ που τα λέμε, δεν ήταν παρά ματσάκια από τον κλασικό μαϊντανό που συνοδεύει τις προωθητικές εκστρατείες όλων των βιομηχανικών πολιτισμικών προϊόντων: πώς οι απανταχού πιτσιρικάδες (και κάμποσοι μεγαλύτεροι) ξετρελάθηκαν, πώς κάποιοι θρησκευόμενοι αντέδρασαν συμβάλλοντας στον διαφημιστικό σαματά, πόσα λεφτά έβγαλε η συγγραφέας, πώς για μία ακόμη φορά επιβεβαιώνεται ότι σήμερα πλέον ό,τι πουλάει αυτοδικαιώνεται (και καλλιτεχνικά)… και δώσ’ του σωροί από νούμερα να τεκμηριώνουν πόσο εξαιρετική υπήρξε η επιτυχία της κας Ρόουλινγκ και του πνευματικού της τέκνου Χάρι Πότερ…

Παράλληλα γράφτηκαν και μερικές ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις.

Όπως, λόγου χάρη, για κάτι που άφησε άναυδους τους μάνατζερ της καθοδηγούμενης κατανάλωσης: το γεγονός πώς το τελευταίο καιρό οι πιτσιρίκοι το ’χαν ρίξει αποκλειστικά στην κατανάλωση παραμυθιών και παιχνιδιών με εικόνες, δεν ήταν η μοιραία και αναπότρεπτη συνέπεια του ¨εικονικού¨ πολιτισμού των νέων μέσων, αλλά μάλλον οφειλόταν στο ότι τέτοια ήταν η προσφορά. Εικόνες τους έδιναν, εικόνες κατανάλωναν. Όταν υπήρξε και πάλι διαθέσιμο το κλασσικό περιπετειώδες γραπτό παραμύθι, οι μικροί το πρόσεξαν και το αγάπησαν πάλι.

Ή, ακόμη, η (σωστή) παρατήρηση ότι η εκστρατεία προώθησης ήταν πλανητικά διαρθρωμένη με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με εκείνον που χρησιμοποιούν οι πολυεθνικές για οποιοδήποτε εμπόρευμα και όμοια, ας πούμε, με τις τραγουδιστικές εκστρατείες της Μαντόνα ή της Γκάγκα: δίπλα στην οικουμενική αλαφράδα της ποπ,  ιδού και το πρώτο παγκοσμιοποιητικά προωθούμενο παραμύθι. (Θυμηθείτε: ο Χάρυ προηγήθηκε του Μπραούν-ειου Κώδικα).

Αυτά ειπώθηκαν και ξαναειπώθηκαν σε κάθε νέα έκδοση των βιβλίων με τις περιπέτειες του νεαρού μάγου, προκειμένου να ενισχύσουν ή να εξηγήσουν την επιτυχία του.

Τι άλλο θα μπορούσε να προσθέσει κανείς;

Ίσως ένα πράγμα. Μια ακόμη μικρή συμπληρωματική ερμηνευτική υπόθεση…

Μήπως, άραγε, ο Χάρυ εντάσσεται σε ένα νέο είδος ήρωα (ή εν πάση περιπτώσει ένα είδος που είχαμε πάρα πολύ καιρό να δούμε) που δεν εκπροσωπεί τα κλασικά κοινωνικά σύνολά ή ομάδες (αδικημένες κοινωνικές τάξεις, ανερχόμενα ή καταπιεσμένα κοινωνικά στρώματα διαμορφούμενες εθνότητες), αλλά ταυτίζεται με μια νέα κατηγορία κοινωνικών μορφωμάτων, μειονοτικών και ισχυρών μαζί, που ταυτόχρονα ενδιαφέρονται να επηρεάσουν (να ¨σώσουν¨) το κοινωνικό σύνολο, με άλλα λόγια μ’ αυτά που το τελευταίο καιρό αρχίσαμε να αποκαλούμε «λόμπυ» ή οργανωμένες παραθεσμικές (ή και εξωθεσμικές) ομάδες πίεσης;

Σας θυμίζω εν συντομία τον βασικό μύθο.

Ο κόσμος μέσα στον οποίο ζει και δρα ο Χάρυ Πότερ είναι μανιχαϊκά μοιρασμένος στα δύο.

Από τη μία πλευρά υπάρχουν οι πολλοί, η πλειονότητα (άπαντες πλην των μάγων): αποτελείται από τύπους αντιπαθητικούς, κοντόθωρους, άσχημους, βλάκες, ζηλιάρηδες, ανεπαρκείς γενικώς, σαδιστικών τάσεων, ανίκανους να αυτοδιοικηθούν (τυπικό δείγμα  οι Ντάρσλι, η οικογένεια που φιλοξενεί τον Πότερ πριν αρχίσει τις μαγικές του σπουδές). Υποτίθεται ότι δεν  κατέχουν από μαγεία, ίσως να έχουν λίγη επιστήμη, αλλά τίποτα δεν αποκλείει σε μια μελλοντική εξέλιξη η ιστορία να ξαναγραφτεί και να αποκαλυφτεί ότι και την επιστήμη την χρωστάνε στους μάγους! Στο βιβλίο η ανίκανη και καταδικαστέα αυτή πλειονότητα έχει όνομα (έτσι τουλάχιστον τους αποκαλούν περιφρονητικά οι μάγοι): είναι οι Μαγκλ! Οι Μάγκλ διέπονται από με μια βασική και αδικαιολόγητη (σχεδόν μεταφυσική) εμμονή: αντιπαθούνε τους μάγους!

Από την άλλη μεριά υπάρχουν οι μάγοι. Αυτοί φυσικά είναι λίγοι και εκλεκτοί. Ζουν σε ένα κόσμο παράλληλο και ημίκρυπτο, που ωστόσο τέμνεται με εκείνον της ¨κακής και ηλίθιας¨ πλειονότητας.

Οι μάγοι κρύβονται, γιατί οι Μαγκλ τους αντιπαθούν τόσο, που δεν τους επιτρέπουν να αναλάβουν τα ηνία της διακυβέρνησης (και να ¨σώζουν¨ όποτε κρίνουν ότι κάτι τέτοιο χρειάζεται τους φουκαράδες πλειονοτικούς Μαγκλ). Ωστόσο οι μάγοι είναι καλά οργανωμένοι, διαθέτουν παράλληλες μυστικές δομές εξουσίας, και όλα δείχνουν πως σκοπεύουν να σώσουν τους Μαγκλ, θέλουν δε θέλουν.

Στο κόσμο του Πότερ η δημοκρατία (το πολιτικό σύστημα που δίνει δίκιο στους περισσότερους) είναι μια ξεπερασμένη, ύποπτη ή και επικίνδυνη υπόθεση. Οι πλειοψηφούντες ζηλόφθονοι Μαγκλ δε χρειάζονται την δημοκρατία (κατά βάθος, ούτε καν την πολιτική): χρειάζονται εποπτεία.

Αντίθετα οι μάγοι διαθέτουν την πολυτέλεια της πολιτικής και, κατά συνέπεια, της εσωτερικής διαφωνίας. Πράγματι, είναι διαιρεμένοι σε δύο φράξιες. Με άξονα το επίμαχο θέμα των σχέσεων με τους Μαγκλ είναι χωρισμένοι στους Διαλλακτικούς και τους Φονταμενταλιστές. Οι πρώτοι θέλουν λίγο-πολύ καλές σχέσεις με τους βλάκες της πλειονότητας και φτάνουν στο σημείο να είναι ανεκτικοί ακόμη και σε περιπτώσεις μικτών γάμων, οι δεύτεροι είναι τόσο ρατσιστές που καταδικάζουν κάθε περίπτωση επιμιξίας με τους Μαγκλ ενώ αποστρέφονται (μετά βδελυγμίας) τους τυχόν ¨ημίαιμους¨.

Ο Πότερ ανήκει στην πρώτη φράξια, άλλωστε η κολλητή του, η Ερμιόνη, είναι μεν ταλαντούχος μαθητευόμενη μάγισσα, αλλά είναι και ημίαιμη. Οι εχθροί του Πότερ ανήκουν στους μάγους φονταμενταλιστές. Αυτοί είναι που υπάρχει κίνδυνος να πάρουν τον κόσμο στο λαιμό τους. Οι Μάγκλ (ούτε καλοί ούτε κακοί, αλλά πανηγυρικώς ανίκανοι), σε αυτό το παιχνίδι απλώς δεν παίζουν.

Εάν θα επέμενε κανείς να απαριθμήσει συνοπτικά τα παραπάνω ως υπαινισσόμενες αξίες, θα μπορούσε να σημειώσει ότι:

α. επιβεβαιώνεται η παλιά γνωστή (αντιδημοκρατική) ρήση ότι όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίσα. Εδώ όμως συμβαίνει και κάτι άλλο: ναι μεν τα μικρά  δάχτυλα περιγράφονται ως πολλά και ανίκανα, τα μεγάλα όμως δεν είναι πια κάποιες ηρωικές μονάδες που αντιπαραθέτουν την ατομική τους ιδιοφυία στην καταπίεση του πλήθους (όπως στην κλασική εκδοχή), αλλά ανήκουν σε μια οργανωμένη μειοψηφία. Έμμεση παρότρυνση προς τους μικρούς αναγνώστες: αν θέλετε να ξεφύγετε από την τυραννία της μαζικής κοινωνίας φροντίστε να ενταχθείτε σε μια προνομιούχα μειονότητα. Μην δυσπιστείτε, γιατί αυτή κατά βάθος μπορεί να είναι καλή και χρήσιμη. Αν δεν σας κάνουν εύκολα μέλος, αρκεστείτε να τα έχετε καλά μαζί της. Είναι οι προνομιούχες μειονότητες που κάνουν πλέον παιχνίδι.

β. Οι εν λόγω μειονότητες είναι αρκετά ισχυρές ώστε να μη χρειάζεται πλέον να αιτιολογούν την παρουσία, τη δράση και την εξουσία τους με ορθολογικό τρόπο. Το κενό καλύπτεται από μια υπερφυσική-μαγική εκδοχή περί καλού και κακού.

γ. Οι εν λόγω μειονότητες δεν είναι (όλες/ακόμη) αρκετά ισχυρές ώστε να μπορούν να απαιτούν προνόμια στα φανερά. Αν το έκαναν θα αντιμετώπιζαν ακόμη πιο έντονα τη δυσαρέσκεια που ήδη υφέρπει ανάμεσα στη μάζα/τέως λαό (Μαγκλ). Γι αυτό δικαιούνται (για την ώρα) να δρουν εν κρυπτώ.

Αυτό είναι το βασικό σκηνικό. Μέσα του πλέκονται οι επιμέρους μύθοι που έχουν απ’ όλα! Και δράκους, και τέρατα, και κακούς που είναι κακοί ως το κόκαλο και καλούς που είναι επιτήδειοι και ωραίοι. (Η Ρόουλινγκ δεν χρησιμοποιεί τις υποδείξεις της πολιτικής ορθότητας -που όλα τα δικαιολογεί / όλα τα εξωραΐζει- και αυτός είναι ίσως ένας από τους βασικούς λόγους της πλατιάς επιτυχίας του πονήματος).

Τα παραπάνω δεν είναι παρά μερικές παρατηρήσεις που ξεκινούν από μια μικρή συμπληρωματική υπόθεση και οδηγούν σε ένα είδος ¨ανάγνωσης¨. Όμως, όπως συμβαίνει με κάθε μήνυμα με ευρεία διάδοση και αποδοχή, είναι δυνατές και αρκετές άλλες διαφορετικές ¨αναγνώσεις¨.

Στην προφανέστερη έχουμε να κάνουμε με μία καλοδιαμορφωμένη φανταστική ιστορία με  πλοκή, περιπέτεια και  ανατροπές, στην οποία ¨παίζουν¨ αρκετές ευρέως αναγνωρισμένες αξίες, όπως η οικογένεια, η φιλία, η γενναιοφροσύνη απέναντι στους εχθρούς, η αλληλεγγύη (μεταξύ ομοίων) και άλλες.

Τι θα μείνει από τον Χάρυ Πότερ;

Είναι νωρίς για να αποφανθεί κανείς με σιγουριά. Ας μη ξεχνάμε ότι το κοινό έχει τους δικούς του μηχανισμούς αποδοχής και αφομοίωσης των όσων του προσφέρονται (μπουχτιστικά) από  τους μηχανισμούς της απόδρασης και της (έμμεσης) πειθούς.

Ο Μίκυ Μάους κυριάρχησε και παράμεινε στο συλλογικό ασυνείδητο, μάλλον ως ένα συμπαθητικό ποντίκι παρά ως ένας εθελοντής συνεργάτης των  απανταχού σερίφηδων.

Ο Σούπερμαν πήρε θέση στις παιδικές αναμνήσεις μάλλον σαν ένας ακόμη καλόβολος γίγαντας, παρά ως ο ιδανικός υπάλληλος αμερικανού εργοδότη, πρόθυμος να κάνει θελήματα χωρίς να ανακατεύεται σε οτιδήποτε θα μπορούσε να έχει κοινωνικό ή πολιτικό περιεχόμενο.

Ακόμη και ο Ράμπο πλασαρίστηκε στις χώρες της Μέσης Ανατολής  απογυμνωμένος από όλες τις ψυχροπολεμικές και αντι-ισλαμικές του αποχρώσεις για να ¨πιάσει¨ και να πουλήσει ως παραμύθι ακόμη και εκεί.

Επιμύθιο: οι ήρωες (και οι σκοπιμότητες) αλλάζουν, η περιπέτεια μένει.

Και στο κάτω κάτω, όπως λέει και η (διαλλακτική) μάγισσα – καθηγήτρια κα Μακ Γκόναγκλ στο πρώτο βιβλίο της Ρόουλινγκ, ¨Ο Χάρυ Πότερ και η φιλοσοφική λίθος¨ (σελίδα 21): «ας μη ξεχνάμε πως οι Μαγκλ δεν είναι και εντελώς ηλίθιοι…»

——-

(1) Κείμενο που έγραψα πριν δυο-τρία χρόνια, όταν γινόταν και πάλι ντόρος με αφορμή την προώθηση κάποιας από τις ταινίες του διοπτροφόρου μάγου. Είχα μάλιστα την (ατυχήσασα) έμπνευση να το στείλω προς δημοσίευση σε μεγάλη αθηναϊκή εφημερίδα. Εκεί, κατ’ αρχήν άρεσε, μετά άρεσε λιγότερο και όταν πάρθηκε η -αρνητική- τελική απόφαση, το θέμα δεν ήταν πια στην επικαιρότητα και έτσι έμεινε στα αρχεία μου μέχρι σήμερα.Σήμερα Κυριακή ξεφυλλίζοντας την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία έπεσα πάνω στο νιοστό αφιέρωμα (προβολή νέας ταινίας του Χάρι) στον ήρωα της Ρόουλινγκ και θυμήθηκα ότι κάτι έχω γράψει σχετικά.


Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΣΧΟΛΙΑ, ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , | Leave a Comment »

Ο καπνός και ο φόβος

Posted by vnottas στο 19 Νοεμβρίου, 2009

Ο Βασίλης Νόττας γράφει για τις (έστω καλών προθέσεων)
εκφοβιστικές εκστρατείες
(Δημοσιεύτηκε στην  «Μακεδονία»)

  Ο Καπνός και ο φόβος

  Είδα έναν πνεύμονα ξαπλωτό πάνω σε ένα χειρουργικό τραπέζι, να τον
πασαλείβουν μ’ ένα κουβά πίσσα.
Είδα σπηλαιώδεις γιγαντογραφίες σωθικών να κιτρινίζουν και να σαπίζουν.
Είδα αρτηρίες  φραγμένες και αγγεία βουλωμένα.
Είδα εξογκώματα γεμάτα κακία να διεκδικούν ζωτικό (γι αυτά) χώρο στο
αναπνευστικό σύστημα ενός φουκαρά.
Είδα, όπως ίσως και  εσείς, το περίφημο τηλεοπτικό μήνυμα που
απευθύνεται στους καπνιστές και τους προτρέπει να το κόψουν…
Και παραλίγο να ανάψω τσιγάρο, παρότι έχω χρόνια να καπνίσω.

  Όταν ύστερα από λίγο ξεπέρασα τη κρίση ξαναθυμήθηκα πώς έκοψα το
τσιγάρο.
Κάπνιζα είκοσι δύο συναπτά έτη. Από φοιτητής. Πολύ.
Πήρε να μ’ ενοχλεί. Το αγνόησα.
Είχα βρει ακόμη κι ένα (φτιαχτό) άλλοθι. Η έναρξη του καπνίσματος ήταν μία από τις αναμνήσεις μιας νεανικής και (όταν την βλέπεις από μακριά) ηρωικής εποχής.

  Αρχές της δεκαετίας του εβδομήντα. Ιταλία. Μικρά δωματιάκια
παραχωρημένα από την Κάζα ντελ Πόπολο για να συνεδριάζουν οι έλληνες αντιφρονούντες. Γεμάτα καπνό από άφιλτρα Νατσιονάλι Σέμπλιτσι, άντε και κανένα Εμε-Έσε του ιταλικού μονοπωλίου ή και, το πολύ, κανένα Μάλμπορο.

  Στην αρχή βήχεις, μετά αντιστέκεσαι για λίγο, ύστερα ζητάς τσιγάρο. Εκεί γνώρισα και τη γυναίκα μου. Κάπνιζε ήδη.

  Μεταπολίτευση, επιστροφή στην Ελλάδα, στρατός (τσιγάρο και νές) Αθήνα, Θεσσαλονίκη, και το τσιγάρο, τσιγάρο.
Ώσπου, όσο κι αν θες να τ’ αγνοήσεις  και να κάνεις ότι δε τρέχει τίποτα, σε θυμάται αυτό. Κάτι ψιλοζαλάδες στις ανηφόρες, κάτι ψιλομουδιάσματα στο κρεβάτι, κάτι η ανάσα στο στήθος να κάνει νερά…

  Έκανα μόνο κάποιες προσπάθειες να το μειώσω. Όλες ανεπιτυχείς!

  Έκανα και μερικές προσπάθειες να θεωρητικοποιήσω το πράγμα. Το κάπνισμα ως ένδειξη ακραίας αυτοδιάθεσης. Δε μου φτούρησε.

  Κι έπειτα φτάνεις στην ηλικία των τσεκ απ.
Εγώ το παράβλεπα και το ανέβαλα. Όσο μπορούσα.
Μετά ήρθε η μέρα που με τις ακτινογραφίες υπό μάλης βρέθηκα μπροστά στο γιατρό.

 Σύστημα Υγείας. Τάκης Τσόλκας, παθολόγος, τότε δε τον ήξερα, μετά γίναμε φίλοι.

  Κοίταξε τη μαυρίλα της ακτινογραφίας και μετά εμένα.

  «Πόσο καπνίζεις;» με ρώτησε.

  Του είπα. Το χέρι μου στη τσέπη είχε ήδη, αυτόματα, βγάλει τσιγάρο από το πακέτο.
Αν ο Τσόλκας μου έλεγε τα συνηθισμένα, αν μου εκφωνούσε τις γνωστές απειλές, είχα έτοιμο το άλλοθι για το επόμενο τσιγάρο. Και το επόμενο τσιγάρο, ήταν ήδη έξω από το κουτί, στη τσέπη μου, έτοιμο για άναμμα.

Μπορεί του Τάκη να μη του άρεσαν οι εκφοβισμοί. Μπορεί να ήταν καλός ψυχολόγος. Σίγουρα ήταν καλός γιατρός. Με κοίταξε ήρεμα και μου είπε:

  «Για τόσα τσιγάρα, εντάξει. Μάλλον την έχεις σκαπουλάρει για την ώρα».

  Τον κοίταξα απορημένος. Άλλα περίμενα. Το χέρι μου στη τσέπη
τσαλάκωσε το τσιγάρο.

  Ήταν το πρώτο που δεν κάπνισα.

  Πέρασε αρκετός καιρός από τότε. Τώρα θεωρώ το κάπνισμα ένα βίτσιο ηττημένο. Του βγάζω τη γλώσσα (που ξανακοκκίνισε). Αλλά όντας παθών ξέρω πόσο λίγο μετράν οι απειλές σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Ξέρω επίσης ότι για εκείνους που δεν γνωρίζουν τα πράγματα από τα μέσα, οι απειλές είναι η εύκολη λύση. Που πολλές φορές επιφέρει ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα
από το ζητούμενο.

  Εκτός πια κι αν το ξέρουν. Και το ζητούμενο είναι άλλο.
Όπως για παράδειγμα σε κάποιες διαφημίσεις. Που σου μιλάν για τα (υπαρκτά) δεινά του τρίτου κόσμου.

Αλλά κατά βάθος δε θέλουν άλλο παρά να σου πουλήσουν.

  Ρούχα!

  ******

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΣΧΟΛΙΑ | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

Αχ, αυτά τα συμπαθή – απεχθή ανθρωπάκια…

Posted by vnottas στο 6 Δεκεμβρίου, 2008

  [1]  Κοινωνική κατηγορία από τις πιο ανθεκτικές στο χρόνο. Οντότητα που, αν και όχι πάντοτε ιδιαίτερα ευδιάκριτη, καταφέρνει να ακμάζει και αναπαράγεται σε οποιοδήποτε περιβάλλον, γεωγραφικό, κοινωνικό, πολιτιστικό, πολιτικό: Αυτά τα συμπαθή-απεχθή ανθρωπάκια.

Μια προσεκτική ματιά στο γύρο αρκεί για να τα εντοπίσετε να χαμογελούν ταπεινά ή και, σπανιότερα, να απαιτούν σεβασμό για την Αυτού Μετριότητά τους.

Όχι, δεν μιλώ για τους πολλούς ανώνυμους της ανθρώπινης περιπέτειας. Και σίγουρα δεν αναφέρομαι σε όλους εκείνους που επειδή δε θέλουν ή δε μπορούν να προσαρμοστούν στα όσα προβάλλονται κάθε φορά ως οι ¨συνταγές κοινωνικής επιτυχίας και καταξίωσης¨ καταλήγουν να παρασύρονται μοιραία από τον οδοστρωτήρα των κατεστημένων απόψεων και των εκάστοτε συσχετισμών δυνάμεων. Ούτε βέβαια σε εκείνους που στην ανωνυμία βρίσκουν το ύστατο καταφύγιο όπου μπορεί να προστατευθεί η πολύτιμη προσωπική τους αξιοπρέπεια.

Άλλωστε πολλά από τα ανθρωπάκια που με εμπνέουν σήμερα κάθε άλλο παρά ανώνυμα είναι. Αντιθέτως, σε μαζικές κοινωνίες σαν τη δική μας, όχι μόνον επιπλέουν, αλλά και διακρίνονται καταλαμβάνοντας επίκαιρες θέσεις. Τα ανθρωπάκια για τα οποία μιλώ ακούν (και υπακούουν) με θεοφοβούμενη ευλάβεια τις τρέχουσες συνταγές επιτυχίας και γίνονται σχετικά εύκολα  γραμματείς (και Φαρισαίοι), εκπρόσωποι του λαού, καθηγητές πανεπιστημίου,  αστέρες της τηλεόρασης, διαπρεπείς αναλυτές, και ό,τι άλλο το περίοπτο και μαζικώς προβεβλημένο!

Αυτά τα συμπαθή – ειδεχθή ανθρωπάκια, μπορεί να μη διαθέτουν ιδιαίτερη πρωτοτυπία, επαρκή δημιουργικότητα, ή στοιχειώδη ικανότητα να ξεπεράσουν τα τετριμμένα και τα στερεότυπα, όμως χάρη στον έμφυτο χαμαιλεοντισμό και την κεχαριτωμένη (και καθώς πρέπει) ευελιξία τους, στελεχώνουν διοικητικά συμβούλια, εκλεκτορικά σώματα, οργανώσεις αλληλεγγύης (μεταξύ των προνομιούχων), γενναιόδωρους δημόσιους οργανισμούς και γραφειοκρατικοποιημένες μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Και εκεί κάνουν καλά τη δουλειά τους. Στηρίζουν την αβλαβή μετριότητα (ως ιδέα και ως πρακτική) ή προσδένονται στον εκάστοτε ¨κακό πλην όμως δυναμικό χαρακτήρα¨ που θα τα προστατέψει και θα τα στηρίξει μελλοντικά. Γιατί τα ανθρωπάκια είναι συνήθως ανασφαλή και  χρειάζονται πατρονάρισμα, περιποίηση και εξασφάλιση.

   Σε σχέση με τους υφιστάμενούς τους, αρέσκονται στο να απαιτούν σεβασμό και γλυπτική αφοσίωση. Παράλληλα όμως δεν θέλουν να φαίνονται ¨εμπαθή¨ και αφήνουν να εννοηθεί ότι επειδή ξέρουν από πραγματισμό, είναι έτοιμα να διευκολύνουν την αναπαραγωγή του είδους επιτρέποντας την άνοδο και σε άλλους ομοίους τους.

Τα ανθρωπάκια ξέρουν ήδη απ’ έξω κι ανακατωτά τις ευκαιρίες που τους δίνει η κοινωνία της μάζας, η πολιτισμική βιομηχανία, η ¨θρησκεία¨ των δημοσίων σχέσεων και τα ισχυρά ιδιωτικά ΜΜΕ, ενώ εκείνοι που προκαλούν την (μετά βδελυγμίας) αντιπάθειά τους είναι οι ιδεολόγοι,  οι ονειροπόλοι, όλοι οι μη προβλέψιμοι (στα πλαίσια ενός χρησιμοθηρικού πραγματισμού), και οπωσδήποτε, οι χαρισματικοί που χαλάνε τη σούπα. 

Υποτίθεται ότι τα ανθρωπάκια, στην μετριότητά τους, μπορεί μεν να είναι αενάως και διαχρονικώς παρόντα, όμως δεν γράφουν Ιστορία. Μην είστε και τόσο σίγουροι. Ήδη, ευνοημένα από το πνεύμα της εποχής, έχουν αρχίσει να ξαναγράφουν την Ιστορία που ξέραμε, χρησιμοποιώντας τα δικά τους κριτήρια.

Β.Ν.


[1] Το κείμενο αυτό έχει δημοσιευτεί παλιότερα. Το αναρτώ γιατί (δυστυχώς) λέει ακόμη κάτι.

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΣΧΟΛΙΑ, ΤΑ ΤΡΕΧΟΝΤΑ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Η γυναίκα τανάλια

Posted by vnottas στο 22 Νοεμβρίου, 2007

Θυμάστε τη ¨γυναίκα τανάλια¨ για την οποία τραγουδούσε με περισσή τρυφερότητα ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου πριν μερικά χρόνια; Καμία σχέση με την θηλυκή τανάλια που περιγράφω εδώ παρακάτω.

Εκείνη αντιστεκόταν στην εξουσία, παλιά και νέα, αυτή εδώ ενδίδει. Εκείνη κοιμόταν στα πάρκα, ετούτη κοιμάται με χάπια που επιτρέπονται και τα διαφημίζει η TV. Εκείνη ανήκε στα αγριόχορτα και τα αγριολούλουδα, ετούτη ανήκει σ΄άλλα άγρια, τ’ αρπαχτικά και τ’ αναρριχόμενα, το γένος kairoscopicus. Εκείνη ατίθαση, αντισυμβατική, επαναστάτρια, υπήρχε ανέκαθεν, έστω στο περιθώριο, αυτή εδώ το περιθώριο, αν δε το σνομπάρει, το εκμεταλλεύεται. Και επί πλέον δεν είναι τόσο παλιά. Μόλις που έχει ξεπεταχτεί από τη χοάνη της πολιτισμικής βιομηχανίας. Και δεν την έχει τραγουδήσει κανένας (εκτός ίσως από κάτι λογοτεχνίζοντες διαφημιστές ή κάτι απελπισμένους σκυλάδες -αυτό δεν το αποκλείω!).

Μιλάω για τη νέα κατασκευή του αναρυθμιζόμενου κατεστημένου: Την επιθετική και ενσωματωμένη στυλοβάτρια του νέου ανταγωνιστικού (άνευ όρων, περιορισμών και εγγυήσεων) και καταναλωτικού (χωρίς περίσκεψη και αναστολές) συστήματος της νέας εποχής. Ένα υβριδικό κατασκεύασμα με ολίγη από εξωτασουτιέν παλιομοδίτικό φεμινισμό και πολλή από τσαμπουκά της πιο κλασσικής ανδροκρατικής παράδοσης, το όλον διανθισμένο με λάιφ στάιλ στήσιμο και σινιέ προτιμήσεις. Και μάλιστα, όλα αυτά,  χωρίς εκείνο το μύθο περί συνέπειας και μπέσας που χρησιμοποιούσαμε εμείς οι άντρες παλιά, ως (ανεπαρκές) κάλυμμα και προσωπείο της εξουσίας μας.

Μου φαίνεται μυστήριο πώς ξεφύτρωσε κι αναρωτιέμαι τι λίπασμα την τρέφει…

Αλλά κάνω λάθος.

Ψάχνοντας, όλα έχουν μια εξήγηση. Ή τουλάχιστον μια πειστική εκδοχή!

Έστω κι αν πρέπει να γυρίσει κανείς πίσω για να καταλάβει (πηγαίνοντας κόντρα -τι να κάνουμε;-  στους απολογητές του νέου κατεστημένου που αδιαφορούν για την Ιστορία και τα διδάγματά της -όταν δεν την κακοποιούν).   

Δε θα πάω  πολύ πίσω. Μόλις καμιά εξηνταριά χρόνια πριν, όταν στη Χιροσίμα εξερράγη η Πρώτη Ολικά Θανατερή Βόμβα. Τότε που για πρώτη φορά αποκτήσαμε την τεχνολογική δυνατότητα για συλλογική αυτοκτονία, και το φάσμα του συλλογικού Τέλους άρχισε να αιωρείται πάνω από την ακόμη ανδροκρατούμενη και άκρατα επιθετική ανθρωπότητα.  

Σίγουρα δεν ήταν η πρώτη φορά που εμφανιζόταν το φάντασμα του Τέλους.

Για παράδειγμά, όλο το μεσαίωνα κοιμόμασταν αγκαλιά μαζί του. Ήταν το ¨Τέλος τους Κόσμου¨ των προφητειών. Η Αποκάλυψη! Αλλά εκείνο ήταν ένα φάντασμα απειλητικό μεν, πλην όμως θεόσταλτο και θεοκινούμενο (το διαχειρίζονταν, για λογαριασμό του φαντασιακού μας, καπάτσοι επικοινωνητές-ιερείς), και εμείς δε μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα, εκτός από λίγη οικονομία στις αμαρτίες. Κι ένα κακό για το οποίο δε μπορείς  να κάνεις τίποτα, είναι μισό κακό. Η νέα όμως απειλή ξεκινούσε από μας, από μέσα μας. Και η ενοχή, το κακό, το διπλασιάζει.  

Μέχρι που έσκασε η Βόμβα, εκδηλώναμε (χωρίς προβληματισμούς για τις συνέπειες και θεωρώντας τες απολύτως φυσιολογικές και νόμιμες)  δύο ειδών επιθετικότητες, που και τις δύο τις ασκούσαμε βασικά οι αρσενικοί.

Την επιθετικότητα ενάντια στους άλλους και την επιθετικότητα ενάντια στη φύση.

Αυτή η δεύτερη (εντατικό άρμεγμα από τη φύση μέσω της επιστήμης και της τεχνολογίας όσων εμείς κρίναμε ως αναγκαία, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις της αφαίμαξης στη συνολική Ζωή), δεν είχε συναντήσει ακόμη (τότε) τα οικολογικά όριά της. Όχι τουλάχιστον με τρόπο ορατό  -ο κόσμος ήταν ακόμη απέραντος (όσο κι αν  κάποιες ενοχές αντικαθρεφτίζονταν ήδη σε αρχαίους μύθους, όπως εκείνος του Προμηθέα ή της βιβλικής Βαβέλ). Όμως κι αυτό το οδυνηρό ξύπνημα δε θα αργούσε να συμβεί. Ήταν υπόθεση μιας μόνο γενιάς. 

Η πρώτη, πάλι, επιθετικότητα,  οδηγούσε σε διαρκείς πολέμους. Αλλά οι παλιοί πόλεμοι, όσο καταστροφικοί κι αν ήταν, δεν έβαζαν σε κίνδυνο τη συνολική ύπαρξη του είδους. Μπορεί ο εκάστοτε φουσκωτός να ξεκινούσε απτόητος, κάθε τόσο, τις κατακτητικές εκστρατείες του ανά τον κόσμο, αλλά με ρόπαλα και σπαθιά, άντε και με τουφέκια και κανόνια, κινδύνευαν μόνο κάποιοι μάχιμοι αντίπαλοι, κάμποσοι άμαχοι, άντε κι ο ίδιος ο τσαμπουκάς και οι δικοί του. Η υπόλοιπη ανθρωπότητα τη σκαπουλάριζε.Από τη Χιροσίμα και μετά δε θα είναι πια έτσι! Ο φουσκωτός τσαμπουκάς θα μπορεί να μας πάρει όλους στο λαιμό του! 

Τον καιρό που πρωτοφάνηκε το μανιτάρι, γεννιόταν μια γενιά, η γενιά που μεγάλωσε με τη Βόμβα και τα οπτικοακουστικά μέσα και που το ’68 (εικοσάρα πια) εξεγέρθηκε ζητώντας το λόγο (στην Ελλάδα λίγο αργότερα, και λίγο αλλιώτικα, λόγω χούντας).

Εν τάξει, μπορεί κάποιοι στη συνέχεια να κατέληξαν Κόν Μπετίτ, Δαμανάκη ή Ανδρουλάκης, αυτό δε σημαίνει ότι τότε δεν έγινε μια πλατιά και ισχυρή εξέγερση συνειδήσεων.

Καταλάβαμε λοιπόν, διαισθητικά στην αρχή, πιο συνειδητά αργότερα,  μερικοί στην αρχή, πιο πολλοί στη συνέχεια, ότι αν η επιθετικότητα δεν είναι πια μέσο επιβίωσης, αλλά κίνδυνος εξάλειψης, και  αν η επιθετικότητα είναι κυρίως χαρακτηριστικό της άρχουσας ανδροκρατίας, είναι καιρός να δοκιμάσουμε τη συμβολή του «άλλου μισού τ’ ουρανού» πού ’λεγε κι ο μακαρίτης, ο Μάο.

Κι έτσι πολλοί από μας γίναμε ¨φεμινιστές¨, δηλαδή οπαδοί μιας εναλλακτικής μορφής διαχείρισης της επιβίωσης. Που δε θα ’μοιαζε με τη δικιά μας. Που θα αρθρωνόταν γύρω από τον γυναικείο αλτρουισμό και τη Λυσιστράτειο ειρηνοφιλία. Που θα αναδείκνυε τα πανανθρώπινα κοινά σημεία που εμείς αγνοήσαμε! 

Βέβαια, εδώ που τα λέμε, εκείνο που πρωτοσυναντήσαμε, ήδη τη δεκαετία του 70, ήταν  ο ζόρικος φεμινισμός που κήρυσσε τον πόλεμο στους αρσενικούς αδιακρίτως. Το παραβλέψαμε, είπαμε ότι κάθε κίνημα έχει τις παιδικές του ασθένειες, και ότι, έστω κι αν η Ιστορία δεν δέχεται τις ηθικο-συναισθηματικές εκδοχές, μετά από χιλιετίες εξάρτησης κάποια απωθημένα θα βγαίνανε στην επιφάνεια με επιθετικό τρόπο. Και περιμέναμε να φανεί η θηλυκή Πρόταση. Και περιμένουμε ακόμη. 

Στο μεταξύ όμως ο κόσμος άλλαξε. ¨Όχι όπως θα θέλαμε εμείς. Οι αλλαγές στο πεδίο της γνώσης (χάρη σε μια ιδιότυπη πολιτικοκοινωνική συγκυρία) συνοδευτήκαν από μια σειρά κοινωνικών και πολιτισμικών αλλαγών που, απρόσμενα, προέρχονταν, αυτή τη φορά, από τα Πάνω. Παράδοξο: τα Πάνω έπαψαν να είναι ¨συντηρητικά¨, τουλάχιστο σε ορισμένα πεδία. Ξαφνικά τα Πάνω έγιναν ¨απελευθερωμένα¨ και (παίζοντας με τις λέξεις) ¨φιλελεύθερα¨, αν όχι σε όλους τους τομείς, στον οικονομικό -αυτονόητα  και στον σεξουαλικό ομολογημένα! Αφού πρώτα και οι δύο εκχυδαϊστήκαν δεόντως!

Τα Πάνω, απαρτιζόμενα τώρα από πανίσχυρους ιδιώτες μπορούσαν πλέον, χάρη στις ικανότητες των υπολογιστών, να χειριστούν μεγάλους πληθυσμούς (αγαθά, ανθρώπους) χωρίς τη αρωγή της κρατικής μηχανής. Άρα το κράτος κατέστη περιττό! (ιδιαίτερα, φυσικά, το κοινωνικό κράτος). Οι Ιδιώτες ιδιοποιήθηκαν τα νέα Μέσα Επικοινωνίας και έτσι δεν έχουν ανάγκη ούτε καν τον κοινωνικοποιητικό ρόλο των παραδοσιακών θεσμών, όπως πχ η Εκκλησία. Έτσι, όλως παραδόξως, μπήκε ακόμη κι αυτή στο στόχαστρο του (οικονομικά) εξαρτημένου τηλεπικοινωνιακού ιεραρχείου.

Τα Πάνω αυτήν την περίοδο δεν χρειάζονται Αρχές. Ούτε Ηθική. Ίσως όταν η νέα κατάσταση παγιωθεί να επινοήσουν καινούργιες. Για την ώρα αρκούνται στην άνοια του ¨πολιτικώς ορθού¨ ψελλίσματος.  Ωστόσο το νέο κατεστημένο έχει ανάγκη  από (υψηλά, μέσα και χαμηλόβαθμα) διαχειριστικά στελέχη. Και να που δίπλα στον ανανήψαντα τέως αριστερό (εδώ χρειάζεται ειδική μελέτη) και τον ταλαίπωρο, στρεσαρισμένο και ανασφαλή γιάπη, σκάει μύτη και η ¨γυναίκα τανάλια¨. 

Στις εμποροκρατούμενες καταναλωτικές κοινωνίες ο παραδοσιακός αρσενικός (και οι χοντροκομμένες αξίες που κουβαλάει -έστω κι αν αυτές οι αξίες αναφέρονται απλά σε ένα επίπεδο εξιδανίκευσης και όχι απαραίτητα στη πράξη),  δεν κρίνεται αρκετά προσιδιάζων ώστε να προσφέρει τα χρειαζούμενα στο νέο σύστημα. Δεν μπορείς να πείθεις ότι πουλάς τις καλύτερες αόρατες υπηρεσίες και ταυτόχρονα να ισχυρίζεσαι ότι ¨έχεις μπέσα¨ και ότι ¨φοράς παντελόνια. Δε δένει!

Οι κατά καιρούς  επικοινωνητές (χειριστές του φαντασιακού) της ανδροκρατικής κοινωνίας, είχαν επινοήσει διάφορα ιδεολογικά συστήματα προκειμένου να αιτιολογήσουν και να διατηρήσουν την ανδρική εξουσία. Και θα μπορούσε να πει κανείς ότι, όσο πιο μεγάλη υπήρξε αυτή η εξουσία, τόσο πιο ωραιοποιημένα υπήρξαν τα σχετικά ιδεολογήματα.  (Παράδειγμα, ο μεσαιωνικός ιπποτισμός. Αριστοτεχνική κατασκευή με διαχρονική εμβέλεια, τον τελευταίο καιρό στα αζήτητα της κυρίαρχης κουλτούρας).

 Όμως, οι ιδεολογικές κατασκευές λειτουργούν επειδή γίνονται πιστευτές, άσχετα αν εφαρμόζονται κατά γράμμα ή όχι. Υπό την επιρροή ακατάλληλων ιδεολογημάτων, ο κλασσικός αρσενικός, δεν κάνει πια για διευθυντικό στέλεχος της Νέας Εποχής: θα πρέπει πλέον να αντικατασταθεί από κάποιο υποκατάστατο. Βέβαια, εξ ίσου ακατάλληλες είναι και οι αλτρουιστικά θηλυκές γυναίκες, όπως εξ άλλου και οι ιδεολογίζουσες κλασσικές φεμινίστριες.

Να λοιπόν που, εκ των πραγμάτων, αναδεικνύεται η σημασία και η χρησιμότητα της γυναίκας ¨τανάλια¨.

Καταναλώτρια χωρίς ενοχές, λάτρης του παρόντος, με νέο είδος επιθετικής συμπεριφοράς -πιο προσαρμοσμένο στην ασυνέπεια του συστήματος, εύπλαστη από τους Πάνω λόγω παντελούς έλλειψης προσανατολιστικών αξόνων, αλλά ταυτόχρονα άτεγκτη προς τους κάτω λόγω αναρριχητικών φιλοδοξιών, έρχεται να συμπλεύσει (με τα νύχια έξω) με τον αρσενικό γιάπη, ο οποίος έχει κάνει ήδη ό,τι του ήταν δυνατό για να προσαρμοστεί στις ανάγκες της εμποροκρατίας και της κατανάλωσης (άλλα μου φαίνεται ότι εν τέλει χάνει το παιχνίδι).                    

Βασίλης Νόττας                                              

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΣΧΟΛΙΑ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

Μικρέ μου ήρωα, Γιώργο Θαλάσση (με την ευκαιρία της 28ης)

Posted by vnottas στο 27 Οκτωβρίου, 2007

  

mikros-hros21.jpg

Ο μικρός ήρωας ήταν έφηβος, αλλά φορούσε κοντά παντελόνια.

Ο μικρός ήρωας αντιστεκόταν στους αυταρχικούς τύπους της εποχής του, όσο δυνατοί κι αν φαίνονταν.

Ο μικρός ήρωας δεν ήταν πραγματιστής.

Ο μικρός ήρωας αγαπούσε την πατρίδα του.

Ο μικρός ήρωας αγαπούσε την Κατερίνα, αλλά δεν της το είπε ποτέ καθαρά. Περίμενε τους αίσιους καιρούς που -πού θα πήγαιναν;- κάποτε θα έρχονταν… και θα ήταν, τότε, καιροί ειρήνης, αγάπης, έρωτα…

Και αν μετά την κατοχή και την αντίσταση ήρθαν οι καιροί του εμφύλιου εφιάλτη, ο μικρός ήρωας δεν το ήξερε, ούτε θα ’θελε να το ξέρει…

Ο μικρός ήρωας είχε ένα φίλο, τον Σπίθα, που πεινούσε. Πάντα!

Ο μικρός ήρωας είχε πολλούς σατανικούς εχθρούς, και τους νικούσε. Πάντα.

Ο μικρός ήρωας είχε σφεντόνα και κλεμμένο από τους κατακτητές αυτόματο.

Ο μικρός ήρωας ήξερε να μεταμφιέζεται και να ξεγελάει τους κακούς.

Ο μικρός ήρωας ήξερε να κρύβεται σε στρώματα, μπαούλα, και άλλους απίθανους κρυψώνες και να ξεγελάει τις ανήσυχες για το μέλλον μαμάδες.

Ο μικρός ήρωας έκανε παρέα στα σκοτεινά βάθη του μπαούλου με τον Γκαούρ, με την μελαψή Ταταμπού, με τον Έλληνα Υπεράνθρωπο, με τον Ποκοπίκο, με την Χουχού, με τον Κοντοστούπη…

Ο μικρός ήρωας μπορούσε να τρυπώνει ανάμεσα στα νομιμόφρονα εκπαιδευτικά βιβλία και να φτάνει παντού, ακόμα και στη σχολική τάξη παραπλανώντας δασκάλους και παιδονόμους επιστάτες.

Ο μικρός ήρωας μπορούσε να ανταλλαγεί. Ως σκληρό νόμισμα!

Με γκαζές, βώλους γαλατάδες, κλασσικά εικονογραφημένα, Καραγκιόζηδες, παραμύθια, Πηνελόπη Δέλτα, Ιούλιο Βερν και -στις καθώς πρέπει συνοικίες- ακόμη και με τη Διάπλαση των Παίδων.

Ο μικρός ήρωας ήταν έφηβος με κοντά παντελόνια.

Ο μικρός ήρωας έζησε έφηβος εκατοντάδες επεισόδια.

Ο μικρός ήρωας έφυγε έφηβος.

Εμείς μεγαλώσαμε.

Βασίλης Νόττας 

         

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΣΧΟΛΙΑ, ΤΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΑ | Με ετικέτα: , , | 4 Σχόλια »

Ένα ακόμη ¨όχι¨

Posted by vnottas στο 27 Οκτωβρίου, 2007

 

Δεν ξέρω αν άλλος λαός έχει στο εορτολόγιό του μια μέρα αφιερωμένη στην ¨πρέπουσα άρνηση¨.

Δε μου προκύπτει.

Εμείς ναι. Εμείς γιορτάζουμε ακόμη το ¨όχι¨.

Έστω κι αν οι καιροί έχουν καταντήσει πια μαζικοί.

Έστω κι αν η εμπορευματική παγκοσμιοποίηση επελαύνει ισοπεδώνοντας αντιρρησίες και ενιστάμενους.

Έστω κι αν οι συνδιαλλαγές συνιστώνται πλέον ως πιο ¨καθώς πρέπει¨ από τις αμφισβητήσεις.

Έστω κι αν ένα ¨ίσως¨, ένα ¨μπορεί¨, ένα ¨θα δούμε¨ φαντάζουν πολύ πιο πολιτικώς ορθά από τη ρητή απόρριψη των ¨τελεσιγράφων¨ των εκάστοτε δυνατών.

Έστω κι αν σήμερα οι αρνητές, ακόμη και οι προσήκοντες, κινδυνεύουν να θεωρηθούν αντικαθεστωτικά στοιχεία και να απομονωθούν ή να εξοβελιστούν.

Ή ίσως  πάλι να είναι ακριβώς γι αυτό που μπαφιασμένοι από τους λογής λογής καθημερινούς συμβιβασμούς, θα επιθυμούσαμε ενδόμυχα να κραυγάσουμε ¨όχι¨.

Έστω συμβολικά.

Έστω με την ευκαιρία μιας εθνικής γιορτής.

Και να πανηγυρίσουμε προς τιμήν των ωραίων και δίκαιων αρνητών, που τότε μπορεί να εξέφραζαν αισθήματα πατριωτικά, σήμερα όμως θα έλεγαν ¨όχι¨ σε ένα σωρό πιο ύπουλες απειλές.

Γιατί δε θα είναι βέβαια σε βάρος των Ιταλών ή των Γερμανών εισβολέων που θα καλοντυθούμε, θα παρελάσουμε, θα γιορτάσουμε.

Αυτοί είναι πλέον καλοί φίλοι και -ως συνευρωπαίοι- συμμέτοχοι του μέλλοντός μας.

Ούτε στήνουμε την επέτειο μόνο για να θυμόμαστε την ήττα των τότε αυταρχικών καθεστώτων τους – άλλωστε και η δική μας χώρα είχε τότε προσβληθεί από την ίδια πολιτική αρρώστια.

Όχι, εκείνο που κάνει τη γιορτή διαχρονική είναι η αναφορά της στην απλή, ρητή άρνηση των καιροσκοπικών συμβιβασμών.

Η άρνηση ως αξιοπρέπεια, ως αυτοσεβασμός, ως πραγματική ελευθερία.

Το καίριο σημείο δεν είναι στην άνιση μάχη ούτε στην τελική νίκη, αν οι συγκυρίες το επιτρέψουν.

Η καίρια στιγμή, η δύσκολη στιγμή είναι όταν κανείς αποφασίζει να αντισταθεί, παρόλο που οι συσχετισμοί τον αδικούν, παρόλο που οι καιροσκόποι ήδη λακίζουν στην κατηφόρα της κατάφασης.

Αυτή είναι η στιγμή που αξίζει τη μνήμη και την επέτειο.

Και αφού μέχρι τώρα κανένας δε τόλμησε να προτείνει μια γιορτή για το ¨ναι¨, ένα πανηγύρι για το ¨μάλιστα¨, ένα πάρτι για το ¨γιες σερ¨, ένα συμπόσιο για το ¨οπωσδήποτε¨, για το ¨δίχως άλλο¨, για το ¨ό,τι πεις (αφεντικό)¨, μπορούμε ενδεχομένως με αφορμή την εικοστή ογδόη Οκτωβρίου να συζητήσουμε δημόσια τι πάει να πει σήμερα το ¨όχι¨.

Και σε ποιες περιπτώσεις θα άξιζε τον κόπο να το ξαναπροφέρουμε και να το υπερασπιστούμε.

 

 Βασίλης Νόττας   

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΣΧΟΛΙΑ, ΤΑ ΖΩΤΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

Τα ζωτικά (1): Μη πετάς τη μπουκιά σου!

Posted by vnottas στο 31 Ιουλίου, 2007

Το κείμενο μετακόμισε εδώ δίπλα, στη στήλη ¨Σελίδες¨.

Θα το βρείτε κάνοντας ¨κλικ¨ στον τίτλο ¨μη πετάς τη μπουκιά σου¨.

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΣΧΟΛΙΑ, ΤΑ ΖΩΤΙΚΑ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Τρέχω στην Εθνική Οδό…

Posted by vnottas στο 9 Ιουνίου, 2007

  Το κείμενο μετακόμισε εδώ δίπλα, στις σελίδες(pages), κάτω από το ¨κάτι λένε ακόμη¨.

Εδώ παρακάτω παραμένουν τα αρχικά σχόλια

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΣΧΟΛΙΑ | Με ετικέτα: , , | 4 Σχόλια »