Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Posts Tagged ‘Αντίσταση’

Χαρατσώματα

Posted by vnottas στο 6 Απριλίου, 2013

_n

Δεν πληρώνω το χαράτσι

Πρωί πρωί που κάπνιζα με τον καφέ μια γόπα

στο στήθος μου εφούντωσε μια φλόγα μια φωτιά

και μου ‘φυγε μία κραυγή λες και πατούσα πρόκα

τι είπες τώρα…τι είπες τώρα…τι είπες τώρα ρε Αυτιά;

Δεν πληρώνω το χαράτσι…..που μου βαλαν οι παλιάτσοι

δεν πληρώνω το χαράτσι…..πάρτε αυτά @@ κι είμαστε πάτσι (**)

*

Το σπίτι της γυναίκας μου που άφησε ο παππούς της

παλιό μικρό και φτωχικό γεμάτο ζεστασιά

και έρχεται στα μουλωχτά να μας το πάρει ο πούστης

τι είπες τώρα …τι είπες τώρα…τι είπες τώρα ρε Αυτιά;

Δεν πληρώνω το χαράτσι…που μου βαλαν οι παλιάτσοι

δεν πληρώνω το χαράτσι…..πάρτε αυτά @@ κι είμαστε πάτσι (**)

(Μια παρέα στην Κρήτη)

Στίχοι – μουσική – ενορχήστρωση : Νίκος Κοκαράκης

Τραγούδι: Βαγγελης Βέλλος και οι Γιάννης Ταμπάκης, Μπάμπης Κτιστάκης

(**) Κόπηκε…

bici

Posted in ΤΑ ΤΡΕΧΟΝΤΑ, ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ - ΣΤΙΧΟΙ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

Μέρες που είναι… (ημερολογιακός μονόλογος)

Posted by vnottas στο 23 Μαΐου, 2012

Αυτές τις μέρες είμαι κι εγώ κολλημένος στην πλαστική διαφάνεια της τηλεόρασης και την εξ ίσου πλαστικοποιημένη διαφάνεια του ανυστερόβουλου υπολογιστή μου – ανυστερόβουλος; μάλλον πρόκειται για ευφημισμό… πιο πολύ προκύπτει πολύβουλος, εξ ου και πολύφωνος και για να τον κάνεις ζάφτι πρέπει να τον μάθεις καλά και, βέβαια, να του πάρεις τον αέρα!

Στήνομαι λοιπόν στην δέουσα απόσταση από την φωσφορίζουσα εστία και παρακολουθώ τις εξελίξεις, τις ζυμώσεις, τις δηλώσεις, τις ανακοινώσεις, τις αποσχίσεις, τις ενώσεις, τις εκκενώσεις, τα κενά, τις κινήσεις, τις μετακινήσεις (από ιδέες και ιδεολογίες), τις μετατοπίσεις (από χώρους, παρέες και κλίκες), τις μετακομίσεις (από κόμμα σε κώμα), τα ολισθήματα, τις τούμπες, τις κωλοτούμπες, τις ζαβολιές, τις αλλαξοκωλιές, τα ξέφυγ’ς, τα ντεμπά, τις αλληλοδιακοπές, τις αλληλοεπικαλύψεις,  τις ανατροπές, τα τραλαλά, τα ζαβά και τα σοβαρά που διανθίζουν την ανανεωμένη (χάρη στην λαϊκή βούληση) πολιτική σκηνή της χώρας.

Γιατί η χώρα, χρόνια τώρα γκαστρωμένη από αδηφάγους νεοφιλελευθερισμούς, στραβοχυμένους μετανεωτερισμούς, αυτοκρατορικές παγκοσμιοποιήσεις, κι όποιος βγάλει το μάτι του αλλουνού είναι κύριος, και πραγματιστής, και επαρκώς εικονολάτρης, η χώρα λοιπόν η γκαστρωμένη, σφίχτηκε, πίεσε και ξεγέννησε με οδύνη και ζόρι, νέες προδιαγραφές και οδηγίες, κι έτσι τώρα οι παλιές καραβάνες της ιδιοτελούς πολιτικής και της χειραγωγούσας δημοσιογραφίας ζορίζονται κι αυτές για να φτιάξουν καινούργια προσωπεία, αλλά δεν τα καταφέρνουν, κι έτσι εν τέλει, από μέσα, πίσω από τις μάσκες, διακρίνονται τα γνήσια σουβλερά δόντια και τα γνωστά διαβολικά (διαβάλλοντα) κεραιόσχημα κέρατα.

Είμαι λοιπόν, που λέτε, κολλημένος στις αχνογάλανες φωσφορίζουσες οθόνες και νοιώθω κάποιες ενοχές γιατί, να σας το ομολογήσω, ίσως να ’μουν καλύτερα στους δρόμους και στις πλατείες, να συμμετέχω στα τεκταινόμενα με τον παλιό καλό τρόπο, αλλά βλέπεις οι καιροί άλλαξαν, κι έτσι κι αλλιώς τώρα πρέπει (πάλι) να σκάψουμε τα χαλάσματα αναζητώντας νέους ορίζοντες κι επειδή τα παθήματα απαιτούν μαθήματα χρειαζόμαστε πιο πολύ σκέψη από τρέξιμο, κι η σκέψη για να δουλέψει και να φτιάξει γνώση έχει ανάγκη από πληροφορίες, και αφού ο παλιός άσπονδος φίλος, ο Τύπος, έχει λακίσει σχεδόν ολοσούμπιτος (συμπούρμπουλος) στην μνημειώδη μνημονιακή μονομέρεια των ¨νοικοκυραίων¨, τον έκοψα μαχαίρι, και να ’μαι τώρα να πλέω (και που και που να πνίγομαι) ανεβάζοντας ιστία σε διαδικτυακούς ιστούς και να βαράω ανηλεώς μαύρα πλήκτρα: Με ενδιαφέρον (αυτονόητο), με περιέργεια (δικαιολογημένη), με ανησυχία (αναμενόμενη, αλλά προς το παρόν ελεγχόμενη) και με ελπίδα, εκείνη που αποδημεί τελευταία κι έτσι είναι ακόμη εκεί, να σου σκάει μισό χαμόγελο…  

 ΥΓ. Να πω όμως ακόμη, ότι στις 6 του Μάη πήρα μια ανάσα, βαθειά, ζωογόνο, γιατί (πέρα από ποιος κέρδισε και ποιος έχασε στις εκλογές) η μακριά γλίστρα πάνω στην μπανανόφλουδα των τοκογλυφικών δανείων, της επίπλαστης ευημερίας και των νομιμοποιημένων εθνικών και ιδιωτικών αρπαχτών, μοιάζει να τέλειωσε. Οι κλινικές εξετάσεις δείχνουν ότι τα σύνδρομα εξάρτησης μάλλον υποχωρούν, πως οι πανικοί των δοσομανών μάλλον ξεπερνιούνται σιγά σιγά και πως η αξιοπρέπεια γίνεται και πάλι αξία με ένα ελάχιστο κοινής αναγνώρισης…

(κι εδώ βάζω αποσιωπητικά, γιατί έχει κι άλλο, η ζωή και η αφήγηση συνεχίζονται –ευτυχώς, και εάν στην κατηφόρα πιάσαμε πάτο, η ζωή, λέει ο ποιητής, ξέρει να τραβάει την ανηφόρα).

 Β. Νόττας

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΣΧΟΛΙΑ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

Η φωτογραφία της ημέρας αν όχι της χρονιάς

Posted by vnottas στο 29 Οκτωβρίου, 2011

 «…Ο μικρούλης με τη σημαιούλα του, κάθησε στην κενή πολυθρόνα του Προέδρου, πανευτυχής…»

 

Θεσσαλονίκη 28η Οκτωβρίου 2011… Τη φωτογραφία τράβηξε  ο παλιός φίλος Γιώργος Συνεφάκης, (πανεπιστημιακός, αρχιτέκτονας πολεοδόμος από τη Θεσσαλονίκη) και πιστεύω ότι όντως λέει πολλά…

Μεταφέρω εδώ το πρώτο απολύτως επί της ουσίας σχόλιο

Antonis είπε

29 Οκτωβρίου, 2011 στο 12:22 μμ e

Ποιος άλλος θα μπορούσε να καθίσει σ’ ένα θρόνο!
Μονάχα ένα παιδί. Μονάχα ένα παιδί μπορεί
το γερασμένο κόσμο να σηκώσει στους ώμους.
Μονάχα μπροστά σ’ ένα παιδί μπορώ να παρελάσω
με όλα τα σπασμένα κομμάτια της ιστορίας.
Γιατί σε κάθε παιδί υπάρχει σοφία και μυστήριο
κι ο σπόρος της αλλαγής που δε μπορείς να
τον αδράξεις με τα χέρια αλλά να τον αφήσεις
πρέπει να τριφτεί, να κολλήσει στα δάχτυλα
και τα σπλάχνα να διεισδύσει αργά στις
λεωφόρους του μέλλοντος. Γιατί μονάχα
ένα παιδί ξέρει να βαδίζει στο μέλλον
με το σημαιάκι του που’ χει πάνω
όλες τις πατρίδες και τα παραμιλητά
του κόσμου.

αντ.αντ

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΤΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ | Με ετικέτα: , , , , , | 2 Σχόλια »

Αγανακτισμένο 3 (του Σεπτέμβρη)

Posted by vnottas στο 3 Σεπτεμβρίου, 2011

Δε ξέρω με ποιους συνειρμούς, αλλά η 3η του Σεπτέμβρη μου προκάλεσε και αυτές τις σκέψεις…

Ας υποθέσουμε ότι σε κάποια στιγμή του απώτερου μέλλοντος κάποιοι ερευνητές της Ιστορίας των Κοινωνιών θα ενδιαφερθούν για τα όσα βιώνουμε εμείς τώρα. Ας είμαστε αισιόδοξοι και ας πούμε ότι οι ερευνητές αυτοί δεν θα είναι ούτε προκατειλημμένοι ούτε προχειρολόγοι (μια που τις υποθέσεις τις κάνουμε εμείς, ας διαλέξουμε μια καλή εκδοχή του μέλλοντος, δε στοιχίζει τίποτα). Έτσι, ψάχνοντας για το  τι συνέβη στις αρχές του 21ου θα αναζητήσουν πηγές και τεκμήρια που θα τους επιτρέψουν να φτιάξουν μια γενική εικόνα, έτσι ώστε  να στηρίξουν πάνω της, τις ερμηνευτικές τους υποθέσεις και θεωρίες.

 Όπως είναι φυσικό, θα αρχίσουν αναζητώντας τα ισχύοντα σήμερα ποσοτικά μεγέθη και τους λυπάμαι που θα πρέπει να επιλύσουν τους γρίφους της ¨δημιουργικής¨ μας  λογιστικής (έτσι τη λέμε σήμερα, ως καθώς πρέπει πολιτικώς όρθιοι –σε στάση προσοχής –μετανεωτεριστές).

Ας ελπίσουμε ότι ως τότε θα έχουν  επινοήσει κάποια φόρμουλα που να απομονώνει το ¨εικονικό¨ από το ¨πραγματικό¨ και έτσι να μπορέσουν να βρουν κάποια άκρη.

Εκτός πια κι αν το εικονικό έχει θριαμβεύσει στην εποχή τους, αλλά σε αυτή την περίπτωση δεν θα έχουν ούτε ιστορικούς ερευνητές ούτε καν Ιστορία,  άσε που και η αρίθμηση του χρόνου θα έχει αλλάξει αφετηρία,  και θα διαιρεί πιθανόν σε Προ και Μετά Αποδόμησιν εποχή.

Στη συνέχεια, αφού καταγράψουν τα¨αντικειμενικά¨ στοιχεία, καθώς και εκθέσεις, προγραμματισμούς, δηλώσεις καλών προθέσεων, απολογισμούς και λοιπά , θα θελήσουν, υποθέτω,  να ψάξουν και την άποψη αυτής της πολυπροβεβλημένης Θεάς της Νεωτερικής και Μετανεωτερικής Εποχής που ονομάζεται ¨Κοινή Γνώμη¨

Και εδώ είναι που η λύπησή μου γίνεται οίκτος. Γιατί θα πρέπει (οι φουκαράδες) να αναλύσουν, να κατανοήσουν, να βγάλουν άκρη, κολυμπώντας στην κινούμενη άμμο (που  συχνά γίνεται  λάσπη) των έργων και των παρεμβάσεων των σημερινών καθοδηγητών, εκφραστών, αναλυτών της περίφημης περί ης ο λόγος Κοινής.

Αρχίζοντας από όσους από τους  εντεταλμένους δημοσκόπους αναλαμβάνουν την αναμόχλευση και τον χειρισμό της Κοινής Γνώμης μέσω ασαφών, κατά παραγγελίαν και προς δημοσίευση δημοσκοπήσεων, περνώντας στους  ¨έγκριτους¨ (μετανεωτερικούς, δηλαδή, για να καταλαβαινόμαστε: σχετικιστές, πραγματιστές, ατομικιστές, λάτρεις της επιφάνειας και της εικόνας, αποδομούντες κατά παραγγελία) μεγαλοδημοσιογράφους και αναλυτές των σημερινών ΜΜΕ και φτάνοντας ως την ανάλυση της αποδοχής των προϊόντων και των (κρυφών και φανερών) μηνυμάτων της πολιτισμικής βιομηχανίας. Χαμός!

Αδέλφια (ή μάλλον δισεγγόνια) κοινωνικοί ερευνητές του μέλλοντος: Έχετε την απόλυτη κατανόηση και νοερή συμπαράστασή μου. Λυπάμαι, αλλά δε μπορώ να κάνω κάτι για σας. Εάν εσείς, οι  δεόντως αποστασιοποιημένοι, μπερδεύεστε, πόσο μάλλον εμείς εδώ. Πάντως αντί για καρτ ποστάλ  σας στέλνω μερικά στιχάκια μόλις αλιευμένα στο διαδίκτυο, που όμως τραγουδιούνται ήδη στους δρόμους. Μου φαίνονται γνήσιας λαϊκής προέλευσης, βάλτε τα κάπου, έστω σε υποσημείωση, εκεί που ίσως αναφέρεστε στην δυσκολία της ανίχνευσης του συλλογικού θυμικού, ή, αλλιώς, απολαύστε σύγχρονο/παλιό μπουζούκι.

Σημείωση: Το τραγουδάκι Οι αγανακτισμένοι (η λύση) το βρήκα στο πολύ καλό ιστολόγιο Ρεμπέτικο Φόρουμ.   Οι δημιουργοί του (μπράβο παιδιά) είναι οι

Μουσική Γ. Σπηλιόπουλος
Τραγούδι: Αγγελική Λιούκα, Γ Σπηλιόπουλος και η ορχήστρα
Μπουζούκι: Γ. Σπηλιόπουλος
Κιθάρα: Π. Δουρδουμπάκης.
Μπάσο: Κ. Λιούκας
Κρουστά: Γ. Μαντρέκας

Δεν κατάφερα να τους βρω για να πάρω ρητή άδεια για την ανακαταχώρηση, (αν και επικοινώνησα με το Φόρουμ) για αυτό και αναρτώ την απαραίτητη δήλωση που βρήκα αυτούσια στο επίσης  πολύ καλό (για όποιον ενδιαφέρεται όχι μόνον για την ποίηση αλλά και για καλή, δυσεύρετη μουσική) ιστολόγιο   ¨Αλωνάκι της Ποίησης¨, την οποία συμμερίζομαι, αντιγράφω κατά λέξη και συνυπογράφω.

ΔΗΛΩΣΗ

ΓΙΑ ΟΣΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, ΕΙΚΟΝΕΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟΦΙΛΜ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΑΣΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΔΗΛΩΝΩ ΟΤΙ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΑΥΤΑ ΑΝΗΚΟΥΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΣΤΟΥΣ ΚΥΡΙΟΥΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΜΠΛΟΓΚΑΡΧΗ. ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΠΛΗ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΧΡΗΣΗ. 

Ιδού λοιπόν η μουσική

Ιδού και οι στίχοι:

Τζιτζιφιόγκοι και ντιντήδες, ψεύτες, παραμυθατζήδες,
παπατζήδες και λαμόγια, μας φλομώσανε στα λόγια.
Υπουργοί και βουλευτάδες μας αρπάξαν τους παράδες
κι ό,τι αφήσαν οι κοπρίτες μας τα τρων οι τραπεζίτες.

Όταν τέλειωσαν τα φράγκα
ήρθαν και σε βρήκαν μάγκα
και σου είπανε να δώσεις
την πατρίδα σου να σώσεις.
Μα θα στήσεις τις κρεμάλες
θα τους πάρεις τις κουτάλες
κι όταν θα ‘χεις καθαρίσει
ίσως να βρεις και τη λυση.

Πονηροί καταφερτζήδες, κλέφτες, στοιχηματατζήδες,
πόρνες και κλεφτοκοτάδες,της ζωής μας οι νταβαδες.
σύμβουλοι, πραματευτάδες μας αρπάξαν τους παράδες
κι ό,τι αφήσαν οι κοπρίτες μας τα τρων οι τραπεζίτες.

Και μια που είμαστε στο ρεμπέτικο κλίμα ιδού ακόμη μερικά στιχάκια δημοσιευμένα από το μέλος του Φόρουμ irodion

Φαγητό με το δελτίο v3 (ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΟΙ)

Οι τραπεζίτες σφράγισαν, για χρέη τα σπιτάκια
Με δήθεν κυβερνήτες μας, τα κάνανε πλακάκια
Τα φάγανε και τα έκρυψαν μεγαλοκαρχαρίες
Κι όλος ο κόσμος άρχισε να κάνει λιτανείες

Φαγητό με το δελτίο
φουκαρά θ’ αρπάξεις κρύο
Το πετρέλαιο δε φτάνει
την καρδιά σου να ζεστάνει

Μας βάλανε στο ΔουΝουΤού, όλα να μας τα φάνε
Με κόλπα και στατιστικά, το αίμα μας ρουφάνε
Μας ρίχνουν στο μνημόνιο και σ άλλη θεωρία
Τα νούμερα δε βγαίνουνε γιατί είναι κοροϊδία

Αχ του Έλληνα η φάρα
δεν αντέχει μάγκα άλλα
Η ζωή μας δεν τους φτάνει
και η πατρίδα όλο χάνει

Μα ο λαός τους την φυλά και πια δεν περιμένει
πλατείες συγκεντρώνονται οι Αγανακτισμένοι
Φωνάζουν στους πολιτικούς και κάνουν φασαρία
Δεν θέλουν άλλο ψέματα ζητούν Δημοκρατία

Έλληνες και Ευρωπαίοι
νιώθουνε όλοι ωραίοι
δεν θα δίνουν στους λεφτάδες
τέρμα πια οι φουκαράδες

Posted in ΣΧΟΛΙΑ, ΤΑ ΤΡΕΧΟΝΤΑ, ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ - ΣΤΙΧΟΙ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , | Leave a Comment »

Ξεγελώντας τον μπάρμπα-Χάρο

Posted by vnottas στο 21 Ιουνίου, 2011

Είχα ένα θείο που τον έλεγαν Γιάκη.

Θόδωρο τον έλεγαν, αλλά όλοι εμείς οι κοντινοί κι οι συγγενείς τον φωνάζαμε Γιάκη.

Γιάκης Σταματόπουλος, αδελφός της μητέρας μου. Ήταν ο πιο εύστροφος και διασκεδαστικός άνθρωπος που γνώρισα ποτέ. Ήταν ωραίο να έχεις έναν τέτοιο θείο. Ιδιαιτέρα εκείνο τον παλιό καιρό που οι σχέσεις ανάμεσα στα παιδιά και τους ¨μεγάλους¨, κατά κανόνα, δεν ήταν και τόσο  φιλικές.

Τον θυμάμαι συχνά τον Γιάκη. Σήμερα τον θυμήθηκα ενώ σκάλιζα το βιογραφικό του Μπρασένς, μια που σκόπευα να ανεβάσω στο ιστολογοφόρο ακόμα ένα τραγούδι του τροβαδούρου. Στον δεύτερο μεγάλο πόλεμο, τον Μπρασένς, όπως και τον Γιάκη, τον είχαν στείλει στη Γερμανία, σε στρατόπεδο αναγκαστικής εργασίας.

Ο Γιάκης με πολύ πιο ζόρικες συνθήκες, μια που τον είχαν συλλάβει στην Αθήνα το Μάρτη του ’43 -παιδί γύρω στα είκοσι θα έπρεπε να ήταν τότε, στη διαδήλωση κατά της πολιτικής επιστράτευσης που επιχείρησαν οι Γερμανοί. Του είχαν βρει κι ένα πιστόλι πάνω του  και θα μπορούσε να του είχαν συμβεί και χειρότερα πράγματα. Έτσι τουλάχιστον υποθέτω ότι θα σκεφτόταν η γιαγιά μου η Μαριγώ, για να παρηγοριέται.

Ο Μπρασένς κατάφερε να γυρίσει στη Γαλλία και να μείνει κρυμμένος ωσπου να τελειώσει η σύγκρουση. Ο Γιάκης έμεινε ως το τέλος εκεί και τα κατάφερε να μείνει ζωντανός.

 Όχι μόνο. Γύρισε στο τέλος του πολέμου κουβαλώντας μαζί του δύο Γερμανίδες, μάνα και κόρη, που δε ξέρω πόσο τις είχε γοητεύσει, υποθέτω πολύ, που τον είχαν βοηθήσει και, τρομοκρατημένες όταν μπήκαν οι σύμμαχοι, θέλησαν να φύγουν από την ηττημένη χώρα.

Και όχι μόνο. Γύρισε έχοντας καταλάβει κάτι από το νόημα της ζωής. Κάτι ας πούμε, σαν την ικανότητα να ανιχνεύεις και να γεύεσαι τη  χαρά της ζωής της ίδιας.

 Είμαι σίγουρος πως εάν ο Μπρασένς είχε γνωρίσει το Γιάκη θα είχε γράψει κι ένα τραγούδι γι αυτόν.

Το τραγούδι που ακολουθεί τιτλοφορείται Trompe la morte, κάτι σαν ¨Ο Χαρομαχητής¨ και δεν έχει άμεση σχέση με τους συνειρμούς που παρατίθενται παραπάνω. Η απόπειρα απόδοσης των στίχων στα ελληνικά είναι απολύτως ερασιτεχνική, την έκανα με τη βοήθεια διαδικτυακών λεξικών και με κύρια φροντίδα να μπορεί να ταιριάξει (χωρίς πολύ ζόρι) με τη μουσική.

Ακολουθούν:

Σε κείμενο:

1. Οι στίχοι του Μπρασένς στα γαλλικά

2. Η προσπάθεια απόδοσης στα ελληνικά  

Σε ήχο:

1. Ο ίδιος ο τροβαδούρος (Συμπεριλαμβάνεται στο τελευταίο άλμπουμ του Μπρασένς, που κυκλοφόρησε το 1976)

2. Μια ανάγνωση της απόδοσης που σκάρωσα

3. Μία πιο πρόσφατη εκτέλεση από τις πολλές που οι φίλοι του Μπρασένς ανεβάζουν στο διαδίκτυο (Gustave Nadaud)

TROMPE LA MORT

Avec cette neige à foison

Qui coiffe, coiffe ma toison

On peut me croire à vue de nez

Blanchi sous le harnais

Eh bien, Mesdames et Messieurs

C’est rien que de la poudre aux yeux

C’est rien que de la comédie

Que de la parodie

C’est pour tenter de couper court

A l’avance du temps qui court

De persuader ce vieux goujat

Que tout le mal est fait déjà

Mais dessous la perruque j’ai

Mes vrais cheveux couleur de jais

C’est pas demain la veille, bon Dieu

De mes adieux

Et si j’ai l’air moins guilleret

Moins solide sur mes jarrets

Si je chemine avec lenteur

D’un train de sénateur

N’allez pas dire «Il est perclus»

N’allez pas dire «Il n’en peut plus»

C’est rien que de la comédie

Que de la parodie

Histoire d’endormir le temps

Calculateur impénitent

De tout brouiller, tout embrouiller

Dans le fatidique sablier

En fait, à l’envers du décor

Comme à vingt ans, je trotte encore

C’est pas demain la veille, bon Dieu

De mes adieux

Et si mon coeur bat moins souvent

Et moins vite qu’auparavant

Si je chasse avec moins de zèle

Les gentes demoiselles

Pensez pas que je sois blasé

De leurs caresses, leurs baisers

C’est rien que de la comédie

Que de la parodie

Pour convaincre le temps berné

Qu’mes fêtes galantes sont terminées

Que je me retire en coulisse

Que je n’entrerai plus en lice

Mais je reste un sacré gaillard

Toujours actif, toujours paillard

C’est pas demain la veille, bon Dieu

De mes adieux

Et si jamais au cimetière

Un de ces quatre, on porte en terre

Me ressemblant à s’y tromper

Un genre de macchabée

N’allez pas noyer le souffleur

En lâchant la bonde à vos pleurs

Ce sera rien que comédie

Rien que fausse sortie

Et puis, coup de théâtre, quand

Le temps aura levé le camp

Estimant que la farce est jouée

Moi tout heureux, tout enjoué

J’m’exhumerai du caveau

Pour saluer sous les bravos

C’est pas demain la veille, bon Dieu

De mes adieux

 

ΞΕΓΕΛΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΜΠΑΡΜΠΑ-ΧΑΡΟ

(Ο Χαρομαχητής)

Με τις νιφάδες του χιονιά

να  μου σκεπάζουν τα μαλλιά

μπορεί να μοιάζω στην αρχή

χωρίς πυγμή κι ορμή.

Κι όμως, κυρίες, κύριοι,

πρόκειται για παραλλαγή

για θέατρο και κωμωδία

Μονό μια παρωδία

 Να μη σας τα πολυλογώ,

μου  λεν’ πως πρέπει να πειστώ,

εγώ, το γέρικο κωθώνι,

το μέλλον πια να μη μ’ αγχώνει.

 Μα στην περούκα μου αποκάτω

μαλλί έχω μαύρο κορακάτο

Μα το Θεό, δεν θα ’ναι εδώ

που τα παρατώ!

Τι  κι αν δεν είμαι ζωηρός

και στα κανιά μου σταθερός

τι κι αν κινούμαι πιο αργά

κι απ’ Άγιο σε περιφορά,

μη πείτε ¨έμεινε ξερός¨

μη πείτε ¨τέλειωσε αυτός¨

Θέατρο θα ναι, κωμωδία

Μόνο μια παρωδία.

Τον Χρόνο θα τον  ξεγελώ

τον λογιστή, τον πονηρό,

π’ ανακατεύει και θολώνει,

π’ ούτε κι η Μοίρα τού γλυτώνει.

Θα τ’ αποδείξω:  τον αντέχω!

Σαν εικοσάρης θα τον τρέχω.

Μα το Θεό, δεν θα ’ναι εδώ

που τα παρατώ!

Κι αν η καρδιά μου δε χτυπά

το ίδιο συχνά και δυνατά,

Τι κι αν τις νιες δεν κυνηγώ

σαν τον παλιό καιρό,

μη πείτε πως αδιαφορώ,

φιλιά και χάδια πως ξεχνώ.

Θέατρο θα ‘ναι, κωμωδία

Μόνο μια παρωδία

Κι αν ο προδότης ο Καιρός

κρίνει πως τέλειωσε ο Χορός,

πως πρέπει πια ν’ αποσυρθώ

τον έρωτα να απαρνηθώ,

εγώ θα μείνω ζωντανός,

ασίκης, μάγκας, τολμηρός.

Μα το Θεό, δεν θα ’ναι εδώ

που τα παρατώ!

Κι αν κάποτε στα μνήματα

μια νεκροφόρα κουβαλά

κάποιον με μένανε φτυστό,

πείτε, δεν είμαι εγώ.

Μη σας κοπεί η αναπνοή,

μη σας ξεφύγει μια κραυγή…

Θέατρο θα ‘ναι, κωμωδία.

Μόνο μια παρωδία.

Κι όταν ο Χρόνος βαρεθεί

κι η φάρσα ολοκληρωθεί,

να η μεγάλη Ανατροπή:

Εγώ με όψη ευτυχή

από τη γη θα ξεθαφτώ

και σ’ όλους θα υποκλιθώ!

Μα το Θεό, δεν θα ’ναι εδώ

που τα παρατώ.

Posted in Μπρασένς στα ελληνικά Ι, ΤΑ ΖΩΤΙΚΑ, ΤΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , | 1 Comment »

Η ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ

Posted by vnottas στο 18 Φεβρουαρίου, 2011

Πέρασε από δω ο Νίκος. Έχω έτσι να σας κοινωνήσω αδημοσίευτα ποιήματα

Νίκος Μοσχοβάκος

Η ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ  

 

Εντός μου κόπασε η διαδήλωση

τα οδοφράγματα σχεδόν πέσανε

ένας καπνός πάνω στα συντρίμμια

δείχνει την ένταση της σύγκρουσης.

 

Ας μη το παραδέχομαι κόπασε η σύγκρουση

στους δρόμους του είναι  μου

αμήχανοι διαβάτες κυκλοφορούν

αβέβαιοι για το επερχόμενο αύριο.

 

Στην προσπάθεια να αψηφήσω

το μέγεθος της απώλειας

ζητώ την συνδρομή της Περσεφόνης.

Όμως τώρα δεν είναι ο καιρός της για τον πάνω κόσμο

τίποτα δε μπορεί να μου προσφέρει.

 

Έτσι παραμένω δέσμιος της ανατροπής

καθώς προσέρχομαι

στην κεντρική πλατεία της ψυχής μου.

 

Ψάχνω παντού αλλά δε βρίσκω

μέσα μου κάποιον σύμμαχο

μια δικαιολογία έστω.

Όλα τελειώσανε λοιπόν

τόσο λιπόψυχος ήμουνα ;

 

‘Όχι αντιτάσσω με σθένος

ενώ η νύχτα πέφτει τριγύρω μου

ενώ ψηλαφώ στο σκοτάδι

μια νέα έξοδο.

 

Posted in ΠΟΙΗΜΑΤΑ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Ημέρες και μνήμες

Posted by vnottas στο 25 Οκτωβρίου, 2008

Πέρσι, τέτοιες μέρες, ανάρτησα ένα σημείωμα για την γιορτή της Άρνησης, τη σημασία και τη γοητεία της (¨ένα ακόμη όχι¨), κι  ένα σημείωμα για το μικρό χάρτινο ήρωα των παιδικών μου χρόνων (εξακολουθούν να υπάρχουν αναρτημένα εδώ παρακάτω).

 

Φέτος ανεβάζω μια φωτογραφία του Θανάση Νόττα, που μ’ έμαθε τι θα πει να αγαπάει κανείς την Ελλάδα, χωρίς να χρησιμοποιήσει καμιά μεγαλοστομία, χωρίς καν λόγια. 

  

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΤΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

Μικρέ μου ήρωα, Γιώργο Θαλάσση (με την ευκαιρία της 28ης)

Posted by vnottas στο 27 Οκτωβρίου, 2007

  

mikros-hros21.jpg

Ο μικρός ήρωας ήταν έφηβος, αλλά φορούσε κοντά παντελόνια.

Ο μικρός ήρωας αντιστεκόταν στους αυταρχικούς τύπους της εποχής του, όσο δυνατοί κι αν φαίνονταν.

Ο μικρός ήρωας δεν ήταν πραγματιστής.

Ο μικρός ήρωας αγαπούσε την πατρίδα του.

Ο μικρός ήρωας αγαπούσε την Κατερίνα, αλλά δεν της το είπε ποτέ καθαρά. Περίμενε τους αίσιους καιρούς που -πού θα πήγαιναν;- κάποτε θα έρχονταν… και θα ήταν, τότε, καιροί ειρήνης, αγάπης, έρωτα…

Και αν μετά την κατοχή και την αντίσταση ήρθαν οι καιροί του εμφύλιου εφιάλτη, ο μικρός ήρωας δεν το ήξερε, ούτε θα ’θελε να το ξέρει…

Ο μικρός ήρωας είχε ένα φίλο, τον Σπίθα, που πεινούσε. Πάντα!

Ο μικρός ήρωας είχε πολλούς σατανικούς εχθρούς, και τους νικούσε. Πάντα.

Ο μικρός ήρωας είχε σφεντόνα και κλεμμένο από τους κατακτητές αυτόματο.

Ο μικρός ήρωας ήξερε να μεταμφιέζεται και να ξεγελάει τους κακούς.

Ο μικρός ήρωας ήξερε να κρύβεται σε στρώματα, μπαούλα, και άλλους απίθανους κρυψώνες και να ξεγελάει τις ανήσυχες για το μέλλον μαμάδες.

Ο μικρός ήρωας έκανε παρέα στα σκοτεινά βάθη του μπαούλου με τον Γκαούρ, με την μελαψή Ταταμπού, με τον Έλληνα Υπεράνθρωπο, με τον Ποκοπίκο, με την Χουχού, με τον Κοντοστούπη…

Ο μικρός ήρωας μπορούσε να τρυπώνει ανάμεσα στα νομιμόφρονα εκπαιδευτικά βιβλία και να φτάνει παντού, ακόμα και στη σχολική τάξη παραπλανώντας δασκάλους και παιδονόμους επιστάτες.

Ο μικρός ήρωας μπορούσε να ανταλλαγεί. Ως σκληρό νόμισμα!

Με γκαζές, βώλους γαλατάδες, κλασσικά εικονογραφημένα, Καραγκιόζηδες, παραμύθια, Πηνελόπη Δέλτα, Ιούλιο Βερν και -στις καθώς πρέπει συνοικίες- ακόμη και με τη Διάπλαση των Παίδων.

Ο μικρός ήρωας ήταν έφηβος με κοντά παντελόνια.

Ο μικρός ήρωας έζησε έφηβος εκατοντάδες επεισόδια.

Ο μικρός ήρωας έφυγε έφηβος.

Εμείς μεγαλώσαμε.

Βασίλης Νόττας 

         

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΣΧΟΛΙΑ, ΤΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΑ | Με ετικέτα: , , | 4 Σχόλια »