Μιλούσαμε τις προάλλες για τη λαϊκή μουσική της Πορτογαλίας, συγκεκριμένα για τα Φάντο (τα τραγούδια του Πεπρωμένου και της Νοσταλγίας), και είχα αναρτήσει μια προσπάθεια απόδοσης στα Ελληνικά ενός από αυτά, ένα φάντο τραγουδησμένο από τον Antonio Zambujo.
Συνέχισα να ψάχνω την πορτογαλική μουσική και έπεσα πάνω σ’ ένα άλλο δημιούργημα του Zambujo που δεν είναι ακριβώς Φάντο, αλλά μάλλον μια τρυφερή μπαλάντα αφιερωμένη σε ένα σκούτερ, μία Λαμπρέτα! Μου άρεσε και έχω τους λόγους μου. Όταν ήμουν έφηβος ζαχάρωνα κάτι ανάλογο: μια Βέσπα σε σκίτσο, ακριβώς δίπλα στο χρονογράφημα του Ψαθά, που βρισκόταν στην πρώτη σελίδα των ¨Νέων¨, κάτω αριστερά. Η διαφήμιση αναδημοσιευόταν για πολύ καιρό, αλλά το όνειρο για μια πιο στενή σχέση με το δίκυκλο παρέμενε άπιαστο.
Ελλείψει βέσπας βολευόμουν σποραδικά με ένα ασθενικό μηχανάκι που ο Γιάκης (ο αγαπημένος θείος μου), δεν πολυχρησιμοποιούσε και που νόμιζε ότι το να του βγάζει το μπουζί θα ήταν αποτελεσματικό μέτρο κατά των (πολυμήχανων) υφαρπακτικών αποπειρών μου.
Φυσικά όταν λίγο αργότερα βρέθηκα για σπουδές στην Ιταλία (Φλωρεντία) όπου τα οχήματα ήταν πολύ πιο προσιτά απ’ ότι στην Ελλάδα της εποχής, ένα από τα πρώτα πράγματα που κατάφερα να αποκτήσω ήταν μια χαμηλοκάπουλη βέσπα, τελευταίο χέρι, αλλά ακόμη κοτσονάτη.
Οι συνομήλικοί μου Ιταλοί ήταν τότε χωρισμένοι σε δύο φράξιες: στους ¨βεσπάδες ¨ και τους ¨λαμπρετάδες¨. Τα δύο δίκυκλα είχαν περίπου τα ίδια κυβικά, δεν έσταζαν λάδια ούτε έκαιγαν πόδια όπως τότε οι μοτοσικλέτες, αλλά είχαν αλλιώτικο ντιζάιν το ένα από το άλλο, κινητήρα διαφορετικής τεχνολογίας και οπωσδήποτε διαφορετικά ηχητικά γνωρίσματα. Η Λαμπρέτα έκανε περισσότερη φασαρία και είχε πιο σκαστό ήχο. Η Βέσπα ήταν πιο συμμαζεμένη και σχετικά αθόρυβη. ‘Όμως, εδώ που τα λέμε, οι Ιταλοί συμφοιτητές μου συμφωνούσαν ότι εκείνο με το οποίο μπορούσες να κάνεις ¨τα πάντα¨ είχε τέσσερις ρόδες. Ήταν το σούπερ αυτοκίνητο της εποχής: το πεντακοσαράκι. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »