Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Posts Tagged ‘Δημάδης’

Κύλικες και Δόρατα. Μέρος Ζ΄, Κεφάλαιο δέκατο τρίτο: Οι κόμποι στο χτένι

Posted by vnottas στο 10 Φεβρουαρίου, 2018

Κεφάλαιο δέκατο τρίτο. Όπου ορισμένοι κόμποι λύνονται και άλλοι φτάνουν στο χτένι

(αφηγείται ο Εύελπις)

μ

Είμαι αναστατωμένος γι αυτό λέω, αν τα καταφέρω, να τα σημειώσω όλα επιγραμματικά. Και με τη σειρά. Ένα-ένα. Αλλιώς, έτσι ανακατεμένα που είναι όλα αυτή τη στιγμή μέσα στο κεφάλι μου, φοβάμαι ότι δε θα καταφέρω να γίνω κατανοητός ούτε στους άλλους ούτε σε εμένα τον ίδιο.

Ένα, λοιπόν:

Όταν έφτασαν τα συγκλονιστικά νέα στην Αθήνα, τα πράγματα έμοιαζαν να εξελίσσονται, αν όχι πλήρως ομαλά, τουλάχιστον κάτω από ικανοποιητικό έλεγχο.

Τα μεγάλα αθηναϊκά πανηγύρια είχαν ολοκληρωθεί. Η Εορταστική Πομπή είχε διανύσει την οδό των Παναθηναίων με μεγάλη επιτυχία. Οι κόρες ήταν πανέμορφες, οι γέροντες καλοστεκούμενοι και τα Ευάνδρια τα είχε κερδίσει η Λεοντίδα φυλή με αποτέλεσμα ο βετεράνος πολεμιστής Παλαμήδης να έχει απογειωθεί και να υπερίπταται ευτυχισμένος: ανάμεσα στους βραβευθέντες ήταν κι ο πρωτότοκος γιος του. Ένας άλλος καταφανώς ικανοποιημένος  από τις γιορτές ήταν ο ρήτορας Δημάδης. Τα άλογά του είχαν νικήσει στους δώδεκα γύρους του ιπποδρομίου με τέθριππο άρμα: Τώρα, μου είπε, θα αρχίσει να τα προπονεί για τους επόμενους, εκατοστούς δέκατους τρίτους Πανελλήνιους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Δύο:

 Ο φίλτατος συνεργάτης μου, ο Οινοκράτης, είχε αποκτήσει επιτέλους την αθηναϊκή υπηκοότητα με την ιδιότητα του απελεύθερου μέτοικου με ιδιαίτερα προνόμια, με πρώτο εκείνο της ¨ισοτέλειας¨. Ό Οινοκράτης, όπως έμαθα, στην πατρίδα του είχε και ένα παρανόμι με πολλά ¨τσ¨, άρα όχι εύηχο στα ελληνικά, που εγώ δεν μπορώ καν να το προφέρω, οπότε, λέω, καλά έκανε και για τη νέα φάση της ζωής του διατήρησε το ¨Οινοκράτης¨ ως το κύριο επίσημο όνομά του. Σε μια σεμνή τελετή στο Πρυτανείο, όπου ανάδοχος και εγγυητής ήταν ο Παλαμήδης, υπό τις ιαχές και τα χειροκροτήματα των μελών των οικογενειών του Ευρύνου, του Παλαμήδη, αλλά και αρκετών προσωπικών του φίλων,  ο Συρακούσιος ανακηρύχτηκε επισήμως χειραφετημένος κάτοικος Αθηνών. Ως ¨ισοτελής¨, η φορολόγησή του δεν θα είναι μεγαλύτερη από εκείνη των αθηναίων πολιτών (όπως συμβαίνει στους κοινούς μέτοικους),  ενώ  θα του επιτραπεί, εάν το επιθυμεί, να εξακολουθήσει να συμμετέχει στην ασιατική εκστρατεία.  Σύμφωνα με τα όσα τον διαβεβαίωσε ο ¨εφημερεύων¨ βουλευτής, -ο οποίος είχε διευθύνει την τελετή μιλώντας κολακευτικά για το ρόλο του τιμώμενου στην ανεύρεση των κλαπέντων αγαλμάτων των τυραννοκτόνων- αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, τίποτα δεν αποκλείει το επόμενο βήμα να είναι η απόδοση στον Οινοκράτη της πλήρους ιδιότητας του Αθηναίου πολίτη.Eikona_1-1

Τρία.

Ο Οινοκράτης είχε και έναν άλλο λόγο να είναι σχετικά ευχαριστημένος. Η έρευνά του για το θέμα της πατρότητας είχε ολοκληρωθεί. Το αποτέλεσμα δεν ήταν τελεσίδικο και αδιαμφισβήτητο, αλλά μάλλον μια  αναπάντεχη ¨επικρατέστερη εκδοχή¨, η οποία όμως είχε τη στήριξη ενός σπουδαίου και πλήρως αξιόπιστου προσώπου. Μένω ευχαρίστως για λίγο σε αυτό το θέμα -πριν αναφερθώ στα νέα και την αναστάτωση που προκάλεσαν- γιατί έχει γούστο.

Ό Οινοκράτης λοιπόν, είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο εμμονής στην υπόθεση της αναζήτησης της ταυτότητας του πατέρα του, που είχε ταξιδέψει ως την Κόρινθο και είχε καταφέρει να συναντηθεί έως και με τον διάσημο Διογένη, ο οποίος μπορεί να κυκλοφορεί γυμνός και να καγχάζει τους πάντες, αλλά, απ’ ό, τι λένε, δεν είναι καθόλου εύκολο να έχει κανείς μαζί του μια  ολοκληρωμένη αποκλειστική συζήτηση και, πολύ περισσότερο, να εκμαιεύσει τις απαντήσεις του σε θέματα που δεν έχουν τις άμεσες φιλοσοφικές ή ηθικές προεκτάσεις που του αρέσουν.

Ο Οινοκράτης, ποιος ξέρει πώς, τα κατάφερε. Ο γέρο-Διογένης του μίλησε. Όμως ούτε αυτός ο ταξιδεμένος (και στις Συρακούσες) φιλόσοφος μπόρεσε να του δώσει μια συγκεκριμένη απάντηση στα ερωτήματά του. Αντίθετα, αν κατάλαβα καλά από τα όσα μου είπε επιστρέφοντας στην Αθήνα, ο Διογένης υποστήριξε πως, ίσως, αυτή η προσπάθεια αναζήτησης της πατρότητας δεν αξίζει καν τον κόπο. Οι γονείς δεν είναι πάντα τόσο χρήσιμοι, φαίνεται ότι του είπε.

Αισθάνθηκα λοιπόν κάπως ένοχος γιατί δεν είχα ακόμη υλοποιήσει την υπόσχεση που είχα δώσει στον Οινοκράτη, δηλαδή να ρωτήσω σχετικά με το πρόβλημά του τον Αριστοτέλη, παρά το γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό συναντούσα συχνά τον δάσκαλο και είχα μαζί του μακρές συνομιλίες, στις οποίες θα αναφερθώ εκτενέστερα παρακάτω. Για να επανορθώσω ζήτησα από τον Οινοκράτη να μου δώσει το κληρονομημένο δαχτυλίδι και στην επόμενη επίσκεψή μου στο Λύκειο, επωφελήθηκα από μια στιγμή ανάπαυλας και μίλησα στον Αριστοτέλη για το θέμα που απασχολεί τον παλιό πιστό μου συνεργάτη και φίλο, ο οποίος μάλιστα, τότε, επρόκειτο όπου να ‘ναι να χειραφετηθεί. 

image008   Ο Αριστοτέλης παρακολούθησε με προσοχή την σύντομη αφήγησή μου κουνώντας που και που το γενειοφόρο κεφάλι του. Πρώτα του περιέγραψα τον ίδιο τον Συρακούσιο και μερικά από τα ανδραγαθήματά του και, ύστερα, την πρόσφατη μανία να εξακριβώσει ποιος θα μπορούσε να είναι ο πατέρας του.

«Για να ‘δω», μου είπε, προτείνοντας την παλάμη του.

Έβγαλα το δαχτυλίδι από το θυλάκιό μου και  του το έδωσα.

Το εξέτασε με προσοχή και στα χείλη του εμφανίστηκε ένα, όλο και πιο πλατύ, χαμόγελο.

Σκέφτηκα: …έχει γούστο! Έχει γούστο να είναι δικό του το δαχτυλίδι. Όλη αυτή η ιστορία μοιάζει πια με το παιχνίδι που παίζουν οι μπόμπιρες στις αλάνες του άστεως. Ποιανού είναι όμως τελικά το δαχτυλίδι; Του Μεγάλου  Περιπατητή;

«Για φαντάσου!», μουρμουρίζει. Και μετά μου λέει: «Το αναγνωρίζω…»

Το πρόσωπό μου παίρνει μια τέτοια έκφραση που, αργότερα, όταν θα επινοηθούν τα σημεία στίξης του γραπτού λόγου, θα μπορούσε να αποτελέσει το σκίτσο-σήμα-σύμβολο της (απεγνωσμένης)  ερωτηματικής πρότασης.

Ο Αριστοτέλης το φοράει. Του ταιριάζει. Απομακρύνει τα ανοικτά του δάχτυλα για να το θαυμάσει καλύτερα.

«Άρα;», αποτολμώ εγώ την συνεπαγόμενη ερώτηση.

«Α», κάνει, «το είχα μάλιστα  πρωτοδεί όταν είχα φτάσει στην Αθήνα ως προβληματισμένος νεαρός. Τότε που όλα τα πρόσεχα και όλα μου έκαναν εντύπωση».  

«Ναι, αλλά στο χέρι ποιανού;»

kst2-pic3

«Μα του δάσκαλού μου, του Πλάτωνα. Θυμάμαι ότι το φορούσε τον πρώτο καιρό στις διαλέξεις του. Μετά όχι. Αλλά ξέρεις πώς είναι όλοι οι νεοφώτιστοι σπουδαστές, όλοι εμείς δηλαδή, όταν πρωτοσυναντάμε κάποιον που τον θεωρούμε Μεγάλο. Τα προσέχουμε και τα θυμόμαστε όλα όσα τον αφορούν!»

«Εντάξει, αλλά το Άλφα;» ξαναρωτάω.

Με κοιτάζει περίεργα.

«Καλά», λέει. «Αν σε άκουγε ο γερο Πλάτωνας μπορεί να στεναχωριόταν που στους απογόνους έχει φτάσει μόνο το παρανόμι του. Αλλά δε φταίμε εμείς. Του άρεσε. Ήταν ασυνήθιστο και το προτιμούσε από το Αριστοκλής που είναι αρκετά κοινό όνομα».

«Αριστοκλή τον λέγανε τον Πλάτωνα;»

«Έτσι είχε ορίσει ο πατέρας του ο γερο-Αρίστων. Τον θυμάμαι κι αυτόν. Ήταν πολύ ηλικιωμένος, αλλά ζούσε ακόμη όταν έφτασα στην Αθήνα. Αλλά και ο Πλάτωνας ήταν αρκετά μεγάλος όταν έκανε τα τελευταία ταξίδια του στην Σικελία».

Μένει για λίγο σιωπηλός υπολογίζοντας τα χρόνια. «Είπες ότι ο δικός σου κοντεύει τα σαράντα. Επομένως αν υποθέσουμε ότι η μάνα του όντως διασταυρώθηκε με τον Πλάτωνα, αυτό πρέπει να συνέβη στο δεύτερο ταξίδι του στις Συρακούσες. Ναι, στέκει. Τότε ο Πλάτωνας ήταν εξήντα χρονών και είχε προσκληθεί στην αυλή των Συρακουσών από τον διάδοχο του Διονύσιου του πρώτου, τον Διονύση τον Δεύτερο. Το επόμενο τρίτο και τελευταίο ταξίδι το έκανε έξι-επτά χρόνια αργότερα. Αν ο συνεργάτης σου έχει μια, έστω θολή, ανάμνηση από τον Πλάτωνα -αν υποθέσουμε βέβαια ότι αυτός είναι ο βιολογικός του πατέρας- είναι από αυτό το τρίτο και τελευταίο του ταξίδι εκεί».

Ο Δάσκαλος στρέφεται προς εμένα. «Φαντάζομαι ότι στη σχολή του Ισοκράτη θα σας έχουν μιλήσει για τα γεγονότα της εποχής εκείνης στις Συρακούσες, έτσι δεν είναι;»

«Μέσες άκρες», του απαντάω με ειλικρίνεια.

Πηγαίνει ως τα ράφια της βιβλιοθήκης και κατεβάζει έναν-δυο κυλίνδρους.

images

«Θα σου τα επαναλάβω περιληπτικά», λέει.

«Ο Πλάτωνας πίστευε πως οι θεωρίες είναι πολύ χρήσιμες, αλλά από μόνες τους δεν αρκούν για να αλλάξουν, προς το καλύτερο, τη ζωή των ανθρώπων. Ο Φιλόσοφος πρέπει να προσπαθεί να δοκιμάσει τις ιδέες του στην πράξη. Εάν όμως είναι δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, να αποκτήσει και να ασκήσει από μόνος του την απαραίτητη εξουσία για να τις εφαρμόσει, σκέφτηκε πως ορισμένες μετριοπαθέστερες παραλλαγές είναι εφικτές. Όπως για παράδειγμα να επηρεάσει τη συμπεριφορά ενός ηγεμόνα με την ιδιότητα του σύμβουλου ή, ακόμη καλύτερα, να συμβάλλει στην εκπαίδευση και τη διαμόρφωση ενός διαδόχου, δηλαδή ενός μελλοντικού ηγεμόνα. Όταν ο Διονύσιος ο πρώτος τον πρωτοκάλεσε στις Συρακούσες -ο Πλάτωνας ήταν τότε μόνο σαράντα χρονών-  σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να τα κάνει και τα δύο».  

Ο Δάσκαλος ανοίγει έναν πάπυρο, «Εδώ έχω αντίγραφα από επιστολές του Πλάτωνα», λέει.

Ψάχνει, βρίσκει και μου δείχνει ένα εδάφιο. Διαβάζει: «¨Εκείνο που σκέφτηκα ήταν ότι, εάν επρόκειτο να επιχειρήσω την  εφαρμογή όσων είχα σκεφτεί για τους νόμους και την πολιτεία, την δοκιμή έπρεπε να την επιχειρήσω τώρᨻ . Και παρακάτω: «¨Ξεκίνησα λοιπόν αυτό το ταξίδι, βασικά γιατί ντρεπόμουν τον ίδιο μου τον εαυτό, μήπως φανεί ότι δεν είμαι άξιος παρά μόνο για σκέτη θεωρία και ότι διστάζω να καταπιαστώ με συγκεκριμένες  πράξεις¨.

Αυτά είχε στο μυαλό του τότε ο Πλάτωνας.

Για να σου πω την αλήθεια, περίπου αυτά σκεπτόμουν και εγώ, τόσο όταν πήγα στην Άσσο, όσο κι όταν δέχτηκα τη πρόταση του Φίλιππου και ανέλαβα την διαπαιδαγώγηση του Αλέξανδρου». Έκλεισε προσεκτικά τον κύλινδρο. «Αυτή η γεμάτη καλές προθέσεις πρώτη απόπειρα του Πλάτωνα δυστυχώς απέτυχε παταγωδώς. Ο Διονύσιος ήταν ένας ικανός αλλά και περπατημένος τύραννος που είχε πρακτικές γνώσεις και απόψεις περί εξουσίας για τις οποίες δε σήκωνε κουβέντα. Ο φιλόσοφός μας λοιπόν εγκατέλειψε τη Σικελία άρον-άρον και παραλίγο να καταλήξει δούλος στην Αίγινα. Όμως κατάφερε τελικά να φτάσει στην Αθήνα και να ιδρύσει την Ακαδημία του.

Είκοσι χρόνια αργότερα τον Διονύσιο διαδέχτηκε ο γιος του, ο Βήτα. Ο νεαρός και ο θείος του, ο Δίωνας, στενός φίλος του Πλάτωνα από το προηγούμενο ταξίδι, προσκάλεσαν και πάλι τον φιλόσοφο στη Σικελία. Εκείνος αυτή τη φορά ήταν δικαιολογημένα δύσπιστος.  Ωστόσο τελικά πήγε. Η υποδοχή που του επιφύλαξαν πρέπει να ήταν ιδιαίτερα θερμή. Άλλωστε θα έπρεπε να ξεπεραστούν και να ξεχαστούν τα δυσάρεστα γεγονότα του παρελθόντος. Δεν αποκλείω καθόλου να προσφέρθηκαν στον Πλάτωνα, μεταξύ άλλων,  οι υπηρεσίες των καλύτερων εταιρών της αυλής.  Μάλλον το θεωρώ σίγουρο. Εκείνο που δεν είμαι σε θέση να ξέρω με σιγουριά είναι εάν ο Πλάτωνας αποδέχτηκε αυτές τις προσφορές. Και πολύ περισσότερο εάν υπήρξε κάποιος καρπός από αυτές τις συνευρέσεις».

1127px-Venus_de_Milo_Louvre_Ma399_n6

«Πώς ήταν η σχέση του με τις γυναίκες;» ρώτησα εγώ με δικαιολογημένη, θα έλεγα, περιέργεια.

«Υπάρχουν δύο τομείς, αγαπητέ Εύελπι. Το συγγραφικό έργο και η καθημερινότητα. Η θεωρία και η πράξη. Επειδή θεωρώ τον εαυτό μου καλό γνώστη του έργου του Δασκάλου μου, μπορώ να σου πω πως στα συγγράμματά του αντιμετωπίζει τις γυναίκες αρκετά θετικά. Περισσότερο θετικά από πολλούς από εμάς. Στην ιδεώδη ¨πολιτεία¨ του τα θήλεα μορφώνονται και διοικούν εξ ίσου με τους άνδρες. Μη με ρωτήσεις εάν συμφωνώ μαζί του. Είναι ένα θέμα που ακόμη το διερευνώ. Μη ξεχνάς ότι εγώ είμαι νυμφευμένος άρα είναι δυσκολότερο να αποστασιοποιηθώ και να γενικεύσω.

Τώρα, όσον αφορά στην πράξη, είναι γνωστό πως στην Ακαδημία αποδεχόταν τη συμμετοχή των γυναικών. Έστω εν μέρει. Λίγες. Το ίδιο κάνουν ακόμη και σήμερα οι διάδοχοί του και, όπως ξέρεις, στην Αθήνα, αν εξαιρέσουμε την κάπως κωμική παρέα του Κυνοσάργους, είναι οι μόνοι. Ό ίδιος, νεώτερος, ήταν ένας γεροδεμένος ψηλός άνδρας από εκείνους που στις γυναίκες αρέσουν. Θα μπορούσε να έχει μεγάλη επιτυχία μαζί τους.  Μεταξύ ημών και των  περισσότερων Αθηναίων,  είναι γνωστό ότι δεν τις κυνηγούσε. Αυτό δεν σημαίνει ότι τις  απέρριπτε ασυζητητί. Όπως ήδη σου είπα, ο Πλάτωνας, όσο θεωρητικός κι αν ήταν, ήθελε πάντα βάζει τις ιδέες του κάτω από πρακτική, ή βιωματική αν προτιμάς, δοκιμασία».

«Επομένως…;»

Ο Αριστοτέλης μοιάζει να το διασκεδάζει. Θα έλεγα ότι χαμογελάει πονηρά,

«Επομένως νομίζω πως δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο ο συνεργάτης σου να είναι απόγονος, έστω ευκαιριακός, του Μεγάλου Δάσκαλου. Οι χρόνοι μάλλον συμπίπτουν και η ευκαιρίες υπήρξαν». Ύστερα με ρωτάει ευθέως: «Πώς είναι;  Έχει κάτι που να θυμίζει τον αείμνηστο;»

«Δεν είναι σωματώδης όπως λέγεται πως υπήρξε ο Πλάτωνας, …ίσως να πήρε από τη μάνα του. Το μυαλό του όμως είναι κοφτερό, του αρέσει να ψάχνει κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων… και του αρέσει να τον φωνάζουμε με το παρανόμι του».

Εδώ ο Σταγειρήτης έχει κάποια ένσταση στα λεγόμενά μου.

«Ξέρεις κάτι νεαρέ μου Μεγαρέα», λέει. «Εγώ πιστεύω ότι οι γυναίκες είναι αγωγοί μεταβίβασης των κληρονομικών ιδιοτήτων, αλλά δεν μεταβιβάζουν τα δικά τους χαρακτηριστικά. Και αυτό γιατί στη γενετήσια πράξη έχουν παθητικό ρόλο. Οι άνδρες είναι πιο ενεργητικοί γιατί ακριβώς πρέπει να προωθήσουν τα χαρακτηριστικά αυτά στους μεταγενέστερους. Μπορεί πάντως ο δικός σου -εάν θεωρήσουμε την υπόθεσή μας αληθή- να πήρε από τον Παππού του. Ο γερο-Αριστίωνας, απ’ όσο θυμάμαι δεν ήταν τεράστιος».

«Αυτό, σχετικά με τη μεταφορά των κληρονομικών ομοιοτήτων, δεν το είχα σκεφτεί», ομολογώ. Και μετά του ζητάω να μου πει πώς τελείωσε η σικελική περιπέτεια του Πλάτωνα.   

dionysius_i_of_syracuse (1)

«Η αρχική, ειδυλλιακή φάση του δεύτερου ταξιδιού δεν κράτησε πολύ. Ο νεαρός και μάλλον ανασφαλής τύραννος συγκρούστηκε με τον Δίωνα και τον εξόρισε. Αυτός κατέφυγε εδώ στην Αθήνα. Ο Πλάτωνας απογοητευμένος από την αδυναμία να επηρεάσει τις εξελίξεις θέλησε να επιστρέψει κι αυτός στην πατρίδα του, αλλά του το αρνήθηκαν. Εν τέλει τα κατάφερε χάρη σε παρέμβαση των Πυθαγορείων, οι οποίοι είναι οι μόνοι φιλοσοφούντες που διαθέτουν παράλληλα μια κάποια παρεμβατική (αλλά και εν μέρει μυστική) οργάνωση.

Ο Δάσκαλος επέστρεψε και πάλι στις Συρακούσες έξι-επτά χρόνια αργότερα. Δεν νομίζω ότι  έλπιζε ακόμη να επηρεάσει πολιτικά τον νεαρό τύραννο. Περισσότερο ενδιαφερόταν να μεσολαβήσει υπέρ του φίλου του, του Δίωνα. Ίσως  πάλι, αν η υπόθεση που κάναμε για την καταγωγή του δικού σου… πώς τον είπαμε; Οινοκράτη; αυτουνού, …είναι σωστή, ίσως να ήθελε και κάτι άλλο… Ποιος μπορεί να ξέρει… Ίσως να επιθυμούσε να δει τον μικρό που, σύμφωνα με αυτά που μου είπες, ήδη κάποιος φρόντιζε από μακριά. Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν όντως αυτό συνέβη. Εάν ναι, τότε πράγματι, ο άνδρας με την αθηναϊκή φορεσιά που θυμάται ο συνεργάτης σου να ήταν ο μεγάλος Πλάτωνας.

Εκείνο που σίγουρα ξέρουμε είναι πως η μεσολάβηση υπέρ του Δίωνα απέτυχε και ότι ο Φιλόσοφος βρέθηκε σχεδόν φυλακισμένος στην Ακρόπολη των Συρακουσών. Κοίτα τι γράφει ο ίδιος εδώ:» Ανοίγει τον άλλο πάπυρο και μου διαβάζει: ¨’Εκείνη την περίοδο η ζωή η δική μου και του Διονυσίου ήταν, εγώ μεν να κοιτάζω έξω σαν  πουλί που θέλει να ξεφύγει απ’ το κλουβί του, αυτός δε να συλλογίζεται με ποιο τρόπο θα με φοβίσει, χωρίς να επιστρέψει τίποτε από εκείνα που ανήκουν στον  Δίωνα. Κι όμως σε όλη τη Σικελία λέγαμε ότι είμαστε φίλοι.’’

Dione_figlio_di_Ipparino

Έτσι,  και πάλι, η αποχώρηση από τις Συρακούσες υπήρξε προβληματική και περιπετειώδης. Χρειάστηκε να παρέμβουν ξανά οι Πυθαγόρειοι. Με τη βοήθειά τους ο Πλάτωνας μπόρεσε να επιστρέψει στην Αθήνα. Οριστικά αυτή τη φορά».  

Με κοίταξε με σκεπτικό ύφος.

«Πάντως το δακτυλίδι το αναγνωρίζω. Είναι δικό του. Έχω και εγώ ένα ανάλογο. Μου το χάρισε λίγο καιρό πριν πεθάνει».

 

Τέσσερα

Ας μιλήσω τώρα για σημαντικότερα πράγματα. Δηλαδή για την πρόοδο της αποστολής που μου έχει αναθέσει ο προϊστάμενος μου, ο Καλλισθένης ο Ολύνθιος: να μεταφέρω στον δάσκαλο Αριστοτέλη όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, συμπληρωματικές στα όσα του έχουν ήδη αποσταλεί γραπτά, έτσι ώστε να είναι σε θέση να εκφράσει τις πολύτιμες απόψεις του για το δέον γενέσθαι.

Αυτή την περίοδο συναντήθηκα με τον Δάσκαλο πολλές φορές.

Ο Αριστοτέλης με ρωτάει και εγώ απαντώ. Του λέω αυτά που ξέρω, χωρίς ενδοιασμούς και, όταν μου το ζητήσει ρητά, του λέω και την προσωπική μου άποψη.

Θέλει να μάθει περισσότερα για πολλά θέματα που αφορούν, όχι μόνο στην διεξαγωγή της εκστρατείας, αλλά και στους τόπους και τους ανθρώπους που περνούν σιγά σιγά κάτω από τον έλεγχο των ελληνικών δυνάμεων που προελαύνουν.

Δεν πρόκειται πια για τη γνωστή επιστημονική φιλομάθεια του Σταγειρήτη. Αυτή την φορά πρόκειται για την προσπάθεια να βρεθούν απαντήσεις σε υπαρκτά και επείγοντα προβλήματα σχεδιασμού και προσδιορισμού στόχων. Το μεγάλο παγκόσμιο καζάνι βράζει. Διαφορετικές παραδόσεις, νοοτροπίες και πρακτικές αναμιγνύονται καθημερινά, με τρόπο ραγδαίο.  Τι θα βγει τελικά από αυτήν τη μίξη; Κάτι το θαυμαστά καινούργιο ή μια θανατερή έκρηξη που θα παρασύρει τα πάντα, αφού πρώτα καταστρέψει τα όνειρα και τις ελπίδες για τη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου, δηλαδή εκείνα που θα έπρεπε να είναι οι τροφοδότες και η κινητήρια δύναμη της εκστρατείας; 

6892200

Αυτή είναι η αγωνία του Καλλισθένη και άλλων σκεπτόμενων ανθρώπων, τόσο στο μέτωπο όσο και στα μετόπισθεν. Είναι παράλληλα μια ανησυχία που, με γενικότερους όρους, διαπερνά το σύνολο των προβληματισμών και της διδασκαλίας του Αριστοτέλη. Ο Καλλισθένης ο Ολύνθιος έχει καταλάβει ότι η διανόηση δε μπορεί και δεν πρέπει, να σιωπήσει και να αφήσει τις εξελίξεις μόνο στις ενέργειες των -αναμφίβολα γενναίων και ικανών- στρατιωτικών που αναδεικνύουν οι μάχες ή,  ακόμη πιο ριψοκίνδυνα, σε μια  ομάδα αυλοκολάκων που -τον τελευταίο καιρό- παρεμβαίνει όλο και εντονότερα στους ηγετικούς κύκλους. Απευθύνεται λοιπόν στον Αριστοτέλη, τον άνθρωπο που γνωρίζει τον Αλέξανδρο καλύτερα και από παιδί του, αλλά και που τον αγαπάει σαν παιδί του, και ζητάει συμβουλές περί του πρακτέου.

Γνωρίζω ότι πολλοί -μάλλον κακόβουλοι- ακούγοντας τα παραπάνω, δε θα δίσταζαν να μιλήσουν για ανταρσίες και συνομωσίες

Ας διευκρινίσω λοιπόν και κάτι άλλο. Στόχος δεν είναι ο Αλέξανδρος. Ο νεαρός ηγέτης των Μακεδόνων, μέχρι στιγμής, εκφράζει πράγματα απολύτως θετικά. Ηγείται πολεμώντας στο πλευρό των οπλιτών, πείθοντας και προπαντός νικώντας,  Επίσης έχει την αίσθηση του ¨ελληνικού μέτρου¨ και δείχνει ότι τιμάει τα πολλά και σπουδαία που έχουν δώσει ισχύ και κλέος στις πόλεις του ελληνικού κόσμου. 

Στόχος είναι η εξόχως διαπεραστική και επικίνδυνη ασιατική σαγήνη. Δεν πρόκειται για κίνδυνο αμελητέο. Υπήρξαν πολλοί έλληνες που κυριεύτηκαν απ’ αυτήν. Ανάμεσά τους ηγέτες, μέχρι τότε ένδοξοι.  Οι έλληνες δεν αγνοούν, επίσης, τι σημαίνει ¨αυτοκρατορία¨, το έχουν αισθανθεί στη ράχη τους.  Επομένως πρέπει να έχουν μια άλλη, δική τους πρόταση για το μέλλον. Και αυτή η πρόταση για να είναι αποτελεσματική πρέπει να είναι καλοδιατυπωμένη και πειστική.  

Για να φτιαχτεί λοιπόν μια τέτοια πρόταση ο Σταγειρήτης Δάσκαλος έχει αφιερωθεί τον τελευταίο καιρό σε μια ενδελεχή μελέτη των πολιτευμάτων που βρίσκονται σε ισχύ σήμερα. Κυρίως εκείνων που αφορούν στις ελληνικές πόλεις, αλλά όχι μόνον αυτών.  Καταγράφει τα πολιτεύματα ένα προς ένα σημειώνοντας τις επιτυχίες και τις αποτυχίες τους. Πιστεύει ότι η αποτελεσματικότητά τους εξαρτάται από την προσαρμογή των κανόνων που επιβάλουν, στις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά στον κάθε τόπο.  Είναι αισιόδοξος. Εγώ, από την πλευρά μου, έχω εντολή να επιμένω στην επίσπευση της καταγραφής ενός ολοκληρωμένου προγράμματος.  

.images (23)

Για τα θέματα αυτά συζητούσαμε σχεδόν  καθημερινά με τον Δάσκαλο, όταν έφτασαν τα πρώτα αναπάντεχα νέα από την εκστρατεία, που μας αναστάτωσαν και μας αποπροσανατόλισαν. Πηγή ήταν η πρόσφατα αναδιοργανωμένη  ημεροδρομική μας υπηρεσία και, αρχικά, επρόκειτο για μια δική μας υποκλοπή σε οπτικά μηνύματα που κυκλοφόρησαν με φρυκτωρίες ανάμεσα σε ημιαυτόνομες πόλεις της Μικράς Ασίας. Δεν τα πιστέψαμε, και ζήτησα εσπευσμένα επιβεβαίωση. Και αυτή έφτασε με ένα επείγον εμπιστευτικό μήνυμα από τον Καλλισθένη.  Στο μέτωπο είχε εκδηλωθεί απόπειρα εξέγερσης ενάντια στον βασιλέα Αλέξανδρο. Και όχι μόνον. Ο ιππάρχης των εταίρων Φιλώτας, γιος του στρατηγού Παρμενίωνα, είχε δικαστεί και καταδικαστεί σε θάνατο, ενώ ήταν άγνωστη προς το παρόν η αντίδραση του πατέρα του.

Ζήτησα επειγόντως συμπληρωματική ενημέρωση και, λίγο αργότερα, έφτασε νεότερο μήνυμα από την υπηρεσία. Ο βετεράνος στρατηγός Παρμενίωνας, για τον οποίο είχε πρόσφατα κυκλοφορήσει η φήμη ότι θα αντικαθιστούσε τον Αντίπατρο στην αντιβασιλεία της Μακεδονίας, ήταν κι αυτός νεκρός.

Τέλος, έλαβα ένα εκτενέστερο μήνυμα από τον Καλλισθένη. Μου περιέγραφε αναλυτικά τι είχε συμβεί και απαντώντας στο ερώτημα που του είχα στείλει, εάν θα έπρεπε να επιστρέψω αμέσως στο μέτωπο,  με συμβούλευε να παραμείνω στη θέση μου μέχρις ότου, εκείνος, μου δώσει διαφορετική εντολή.

300px-Plato_Silanion_Musei_Capitolini_MC1377

(Τέλος Έβδομου Μέρους)

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , | Leave a Comment »

Μυθιστόρημα υπό εκπόνηση. ¨Κύλικες και Δόρατα¨ Μέρος Ζ΄, Κεφάλαιο πέμπτο: Όπου ο Αισχίνης λέει τα δικά του.

Posted by vnottas στο 5 Νοεμβρίου, 2017

Κεφάλαιο 5ο:  Συνάντηση με τον Αισχίνη.

(αφηγείται ο Εύελπις)

Aeschines_bust

Ο Αισχίνης βρίσκεται στον οίκο του Ευρύνου στο Λυκαβηττό, στο γραφείο που μου έχει παραχωρήσει ο πατέρας μου.  Ζήτησε να με δει επειγόντως και διακριτικά, αλλά του παράγγειλα ότι μπορεί να έρθει εδώ, και ότι δεν υπάρχει λόγος για μυστικότητες. Κάθεται λοιπόν σε μια πολυθρόνα απέναντί μου και με κοιτάζει με ένταση.

«Δεν είναι δική μου δουλειά αγαπητέ Αισχίνη», του λέω, «να υπαγορέψω τις κινήσεις και τις πρωτοβουλίες των Αθηναίων ηγετών. Ούτε βέβαια ενός ικανού ρήτορα και καλού γνώστη της αθηναϊκής πολιτικής σκηνής, όπως εσύ. Αφού όμως με επισκέφτηκες και εφόσον μου λες πως σε ενδιαφέρει η γνώμη μου, θα σου την πω: Πιστεύω ότι πριν προχωρήσεις τις δικαστικές πρωτοβουλίες σου, ίσως θα έπρεπε να λάβεις περισσότερο υπ’ όψιν το γενικότερο κλίμα.

Εγώ ναι, ενδιαφέρομαι οι σχέσεις ανάμεσα στην ηγεσία της πανελλήνιας εκστρατείας και τις Αρχές της  αθηναϊκής δημοκρατίας να είναι καλές και απρόσκοπτες. Και μπορούμε να πούμε ότι, σε γενικές γραμμές, η κατάσταση δεν είναι κακή. Ο άρχοντας Φωκίωνας που έχει σήμερα την ευθύνη της πόλης έχει την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη του Αλέξανδρου. Ο Μακεδόνας βασιλιάς, από την πλευρά του, αν και βρίσκεται σε μια πρωτοφανή εξόρμηση, απ’ την οποία δεν λείπουν οι δυσκολίες και οι κίνδυνοι, φροντίζει να προωθεί τα στοιχεία εκείνα που εκφράζουν το σύνολο των Ελλήνων, κι ανάμεσά σε αυτά, πολλά από τα αθηναϊκά πρότυπα.

Ο λόγος για τον οποίο βρίσκομαι εδώ κουβαλώντας τα ανακτηθέντα παλιά σύμβολα της αθηναϊκής δημοκρατίας, αυτό ακριβώς θέλει να υπογραμμίσει. Αν και νομίζω ότι μπορώ να σου εκμυστηρευτώ ότι υπάρχουν και κάποιοι στην εκστρατεία που διαφωνούν με αυτή την πολιτική θέση και θα προτιμούσαν να δουν τον Αλέξανδρο να στηρίζεται στον -ακόμη ισχυρό- μηχανισμό της περσικής αυτοκρατορικής διοίκησης. Ίσως λοιπόν, αυτή την περίοδο δεν  πρέπει να αναμοχλεύσουμε τα πάθη της εποχής της μάχης στη Χαιρώνεια. Όμως δεν ξέρω κατά πόσο θα μπορέσουμε να αποφύγουμε κάτι τέτοιο αν εμπλακούμε σε μια δίκη πάνω σε γεγονότα που αφορούν εκείνη την εποχή και μάλιστα έχοντας πολέμιο έναν ικανό ρήτορα σαν τον Δημοσθένη, γνωστό για την ανένδοτη αντιπαλότητά του απέναντί μας.

Επί πλέον μαθαίνω από έμπειρες πηγές, (όπως ισχυρίζεται πως είναι ο συνάδελφός σου, ο ρήτορας Δημάδης) ότι το κλίμα ανάμεσα σε εκείνους που αύριο θα είναι ένορκοι δικαστές σε μια ενδεχόμενη δίκη, δεν είναι αυτονόητα ευνοϊκό ούτε για εμάς αλλά ούτε για εσένα προσωπικά.

Επαναλαμβάνω λοιπόν ότι πριν προχωρήσεις σε κινήσεις με αβέβαια αποτελέσματα, καλό θα είναι να μελετήσεις προσεκτικά την ισχύουσα σήμερα πολιτική κατάσταση. Επαναλαμβάνω επίσης ότι αυτά στα λέω μόνο επειδή με ρωτάς. Υπεύθυνος για όποια απόφαση πάρεις, θα είσαι μόνο εσύ. Θα σου πω μόνον το αυτονόητο: Η προσωπική μου γνώμη είναι πως οι καλές σχέσεις της Αθήνας με το επιτελείο της εκστρατείας εξακολουθούν να έχουν προτεραιότητα».

Δεν τον βλέπω να ενθουσιάζεται ακούγοντας την άποψή μου. Τον καταλαβαίνω: απ’ ό, τι μαθαίνω έχει ήδη προχωρήσει στην επίσπευση των διαδικασιών και η εκδίκαση της ¨γραφής παρανόμων¨ που υπέβαλε κατά του Κτησιφώντα, δηλαδή κατά του Δημοσθένη, που πάει να πει κατά της αντιμακεδονικής μερίδας της Βουλής, είναι πλέον ζήτημα ημερών. Προφανώς σήμερα ήρθε εδώ περισσότερο για να με ενημερώσει τυπικά για την έναρξη της δίκης, παρά για να ζητήσει τη γνώμη μου, όπως ισχυρίζεται.

Το παραδέχεται.

image009

«Τη δίκη θα την κερδίσουμε, νεαρέ Μεγαρέα», με διαβεβαιώνει. «Θα είναι μια μεγάλη πολιτική νίκη. Και τότε οι σχέσεις ανάμεσα στην Αθήνα και τους Μακεδόνες δεν μπορεί παρά να βελτιωθούν αισθητά.

Και μη νομίσεις ότι δεν το σκέφτηκα αρκετά ή ότι παρασύρθηκα από την αντιπάθεια που μου προκαλεί αυτός ο αλιτήριος ο Δημοσθένης, όχι δεν είναι αυτό το κίνητρό μου. Αντίθετα, ήμουν εγώ που κατάφερα να αναβάλω την εκδίκαση, όσο υπήρχε φόβος να επικρατήσει εκείνος χάρη στις δυσμενείς για εμάς περιστάσεις και τη δύναμη που του δίνουν οι δημαγωγικές του ικανότητες. Όμως σήμερα η κατάσταση δεν είναι αυτή που ήταν πριν από οκτώ χρόνια, όταν υπέβαλα την ¨γραφή παρανόμων¨.

Σήμερα οι συμπατριώτες μου μπορούν να κρίνουν με ψυχραιμία εάν η πολιτική του Παιανέα είναι τυχοδιωκτική ή όχι. Η ήττα μας στη Χαιρώνεια δεν είναι πια πρόσφατη αιτία θλίψης όπως τότε. Μπορούμε πλέον να κρίνουμε τα γεγονότα με ψυχραιμία. Είναι προφανές ότι η δύναμη που είναι σε θέση να συσπειρώσει τους Έλληνες και να νικήσει τους Ασιάτες υπάρχει. Και πως η Αθήνα θα έχει μόνον να κερδίσει εάν σταθεί πλάι της. Θα νικήσουμε στη δίκη νεαρέ Μεγαρέα, με τον ίδιο τρόπο που τα ενωμένα στρατεύματά μας νικούν στο πεδίο της μάχης, θα δεις».

Βλέπω στο πυρετώδες βλέμμα του πως είναι έτοιμος να τα διακινδυνεύσει όλα. Και ότι δεν πρόκειται να μεταπειστεί.

Κοιτάζω τις σημειώσεις μου. Η αντιδικία Δημοσθένη – Αισχίνη είναι μια παλιά ιστορία. Κάποτε οι δυο τους ήταν στην ίδια παράταξη και ο Κοθωκίδης είχε τις ίδιες αντιμακεδονικές  ιδέες με τον Παιανέα. Αλλά είναι πάνω από δεκαπέντε χρόνια που ο Αισχίνης διαφοροποιήθηκε. Συγκεκριμένα δέκα επτά: όταν είδε ότι οι άλλες ελληνικές πόλεις, ακόμη και οι φιλικές προς την Αθήνα δεν πείθονταν να αντισταθούν ενεργά στους Μακεδόνες. Αλλά η προσωπική του διένεξη με τον Δημοσθένη άρχισε πριν δώδεκα, δεκατρία χρόνια όταν εκείνος τον κατηγόρησε πως χρηματίστηκε από τον Φίλιππο. Τότε ο Αισχίνης κατάφερε, έστω με μικρή διαφορά ψήφων, να αθωωθεί. Τώρα είναι έτοιμος να ανταποδώσει τα ίσα. Και θεωρεί τη συγκυρία ευνοϊκή.

«Ούτως ή άλλως, δεν υπάρχουν περιθώρια για υπαναχωρήσεις», μου λέει. «Τα προκαταρκτικά ολοκληρώθηκαν και η δίκη αρχίζει μεθαύριο».

Κοιτάζω πάλι τις σημειώσεις μου. Χρειάζομαι μερικές ακόμη αποσαφηνίσεις. «Το κατηγορητήριο που διατυπώνεις είναι το ίδιο με εκείνο που υπέβαλες παλιότερα, στην πρώτη σου έγκληση;» τον ρωτάω.

«Έχω αλλάξει κάπως μόνον τη σειρά των κατηγοριών. Τότε άρχιζα με τον Δημοσθένη τον ίδιο και ανέλυα διεξοδικά το γιατί η βράβευση που ζητούσε ο Κτησιφώντας δεν αιτιολογείτο ούτε από τα έργα ούτε από τον ήθος του Παιανέα. Το αντίθετο. Μια συνεπής με τον εαυτό της δημοκρατική πολιτεία, θα έπρεπε να τον τιμωρήσει για όσα έχει κάνει έως σήμερα.

Τώρα, αυτό το αφήνω για το τέλος. Προτιμώ το τμήμα της αγόρευσής μου που τον αφορά άμεσα, να βρίσκεται χρονικά κοντύτερα στην ώρα της απόφανσης των δικαστών. Πρώτα παρουσιάζω τους λόγους που η ίδια η πρόταση για τη στέψη του με χρυσό στεφάνι, αφενός όχι στο βουλευτήριο αλλά στο θέατρο και αφετέρου προτού δώσει λόγο για τα πεπραγμένα του ως άρχων διαχειριστής, δεν είναι σύμφωνη με τους ισχύοντες νόμους. Σε διαβεβαιώνω Μεγαρέα ότι από νομική άποψη αυτά τα σημεία μπορούν να αποδειχτούν μη σύννομα με αδιαμφισβήτητο τρόπο».

«Θα είναι η Ηλιαία που θα εκδικάσει την υπόθεση, έτσι δεν είναι;»

«Ναι, αυτό είναι το τμήμα της εκκλησίας του δήμου που επιλύει τέτοιου είδους δικαστικές διενέξεις Παλιότερα, όπως θα ξέρεις, αναδεικνύονταν με κλήρωση την αρχή κάθε χρόνου έξι χιλιάδες Ηλιαστές, ανάμεσα στους πολίτες με πλήρη δικαιώματα και ηλικία πάνω από τριάντα ετών. Οι δικαστές των επιμέρους δικών επιλέγονταν από αυτούς. Τώρα τελευταία δεν γίνεται πια αυτή η αρχική κλήρωση και κάθε πολίτης που πληροί τις προϋποθέσεις μπορεί να χρισθεί δικαστής, αρκεί να δηλώσει ότι ενδιαφέρεται και να κληρωθεί σε κάποια συγκεκριμένη δίκη».

«Αυτό σημαίνει ότι στην εκδίκαση της δικής σου ¨γραφής¨, οι δικαστές πόσοι θα είναι ;»

«Υποθέτω, πάνω κάτω πεντακόσιοι. Πενήντα από κάθε φυλή που θα προκύψουν από κλήρωση. Αυτό θα το μάθουμε με σιγουριά αύριο».

«Και η απόφαση είναι αμετάκλητη;»

«Αμετάκλητη. Αν καταδικαστούν, ο Κτησιφώντας και ενδεχομένως ο Δημοσθένης, το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να ισχυριστούν ότι οι κατηγορίες μου ήταν ψευδείς. Σε αυτή την περίπτωση, αν δεν αποδείξουν τον ισχυρισμό τους, ενδέχεται να διακινδυνεύσουν μια νέα δίκη με πιθανή επιβάρυνση της ποινής. Αλλιώς μόνο μια εκ των υστέρων αμνηστία θα μπορούσε να τους σώσει».

«Πού θα διεξαχθεί η δίκη;»

«Αυτό, όπως και τον ακριβή αριθμό των δικαστών θα το μάθουμε αύριο. Τα ονόματα των δικαστών θα κληρωθούν μεθαύριο τα χαράματα. Η κλήρωση γίνεται εσκεμμένα την τελευταία στιγμή. Είναι ένα από τα μέτρα που έχουν ληφθεί έτσι ώστε να αποτραπεί τυχόν προσπάθεια των διαδίκων να επηρεάσουν τους δικαστές. Όσο για το χώρο, πιθανότατα λόγω καλοκαιριού η συνεδρίαση θα γίνει σε κάποιο υπαίθριο αμφιθέατρο, ίσως στο Τετράγωνο Περιστύλιο[1], αλλά θα υπάρχει διαθέσιμος και κάποιος στεγασμένος χώρος για την απίθανη περίπτωση που θα βρέξει ».

«Θα είναι μια ανοιχτή διαδικασία, έτσι δεν είναι;»

«Πιο ανοιχτή δε γίνεται. Ακόμη και επισκέπτες από άλλες πόλεις θα μπορέσουν να την παρακολουθήσουν, αν καταφέρουν να βρουν μια κατάλληλη θέση. Και βέβαια, πέρα από τους πολυάριθμους δικαστές, θα είναι παρόντες και  πάμπολλοι άλλοι κάτοικοι της Αθήνας. Για σένα και για τον πατέρα σου θα φροντίσω να υπάρχει μια τιμητική θέση με ψάθα και σκιάδιο, κοντά στο προεδρείο».

«Μου φάνηκε ότι τις τελευταίες μέρες υπάρχει κάποιος ερεθισμός στα πλήθη…» παρατηρώ.

Ο Αισχίνης είναι πιο ήρεμος τώρα. Έχει χαλαρώσει: είπε ό, τι είχε να πει και έδειξε σε εμένα -ίσως και στον εαυτό του- πόσο έτοιμος είναι για την επικείμενη μάχη.

«Νομίζω ότι τους γνωρίζεις τους γηγενείς και πόσο την βρίσκουν με τις δίκες… Πρέπει -υποθέτω- να  ξέρεις και τη  σχετική ιλαρή ιστοριούλα…» μου λέει.

«Ποια;»

«Μάλλον δεν είναι ακριβώς σκωπτική αφήγηση, αλλά μια ατάκα από τις ¨Σφήκες¨ του γνωστού Αριστοφάνη… Λέει ένας μαθητευόμενος σοφιστής στον Στρεψιάδη δείχνοντάς του έναν χάρτη: ¨Κοίτα Στρεψιάδη, αυτός είναι ένας χάρτης της γης. Και κοίτα: εδώ είναι η Αθήνα¨.

¨Μωρέ τι μας λες: αποκλείεται!¨, απαντάει εκείνος ¨Δεν βλέπω πουθενά δικαστές να κάθονται στην έδρα!¨»

images (16)

(συνεχίζεται)

[1] Τετράγωνο Περιστύλιο: Βρισκόταν στον χώρο όπου αργότερα χτίστηκε η Στοά του Αττάλου.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , | Leave a Comment »

Ιστορικό μυθιστόρημα υπό εκπόνηση. Μέρος ΣΤ΄ Κεφάλαιο ένατο: Η επίσκεψη του Δημάδη

Posted by vnottas στο 21 Αυγούστου, 2017

[Προσωρινός τίτλος: Κύλικες και δόρατα.

Προσωρινός υπότιτλος: Ημέρες και έργα του Εύελπι του Μεγαρέα, λόγιου στην ακολουθία του Αλέξανδρου του Γ΄ του Μακεδόνα, κατά την μεγάλη ασιατική εκστρατεία].

9219588129_d8da90ff9a_b

Κεφάλαιο ένατο: Η επίσκεψη του Δημάδη

Ξύπνησα νωρίς. Ήθελα να προετοιμαστώ κάπως γιατί όπου να ‘ναι θα κατέφθανε ο Δημάδης.

Τίμησα το πρωινό ¨άριστον¨ που μου ετοίμασε η κυρά Άνθεμη, η οποία βρισκόταν ήδη στο πόδι ακόμη πιο νωρίς από μένα και της είπα πόσο μου έχει λείψει αυτά τα τελευταία χρόνια, τόσο η ίδια όσο και το πρωινό που μόνο εκείνη ξέρει να φτιάχνει. Κέρδισα ένα πλατύ της χαμόγελο. Μετά αποσύρθηκα στη αίθουσα των κειμένων. Υπήρχαν εκεί περγαμηνές και πάπυροι  συλλεγμένοι από τον Ευρύνου, αλλά και κάμποσα συγγράμματα δικά μου, τόσο από εκείνα που χρησιμοποίησα στις σπουδές, όσο  και διάφορα άλλα.

Η χθεσινή συζήτηση με τον πατέρα μου σχετικά με την αντιδικία Δημοσθένη-Αισχίνη και η αναφορά του στην επικείμενη δίκη ανάμεσά τους, είχε τραβήξει την προσοχή μου στο γεγονός που, σύμφωνα με τον Ευρύνου, θα κυριαρχήσει στην πολιτική ζωή  της Αθήνας τούτο το καλοκαίρι.  Ο πατέρας έχει δίκιο. Οι δίκες στην Αθήνα έχουν σχεδόν πάντα πολιτικές προεκτάσεις. Οι δικαστές είναι ένορκοι πολίτες, πολλοί στον αριθμό, και οι αποφάσεις τους εκφράζουν έγκυρα το κλίμα που επικρατεί κάθε φορά στην Πόλη.

Σκοπεύω να παρακολουθήσω αυτή τη δίκη. Με τρόπο διακριτικό, γιατί δε θέλουν πολύ οι ποικίλοι ¨ενάντιοι¨ να με κατηγορήσουν για εμπλοκή και ανάμιξη εκεί όπου δεν είμαι σπαρμένος. Η Αθήνα είναι ευαίσθητη όσον αφορά στην ανεξαρτησία της και καλά κάνει. Η πολύτιμη ενδο-ελληνική ειρήνη, για να φτουρήσει, πρέπει να είναι μια έντιμη ειρήνη. Επομένως, το ξαναλέω: προσοχή!

images (19)

Δεδομένου ότι οι σπουδές μου δεν ήταν επικεντρωμένες στα νομικά, αλλά κυρίως, θα έλεγα, στα ιστορικά θέματα (ακριβέστερα στην μετατροπή του παρόντος σε Ιστορία), θέλησα να ενημερωθώ διεξοδικότερα για τα ισχύοντα στην αθηναϊκή νομολογία και δικονομία. Άνοιξα λοιπόν τις συγγραφές. Πέρα από τους νόμους και τους κανόνες, βρήκα αρκετούς από τους λόγους των δύο μονομάχων, καθώς και άλλα ενδιαφέροντα τεκμήρια.

Μέχρις ότου ακουστεί ο θόρυβος του αμαξιού με το οποίο κατέφτασε ο Δημάδης, είχα προλάβει να αποκτήσω μια πρώτη εικόνα, όχι μόνον  του νομικού πλαίσιου, αλλά και (εδώ με βοήθησαν οι δικές μου -πριν απ’ την αναχώρηση- σημειώσεις) του ιστορικού της διένεξης ανάμεσα στους δύο επιφανείς Αθηναίους ρήτορες-πολιτικούς.

Με λίγα λόγια…

τοξοτης

Ο ένας, ο Δημοσθένης, ήταν γεννημένος εύπορος. Ο πατέρας του είχε μια βιοτεχνία που έφτιαχνε κλίνες και μια άλλη όπου σκάρωνε μαχαίρια για πολεμική και ειρηνική χρήση. Πέθανε όταν ο γιος του ήταν μόνο εφτά χρονών. Του άφησε μια αξιόλογη περιουσία και τρεις ανίκανους και ιδιοτελείς κηδεμόνες. Όσο κι αν η χήρα-μάνα ανησυχούσε και διαμαρτυρόταν, οι κηδεμόνες κατασπατάλησαν την κληρονομιά.

Ο μικρός Δημοσθένης πείσμωσε! Ή θα γινόταν καλός στα όπλα και θα τους έσφαζε ή θα γινόταν δικανικός ρήτορας και θα τους έσερνε στα δικαστήρια μέχρι να τους αναγκάσει να επανορθώσουν.

Αν ζούσε αλλού θα είχε μόνον την πρώτη επιλογή. Αλλά ζούσε στην Αθήνα. Μια πόλη όπου γίνονταν παρανομίες, όπως παντού, αλλά ταυτόχρονα μια πόλη ικανή να αισθανθεί έως και συλλογικό άγος όταν καταπατιόταν το κοινό αίσθημα περί δικαίου. Όποιος κι αν ήταν ο φταίχτης! Ακόμη κι αν έφταιγε η Πόλη η ίδια!

Έτσι ο μικρός αντί να ασκηθεί στην παλαίστρα βάλθηκε να ασκείται και να μαθαίνει την τέχνη του δικανικού ρήτορα. Κι ας ήταν ψευδός!

 Δημοσθένης

Ό άλλος, ο Αισχίνης, από τον περιφερειακό δήμο των Κοθωκιδών[1],  γεννήθηκε τέσσερα, πέντε  χρόνια πρωτύτερα, γιος ενός εγγράμματου δούλου που τον έλεγαν Τρόμη.  Ο Τρόμης πολέμησε για την Αθήνα, και εναντιώθηκε στους τριάντα τύραννους με αποτέλεσμα, μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, να χειραφετηθεί και να αλλάξει όνομα: ήταν πλέον ο Ατρόμητος. Ο Αισχίνης μπόρεσε έτσι να αποκτήσει ευρύτερη μόρφωση, ενώ τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στο δημοδιδασκαλείο του πατέρα του. Πάντως, απ’ ό, τι φαίνεται, βασικά  ήθελε να γίνει ηθοποιός.

 Εν τω μεταξύ, οι αντιπαραθέσεις – κατάλοιπα της παλιάς μεγάλης σύγκρουσης μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιατών είχαν υποχωρήσει και είχαν αντικατασταθεί με τους προβληματισμούς για την ανάδυση  μιας νέας ισχυρής δύναμης στο βορρά, των Μακεδόνων. Η ενδιάμεση εμφάνιση στο πανελλήνιο προσκήνιο των Θηβαίων, ήταν εμφάνιση διαττόντων αστέρων.

 Ο Δημοσθένης καταφέρνει να διώξει ποινικά τους εκμεταλλευτές – τέως κηδεμόνες του, αλλά όχι και να αποζημιωθεί επαρκώς. Παραμένει συνήγορος-λογογράφος, και μάλιστα πολύ επιτυχημένος, αλλά παράλληλα αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τις νέο-αποκτημένες ρητορικές του ικανότητες στον πολιτικό στίβο. Παρουσιάζεται ως  ένθερμος αντιμακεδόνας. Το κλίμα είναι πρόσφορο. Οι επιδρομές του Φίλιππου κατά των πόλεων που τελούν υπό αθηναϊκή προστασία και επιρροή (στην Θράκη και στα στενά της εισόδου στον Εύξεινο Πόντο) δημιουργούν στην Αθήνα δυσκολίες στον ανεφοδιασμό και φόβους για ουσιαστική απώλεια ισχύος στο άμεσο μέλλον.

Ο Αισχίνης πάλι, καταλαβαίνει από τις αντιδράσεις του κοινού ότι ως ηθοποιός δεν πρόκειται να διαπρέψει και το γυρνά και αυτός στην πολιτική. Εντάσσεται στην κυρίαρχη τότε αντιμακεδονική μερίδα. Μετά την πτώση της Ολύνθου παίρνει μέρος στην αποστολή που προσπαθεί να πείσει τις ελληνικές πόλεις του νότου να συσπειρωθούν κατά των Μακεδόνων. Η αποστολή αποτυγχάνει και ο Αισχίνης απογοητεύεται και αλλάζει στρατόπεδο. Από αυτό το σημείο και μετά υποστηρίζει τον Φίλιππο και στη συνέχεια τον Αλέξανδρο. Aeschines_bust

Η Αθήνα προσπαθεί να περιορίσει τις απώλειες (και να κερδίσει χρόνο) με διαπραγματεύσεις. Ο Αισχίνης και ο Δημοσθένης παίρνουν μέρος στις διπλωματικές αποστολές προς τον Φίλιππο, με επικεφαλής τον Εύβουλο, έναν πολιτικό που περισσότερο από φιλομακεδόνας είναι υπέρμαχος μιας ¨ήρεμης¨, μη παρεμβατικής πολιτικής των Αθηνών. Οι διαπραγματεύσεις καταλήγουν με τη σύναψη ειρήνης, για την οποία οι όρκοι δόθηκαν τελικά  στις Φερές της Θεσσαλίας και πήρε το όνομα ενός άλλου φιλομακεδόνα, ο οποίος επίσης συμμετείχε στην αποστολή, του Φιλοκράτη.

Η ατελείωτη σειρά των διενέξεων ανάμεσα στους δύο ρήτορες αρχίζει ακριβώς εκείνη την εποχή, πριν από περίπου δεκάξι χρόνια. Δηλαδή όταν ακόμη δεν είχε δοθεί η αποφασιστικής σημασίας μάχη στη Χαιρώνεια (οκτώ χρόνια πριν) και δεν είχε ακόμη καταστραφεί η Θήβα (πριν πέντε χρόνια).  

 Ο Δημοσθένης κατηγορεί τον Αισχίνη ότι χρηματίστηκε από τον Φίλιππο. Την κατηγορία δεν την υποβάλλει αυτοπροσώπως, αλλά μέσω ενός πλούσιου φίλου του, του Τίμαρχου.

Ο Αισχίνης απαντά ισχυριζόμενος ότι σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους, ένας γνωστός φαύλος και (στα νιάτα του) εκπορνευόμενος όπως ο Τίμαρχος δεν δικαιούται να κατηγορήσει κανέναν. Πολύ περισσότερο έναν αθηναίο ευπατρίδη.

Οι ένορκοι δικαστές εγκρίνουν την ένσταση του Αισχίνη και απορρίπτουν την κατηγορία για τυπικούς λόγους. Ο Τίμαρχος χάνει τα πολιτικά του δικαιώματα και αυτοκτονεί.

Ο Δημοσθένης επιμένει∙  αυτή τη φορά παρεμβαίνει προσωπικά και απαριθμεί τα επιχειρήματά του στον περίφημο λόγο ¨περί παραπρεσβείας¨

Σύμφωνα με αυτήν τη αγόρευση, οι βασικές πράξεις και παραλείψεις του Αισχίνη που έβλαψαν την Αθήνα και για τις οποίες θα πρέπει να κριθεί ένοχος προδοσίας, είναι οι εξής:

Πρώτα απ’ όλα γιατί παρενέβη ενάντια στην έγκαιρη -και εκ των υστέρων δικαιωμένη- εισήγηση του Δημοσθένη να κλείσουν οι Αθηναίοι τα στενά των Θερμοπυλών και να εμποδίσουν την κάθοδο των Μακεδόνων στο νότο.

Δεύτερο, γιατί με τη συνηγορία του Φιλοκράτη, δέχτηκε η τελική συμφωνία να υπογραφεί στις Φερές, όπου ο Φίλιππος επικεφαλής ισχυρών δυνάμεων απειλούσε τους σύμμαχους Φωκείς,  αλλά και την ίδια την Αθήνα.

Τρίτο,  γιατί στο τελικό κείμενο της συνθήκης ο Αισχίνης δέχτηκε να μπει η διατύπωση ¨το κάθε μέρος κρατάει όσα (αυτή τη στιγμή) έχει¨ και όχι, όπως θα προτιμούσε η Αθήνα ¨το κάθε μέρος κρατάει τα δικά του¨.

Τέταρτο, όταν η δεύτερη αποστολή διαπραγματεύσεων έφτασε στην Πέλλα, ο Φίλιππος δεν ήταν εκεί αλλά εξαπέλυε πολεμικές επιδρομές στη Θράκη. Αντί να σηκωθούν και να φύγουν (προσβεβλημένοι) αμέσως, τα μέλη της επιτροπής, με εισήγηση του Αισχίνη και του Φιλοκράτη, παρέμειναν περιμένοντάς τον ένα ολόκληρο μήνα.

Πέμπτο, γιατί σύμφωνα με τη μαρτυρία του αθηναίου πρέσβη Δέρκυλου, τον είδαν να βγαίνει νύχτα από τη σκηνή του Φίλιππου. Άσε που έμεινε στις Φερές μια μέρα παραπάνω από τους άλλους πρέσβεις.

Τέλος ο Δημοσθένης κατηγορεί τον Αισχίνη ότι γιόρτασε μαζί με τον Φίλιππο στο μαντείο των Δελφών τη νίκη του Μακεδόνα κατά των (συμμάχων των Αθηναίων) Φωκέων.

Ο Αισχίνης απαντά  άμεσα και διαψεύδει τις κατηγορίες με έναν λόγο (που τον έχω κι αυτόν αντιγραμμένο στα κείμενά μου) με την επικεφαλίδα ¨Περί της ψευδούς Παραπρεσβείας¨. Παρά το γεγονός ότι οι φίλοι των μακεδόνων είναι ακόμη λίγοι, ο Αισχίνης αθωώνεται, αν και με μικρή διαφορά ψήφων.

Όλη αυτή η δικαστική διένεξη κράτησε δυο-τρία χρόνια. Ας σημειωθεί ότι παράλληλα κατηγορήθηκε για προδοσία και ο Φιλοκράτης, ο οποίος πρόλαβε να δραπετεύσει από την Αθήνα πριν την εκδίκαση της καταγγελίας (κατήγορος σε αυτή τη δίκη ήταν ο ρήτορας Υπερείδης). Ο Φιλοκράτης καταδικάστηκε ερήμην σε Θάνατο. αρχείο λήψης (4)

  Πέρα από τις διαρκείς ενδιάμεσες μικρο-αντιδικίες, η δεύτερη πράξη της σύγκρουσης Αισχίνη – Δημοσθένη διαδραματίστηκε πριν έξι χρόνια. Εγώ ήμουν ακόμη στην Αθήνα και την αρχική φάση αυτής της ιστορίας την θυμάμαι αρκετά καλά.

Έχει μεσολαβήσει η ήττα των συσπειρωμένων αντιμακεδόνων στη Χαιρώνεια, με αποτέλεσμα εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η Αθήνα πρέπει να τα βρει με τον Φίλιππο να είναι πλέον μια υπαρκτή συνιστώσα της πολιτικής ζωής, η οποία ενίοτε (αν και όχι συχνά) καταφέρνει να πλειοψηφεί.  Ο Κτησιφώντας, ένας φίλος του Δημοσθένη και, φυσικά,  ενάντιος στους Μακεδόνες, έχει την έμπνευση (ή του υποβάλλεται, ποιος ξέρει από ποιόν!) να προτείνει στον Δήμο την απονομή τιμών στον Παιανέα Ρήτορα. Και αυτό γιατί ως Άρχοντας ¨Τειχοποιός¨,  δηλαδή επιφορτισμένος με την επανόρθωση ενός τμήματος του αθηναϊκού τείχους, όχι μόνο είχε κάνει καλή δουλειά, αλλά είχε βάλει και λεφτά από τη τσέπη του για την ολοκλήρωση του έργου. Θα έπρεπε λοιπόν να αποδοθεί στον Δημοσθένη χρυσό στεφάνι, και μάλιστα σε ειδική τελετή στο θέατρο του Διονύσου.

Ο Αισχίνης δεν καθυστερεί. Υποβάλλει αμέσως ¨γραφή παρανόμων¨ (ένσταση κατά νόμον γραπτή, επειδή το θέμα αφορά στη δημόσια ζωή της Πόλης και όχι την ιδιωτική ζωή των πολιτών) όπου ισχυρίζεται ότι:

Ένα. Ο Δημοσθένης δεν έχει ακόμη ολοκληρώσει τη θητεία του ως τειχοποιός, άρα δεν μπορεί ακόμη να γίνει καμία αποτίμηση του έργου του.

Δύο. Σε κάθε περίπτωση, η απονομή τιμών σε οποιονδήποτε δεν μπορεί να γίνει σε Θέατρο. Αυτό είναι πρωτάκουστο και ενάντια στις παραδόσεις της Πόλης.  

Τρίτο (φαρμακερό και ουσιαστικότερο): Οι δραστηριότητες του Δημοσθένη στο σύνολό τους όχι μόνο δεν ωφέλησαν, αλλά, αντίθετα, έβλαψαν την πόλη.

 images (22)

Λίγο μετά την έναρξη των προκαταρκτικών διαδικασιών για την δίκη, συμβαίνει κάτι απρόβλεπτο που ανατρέπει τις ασταθείς αθηναϊκές πολιτικές ισορροπίες: ο Φίλιππος δολοφονείται και οι Αθηναίοι, προς στιγμήν θεωρούν ότι ο βόρειος κίνδυνος εξέλειπε. Το ρεύμα που υποστηρίζει ότι η Αθήνα θα πρέπει να ακολουθήσει και πάλι ηγεμονική πολιτική παίρνει τ’ απάνω του.

Ο Αισχίνης σκέφτεται ότι δεν τον συμφέρει η άμεση εκδίκαση της ¨γραφής¨ και (όσο μπορεί) χρονοτριβεί. Όντως καταφέρνει να αναβάλει την δίκη. Περιμένει να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα και η κατάσταση (νοούμενη ως συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων) να γίνει πιο ευνοϊκή.

Πράγματι, ο Αλέξανδρος δεν ¨τρώει τα μούτρα του¨ στην Ασία, όπως περίμεναν και προανήγγελλαν πολλές Κασσάνδρες, αλλά, αντίθετα, αποδεικνύεται ικανός και αποτελεσματικός στρατηλάτης. Νίκες κατά των Περσών, καλή συμπεριφορά απέναντι στην Αθήνα -παρά τους ακκισμούς της πολιτικής της, δώρα αφιερωμένα στην Αθηνά την Παλλάδα, επιβολή πάνω στους προαιώνιους νταήδες της Πελοποννήσου, και τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό ιδού και η επιστροφή των ¨τυραννοκτόνων¨… τι άλλο καλύτερο θα μπορούσε να συμβεί;

Ο Αισχίνης αναθαρρεύει και, απ’ ότι φαίνεται, έχει ήδη βάλει ξανά μπρος τη δικαστική σύγκρουση. Δεν ξέρω ακόμη, αλλά θα μάθω, αν οι πρωτοβουλίες είναι αποκλειστικά  δικές του ή του συνόλου των φιλομακεδόνων. images (21)

Ακούω τ’ αμάξι του Δημάδη που καταφτάνει και συμμαζεύω κάπως τους παπύρους. Μετά από λίγο, καλοντυμένος,  πληθωρικός, ενθουσιώδης χωρίς να ζορίζεται, να σου ο περίφημος Δημάδης: ο τύπος που όντας αιχμάλωτος των Μακεδόνων μετά τη μάχη της Χαιρώνειας τόλμησε να τη μπει στον Φίλιππο. Ο τύπος που επειδή, παρ’ όλα αυτά, είχε γοητεύσει τον Μακεδόνα, όταν του ζητήθηκε από την Πόλη να διαπραγματευτεί τους όρους της ήττας, απάντησε ¨Εντάξει,  αλλά πρώτα θα με απαλλάξετε από τα χρέη μου¨! Ο τύπος που ανάμεσα σε ένα καλαμπούρι και ένα άλλο έπεισε τον Αλέξανδρο μετά τη καταστροφή της Θήβας να συγχωρήσει τους αθηναίους αντιμακεδόνες ρήτορες και λέγεται ότι εισέπραξε για αυτό πέντε τάλαντα από τον Δημοσθένη και τους λοιπούς.

Εάν κάτι έχει αλλάξει στην Αθήνα μετά την ηρωική εποχή των μηδικών πολέμων, είναι ότι τύποι σαν τον Δημάδη όχι μόνον είναι πλέον ανεκτοί,  αλλά και ασκούν γοητεία και επιρροή. Νέοι καιροί, νέα ήθη!

demades

Χαίρε νεαρέ Μεγαρέα

Πώς σου φάνηκε η χθεσινή υποδοχή; Δε φαντάζομαι να έπληξες, ε;

Ούτε να σου την είχαμε ετοιμάσει επί τούτου αυτή την ¨εορτή μετά θεαμάτων¨, προκειμένου να σε απαλλάξουμε από τη βαρεμάρα των επισήμων τελετών. Αστειεύομαι φυσικά. Ευτυχώς ο υπηρέτης σου μας ξελάσπωσε όλους. Όλους εμάς τους υπεύθυνους για τη διοργάνωση της παραλαβής, εννοώ. Ικανότατος. Μπράβο του. Πώς τον είπαμε; Οινοκράτη;  Τον πουλάς; Φυσικά και αστειεύομαι, αγαπητέ.

Όμως να μιλάει ο Δημοσθένης περί Δημοκρατίας και τα λοιπά και να τον διακόψουν ¨αποκαλύπτοντας¨ ποιον; τον Κλεομένη! Χα! Εκείνον που σύμφωνα με τους ντόπιους αριστοκράτες συνέβαλε όσο λίγοι στην εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας!!! Σιγά τους τυραννοκτόνους, λένε! Και ποιον άλλο; Τον Λεωνίδα, τον μόνο Σπαρτιάτη που είναι διαχρονικά και αδιαφιλονίκητα δημοφιλής σε όλη την Ελλάδα! Χα! Πάντως εδώ κάποιος μας δουλεύει όλους. Και θα έλεγα ότι αυτός ο κάποιος αποδεικνύεται αρκετά πνευματώδης! (γελάει). Ενώ οι ρήτορές μας παραείναι σοβαροφανείς, δεν βρίσκεις;

Ζήτησα να μιλήσουμε για να τις τρέχουσες εξελίξεις, αλλά θέλω και να σε συγχαρώ για την χθεσινή σου ομιλία. Γιατί; Πρώτα απ’ όλα γιατί ήταν σύντομη. Βέβαια και δεν το εννοώ: άλας- Αττικόν Άλας. Πάντως ήταν όντως σύντομη και ουσιώδης. Τα είπες καλά και είναι σημαντικό που, όπως υπογράμμισες, ο απεσταλμένος από το μέτωπο της εκστρατείας, εσύ, είσαι ένας κάτοικος της Αθήνας.  Έτσι δε χρειάζεται να βρούμε γλώσσα αμοιβαίας κατανόησης. Την έχουμε ήδη.

Και επειδή έχουμε κοινή γλώσσα ήρθα να μιλήσουμε. Εμείς, οι φίλοι των Μακεδόνων και της πανελλήνιας συσπείρωσης, σε όποια πολιτεία κι αν ανήκουμε, ίσως πρέπει να μιλάμε πιο συχνά μεταξύ μας. Δε λέω να ζητάμε την άδεια του Αλέξανδρου για καταστάσεις που εκείνος αγνοεί, αλλά που εμείς γνωρίζουμε καλά, ή για πράγματα που η προελαύνουσα ηγεσία των Ελλήνων απλώς δεν ξέρει. Λέω ότι, για να βοηθήσουμε στην υλοποίηση των κοινών επιδιώξεων, πιστεύω ότι πρέπει να γίνεται γνωστή και να λαμβάνεται υπ’ όψιν και η δική μας εκδοχή. Εμείς βλέπουμε καλύτερα τους υφάλους που απειλούν την πορεία του Ελληνισμού προς μια ωριμότερη εποχή. Δεν λέω πως δεν κάνουμε λάθη. Το αντίθετο. Έχουμε κι εμείς τις ατυχείς στιγμές μας. Γι αυτό ο συντονισμός είναι χρήσιμος. Θέλεις ένα παράδειγμα; Θα στο δώσω.

Θα έχεις μάθει υποθέτω για τις πρωτοβουλίες του Αισχίνη. Ξαναέβαλε μπροστά τις δικαστικές διαδικασίες κατά της παρέας του Δημοσθένη. Πρόκειται για τη γνωστή υπόθεση περί ¨στεφάνου¨. Θα τα θυμάσαι όλα αυτά υποθέτω, ήσουν ακόμη εδώ όταν ξεκίνησε αυτή η ιστορία. Υπέβαλε λοιπόν ¨γραφή παρανόμων¨ κατά της πρότασης του Κτησιφώντα να στεφανωθεί ο Δημοσθένης, του οποίου, όπως όλοι ξέρουν, ο Κτησιφώντας δεν είναι παρά ένας από τους αχυράνθρωπους. Φυσικά, ο Αισχίνης τον Κτησιφώντα τον έχει χεσμένο. Ο στόχος του είναι πάντα ο Παιανέας -παρεμπιπτόντως: είμαι κι εγώ από την Παιανία ξέρεις, αλλά από την Άνω, την “Καθύπερθεν Παιανία”, ο άλλος είναι από την Κάτω, την  “Υπένερθεν ”∙ αυτό για να μη γίνονται άτυχες συγχύσεις. Σου έλεγα λοιπόν ότι μπορεί να έχει τα δίκια του ο Αισχίνης, μπορεί να ήταν ο Δημοσθένης που ήρξατο χειρών αδίκων. Όμως αυτή η υπόθεση φαίνεται να έχει μεγαλύτερη απήχηση στο Δήμο, από ό, τι οι συνήθεις διαξιφισμοί ανάμεσα στους δύο. Φοβάμαι, αγαπητέ Μεγαρέα, πως ο αντίκτυπος της υπόθεσης θα είναι μεγαλύτερος είτε κερδίσει ο δικός μας,  είτε ο άλλος. Φοβάμαι επίσης ότι αν νικήσει ο Δημοσθένης (πράγμα που δε πρέπει να αποκλείουμε δεδομένου ότι στην Αθήνα αυτόν τον καιρό πνέουν ισχυροί υπόγειοι άνεμοι) οι ισορροπίες θα αλλοιωθούν εις βάρος μας.

Με λίγα λόγια, αν μπορείς, συγκράτησε τον Αισχίνη.  Η μανία του κατά του Δημοσθένη μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα∙ και σε εμάς και στον ίδιο.

Και κάτι άλλο. Καλό είναι να ξέρει ο Αλέξανδρος ότι η δουλειά υπέρ του κοινού μέλλοντος στοιχίζει. Ιδιαίτερα στα μετόπισθεν. Αλλά νομίζω ότι το ξέρει. Περιμένω να δω μόνο πόσο το ξέρει…

Τώρα που εξαπέλυσα και αυτό το σαφές υπονοούμενο, νομίζω ότι ήρθε η ώρα να σε αφήσω. Σου εύχομαι καλή παραμονή και καλή έκβαση των επιδιώξεών σου Μεγαρέα. Εμείς -αυτός είναι ένας πληθυντικός μεγαλοπρέπειας…, αστειεύομαι- θα είμαστε πλάι σου. Αν χρειαστεί σφύριξε.

homepage

[1] Ο Δήμος των Κοθωκιδών, πιθανώς έξι χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Ελευσίνας, ανήκε στην Οινηίδα   φυλή και ήταν ένας ¨Παραλιακός Δήμος¨ Συμμετείχε στη Βουλή των πεντακοσίων με δύο βουλευτές.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , | Leave a Comment »

Ιστορικό μυθιστόρημα υπό εκπόνηση. Μέρος ΣΤ΄Κεφάλαιο Έβδομο και Όγδοο : Περί των εξαφανισμένων χάλκινων ηρώων

Posted by vnottas στο 17 Αυγούστου, 2017

[Προσωρινός τίτλος: Κύλικες και δόρατα.

Προσωρινός υπότιτλος: Ημέρες και έργα του Εύελπι του Μεγαρέα, λόγιου στην ακολουθία του Αλέξανδρου του Γ΄ του Μακεδόνα, κατά την μεγάλη ασιατική εκστρατεία].

01_ceb1cf81cf87ceb1ceafceb1-ceb1ceb8ceaecebdceb1

Κεφάλαιο έβδομο: Τελετή με εκπλήξεις ΙΙ

(Διηγείται ο Εύελπις)

Όταν άρχισε ο σαματάς, εγώ δεν είχα μιλήσει ακόμη. Όπως είχαμε συμφωνήσει θα έπαιρνα το λόγο τελευταίος, μετά τον Φωκίωνα και τον Δημοσθένη. Ο Φωκίωνας υπήρξε ολιγόλογος, ο δε Δημοσθένης, και να ήθελε να είναι σχοινοτενής, δεν πρόλαβε. Όταν άρχισε η φασαρία ήταν στην αρχή της ομιλίας του.

Εγώ τον παρακολουθούσα προσεκτικά ώστε να μπορέσω να καταλάβω, πέρα από τα ωραία ρητορικά του σχήματα, πού ακριβώς το πάει, αλλά όταν συνέβησαν τα απρόοπτα γεγονότα δεν είχε πει ακόμη αρκετά και, σε κάθε περίπτωση, δεν είχε πει κάτι που να με εκπλήξει. Ήταν ο Δημοσθένης που περίμενα, με τη γνωστή του πολιτική και τη γνωστή λεκτική του δεινότητα.

Όμως, ξαφνικά τον είδα να σταματά και να κοιτάζει διερευνητικά το πλήθος. Θεώρησα ότι ήταν μια ηθελημένη σιγή που θα τραβούσε το ενδιαφέρον του κοινού στα όσα θα έλεγε αμέσως μετά. Ωστόσο, η σιγή του ρήτορα παρατάθηκε και εκείνο που άρχισε να ακούγεται ήταν φωνές από το πλάτωμα όπου ήταν συγκεντρωμένος ο κόσμος.

Είδα τον Δημοσθένη να εγκαταλείπει το βήμα και να κατεβαίνει κάτω. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Σίγουρα.

Κοιτάζω προσεκτικότερα και βλέπω ότι η προσοχή του κόσμου έχει συγκεντρωθεί στα αγάλματα. Κάποιος έχει τραβήξει το σκοινί. Τα αγάλματα είναι τώρα ξεσκέπαστα. Ο Πανόπτης Ήλιος έχει βουτήξει για τα καλά στα νερά του Σαρωνικού, αλλά η ορατότητα είναι ακόμη καλή. Μου φάνηκε ότι η μία προτομή ξασπρίζει κάπως ανώμαλα, ενώ και η άλλη επίσης γυαλίζει περίεργα.

Μα τα κατάμαυρα δαιμόνια των Μεσοποτάμιων, αυτοί εδώ δεν είναι οι ¨τυραννοκτόνοι¨! Όχι τουλάχιστον αυτοί που παραδώσαμε εμείς χτες. Είναι άλλοι! Κάποιος έχει αποφασίσει να χλευάσει και εμάς και τις αρχές της Αθήνας αντικαθιστώντας τις γνήσιες προτομές με αυτές εδώ.

¨Πρόκειται μόνον γι αυτό;¨ αναρωτιέμαι, ¨ή απόψε οι ¨τυραννοκτόνοι¨ θα προσθέσουν στα παλιά και νέα θύματα;»

Ακούγονται δυνατοί διθυραμβικοί ήχοι. Τύμπανα; Κύμβαλα; Μάλλον κι απ’ τα δυο. Ανάμεσα στο πλήθος εμφανίζονται μεγάλες αγριωπές μάσκες πάνω σε σώματα που, παρά τη ζέστη, φορούν δέρματα ζώων. Τα όντα αρχίζουν να κινούνται ρυθμικά, μαγνητίζοντας τα βλέμματα  του πλήθους.

111258

Σκέφτομαι ότι, εκτός από μένα, θα πρέπει να έχουν μπει σε συναγερμό κι οι άλλοι πάνω στην εξέδρα των επισήμων. Εκείνοι άλλωστε έχουν τον πρώτο λόγο στην αντιμετώπιση του επεισοδίου. Στρέφω λοιπόν την προσοχή μου σ’ αυτούς.

Ο πρώτος που συνέρχεται απ’ την έκπληξη είναι ο Λυκούργος. Ανταλλάσσει μόνον μια ματιά με τον γηραιό άρχοντα Φωκίωνα και μετά, με μία  αποφασιστική κίνηση βγάζει το ιερατικό άμφιο αποκτώντας έτσι και πάλι τη γνωστή δυναμική εικόνα του στρατηγού. Κάνει νόημα στον επικεφαλής της φρουράς, κι εκείνος πλησίαζει.

Πρέπει να πω ότι γύρω μας υπήρχαν διαφορετικά είδη ένοπλων ομάδων: το εφημερεύον τμήμα της Φρουράς της Πόλεως, μία ομάδα τοξοτών από τη Θράκη που αστυνόμευαν τον συνολικό χώρο της Αγοράς και το ειδικό άγημα με στολή τελετής για την απόδοση τιμών στους επισκέπτες και τ’ αγάλματα. Αν ήταν επαρκείς ή λίγοι θα εξαρτιόταν από τον αριθμό και την ποιότητα των τυχόν επιτιθέμενων, προς το παρόν άγνωστα και τα δύο.

Να πω επίσης, ότι με την ιδιότητα του τιμούμενων, είχαν παραταχθεί στη βάση της εξέδρας και τα μέλη της δικής μας ομάδας, εκείνης που είχε την ευθύνη για την ασφάλεια των αγαλμάτων, απ’ την αναχώρηση απ’ τα Σούσα έως την παράδοσή τους, χτες το βράδυ,  στους Αθηναίους. Αυτοί είχαν αρχίσει να κινούν κάπως νευρικά τις όρθιες σάρισές τους, να επιδιώκουν την προσοχή μου και να με κοιτούν ερωτηματικά. Τους έκανα νεύμα να κάτσουν, προς το παρόν, στα αυγά τους.

images (7)

Ο επικεφαλής της φρουράς άκουγε τον Λυκούργο και κουνούσε καταφατικά το κεφάλι του. Μιλούσαν με τις κοφτές φράσεις που απαιτούν οι έκτακτες περιστάσεις. Αν κατάλαβα καλά ο στρατηγός του είπε να επέμβει αμέσως και να συλλάβει τους ταραξίες, χωρίς όμως αιματοχυσία. Εκτός κι αν κάτω από τα δέρματα κρύβουν όπλα και επιτεθούν.

Ύστερα ο  αξιωματικός απομακρύνθηκε και άρχισε να μοιράζει εντολές στη φρουρά, στους Σκύθες χωροφύλακες, ακόμη και στο τιμητικό άγημα. Είδα τους βόρειους ξανθούς αστυνομικούς να εναποθέτουν τα τόξα τους στο φορτηγό όχημα ανεφοδιασμού (την περίφημη ¨σαύρα¨) που τους συνοδεύει πάντοτε και να προμηθεύονται από εκεί κοντές ξύλινες ράβδους.

Ο Δημοσθένης επέστρεψε στην εξέδρα. Ήταν ασυνήθιστα χλωμός και λαχανιασμένος. «Τα αγάλματα αναπαριστούν  Λακεδαιμόνιους βασιλείς, αλλά ποιος  είναι ο δάκτυλος που κινεί αυτούς τους δαίμονες εκεί κάτω, δεν μπορώ να πω».  Στράφηκε προς τον Φωκίωνα: «Πρέπει να μάθουμε, στρατηγέ! Σε κάθε περίπτωση διακυβεύεται το κύρος της Πόλης μας!»

Ο Φωκίωνας δείχνει ήρεμος∙ προφανώς κρίνει επαρκείς τις πρωτοβουλίες του Λυκούργου.

Ο Αισχίνης, αντίθετα,  μοιάζει πιο ανήσυχος απ’ όλους. «Να που οδηγεί η ¨ηπιότητα!¨» μασουλάει ανάμεσα στα δόντια του. Μου φάνηκε ότι τα έχει βάλει με τον Λυκούργο. «Φρόντισε ώστε να καλυφτεί η εξέδρα με ισχυρό κλοιό οπλιτών», του λέει. «Μπορεί να υπάρχουν κι άλλοι μασκοφόροι στασιαστές και να μας επιτεθούν όταν θεωρήσουν τη στιγμή κατάλληλη. Αν πρόκειται για Σπαρτιάτες, απελπισμένους μετά την πρόσφατη ήττα τους στη Μεγαλόπολη, θα δοθεί σίγουρα μάχη.  Ίσως θελήσουν να ξεμπερδεύουν μαζί μας μια και καλή. Πού θα ξαναβρούν ομού συγκεντρωμένη όλη την αθηναϊκή ηγεσία;». Κάνει μια μικρή παύση, αλλά στη φαρέτρα του έχει ακόμα ένα χτύπημα ουράς: «Αλλά δεν αποκλείω υπεύθυνοι να είναι οι δικοί μας, οι ¨αντιμακεδόνες¨, που θέλουν να χλευάσουν και να  υπονομεύσουν μια εκδήλωση φιλίας με τεράστια συμβολική σημασία∙ ή να πρόκειται ακόμη και για πράκτορες των Περσών!».

Ο Λυκούργος τον κοιτάζει, αλλά μάλλον έχει το νου του αλλού, προφανώς στους οπλίτες που παίρνουν θέση για να υλοποιήσουν τις εντολές του.

Όμως, φαίνεται ότι κάτι πήρε τ’ αυτί του Δημοσθένη εκεί παραδίπλα. Μάλλον τη λέξη ¨αντιμακεδόνες¨, οπότε  καταλαβαίνει τους υπαινιγμούς του Αισχύνη για υποτιθέμενες ευθύνες της δικής του παράταξης και, για μια στιγμή, χάνει τη ψυχραιμία του.  «Ας σοβαρευτούν οι ρητορίσκοι», λέει οργισμένος.  «Ποιος Αθηναίος, αντάξιος αυτής της ιδιότητας, θα βεβήλωνε μια εκδήλωση προς τιμήν των ηρώων Τυραννοκτόνων;»

Προφανώς η ερώτησή του κρίθηκε ως ρητορική, γι αυτό κανείς δεν του απάντησε.

21519-123

Ο Οινοκράτης, όταν κατάλαβε ότι κάτι το ανώμαλο συμβαίνει και ότι η τελετή έχει διακοπεί, αντέδρασε ενστικτωδώς. Εγκατέλειψε τα σκαλοπάτια της Ποικίλης Στοάς και έτρεξε προς την εξέδρα προσπαθώντας να καταλάβει αν ο αφέντης του κινδυνεύει ή όχι. Όταν έφτασε κοντά και είδε ότι ήμουν σώος κούνησε εύχαρις και τα δύο του χέρια προς το μέρος μου.  Τον είδα, τον φώναξα, και πλησίασε στη βάση της εξέδρας.

«Αν οι τύποι που χοροπηδάνε είναι ένοπλοι θα έχουμε σύγκρουση κι αν πρόκειται για κλιμάκιο Σπαρτιατών ίσως και σφαγή, αλλά δεν το νομίζω», του είπα.  «Εάν όμως στο τέλος το βάλουν στα πόδια, έχω οδηγίες για σένα: Επίλεξε έναν από τους μασκοφόρους και παρακολούθησέ τον. Βρες που θα καταλήξει. Θυμήσου ότι ψάχνουμε για τα αγάλματα, τα γνήσια, αυτά εκεί είναι πλαστά. Πάρε ένα άλογο από τους δικούς μας, μπορεί να σου χρειαστεί. Μόλις βρεις οτιδήποτε χρήσιμο έλα αμέσως να με βρεις. Είτε εδώ είτε στο κυλικείο του Πρυτανείου ή όπου αλλού∙ ψάξε με».

Ο Οινοκράτης μου κλείνει ¨συνωμοτικά¨ το μάτι, χαμογελάει και απομακρύνεται βιαστικός.

images (8)*

Είναι ενδιαφέρον  να παρακολουθεί κανείς πως αντιδρά η υψηλή ηγεσία της Αθήνας, όταν (πράγμα όχι σύνηθες) βρίσκεται σε απαρτία, συμπολίτευση και αντιπολίτευση μαζί, απέναντι σε μια απρόβλεπτη κατάσταση που εγκυμονεί, ενδεχομένως, σοβαρούς κινδύνους. Και επιπλέον, με το λαό αποκάτω, να μη ξέρει κανείς με σιγουριά με ποιον ενδέχεται να συμπαραταχθεί!  Περισσότερο ενδιαφέρον από οποιαδήποτε σχετική μελέτη και διατριβή. Ενδιαφέρον και ως απλό θέαμα-ακρόαμα.

Εκ των υστέρων, μπορώ να πω πως το απόλαυσα!

Πάντως -ευτυχώς για την αθηναϊκή ομόνοια- η φάση της μεγάλης έντασης δεν κράτησε πολύ ακόμη. Καθώς οι άνδρες της φρουράς συμπτύχθηκαν προτάσσοντας τις ασπίδες τους και κραδαίνοντας τις σπάθες (από την πλατιά και όχι την κοφτερή μεριά) και καθώς οι Σκύθες παρατάχθηκαν εκατέρωθεν και περίμεναν το σύνθημα της επίθεσης (χτυπώντας το ξύλινο ρόπαλο στη χούφτα του αριστερού χεριού), οι αγριωποί χορευτές κινούμενοι λες άπαντες από τα ίδια αόρατα νήματα, πέταξαν ταυτοχρόνως τα αυτοσχέδια κρουστά, έβγαλαν τα δέρματα που κάλυπταν τα σώματά τους, αλλά όχι τις μάσκες και, βάζοντας φτερά στα ποδάρια, άρχισαν να τρέχουν προς κάθε κατεύθυνση.

images (5)

Εν τω μεταξύ οι θεατές, μετά την απροσδόκητη και μάλλον ¨ονειρική¨ εμφάνιση των χορευτών, έμοιαζαν να έχουν ξεπεράσει το αρχικό δέος που προκάλεσε η ¨ιερόσυλη εξαφάνιση των τυραννοκτόνων¨ και η αντικατάστασή τους. Τώρα θα έλεγα ότι είχαν αρχίσει να εισπράττουν το ενδόμυχα ¨τραγελαφικό¨ νόημα (ή μη-νόημα) της σκηνής. Έτσι δεν με παραξένεψε που, τελικά, δεν εμπόδισαν τους χοροπηδητές στη φυγή τους.

Η οποία φυγή δεν ήταν και τόσο τυχαία όπως είχε φανεί αρχικά, αλλά ήταν σοφά προσχεδιασμένη και βασισμένη σε πολύ καλή γνώση του εδάφους.  Ο κάθε φυγάς κατευθύνθηκε σε συγκεκριμένο σκοτεινό σημείο της Αγοράς, όπου βρήκε συνένοχους που τον βοήθησαν να εξαφανιστεί. Δεν κατάλαβα αν τους προμήθεψαν αλλιώτικα ρούχα, για να αναμειχθούν έτσι δήθεν ανέμελοι με τους θεατές, ή αν τους έδωσαν γρήγορα άτια  με τα οποία έγιναν καπνός στο σούρουπο. Το γεγονός είναι ότι λίγο αργότερα, αν εξαιρέσεις τους ¨τυραννοκτόνους¨ που εξακολουθούσαν να απουσιάζουν, κατά τα άλλα, ούτε γάτα ούτε ζημιά!

images (17)

Η υψηλή εξέδρα παρακολούθησε τα γεγονότα με λιγότερο κέφι και περισσότερη αμηχανία από ό, τι ο κόσμος στο πλάτωμα. Αρχικά, βέβαια, η ανακούφιση υπήρξε το κυρίαρχο συναίσθημα. Βρέθηκε χρόνος να μου παρουσιάσουν επισήμως τον Δημοσθένη, με τον οποίο αντάλλαξα μια τυπική χειραψία. Κατέφτασε -καθυστερημένος- και ο ευτραφής ρήτορας Υπερείδης, ο οποίος άρχισε να ρωτάει ανήσυχος στο γύρο, ¨τι γίνεται παίδες; Έχουμε κίνημα;¨.  Πάντως το ερώτημα που έπρεπε (εκ των πραγμάτων) να απαντηθεί ήταν: Και τώρα τι κάνουμε;

Σαφώς έπρεπε να περιμένουμε το αποτέλεσμα της εξόρμησης της φρουράς. Αν μπορούσαμε να ανακρίνουμε έστω και έναν από αυτούς τους περίεργους αμφισβητίες θα μαθαίναμε ασφαλώς ενδιαφέροντα πράγματα .

Όμως πήρε να σκοτεινιάζει και ουδείς συλληφθείς κατέφτανε στην εξέδρα.

Επί πλέον ο μαζεμένος κόσμος δεν έλεγε να διαλυθεί, παρά περίμενε να δει τι θα γίνει.

Ο Φωκίωνας ζήτησε τη γνώμη των παρόντων. Ο Δημοσθένης ήθελε να μετακινηθούμε -όχι όλοι, μόνο η αθηναϊκή ηγεσία- στους πάγιους χώρους αντιμετώπισης κρίσεων, στον Άρειο Πάγο. Εγώ, που έτυχε να βρίσκομαι πλάι του και ρωτήθηκα αμέσως μετά, είπα να αποτολμήσω να εκφέρω γνώμη, αν και  θα έλεγε κανείς ότι κάτι τέτοιο δεν είναι η διπλωματικότερη κίνηση.

Είπα ότι θα έπρεπε να μείνουμε εδώ, περιμένοντας να δούμε τι θα καταφέρει η φρουρά. Εν τω μεταξύ, χωρίς να μεγαλοποιούμε τα γεγονότα με πρόωρους λόγους προς το κοινό, θα μπορούσαμε να διανείμουμε τα καλοψημένα πλέον σφάγια της θυσίας στον κόσμο.

Ο Δημάδης υπερθεμάτισε, ο Λυκούργος έδειξε μάλλον να συμφωνεί και ο Φωκίωνας κίνησε καταφατικά το δασύ λευκό του κεφάλι. Τα ψητά άρχισαν να μοιράζονται, και όσο για μας, οι υπηρέτες έφεραν αναψυκτικά και μεζέδες, ενώ οι μάγειροι του Πρυτανείου ειδοποιήθηκαν πως το δείπνο θα γινόταν μεν απόψε, αλλά με κάποια καθυστέρηση.

f2783012efaefa49f61bc6d7dfab9471--holidays-halloween-diy-halloween*

Ο Οινοκράτης δεν είχε καταλήξει ποιον θα παρακολουθούσε εν τέλει, μέχρι τη στιγμή που οι χοροπηδητές πέταξαν τις προβιές και τα άλλα δέρματα από πάνω τους. Τότε, με μία μόνη ματιά έκανε την επιλογή του. Δεν ήταν βέβαια τυχαίο πως η επιλογή αυτή διέθετε δύο εσπεριδοειδή στήθη και εξ ίσου ενδιαφέροντες γλουτούς. Το γεγονός ότι η κεφαλή της περιβαλλόταν από φίδια, μια και απεικόνιζε την Μέδουσα, ποσώς επηρέασε την απόφασή του.

Η ¨Μέδουσα¨ εκινείτο με εξαιρετική ταχύτητα, αλλά και χάρη. Χώθηκε στον δρόμο της Αγοράς στο οποίο έβλεπαν πολλά δημόσια κτίρια και τρύπωσε ανάμεσα στο παλιό και το νέο Βουλευτήριο. Στο πρώτο σκοτεινό σημείο που συνάντησε πέταξε το προσωπείο της Οφιούσας, το οποίο ο Οινοκράτης θεώρησε σωστό να περιμαζέψει ως ενθύμιο. Σε ένα άλλο σκοτεινό σημείο προμηθεύτηκε (ως δια μαγείας) ένα πέπλο με το οποίο έκρυψε την κόμη της. Πρέπει να είναι ξανθιά, κατέληξε ο Οινοκράτης από ό, τι πρόλαβε να δει.

Είχαν φτάσει στο ύψος του Πρυτανείου δηλαδή του κτιρίου όπου στεγάζονται οι πρυτάνεις (οι πενήντα βουλευτές της φυλής που κάθε φορά  -για τριάντα πέντε περίπου μέρες- ασχολούνται όχι με τη ψήφιση των νόμων αλλά με την εφαρμογή τους και τη διοίκηση). Το κτίριο ονομάζεται και Θόλος εξ αιτίας του κυκλικού του σχήματος, ή (η) Σκιάς γιατί μοιάζει με κυκλικό σκίαστρο ή και με μεγάλο ψάθινο καπέλο. Εκεί ο Συρακούσιος έχασε την πεπλοφόρο ξανθή νέα.

Ο Οινοκράτης ανέβηκε στο άλογο που μέχρι τότε το έσερνε απ’ τα χαλινάρια και άρχισε να γυρίζει γύρω από το κυλινδρικό κτίριο. Ήταν μόνο χάρη σε μια ευτυχή συγκυρία που, σε μια στιγμή, το μάτι του περισσότερο διαισθάνθηκε παρά είδε, ότι μια μικρή σιδερένια πόρτα είχε μόλις ανοιγοκλείσει.  Η πόρτα αυτή δεν βρισκόταν πάνω στον καμπύλο τοίχο της Θόλου, αλλά σε ένα μικρότερο παράπλευρο χαμηλό κτίσμα προσαρτημένο στο Πρυτανείο.

αρχείο λήψης

Ο Οινοκράτης το ήξερε καλά αυτό το κτίσμα. Κάποιοι παλιοί του φίλοι που έτυχε να είναι ταυτόχρονα και πολύ καλοί μάγειροι, είχαν περάσει και θητεύσει εδώ. Γιατί εδώ βρίσκεται το περίφημο Μαγειρείο του Πρυτανείου. Η Πολιτεία των Αθηνών παρέχει εγγυημένα καλή τροφή στους πενήντα πρυτανεύοντες βουλευτές. Είναι κι αυτό ένα θέμα αρχής και κύρους. Εδώ διοργανώνονται και τα δημόσια γεύματα που η Πόλη προσφέρει σε επιφανείς φιλοξενούμενους.

Ο Οινοκράτης αφίππευσε και πήρε μια βαθειά εισπνοή… Ψάρι…! Η χαρακτηριστική οσμή τον πληροφόρησε ότι κάπου εδώ ετοιμάζεται, εκτός των άλλων,  μια υπέροχη λεμονάτη ψαρόσουπα. Ο Οινοκράτης ξεροκατάπιε, έδεσε τ’ άλογο σ’ ένα κάγκελο και έσπρωξε απαλά τη σιδερένια πόρτα. Αυτή έκανε πίσω χωρίς διαμαρτυρίες και τριξίματα.

images (14)

***

Κεφάλαιο όγδοο: Τελετή με εκπλήξεις ΙΙΙ

(Διηγείται ο Εύελπις)

F7
*

Εμείς, στην εξέδρα, περιμέναμε. Αν και οι περισσότεροι παρόντες είχαν κάπως χαλαρώσει και αντάλλασσαν μεταξύ τους υποθέσεις και ευφυολογήματα σχετικά με τα πρόσφατα γεγονότα, με θορυβοδέστερο -ποιον άλλο;- τον Δημάδη, παρατήρησα ότι ο Δημοσθένης και ο Αισχίνης δεν μιλιόντουσαν καν και, όταν δεν αντάλλασσαν ματιές μίσους, αγνοούσαν επιδεικτικά ο ένας τον άλλον.

«Τι τρέχει με αυτούς του δύο;» ρώτησα τον πατέρα Ευρύνου, που δεν είχε πτοηθεί από τα συμβάντα  και έδειχνε ευδιάθετος, «πρόκειται για τη γνωστή αμοιβαία αντιπάθεια ή έχει προκύψει κάτι καινούργιο;»

Γέλασε. «Πρόκειται για τη δίκη», μου είπε. «Ή μάλλον για την ατελείωτη σειρά δικανικών διαξιφισμών και συγκρούσεων στους οποίους έχουν εμπλακεί με πάθος οι δύο τους και στην οποία δε διστάζουν να αναμίξουν και τρίτους. Έτσι καταφέρνουν να φθείρουν εαυτούς, αλλήλους, και κυρίως την πόλη. Την πόλη που, κατά τα άλλα, παρακολουθεί τη σύγκρουση με νοσηρή περιέργεια».

«Υπάρχει ακόμη εκκρεμούσα δίκη; Πώς και δεν άκουσα τίποτα σχετικά;»

«Άκουσες. Και μάλιστα κάμποσα. Πριν φύγεις για την εκστρατεία».

«Πριν φύγω!; Για ποιο πράγμα μιλάμε; Λες για την μήνυση του Δημοσθένη κατά του Αισχίνη. Πως δωροδοκήθηκε από τον Φίλιππο;»

«Βλέπω ότι, παρά το ότι ήσουν-δεν ήσουν τότε δέκα χρονών, παρακολουθούσες ήδη τα πολιτικά συμβάντα. Όμως όχι, δε μιλάω για εκείνην τη δίκη, την περίφημη δίκη ¨περί παραπρεσβείας¨, που με υποκίνηση του Δημοσθένη προκάλεσε η καταγγελία κατά του Αισχίνη κάποιου Τίμαρχου. Μιλάω για την μεταγενέστερη καταγγελία, του Αισχίνη αυτήν τη φορά, ενάντια σε έναν κολλητό του Δημοσθένη, τον Κτησιφώντα».

«Τώρα θυμάμαι! Ο Κτησιφώντας ζήτησε να τιμήσει ο Δήμος τον Δημοσθένη γιατί είχε κάνει καλά τη  δουλειά που του ανατέθηκε. Μιλάμε, αν δεν κάνω λάθος, για τα οχυρωματικά έργα  κατά του Φίλιππου. Αλλά, φυσικά, ο Αισχίνης είχε αντιρρήσεις. Μα καλά, μη μου πεις ότι αυτή η ιστορία εκκρεμεί ακόμη!»

«Ναι αγόρι μου, εκκρεμεί. ‘Η μάλλον επιστρέφει στις αίθουσες των δικαστηρίων αυτές τις μέρες. Και έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η πολιτική κατάσταση στην Αθήνα, η έκβασή της δεν αποκλείεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις. Τόσο σοβαρές που μπροστά τους η κλοπή των ¨τυραννοκτόνων¨ και τα χοροπηδήματα των αποψινών  μασκοφόρων θα μοιάζουν απλώς παιδιαρίσματα!»

Δίπλα μου κατέπλευσε ο πληθωρικός Δημάδης. Ο Ευρύνους πρόλαβε μόνο να προσθέσει στα όσα μου έλεγε πριν, τη φράση: «Να προσέχεις!»

Ο Δημάδης ήθελε να με ρωτήσει… για τον Βουκεφάλα! Ήθελε να μάθει τι κάνει αυτό το μυθικό πλέον άτι. Ή μάλλον ήθελε να μου πει ότι αγαπάει τα άλογα, ότι εκτρέφει και εκπαιδεύει ταχύτατους  τετράποδους δρομείς και  ότι, εάν προλάβει, σκοπεύει να πάρει μέρος στις αρματοδρομίες στα φετινά  Μεγάλα Παναθήναια. Εάν δεν προλάβει, θα λάβει σίγουρα μέρος στους Ολυμπιακούς, του χρόνου, στην εκατοστή δέκατη τρίτη Ολυμπιάδα.

images (16)

Παρατήρησε ότι τον κοίταζα κάπως αφηρημένα και επιτέλους ήρθε στην ουσία: Ήθελε να επιβεβαιώσει εάν θα συναντηθούμε αύριο και πού. Του είπα ότι το απόγευμα θα επισκεπτόμουν τον Αριστοτέλη, αλλά θα μπορούσε να με επισκεφτεί στο σπίτι του Λυκαβηττού το πρωί, όχι πολύ νωρίς, ας πούμε γύρω στη δεύτερη πρωινή ώρα. Είπε εντάξει, μου έριξε ένα πλατύ χαμόγελο και απομακρύνθηκε.

images (4)

Ο Οινοκράτης ξέρει τα κατατόπια. Καθώς προχωρεί προς το εσωτερικό του προσαρτημένου στη Θόλο οικήματος, αναρωτιέται εάν κάποιος από τους παλιούς του φίλους εργάζεται ακόμη εδώ. Για να το μάθει, δεν έχει παρά να ρωτήσει. Αποφασίζει: είναι εδώ γιατί ψάχνει έναν παλιό του φίλο. Βρήκε ανοιχτή τη πόρτα και μπήκε.

Υιοθετεί λοιπόν ύφος ανέμελο και προχωρεί προς τον κεντρικό χώρο των μαγειρικών εγκαταστάσεων, όπου μια πλειάδα ανδρών ποικίλης ηλικίας πλαισιωμένοι και από νεαρούς χειρώνακτες, ασκούν με εκφραστική, σχεδόν χορευτική αρμονία κινήσεων τη γαστρονομική τέχνη:  Ανακατεύουν, ψιλοκόβουν, τηγανίζουν, βράζουν, ψήνουν, ζυμώνουν πλάθουν, πλένουν, τεμαχίζουν, ξεπουπουλίζουν, μυρίζουν, δοκιμάζουν, επιδοκιμάζουν (τις δημιουργίες τους), αποδοκιμάζουν (των αλλονών), αλατίζουν, αρωματίζουν, φυσάνε (ό, τι καίει πολύ), ξεφυσάνε (όταν ζορίζονται).

«Συγγνώμη κύριοι», λέει ο Σικελός. «Θα μπορούσατε να μου πείτε εάν ο Πολύκαρπος από τη Γέλα βρίσκεται ακόμη εδώ γύρω;» Οι μάγειροι τον προσέχουν και, όχι χωρίς κάποια ενόχληση, μερικοί κουνάνε το κεφάλι τους αρνητικά.  Όχι δε ξέρουν κανέναν τέτοιο.

«Δούλευε εδώ πριν τέσσερα χρόνια», επιμένει ο Οινοκράτης.

Εκείνοι εξακολουθούν να κουνάνε τα κεφάλια τους πέρα δώθε, ώσπου ένας πετιέται και λέει: «Ρε παιδιά, μήπως λέει τον Κάρπο; Νομίζω πώς καταγόταν από τη Σικελία. Εσύ ρε Φιλήμονα, που είσαι από εκείνα τα μέρη, δεν τον θυμάσαι; »

Ο εν λόγω Φιλήμονας ανασηκώνει ένα κεφάλι πλαισιωμένο με σγουρά μαύρα μαλλιά. «Δεν ήμουνα  εδώ πριν τέσσερα χρόνια. Δε είχα έρθει ακόμη». λέει. «Αλλά ναι, τον θυμάμαι τον Κάρπο, ήταν εδώ όταν ήρθα, αλλά έμεινε λίγο. Εκτός από μάγειρας, ήξερε και τα ναυτικά. Αυτό τον έκαψε. Ο αφέντης του τον πούλησε σε καλή τιμή σ’ έναν πλοιοκτήτη».

images

Ύστερα το βλέμμα του μελαχρινού τριαντάρη Φιλήμονα, συναντάει εκείνο του Οινοκράτη και σκαλώνει εκεί. Αλλά και ο Οινοκράτης μένει μια στιγμή ακίνητος προσπαθώντας να συνδυάσει εικόνες και λοιπές μνήμες από το απώτατο παρελθόν. Η αναγνώριση είναι αμοιβαία και ταυτόχρονη:

«Φιλήμονα;»

«Τσίτσο;»

Ο Οινοκράτης ανατριχιάζει. Δεν ξέρει αν φταίει το παλιό του παρατσούκλι, -έτσι τον φώναζε κι η μακαρίτισσα η μάνα του σε στιγμές μητρικής τρυφερότητας- ή η ξαφνική ανεύρεση, όχι αυτουνού που περίμενε, αλλά ενός άλλου φίλου απ’ τον παλιό καλό καιρό των Συρακουσών.

Αγκαλιάζονται.

«Σε αιχμαλώτισαν κι εσένα πειρατές;» ρωτάει ο Οινοκράτης.

«Όχι, ήρθα εθελοντικά. Σκέφτηκα πως αυτή η πόλη δε μπορεί παρά να ανέχεται καλύτερα την αγαπημένη μου τέχνη».

Ο Οινοκράτης χαμογελάει. Ξέρει ποια είναι η αγαπημένη τέχνη του Φιλήμονα.

Δεν είναι ο εμπνευσμένος συνδυασμός γεύσεων. Είναι το ευφυές ανακάτεμα των ιδεών, έτσι ώστε να αναδεικνύεται καλύτερα ο εγγενής παραλογισμός της κάθε τάχα ¨γειωμένης¨ πραγματικότητας (τι είπα!). Με άλλα λόγια η κωμική ποίηση. Του δίνει δίκιο που ήρθε εδώ, στην Αθήνα. Η συγγραφή κωμωδιών δεν φτουράει ούτε στις  βασιλικές αυλές ούτε και σε εκείνες των τυράννων, ακόμη κι αν αυτοί οι τελευταίοι παρουσιάζονται μερικές φορές ¨φωτισμένοι¨ όσον αφορά σε άλλα είδη τέχνης. Η κωμωδία είναι εύθραυστο είδος που δεν σηκώνει πιέσεις. Άρα χρειάζεται την ανεκτικότητα των Αθηναίων. Το αττικόν άλας της κάνει καλό…

«Και πώς βρέθηκες στο Πρυτανείο;»

«Έχω προσληφθεί. Με μικρό μισθό, αλλά πες πως τα βγάζω πέρα. Ας είναι καλά οι ιταλικές συνταγές που είναι του συρμού στην Αθήνα, και εγώ που είμαι καλός στα ζυμαρικά όσο και στα άζυμα».

αρχείο λήψης (2)

Ο Οινοκράτης – Τσίτσος  σκέφτεται ότι η ώρα περνάει. Και ότι έχει μια αποστολή να εκτελέσει.

«Θα τα πούμε. Όλα. Και είναι πολλά…»,  λέει, «αλλά τώρα θέλω να μου κάνεις μια χάρη».

«Ναι. Πες μου».

«Πριν από μένα πρέπει να μπήκε εδώ μέσα μια ξανθούλα. Την είδες;»

«Ασφαλώς λες για τη μικρή Ιππαρχία. Πρέπει να πέρασε για να πάρει τον αδελφό της τον Μητροκλή. Δουλεύει κι αυτός εδώ. Είναι πρόσφυγες από εκείνους που κατάφυγαν στην Αθήνα μετά τις καταστροφές που έκανε ο Φίλιππος στο Βορρά. Κανονικά θα έπρεπε να μπει από την κύρια είσοδο, αλλά σήμερα φαίνεται να υπάρχει πανικός στο μαγαζί και ίσως την εμπόδισαν. Όχι μόνο είχαμε εδώ αυτά τα άσχημα αγάλματα που ήρθαν από την Ανατολή, αλλά ετοιμάζουμε και ένα τσιμπούσι για τους μεταφορείς. Ευτυχώς προς ώρας αναβλήθηκε, γι αυτό και έχω την ευχέρεια να σου μιλάω τώρα, αλλά δυστυχώς δεν ματαιώθηκε».

«Τι ακριβώς κάνει ο αυτός ο Μητροκλής στο πρυτανείο;»

«Δουλεύει στη γραμματεία που βοηθά τους πρυτανεύοντες βουλευτές στο διοικητικό τους έργο».

«Άρα δουλεύει απάνω, στο κυρίως κτίσμα, στη Θόλο;»

«Ναι».

«Άρα η μικρή πήγε προς τα εκεί».

«Μάλλον».

«Άντε, πάμε να τη βρούμε».

«Τι έγινε; Τόσο σου γυάλισε η νεαρά; Δε λέω, είναι ομορφούλα, αλλά δυστυχώς είναι δεσμευμένη. Με έναν Θηβαίο, απ’ όσο ξέρω».

«Δε μ’ ενδιαφέρει ο Θηβαίος, δείξε μου από πού θα ανεβώ πάνω».

«Δεν θα σου το συμβούλευα. Απάνω υπάρχει φρουρά και ο επικεφαλής λοχαγός μου φάνηκε σήμερα ιδιαίτερα ευέξαπτος. Αλλά θα δεις πόσο νευρικός θα γίνει εάν ανακαλύψει ότι μπαινοβγαίνει κόσμος στο πρυτανείο χρησιμοποιώντας τις πόρτες του μαγειρείου».

«Πώς τον λένε το λοχαγό;»

«Τον λένε Φώκο και δεν είναι όποιος κι όποιος. Είναι γιος του γέρο Φωκίωνα».

Στο κούτελο του Οινοκράτη εμφανίζονται οριζόντιες γραμμές.

«Είναι πάντα νευρικός αυτός ο Φώκος;»

«Όχι, είναι καλό και πράο παιδί. Αυτές τις τελευταίες μέρες μόνο είναι κάπως! Και ιδιαίτερα σήμερα. Κατά τη γνώμη μου φταίνε αυτά τα κακομούτσουνα αγάλματα που μας έφεραν εδώ».

«Ξέρεις πού ακριβώς φιλοξενούσατε τα αγάλματα;»

«Όχι».

«Ξέρεις πού θα μπορούσε να κρύψει κανείς εδώ μέσα κάτι σε μέγεθος προτομής; Δύο προτομών σε φυσικό μέγεθος, για να είμαι ακριβέστερος».

«Υποθέτω στην αποθήκη ξερών τροφίμων ή στο σκευοφυλάκιο».

«Πάμε».

«Τον βλέπεις εκείνον με τις γαλατικές μουστάκες; Εκείνον εκεί τον τεράστιο, με τον μπαλτά, λέω. Εάν δεν μου τον έχει πετάξει ακόμη κατακέφαλα που έπιασα κουβέντα μαζί σου, είναι επειδή η ομάδα βρίσκεται τρόπον τινά σε αναμονή. Μόλις έρθει η εντολή ξαναβάζουμε μπροστά τις φωτιές, γιατί όπως λέμε και στην πατρίδα, το καλό φαί πρέπει να είναι απολύτως ζεστό. Και εγώ στις φωτιές είμαι ειδικός».

«Μη φοβάσαι Φιλήμονα. Αναλαμβάνω κάθε ευθύνη. Έχε μου εμπιστοσύνη. Έλα!»

αρχείο λήψης (3)

Στην αποθήκη ξηρών τροφίμων δε βρήκαν τίποτα. Στο δωμάτιο με τα σκεύη ούτε. Εκεί όμως υπήρχε μια χαμηλή πόρτα. Ο Φιλήμονας είπε πως εκεί πίσω βάζουν τα χαλασμένα σκεύη πριν τα παραδώσουν στους τεχνίτες για επισκευή. Καζάνια ξεγάνωτα και άλλα τέτοια. Ο Οινοκράτης παίρνει μαζί του μια κουτάλα και μπαίνουν σκυφτοί. Η κουτάλα χρησιμεύει για μια αυτοσχέδια δοκιμή ήχου. Το αποτέλεσμα είναι αμέσως θετικό. Ο ήχος λέει ότι κάτω από τα αναποδογυρισμένα καζάνια υπάρχει πράγμα!

Όντως κάτω από το πρώτο καζάνι εμφανίζεται ο γενειοφόρος και κάτω από το διπλανό ο αμούστακος. Οι «τυραννοκτόνοι¨ έχουν επιστρέψει. Ο Οινοκράτης παίρνει μια βαθειά ανάσα ανακούφισης και δίνει μια επιβραβευτική κατραπακιά στη πλάτη του Φιλήμονα, που δεν πολυκαταλαβαίνει περί τίνος πρόκειται.

«Έχω ένα άλογο έξω. Βοήθησέ με να τους βάλουμε σε δύο σάκους και να τους φορτώσουμε».

«Θα κλέψουμε τα αγάλματα; Είσαι καλά;»

«Όχι δα. Δεν τα κουβαλήσαμε από την Ασία για να τα κλέψουμε. Απλώς θα τα ξανα-παραδώσουμε στους ιδιοκτήτες. Έλα μαζί μου Φιλήμονα και να δεις πως θα σου βγει σε καλό. Τι θα έλεγες, ας πούμε, για μία διάκριση στον διαγωνισμό κωμωδίας στα προσεχή Λήναια; Ή προτιμάς τα ¨Διονύσια¨; Εντάξει!  Τί διάκριση… Ένα πρώτο βραβείο θα έλεγα!»

140

*

Στην εξέδρα ανεβαίνει ένας της Φρουράς και κατευθύνεται προς τον Λυκούργο. Η προσοχή όλων συγκεντρώνεται πάνω τους. Ο φρουρός κάτι λέει ψιθυριστά στον Άρχοντα κι εκείνος αρχίζει να περιφέρει το βλέμμα στους παρευρισκόμενους. Προφανώς κάποιον ψάχνει. Το βλέμμα του σταματάει πάνω μου. Μου κάνει νόημα να τον πλησιάσω.

«Ένας που ισχυρίζεται πως είναι υπηρέτης σου, σε ζητάει επειγόντως» μου λέει.

«Ο Οινοκράτης!», λέω και στρέφω τη προσοχή μου στην άκρη του ευρύχωρου κλοιού που οι φρουροί έχουν σχηματίσει γύρω από την εξέδρα.

Ο φρουρός καταφάσκει. «Ναι, έτσι είπε ότι τον λένε».

Δεν έχει πια πολύ φως στο πλάτωμα, έχει σχεδόν νυχτώσει, αλλά τον βλέπω. Με το ένα χέρι υψωμένο προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή μου, ενώ με το άλλο κρατάει σφικτά τα χαλινάρια ενός γκρίζου αλόγου. «Είναι όντως ο υπηρέτης μου», λέω. «Κατεβαίνω».

Αφήνω τους υπόλοιπους, μάλλον δυσαρεστημένους που δεν πρόκειται για την αναμενόμενη σύλληψη κάποιου ταραξία και κατευθύνομαι προς τον δαιμόνιο Συρακούσιο. Πλησιάζοντας βλέπω ότι χαμογελάει από το ένα αυτί ως το άλλο. Είναι παραπάνω από προφανές ότι έχει καλά νέα.

Ευτυχώς προσπαθεί να είναι περιεκτικός και σύντομος. Με τον τρόπο του!

«Ξέρεις τι έχω εδώ μέσα;» μου λέει και μου δείχνει δύο μεγάλους σάκους που κρέμονται εκατέρωθεν της πλάτης του ζωντανού.

Για να μη χάνουμε χρόνο του δίνω τη πρώτη απάντηση που μου έρχεται στο νου.

«Βρήκες τα προσωπεία των άγριων διαδηλωτών», του λέω. «Μπράβο Οινοκράτη, είναι κι αυτό κάτι. Μήπως κατάφερες να δεις και τα πρόσωπά τους;»

 «Χα!» κάνει ενώ ταυτόχρονα λύνει το ένα σακί, το τοποθετεί στο έδαφος και το ανοίγει. Παίρνω έναν πυρσό από έναν οπλίτη εκεί δίπλα και τον πλησιάζω στο σκούρο όγκο που ήρθε στην επιφάνεια. Κοιτάζω προσεκτικά. Εάν δεν πρόκειται για αντικατοπτρισμό ή οφθαλμαπάτη, αυτός εδώ είναι ο ¨Αρμόδιος¨.

«Πού;» τον ρωτάω

«Στο Πρυτανείο. Συγκεκριμένα στα μαγειρεία. Εκεί με οδήγησε αυτός που παρακολούθησα. Πολύ κοντά στο σημείο όπου παραδώσαμε τα αγάλματα στους Αθηναίους».

«Ποιος;»

«Δεν ξέρω ακόμα, αλλά έχω κάποιες ιδέες που ίσως μας βοηθήσουν στην έρευνα».

«Έλα μαζί μου» του λέω, «αλλά μίλα μόνο αν σου δώσω το λόγο εγώ και πες μόνο όσα μου είπες ως τώρα. Για τις ιδέες σου θα μιλήσουμε διεξοδικά οι δυο μας. Αργότερα».

«Εννοείται», μου απαντάει. «Α, και κάτι άλλο, αυτός εκεί είναι ο παλιός μου φίλος ο Φιλήμονας, μελλοντικός διάσημος κωμικός ποιητής. Με βοήθησε στην ανάκτηση των αγαλμάτων και του εγγυήθηκα πλήρη κάλυψη απέναντι στα αφεντικά του. Δουλεύει εκεί, στο μαγειρείο της Θόλου».

Φωνάζω τους φρουρούς και έρχονται να βοηθήσουν.

Έτσι, μπροστά εγώ, πίσω μου οι προτομές στην αγκαλιά τεσσάρων γεροδεμένων οπλιτών, πιο πίσω περήφανος ο Οινοκράτης και ο -πως τον είπαμε; Φιλήμονας;-  να τα έχει κομμάτι χαμένα, και, ακόμη παρά πίσω, το γκρίζο άλογο που κανείς δε φρόντισε να δέσει κάπου, κατευθυνόμαστε, όλοι μαζί, προς την εξέδρα.

Ανεβαίνω στην εξέδρα μαζί με τον Οινοκράτη και τον φίλο του. Οι χάλκινες προτομές, οι φρουροί και το άλογο μένουν στο έδαφος. Όπως είναι φυσικό, αισθάνομαι τώρα περισσότερη αισιοδοξία και το μυαλό μου είναι σαφώς πιο ξεκάθαρο. Μαζεύονται όλοι γύρω μου. Εάν υπήρχε μία ιαχή ανακούφισης θεωρώ ότι θα μπορούσε να αναδυθεί τώρα. Επειδή δεν (νομίζω ότι) υπάρχει, ακούω μόνο μια αυξημένη διάχυτη βαβούρα. Επωφελούμαι από την έκπληξή τους και παίρνω αμέσως το λόγο. Τους εξηγώ τι συνέβη:

Ο υπηρέτης μου ακολούθησε έγκαιρα έναν από τους μεταμφιεσμένους, Δεν μπόρεσε να τον συλλάβει, δεν είχε άλλωστε την σχετική αρμοδιότητα. Τον είδε να κατευθύνεται στη Θόλο, αλλά εκεί έχασε τα ίχνη του. Επειδή είχε από παλιά κάποιους φίλους ανάμεσα στους μαγείρους, κατάφερε να μπει στο παράπλευρο κτίσμα, στο μαγειρείο, και να κάνει μια μικρή αλλά αποτελεσματική έρευνα. Σε μια δευτερεύουσα  αποθήκη, σκεπασμένες με παλιά καζάνια, βρήκε τις προτομές. Νάτες!» Τους δείχνω τα σκούρα χάλκινα αγάλματα που φωτίζονται τώρα από τους πυρσούς των φρουρών. «Είμαι σίγουρος ότι σήμερα ή αύριο η φρουρά θα καταφέρει να εντοπίσει όλους τους υπεύθυνους για την απαγωγή και τα λοιπά αποψινά συμβάντα».

αρχείο λήψης

Δεν δείχνουν όλοι το ίδιο ενθουσιασμένοι με τις εξηγήσεις μου. Ο Δημοσθένης για παράδειγμα εξακολουθεί να είναι συνοφρυωμένος και στριφνός, αν και δεν ακούω με ακρίβεια όλα όσα λέει κάτω από τα μουστάκια του. Ο Δημάδης πάλι δείχνει πασίχαρης και δε σταματά τα φιλικά και επιβραβευτικά χτυπήματα στις πλάτες του Οινοκράτη και του Φιλήμονα. Ο κύριος λόγος -εικάζω- για τον οποίο ο Αισχίνης δεν γκρινιάζει αυτή τη στιγμή, είναι για να μη φανεί ότι συμφωνεί σε οτιδήποτε με τον Δημοσθένη.

Εμφανώς πιο αναπτερωμένος είναι πια κι ο γέρο -Φωκίωνας, ο οποίος και αναλαμβάνει ξανά τα ηνία. Αφού συνεννοηθεί  για λίγο με τον Λυκούργο, απευθύνεται στην ομήγυρη.

«Μετά από αυτή την αίσια εξέλιξη, θα πρέπει να επιστρέψουμε το γρηγορότερο στην ομαλότητα», λέει. «Οι προτομές μπαίνουν ήδη στη θέση τους και θα φρουρούνται για όσο χρειαστεί».

Κάνει μια παύση για να εξασφαλίσει μεγαλύτερη προσοχή και συνεχίζει: «Τα αποψινά γεγονότα δε πρέπει να μεγαλοποιηθούν, γιατί κάτι τέτοιο θα εξυπηρετούσε τις σκοπιμότητες αυτών που τα προκάλεσαν, όποιοι κι αν είναι αυτοί. Θεωρώ ότι πρέπει να ολοκληρώσουμε, έστω με συνοπτικές διαδικασίες, την αποψινή τελετή. Άλλωστε οι ¨τυραννοκτόνοι¨ επέστρεψαν. Και όπως βλέπετε, ο λαός είναι ακόμη εδώ και, χάρη στα ψητά και τον οίνο που ευφραίνει γενικώς,  μου φαίνεται μάλλον ευτυχέστερος και πιο καλοπροαίρετος  από ό, τι πριν λίγο».

Στρέφεται προς τον Παιανέα: «Εάν ο ευπροσήγορος Δημοσθένης θέλει, νομίζω ότι θα μπορούσε να ολοκληρώσει, έστω και τώρα, την ομιλία που αναγκάστηκε να διακόψει προηγουμένως», και κοιτώντας έναν γύρο τους άλλους, προσθέτει: «Το επιβάλλουν οι αρχές της ισηγορίας που ισχύουν στην πόλη μας».

Ο Δημοσθένης όμως δεν θέλει. Διαφωνεί. Υποστηρίζει ότι οι πληροφορίες που τους έδωσα, ή μάλλον αυτές που μας προμήθεψε ο υπηρέτης μου και ο φίλος του, δεν είναι αρκετές για να δικαιολογήσουν τα γεγονότα. Όχι. Εκείνος θα μιλήσει την κατάλληλη ώρα. Όταν θα μάθει τι ακριβώς έχει συμβεί και γιατί.

«Εντάξει», λέει ο Φωκίωνας, χωρίς να δείξει ότι τον λυπεί ιδιαίτερα η άρνηση του ρήτορα. Ύστερα απευθύνεται σε εμένα:

«Αγαπητέ Εύελπι, είσαι όχι μόνο το τιμώμενο πρόσωπο αλλά και εκείνος που συνετέλεσε στη επίλυση μιας δυσάρεστης -ας τη πούμε έτσι- κατάστασης. Νομίζω ότι δε θα αρνηθείς να πεις λίγα λόγια στον κόσμο, σύμφωνα πάντα με το αρχικό πρόγραμμα της εκδήλωσης, και να κλείσεις έτσι την τελετή».

Του έκανα νεύμα κουνώντας καταφατικά την κεφαλή, ότι δεν είχα αντίρρηση.

«Ωραία. Ας ηχήσει λοιπόν η σάλπιγγα και ας σε αναγγείλει ο κήρυκας. Αμέσως μετά, θα πάμε όλοι μαζί στο Πρυτανείο για το καθιερωμένο σε αυτές τις περιπτώσεις δείπνο. Εκεί θα μπορέσουμε να τα πούμε μεταξύ μας με μεγαλύτερη άνεση. Γιατί, μπορεί μεν να είμαι εγώ ο πρεσβύτερος και εκείνος που διαθέτει πολυθρόνα, αλλά καταλαβαίνω ότι κι εσείς, οι νεότεροι, πρέπει να έχετε πιαστεί καθισμένοι τόση ώρα σ’ αυτά τα άβολα έδρανα».

Έτσι η εκδήλωση ολοκληρώθηκε  με μια μικρή δική μου παρέμβαση, όπως είχε αρχικά συμφωνηθεί. Είπα λίγα. Τα αυτονόητα. Είπα δηλαδή ότι έρχομαι από το μέτωπο της εκστρατείας για να μεταφέρω την εκτίμηση του βασιλιά των Μακεδόνων στην πόλη της Παρθένου Αθηνάς και μαζί τα κειμήλια που έκλεψε παλιότερα ο Ξέρξης. Όμως δεν είμαι άγνωστος στους Αθηναίους, όπως δεν μου είναι άγνωστοι και εκείνοι. Ότι για πολλά χρόνια η οικογένειά μου ζει εδώ, μαζί τους, κάτω από τον ίδιο διαφανή αττικό ουρανό. Ότι η οικογένειά μου μετοίκησε εδώ γιατί πίστευε ανέκαθεν στην ανάγκη οι Έλληνες να είναι ενωμένοι και ισχυροί, αλλά μόνον εδώ μπόρεσε να εκφράσει ελεύθερα αυτές τις απόψεις. Η Αθήνα μας δέχτηκε χωρίς περιορισμούς και όρους και  πως, προσωπικά, αισθάνομαι ευγνώμων γι αυτό.

Όσο αφορά στην αποψινή τελετή, τους είπα χαμογελώντας πως νομίζω ότι εν τέλει, οι θεοί, έχουν τρόπους για να δείχνουν τη θέλησή τους, έστω κι αν συνηθίζουν -και μάλλον τους αρέσει- να μας  υποβάλουν σε λογής λογής δοκιμασίες. Σήμερα, κάποιοι θέλησαν να μας διασκεδάσουν χοροπηδώντας μπροστά μας και εξαφανίζοντας (μόνο για λίγο) τις τιμώμενες εικόνες. Τώρα όμως οι προτομές είναι στη θέση τους, οι θεοί πρέπει να μας ατενίζουν με ευαρέσκεια, και εγώ απευθύνω στους Αθηναίους τις βαθιές και από καρδιάς ευχαριστίες μου για την υποδοχή.

Αυτά τους είπα.

Μετά πήγαμε όλοι μαζί στο Πρυτανείο. Ζήτησα την άδεια να κρατήσω κοντά μου τον Οινοκράτη και τον φίλο του. Μου δόθηκε ευχαρίστως. Και κάτι άλλο. Η ψαρόσουπα μου φάνηκε εξαιρετική!

images (13)

(συνεχίζεται)

 

 

 

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , , , , , | Leave a Comment »

Ιστορικό μυθιστόρημα υπό εκπόνηση. Μέρος ΣΤ΄, Κεφάλαιο πέμπτο: Η τελετή

Posted by vnottas στο 31 Ιουλίου, 2017

[Προσωρινός τίτλος: Κύλικες και δόρατα.

Προσωρινός υπότιτλος: Ημέρες και έργα του Εύελπι του Μεγαρέα, λόγιου στην ακολουθία του Αλέξανδρου του Γ΄ του Μακεδόνα, κατά την μεγάλη ασιατική εκστρατεία.]

αρχείο λήψης (1)

.

Κεφάλαιο πέμπτο. Τελετή (με εκπλήξεις) στο Λεωκόριο

Στο μέγαρο του βουλευτηρίου υπάρχει παραταγμένο άγημα υποδοχής, καθώς και λοφιοφόρος τελετάρχης που υποδέχεται τον Εύελπι και τον Ευρύνου και τους οδηγεί ως την λιτή αίθουσα-γραφείο του στρατηγού Φωκίωνα. 

Ο Εύελπις σημειώνει με ικανοποίηση ότι, αυτήν τη φορά, δεν υπήρξε καμιά ένσταση που να αφορά στην παρουσία του Ευρύνου στη συνάντηση.  Σε αντίθεση με τον επιφυλακτικό Λυκούργο χτες στη Ζέα, σήμερα, ο γηραιός ηγέτης Φωκίωνας χαιρετά πρώτα τον πατέρα Ευρύνου και συνοδεύει τον  χαιρετισμό με καλά λόγια για την ήρεμη συμβολή του ίδιου, αλλά και των λοιπών υποστηρικτών των ιδεών του αείμνηστου Ισοκράτη,   στην ήρεμη αντιμετώπιση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Αθήνα∙ και μάλιστα  σε μια εποχή αλλαγών και εύθραυστων ισορροπιών, όπως η σημερινή.

Έπειτα τον μακαρίζει για την ευτυχία που του επιφύλαξαν οι θεοί, να δει το γιο του να επιστρέφει νικητής από μια πανελλαδική εκστρατεία και μάλιστα φέροντας ως τρόπαιο πίσω στην Πόλη της Παλλάδας ένα από τα σύμβολα της ιδιαιτερότητάς της.

Ύστερα σφίγγει το χέρι του Εύελπι και τον ρωτάει αν θεωρεί ότι η υποδοχή υπήρξε μέχρι στιγμής ικανοποιητική, ή αν αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα. Ο Μεγαρέας τον διαβεβαιώνει ότι όλα  μπορούν να θεωρηθούν άψογα.

Ο Φωκίωνας είναι ένας ψηλός καλοστεκούμενος γέροντας με φουντωτά γκρίζα φρύδια, λευκή γενειάδα και λιτή αμφίεση. Έχει πολεμήσει ως στρατηγός και ναύαρχος για τη δόξα της Πόλης των Αθηνών ενάντια στους Σπαρτιάτες και τους Μακεδόνες, αλλά δεν υπέκυψε στις φιλοπολεμικές εξάρσεις των ρητόρων όταν θεώρησε ότι ο συσχετισμός των δυνάμεων ήταν αρνητικός και ότι οι προτροπές τους θα κατέληγαν άσχημα για την Αθήνα. Με τη σημερινή ορολογία, σκέφτεται ο Εύελπις,  θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει κανείς μετριοπαθή φιλομακεδόνα, όπως ακριβώς ο Λυκούργος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μετριοπαθής αντιμακεδόνας. Αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά χρήσιμες μεν, αλλά, σε κάθε περίπτωση, βοηθητικές ετικέτες ¨γενικού προσανατολισμού¨. Η πραγματικότητα είναι πιο μπερδεμένη.

Και οι δυο ηγέτες θεωρούνται έντιμοι και αδιάφθοροι και διοικούν την Αθήνα, παρά την έντονη αντιπολίτευση της ομάδας του Δημοσθένη και παρά το ότι οι Αθηναίοι πολίτες δεν παύουν να τους κατακρίνουν και να τους βρίζουν για την αυστηρότητά τους, ενώ βέβαια, παραδόξως, τους υπερψηφίζουν και τους αναθέτουν τις βασικές ευθύνες της πόλης.

Phocion

Ο Εύελπις αποφασίζει να μεταφέρει με ευθύτητα το μήνυμα του Αλέξανδρου προς τον παλαίμαχο αθηναίο ηγέτη.

«Έχω εντολή σεβαστέ Φωκίωνα να σου μεταφέρω τους χαιρετισμούς του Αλέξανδρου, του βασιλέα των Μακεδόνων. Γνωρίζεις ήδη την εκτίμηση που τρέφει για σένα. Και επειδή ο βασιλεύς είναι περισσότερο άνθρωπος των έργων παρά των λόγων, έχω λάβει εντολή να σε ενημερώσω ότι έχει κατατεθεί στο ταμείο του Δελφικού Ναού του Απόλλωνα ένα ποσό εκατό ταλάντων που μπορείς να αναλάβεις και να διαχειριστείς με διακριτική ευχέρεια μόνον εσύ».

Ο Φωκίωνας συνοφρυώνεται περισσότερο απ’ όσο του επιτρέπουν, από μόνα τους, τα πυκνά του φρύδια, και χαμηλώνει το βλέμμα σκεφτικός. Ύστερα κοιτάζει πάλι τον Εύελπι καταπρόσωπο.

«Θέλω να ευχαριστήσεις τον βασιλιά γι αυτή την γενναιόδωρη προσφορά. Αλλά δεν μπορώ να τη δεχτώ. Δεν μπορώ να δεχτώ κανένα χρηματικό ποσό  που να μην ελέγχεται από επιτροπή εκλεγμένη από τη Βουλή. Είμαι υποχρεωμένος να συμπεριφερθώ έτσι από τους γραπτούς και τους άγραφους νόμους της Πόλης μου. Αν τους καταπατούσα είμαι βέβαιος ότι θα έχανα όχι μόνο την αξιοπιστία απέναντι στους συμπολίτες μου, αλλά και τη δική του εκτίμηση».

Μένει για λίγο σιωπηλός και μετά συνεχίζει. 

«Όμως δε θα ήθελα κατά κανένα τρόπο να τον λυπήσω με την άρνησή μου. Γι αυτό θέλω να του μεταφέρεις ότι θα του είμαι εξ ίσου ή και περισσότερο υπόχρεος αν φροντίσει να επιλυθεί σύντομα το θέμα των αθηναίων αιχμαλώτων. Ναι, αναγνωρίζω ότι υπηρέτησαν ως μισθοφόροι στο στράτευμα του Δαρείου,  αλλά παρ’ όλα αυτά εξακολουθούν να είναι αθηναίοι και είναι φυσικό η πατρίδα να ανησυχεί γι αυτούς.

Η ευμένεια απέναντί τους θα διευκολύνει την δημιουργία της νέας Ελλάδας που θα έχει πια ξεπεράσει τις ακραίες εσωτερικές συγκρούσεις. Εγώ από τη μεριά μου εγγυώμαι ότι οι στρατιώτες αυτοί όχι μόνο θα ανανήψουν, αλλά και θα παίξουν στο μέλλον θετικό ρόλο στην εποχή που μόλις τώρα αρχίζει».

Ο Εύελπις διαβεβαιώνει τον στρατηγό ότι θα μεταφέρει το αίτημά του στον βασιλέα και πως ο ίδιος, προσωπικά, το θεωρεί θεμιτό.

240

Ύστερα από λίγο, συνοδευόμενοι από τους οπλίτες του αγήματος κατευθύνονται πεζοί λίγο παρακάτω, μπροστά στον Ναΐσκο του Λεωκόριου,  όπου δίπλα στα υψηλόκορμα και -ομολογουμένως πανέμορφα- αγάλματα των τυραννοκτόνων που έχουν εκπονήσει ο Κριτίας και ο Νησιώτης, είναι τοποθετημένα τα αυθεντικά πρωτότυπα ¨ομοιώματα¨, τα φιλοτεχνημένα από τον Αντήνορα. Αυτά τα τελευταία είναι  σκεπασμένα με υφασμάτινο κάλυμμα, έντεχνα στερεωμένο έτσι ώστε να μπορούν να αποκαλυφτούν με το τράβηγμα ενός μόνο σκοινιού.

 Κάτω από την υψηλή επίβλεψη του άρχοντα βασιλέα Λυκούργου, ο οποίος είναι ήδη εκεί (άλλωστε η έδρα του επιφορτισμένου για τα ιερατικά θέματα βασιλέα, η Βασίλειος Στοά, βρίσκεται κι αυτή εκεί, στην Αγορά, ακριβώς απέναντι από το Λεωκόριο) οι ιερείς ετοιμάζουν τις φωτιές που σε λίγο θα στείλουν στους θεούς τη τσίκνα από τα σφάγια που τόσο τους αρέσει. Εξ άλλου, η προοπτική μιας χορταστικής θυσίας έχει προκαλέσει το αμέριστο ενδιαφέρον ικανού αριθμού φτωχών κατοίκων του Άστεως που έχουν προστεθεί σε εκείνους που ενδιαφέρονται να δουν τους χάλκινους ήρωες ¨τυραννοκτόνους¨ και να γιορτάσουν την επιστροφή τους.

Lycurgus (1)

«Καλά», ρωτάει ο Εύελπις τον πατέρα του, «πότε ο Λυκούργος εγκατέλειψε την θητεία του ως υπεύθυνος για τα οικονομικά για να αναλάβει τα των Θεών; Πριν φύγω θυμάμαι ότι όλοι τον θεωρούσαν αυστηρό μεν, αλλά  επιτυχημένο διαχειριστή».

«Όντως», του απαντάει ο Ευρύνους, «υπήρξε και είναι καλός διαχειριστής των πόρων της Πόλης. Εν τούτοις έκανε μια απλή διαπίστωση: η θέση του υπεύθυνου για τα οικονομικά δεν πρέπει να ανήκει για πολύ καιρό στο ίδιο πρόσωπο γιατί έτσι αυξάνεται η πιθανότητα ο κάτοχος του αξιώματος να διαφθαρεί από τα ισχυρά ιδιωτικά συμφέροντα. Γι αυτό φρόντισε να ψηφιστεί  νόμος που να απαγορεύει σε οποιονδήποτε  να παραμένει σ’ αυτήν τη θέση για πάνω από δύο θητείες. Μετά, φυσικά, παραιτήθηκε».

«Και;» απορεί ο Εύελπις. «Ποιος είναι ο σημερινός διαχειριστής των ταμείων;»

«Ένας που εκλέχθηκε μετά από δική του υπόδειξη. Το όνομά του όμως έχει μικρή σημασία γιατί εκείνος του οποίου η άποψη μετράει για οποιοδήποτε σοβαρό θέμα οικονομικής φύσεως είναι πάντοτε ο Λυκούργος. Διότι σ’ αυτόν εξακολουθούν να απευθύνονται οι Αθηναίοι πριν πάρουν τις σχετικές αποφάσεις». Ο Ευρύνους χαμογελάει κάτω από τα -ακόμη μαύρα- μουστάκια του. «Τυπική Αθηναϊκή λύση!» λέει. «Και να σημειώσεις ότι όλοι φαίνονται ικανοποιημένοι».

«Και γιατί βασιλεύς;»

«Γιατί όπως ξέρεις η μόνη εξουσία που έχουν στην Αθήνα οι άρχοντες βασιλείς αφορά στην εποπτεία των θρησκευτικών θεμάτων. Λάβε υπ’ όψιν ότι ο Λυκούργος ανήκει στην ισχυρή ιερατική γενιά των Βουτάδων. Επομένως, μετά την τυπική απομάκρυνσή του από τα Ταμεία, η μάλλον τιμητική θέση του Βασιλέα κρίθηκε ιδεώδης γι αυτόν».

Πατέρας και γιος σταματούν τα ψιθυριστά τους σχόλια για να αντιχαιρετίσουν τον ενθουσιώδη ευπατρίδη με την πλούσια ενδυμασία που κατευθύνεται προς το μέρος τους με τα χέρια ανοιχτά. «Χαιρετώ τον άξιο συνέλληνα συμπολίτη μου Ευρύνου και τον αξιότιμο γιο του, ο οποίος αποδεικνύει πως η γνώση του Λόγου δεν αποτρέπει, αλλά μπορεί περίφημα να συνυπάρξει με την γενναιότητα των πράξεων»

«Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, άρχοντα Δημάδη», απαντά ο Ευρύνους και σφίγγει το χέρι του αθηναίου ρήτορα-πολιτικού.

«Τον θυμάμαι τόσον δα μικρούλη» συνεχίζει εκείνος δείχνοντας τον Εύελπι, «να ανακατεύεται στα πόδια των μεγάλων και να ενδιαφέρεται ήδη από τότε, τόσο για τα γράμματα, όσο και για τα σχετικά με την διοίκηση των πόλεων. Ο μακαρίτης ο Ισοκράτης έκανε γι αυτόν το μικρό πολλά κολακευτικά σχόλια».

demades

Ο Εύελπις θυμάται κι αυτός τις επισκέψεις του ρήτορα Δημάδη στη σχολή του Ισοκράτη. Εδώ που τα λέμε δύσκολα θα μπορούσε να ξεχάσει, αν όχι την πληθωρική και συνήθως κεφάτη συμπεριφορά του, τουλάχιστον την μόνιμα εντυπωσιακή του αμφίεση.

«Θα πρέπει να βρεθούμε», συνεχίζει απευθυνόμενος στον Εύελπι ο ρήτορας. Ο τόνος του είναι ανέμελος, αλλά το βλέμμα του είναι διεισδυτικό και έντονο.

«Και βέβαια», απαντά ο νεότερος Μεγαρέας. «Ίσως και αύριο…», αλλά ο Δημάδης τον διακόπτει αγγίζοντάς τον στο μανίκι και δείχνοντας του έναν άλλο γνωστό Αθηναίο, που τους πλησιάζει βιαστικά.

«Είμαι σίγουρος ότι καταφτάνει ακόμη ένα αίτημα για επείγουσα συνάντηση…» χαμογελάει. Ύστερα δείχνοντας τον νεοφερμένο στους Μεγαρείς, τον αναγγέλλει: «Ιδού, λοιπόν ο πασίγνωστος Αισχίνης, φίλος των Μακεδόνων και ακραιφνής αντίπαλος του Παιανέα Δημοσθένη!»

«Μη με αναγκάζεις», λέει εκείνος κάνοντας ένα δυσαρεστημένο μορφασμό, «να ακούω ονόματα που μου χαλάνε τη διάθεση, και μάλιστα τη στιγμή που είμαι έτοιμος να χαιρετίσω έναν συμπολίτη που συμμετέχει στην εκστρατεία, και μάλιστα σε στρατηγική θέση». Ο Αισχίνης είναι γκρίζος στα μαλλιά, στο γένι, στα φρύδια, και πιθανότατα στη διάθεση. Σε αντίθεση με τον ¨άνετο¨ Δημάδη μοιάζει νευρώδης και συντηρητικός. Ο νεοφερμένος χαιρετά τον Ευρύνου και τον Εύελπι.

«Τον δικό σου δεν τον είδα ακόμη», επιμένει κάπως περιπαικτικά ο Δημάδης. «Ήρθε ή θέλει να μας κάνει να τον περιμένουμε;»

«Ο Φωκίωνας δεν πρόκειται να περιμένει κανέναν. Τον ξέρεις».

«Έχεις δίκιο. Άλλωστε να ‘τος κι ο Παιανεύς. Βλέπω το αμάξι του να καταφτάνει». Ύστερα απευθυνόμενος στον Εύελπι: «Τον συνάντησες ήδη τον Δημοσθένη;»

Δημοσθένης

«Όχι. Βέβαια, όπως είναι φυσικό, τον ξέρω εκ φήμης και εξ όψεως από τότε που ήμουν παιδάκι, γιατί ήδη τότε ήταν διάσημος και αρκετά δημοφιλής σε ορισμένους κύκλους. Θυμάμαι επίσης ότι ο Ισοκράτης τον ανέφερε συχνά ως πρώην μαθητή του που όμως είχε διαφοροποιηθεί από το πνεύμα της Σχολής.  Υποθέτω πάντως ότι θα μου τον παρουσιάσουν επισήμως ή τώρα, ή στο δείπνο μετά την τελετή».

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή τη γενική προσοχή τραβάει ο Λυκούργος, ο οποίος όρθιος μπροστά στον βωμό και φορώντας πλέον τα ιερατικά του άμφια, υψώνει τα χέρια επιβάλλοντας την γενική ¨ιερή σιγή¨ που προβλέπει το τελετουργικό. Ύστερα από λίγο τα κατεβάζει, υψώνει τη κεφαλή προς τον υπερκείμενο Παρθενώνα και απευθύνεται προς τους Θεούς αρχίζοντας από την πολιούχο Αθηνά, αλλά χωρίς να παραβλέψει την λοιπή ιεραρχία των Αθανάτων.

Με γλώσσα απλή τους εξηγεί ότι οι Αθηναίοι δεν είναι αγνώμονες, αλλά αντίθετα αγαπούν τους θεούς που εισακούουν τις εκκλήσεις και τις προσευχές τους. Και πως ξέρουν ότι εάν η Αθήνα ευημερεί, ίσως περισσότερο από όσο της αξίζει, αν κρίνει κανείς από την ασυνέπεια αρκετών πολιτών σχετικά με τις υποχρεώσεις τους- αυτό οφείλεται στην αγάπη και την εύνοια των Θεών απέναντι στην πόλη της παρθένου Αθηνάς. Σήμερα οι Αθηναίοι είναι εδώ για να ευχαριστήσουν την Θεά  που επιτρέπει στην πολιτεία να επιβιώνει με τιμή και αξιοπρέπεια, αλλά και να υποσχεθούν στους Θεούς ότι και στο μέλλον θα είναι αντάξιοι της επιείκειάς τους.

Ο Λυκούργος κάνει νεύμα προς τους βοηθούς των ιερέων και αυτοί φέρνουν κοντά τα επιλεγμένα σφάγια, με επικεφαλής ένα καλοθρεμμένο κριάρι που τα κέρατά του είναι βαμμένα χρυσαφιά. Ταυτόχρονα, ένας νεαρός φέρνει τη λεκάνη με το αγιασμένο νερό (τη χέρνιβα) και μια κόρη το καλάθι με τους απαραίτητους κριθαρόσπορους. Ο Βασιλέας ο επί των Θεών παίρνει μια δέσμη από κλαδιά ελιάς που μαζί με την ιερή μάχαιρα είναι τοποθετημένη απ’ την αρχή της τελετής πάνω στο τραπέζι δίπλα στο βωμό, την εμβαπτίζει στην χέρνιβα και ραντίζει πρώτα το (ακόμη) ζωντανό και μετά τους γύρω του παρευρισκόμενους. Ύστερα τους ραίνει με τους σπόρους του κριθαριού και, μετά, παίρνει από τον βωμό το καλοακονισμένο μαχαίρι, κόβει από το ζώο μια τούφα μαλλί και το ρίχνει στην μικρή συμβολική φωτιά που καίει πάνω στον βωμό (παραδίπλα έχουν ήδη φουντώσει οι φωτιές που σε λίγο, προς τέρψιν -και θρέψιν- θεών και πιστών, θα ψήσουν όλα τα ζώα της θυσίας).

Τέλος, ο Λυκούργος -με μια αστραπιαία κίνηση, που δείχνει πόσο καλός στρατιώτης υπήρξε- κόβει το λαιμό του κριαριού.

.

234

Ο Οινοκράτης ξαναβάζει το (ορνιθοσκαλισμένο) λεύκωμα και το καρβουνάκι μεσ’ στο δισάκι και το βλέμμα του εστιάζεται στην τελετή που έχει ήδη αρχίσει. 

Το περιστύλιο στο οποίο έχει  καταφύγει περιβάλλει ένα υπερυψωμένο δημόσιο κτίριο και του εξασφαλίζει καλή θέα στα τεκταινόμενα στο πλάτωμα μπροστά στο Λεωκόριο. Συγκεκριμένα, ο Οινοκράτης βρίσκεται κάτω από τους δωρικούς κίονες που περιβάλλουν την στοά του Πεισιάνακτα, την αποκαλούμενη και Ποικίλη, εξ αιτίας των εικόνων που έχουν φιλοτεχνήσει εδώ διάσημοι ζωγράφοι.

Την επόμενη φορά, σκέφτεται, πρέπει να φέρει εδώ τον Χοντρόη για να του δείξει τις σκηνές από τη μάχη του Μαραθώνα, όπως τις έχει απεικονίσει ο Πολύγνωτος από τη Θάσο. Ή τη μάχη  με τις Αμαζόνες, ή την άλωση της Τροίας…   Και εάν του Χοντρόη δεν του αρέσει η ζωγραφική, θα έχει την ευκαιρία να θαυμάσει έναν όμορφο στεγασμένο χώρο ¨πολλαπλών χρήσεων¨ από τους πιο αγαπημένους των Αθηναίων. Κρίμα που σήμερα δε μπόρεσε να πάρει τον Πέρση μαζί του. Την προσεχή φορά θα τον ανεβάσει στον Παρθενώνα να του δείξει τις περσικές ασπίδες του αναθήματος του Αλέξανδρου στην Παρθένο και μετά θα τον φέρει εδώ, να δει τι σημαίνει Αγορά.

image005

Σήμερα, βέβαια, αν τον είχε εδώ, θα μπορούσε να παρακολουθήσει και πως γίνεται μια δημόσια θυσία στην Ελλάδα. Δε πειράζει, σύντομα θα υπάρξουν κι άλλες ευκαιρίες∙ το μήνα αυτό -που δεν τον αποκαλούν τυχαία Εκατομβαιώνα- από θυσίες άλλο τίποτα!

Σήμερα πάντως ο κόσμος είναι μεν πολύς, αλλά η συγκέντρωση δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πάνδημη. Ο Συρακούσιος θυμάται ότι στο παρελθόν έχει δει άλλες, με πολύ μεγαλύτερη προσέλευση. Εκείνο πάντως που του κάνει κάποια εντύπωση είναι ότι ανάμεσα στους παρόντες υπάρχουν πολλοί νεαροί αθηναίοι. ¨Αυτοί, πριν τέσσερα χρόνια, όταν φύγαμε από την Αθήνα θα πρέπει να ήσαν ακόμη παιδιά νιάνιαρα¨, σκέφτεται.

Η προσοχή του Οινοκράτη αποσπάται από τους οσμηρούς καπνούς που αναδύονται απ’ το πλάτωμα και στρέφεται προς τέσσερεις γεροδεμένους σκλάβους που καταφτάνουν μεταφέροντας ένα πολυτελές φορείο. Οι βαστάζοι σταματούν εκεί κοντά του και εναποθέτουν το φορείο στο έδαφος, αφού πρώτα κατεβάσουν τα στηρίγματα που θα το κρατήσουν στέρεα υπερυψωμένο, σε ικανή απόσταση από τη γη. Μετά παρατάσσονται γύρω του. Ο Οινοκράτης το παρατηρεί προσεκτικότερα, διακρίνει την επιβάτιδα και χαμογελάει. Αυτό το ειδυλλιακό ηλιοβασίλεμα, η κυρά Φρύνη αποφάσισε να βγει από το μέγαρό της και να μη χάσει το θέαμα. Ωστόσο προτίμησε να μη πλησιάσει τους επίσημους, στο κέντρο, αλλά να παρακολουθήσει την εκδήλωση κάπως ¨εκ του μακρόθεν¨ και κάπως ¨αφ’ υψηλού¨.

Την στιγμή εκείνη προσέχει ότι στην περιφέρεια του συγκεντρωμένου κόσμου, καταφτάνει ακόμη ένα όχημα, αυτή τη φορά ένα κλειστό σκεπασμένο κάρο, που το σέρνουν δύο άλογα και στο οποίο οι ανοιχτές μπροστινές θέσεις του ηνίοχου και του συνοδού του καλύπτονται από πλατύ σκίαστρο φτιαγμένο από ψίαθο. Οι δυσδιάκριτοι οδηγοί φορούν κι αυτοί ψάθινες καυσίες μακεδονικού τύπου, που, απ’ ό, τι φαίνεται, τον τελευταίο καιρό έχουν γίνει του συρμού[1] και στην Αθήνα.  Το όχημα σταματάει πίσω από μια γέρικη ελιά, η οποία το κρύβει κάπως από το πλάτωμα, όχι όμως και από την υπερυψωμένη θέση του Συρακούσιου. Το βλέμμα του θα προσπερνούσε αδιάφορα το νεοφερμένο κάρο, εάν από τα πλαϊνά του ανοίγματα, δεν άρχιζαν να βγαίνουν κάτι πλάσματα ακαθόριστου περιγράμματος που αφήνουν τον Οινοκράτη άναυδο!

¨Τι είναι πάλι αυτά τα τέρατα;¨, απορεί και, ταυτόχρονα, αρχίζει να ανησυχεί.

.ph6

Ο γέρο-Φωκίωνας είναι στρατιωτικός και όχι ρήτορας. Επί πλέον είναι γνωστό ότι θαυμάζει τους Λακεδαιμόνιους, όχι μόνο επειδή ξέρουν να χειρίζονται τα όπλα, αλλά και επειδή δεν συνηθίζουν να πλειοδοτούν στα λόγια.  Όταν είναι αναγκασμένος να μιλήσει δημόσια, όλοι ξέρουν ότι θα είναι επιγραμματικός και συγκεκριμένος. Στην Αθήνα τέτοιοι ομιλητές, αυτήν την εποχή, είναι μάλλον σπάνιοι άρα συνήθως καλοδεχούμενοι. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Καθώς ο Πρυτανεύων παίρνει το λόγο, η βαβούρα του πλήθους μειώνεται, αν και κάποιες ασυντόνιστες φωνές, αδιευκρίνιστου περιεχόμενου εξακολουθούν να αναδύονται από τα άκρα της συγκέντρωσης.

Ο Φωκίωνας, με κοφτές φράσεις, χωρίς σχήματα λόγου και με λιγοστά έως καθόλου επίθετα απευθύνεται επισήμως στον Εύελπι, ως απεσταλμένο από το μέτωπο της Κοινής Πανελλαδικής Εκστρατείας  κατά των Περσών, αλλά είναι φανερό ότι στην ουσία απευθύνεται στο λαό των Αθηνών. Ευχαριστεί τον Αλέξανδρο για την απόφαση, αλλά και τον Μεγαρέα για την υλοποίηση, της επιστροφής των ιστορικών κειμηλίων και, κοιτάζοντας τον Λυκούργο που (ως αρμόδιος επί των Θεών) κουνάει επιδοκιμαστικά το κεφάλι του, καθησυχάζει τους Αθηναίους ότι η θεά Νέμεση δεν παραμελεί τα καθήκοντά της.

Ύστερα υπογραμμίζει το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει ο αθηναϊκός στόλος στην στήριξη και τον ανεφοδιασμό των στρατευμάτων ξηράς και ολοκληρώνει λέγοντας ότι είναι βέβαιος ότι αυτός ο αποφασιστικός ρόλος θα αναγνωριστεί πλήρως και ότι μελλοντικά ο έλεγχος των θαλασσών δεν θα αφεθεί ούτε στους Φοίνικες που επί αιώνες υπήρξαν σύμμαχοι και εντολοδόχοι των Περσών, αλλά ούτε και σε πόλεις όπως η Ρόδος ή άλλες, που έως πρόσφατα συνεργάστηκαν μαζί τους.

Οι επιδοκιμασίες που ακολουθούν τον λόγο του Φωκίωνα είναι λίγες και συμμαζεμένες. Ο ίδιος δείχνει να αδιαφορεί για τις αντιδράσεις του πλήθους και επιστρέφει στην πολυθρόνα του, στο κέντρο της εξέδρας των επισήμων, ενώ στο βήμα ανεβαίνει ο Δημοσθένης.

Ο Δημοσθένης δε μοιάζει να έχει αλλάξει καθόλου αυτά τα τέσσερα τελευταία χρόνια, σκέφτεται ο Εύελπις. Είναι πάντα λεπτός και η  ηλικία του, εκ πρώτης όψεως, δεν είναι εύκολα προσδιορίσιμη. Απόψε φοράει έναν ποδήρη θερινό χιτώνα που τον κάνει να φαίνεται ψηλότερος από όσο πραγματικά είναι. Το πρόσωπό του δείχνει περισσότερα: Έναν άνθρωπο θεληματικό, επίμονο, συστηματικό, όσο κανένας άλλος από τους σημερινούς ρήτορες-πολιτικούς της Αθήνας. Δεν έχει ίσως τον αυθορμητισμό και την ικανότητα να αυτοσχεδιάζει, όπως για παράδειγμα ο Δημάδης,  αλλά κάτι τέτοιο θα του ήταν άχρηστο, αφού κάθε φορά που παίρνει το λόγο είναι πλήρως προετοιμασμένος και ξέρει ακριβώς τι θα πει και πως θα το πει. Και εκείνο που κυρίως δείχνει να ξέρει καλά είναι ότι η γλώσσα και ο λόγος μπορούν να ασκήσουν εξουσία περισσότερο αποτελεσματικά απ’ όσο οι σπάθες και τα δόρατα. Τουλάχιστον στην εκλεπτυσμένη δημοκρατική Αθήνα.

Να ’τος λοιπόν ο ¨υπ’ αριθμόν ένα¨ εχθρός των Μακεδόνων στον Ελλαδικό χώρο!

Ή μήπως ο χαρακτηρισμός είναι κάπως υπερβολικός, όπως άλλωστε αρκετά από τα επιχειρήματά του;  Μήπως άραγε δεν είναι οι Σπαρτιάτες εκείνοι που έμπρακτα αντιτάχθηκαν στη μακεδονική επεκτατικότητα και που θα μπορούσαν επάξια να διεκδικήσουν αυτόν τον τίτλο; Αυτοί δεν είναι που ηγήθηκαν της πρόσφατης εξέγερσης στην Πελοπόννησο και μάλιστα ύστερα από εξακριβωμένες επαφές με τους Πέρσες; Ή, πιο μπροστά, οι Θηβαίοι, που το πλήρωσαν εξ άλλου πολύ ακριβά;

Θα είχαμε ίσως μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα  εάν γνωρίζαμε τα ακριβή κίνητρα και τις απώτερες προθέσεις του Δημοσθένη, σκέφτεται ο Μεγαρέας. Πατριωτισμός; Ιδιοτέλεια; Ξεροκεφαλιά;

.

Ο Δημοσθένης ξέρει πως σήμερα μιλάει στο λαό και όχι στους βουλευτές και έχει προσαρμόσει το ύφος του ανάλογα. Η γλώσσα του είναι πιο απλή και πιο επιγραμματική.

Αρχίζει μιλώντας για την Πόλη και τα περασμένα της μεγαλεία. Ισχυρίζεται ότι η Αθήνα έφτασε ψηλά γιατί αντιμετώπισε και νίκησε την τυραννία ή οποία άλλωστε, όπως όλοι ξέρουν, ως καθεστώς δεν έχει πολλές διαφορές από τη βασιλεία. Κατηγορεί τους Αθηναίους πως δεν αντιδρούν όσο θα έπρεπε στα ρεύματα που εξακολουθούν να υπάρχουν και να υπονομεύουν το δημοκρατικό πολίτευμα. «Όμως», σηκώνει το χέρι και δείχνει προς τα σκεπασμένα ομοιώματα των τυραννοκτόνων, «ξέρουμε όλοι καλά ποια είναι η τελική μοίρα των τυράννων!»

Τότε συμβαίνει κάτι το απρόσμενο. Κάποιο αόρατο χέρι κόβει το σκοινί που κρατάει σκεπασμένα τα αγάλματα του Αντίνορα. Το πανί πέφτει. Ο Δημοσθένης δείχνει έκπληκτος. Ξέρει ότι η αποκάλυψη των αγαλμάτων προβλέπεται να γίνει μετά το τέλος των ομιλιών και ότι θα την κάνει ο ίδιος ο Φωκίωνας στο όνομα του συνολικού αθηναϊκού λαού. Σκέφτεται ότι πρέπει να έγινε κάποιο λάθος από τους χειριστές και ότι το ύφασμα είχε στερεωθεί ελαττωματικά. Ξεπερνά πάντως με ψυχραιμία την προσωρινή έκπληξη και ετοιμάζεται να συνεχίσει το λόγο του, όταν αντιλαμβάνεται ότι από το συγκεντρωμένο πλήθος αρχίζουν να εκφέρονται κραυγές δυσνόητες, που όμως φανερώνουν στην αρχή έκπληξη και μετά οργή!

Στρέφει κι αυτός την προσοχή του προς τα αποκαλυφθέντα αγάλματα, προς τα οποία κοιτάζει και το πλήθος που φωνασκεί. Τι συμβαίνει άραγε; Δεν αρέσουν στο πλήθος; Τι περίμεναν να δουν; Αφού τα γνήσια πρωτότυπα αγάλματα δεν τα έχει ξαναδεί ποτέ κανένας από τους παρόντες. Όταν τα ¨απήγαγε¨ ο Ξέρξης εκατόν πενήντα χρόνια πριν, κανείς τους δεν είχε ακόμη γεννηθεί.

Ο Δημοσθένης στενεύει τα βλέφαρα για να εστιάσει καλύτερα πάνω στους σκούρους όγκους των αγαλμάτων. Πρόκειται για προτομές. Η μια του είναι άγνωστη, ή άλλη όμως είναι εύκολα αναγνωρίσιμη ανά το Πανελλήνιο, αν όχι άλλο, από την χαρακτηριστική σπαρτιάτικη περικεφαλαία. Πρόκειται για τον γνωστότερο Λακεδαίμονα στρατηλάτη: τον Λεωνίδα τον εκ των Αγιαδών, βασιλέα της Σπάρτης. Με άλλα λόγια τον Λεωνίδα της μάχης των Θερμοπυλών!

image002 (1)

Ο Δημοσθένης ξέρει ότι οποιαδήποτε απρόβλεπτη κρίση μπορεί να την χειριστεί καλύτερα αν βρίσκεται επί του βήματος των ομιλητών, παρά μακριά από αυτό. Γι αυτό διστάζει να εγκαταλείψει την προνομιούχο θέση, αλλά εν τέλει δεδομένου ότι κανείς δε του δίνει πλέον σημασία, παρά όλοι φωνάζουν, και δεδομένου επίσης ότι ανάμεσα στους επίσημους επικρατεί μάλλον γενικευμένη απορία και προσωρινή αδράνεια, τελικά κατεβαίνει στο πλάτωμα και προσπαθεί να παραμερίσει τον κόσμο και να πλησιάσει στις προτομές, πράγμα αρκετά δύσκολο.

«Ποιος είναι ο άλλος» ρωτάει έναν φωνασκούντα διαμαρτυρόμενο.

«Ο άλλος είναι ο αδελφός του! Ο ετεροθαλής αδελφός του Λεωνίδα, ο βασιλιάς Κλεομένης! Έτσι γράφει από κάτω».

 Ο Δημοσθένης προσπαθεί να κάνει ακόμη μερικά βήματα προς τις προτομές, αλλά τότε συμβαίνει ακόμη κάτι το αναπάντεχο.

Ανάμεσα στο πλήθος κρατώντας μπαστούνια, χτυπώντας χάλκινα κύμβαλα και χοροπηδώντας  κυκλικά γύρω από τις προτομές με άτεχνο πρωτόγονο τρόπο, εμφανίζονται  ορισμένες τρομακτικές μορφές, σαν κι αυτές που χρησιμοποιούνται στο θέατρο για να απεικονίσουν τους χειρότερους εφιάλτες των μυθικών ηρώων.

(συνεχίζεται)

Βασίλειος Στοά(1)

 

[1] Συρμός: Συμπεριφορά ή τάση που ¨σέρνεται¨ ανάμεσα σε αλληλομιμούμενους πολίτες

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , , | Leave a Comment »

Ιστορικό μυθιστόρημα υπό εκπόνηση. Μέρος ΣΤ΄, Κεφάλαιο τρίτο: Απόψε έχει τελετή

Posted by vnottas στο 16 Ιουλίου, 2017

[Προσωρινός τίτλος: Κύλικες και δόρατα.

Προσωρινός υπότιτλος: Ημέρες και έργα του Εύελπι του Μεγαρέα, λόγιου στην ακολουθία του Αλέξανδρου του Γ΄ του Μακεδόνα, κατά την μεγάλη ασιατική εκστρατεία.]

RF0073

Κεφάλαιο τρίτο. Πριν την τελετή

Ο Εύελπις προσπαθεί να παραμερίσει το συγκινησιακό φορτίο της πρώτης-μέρας-ξανά-στην-Αθήνα και να συγκεντρωθεί. Δεν είναι εύκολο.

Ανακαλύπτει με έκπληξη ότι θα ήθελε να κάνει πράγματα που άλλοτε του φαίνονταν μάλλον ανιαρά και συχνά περιττά, όπως το να καθίσει στο αίθριο και να πιάσει ψιλοκουβέντα με τον πατέρα Ευρύνου, με τη μητέρα Άνθεμη, με την αγαπημένη αδελφή Δανάη, που δεν είναι πια τόσο μικρή, και να μάθει με λεπτομέρειες πώς είναι οι ίδιοι, τι κάνουν οι συγγενείς και οι παλιοί φίλοι που ξανασυνάντησε χτες, να καλύψει κάπως τα κενά των τελευταίων τεσσάρων χρόνων και να αισθανθεί σαν να μην έφυγε ποτέ.

Με τον Ευρύνου, ευτυχώς, είχε την ευκαιρία να μιλήσει κατά τη διάρκεια της διαδρομής από τον Πειραιά ως τον Λυκαβηττό. Μίλησαν για πολλά κι ανάμεσά τους και για τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις. Ο Ευρύνους έχει πάντοτε άποψη για τα τεκταινόμενα στην Αθήνα, και οι εκτιμήσεις του είναι σχεδόν πάντα ψύχραιμες και αντικειμενικές, τόσο που πολλοί Αθηναίοι φίλοι έρχονται και ζητούν συχνά την γνώμη του πριν πάρουν θέση στη Βουλή για σημαντικά θέματα.

Όμως, με το που έφτασαν στο σπίτι, τον Εύελπι τον διεκδίκησαν οι συγγενείς, οι φίλοι και κυρίως οι γυναίκες, η Άνθεμη και η Δανάη. Νιώθει ότι τους χρωστάει κι άλλη, περισσότερη προσοχή. ¨Ευτυχώς, όπου να ‘ναι φτάνουν από το λιμάνι οι αποσκευές με τα δώρα¨, σκέφτεται και χαμογελάει. Γίνεται πάλι αισιόδοξος: Για όλα θα υπάρξει καιρός.

Σήμερα όμως όλα δείχνουν πως η μέρα θα είναι έντονη. Τις εσπερινές ώρες, όταν ο ήλιος πάψει να καίει ενοχλητικά, προβλέπεται η τελετή στο Λεωκόριο. Και εκτός αυτού,  τόσο η εθιμοτυπία, όσο και η αναγκαιότητα να εκτελέσει σωστά τις διάφορες επιταγές της αποστολής του, τού επιβάλλουν να επισκεφτεί τον ¨αρχηγεύοντα¨ του Δήμου, τον  άρχοντα στρατηγό Φωκίωνα.  

Ο Αισχύνης και ο Δημάδης, οι δύο σημαντικότεροι ηγέτες της φιλομακεδονικής παράταξης θα είναι σίγουρα παρόντες στην τελετή και πιθανότατα στο δείπνο που θα παρατεθεί μετά. Θα τους δει εκεί δημόσια και, επίσης δημόσια, σκοπεύει να δηλώσει ότι θέλει να συναντηθεί όχι μόνο με τους θεωρούμενους ως προσκείμενους στην ανερχόμενη Μακεδονική δύναμη, την οποία άλλωστε δεν εκπροσωπεί, αλλά με τους πάντες. Ακόμη και με τον ρήτορα Δημοσθένη εάν εκείνος το επιθυμεί.

Οι συναντήσεις αυτές ανάμεσα στην αθηναϊκή πολυαρχία και έναν εκπρόσωπο όχι των μακεδόνων, αλλά της κοινής προελαύνουσας εκστρατείας, δεν πρέπει να είναι κρυφές. Ξέρει ότι κάθε μυστική  επαφή μπορεί να προκαλέσει κακόβουλα σχόλια, ανοιχτές επικρίσεις και  ηθελημένες διαβολές που εν τέλει θα δυσκολέψουν την αποστολή του.

 Ξέρει επίσης ότι οι κινήσεις του ενδιαφέρουν πολλούς και ούτως ή άλλως θα παρακολουθούνται. Αποφασίζει λοιπόν ότι πρέπει να κάνει εκ των προτέρων γνωστή την πρόθεσή του να συναντήσει και να ενημερώσει όποιον ενδιαφέρεται για την επέλαση των  ελληνικών στρατευμάτων στην Ασία. Μένει να επαληθευτεί αν οι δικές του καλές προθέσεις θα αντιστοιχούν με εκείνες των άλλων. Στο κάτω κάτω, πρέπει να ‘χει κανείς κατά νου ότι βρισκόμαστε στην σημερινή ¨σοφιστική¨ Αθήνα, όπου το τι ¨φαίνεται ότι είσαι¨ μετράει ίσως περισσότερο από το τι ¨είσαι στην πραγματικότητα¨, άρα: προσοχή.

Από ό, τι του είπε ο Λυκούργος, είναι σίγουρο ότι ¨απόψε στο Λεωκόριο και μετά, στο Δείπνο, θα είναι παρών ο εντονότερος από τους ρήτορες που εχθρεύονται τους Μακεδόνες και την κοινή δράση μαζί τους, ο πασίγνωστος πλέον Δημοσθένης¨. Και όχι μόνο θα είναι παρών αλλά,  όπως υπαγορεύουν οι δημοκρατικές διαδικασίες, θα μιλήσει κιόλας.

¨Θα χαρώ να τον ακούσω¨, απάντησε ο Εύελπις και χαμογέλασε. Εκείνο που κάπως τον ανησυχεί δεν είναι η ομιλία  που θα εκφωνήσει ο Παιανέας,  είναι ότι ο Λυκούργος του ζήτησε να απευθύνει χαιρετισμό στους Αθηναίους και ο εκείνος ο ίδιος.

¨Κάτι τέτοιο θεωρείται μέγιστη τιμή¨, σκέφτεται, ¨και επί πλέον μου δίνει την ευκαιρία να ξεκαθαρίσω ευθύς εξ αρχής ορισμένα πράγματα, αλλά, κακά τα ψέματα, μπορεί να κρύβει απροσδόκητες παγίδες. Οι Αθηναίοι πολίτες είναι μαθημένοι σε πολύ καλύτερους ρήτορες από μένα, και, διαιρεμένοι όπως είναι αυτόν τον καιρό,  ασφαλώς αποτελούν ένα κοινό δύσκολο ¨.

Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να πει όχι. Ζητάει όμως ορισμένα πράγματα. 

Πρώτο: Η εθιμοτυπική συνάντηση με τον Φωκίωνα να γίνει οπωσδήποτε πριν από την τελετή και την εκφώνηση των λόγων και όχι μετά. Θέλει να είναι έγκυρα και έγκαιρα κατατοπισμένος πριν μιλήσει δημόσια. «Δεν υπάρχει πρόβλημα» είπε  ο Λυκούργος, «έτσι το έχουμε προβλέψει. Θα σε δεχτεί στο Βουλευτήριο και από κει θα πάμε όλοι μαζί στο Λεωκόριο».

Δεύτερο: Να μιλήσει τελευταίος ώστε, αν χρειαστεί, να απαντήσει σε ενστάσεις και αμφισβητήσεις. Καμία αντίρρηση ούτε σ’  αυτό.

Τρίτο και τελευταίο, θέλει να μάθει ποιοι άλλοι θα μιλήσουν εκτός από τον Παιανέα και τον ίδιο. Η απάντηση ήταν: «Μόνον ένας, ο ίδιος ο στρατηγός Φωκίωνας. Θα μιλήσει πρώτος μόλις ολοκληρωθεί η θυσία. Μετά ο λόγος θα δοθεί στον Δημοσθένη και θα κλείσεις εσύ. Ύστερα θα αποκαλύψουμε τα αγάλματα και μετά θα πάμε στην Θόλο του Πρυτανείου για το δείπνο».

Φαίνεται ότι όλα όσα αφορούν στην τελετή της επανατοποθέτησης των αγαλμάτων έχουν οργανωθεί με επιμέλεια, σύμφωνα πάντοτε με τα αθηναϊκά ήθη. 

Ο Εύελπις αναρωτιέται προς στιγμήν αν, απόψε, θα καταφέρει να έχει μια πρώτη επαφή και με το δάσκαλο Αριστοτέλη. Μετά σκέφτεται ότι είναι πιθανό ο ¨φιλοξενούμενος¨ στην Αθήνα Σταγειρίτης να μην θεωρήσει απαραίτητο (ή και να μην έχει καν κληθεί) να παραστεί σε μια τελετή που αφορά ¨εσωτερικά¨ ιστορικά  θέματα της  Πόλης.

Όπως και να ‘χουν τα πράγματα, είναι ορθό να αναγγείλει την άφιξή του στον Δάσκαλο σήμερα κιόλας. Συντάσσει λοιπόν μια επιστολή όπου υποβάλλει τα σέβη του στον Αριστοτέλη και ζητάει να γίνει δεκτός στο Λύκειο αύριο το απόγευμα, προκειμένου να του μεταφέρει τους χαιρετισμούς του βασιλέα Αλέξανδρου και του επικεφαλής των Λογίων, ιστορικού Καλλισθένη.

Στέλνει την επιστολή με έναν υπηρέτη και παρακαλεί τον Ευρύνου να ετοιμαστεί για να τον συνοδέψει στην επίσκεψη στον Φωκίωνα. Η υπόλοιπη οικογένεια θα ξεκινήσει αργότερα και θα κατευθυνθεί στην Αγορά για να παρακολουθήσει την τελετή.

Δύο άλογα ζεύονται στο κομψό όχημα που ο οίκος των Μεγαρέων χρησιμοποιεί για τις  μετακινήσεις σε όσους  δρόμους της Αττικής έχουν λιθοστρωθεί, ο ηνίοχος παίρνει τη θέση του και, πατέρας και γιος, ξεκινούν για το κέντρο της Πόλης.

  Ένα ελαφρό αεράκι ανηφορίζει από το Φάληρο και σπάει την κάψα του θερινού απομεσήμερου. Ο Εύελπις χαλαρώνει. Δίπλα του υπάρχει το σημαντικότερο σύμβολο ασφάλειας: ο πατέρας. Είναι και πάλι σίγουρος ότι όλα θα πάνε καλά.

Ωστόσο, ο  Εύελπις δεν θα ήταν τόσο βέβαιος  για την αίσια έκβαση αυτής της ιστορικής μέρας αν ήξερε μερικά πράγματα που είχαν συμβεί στο κλεινόν άστυ τα τελευταία δεκαήμερα.

ddef0392980019d10dfa921b22c70b0e

(συνεχίζεται)

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , | Leave a Comment »

Μυθιστόρημα υπό εκπόνηση. Μέρος Ε΄, Κεφάλαιο όγδοο: Επιστροφή (και μια σημείωση)

Posted by vnottas στο 1 Ιουνίου, 2017

Σημείωση για τους φίλους που παρακολουθούν τις αναρτήσεις με το (υπό εκπόνηση) ιστορικό μυθιστόρημα

images (2)

Λέω να κάνω κάποιες αλλαγές στη δομή του (υπό διαδικασία συγγραφής) ιστορικού μυθιστορήματος και θα ήθελα να ενημερώσω σχετικά όσους παρακολουθούν αυτό το συγγραφικό παιχνίδι.

α. Το Πέμπτο Μέρος είχα πρόθεση να το αφιερώσω στις περιπέτειες των ηρώων κατά την παραμονή τους στην Αθήνα του 330 πΧ, όμως η εξιστόρηση, όπως είδατε, σκάλωσε κάπως στην Τύρο, με αποτέλεσμα να είμαστε ήδη στο ένατο κεφάλαιο και μόλις που έχουμε αντικρύσει, στο βάθος, τους Αθηναϊκούς λόφους.  Επομένως μου φαίνεται σωστό να αυτονομήσω αυτά τα εννιά κεφάλαια ως πέμπτο (ταξιδιωτικό) μέρος, και να ανοίξω ένα αυτοτελές έκτο με τα (πάντοτε υπό επινόηση/συγγραφή) αθηναϊκά δρώμενα.

β. Από τα εννέα κεφάλαια του ταξιδιού της επιστροφής στην Αθήνα των ηρώων (και των χάλκινων τυραννοκτόνων),  σας έχω ήδη κοινοποιήσει τα οκτώ και σήμερα δημοσιεύω το ένατο. Όμως προτίθεμαι στη τελική εκδοχή το ένατο να αλλάξει θέση με το όγδοο και επομένως το τρέχον Ε΄ μέρος να καταλήγει με τα σχόλια και τις επεξηγήσεις του Οινοκράτη καθώς ενημερώνει περί των Αθηνών τον Χονδρόη. Μόνο που χρειάστηκε να προσθέσω μια μικρή παράγραφο στο (νυν όγδοο και από δω και μπρος ένατο και τελευταίο) κεφάλαιο του Ε΄ μέρους, όπου ο Οινοκράτης προειδοποιεί τον φίλο του πώς στην Αθήνα θα προσπαθήσουν να λύσουν πολλά μυστήρια, μερικά από τα οποία τον αφορούν (τον Οινοκράτη) προσωπικά.

γ. Το κεφάλαιο που αναρτώ σήμερα (θα μπει στη θέση του νυν όγδοου ως το προτελευταίο του Ε΄μέρους), αφηγείται τις σκέψεις του Εύελπι καθώς η νηοπομπή πλησιάζει στον Πειραιά,. Εδώ γίνεται μια προσπάθεια να ενημερωθεί κάπως ο αναγνώστης σχετικά με το (κυρίως πολιτικό) σκηνικό που θα βρουν οι ήρωές μας με το που θα (ξανά) πατήσουν το πόδι τους στην Αττική.

*

[Προσωρινός τίτλος: Κύλικες και δόρατα.

Προσωρινός υπότιτλος: Ημέρες και έργα του Εύελπι του Μεγαρέα, λόγιου στην ακολουθία του Αλέξανδρου του Γ΄ του Μακεδόνα, κατά την μεγάλη ασιατική εκστρατεία.]

  images (7)

 Κεφάλαιο όγδοο: Επιστροφή. (Οι προβληματισμοί του Εύελπι…)

 Περίεργα, αλλόκοτα συναισθήματα με διαπερνούν. Επιστρέφω. Άγνωστο για πόσο, αλλά σε λίγο θα είμαι πάλι στην Αθήνα. Ήδη μου φαίνεται πως νιώθω τις μυρουδιές της. Είναι αξιοθαύμαστο πώς διαδίδονται οι μυρουδιές στην Αττική! Και πώς μαζί τους κουβαλάνε, όσο τίποτα άλλο, δονήσεις και αισθήματα απ’ το παρελθόν.

Πόσο μακριά βρίσκεται αυτό το παρελθόν; Δεν ξέρω. Οι χρονογραφές των ιερέων καταγράφουν τέσσερα μόλις χρόνια από τότε που ξεκίνησα, άμαθος και γεμάτος αισιοδοξία από το λιμάνι του Πειραιά, αλλά για μένα τα όσα συνέβησαν από τότε θα μπορούσαν να έχουν διαρκέσει πολύ περισσότερο. Εκεί που βρισκόμουν εγώ αυτά τα χρόνια, ο κόσμος άλλαζε κι εξακολουθεί να αλλάζει καταιγιστικά και τώρα σκέφτομαι – όχι χωρίς κάποια ανησυχία: άραγε έχει αλλάξει εξ ίσου και η Αθήνα;

Εγώ ναι, έχω αλλάξει αρκετά. Υποθέτω ότι τώρα είμαι πιο σοφός, υποθέτω ότι τώρα καταλαβαίνω καλύτερα τα κίνητρα των ανθρώπων και διακρίνω διαυγέστερα τα νήματα που πλέκουν τις ιστορίες τους. Αλλά η ωρίμανση, η σοφία, η επίγνωση, μήπως μου έχουν μειώσει την ικανότητα να ευτυχώ με  τα απλά πράγματα που με συγκινούσαν και με ενθουσίαζαν άλλοτε;

Θέλοντας και μη οι σκέψεις μου γυρνούν για μια στιγμή στην εκστρατεία και τα όσα εξακολουθούν να ρέουν και να διαμορφώνονται εκεί. Το καταπονημένο αλλά ήρεμο πρόσωπο του Καλλισθένη, η αποφασιστική νευρώδης φιγούρα του Ευμένη, τα ανδραγαθήματα, οι πολιτικοί ελιγμοί, οι σκευωρίες, όλα όσα διακυβεύονται στην αχανή Ασία, ενώ οι πολεμιστές επελαύνουν και καθώς νέοι τρόποι σκέψης και  νέοι τρόποι διοίκησης αναδύονται από το καζάνι όπου οι παλιοί ανακατεύονται, κοχλάζουν και ανασυντίθενται.   

Όμως δε θα ήμουν ειλικρινής με εμένα τον ίδιο, αν δεν παραδεχόμουν ότι πίσω από όλα αυτά στο νου μου κυριαρχεί μια άλλη μορφή. Όμορφη όσο ποτέ κι όμως με κάνει να μελαγχολώ. Προς τι να το κρύψω όταν ακόμη και ο Οινοκράτης το έχει καταλάβει και ανησυχεί; 

Είναι η μορφή εκείνης-που-εξακολουθεί-να-με-παιδεύει. Εκείνη, η προικισμένη με όλες τις χάρες, εκείνη που ξαφνικά και εκεί που δεν το περίμενα, έγινε προσιτή… και αμέσως ύστερα και πάλι απρόσιτη. Εγώ έπρεπε να φύγω, είχε αποφασιστεί. Δεν είχα το χρόνο να αντιδράσω στην άρνησή της να με ακολουθήσει.

Μαζί της πίσω στην Αθήνα θα ήταν σαν να μου είχαν προσφέρει ένα δώρο οι θεοί. Δεν μου παραχωρήθηκε. Μαζί της οπουδήποτε θα ήταν μια ανέλπιστη ευτυχία. Όμως ούτε κι αυτό προβλεπόταν για μένα. Τώρα ταξιδεύω ανάμεσα σε γλυκόπικρες σκέψεις, χωρίς αυτήν… κι όμως σχεδόν κάθε στιγμή, θελημένα ή άθελα, μαζί της.

images (24)

Από τα άλλα πλοία της νηοπομπής φτάνουν ως τα εδώ οι φωνές των απόμαχων πολεμιστών, ανακατεμένες με τα τριξίματα των κουπιών, τα πλαταγίσματα των πανιών και τα κρωξίματα απ’ τα θαλασσοπούλια. Οι ερέτες κωπηλατούν και τραγουδούν συγκινητικά παλιά αθηναϊκά άσματα του νόστου. Όπως αυτοί έτσι κι εγώ χαίρομαι που, όπου να ‘ναι, θα δω τους δικούς μου και χαίρομαι, ακόμα, με τη χαρά που θα πάρουν κι εκείνοι βλέποντάς με.  

Ως και οι πρέσβεις, δείχνουν ευχαριστημένοι και έχουν πάψει να μουρμουρίζουν διατυπώνοντας τις γνωστές, συνήθεις αν όχι πάγιες ¨διπλωματικές¨  επιφυλάξεις τους. Όταν δεν προσπαθούν να εκμαιεύσουν τις προθέσεις μου για το τι ακριβώς θα κάνω στην Αθήνα (πράγμα, όπως και να το κάνουμε, συμβατό με τα διπλωματικά τους καθήκοντα) ή να με κολακέψουν ως ¨σχεδόν Αθηναίο¨ που έχει τη σπάνια ευκαιρία να συμβάλει στην απονομή ιστορικής δικαιοσύνης προς την πόλη της Παλλάδας, αφιερώνονται σε ανώδυνους υπολογισμούς και προβλέψεις.

Υπολογίζουν ότι είμαστε στο μήνα  Σκιροφοριώνα κι ότι, ακόμα κι αν χάσουν τους ιππικούς αγώνες που γίνονται κάθε τέτοιο μήνα και είναι αφιερωμένοι στον Δία, σίγουρα θα βρισκόμαστε στο Άστυ καθώς θα μπαίνει ο Εκατομβαιώνας και μαζί του το νέο έτος. Επομένως έχουμε μπροστά μας Παναθήναια και μάλιστα τα Μεγάλα, τα ανά τετραετία, που πάει να πει  Παναθηναϊκούς αγώνες, ανοιχτούς σε αθλητές, καλλιτέχνες  και επισκέπτες από όλη την Ελλάδα. Με ρωτούν αν συμφωνώ, και εγώ τους λέω ότι έτσι είναι, έχουν δίκιο, τίποτα δεν είναι σαν τα αθηναϊκό καλοκαίρι, ιδίως όταν, κάθε τέσσερα χρόνια,  περιλαμβάνει τις γιορτές των Μεγάλων Παναθηναίων. Δεν αναφέρω καθόλου τις ανταγωνιστικές Ολυμπιακές γιορτές (οι τελευταίοι πανελλήνιοι Ολυμπιακοί αγώνες ήταν πριν τρία χρόνια) κι έτσι δε τους χαλάω τον ενθουσιασμό.

images (9)

Ο Παλαμήδης, ο βετεράνος πολεμιστής που, ύστερα από θερμή παράκληση του Οινοκράτη, ταξιδεύει στο ίδιο πλοίο με μας, είναι καλή παρέα.

Διαπίστωσα ότι έχει άποψη για ό, τι συμβαίνει στην εκστρατεία και πέρασα πολλές ώρες του ταξιδιού συζητώντας μαζί του για όσα διακυβεύονται στην Ασία.  Μου μίλησε και για κάποια προβλήματα των πολεμιστών, που απ’ ότι φαίνεται δεν είναι επαρκώς γνωστά στην ηγεσία. Πολλοί οπλίτες, ικανοί και άξιοι στο πεδίο της μάχης, είναι αντίθετα άμαθοι και αφελείς σε ό, τι έχει να κάνει με το χρήμα και τις συναλλαγές. Κάποιοι επιτήδειοι (συνακολουθούντες ή και ντόπιοι ασιάτες) εκμεταλλεύονται αυτήν την απειρία και απομυζούν σκοτεινά κέρδη -νομίσματα και λάφυρα- φτιάχνοντας μεγάλες αν και αφανείς περιουσίες. Θυμήθηκα ότι κάτι μου είχε αναφέρει σχετικά ο Οινοκράτης (ή μήπως ήταν ο Ευρυμέδοντας;)  πριν την αναχώρηση, αλλά μέσα στην αναμπουμπούλα της προετοιμασίας δεν είχα δώσει επαρκή σημασία. Τώρα βλέπω ότι ο Παλαμήδης ενδέχεται να έχει δίκιο και καλό θα είναι να αντιμετωπίσουμε τη κατάσταση προτού πολλοί οπλίτες βρεθούν ξαφνικά καταχρεωμένοι.

Τα λόγια του βετεράνου με έκαναν να θυμηθώ τα όσα μου είπε ο Ευμένης για την επιθυμία του Αλέξανδρου να μάθει τις σκέψεις και τις προσδοκίες του στρατεύματος, προκειμένου να πάρει οριστικές αποφάσεις για τη συνέχιση ή όχι της προέλασης  (μετά την -προβλεπόμενη- εξουδετέρωση του Δαρείου).  Σκέφτομαι ότι αν επιχειρηθεί μια τέτοια διερεύνηση είναι πιθανό να έρθουν στην επιφάνεια πολλές απρόβλεπτες πτυχές της κατάστασης που επικρατεί στη βάση της στρατιάς. Αποφασίζω ότι θα είναι καλό να αναφέρω τις διαπιστώσεις του απόμαχου στον Καλλισθένη στην επόμενη επιστολή μου.

Με τον Παλαμήδη μιλάμε και για ο Άστυ των Αθηνών. Λείπει κι αυτός από κει πάνω-κάτω όσο κι εγώ. Όπως κι εγώ, προσπαθεί να ξαναμπεί κάπως στο κλίμα της πόλης για να μη φανεί απληροφόρητος κι αποξενωμένος όταν ξεμπαρκάρει. Γι αυτό, κάθε τόσο, ζητάει από τους πρέσβεις πληροφορίες για τα όσα έχουν συμβεί στην Αθήνα τα τελευταία χρόνια.

Οι πρέσβεις δεν ξανοίγονται ιδιαίτερα και τηρούν την διπλωματική τους επιφυλακτικότητα, προπαντός όταν η κουβέντα αφορά στις πολύπλοκες πολιτικές ισορροπίες της Αττικής και όταν οι ίδιοι βρίσκονται σε πλήρη νηφαλιότητα. Που πάει να πει ότι  γίνονται κάπως πιο ομιλητικοί σε δυο περιπτώσεις: Όταν τυχαίνει η συζήτηση να συνοδεύεται από υγρά κατασκευάσματα βακχικής προέλευσης και Οινοκρατικής παρασκευής και, βέβαια,  όταν τα θέματα αφορούν στα καλλιτεχνικά και τα αθλητικά δρώμενα…

Από αυτά που ήδη ξέρω, λόγω της μακρόχρονης παραμονής μου στην πόλη της Παλλάδας, αλλά και έχοντας ενημερωθεί όσο γίνεται πιο αναλυτικά από τους προϊστάμενούς μου και τις υπηρεσίες, πριν την αναχώρηση, καθώς και από αυτά που συμπεραίνω  από τα υπαινικτικά σχόλια που ξεφεύγουν από τους πρέσβεις, η κατάσταση που, κατά πάσα πιθανότητα, θα βρω στην Αθήνα άμα τη αφίξει, σε γενικές γραμμές, έχει ως εξής:

Πρώτα η γενική πολιτική κατάσταση.

Η εξουσία στην Αττική, βέβαια, εξακολουθεί να ασκείται με βάση την αθηναϊκή επινόηση του ¨αρχηγεύοντος Δήμου¨ που αποκαλείται ¨Δημοκρατία¨ και  που αποτελεί βασική συνιστώσα του πανελλήνιου γοήτρου  των Αθηνών, ενώ κάποιες παραλλαγές της εφαρμόζονται και στις πόλεις που τελούν κάτω από την Αθηναϊκή επιρροή.

Στο κυρίαρχο όργανο αυτού του πολιτεύματος, τη Συνέλευση των Πολιτών, (ή Εκκλησία του Δήμου, όπως την αποκαλούν οι Αθηναίοι) οι συσπειρώσεις, εδώ και καιρό, δεν είναι πια εκείνες του παρελθόντος. Δεν είναι πια διακριτοί, όσο άλλοτε, οι ¨ολιγαρχικοί¨ σε αντιπαράθεση με τους ¨δημοκρατικούς¨, ή, ας πούμε, οι ¨παράλιοι (ναυτικοί, έμποροι)¨ κόντρα στους ¨μεσόγειους¨ (κτηματίες), ή τους ¨ορεινούς¨ (φτωχοί αγρότες και κτηνοτρόφοι)  ή τους κατοίκους του κεντρικού άστεως, τους επιλεγόμενους και ¨αστούς¨ (όπου συγχρωτίζονται οι διοικητικοί με τους βιοτέχνες, τους καλλιτέχνες  και αδιευκρίνιστους άλλους).  Εδώ και πάνω από μια δεκαετία, -σημεία των καιρών- στη Συνέλευση έχουν σχηματιστεί δύο κυρίαρχες ομάδες: από τη μια μεριά οι φίλοι των Μακεδόνων και από την άλλη οι κεντρομόλοι Αθηνοκεντρικοί. Δίπλα σε αυτά τα δύο ¨κόμματα¨υπάρχουν (αν και -εκ των πραγμάτων- σε  κρίση), οι μικρότερες ομάδες των κρυπτο-λακωνιζόντων και, πιθανώς να επιβιώνουν ακόμη και κάποιοι κρυπτο-μυδίζοντες.

Πολλούς από όλους αυτούς τους γνωρίζω από παλιά. Ίσως όμως την τελευταία τετραετία να αναδείχτηκαν στη δημόσια ζωή της πολιτείας και άλλα, νέα πρόσωπα,  που να μην τα ξέρω και τα οποία  έχουν διαφύγει της προσοχής των υπηρεσιών  που παρακολουθούν τις εξελίξεις απ’ τους μακρινούς σταθμούς της ασιατικής εκστρατείας

Παρεμπιπτόντως σκέφτομαι ότι, εδώ που τα λέμε, στην πολιτική ζωή, -της κατά τα άλλα καινοτόμου Αθήνας- κυριαρχούν οι γηραιοί (εξηντάρηδες και βάλε), ενώ η ηγεσία της εκστρατείας αποτελείται ως επί το πλείστον από νέους κάτω των τριάντα ετών. Πάντως τίποτα δεν αποκλείει οι ¨παλιοί¨ των Αθηνών να έχουν αναπροσαρμόσει τις απόψεις τους,  γιατί αυτή η τελευταία τετραετία έχει φέρει τα πάνω κάτω σε ολόκληρη την υφήλιο.

Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει έγκυρα να διαπιστώσω πόσο ειλικρινής είναι φιλία εκείνων που αναγνωρίζουν τον κυρίαρχο ρόλο του Αλέξανδρου στην ελληνική επέκταση (και τους νέους συσχετισμούς που προκύπτουν από αυτήν) και εάν εκείνοι που εκπροσωπούν αυτή την τάση είναι πρόσωπα αξιόλογα και αξιοσέβαστα ή αν έχουν παρεισφρήσει στις τάξεις τους οι συνήθεις αφερέγγυοι καιροσκόποι.  Δηλαδή θα πρέπει να εξακριβώσω ποιοι ακολουθούν τους Μακεδόνες επειδή θεωρούν πως είναι οι μόνοι που θα μπορούσαν να υλοποιήσουν τα όσα είχε οραματιστεί για τους Έλληνες ο δάσκαλος Ισοκράτης και ποιοι, αντίθετα, τους υποστηρίζουν απλά και μόνο επειδή επωφελούνται από το να είναι με τους ισχυρότερους, είτε αυτοί είναι Μακεδόνες, είτε Λακεδαιμόνιοι είτε Πέρσες.

Πριν την θριαμβευτική εξόρμηση του Αλέξανδρου προς ανατολάς, οι κύριοι εκπρόσωποι των φιλικά διακείμενων προς τους μακεδόνες βασιλείς στην Αθήνα, πέρα από τον ειρηνιστή Εύβουλο που όντας πλέον πάνω από εβδομήντα πέντε ετών,  έχει αποσυρθεί από τα κοινά, και τον Φιλοκράτη (εκείνον της ομώνυμης ¨ειρήνης¨, που βρίσκεται ακόμη αυτοεξόριστος με μια θανατική ποινή που δεν έχει ακόμα αρθεί, να επικρέμεται στην κεφαλή του), ήταν -και απ’ ό, τι φαίνεται εξακολουθούν να είναι- ο Αισχίνης από το δήμο των Κοθωκιδών και ο Δημάδης από την Παιανία.

Οι δυο τους διαφέρουν στην ηλικία κατά μία δεκαετία, (πάνω κάτω εξηντάρης σήμερα ο Αισχίνης, πενηντάρης ο Δημάδης) και κατάγονται και οι δύο από τα φτωχά στρώματα του Αθηναϊκού πληθυσμού. Ο πατέρας του Αισχύνη ήταν εγγράμματος δούλος που χειραφετήθηκε πολεμώντας για την Αθηναϊκή Δημοκρατία, ενώ του Δημάδη ήταν βαρκάρης. Μοιάζουν επίσης στο ότι και οι δυο, στην αρχή της πολιτικής τους ζωής, αντιμετώπισαν την μακεδονική επέκταση ως κίνδυνο για την Αθήνα, όμως αργότερα άλλαξαν γνώμη, διαφοροποιήθηκαν από τον πολυπράγμονα, αλλά συνεπή αντιμακεδόνα Δημοσθένη και ηγήθηκαν της παράταξης των φιλομακεδόνων. Κατά τα άλλα μπορεί να πει κανείς ότι πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες. Ο Αισχύνης, μοιάζει συνεπής στις αρχές που τώρα διακηρύσσει, ενώ τον Δημάδη οι περισσότεροι τον θεωρούν καιροσκόπο και θηρευτή πολιτικών (και οικονομικών) ευκαιριών.

όπλα

Όμως, πιο σημαντική από την τη διερεύνηση των προσκείμενων, είναι η ανάλυση της επιρροής των ενάντιων, δηλαδή εκείνων που εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η Αθήνα, παρά τις ήττες και τις απώλειες των πρόσφατων χρόνων, μπορεί ακόμη να αποτελέσει την ηγέτιδα δύναμη των ελλήνων.

Εγώ που επιστρέφω από μια εκστρατεία που ανατρέπει και εξαρθρώνει βασίλεια και αυτοκρατορίες, αν δεν γνώριζα από κοντά τις αθηναϊκές ιδιομορφίες, θα απορούσα με την ανθεκτικότητα και την επιμονή με την οποία η Αθήνα εξακολουθεί να διεκδικεί όχι μόνο αυτονομία αλλά και ηγετικό ρόλο στις τρέχουσες εξελίξεις. Εγώ όμως ξέρω ότι οι Αθηναίοι είναι μαθημένοι όχι μόνο να συμμετέχουν στη διοίκηση της πόλης τους, αλλά και η πόλη τους να παίζει αποφασιστικό ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις. Επομένως πολύ δύσκολα θα ανεχθούν μία παγκόσμια τάξη στην οποία οι αποφάσεις θα παίρνονται σε κάποιο απομακρυσμένο αυτοκρατορικό  κέντρο. Ξέρω, επίσης ότι ανάμεσα στους αντιμακεδόνες υπάρχουν ορισμένα σπινθηροβόλα πνεύματα.

Επικεφαλής τους βρίσκεται ο πασίγνωστος πλέον ρήτορας Δημοσθένης, που πρέπει να είναι πλέον περίπου πενήντα τεσσάρων ή πενήντα πέντε ετών. Μαζί του ο γηραιότερος (πρέπει να ‘χει πατήσει τα εξήντα), ευπατρίδης   Λυκούργος, από την ιερατική γενιά των Βουτάδων, ικανός διαχειριστής των οικονομικών που, παρά ταύτα, δεν έχει χάσει την φήμη του ¨υπεράνω χρημάτων¨. Στην ίδια περίπου ηλικία και ο παλιός μαθητής του Ισοκράτη, ο πλούσιος και καλοζωισμένος ρήτορας Υπερίδης. Ίσως, κατα τη διάρκεια της απουσίας μου από την Αθήνα να έχουν αναδειχτεί και ανάμεσα στους αντιμακεδόνες, άλλα, νεότερα στελέχη.

Πάντως, από ότι φαίνεται, ο κυριότερος, από τους αθηναίους ηγέτες αυτή τη στιγμή είναι ο ικανός τηρητής ισορροπιών, (γηραιός κι αυτός, πάνω από εβδομήντα) στρατηγός Φωκίωνας, που συνδυάζει τις εξής αντιφατικές ιδιότητες: Αφενός (όντας παλιός ολιγαρχικός και φιλολάκων) μοιάζει να είναι ένας από τους λιγότερο δημοφιλείς πολιτικούς της Δημοκρατίας, ο οποίος όμως, παρά την αντιδημοτικότητά του, εξακολουθεί να εκλέγεται αδιάκοπα σε καίριες θέσεις και να επηρεάζει αποφασιστικά τα τεκταινόμενα. Αφετέρου, όλοι συμφωνούν ότι πρόκειται για ένα σπάνιο δείγμα (τουλάχιστο για τη σημερινή αθηναϊκή δημοκρατία) αδιάφθορου και ανυστερόβουλου πολιτικού ηγέτη. Ο Αλέξανδρος τον εκτιμά ιδιαίτερα και η υπηρεσία μού έχει αναθέσει ειδική μεταχείριση σε ό, τι τον αφορά.

Παράλληλα με την αξιολόγηση των καταστάσεων και των χαρακτήρων που επικρατούν στην πολιτική ζωή της πόλης της Παλλάδος, θα πρέπει να διερευνήσω, με άκρα διακριτικότητα, πώς εξελίσσονται οι σχέσεις της Αθήνας με τον αντιβασιλέα Αντίπατρο. Είναι αναμενόμενο ότι ο Μακεδόνας στρατηγός, μόλις συνέλθει από την επώδυνη νίκη του επί των Σπαρτιατών στη Μεγαλόπολη, θα ασχοληθεί ειδικότερα με τους Αθηναίους. Μέχρι στιγμής δεν έχει ενημερώσει την ηγεσία για τις ακριβείς προθέσεις του, και πιθανώς θεωρεί πλεοναστικό ή και περιττό να ζητήσει κατευθυντήριες γραμμές από το επιτελείο της εκστρατείας, αλλά είναι εξ ίσου πιθανό να έχει κατ’ ευθείαν επαφή με τον Αλέξανδρο. Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται ότι ο Βασιλιάς επιθυμεί συμπληρωματική πληροφόρηση για τη δράση του αντιβασιλέα. Ο Ευμένης θεωρεί ότι οι ανησυχίες του Αλέξανδρου για τη συμπεριφορά του Αντίπατρου οφείλονται σε καταγγελίες της βασιλομήτορος Ολυμπιάδας, η οποία είναι γνωστό ότι αντιπαθεί τον στρατηγό που αντικαθιστά το γιο της στο βασίλειο της  Μακεδονίας.

Ο Ευμένης ήταν αρκετά σαφής σχετικά με αυτό το θέμα. Θα πρέπει να εξακριβώσω εάν ο Αντίπατρος έχει ήδη διεισδύσει ¨αυτόνομα¨ στους κύκλους της Αθηναϊκής ηγεσίας ή όχι, καθώς επίσης πώς τον αντιμετωπίζουν γενικότερα οι έλληνες του νότου.

5greca

Όμως δεν ξεχνώ ότι ο βασικός λόγος που είμαι εδώ, ο λόγος για τον οποίο ο Καλλισθένης με πρότεινε για αυτήν την αποστολή, είναι η αποκατάσταση της επαφής της ομάδας μας με τον δάσκαλο Αριστοτέλη. Η κρισιμότητα των καιρών που διανύουμε, η αναγκαιότητα να ληφθούν οσονούπω αποφάσεις που θα επηρεάσουν τον απώτερο βίο των Ελλήνων και παράλληλα η ανάπτυξη στην αυλή του Αλέξανδρου οργανωμένων ανταγωνιστικών ομάδων με απρόβλεπτη επιρροή, καθιστούν αναγκαία και επείγουσα μια διαβούλευση εκείνων που δρουν στο μέτωπο της Εξόρμησης με τους Σοφούς που μπορούν να συμβάλουν έστω από τα μετόπισθεν. Δηλαδή (επί της ουσίας) με τον εγκυρότερο σημερινό φιλόσοφο: τον Αριστοτέλη.  Επί πλέον η αλληλογραφία με τους σοφούς των μετόπισθεν θα πρέπει να επανα-κωδικοποιηθεί έτσι ώστε να  προφυλαχτεί από τις παρεμβάσεις και τις υποκλοπές των -όλο και πιο επικίνδυνων- ¨άλλων¨

Ο Σταγειρήτης όχι μόνο έχει άποψη για την εκστρατεία, αλλά και ξέρει καλά πρόσωπα και πράγματα. Πέρα από τον ίδιο τον Αλέξανδρο, που τρέφει για τον ¨πνευματικό του πατέρα¨ ιδιαίτερη εκτίμηση αν όχι αγάπη, τον υπολογίζουν και τον σέβονται πολλοί από τους νεαρούς μακεδόνες στρατηγούς που υπήρξαν κι αυτοί μαθητές του.  Εάν αυτήν τη στιγμή είναι καθοριστικής σημασίας κάποιος να συμβουλέψει τον βασιλιά, έτσι ώστε το Μεγάλο Επίτευγμα να μην συρρικνωθεί σε μια σειρά αιματηρών συγκρούσεων προς άγραν χρυσού και επιβολής, δεν υπάρχει ιδεωδέστερος από τον Αριστοτέλη.

Ο Καλλισθένης θα επιθυμούσε να μιλήσει ο ίδιος με τον Δάσκαλο, όμως ο τραυματισμός του απέκλεισε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Έτσι σκέφτηκε ότι θα μπορούσα να αναλάβω εγώ έναν μεσολαβητικό ρόλο.

Immagine19

Να ‘μαι λοιπόν να πλέω με την πλώρη στραμμένη προς τα λιμάνια του Πειραιά και να αναλογίζομαι πως θα καταφέρω να τα βγάλω πέρα.

Και… δεν είναι μόνο αυτά… (χαμογελάω). Είναι και η εκδούλευση που έχω υποσχεθεί στον Άρπαλο, καθώς και οι χαιρετισμοί που πρέπει να μεταφέρω από την Θαϊδα στη κυρά – Φρύνη.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , | Leave a Comment »