Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Posts Tagged ‘Δημοκρατία’

Ιστορικό μυθιστόρημα υπό εκπόνηση. Μέρος ΣΤ΄ Κεφάλαιο ένατο: Η επίσκεψη του Δημάδη

Posted by vnottas στο 21 Αυγούστου, 2017

[Προσωρινός τίτλος: Κύλικες και δόρατα.

Προσωρινός υπότιτλος: Ημέρες και έργα του Εύελπι του Μεγαρέα, λόγιου στην ακολουθία του Αλέξανδρου του Γ΄ του Μακεδόνα, κατά την μεγάλη ασιατική εκστρατεία].

9219588129_d8da90ff9a_b

Κεφάλαιο ένατο: Η επίσκεψη του Δημάδη

Ξύπνησα νωρίς. Ήθελα να προετοιμαστώ κάπως γιατί όπου να ‘ναι θα κατέφθανε ο Δημάδης.

Τίμησα το πρωινό ¨άριστον¨ που μου ετοίμασε η κυρά Άνθεμη, η οποία βρισκόταν ήδη στο πόδι ακόμη πιο νωρίς από μένα και της είπα πόσο μου έχει λείψει αυτά τα τελευταία χρόνια, τόσο η ίδια όσο και το πρωινό που μόνο εκείνη ξέρει να φτιάχνει. Κέρδισα ένα πλατύ της χαμόγελο. Μετά αποσύρθηκα στη αίθουσα των κειμένων. Υπήρχαν εκεί περγαμηνές και πάπυροι  συλλεγμένοι από τον Ευρύνου, αλλά και κάμποσα συγγράμματα δικά μου, τόσο από εκείνα που χρησιμοποίησα στις σπουδές, όσο  και διάφορα άλλα.

Η χθεσινή συζήτηση με τον πατέρα μου σχετικά με την αντιδικία Δημοσθένη-Αισχίνη και η αναφορά του στην επικείμενη δίκη ανάμεσά τους, είχε τραβήξει την προσοχή μου στο γεγονός που, σύμφωνα με τον Ευρύνου, θα κυριαρχήσει στην πολιτική ζωή  της Αθήνας τούτο το καλοκαίρι.  Ο πατέρας έχει δίκιο. Οι δίκες στην Αθήνα έχουν σχεδόν πάντα πολιτικές προεκτάσεις. Οι δικαστές είναι ένορκοι πολίτες, πολλοί στον αριθμό, και οι αποφάσεις τους εκφράζουν έγκυρα το κλίμα που επικρατεί κάθε φορά στην Πόλη.

Σκοπεύω να παρακολουθήσω αυτή τη δίκη. Με τρόπο διακριτικό, γιατί δε θέλουν πολύ οι ποικίλοι ¨ενάντιοι¨ να με κατηγορήσουν για εμπλοκή και ανάμιξη εκεί όπου δεν είμαι σπαρμένος. Η Αθήνα είναι ευαίσθητη όσον αφορά στην ανεξαρτησία της και καλά κάνει. Η πολύτιμη ενδο-ελληνική ειρήνη, για να φτουρήσει, πρέπει να είναι μια έντιμη ειρήνη. Επομένως, το ξαναλέω: προσοχή!

images (19)

Δεδομένου ότι οι σπουδές μου δεν ήταν επικεντρωμένες στα νομικά, αλλά κυρίως, θα έλεγα, στα ιστορικά θέματα (ακριβέστερα στην μετατροπή του παρόντος σε Ιστορία), θέλησα να ενημερωθώ διεξοδικότερα για τα ισχύοντα στην αθηναϊκή νομολογία και δικονομία. Άνοιξα λοιπόν τις συγγραφές. Πέρα από τους νόμους και τους κανόνες, βρήκα αρκετούς από τους λόγους των δύο μονομάχων, καθώς και άλλα ενδιαφέροντα τεκμήρια.

Μέχρις ότου ακουστεί ο θόρυβος του αμαξιού με το οποίο κατέφτασε ο Δημάδης, είχα προλάβει να αποκτήσω μια πρώτη εικόνα, όχι μόνον  του νομικού πλαίσιου, αλλά και (εδώ με βοήθησαν οι δικές μου -πριν απ’ την αναχώρηση- σημειώσεις) του ιστορικού της διένεξης ανάμεσα στους δύο επιφανείς Αθηναίους ρήτορες-πολιτικούς.

Με λίγα λόγια…

τοξοτης

Ο ένας, ο Δημοσθένης, ήταν γεννημένος εύπορος. Ο πατέρας του είχε μια βιοτεχνία που έφτιαχνε κλίνες και μια άλλη όπου σκάρωνε μαχαίρια για πολεμική και ειρηνική χρήση. Πέθανε όταν ο γιος του ήταν μόνο εφτά χρονών. Του άφησε μια αξιόλογη περιουσία και τρεις ανίκανους και ιδιοτελείς κηδεμόνες. Όσο κι αν η χήρα-μάνα ανησυχούσε και διαμαρτυρόταν, οι κηδεμόνες κατασπατάλησαν την κληρονομιά.

Ο μικρός Δημοσθένης πείσμωσε! Ή θα γινόταν καλός στα όπλα και θα τους έσφαζε ή θα γινόταν δικανικός ρήτορας και θα τους έσερνε στα δικαστήρια μέχρι να τους αναγκάσει να επανορθώσουν.

Αν ζούσε αλλού θα είχε μόνον την πρώτη επιλογή. Αλλά ζούσε στην Αθήνα. Μια πόλη όπου γίνονταν παρανομίες, όπως παντού, αλλά ταυτόχρονα μια πόλη ικανή να αισθανθεί έως και συλλογικό άγος όταν καταπατιόταν το κοινό αίσθημα περί δικαίου. Όποιος κι αν ήταν ο φταίχτης! Ακόμη κι αν έφταιγε η Πόλη η ίδια!

Έτσι ο μικρός αντί να ασκηθεί στην παλαίστρα βάλθηκε να ασκείται και να μαθαίνει την τέχνη του δικανικού ρήτορα. Κι ας ήταν ψευδός!

 Δημοσθένης

Ό άλλος, ο Αισχίνης, από τον περιφερειακό δήμο των Κοθωκιδών[1],  γεννήθηκε τέσσερα, πέντε  χρόνια πρωτύτερα, γιος ενός εγγράμματου δούλου που τον έλεγαν Τρόμη.  Ο Τρόμης πολέμησε για την Αθήνα, και εναντιώθηκε στους τριάντα τύραννους με αποτέλεσμα, μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, να χειραφετηθεί και να αλλάξει όνομα: ήταν πλέον ο Ατρόμητος. Ο Αισχίνης μπόρεσε έτσι να αποκτήσει ευρύτερη μόρφωση, ενώ τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στο δημοδιδασκαλείο του πατέρα του. Πάντως, απ’ ό, τι φαίνεται, βασικά  ήθελε να γίνει ηθοποιός.

 Εν τω μεταξύ, οι αντιπαραθέσεις – κατάλοιπα της παλιάς μεγάλης σύγκρουσης μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιατών είχαν υποχωρήσει και είχαν αντικατασταθεί με τους προβληματισμούς για την ανάδυση  μιας νέας ισχυρής δύναμης στο βορρά, των Μακεδόνων. Η ενδιάμεση εμφάνιση στο πανελλήνιο προσκήνιο των Θηβαίων, ήταν εμφάνιση διαττόντων αστέρων.

 Ο Δημοσθένης καταφέρνει να διώξει ποινικά τους εκμεταλλευτές – τέως κηδεμόνες του, αλλά όχι και να αποζημιωθεί επαρκώς. Παραμένει συνήγορος-λογογράφος, και μάλιστα πολύ επιτυχημένος, αλλά παράλληλα αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τις νέο-αποκτημένες ρητορικές του ικανότητες στον πολιτικό στίβο. Παρουσιάζεται ως  ένθερμος αντιμακεδόνας. Το κλίμα είναι πρόσφορο. Οι επιδρομές του Φίλιππου κατά των πόλεων που τελούν υπό αθηναϊκή προστασία και επιρροή (στην Θράκη και στα στενά της εισόδου στον Εύξεινο Πόντο) δημιουργούν στην Αθήνα δυσκολίες στον ανεφοδιασμό και φόβους για ουσιαστική απώλεια ισχύος στο άμεσο μέλλον.

Ο Αισχίνης πάλι, καταλαβαίνει από τις αντιδράσεις του κοινού ότι ως ηθοποιός δεν πρόκειται να διαπρέψει και το γυρνά και αυτός στην πολιτική. Εντάσσεται στην κυρίαρχη τότε αντιμακεδονική μερίδα. Μετά την πτώση της Ολύνθου παίρνει μέρος στην αποστολή που προσπαθεί να πείσει τις ελληνικές πόλεις του νότου να συσπειρωθούν κατά των Μακεδόνων. Η αποστολή αποτυγχάνει και ο Αισχίνης απογοητεύεται και αλλάζει στρατόπεδο. Από αυτό το σημείο και μετά υποστηρίζει τον Φίλιππο και στη συνέχεια τον Αλέξανδρο. Aeschines_bust

Η Αθήνα προσπαθεί να περιορίσει τις απώλειες (και να κερδίσει χρόνο) με διαπραγματεύσεις. Ο Αισχίνης και ο Δημοσθένης παίρνουν μέρος στις διπλωματικές αποστολές προς τον Φίλιππο, με επικεφαλής τον Εύβουλο, έναν πολιτικό που περισσότερο από φιλομακεδόνας είναι υπέρμαχος μιας ¨ήρεμης¨, μη παρεμβατικής πολιτικής των Αθηνών. Οι διαπραγματεύσεις καταλήγουν με τη σύναψη ειρήνης, για την οποία οι όρκοι δόθηκαν τελικά  στις Φερές της Θεσσαλίας και πήρε το όνομα ενός άλλου φιλομακεδόνα, ο οποίος επίσης συμμετείχε στην αποστολή, του Φιλοκράτη.

Η ατελείωτη σειρά των διενέξεων ανάμεσα στους δύο ρήτορες αρχίζει ακριβώς εκείνη την εποχή, πριν από περίπου δεκάξι χρόνια. Δηλαδή όταν ακόμη δεν είχε δοθεί η αποφασιστικής σημασίας μάχη στη Χαιρώνεια (οκτώ χρόνια πριν) και δεν είχε ακόμη καταστραφεί η Θήβα (πριν πέντε χρόνια).  

 Ο Δημοσθένης κατηγορεί τον Αισχίνη ότι χρηματίστηκε από τον Φίλιππο. Την κατηγορία δεν την υποβάλλει αυτοπροσώπως, αλλά μέσω ενός πλούσιου φίλου του, του Τίμαρχου.

Ο Αισχίνης απαντά ισχυριζόμενος ότι σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους, ένας γνωστός φαύλος και (στα νιάτα του) εκπορνευόμενος όπως ο Τίμαρχος δεν δικαιούται να κατηγορήσει κανέναν. Πολύ περισσότερο έναν αθηναίο ευπατρίδη.

Οι ένορκοι δικαστές εγκρίνουν την ένσταση του Αισχίνη και απορρίπτουν την κατηγορία για τυπικούς λόγους. Ο Τίμαρχος χάνει τα πολιτικά του δικαιώματα και αυτοκτονεί.

Ο Δημοσθένης επιμένει∙  αυτή τη φορά παρεμβαίνει προσωπικά και απαριθμεί τα επιχειρήματά του στον περίφημο λόγο ¨περί παραπρεσβείας¨

Σύμφωνα με αυτήν τη αγόρευση, οι βασικές πράξεις και παραλείψεις του Αισχίνη που έβλαψαν την Αθήνα και για τις οποίες θα πρέπει να κριθεί ένοχος προδοσίας, είναι οι εξής:

Πρώτα απ’ όλα γιατί παρενέβη ενάντια στην έγκαιρη -και εκ των υστέρων δικαιωμένη- εισήγηση του Δημοσθένη να κλείσουν οι Αθηναίοι τα στενά των Θερμοπυλών και να εμποδίσουν την κάθοδο των Μακεδόνων στο νότο.

Δεύτερο, γιατί με τη συνηγορία του Φιλοκράτη, δέχτηκε η τελική συμφωνία να υπογραφεί στις Φερές, όπου ο Φίλιππος επικεφαλής ισχυρών δυνάμεων απειλούσε τους σύμμαχους Φωκείς,  αλλά και την ίδια την Αθήνα.

Τρίτο,  γιατί στο τελικό κείμενο της συνθήκης ο Αισχίνης δέχτηκε να μπει η διατύπωση ¨το κάθε μέρος κρατάει όσα (αυτή τη στιγμή) έχει¨ και όχι, όπως θα προτιμούσε η Αθήνα ¨το κάθε μέρος κρατάει τα δικά του¨.

Τέταρτο, όταν η δεύτερη αποστολή διαπραγματεύσεων έφτασε στην Πέλλα, ο Φίλιππος δεν ήταν εκεί αλλά εξαπέλυε πολεμικές επιδρομές στη Θράκη. Αντί να σηκωθούν και να φύγουν (προσβεβλημένοι) αμέσως, τα μέλη της επιτροπής, με εισήγηση του Αισχίνη και του Φιλοκράτη, παρέμειναν περιμένοντάς τον ένα ολόκληρο μήνα.

Πέμπτο, γιατί σύμφωνα με τη μαρτυρία του αθηναίου πρέσβη Δέρκυλου, τον είδαν να βγαίνει νύχτα από τη σκηνή του Φίλιππου. Άσε που έμεινε στις Φερές μια μέρα παραπάνω από τους άλλους πρέσβεις.

Τέλος ο Δημοσθένης κατηγορεί τον Αισχίνη ότι γιόρτασε μαζί με τον Φίλιππο στο μαντείο των Δελφών τη νίκη του Μακεδόνα κατά των (συμμάχων των Αθηναίων) Φωκέων.

Ο Αισχίνης απαντά  άμεσα και διαψεύδει τις κατηγορίες με έναν λόγο (που τον έχω κι αυτόν αντιγραμμένο στα κείμενά μου) με την επικεφαλίδα ¨Περί της ψευδούς Παραπρεσβείας¨. Παρά το γεγονός ότι οι φίλοι των μακεδόνων είναι ακόμη λίγοι, ο Αισχίνης αθωώνεται, αν και με μικρή διαφορά ψήφων.

Όλη αυτή η δικαστική διένεξη κράτησε δυο-τρία χρόνια. Ας σημειωθεί ότι παράλληλα κατηγορήθηκε για προδοσία και ο Φιλοκράτης, ο οποίος πρόλαβε να δραπετεύσει από την Αθήνα πριν την εκδίκαση της καταγγελίας (κατήγορος σε αυτή τη δίκη ήταν ο ρήτορας Υπερείδης). Ο Φιλοκράτης καταδικάστηκε ερήμην σε Θάνατο. αρχείο λήψης (4)

  Πέρα από τις διαρκείς ενδιάμεσες μικρο-αντιδικίες, η δεύτερη πράξη της σύγκρουσης Αισχίνη – Δημοσθένη διαδραματίστηκε πριν έξι χρόνια. Εγώ ήμουν ακόμη στην Αθήνα και την αρχική φάση αυτής της ιστορίας την θυμάμαι αρκετά καλά.

Έχει μεσολαβήσει η ήττα των συσπειρωμένων αντιμακεδόνων στη Χαιρώνεια, με αποτέλεσμα εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η Αθήνα πρέπει να τα βρει με τον Φίλιππο να είναι πλέον μια υπαρκτή συνιστώσα της πολιτικής ζωής, η οποία ενίοτε (αν και όχι συχνά) καταφέρνει να πλειοψηφεί.  Ο Κτησιφώντας, ένας φίλος του Δημοσθένη και, φυσικά,  ενάντιος στους Μακεδόνες, έχει την έμπνευση (ή του υποβάλλεται, ποιος ξέρει από ποιόν!) να προτείνει στον Δήμο την απονομή τιμών στον Παιανέα Ρήτορα. Και αυτό γιατί ως Άρχοντας ¨Τειχοποιός¨,  δηλαδή επιφορτισμένος με την επανόρθωση ενός τμήματος του αθηναϊκού τείχους, όχι μόνο είχε κάνει καλή δουλειά, αλλά είχε βάλει και λεφτά από τη τσέπη του για την ολοκλήρωση του έργου. Θα έπρεπε λοιπόν να αποδοθεί στον Δημοσθένη χρυσό στεφάνι, και μάλιστα σε ειδική τελετή στο θέατρο του Διονύσου.

Ο Αισχίνης δεν καθυστερεί. Υποβάλλει αμέσως ¨γραφή παρανόμων¨ (ένσταση κατά νόμον γραπτή, επειδή το θέμα αφορά στη δημόσια ζωή της Πόλης και όχι την ιδιωτική ζωή των πολιτών) όπου ισχυρίζεται ότι:

Ένα. Ο Δημοσθένης δεν έχει ακόμη ολοκληρώσει τη θητεία του ως τειχοποιός, άρα δεν μπορεί ακόμη να γίνει καμία αποτίμηση του έργου του.

Δύο. Σε κάθε περίπτωση, η απονομή τιμών σε οποιονδήποτε δεν μπορεί να γίνει σε Θέατρο. Αυτό είναι πρωτάκουστο και ενάντια στις παραδόσεις της Πόλης.  

Τρίτο (φαρμακερό και ουσιαστικότερο): Οι δραστηριότητες του Δημοσθένη στο σύνολό τους όχι μόνο δεν ωφέλησαν, αλλά, αντίθετα, έβλαψαν την πόλη.

 images (22)

Λίγο μετά την έναρξη των προκαταρκτικών διαδικασιών για την δίκη, συμβαίνει κάτι απρόβλεπτο που ανατρέπει τις ασταθείς αθηναϊκές πολιτικές ισορροπίες: ο Φίλιππος δολοφονείται και οι Αθηναίοι, προς στιγμήν θεωρούν ότι ο βόρειος κίνδυνος εξέλειπε. Το ρεύμα που υποστηρίζει ότι η Αθήνα θα πρέπει να ακολουθήσει και πάλι ηγεμονική πολιτική παίρνει τ’ απάνω του.

Ο Αισχίνης σκέφτεται ότι δεν τον συμφέρει η άμεση εκδίκαση της ¨γραφής¨ και (όσο μπορεί) χρονοτριβεί. Όντως καταφέρνει να αναβάλει την δίκη. Περιμένει να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα και η κατάσταση (νοούμενη ως συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων) να γίνει πιο ευνοϊκή.

Πράγματι, ο Αλέξανδρος δεν ¨τρώει τα μούτρα του¨ στην Ασία, όπως περίμεναν και προανήγγελλαν πολλές Κασσάνδρες, αλλά, αντίθετα, αποδεικνύεται ικανός και αποτελεσματικός στρατηλάτης. Νίκες κατά των Περσών, καλή συμπεριφορά απέναντι στην Αθήνα -παρά τους ακκισμούς της πολιτικής της, δώρα αφιερωμένα στην Αθηνά την Παλλάδα, επιβολή πάνω στους προαιώνιους νταήδες της Πελοποννήσου, και τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό ιδού και η επιστροφή των ¨τυραννοκτόνων¨… τι άλλο καλύτερο θα μπορούσε να συμβεί;

Ο Αισχίνης αναθαρρεύει και, απ’ ότι φαίνεται, έχει ήδη βάλει ξανά μπρος τη δικαστική σύγκρουση. Δεν ξέρω ακόμη, αλλά θα μάθω, αν οι πρωτοβουλίες είναι αποκλειστικά  δικές του ή του συνόλου των φιλομακεδόνων. images (21)

Ακούω τ’ αμάξι του Δημάδη που καταφτάνει και συμμαζεύω κάπως τους παπύρους. Μετά από λίγο, καλοντυμένος,  πληθωρικός, ενθουσιώδης χωρίς να ζορίζεται, να σου ο περίφημος Δημάδης: ο τύπος που όντας αιχμάλωτος των Μακεδόνων μετά τη μάχη της Χαιρώνειας τόλμησε να τη μπει στον Φίλιππο. Ο τύπος που επειδή, παρ’ όλα αυτά, είχε γοητεύσει τον Μακεδόνα, όταν του ζητήθηκε από την Πόλη να διαπραγματευτεί τους όρους της ήττας, απάντησε ¨Εντάξει,  αλλά πρώτα θα με απαλλάξετε από τα χρέη μου¨! Ο τύπος που ανάμεσα σε ένα καλαμπούρι και ένα άλλο έπεισε τον Αλέξανδρο μετά τη καταστροφή της Θήβας να συγχωρήσει τους αθηναίους αντιμακεδόνες ρήτορες και λέγεται ότι εισέπραξε για αυτό πέντε τάλαντα από τον Δημοσθένη και τους λοιπούς.

Εάν κάτι έχει αλλάξει στην Αθήνα μετά την ηρωική εποχή των μηδικών πολέμων, είναι ότι τύποι σαν τον Δημάδη όχι μόνον είναι πλέον ανεκτοί,  αλλά και ασκούν γοητεία και επιρροή. Νέοι καιροί, νέα ήθη!

demades

Χαίρε νεαρέ Μεγαρέα

Πώς σου φάνηκε η χθεσινή υποδοχή; Δε φαντάζομαι να έπληξες, ε;

Ούτε να σου την είχαμε ετοιμάσει επί τούτου αυτή την ¨εορτή μετά θεαμάτων¨, προκειμένου να σε απαλλάξουμε από τη βαρεμάρα των επισήμων τελετών. Αστειεύομαι φυσικά. Ευτυχώς ο υπηρέτης σου μας ξελάσπωσε όλους. Όλους εμάς τους υπεύθυνους για τη διοργάνωση της παραλαβής, εννοώ. Ικανότατος. Μπράβο του. Πώς τον είπαμε; Οινοκράτη;  Τον πουλάς; Φυσικά και αστειεύομαι, αγαπητέ.

Όμως να μιλάει ο Δημοσθένης περί Δημοκρατίας και τα λοιπά και να τον διακόψουν ¨αποκαλύπτοντας¨ ποιον; τον Κλεομένη! Χα! Εκείνον που σύμφωνα με τους ντόπιους αριστοκράτες συνέβαλε όσο λίγοι στην εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας!!! Σιγά τους τυραννοκτόνους, λένε! Και ποιον άλλο; Τον Λεωνίδα, τον μόνο Σπαρτιάτη που είναι διαχρονικά και αδιαφιλονίκητα δημοφιλής σε όλη την Ελλάδα! Χα! Πάντως εδώ κάποιος μας δουλεύει όλους. Και θα έλεγα ότι αυτός ο κάποιος αποδεικνύεται αρκετά πνευματώδης! (γελάει). Ενώ οι ρήτορές μας παραείναι σοβαροφανείς, δεν βρίσκεις;

Ζήτησα να μιλήσουμε για να τις τρέχουσες εξελίξεις, αλλά θέλω και να σε συγχαρώ για την χθεσινή σου ομιλία. Γιατί; Πρώτα απ’ όλα γιατί ήταν σύντομη. Βέβαια και δεν το εννοώ: άλας- Αττικόν Άλας. Πάντως ήταν όντως σύντομη και ουσιώδης. Τα είπες καλά και είναι σημαντικό που, όπως υπογράμμισες, ο απεσταλμένος από το μέτωπο της εκστρατείας, εσύ, είσαι ένας κάτοικος της Αθήνας.  Έτσι δε χρειάζεται να βρούμε γλώσσα αμοιβαίας κατανόησης. Την έχουμε ήδη.

Και επειδή έχουμε κοινή γλώσσα ήρθα να μιλήσουμε. Εμείς, οι φίλοι των Μακεδόνων και της πανελλήνιας συσπείρωσης, σε όποια πολιτεία κι αν ανήκουμε, ίσως πρέπει να μιλάμε πιο συχνά μεταξύ μας. Δε λέω να ζητάμε την άδεια του Αλέξανδρου για καταστάσεις που εκείνος αγνοεί, αλλά που εμείς γνωρίζουμε καλά, ή για πράγματα που η προελαύνουσα ηγεσία των Ελλήνων απλώς δεν ξέρει. Λέω ότι, για να βοηθήσουμε στην υλοποίηση των κοινών επιδιώξεων, πιστεύω ότι πρέπει να γίνεται γνωστή και να λαμβάνεται υπ’ όψιν και η δική μας εκδοχή. Εμείς βλέπουμε καλύτερα τους υφάλους που απειλούν την πορεία του Ελληνισμού προς μια ωριμότερη εποχή. Δεν λέω πως δεν κάνουμε λάθη. Το αντίθετο. Έχουμε κι εμείς τις ατυχείς στιγμές μας. Γι αυτό ο συντονισμός είναι χρήσιμος. Θέλεις ένα παράδειγμα; Θα στο δώσω.

Θα έχεις μάθει υποθέτω για τις πρωτοβουλίες του Αισχίνη. Ξαναέβαλε μπροστά τις δικαστικές διαδικασίες κατά της παρέας του Δημοσθένη. Πρόκειται για τη γνωστή υπόθεση περί ¨στεφάνου¨. Θα τα θυμάσαι όλα αυτά υποθέτω, ήσουν ακόμη εδώ όταν ξεκίνησε αυτή η ιστορία. Υπέβαλε λοιπόν ¨γραφή παρανόμων¨ κατά της πρότασης του Κτησιφώντα να στεφανωθεί ο Δημοσθένης, του οποίου, όπως όλοι ξέρουν, ο Κτησιφώντας δεν είναι παρά ένας από τους αχυράνθρωπους. Φυσικά, ο Αισχίνης τον Κτησιφώντα τον έχει χεσμένο. Ο στόχος του είναι πάντα ο Παιανέας -παρεμπιπτόντως: είμαι κι εγώ από την Παιανία ξέρεις, αλλά από την Άνω, την “Καθύπερθεν Παιανία”, ο άλλος είναι από την Κάτω, την  “Υπένερθεν ”∙ αυτό για να μη γίνονται άτυχες συγχύσεις. Σου έλεγα λοιπόν ότι μπορεί να έχει τα δίκια του ο Αισχίνης, μπορεί να ήταν ο Δημοσθένης που ήρξατο χειρών αδίκων. Όμως αυτή η υπόθεση φαίνεται να έχει μεγαλύτερη απήχηση στο Δήμο, από ό, τι οι συνήθεις διαξιφισμοί ανάμεσα στους δύο. Φοβάμαι, αγαπητέ Μεγαρέα, πως ο αντίκτυπος της υπόθεσης θα είναι μεγαλύτερος είτε κερδίσει ο δικός μας,  είτε ο άλλος. Φοβάμαι επίσης ότι αν νικήσει ο Δημοσθένης (πράγμα που δε πρέπει να αποκλείουμε δεδομένου ότι στην Αθήνα αυτόν τον καιρό πνέουν ισχυροί υπόγειοι άνεμοι) οι ισορροπίες θα αλλοιωθούν εις βάρος μας.

Με λίγα λόγια, αν μπορείς, συγκράτησε τον Αισχίνη.  Η μανία του κατά του Δημοσθένη μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα∙ και σε εμάς και στον ίδιο.

Και κάτι άλλο. Καλό είναι να ξέρει ο Αλέξανδρος ότι η δουλειά υπέρ του κοινού μέλλοντος στοιχίζει. Ιδιαίτερα στα μετόπισθεν. Αλλά νομίζω ότι το ξέρει. Περιμένω να δω μόνο πόσο το ξέρει…

Τώρα που εξαπέλυσα και αυτό το σαφές υπονοούμενο, νομίζω ότι ήρθε η ώρα να σε αφήσω. Σου εύχομαι καλή παραμονή και καλή έκβαση των επιδιώξεών σου Μεγαρέα. Εμείς -αυτός είναι ένας πληθυντικός μεγαλοπρέπειας…, αστειεύομαι- θα είμαστε πλάι σου. Αν χρειαστεί σφύριξε.

homepage

[1] Ο Δήμος των Κοθωκιδών, πιθανώς έξι χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Ελευσίνας, ανήκε στην Οινηίδα   φυλή και ήταν ένας ¨Παραλιακός Δήμος¨ Συμμετείχε στη Βουλή των πεντακοσίων με δύο βουλευτές.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , | Leave a Comment »

Ιστορικό μυθιστόρημα υπό εκπόνηση. Μέρος ΣΤ΄Κεφάλαιο Έβδομο και Όγδοο : Περί των εξαφανισμένων χάλκινων ηρώων

Posted by vnottas στο 17 Αυγούστου, 2017

[Προσωρινός τίτλος: Κύλικες και δόρατα.

Προσωρινός υπότιτλος: Ημέρες και έργα του Εύελπι του Μεγαρέα, λόγιου στην ακολουθία του Αλέξανδρου του Γ΄ του Μακεδόνα, κατά την μεγάλη ασιατική εκστρατεία].

01_ceb1cf81cf87ceb1ceafceb1-ceb1ceb8ceaecebdceb1

Κεφάλαιο έβδομο: Τελετή με εκπλήξεις ΙΙ

(Διηγείται ο Εύελπις)

Όταν άρχισε ο σαματάς, εγώ δεν είχα μιλήσει ακόμη. Όπως είχαμε συμφωνήσει θα έπαιρνα το λόγο τελευταίος, μετά τον Φωκίωνα και τον Δημοσθένη. Ο Φωκίωνας υπήρξε ολιγόλογος, ο δε Δημοσθένης, και να ήθελε να είναι σχοινοτενής, δεν πρόλαβε. Όταν άρχισε η φασαρία ήταν στην αρχή της ομιλίας του.

Εγώ τον παρακολουθούσα προσεκτικά ώστε να μπορέσω να καταλάβω, πέρα από τα ωραία ρητορικά του σχήματα, πού ακριβώς το πάει, αλλά όταν συνέβησαν τα απρόοπτα γεγονότα δεν είχε πει ακόμη αρκετά και, σε κάθε περίπτωση, δεν είχε πει κάτι που να με εκπλήξει. Ήταν ο Δημοσθένης που περίμενα, με τη γνωστή του πολιτική και τη γνωστή λεκτική του δεινότητα.

Όμως, ξαφνικά τον είδα να σταματά και να κοιτάζει διερευνητικά το πλήθος. Θεώρησα ότι ήταν μια ηθελημένη σιγή που θα τραβούσε το ενδιαφέρον του κοινού στα όσα θα έλεγε αμέσως μετά. Ωστόσο, η σιγή του ρήτορα παρατάθηκε και εκείνο που άρχισε να ακούγεται ήταν φωνές από το πλάτωμα όπου ήταν συγκεντρωμένος ο κόσμος.

Είδα τον Δημοσθένη να εγκαταλείπει το βήμα και να κατεβαίνει κάτω. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Σίγουρα.

Κοιτάζω προσεκτικότερα και βλέπω ότι η προσοχή του κόσμου έχει συγκεντρωθεί στα αγάλματα. Κάποιος έχει τραβήξει το σκοινί. Τα αγάλματα είναι τώρα ξεσκέπαστα. Ο Πανόπτης Ήλιος έχει βουτήξει για τα καλά στα νερά του Σαρωνικού, αλλά η ορατότητα είναι ακόμη καλή. Μου φάνηκε ότι η μία προτομή ξασπρίζει κάπως ανώμαλα, ενώ και η άλλη επίσης γυαλίζει περίεργα.

Μα τα κατάμαυρα δαιμόνια των Μεσοποτάμιων, αυτοί εδώ δεν είναι οι ¨τυραννοκτόνοι¨! Όχι τουλάχιστον αυτοί που παραδώσαμε εμείς χτες. Είναι άλλοι! Κάποιος έχει αποφασίσει να χλευάσει και εμάς και τις αρχές της Αθήνας αντικαθιστώντας τις γνήσιες προτομές με αυτές εδώ.

¨Πρόκειται μόνον γι αυτό;¨ αναρωτιέμαι, ¨ή απόψε οι ¨τυραννοκτόνοι¨ θα προσθέσουν στα παλιά και νέα θύματα;»

Ακούγονται δυνατοί διθυραμβικοί ήχοι. Τύμπανα; Κύμβαλα; Μάλλον κι απ’ τα δυο. Ανάμεσα στο πλήθος εμφανίζονται μεγάλες αγριωπές μάσκες πάνω σε σώματα που, παρά τη ζέστη, φορούν δέρματα ζώων. Τα όντα αρχίζουν να κινούνται ρυθμικά, μαγνητίζοντας τα βλέμματα  του πλήθους.

111258

Σκέφτομαι ότι, εκτός από μένα, θα πρέπει να έχουν μπει σε συναγερμό κι οι άλλοι πάνω στην εξέδρα των επισήμων. Εκείνοι άλλωστε έχουν τον πρώτο λόγο στην αντιμετώπιση του επεισοδίου. Στρέφω λοιπόν την προσοχή μου σ’ αυτούς.

Ο πρώτος που συνέρχεται απ’ την έκπληξη είναι ο Λυκούργος. Ανταλλάσσει μόνον μια ματιά με τον γηραιό άρχοντα Φωκίωνα και μετά, με μία  αποφασιστική κίνηση βγάζει το ιερατικό άμφιο αποκτώντας έτσι και πάλι τη γνωστή δυναμική εικόνα του στρατηγού. Κάνει νόημα στον επικεφαλής της φρουράς, κι εκείνος πλησίαζει.

Πρέπει να πω ότι γύρω μας υπήρχαν διαφορετικά είδη ένοπλων ομάδων: το εφημερεύον τμήμα της Φρουράς της Πόλεως, μία ομάδα τοξοτών από τη Θράκη που αστυνόμευαν τον συνολικό χώρο της Αγοράς και το ειδικό άγημα με στολή τελετής για την απόδοση τιμών στους επισκέπτες και τ’ αγάλματα. Αν ήταν επαρκείς ή λίγοι θα εξαρτιόταν από τον αριθμό και την ποιότητα των τυχόν επιτιθέμενων, προς το παρόν άγνωστα και τα δύο.

Να πω επίσης, ότι με την ιδιότητα του τιμούμενων, είχαν παραταχθεί στη βάση της εξέδρας και τα μέλη της δικής μας ομάδας, εκείνης που είχε την ευθύνη για την ασφάλεια των αγαλμάτων, απ’ την αναχώρηση απ’ τα Σούσα έως την παράδοσή τους, χτες το βράδυ,  στους Αθηναίους. Αυτοί είχαν αρχίσει να κινούν κάπως νευρικά τις όρθιες σάρισές τους, να επιδιώκουν την προσοχή μου και να με κοιτούν ερωτηματικά. Τους έκανα νεύμα να κάτσουν, προς το παρόν, στα αυγά τους.

images (7)

Ο επικεφαλής της φρουράς άκουγε τον Λυκούργο και κουνούσε καταφατικά το κεφάλι του. Μιλούσαν με τις κοφτές φράσεις που απαιτούν οι έκτακτες περιστάσεις. Αν κατάλαβα καλά ο στρατηγός του είπε να επέμβει αμέσως και να συλλάβει τους ταραξίες, χωρίς όμως αιματοχυσία. Εκτός κι αν κάτω από τα δέρματα κρύβουν όπλα και επιτεθούν.

Ύστερα ο  αξιωματικός απομακρύνθηκε και άρχισε να μοιράζει εντολές στη φρουρά, στους Σκύθες χωροφύλακες, ακόμη και στο τιμητικό άγημα. Είδα τους βόρειους ξανθούς αστυνομικούς να εναποθέτουν τα τόξα τους στο φορτηγό όχημα ανεφοδιασμού (την περίφημη ¨σαύρα¨) που τους συνοδεύει πάντοτε και να προμηθεύονται από εκεί κοντές ξύλινες ράβδους.

Ο Δημοσθένης επέστρεψε στην εξέδρα. Ήταν ασυνήθιστα χλωμός και λαχανιασμένος. «Τα αγάλματα αναπαριστούν  Λακεδαιμόνιους βασιλείς, αλλά ποιος  είναι ο δάκτυλος που κινεί αυτούς τους δαίμονες εκεί κάτω, δεν μπορώ να πω».  Στράφηκε προς τον Φωκίωνα: «Πρέπει να μάθουμε, στρατηγέ! Σε κάθε περίπτωση διακυβεύεται το κύρος της Πόλης μας!»

Ο Φωκίωνας δείχνει ήρεμος∙ προφανώς κρίνει επαρκείς τις πρωτοβουλίες του Λυκούργου.

Ο Αισχίνης, αντίθετα,  μοιάζει πιο ανήσυχος απ’ όλους. «Να που οδηγεί η ¨ηπιότητα!¨» μασουλάει ανάμεσα στα δόντια του. Μου φάνηκε ότι τα έχει βάλει με τον Λυκούργο. «Φρόντισε ώστε να καλυφτεί η εξέδρα με ισχυρό κλοιό οπλιτών», του λέει. «Μπορεί να υπάρχουν κι άλλοι μασκοφόροι στασιαστές και να μας επιτεθούν όταν θεωρήσουν τη στιγμή κατάλληλη. Αν πρόκειται για Σπαρτιάτες, απελπισμένους μετά την πρόσφατη ήττα τους στη Μεγαλόπολη, θα δοθεί σίγουρα μάχη.  Ίσως θελήσουν να ξεμπερδεύουν μαζί μας μια και καλή. Πού θα ξαναβρούν ομού συγκεντρωμένη όλη την αθηναϊκή ηγεσία;». Κάνει μια μικρή παύση, αλλά στη φαρέτρα του έχει ακόμα ένα χτύπημα ουράς: «Αλλά δεν αποκλείω υπεύθυνοι να είναι οι δικοί μας, οι ¨αντιμακεδόνες¨, που θέλουν να χλευάσουν και να  υπονομεύσουν μια εκδήλωση φιλίας με τεράστια συμβολική σημασία∙ ή να πρόκειται ακόμη και για πράκτορες των Περσών!».

Ο Λυκούργος τον κοιτάζει, αλλά μάλλον έχει το νου του αλλού, προφανώς στους οπλίτες που παίρνουν θέση για να υλοποιήσουν τις εντολές του.

Όμως, φαίνεται ότι κάτι πήρε τ’ αυτί του Δημοσθένη εκεί παραδίπλα. Μάλλον τη λέξη ¨αντιμακεδόνες¨, οπότε  καταλαβαίνει τους υπαινιγμούς του Αισχύνη για υποτιθέμενες ευθύνες της δικής του παράταξης και, για μια στιγμή, χάνει τη ψυχραιμία του.  «Ας σοβαρευτούν οι ρητορίσκοι», λέει οργισμένος.  «Ποιος Αθηναίος, αντάξιος αυτής της ιδιότητας, θα βεβήλωνε μια εκδήλωση προς τιμήν των ηρώων Τυραννοκτόνων;»

Προφανώς η ερώτησή του κρίθηκε ως ρητορική, γι αυτό κανείς δεν του απάντησε.

21519-123

Ο Οινοκράτης, όταν κατάλαβε ότι κάτι το ανώμαλο συμβαίνει και ότι η τελετή έχει διακοπεί, αντέδρασε ενστικτωδώς. Εγκατέλειψε τα σκαλοπάτια της Ποικίλης Στοάς και έτρεξε προς την εξέδρα προσπαθώντας να καταλάβει αν ο αφέντης του κινδυνεύει ή όχι. Όταν έφτασε κοντά και είδε ότι ήμουν σώος κούνησε εύχαρις και τα δύο του χέρια προς το μέρος μου.  Τον είδα, τον φώναξα, και πλησίασε στη βάση της εξέδρας.

«Αν οι τύποι που χοροπηδάνε είναι ένοπλοι θα έχουμε σύγκρουση κι αν πρόκειται για κλιμάκιο Σπαρτιατών ίσως και σφαγή, αλλά δεν το νομίζω», του είπα.  «Εάν όμως στο τέλος το βάλουν στα πόδια, έχω οδηγίες για σένα: Επίλεξε έναν από τους μασκοφόρους και παρακολούθησέ τον. Βρες που θα καταλήξει. Θυμήσου ότι ψάχνουμε για τα αγάλματα, τα γνήσια, αυτά εκεί είναι πλαστά. Πάρε ένα άλογο από τους δικούς μας, μπορεί να σου χρειαστεί. Μόλις βρεις οτιδήποτε χρήσιμο έλα αμέσως να με βρεις. Είτε εδώ είτε στο κυλικείο του Πρυτανείου ή όπου αλλού∙ ψάξε με».

Ο Οινοκράτης μου κλείνει ¨συνωμοτικά¨ το μάτι, χαμογελάει και απομακρύνεται βιαστικός.

images (8)*

Είναι ενδιαφέρον  να παρακολουθεί κανείς πως αντιδρά η υψηλή ηγεσία της Αθήνας, όταν (πράγμα όχι σύνηθες) βρίσκεται σε απαρτία, συμπολίτευση και αντιπολίτευση μαζί, απέναντι σε μια απρόβλεπτη κατάσταση που εγκυμονεί, ενδεχομένως, σοβαρούς κινδύνους. Και επιπλέον, με το λαό αποκάτω, να μη ξέρει κανείς με σιγουριά με ποιον ενδέχεται να συμπαραταχθεί!  Περισσότερο ενδιαφέρον από οποιαδήποτε σχετική μελέτη και διατριβή. Ενδιαφέρον και ως απλό θέαμα-ακρόαμα.

Εκ των υστέρων, μπορώ να πω πως το απόλαυσα!

Πάντως -ευτυχώς για την αθηναϊκή ομόνοια- η φάση της μεγάλης έντασης δεν κράτησε πολύ ακόμη. Καθώς οι άνδρες της φρουράς συμπτύχθηκαν προτάσσοντας τις ασπίδες τους και κραδαίνοντας τις σπάθες (από την πλατιά και όχι την κοφτερή μεριά) και καθώς οι Σκύθες παρατάχθηκαν εκατέρωθεν και περίμεναν το σύνθημα της επίθεσης (χτυπώντας το ξύλινο ρόπαλο στη χούφτα του αριστερού χεριού), οι αγριωποί χορευτές κινούμενοι λες άπαντες από τα ίδια αόρατα νήματα, πέταξαν ταυτοχρόνως τα αυτοσχέδια κρουστά, έβγαλαν τα δέρματα που κάλυπταν τα σώματά τους, αλλά όχι τις μάσκες και, βάζοντας φτερά στα ποδάρια, άρχισαν να τρέχουν προς κάθε κατεύθυνση.

images (5)

Εν τω μεταξύ οι θεατές, μετά την απροσδόκητη και μάλλον ¨ονειρική¨ εμφάνιση των χορευτών, έμοιαζαν να έχουν ξεπεράσει το αρχικό δέος που προκάλεσε η ¨ιερόσυλη εξαφάνιση των τυραννοκτόνων¨ και η αντικατάστασή τους. Τώρα θα έλεγα ότι είχαν αρχίσει να εισπράττουν το ενδόμυχα ¨τραγελαφικό¨ νόημα (ή μη-νόημα) της σκηνής. Έτσι δεν με παραξένεψε που, τελικά, δεν εμπόδισαν τους χοροπηδητές στη φυγή τους.

Η οποία φυγή δεν ήταν και τόσο τυχαία όπως είχε φανεί αρχικά, αλλά ήταν σοφά προσχεδιασμένη και βασισμένη σε πολύ καλή γνώση του εδάφους.  Ο κάθε φυγάς κατευθύνθηκε σε συγκεκριμένο σκοτεινό σημείο της Αγοράς, όπου βρήκε συνένοχους που τον βοήθησαν να εξαφανιστεί. Δεν κατάλαβα αν τους προμήθεψαν αλλιώτικα ρούχα, για να αναμειχθούν έτσι δήθεν ανέμελοι με τους θεατές, ή αν τους έδωσαν γρήγορα άτια  με τα οποία έγιναν καπνός στο σούρουπο. Το γεγονός είναι ότι λίγο αργότερα, αν εξαιρέσεις τους ¨τυραννοκτόνους¨ που εξακολουθούσαν να απουσιάζουν, κατά τα άλλα, ούτε γάτα ούτε ζημιά!

images (17)

Η υψηλή εξέδρα παρακολούθησε τα γεγονότα με λιγότερο κέφι και περισσότερη αμηχανία από ό, τι ο κόσμος στο πλάτωμα. Αρχικά, βέβαια, η ανακούφιση υπήρξε το κυρίαρχο συναίσθημα. Βρέθηκε χρόνος να μου παρουσιάσουν επισήμως τον Δημοσθένη, με τον οποίο αντάλλαξα μια τυπική χειραψία. Κατέφτασε -καθυστερημένος- και ο ευτραφής ρήτορας Υπερείδης, ο οποίος άρχισε να ρωτάει ανήσυχος στο γύρο, ¨τι γίνεται παίδες; Έχουμε κίνημα;¨.  Πάντως το ερώτημα που έπρεπε (εκ των πραγμάτων) να απαντηθεί ήταν: Και τώρα τι κάνουμε;

Σαφώς έπρεπε να περιμένουμε το αποτέλεσμα της εξόρμησης της φρουράς. Αν μπορούσαμε να ανακρίνουμε έστω και έναν από αυτούς τους περίεργους αμφισβητίες θα μαθαίναμε ασφαλώς ενδιαφέροντα πράγματα .

Όμως πήρε να σκοτεινιάζει και ουδείς συλληφθείς κατέφτανε στην εξέδρα.

Επί πλέον ο μαζεμένος κόσμος δεν έλεγε να διαλυθεί, παρά περίμενε να δει τι θα γίνει.

Ο Φωκίωνας ζήτησε τη γνώμη των παρόντων. Ο Δημοσθένης ήθελε να μετακινηθούμε -όχι όλοι, μόνο η αθηναϊκή ηγεσία- στους πάγιους χώρους αντιμετώπισης κρίσεων, στον Άρειο Πάγο. Εγώ, που έτυχε να βρίσκομαι πλάι του και ρωτήθηκα αμέσως μετά, είπα να αποτολμήσω να εκφέρω γνώμη, αν και  θα έλεγε κανείς ότι κάτι τέτοιο δεν είναι η διπλωματικότερη κίνηση.

Είπα ότι θα έπρεπε να μείνουμε εδώ, περιμένοντας να δούμε τι θα καταφέρει η φρουρά. Εν τω μεταξύ, χωρίς να μεγαλοποιούμε τα γεγονότα με πρόωρους λόγους προς το κοινό, θα μπορούσαμε να διανείμουμε τα καλοψημένα πλέον σφάγια της θυσίας στον κόσμο.

Ο Δημάδης υπερθεμάτισε, ο Λυκούργος έδειξε μάλλον να συμφωνεί και ο Φωκίωνας κίνησε καταφατικά το δασύ λευκό του κεφάλι. Τα ψητά άρχισαν να μοιράζονται, και όσο για μας, οι υπηρέτες έφεραν αναψυκτικά και μεζέδες, ενώ οι μάγειροι του Πρυτανείου ειδοποιήθηκαν πως το δείπνο θα γινόταν μεν απόψε, αλλά με κάποια καθυστέρηση.

f2783012efaefa49f61bc6d7dfab9471--holidays-halloween-diy-halloween*

Ο Οινοκράτης δεν είχε καταλήξει ποιον θα παρακολουθούσε εν τέλει, μέχρι τη στιγμή που οι χοροπηδητές πέταξαν τις προβιές και τα άλλα δέρματα από πάνω τους. Τότε, με μία μόνη ματιά έκανε την επιλογή του. Δεν ήταν βέβαια τυχαίο πως η επιλογή αυτή διέθετε δύο εσπεριδοειδή στήθη και εξ ίσου ενδιαφέροντες γλουτούς. Το γεγονός ότι η κεφαλή της περιβαλλόταν από φίδια, μια και απεικόνιζε την Μέδουσα, ποσώς επηρέασε την απόφασή του.

Η ¨Μέδουσα¨ εκινείτο με εξαιρετική ταχύτητα, αλλά και χάρη. Χώθηκε στον δρόμο της Αγοράς στο οποίο έβλεπαν πολλά δημόσια κτίρια και τρύπωσε ανάμεσα στο παλιό και το νέο Βουλευτήριο. Στο πρώτο σκοτεινό σημείο που συνάντησε πέταξε το προσωπείο της Οφιούσας, το οποίο ο Οινοκράτης θεώρησε σωστό να περιμαζέψει ως ενθύμιο. Σε ένα άλλο σκοτεινό σημείο προμηθεύτηκε (ως δια μαγείας) ένα πέπλο με το οποίο έκρυψε την κόμη της. Πρέπει να είναι ξανθιά, κατέληξε ο Οινοκράτης από ό, τι πρόλαβε να δει.

Είχαν φτάσει στο ύψος του Πρυτανείου δηλαδή του κτιρίου όπου στεγάζονται οι πρυτάνεις (οι πενήντα βουλευτές της φυλής που κάθε φορά  -για τριάντα πέντε περίπου μέρες- ασχολούνται όχι με τη ψήφιση των νόμων αλλά με την εφαρμογή τους και τη διοίκηση). Το κτίριο ονομάζεται και Θόλος εξ αιτίας του κυκλικού του σχήματος, ή (η) Σκιάς γιατί μοιάζει με κυκλικό σκίαστρο ή και με μεγάλο ψάθινο καπέλο. Εκεί ο Συρακούσιος έχασε την πεπλοφόρο ξανθή νέα.

Ο Οινοκράτης ανέβηκε στο άλογο που μέχρι τότε το έσερνε απ’ τα χαλινάρια και άρχισε να γυρίζει γύρω από το κυλινδρικό κτίριο. Ήταν μόνο χάρη σε μια ευτυχή συγκυρία που, σε μια στιγμή, το μάτι του περισσότερο διαισθάνθηκε παρά είδε, ότι μια μικρή σιδερένια πόρτα είχε μόλις ανοιγοκλείσει.  Η πόρτα αυτή δεν βρισκόταν πάνω στον καμπύλο τοίχο της Θόλου, αλλά σε ένα μικρότερο παράπλευρο χαμηλό κτίσμα προσαρτημένο στο Πρυτανείο.

αρχείο λήψης

Ο Οινοκράτης το ήξερε καλά αυτό το κτίσμα. Κάποιοι παλιοί του φίλοι που έτυχε να είναι ταυτόχρονα και πολύ καλοί μάγειροι, είχαν περάσει και θητεύσει εδώ. Γιατί εδώ βρίσκεται το περίφημο Μαγειρείο του Πρυτανείου. Η Πολιτεία των Αθηνών παρέχει εγγυημένα καλή τροφή στους πενήντα πρυτανεύοντες βουλευτές. Είναι κι αυτό ένα θέμα αρχής και κύρους. Εδώ διοργανώνονται και τα δημόσια γεύματα που η Πόλη προσφέρει σε επιφανείς φιλοξενούμενους.

Ο Οινοκράτης αφίππευσε και πήρε μια βαθειά εισπνοή… Ψάρι…! Η χαρακτηριστική οσμή τον πληροφόρησε ότι κάπου εδώ ετοιμάζεται, εκτός των άλλων,  μια υπέροχη λεμονάτη ψαρόσουπα. Ο Οινοκράτης ξεροκατάπιε, έδεσε τ’ άλογο σ’ ένα κάγκελο και έσπρωξε απαλά τη σιδερένια πόρτα. Αυτή έκανε πίσω χωρίς διαμαρτυρίες και τριξίματα.

images (14)

***

Κεφάλαιο όγδοο: Τελετή με εκπλήξεις ΙΙΙ

(Διηγείται ο Εύελπις)

F7
*

Εμείς, στην εξέδρα, περιμέναμε. Αν και οι περισσότεροι παρόντες είχαν κάπως χαλαρώσει και αντάλλασσαν μεταξύ τους υποθέσεις και ευφυολογήματα σχετικά με τα πρόσφατα γεγονότα, με θορυβοδέστερο -ποιον άλλο;- τον Δημάδη, παρατήρησα ότι ο Δημοσθένης και ο Αισχίνης δεν μιλιόντουσαν καν και, όταν δεν αντάλλασσαν ματιές μίσους, αγνοούσαν επιδεικτικά ο ένας τον άλλον.

«Τι τρέχει με αυτούς του δύο;» ρώτησα τον πατέρα Ευρύνου, που δεν είχε πτοηθεί από τα συμβάντα  και έδειχνε ευδιάθετος, «πρόκειται για τη γνωστή αμοιβαία αντιπάθεια ή έχει προκύψει κάτι καινούργιο;»

Γέλασε. «Πρόκειται για τη δίκη», μου είπε. «Ή μάλλον για την ατελείωτη σειρά δικανικών διαξιφισμών και συγκρούσεων στους οποίους έχουν εμπλακεί με πάθος οι δύο τους και στην οποία δε διστάζουν να αναμίξουν και τρίτους. Έτσι καταφέρνουν να φθείρουν εαυτούς, αλλήλους, και κυρίως την πόλη. Την πόλη που, κατά τα άλλα, παρακολουθεί τη σύγκρουση με νοσηρή περιέργεια».

«Υπάρχει ακόμη εκκρεμούσα δίκη; Πώς και δεν άκουσα τίποτα σχετικά;»

«Άκουσες. Και μάλιστα κάμποσα. Πριν φύγεις για την εκστρατεία».

«Πριν φύγω!; Για ποιο πράγμα μιλάμε; Λες για την μήνυση του Δημοσθένη κατά του Αισχίνη. Πως δωροδοκήθηκε από τον Φίλιππο;»

«Βλέπω ότι, παρά το ότι ήσουν-δεν ήσουν τότε δέκα χρονών, παρακολουθούσες ήδη τα πολιτικά συμβάντα. Όμως όχι, δε μιλάω για εκείνην τη δίκη, την περίφημη δίκη ¨περί παραπρεσβείας¨, που με υποκίνηση του Δημοσθένη προκάλεσε η καταγγελία κατά του Αισχίνη κάποιου Τίμαρχου. Μιλάω για την μεταγενέστερη καταγγελία, του Αισχίνη αυτήν τη φορά, ενάντια σε έναν κολλητό του Δημοσθένη, τον Κτησιφώντα».

«Τώρα θυμάμαι! Ο Κτησιφώντας ζήτησε να τιμήσει ο Δήμος τον Δημοσθένη γιατί είχε κάνει καλά τη  δουλειά που του ανατέθηκε. Μιλάμε, αν δεν κάνω λάθος, για τα οχυρωματικά έργα  κατά του Φίλιππου. Αλλά, φυσικά, ο Αισχίνης είχε αντιρρήσεις. Μα καλά, μη μου πεις ότι αυτή η ιστορία εκκρεμεί ακόμη!»

«Ναι αγόρι μου, εκκρεμεί. ‘Η μάλλον επιστρέφει στις αίθουσες των δικαστηρίων αυτές τις μέρες. Και έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η πολιτική κατάσταση στην Αθήνα, η έκβασή της δεν αποκλείεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις. Τόσο σοβαρές που μπροστά τους η κλοπή των ¨τυραννοκτόνων¨ και τα χοροπηδήματα των αποψινών  μασκοφόρων θα μοιάζουν απλώς παιδιαρίσματα!»

Δίπλα μου κατέπλευσε ο πληθωρικός Δημάδης. Ο Ευρύνους πρόλαβε μόνο να προσθέσει στα όσα μου έλεγε πριν, τη φράση: «Να προσέχεις!»

Ο Δημάδης ήθελε να με ρωτήσει… για τον Βουκεφάλα! Ήθελε να μάθει τι κάνει αυτό το μυθικό πλέον άτι. Ή μάλλον ήθελε να μου πει ότι αγαπάει τα άλογα, ότι εκτρέφει και εκπαιδεύει ταχύτατους  τετράποδους δρομείς και  ότι, εάν προλάβει, σκοπεύει να πάρει μέρος στις αρματοδρομίες στα φετινά  Μεγάλα Παναθήναια. Εάν δεν προλάβει, θα λάβει σίγουρα μέρος στους Ολυμπιακούς, του χρόνου, στην εκατοστή δέκατη τρίτη Ολυμπιάδα.

images (16)

Παρατήρησε ότι τον κοίταζα κάπως αφηρημένα και επιτέλους ήρθε στην ουσία: Ήθελε να επιβεβαιώσει εάν θα συναντηθούμε αύριο και πού. Του είπα ότι το απόγευμα θα επισκεπτόμουν τον Αριστοτέλη, αλλά θα μπορούσε να με επισκεφτεί στο σπίτι του Λυκαβηττού το πρωί, όχι πολύ νωρίς, ας πούμε γύρω στη δεύτερη πρωινή ώρα. Είπε εντάξει, μου έριξε ένα πλατύ χαμόγελο και απομακρύνθηκε.

images (4)

Ο Οινοκράτης ξέρει τα κατατόπια. Καθώς προχωρεί προς το εσωτερικό του προσαρτημένου στη Θόλο οικήματος, αναρωτιέται εάν κάποιος από τους παλιούς του φίλους εργάζεται ακόμη εδώ. Για να το μάθει, δεν έχει παρά να ρωτήσει. Αποφασίζει: είναι εδώ γιατί ψάχνει έναν παλιό του φίλο. Βρήκε ανοιχτή τη πόρτα και μπήκε.

Υιοθετεί λοιπόν ύφος ανέμελο και προχωρεί προς τον κεντρικό χώρο των μαγειρικών εγκαταστάσεων, όπου μια πλειάδα ανδρών ποικίλης ηλικίας πλαισιωμένοι και από νεαρούς χειρώνακτες, ασκούν με εκφραστική, σχεδόν χορευτική αρμονία κινήσεων τη γαστρονομική τέχνη:  Ανακατεύουν, ψιλοκόβουν, τηγανίζουν, βράζουν, ψήνουν, ζυμώνουν πλάθουν, πλένουν, τεμαχίζουν, ξεπουπουλίζουν, μυρίζουν, δοκιμάζουν, επιδοκιμάζουν (τις δημιουργίες τους), αποδοκιμάζουν (των αλλονών), αλατίζουν, αρωματίζουν, φυσάνε (ό, τι καίει πολύ), ξεφυσάνε (όταν ζορίζονται).

«Συγγνώμη κύριοι», λέει ο Σικελός. «Θα μπορούσατε να μου πείτε εάν ο Πολύκαρπος από τη Γέλα βρίσκεται ακόμη εδώ γύρω;» Οι μάγειροι τον προσέχουν και, όχι χωρίς κάποια ενόχληση, μερικοί κουνάνε το κεφάλι τους αρνητικά.  Όχι δε ξέρουν κανέναν τέτοιο.

«Δούλευε εδώ πριν τέσσερα χρόνια», επιμένει ο Οινοκράτης.

Εκείνοι εξακολουθούν να κουνάνε τα κεφάλια τους πέρα δώθε, ώσπου ένας πετιέται και λέει: «Ρε παιδιά, μήπως λέει τον Κάρπο; Νομίζω πώς καταγόταν από τη Σικελία. Εσύ ρε Φιλήμονα, που είσαι από εκείνα τα μέρη, δεν τον θυμάσαι; »

Ο εν λόγω Φιλήμονας ανασηκώνει ένα κεφάλι πλαισιωμένο με σγουρά μαύρα μαλλιά. «Δεν ήμουνα  εδώ πριν τέσσερα χρόνια. Δε είχα έρθει ακόμη». λέει. «Αλλά ναι, τον θυμάμαι τον Κάρπο, ήταν εδώ όταν ήρθα, αλλά έμεινε λίγο. Εκτός από μάγειρας, ήξερε και τα ναυτικά. Αυτό τον έκαψε. Ο αφέντης του τον πούλησε σε καλή τιμή σ’ έναν πλοιοκτήτη».

images

Ύστερα το βλέμμα του μελαχρινού τριαντάρη Φιλήμονα, συναντάει εκείνο του Οινοκράτη και σκαλώνει εκεί. Αλλά και ο Οινοκράτης μένει μια στιγμή ακίνητος προσπαθώντας να συνδυάσει εικόνες και λοιπές μνήμες από το απώτατο παρελθόν. Η αναγνώριση είναι αμοιβαία και ταυτόχρονη:

«Φιλήμονα;»

«Τσίτσο;»

Ο Οινοκράτης ανατριχιάζει. Δεν ξέρει αν φταίει το παλιό του παρατσούκλι, -έτσι τον φώναζε κι η μακαρίτισσα η μάνα του σε στιγμές μητρικής τρυφερότητας- ή η ξαφνική ανεύρεση, όχι αυτουνού που περίμενε, αλλά ενός άλλου φίλου απ’ τον παλιό καλό καιρό των Συρακουσών.

Αγκαλιάζονται.

«Σε αιχμαλώτισαν κι εσένα πειρατές;» ρωτάει ο Οινοκράτης.

«Όχι, ήρθα εθελοντικά. Σκέφτηκα πως αυτή η πόλη δε μπορεί παρά να ανέχεται καλύτερα την αγαπημένη μου τέχνη».

Ο Οινοκράτης χαμογελάει. Ξέρει ποια είναι η αγαπημένη τέχνη του Φιλήμονα.

Δεν είναι ο εμπνευσμένος συνδυασμός γεύσεων. Είναι το ευφυές ανακάτεμα των ιδεών, έτσι ώστε να αναδεικνύεται καλύτερα ο εγγενής παραλογισμός της κάθε τάχα ¨γειωμένης¨ πραγματικότητας (τι είπα!). Με άλλα λόγια η κωμική ποίηση. Του δίνει δίκιο που ήρθε εδώ, στην Αθήνα. Η συγγραφή κωμωδιών δεν φτουράει ούτε στις  βασιλικές αυλές ούτε και σε εκείνες των τυράννων, ακόμη κι αν αυτοί οι τελευταίοι παρουσιάζονται μερικές φορές ¨φωτισμένοι¨ όσον αφορά σε άλλα είδη τέχνης. Η κωμωδία είναι εύθραυστο είδος που δεν σηκώνει πιέσεις. Άρα χρειάζεται την ανεκτικότητα των Αθηναίων. Το αττικόν άλας της κάνει καλό…

«Και πώς βρέθηκες στο Πρυτανείο;»

«Έχω προσληφθεί. Με μικρό μισθό, αλλά πες πως τα βγάζω πέρα. Ας είναι καλά οι ιταλικές συνταγές που είναι του συρμού στην Αθήνα, και εγώ που είμαι καλός στα ζυμαρικά όσο και στα άζυμα».

αρχείο λήψης (2)

Ο Οινοκράτης – Τσίτσος  σκέφτεται ότι η ώρα περνάει. Και ότι έχει μια αποστολή να εκτελέσει.

«Θα τα πούμε. Όλα. Και είναι πολλά…»,  λέει, «αλλά τώρα θέλω να μου κάνεις μια χάρη».

«Ναι. Πες μου».

«Πριν από μένα πρέπει να μπήκε εδώ μέσα μια ξανθούλα. Την είδες;»

«Ασφαλώς λες για τη μικρή Ιππαρχία. Πρέπει να πέρασε για να πάρει τον αδελφό της τον Μητροκλή. Δουλεύει κι αυτός εδώ. Είναι πρόσφυγες από εκείνους που κατάφυγαν στην Αθήνα μετά τις καταστροφές που έκανε ο Φίλιππος στο Βορρά. Κανονικά θα έπρεπε να μπει από την κύρια είσοδο, αλλά σήμερα φαίνεται να υπάρχει πανικός στο μαγαζί και ίσως την εμπόδισαν. Όχι μόνο είχαμε εδώ αυτά τα άσχημα αγάλματα που ήρθαν από την Ανατολή, αλλά ετοιμάζουμε και ένα τσιμπούσι για τους μεταφορείς. Ευτυχώς προς ώρας αναβλήθηκε, γι αυτό και έχω την ευχέρεια να σου μιλάω τώρα, αλλά δυστυχώς δεν ματαιώθηκε».

«Τι ακριβώς κάνει ο αυτός ο Μητροκλής στο πρυτανείο;»

«Δουλεύει στη γραμματεία που βοηθά τους πρυτανεύοντες βουλευτές στο διοικητικό τους έργο».

«Άρα δουλεύει απάνω, στο κυρίως κτίσμα, στη Θόλο;»

«Ναι».

«Άρα η μικρή πήγε προς τα εκεί».

«Μάλλον».

«Άντε, πάμε να τη βρούμε».

«Τι έγινε; Τόσο σου γυάλισε η νεαρά; Δε λέω, είναι ομορφούλα, αλλά δυστυχώς είναι δεσμευμένη. Με έναν Θηβαίο, απ’ όσο ξέρω».

«Δε μ’ ενδιαφέρει ο Θηβαίος, δείξε μου από πού θα ανεβώ πάνω».

«Δεν θα σου το συμβούλευα. Απάνω υπάρχει φρουρά και ο επικεφαλής λοχαγός μου φάνηκε σήμερα ιδιαίτερα ευέξαπτος. Αλλά θα δεις πόσο νευρικός θα γίνει εάν ανακαλύψει ότι μπαινοβγαίνει κόσμος στο πρυτανείο χρησιμοποιώντας τις πόρτες του μαγειρείου».

«Πώς τον λένε το λοχαγό;»

«Τον λένε Φώκο και δεν είναι όποιος κι όποιος. Είναι γιος του γέρο Φωκίωνα».

Στο κούτελο του Οινοκράτη εμφανίζονται οριζόντιες γραμμές.

«Είναι πάντα νευρικός αυτός ο Φώκος;»

«Όχι, είναι καλό και πράο παιδί. Αυτές τις τελευταίες μέρες μόνο είναι κάπως! Και ιδιαίτερα σήμερα. Κατά τη γνώμη μου φταίνε αυτά τα κακομούτσουνα αγάλματα που μας έφεραν εδώ».

«Ξέρεις πού ακριβώς φιλοξενούσατε τα αγάλματα;»

«Όχι».

«Ξέρεις πού θα μπορούσε να κρύψει κανείς εδώ μέσα κάτι σε μέγεθος προτομής; Δύο προτομών σε φυσικό μέγεθος, για να είμαι ακριβέστερος».

«Υποθέτω στην αποθήκη ξερών τροφίμων ή στο σκευοφυλάκιο».

«Πάμε».

«Τον βλέπεις εκείνον με τις γαλατικές μουστάκες; Εκείνον εκεί τον τεράστιο, με τον μπαλτά, λέω. Εάν δεν μου τον έχει πετάξει ακόμη κατακέφαλα που έπιασα κουβέντα μαζί σου, είναι επειδή η ομάδα βρίσκεται τρόπον τινά σε αναμονή. Μόλις έρθει η εντολή ξαναβάζουμε μπροστά τις φωτιές, γιατί όπως λέμε και στην πατρίδα, το καλό φαί πρέπει να είναι απολύτως ζεστό. Και εγώ στις φωτιές είμαι ειδικός».

«Μη φοβάσαι Φιλήμονα. Αναλαμβάνω κάθε ευθύνη. Έχε μου εμπιστοσύνη. Έλα!»

αρχείο λήψης (3)

Στην αποθήκη ξηρών τροφίμων δε βρήκαν τίποτα. Στο δωμάτιο με τα σκεύη ούτε. Εκεί όμως υπήρχε μια χαμηλή πόρτα. Ο Φιλήμονας είπε πως εκεί πίσω βάζουν τα χαλασμένα σκεύη πριν τα παραδώσουν στους τεχνίτες για επισκευή. Καζάνια ξεγάνωτα και άλλα τέτοια. Ο Οινοκράτης παίρνει μαζί του μια κουτάλα και μπαίνουν σκυφτοί. Η κουτάλα χρησιμεύει για μια αυτοσχέδια δοκιμή ήχου. Το αποτέλεσμα είναι αμέσως θετικό. Ο ήχος λέει ότι κάτω από τα αναποδογυρισμένα καζάνια υπάρχει πράγμα!

Όντως κάτω από το πρώτο καζάνι εμφανίζεται ο γενειοφόρος και κάτω από το διπλανό ο αμούστακος. Οι «τυραννοκτόνοι¨ έχουν επιστρέψει. Ο Οινοκράτης παίρνει μια βαθειά ανάσα ανακούφισης και δίνει μια επιβραβευτική κατραπακιά στη πλάτη του Φιλήμονα, που δεν πολυκαταλαβαίνει περί τίνος πρόκειται.

«Έχω ένα άλογο έξω. Βοήθησέ με να τους βάλουμε σε δύο σάκους και να τους φορτώσουμε».

«Θα κλέψουμε τα αγάλματα; Είσαι καλά;»

«Όχι δα. Δεν τα κουβαλήσαμε από την Ασία για να τα κλέψουμε. Απλώς θα τα ξανα-παραδώσουμε στους ιδιοκτήτες. Έλα μαζί μου Φιλήμονα και να δεις πως θα σου βγει σε καλό. Τι θα έλεγες, ας πούμε, για μία διάκριση στον διαγωνισμό κωμωδίας στα προσεχή Λήναια; Ή προτιμάς τα ¨Διονύσια¨; Εντάξει!  Τί διάκριση… Ένα πρώτο βραβείο θα έλεγα!»

140

*

Στην εξέδρα ανεβαίνει ένας της Φρουράς και κατευθύνεται προς τον Λυκούργο. Η προσοχή όλων συγκεντρώνεται πάνω τους. Ο φρουρός κάτι λέει ψιθυριστά στον Άρχοντα κι εκείνος αρχίζει να περιφέρει το βλέμμα στους παρευρισκόμενους. Προφανώς κάποιον ψάχνει. Το βλέμμα του σταματάει πάνω μου. Μου κάνει νόημα να τον πλησιάσω.

«Ένας που ισχυρίζεται πως είναι υπηρέτης σου, σε ζητάει επειγόντως» μου λέει.

«Ο Οινοκράτης!», λέω και στρέφω τη προσοχή μου στην άκρη του ευρύχωρου κλοιού που οι φρουροί έχουν σχηματίσει γύρω από την εξέδρα.

Ο φρουρός καταφάσκει. «Ναι, έτσι είπε ότι τον λένε».

Δεν έχει πια πολύ φως στο πλάτωμα, έχει σχεδόν νυχτώσει, αλλά τον βλέπω. Με το ένα χέρι υψωμένο προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή μου, ενώ με το άλλο κρατάει σφικτά τα χαλινάρια ενός γκρίζου αλόγου. «Είναι όντως ο υπηρέτης μου», λέω. «Κατεβαίνω».

Αφήνω τους υπόλοιπους, μάλλον δυσαρεστημένους που δεν πρόκειται για την αναμενόμενη σύλληψη κάποιου ταραξία και κατευθύνομαι προς τον δαιμόνιο Συρακούσιο. Πλησιάζοντας βλέπω ότι χαμογελάει από το ένα αυτί ως το άλλο. Είναι παραπάνω από προφανές ότι έχει καλά νέα.

Ευτυχώς προσπαθεί να είναι περιεκτικός και σύντομος. Με τον τρόπο του!

«Ξέρεις τι έχω εδώ μέσα;» μου λέει και μου δείχνει δύο μεγάλους σάκους που κρέμονται εκατέρωθεν της πλάτης του ζωντανού.

Για να μη χάνουμε χρόνο του δίνω τη πρώτη απάντηση που μου έρχεται στο νου.

«Βρήκες τα προσωπεία των άγριων διαδηλωτών», του λέω. «Μπράβο Οινοκράτη, είναι κι αυτό κάτι. Μήπως κατάφερες να δεις και τα πρόσωπά τους;»

 «Χα!» κάνει ενώ ταυτόχρονα λύνει το ένα σακί, το τοποθετεί στο έδαφος και το ανοίγει. Παίρνω έναν πυρσό από έναν οπλίτη εκεί δίπλα και τον πλησιάζω στο σκούρο όγκο που ήρθε στην επιφάνεια. Κοιτάζω προσεκτικά. Εάν δεν πρόκειται για αντικατοπτρισμό ή οφθαλμαπάτη, αυτός εδώ είναι ο ¨Αρμόδιος¨.

«Πού;» τον ρωτάω

«Στο Πρυτανείο. Συγκεκριμένα στα μαγειρεία. Εκεί με οδήγησε αυτός που παρακολούθησα. Πολύ κοντά στο σημείο όπου παραδώσαμε τα αγάλματα στους Αθηναίους».

«Ποιος;»

«Δεν ξέρω ακόμα, αλλά έχω κάποιες ιδέες που ίσως μας βοηθήσουν στην έρευνα».

«Έλα μαζί μου» του λέω, «αλλά μίλα μόνο αν σου δώσω το λόγο εγώ και πες μόνο όσα μου είπες ως τώρα. Για τις ιδέες σου θα μιλήσουμε διεξοδικά οι δυο μας. Αργότερα».

«Εννοείται», μου απαντάει. «Α, και κάτι άλλο, αυτός εκεί είναι ο παλιός μου φίλος ο Φιλήμονας, μελλοντικός διάσημος κωμικός ποιητής. Με βοήθησε στην ανάκτηση των αγαλμάτων και του εγγυήθηκα πλήρη κάλυψη απέναντι στα αφεντικά του. Δουλεύει εκεί, στο μαγειρείο της Θόλου».

Φωνάζω τους φρουρούς και έρχονται να βοηθήσουν.

Έτσι, μπροστά εγώ, πίσω μου οι προτομές στην αγκαλιά τεσσάρων γεροδεμένων οπλιτών, πιο πίσω περήφανος ο Οινοκράτης και ο -πως τον είπαμε; Φιλήμονας;-  να τα έχει κομμάτι χαμένα, και, ακόμη παρά πίσω, το γκρίζο άλογο που κανείς δε φρόντισε να δέσει κάπου, κατευθυνόμαστε, όλοι μαζί, προς την εξέδρα.

Ανεβαίνω στην εξέδρα μαζί με τον Οινοκράτη και τον φίλο του. Οι χάλκινες προτομές, οι φρουροί και το άλογο μένουν στο έδαφος. Όπως είναι φυσικό, αισθάνομαι τώρα περισσότερη αισιοδοξία και το μυαλό μου είναι σαφώς πιο ξεκάθαρο. Μαζεύονται όλοι γύρω μου. Εάν υπήρχε μία ιαχή ανακούφισης θεωρώ ότι θα μπορούσε να αναδυθεί τώρα. Επειδή δεν (νομίζω ότι) υπάρχει, ακούω μόνο μια αυξημένη διάχυτη βαβούρα. Επωφελούμαι από την έκπληξή τους και παίρνω αμέσως το λόγο. Τους εξηγώ τι συνέβη:

Ο υπηρέτης μου ακολούθησε έγκαιρα έναν από τους μεταμφιεσμένους, Δεν μπόρεσε να τον συλλάβει, δεν είχε άλλωστε την σχετική αρμοδιότητα. Τον είδε να κατευθύνεται στη Θόλο, αλλά εκεί έχασε τα ίχνη του. Επειδή είχε από παλιά κάποιους φίλους ανάμεσα στους μαγείρους, κατάφερε να μπει στο παράπλευρο κτίσμα, στο μαγειρείο, και να κάνει μια μικρή αλλά αποτελεσματική έρευνα. Σε μια δευτερεύουσα  αποθήκη, σκεπασμένες με παλιά καζάνια, βρήκε τις προτομές. Νάτες!» Τους δείχνω τα σκούρα χάλκινα αγάλματα που φωτίζονται τώρα από τους πυρσούς των φρουρών. «Είμαι σίγουρος ότι σήμερα ή αύριο η φρουρά θα καταφέρει να εντοπίσει όλους τους υπεύθυνους για την απαγωγή και τα λοιπά αποψινά συμβάντα».

αρχείο λήψης

Δεν δείχνουν όλοι το ίδιο ενθουσιασμένοι με τις εξηγήσεις μου. Ο Δημοσθένης για παράδειγμα εξακολουθεί να είναι συνοφρυωμένος και στριφνός, αν και δεν ακούω με ακρίβεια όλα όσα λέει κάτω από τα μουστάκια του. Ο Δημάδης πάλι δείχνει πασίχαρης και δε σταματά τα φιλικά και επιβραβευτικά χτυπήματα στις πλάτες του Οινοκράτη και του Φιλήμονα. Ο κύριος λόγος -εικάζω- για τον οποίο ο Αισχίνης δεν γκρινιάζει αυτή τη στιγμή, είναι για να μη φανεί ότι συμφωνεί σε οτιδήποτε με τον Δημοσθένη.

Εμφανώς πιο αναπτερωμένος είναι πια κι ο γέρο -Φωκίωνας, ο οποίος και αναλαμβάνει ξανά τα ηνία. Αφού συνεννοηθεί  για λίγο με τον Λυκούργο, απευθύνεται στην ομήγυρη.

«Μετά από αυτή την αίσια εξέλιξη, θα πρέπει να επιστρέψουμε το γρηγορότερο στην ομαλότητα», λέει. «Οι προτομές μπαίνουν ήδη στη θέση τους και θα φρουρούνται για όσο χρειαστεί».

Κάνει μια παύση για να εξασφαλίσει μεγαλύτερη προσοχή και συνεχίζει: «Τα αποψινά γεγονότα δε πρέπει να μεγαλοποιηθούν, γιατί κάτι τέτοιο θα εξυπηρετούσε τις σκοπιμότητες αυτών που τα προκάλεσαν, όποιοι κι αν είναι αυτοί. Θεωρώ ότι πρέπει να ολοκληρώσουμε, έστω με συνοπτικές διαδικασίες, την αποψινή τελετή. Άλλωστε οι ¨τυραννοκτόνοι¨ επέστρεψαν. Και όπως βλέπετε, ο λαός είναι ακόμη εδώ και, χάρη στα ψητά και τον οίνο που ευφραίνει γενικώς,  μου φαίνεται μάλλον ευτυχέστερος και πιο καλοπροαίρετος  από ό, τι πριν λίγο».

Στρέφεται προς τον Παιανέα: «Εάν ο ευπροσήγορος Δημοσθένης θέλει, νομίζω ότι θα μπορούσε να ολοκληρώσει, έστω και τώρα, την ομιλία που αναγκάστηκε να διακόψει προηγουμένως», και κοιτώντας έναν γύρο τους άλλους, προσθέτει: «Το επιβάλλουν οι αρχές της ισηγορίας που ισχύουν στην πόλη μας».

Ο Δημοσθένης όμως δεν θέλει. Διαφωνεί. Υποστηρίζει ότι οι πληροφορίες που τους έδωσα, ή μάλλον αυτές που μας προμήθεψε ο υπηρέτης μου και ο φίλος του, δεν είναι αρκετές για να δικαιολογήσουν τα γεγονότα. Όχι. Εκείνος θα μιλήσει την κατάλληλη ώρα. Όταν θα μάθει τι ακριβώς έχει συμβεί και γιατί.

«Εντάξει», λέει ο Φωκίωνας, χωρίς να δείξει ότι τον λυπεί ιδιαίτερα η άρνηση του ρήτορα. Ύστερα απευθύνεται σε εμένα:

«Αγαπητέ Εύελπι, είσαι όχι μόνο το τιμώμενο πρόσωπο αλλά και εκείνος που συνετέλεσε στη επίλυση μιας δυσάρεστης -ας τη πούμε έτσι- κατάστασης. Νομίζω ότι δε θα αρνηθείς να πεις λίγα λόγια στον κόσμο, σύμφωνα πάντα με το αρχικό πρόγραμμα της εκδήλωσης, και να κλείσεις έτσι την τελετή».

Του έκανα νεύμα κουνώντας καταφατικά την κεφαλή, ότι δεν είχα αντίρρηση.

«Ωραία. Ας ηχήσει λοιπόν η σάλπιγγα και ας σε αναγγείλει ο κήρυκας. Αμέσως μετά, θα πάμε όλοι μαζί στο Πρυτανείο για το καθιερωμένο σε αυτές τις περιπτώσεις δείπνο. Εκεί θα μπορέσουμε να τα πούμε μεταξύ μας με μεγαλύτερη άνεση. Γιατί, μπορεί μεν να είμαι εγώ ο πρεσβύτερος και εκείνος που διαθέτει πολυθρόνα, αλλά καταλαβαίνω ότι κι εσείς, οι νεότεροι, πρέπει να έχετε πιαστεί καθισμένοι τόση ώρα σ’ αυτά τα άβολα έδρανα».

Έτσι η εκδήλωση ολοκληρώθηκε  με μια μικρή δική μου παρέμβαση, όπως είχε αρχικά συμφωνηθεί. Είπα λίγα. Τα αυτονόητα. Είπα δηλαδή ότι έρχομαι από το μέτωπο της εκστρατείας για να μεταφέρω την εκτίμηση του βασιλιά των Μακεδόνων στην πόλη της Παρθένου Αθηνάς και μαζί τα κειμήλια που έκλεψε παλιότερα ο Ξέρξης. Όμως δεν είμαι άγνωστος στους Αθηναίους, όπως δεν μου είναι άγνωστοι και εκείνοι. Ότι για πολλά χρόνια η οικογένειά μου ζει εδώ, μαζί τους, κάτω από τον ίδιο διαφανή αττικό ουρανό. Ότι η οικογένειά μου μετοίκησε εδώ γιατί πίστευε ανέκαθεν στην ανάγκη οι Έλληνες να είναι ενωμένοι και ισχυροί, αλλά μόνον εδώ μπόρεσε να εκφράσει ελεύθερα αυτές τις απόψεις. Η Αθήνα μας δέχτηκε χωρίς περιορισμούς και όρους και  πως, προσωπικά, αισθάνομαι ευγνώμων γι αυτό.

Όσο αφορά στην αποψινή τελετή, τους είπα χαμογελώντας πως νομίζω ότι εν τέλει, οι θεοί, έχουν τρόπους για να δείχνουν τη θέλησή τους, έστω κι αν συνηθίζουν -και μάλλον τους αρέσει- να μας  υποβάλουν σε λογής λογής δοκιμασίες. Σήμερα, κάποιοι θέλησαν να μας διασκεδάσουν χοροπηδώντας μπροστά μας και εξαφανίζοντας (μόνο για λίγο) τις τιμώμενες εικόνες. Τώρα όμως οι προτομές είναι στη θέση τους, οι θεοί πρέπει να μας ατενίζουν με ευαρέσκεια, και εγώ απευθύνω στους Αθηναίους τις βαθιές και από καρδιάς ευχαριστίες μου για την υποδοχή.

Αυτά τους είπα.

Μετά πήγαμε όλοι μαζί στο Πρυτανείο. Ζήτησα την άδεια να κρατήσω κοντά μου τον Οινοκράτη και τον φίλο του. Μου δόθηκε ευχαρίστως. Και κάτι άλλο. Η ψαρόσουπα μου φάνηκε εξαιρετική!

images (13)

(συνεχίζεται)

 

 

 

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , , , , , | Leave a Comment »

ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΟΝΤΗ ΓΙΟΡΤΗ

Posted by vnottas στο 14 Ιουνίου, 2012


Εύχομαι

την Κυριακή, 

χωρίς φόβο, παρά με ψυχραιμία και ελπίδα!

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Κάτω η Αποχή Idiots

Posted by vnottas στο 22 Απριλίου, 2012

 

Ήταν να το περιμένει κανείς;

Μα ναι! Συνέβη και την προηγούμενη φορά και την προ προηγούμενη, θα συμβεί και στο μέλλον. Είναι μέσα στη ¨λογική¨ του παιχνιδιού. Την επιχειρησιακή  φαιά-επικοινωνιακή ¨λογική¨ του, τουλάχιστον.

Για τι πράγμα μιλάμε;

Μιλάμε για τις αλλεπάλληλες εκκλήσεις για αποχή, που προέρχονται  από ποικιλόμορφες πηγές και συνοδεύονται από ετερόκλητα επιχειρήματα. Όχι εκείνες που ακούς ανάμεσα στο ένα γαμώτο και το άλλο, στις καθημερινές κουβέντες των συνελλήνων, αλλά εκείνες που αναμεταδίδονται με επίταση ή υπαινιγμούς από τα μεγάλα ιδιωτικά ΜΜΕ καθώς και από μέρος των διαδικτυακών μέσων.

Μα τι; Θα μπορούσε όλα αυτά να μην καταμαρτυρούν την υγιή αντίδραση των καλώς σκεπτομένων μπροστά στα τερτίπια  της σημερινής πολιτικής;

Μα και βέβαια θα μπορούσε.

Ας πούμε ότι είσαι μια δύναμη που ανακατεύεται (οικονομική, εκδοτική, άλλη), από εκείνες που κάνουν πολιτικό παιχνίδι στ’ αλήθεια κι ας χρειάζονται (ακόμη) ενδιάμεσους.

Και ξαφνικά (;) διαισθάνεσαι (ή στο λένε ακριβοπληρωμένοι δημοσκόποι όταν βρίσκεστε μεταξύ σας και δε σας ακούει κανείς) ότι το ρεύμα στρέφεται πια ξεκάθαρα ενάντια στα κόμματα που σε στηρίζουνε και τα στηρίζεις, αν και κάποιες τυπικές πρωτιές (ή και δευτεριές) τις κρατάνε ακόμη.

Τότε τι κάνεις;

Απελπίζεσαι; Εγκαταλείπεις; Ενδίδεις; Μελαγχολείς;

 Όχι βέβαια!

Βάζεις το χέρι στη τσέπη και βγάζεις κρυμμένους άσους, και αναποδογυριζόμενους (κωλοτούμπες) μπαλαντέρ, και γενικότερα ό, τι έχεις βάλει καβάντζα  για μια τέτοια δύσκολη στιγμή:

Από τα σίγουρα και δεδομένα, όπως ας πούμε  το πεσκέσι (ένα έκτο των εδρών) που κάνανε τα κόμματά σου από παλιά δωράκι στον εαυτό τους για όταν θα βρίσκονται στα δύσκολα, μέχρι τη διεύρυνση του κύκλου των εν δυνάμει εταίρων (σου).

Και πλάι σε αυτά, τα σχεδόν τετριμμένα πια, και μερικά εξ ίσου κλασικά, παράπλευρα, επικοινωνιακά, που θα μπορούσαν να συγκρατήσουν την κατρακύλα, όπως την (αναμενόμενη) εκστρατεία υπέρ της Ακυρότητας, της Αυτοεξαίρεσης, της Αποχής,

Πώς υλοποιείται; Δεν μοιάζει δύσκολο:  

Κατ’ αρχήν αλλάζεις προσωπείο (παραγγέλνεις ένα στην αγορά -η αγορά έχει απ’ όλα- μα αν τυχόν δε βρεις ένα πρόχειρο να αγοράσεις, ενισχύεις κάποιον αθώο αφελή Αποχιακό, θέλει δε θέλει) και εμφανίζεσαι στο κοινό ως σούπερ διαμαρτυρόμενος. Μπορείς έτσι τώρα να  τα βάζεις με όλους και με όλα, ακόμα και με εσένα τον ίδιο, ακόμη και με το συνολικό σύστημα –κυρίως με αυτό!

Μετά ελαχιστοποιείς την αξία του παιχνιδιού,  φτύνεις τις αρχές της (έτσι κι αλλιώς αστικής) δημοκρατίας, και ισχυρίζεσαι ότι καλύτερα στο σπίτι, στην εξοχή, στο καφενείο, αλλά όχι στις κάλπες: Ζήτω η Αποχή! Η Ακυρότητα! Η Άρνηση! Το Φτου κακά!

Έτσι σπρώχνεις να βγουν οικειοθελώς από το παιχνίδι μερικοί από τους πιο ζόρικους αρνητές σου, και καταμετράς τα υπόλοιπα. Στα κουρεμένα από ένα γερό ποσοστό αγανάκτησης υπόλοιπα, ελπίζεις να βρεις την εικονική συναίνεση που χρειάζεσαι. Και το επικοινωνιακό σύστημα, τουλάχιστον εκείνο που δουλεύει για σένα θα δώσει ένα χεράκι. Και δύο και τρία!

ΥΓ1 Αν ένα από τα ισχυρότερα όπλα του σημερινού οικονομικό- πολιτικού κατεστημένου έγκειται  στην ικανότητά του να στήνει φαντασιακά σκηνικά αντικαθιστώντας την όποια δημοκρατία με ¨διαβουλεύσεις¨, δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει να του αφεθεί η δυνατότητα και να την ευτελίζει, την δημοκρατία, άμεσα ή έμμεσα;…

ΥΓ2 Κάποτε (τέτοιες μέρες του Απρίλη) το ανάλογο (εκδοτικό)  σύστημα μιλούσε ανενδοίαστα για σιωπηλές απέχουσες πλειοψηφίες που επιθυμούσαν και δικαίωναν δικτατορικές λύσεις.

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΤΑ ΤΡΕΧΟΝΤΑ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

Η φωτογραφία της ημέρας αν όχι της χρονιάς

Posted by vnottas στο 29 Οκτωβρίου, 2011

 «…Ο μικρούλης με τη σημαιούλα του, κάθησε στην κενή πολυθρόνα του Προέδρου, πανευτυχής…»

 

Θεσσαλονίκη 28η Οκτωβρίου 2011… Τη φωτογραφία τράβηξε  ο παλιός φίλος Γιώργος Συνεφάκης, (πανεπιστημιακός, αρχιτέκτονας πολεοδόμος από τη Θεσσαλονίκη) και πιστεύω ότι όντως λέει πολλά…

Μεταφέρω εδώ το πρώτο απολύτως επί της ουσίας σχόλιο

Antonis είπε

29 Οκτωβρίου, 2011 στο 12:22 μμ e

Ποιος άλλος θα μπορούσε να καθίσει σ’ ένα θρόνο!
Μονάχα ένα παιδί. Μονάχα ένα παιδί μπορεί
το γερασμένο κόσμο να σηκώσει στους ώμους.
Μονάχα μπροστά σ’ ένα παιδί μπορώ να παρελάσω
με όλα τα σπασμένα κομμάτια της ιστορίας.
Γιατί σε κάθε παιδί υπάρχει σοφία και μυστήριο
κι ο σπόρος της αλλαγής που δε μπορείς να
τον αδράξεις με τα χέρια αλλά να τον αφήσεις
πρέπει να τριφτεί, να κολλήσει στα δάχτυλα
και τα σπλάχνα να διεισδύσει αργά στις
λεωφόρους του μέλλοντος. Γιατί μονάχα
ένα παιδί ξέρει να βαδίζει στο μέλλον
με το σημαιάκι του που’ χει πάνω
όλες τις πατρίδες και τα παραμιλητά
του κόσμου.

αντ.αντ

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΤΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ | Με ετικέτα: , , , , , | 2 Σχόλια »

Αγανακτισμένο 3 (του Σεπτέμβρη)

Posted by vnottas στο 3 Σεπτεμβρίου, 2011

Δε ξέρω με ποιους συνειρμούς, αλλά η 3η του Σεπτέμβρη μου προκάλεσε και αυτές τις σκέψεις…

Ας υποθέσουμε ότι σε κάποια στιγμή του απώτερου μέλλοντος κάποιοι ερευνητές της Ιστορίας των Κοινωνιών θα ενδιαφερθούν για τα όσα βιώνουμε εμείς τώρα. Ας είμαστε αισιόδοξοι και ας πούμε ότι οι ερευνητές αυτοί δεν θα είναι ούτε προκατειλημμένοι ούτε προχειρολόγοι (μια που τις υποθέσεις τις κάνουμε εμείς, ας διαλέξουμε μια καλή εκδοχή του μέλλοντος, δε στοιχίζει τίποτα). Έτσι, ψάχνοντας για το  τι συνέβη στις αρχές του 21ου θα αναζητήσουν πηγές και τεκμήρια που θα τους επιτρέψουν να φτιάξουν μια γενική εικόνα, έτσι ώστε  να στηρίξουν πάνω της, τις ερμηνευτικές τους υποθέσεις και θεωρίες.

 Όπως είναι φυσικό, θα αρχίσουν αναζητώντας τα ισχύοντα σήμερα ποσοτικά μεγέθη και τους λυπάμαι που θα πρέπει να επιλύσουν τους γρίφους της ¨δημιουργικής¨ μας  λογιστικής (έτσι τη λέμε σήμερα, ως καθώς πρέπει πολιτικώς όρθιοι –σε στάση προσοχής –μετανεωτεριστές).

Ας ελπίσουμε ότι ως τότε θα έχουν  επινοήσει κάποια φόρμουλα που να απομονώνει το ¨εικονικό¨ από το ¨πραγματικό¨ και έτσι να μπορέσουν να βρουν κάποια άκρη.

Εκτός πια κι αν το εικονικό έχει θριαμβεύσει στην εποχή τους, αλλά σε αυτή την περίπτωση δεν θα έχουν ούτε ιστορικούς ερευνητές ούτε καν Ιστορία,  άσε που και η αρίθμηση του χρόνου θα έχει αλλάξει αφετηρία,  και θα διαιρεί πιθανόν σε Προ και Μετά Αποδόμησιν εποχή.

Στη συνέχεια, αφού καταγράψουν τα¨αντικειμενικά¨ στοιχεία, καθώς και εκθέσεις, προγραμματισμούς, δηλώσεις καλών προθέσεων, απολογισμούς και λοιπά , θα θελήσουν, υποθέτω,  να ψάξουν και την άποψη αυτής της πολυπροβεβλημένης Θεάς της Νεωτερικής και Μετανεωτερικής Εποχής που ονομάζεται ¨Κοινή Γνώμη¨

Και εδώ είναι που η λύπησή μου γίνεται οίκτος. Γιατί θα πρέπει (οι φουκαράδες) να αναλύσουν, να κατανοήσουν, να βγάλουν άκρη, κολυμπώντας στην κινούμενη άμμο (που  συχνά γίνεται  λάσπη) των έργων και των παρεμβάσεων των σημερινών καθοδηγητών, εκφραστών, αναλυτών της περίφημης περί ης ο λόγος Κοινής.

Αρχίζοντας από όσους από τους  εντεταλμένους δημοσκόπους αναλαμβάνουν την αναμόχλευση και τον χειρισμό της Κοινής Γνώμης μέσω ασαφών, κατά παραγγελίαν και προς δημοσίευση δημοσκοπήσεων, περνώντας στους  ¨έγκριτους¨ (μετανεωτερικούς, δηλαδή, για να καταλαβαινόμαστε: σχετικιστές, πραγματιστές, ατομικιστές, λάτρεις της επιφάνειας και της εικόνας, αποδομούντες κατά παραγγελία) μεγαλοδημοσιογράφους και αναλυτές των σημερινών ΜΜΕ και φτάνοντας ως την ανάλυση της αποδοχής των προϊόντων και των (κρυφών και φανερών) μηνυμάτων της πολιτισμικής βιομηχανίας. Χαμός!

Αδέλφια (ή μάλλον δισεγγόνια) κοινωνικοί ερευνητές του μέλλοντος: Έχετε την απόλυτη κατανόηση και νοερή συμπαράστασή μου. Λυπάμαι, αλλά δε μπορώ να κάνω κάτι για σας. Εάν εσείς, οι  δεόντως αποστασιοποιημένοι, μπερδεύεστε, πόσο μάλλον εμείς εδώ. Πάντως αντί για καρτ ποστάλ  σας στέλνω μερικά στιχάκια μόλις αλιευμένα στο διαδίκτυο, που όμως τραγουδιούνται ήδη στους δρόμους. Μου φαίνονται γνήσιας λαϊκής προέλευσης, βάλτε τα κάπου, έστω σε υποσημείωση, εκεί που ίσως αναφέρεστε στην δυσκολία της ανίχνευσης του συλλογικού θυμικού, ή, αλλιώς, απολαύστε σύγχρονο/παλιό μπουζούκι.

Σημείωση: Το τραγουδάκι Οι αγανακτισμένοι (η λύση) το βρήκα στο πολύ καλό ιστολόγιο Ρεμπέτικο Φόρουμ.   Οι δημιουργοί του (μπράβο παιδιά) είναι οι

Μουσική Γ. Σπηλιόπουλος
Τραγούδι: Αγγελική Λιούκα, Γ Σπηλιόπουλος και η ορχήστρα
Μπουζούκι: Γ. Σπηλιόπουλος
Κιθάρα: Π. Δουρδουμπάκης.
Μπάσο: Κ. Λιούκας
Κρουστά: Γ. Μαντρέκας

Δεν κατάφερα να τους βρω για να πάρω ρητή άδεια για την ανακαταχώρηση, (αν και επικοινώνησα με το Φόρουμ) για αυτό και αναρτώ την απαραίτητη δήλωση που βρήκα αυτούσια στο επίσης  πολύ καλό (για όποιον ενδιαφέρεται όχι μόνον για την ποίηση αλλά και για καλή, δυσεύρετη μουσική) ιστολόγιο   ¨Αλωνάκι της Ποίησης¨, την οποία συμμερίζομαι, αντιγράφω κατά λέξη και συνυπογράφω.

ΔΗΛΩΣΗ

ΓΙΑ ΟΣΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, ΕΙΚΟΝΕΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟΦΙΛΜ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΑΣΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΔΗΛΩΝΩ ΟΤΙ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΑΥΤΑ ΑΝΗΚΟΥΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΣΤΟΥΣ ΚΥΡΙΟΥΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΜΠΛΟΓΚΑΡΧΗ. ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΠΛΗ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΧΡΗΣΗ. 

Ιδού λοιπόν η μουσική

Ιδού και οι στίχοι:

Τζιτζιφιόγκοι και ντιντήδες, ψεύτες, παραμυθατζήδες,
παπατζήδες και λαμόγια, μας φλομώσανε στα λόγια.
Υπουργοί και βουλευτάδες μας αρπάξαν τους παράδες
κι ό,τι αφήσαν οι κοπρίτες μας τα τρων οι τραπεζίτες.

Όταν τέλειωσαν τα φράγκα
ήρθαν και σε βρήκαν μάγκα
και σου είπανε να δώσεις
την πατρίδα σου να σώσεις.
Μα θα στήσεις τις κρεμάλες
θα τους πάρεις τις κουτάλες
κι όταν θα ‘χεις καθαρίσει
ίσως να βρεις και τη λυση.

Πονηροί καταφερτζήδες, κλέφτες, στοιχηματατζήδες,
πόρνες και κλεφτοκοτάδες,της ζωής μας οι νταβαδες.
σύμβουλοι, πραματευτάδες μας αρπάξαν τους παράδες
κι ό,τι αφήσαν οι κοπρίτες μας τα τρων οι τραπεζίτες.

Και μια που είμαστε στο ρεμπέτικο κλίμα ιδού ακόμη μερικά στιχάκια δημοσιευμένα από το μέλος του Φόρουμ irodion

Φαγητό με το δελτίο v3 (ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΟΙ)

Οι τραπεζίτες σφράγισαν, για χρέη τα σπιτάκια
Με δήθεν κυβερνήτες μας, τα κάνανε πλακάκια
Τα φάγανε και τα έκρυψαν μεγαλοκαρχαρίες
Κι όλος ο κόσμος άρχισε να κάνει λιτανείες

Φαγητό με το δελτίο
φουκαρά θ’ αρπάξεις κρύο
Το πετρέλαιο δε φτάνει
την καρδιά σου να ζεστάνει

Μας βάλανε στο ΔουΝουΤού, όλα να μας τα φάνε
Με κόλπα και στατιστικά, το αίμα μας ρουφάνε
Μας ρίχνουν στο μνημόνιο και σ άλλη θεωρία
Τα νούμερα δε βγαίνουνε γιατί είναι κοροϊδία

Αχ του Έλληνα η φάρα
δεν αντέχει μάγκα άλλα
Η ζωή μας δεν τους φτάνει
και η πατρίδα όλο χάνει

Μα ο λαός τους την φυλά και πια δεν περιμένει
πλατείες συγκεντρώνονται οι Αγανακτισμένοι
Φωνάζουν στους πολιτικούς και κάνουν φασαρία
Δεν θέλουν άλλο ψέματα ζητούν Δημοκρατία

Έλληνες και Ευρωπαίοι
νιώθουνε όλοι ωραίοι
δεν θα δίνουν στους λεφτάδες
τέρμα πια οι φουκαράδες

Posted in ΣΧΟΛΙΑ, ΤΑ ΤΡΕΧΟΝΤΑ, ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ - ΣΤΙΧΟΙ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , | Leave a Comment »

Όταν ο Χάρι (Πότερ) συνάντησε τα λόμπυ…

Posted by vnottas στο 26 Ιουνίου, 2011

Όταν ο Χάρι (Πότερ) συνάντησε τα λόμπυ…

(ή …και οι Μάγκλ έχουν ψυχή) (1)

 

 «Η πρώτη αιρετική αρχή της κυβέρνησης του Τρίτου Κύματος είναι η αρχή της δύναμης της μειοψηφίας. Σύμφωνα μ’ αυτή, η αντίληψη πως η πλειοψηφία κυβερνά, βασική νομοθετική αρχή της περιόδου του Δευτέρου Κύματος, είναι πια ξεπερασμένη, Δεν είναι οι πλειοψηφίες εκείνες που έχουν σημασία αλλά οι μειοψηφίες. Και τα πολιτικά μας συστήματα πρέπει να αρχίσουν ν’ αντανακλούν αυτό το γεγονός».

Αλβιν Τόφφλερ (¨Το Τρίτο Κύμα¨, εκδ. Κάκτος 1982, σελ 490)

 

Κατ’ αρχήν να σας εκμυστηρευτώ ότι τον ήρωα της κας Ρόουλινγκ  τον διάβασα. Τις τέσσερεις πρώτες του περιπέτειες. (Ο γιος μου, ρεαλιστικότερος εμού, μάλλον όχι).

Για να αυτοαιτιολογηθώ δεν θα επικαλεστώ το επιστημονικό (επικοινωνιακό) ενδιαφέρον για την οργανωμένη προβολή και την εκπληκτική παγκόσμια διάδοση ενός ακόμη προϊόντος της πολιτισμικής βιομηχανίας. Απλά θα ομολογήσω ότι εμένα τα παραμύθια μ’ αρέσουν: ενεργοποιούν εκείνη τη θαυματουργή φαντασιακή ικανότητα που ενυπάρχει σε όλους μας και  που, όχι μόνο ξεπερνάει εγκαίρως την (έτσι κι αλλιώς προσωρινή) δικτατορία των νομοτελειών (πριν αργά ή γρήγορα αναιρεθούν από μόνες τους), όχι μόνο αναπληρώνει τις αναπόφευκτες απώλειες από τη φθείρουσα τριβή με την πραγματικότητα, αλλά και καταφέρνει να ζωντανεύει ανεπαίσθητες απουσίες και άλλα πράγματα φευγαλέα, απροσδιόριστα και πολύτιμα, όπως οι παιδικές αναμνήσεις.

Τα παραμύθια μ’ αρέσουν επίσης γιατί σπάνια είναι ανιαρώς μονοσήμαντα και αθώα με πληκτικό τρόπο. Αντίθετα, έτσι και τα σκαλίσεις λίγο, ανακαλύπτεις εναλλακτικές εκδοχές, καμιά φορά ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες…

Κατανάλωσα λοιπόν μια ικανή δόση Χάρι Πότερ και μετά, έχοντας σχηματίσει μια πρώτη άποψη, παρακολούθησα τα πολλά και διάφορα που γράφτηκαν γι αυτόν.

Τα περισσότερα, εδώ που τα λέμε, δεν ήταν παρά ματσάκια από τον κλασικό μαϊντανό που συνοδεύει τις προωθητικές εκστρατείες όλων των βιομηχανικών πολιτισμικών προϊόντων: πώς οι απανταχού πιτσιρικάδες (και κάμποσοι μεγαλύτεροι) ξετρελάθηκαν, πώς κάποιοι θρησκευόμενοι αντέδρασαν συμβάλλοντας στον διαφημιστικό σαματά, πόσα λεφτά έβγαλε η συγγραφέας, πώς για μία ακόμη φορά επιβεβαιώνεται ότι σήμερα πλέον ό,τι πουλάει αυτοδικαιώνεται (και καλλιτεχνικά)… και δώσ’ του σωροί από νούμερα να τεκμηριώνουν πόσο εξαιρετική υπήρξε η επιτυχία της κας Ρόουλινγκ και του πνευματικού της τέκνου Χάρι Πότερ…

Παράλληλα γράφτηκαν και μερικές ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις.

Όπως, λόγου χάρη, για κάτι που άφησε άναυδους τους μάνατζερ της καθοδηγούμενης κατανάλωσης: το γεγονός πώς το τελευταίο καιρό οι πιτσιρίκοι το ’χαν ρίξει αποκλειστικά στην κατανάλωση παραμυθιών και παιχνιδιών με εικόνες, δεν ήταν η μοιραία και αναπότρεπτη συνέπεια του ¨εικονικού¨ πολιτισμού των νέων μέσων, αλλά μάλλον οφειλόταν στο ότι τέτοια ήταν η προσφορά. Εικόνες τους έδιναν, εικόνες κατανάλωναν. Όταν υπήρξε και πάλι διαθέσιμο το κλασσικό περιπετειώδες γραπτό παραμύθι, οι μικροί το πρόσεξαν και το αγάπησαν πάλι.

Ή, ακόμη, η (σωστή) παρατήρηση ότι η εκστρατεία προώθησης ήταν πλανητικά διαρθρωμένη με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με εκείνον που χρησιμοποιούν οι πολυεθνικές για οποιοδήποτε εμπόρευμα και όμοια, ας πούμε, με τις τραγουδιστικές εκστρατείες της Μαντόνα ή της Γκάγκα: δίπλα στην οικουμενική αλαφράδα της ποπ,  ιδού και το πρώτο παγκοσμιοποιητικά προωθούμενο παραμύθι. (Θυμηθείτε: ο Χάρυ προηγήθηκε του Μπραούν-ειου Κώδικα).

Αυτά ειπώθηκαν και ξαναειπώθηκαν σε κάθε νέα έκδοση των βιβλίων με τις περιπέτειες του νεαρού μάγου, προκειμένου να ενισχύσουν ή να εξηγήσουν την επιτυχία του.

Τι άλλο θα μπορούσε να προσθέσει κανείς;

Ίσως ένα πράγμα. Μια ακόμη μικρή συμπληρωματική ερμηνευτική υπόθεση…

Μήπως, άραγε, ο Χάρυ εντάσσεται σε ένα νέο είδος ήρωα (ή εν πάση περιπτώσει ένα είδος που είχαμε πάρα πολύ καιρό να δούμε) που δεν εκπροσωπεί τα κλασικά κοινωνικά σύνολά ή ομάδες (αδικημένες κοινωνικές τάξεις, ανερχόμενα ή καταπιεσμένα κοινωνικά στρώματα διαμορφούμενες εθνότητες), αλλά ταυτίζεται με μια νέα κατηγορία κοινωνικών μορφωμάτων, μειονοτικών και ισχυρών μαζί, που ταυτόχρονα ενδιαφέρονται να επηρεάσουν (να ¨σώσουν¨) το κοινωνικό σύνολο, με άλλα λόγια μ’ αυτά που το τελευταίο καιρό αρχίσαμε να αποκαλούμε «λόμπυ» ή οργανωμένες παραθεσμικές (ή και εξωθεσμικές) ομάδες πίεσης;

Σας θυμίζω εν συντομία τον βασικό μύθο.

Ο κόσμος μέσα στον οποίο ζει και δρα ο Χάρυ Πότερ είναι μανιχαϊκά μοιρασμένος στα δύο.

Από τη μία πλευρά υπάρχουν οι πολλοί, η πλειονότητα (άπαντες πλην των μάγων): αποτελείται από τύπους αντιπαθητικούς, κοντόθωρους, άσχημους, βλάκες, ζηλιάρηδες, ανεπαρκείς γενικώς, σαδιστικών τάσεων, ανίκανους να αυτοδιοικηθούν (τυπικό δείγμα  οι Ντάρσλι, η οικογένεια που φιλοξενεί τον Πότερ πριν αρχίσει τις μαγικές του σπουδές). Υποτίθεται ότι δεν  κατέχουν από μαγεία, ίσως να έχουν λίγη επιστήμη, αλλά τίποτα δεν αποκλείει σε μια μελλοντική εξέλιξη η ιστορία να ξαναγραφτεί και να αποκαλυφτεί ότι και την επιστήμη την χρωστάνε στους μάγους! Στο βιβλίο η ανίκανη και καταδικαστέα αυτή πλειονότητα έχει όνομα (έτσι τουλάχιστον τους αποκαλούν περιφρονητικά οι μάγοι): είναι οι Μαγκλ! Οι Μάγκλ διέπονται από με μια βασική και αδικαιολόγητη (σχεδόν μεταφυσική) εμμονή: αντιπαθούνε τους μάγους!

Από την άλλη μεριά υπάρχουν οι μάγοι. Αυτοί φυσικά είναι λίγοι και εκλεκτοί. Ζουν σε ένα κόσμο παράλληλο και ημίκρυπτο, που ωστόσο τέμνεται με εκείνον της ¨κακής και ηλίθιας¨ πλειονότητας.

Οι μάγοι κρύβονται, γιατί οι Μαγκλ τους αντιπαθούν τόσο, που δεν τους επιτρέπουν να αναλάβουν τα ηνία της διακυβέρνησης (και να ¨σώζουν¨ όποτε κρίνουν ότι κάτι τέτοιο χρειάζεται τους φουκαράδες πλειονοτικούς Μαγκλ). Ωστόσο οι μάγοι είναι καλά οργανωμένοι, διαθέτουν παράλληλες μυστικές δομές εξουσίας, και όλα δείχνουν πως σκοπεύουν να σώσουν τους Μαγκλ, θέλουν δε θέλουν.

Στο κόσμο του Πότερ η δημοκρατία (το πολιτικό σύστημα που δίνει δίκιο στους περισσότερους) είναι μια ξεπερασμένη, ύποπτη ή και επικίνδυνη υπόθεση. Οι πλειοψηφούντες ζηλόφθονοι Μαγκλ δε χρειάζονται την δημοκρατία (κατά βάθος, ούτε καν την πολιτική): χρειάζονται εποπτεία.

Αντίθετα οι μάγοι διαθέτουν την πολυτέλεια της πολιτικής και, κατά συνέπεια, της εσωτερικής διαφωνίας. Πράγματι, είναι διαιρεμένοι σε δύο φράξιες. Με άξονα το επίμαχο θέμα των σχέσεων με τους Μαγκλ είναι χωρισμένοι στους Διαλλακτικούς και τους Φονταμενταλιστές. Οι πρώτοι θέλουν λίγο-πολύ καλές σχέσεις με τους βλάκες της πλειονότητας και φτάνουν στο σημείο να είναι ανεκτικοί ακόμη και σε περιπτώσεις μικτών γάμων, οι δεύτεροι είναι τόσο ρατσιστές που καταδικάζουν κάθε περίπτωση επιμιξίας με τους Μαγκλ ενώ αποστρέφονται (μετά βδελυγμίας) τους τυχόν ¨ημίαιμους¨.

Ο Πότερ ανήκει στην πρώτη φράξια, άλλωστε η κολλητή του, η Ερμιόνη, είναι μεν ταλαντούχος μαθητευόμενη μάγισσα, αλλά είναι και ημίαιμη. Οι εχθροί του Πότερ ανήκουν στους μάγους φονταμενταλιστές. Αυτοί είναι που υπάρχει κίνδυνος να πάρουν τον κόσμο στο λαιμό τους. Οι Μάγκλ (ούτε καλοί ούτε κακοί, αλλά πανηγυρικώς ανίκανοι), σε αυτό το παιχνίδι απλώς δεν παίζουν.

Εάν θα επέμενε κανείς να απαριθμήσει συνοπτικά τα παραπάνω ως υπαινισσόμενες αξίες, θα μπορούσε να σημειώσει ότι:

α. επιβεβαιώνεται η παλιά γνωστή (αντιδημοκρατική) ρήση ότι όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίσα. Εδώ όμως συμβαίνει και κάτι άλλο: ναι μεν τα μικρά  δάχτυλα περιγράφονται ως πολλά και ανίκανα, τα μεγάλα όμως δεν είναι πια κάποιες ηρωικές μονάδες που αντιπαραθέτουν την ατομική τους ιδιοφυία στην καταπίεση του πλήθους (όπως στην κλασική εκδοχή), αλλά ανήκουν σε μια οργανωμένη μειοψηφία. Έμμεση παρότρυνση προς τους μικρούς αναγνώστες: αν θέλετε να ξεφύγετε από την τυραννία της μαζικής κοινωνίας φροντίστε να ενταχθείτε σε μια προνομιούχα μειονότητα. Μην δυσπιστείτε, γιατί αυτή κατά βάθος μπορεί να είναι καλή και χρήσιμη. Αν δεν σας κάνουν εύκολα μέλος, αρκεστείτε να τα έχετε καλά μαζί της. Είναι οι προνομιούχες μειονότητες που κάνουν πλέον παιχνίδι.

β. Οι εν λόγω μειονότητες είναι αρκετά ισχυρές ώστε να μη χρειάζεται πλέον να αιτιολογούν την παρουσία, τη δράση και την εξουσία τους με ορθολογικό τρόπο. Το κενό καλύπτεται από μια υπερφυσική-μαγική εκδοχή περί καλού και κακού.

γ. Οι εν λόγω μειονότητες δεν είναι (όλες/ακόμη) αρκετά ισχυρές ώστε να μπορούν να απαιτούν προνόμια στα φανερά. Αν το έκαναν θα αντιμετώπιζαν ακόμη πιο έντονα τη δυσαρέσκεια που ήδη υφέρπει ανάμεσα στη μάζα/τέως λαό (Μαγκλ). Γι αυτό δικαιούνται (για την ώρα) να δρουν εν κρυπτώ.

Αυτό είναι το βασικό σκηνικό. Μέσα του πλέκονται οι επιμέρους μύθοι που έχουν απ’ όλα! Και δράκους, και τέρατα, και κακούς που είναι κακοί ως το κόκαλο και καλούς που είναι επιτήδειοι και ωραίοι. (Η Ρόουλινγκ δεν χρησιμοποιεί τις υποδείξεις της πολιτικής ορθότητας -που όλα τα δικαιολογεί / όλα τα εξωραΐζει- και αυτός είναι ίσως ένας από τους βασικούς λόγους της πλατιάς επιτυχίας του πονήματος).

Τα παραπάνω δεν είναι παρά μερικές παρατηρήσεις που ξεκινούν από μια μικρή συμπληρωματική υπόθεση και οδηγούν σε ένα είδος ¨ανάγνωσης¨. Όμως, όπως συμβαίνει με κάθε μήνυμα με ευρεία διάδοση και αποδοχή, είναι δυνατές και αρκετές άλλες διαφορετικές ¨αναγνώσεις¨.

Στην προφανέστερη έχουμε να κάνουμε με μία καλοδιαμορφωμένη φανταστική ιστορία με  πλοκή, περιπέτεια και  ανατροπές, στην οποία ¨παίζουν¨ αρκετές ευρέως αναγνωρισμένες αξίες, όπως η οικογένεια, η φιλία, η γενναιοφροσύνη απέναντι στους εχθρούς, η αλληλεγγύη (μεταξύ ομοίων) και άλλες.

Τι θα μείνει από τον Χάρυ Πότερ;

Είναι νωρίς για να αποφανθεί κανείς με σιγουριά. Ας μη ξεχνάμε ότι το κοινό έχει τους δικούς του μηχανισμούς αποδοχής και αφομοίωσης των όσων του προσφέρονται (μπουχτιστικά) από  τους μηχανισμούς της απόδρασης και της (έμμεσης) πειθούς.

Ο Μίκυ Μάους κυριάρχησε και παράμεινε στο συλλογικό ασυνείδητο, μάλλον ως ένα συμπαθητικό ποντίκι παρά ως ένας εθελοντής συνεργάτης των  απανταχού σερίφηδων.

Ο Σούπερμαν πήρε θέση στις παιδικές αναμνήσεις μάλλον σαν ένας ακόμη καλόβολος γίγαντας, παρά ως ο ιδανικός υπάλληλος αμερικανού εργοδότη, πρόθυμος να κάνει θελήματα χωρίς να ανακατεύεται σε οτιδήποτε θα μπορούσε να έχει κοινωνικό ή πολιτικό περιεχόμενο.

Ακόμη και ο Ράμπο πλασαρίστηκε στις χώρες της Μέσης Ανατολής  απογυμνωμένος από όλες τις ψυχροπολεμικές και αντι-ισλαμικές του αποχρώσεις για να ¨πιάσει¨ και να πουλήσει ως παραμύθι ακόμη και εκεί.

Επιμύθιο: οι ήρωες (και οι σκοπιμότητες) αλλάζουν, η περιπέτεια μένει.

Και στο κάτω κάτω, όπως λέει και η (διαλλακτική) μάγισσα – καθηγήτρια κα Μακ Γκόναγκλ στο πρώτο βιβλίο της Ρόουλινγκ, ¨Ο Χάρυ Πότερ και η φιλοσοφική λίθος¨ (σελίδα 21): «ας μη ξεχνάμε πως οι Μαγκλ δεν είναι και εντελώς ηλίθιοι…»

——-

(1) Κείμενο που έγραψα πριν δυο-τρία χρόνια, όταν γινόταν και πάλι ντόρος με αφορμή την προώθηση κάποιας από τις ταινίες του διοπτροφόρου μάγου. Είχα μάλιστα την (ατυχήσασα) έμπνευση να το στείλω προς δημοσίευση σε μεγάλη αθηναϊκή εφημερίδα. Εκεί, κατ’ αρχήν άρεσε, μετά άρεσε λιγότερο και όταν πάρθηκε η -αρνητική- τελική απόφαση, το θέμα δεν ήταν πια στην επικαιρότητα και έτσι έμεινε στα αρχεία μου μέχρι σήμερα.Σήμερα Κυριακή ξεφυλλίζοντας την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία έπεσα πάνω στο νιοστό αφιέρωμα (προβολή νέας ταινίας του Χάρι) στον ήρωα της Ρόουλινγκ και θυμήθηκα ότι κάτι έχω γράψει σχετικά.


Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΣΧΟΛΙΑ, ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , | Leave a Comment »

Θα προτιμούσα να είχα διαψευστεί (εξομολογητικό)

Posted by vnottas στο 15 Μαΐου, 2010

Και πράγματι, προς στιγμήν το νόμισα…

Είπα, είναι τόσα τα στραβά σ’ αυτόν τον τόπο, που μια ριζική αλλαγή, όποια κι αν είναι, όλο και θα λειτουργήσει ιαματικά για μερικά από αυτά.  Και έτσι, θεληματικά (όσο και σώνει και καλά) αισιόδοξος, δεν αναφώνησα αμέσως: εγώ αυτά τα έλεγα, προφορικά και γραπτά, παραδοξολογώντας και στα σοβαρά (με τις δέουσες υποσημειώσεις και αναφορές).

Έτσι, μια που κάμποσα από τα όσα ήδη συμβαίνουν τα είχα προεικονίσει ως την πιθανότερη κατάληξη μιας στραβής πορείας, και το είπα, δεν δικαιούμαι να το παίξω τώρα ¨μωρή παρθένα¨ που ξαφνιάζεται και λιποθυμά μπροστά στους απαιτητικούς επελαύνοντες Ιδιώτες της στραβής μας μοίρας.

Όμως θα προτιμούσα να είχα διαψευστεί.

Τώρα, αφού πλέον οι θεωρίες και οι υποθέσεις ξεπεράστηκαν από την πιο ανήλεη πραγματικότητα, προσπαθώ να καταλάβω καλύτερα ποιες είναι οι πραγματικές διαστάσεις και οι (εν τοις πράγμασι) αποχρώσεις του κακού (μπελά που μας βρήκε).

Και ψάχνω να βρω τα σημεία αναφοράς (τωρινά ή από το σακούλι της Ιστορίας) που θα μπορούσαν να δείξουν, αν όχι λύσεις, τουλάχιστον κατευθύνσεις προς την εξώπορτα. Δύσκολο. Κι ας υπάρχει στο γύρο μια πληθώρα από εύκολες λύσεις κι ένα σωρό ανασηκωμένα δάχτυλα εμφατικά στραμμένα προς τους (ήδη διαμορφωμένους για αυτόν το ρόλο από τις επικοινωνιακές αλχημείες) αποδιοπομπαίους τράγους .

Ο σάκος του μποξ, ο ορατός εύκολος στόχος, οι κατηγορούμενοι ως ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί του κακού, φαίνεται να είναι οι πολιτικοί, έστω κι αν αυτοί, υποκείμενοι σε οποιαδήποτε στοιχειώδη κοινωνικοπολιτική ανάλυση προκύπτουν πιο ανίσχυροι και πιο ετεροκατευθυνόμενοι από ποτέ.

…Όμως κάποιος ανίσχυρος και ετεροκατευθυνόμενος, μπορεί να είναι το πολύ ο εκτελεστής, ο φυσικός αυτουργός, και ποτέ εκείνος που κινεί τα νήματα, ο εμπνευστής, ο πραγματικά επωφελούμενος. (Γι αυτόν, τσιμουδιά!)

Και ίσως αυτό να είναι ακριβώς το πρόβλημα. Οι μόνοι νόμιμοι εκπρόσωποι του λαϊκού στοιχείου (του θεωρητικά σημαντικότερου στις Δημοκρατίες) είναι κολλημένοι στον τοίχο και αυτοχειριάζονται με ευθυμία.

Δε χρειάζεται να είναι κανένας διπλωματούχος ιστοριοδίφης για να διαπιστώσει ότι κάθε φορά που μια άλλη μορφή εξουσίας (ας πούμε η στρατιωτική ή η οικονομική) διεκδικούσε τα ηνία, η επιχειρηματολογία κατά της πολιτικής (εξουσίας) είχε πάντοτε την ίδια πορεία:

Σκάνδαλα, καινούργια ή παλιά, που ως τώρα, όχι μόνο περνούσαν απαρατήρητα, αλλά και εθεωρούντο κατά συνθήκην αποδεκτά, επανέρχονται παταγωδώς στην επιφάνεια, πολλές φορές από τους ίδιους τους διαφθείροντες και, συμπληρωμένα με εμφαντικά καλλολογικά στοιχεία από τους επιδέξιους τεχνικούς/επικοινωνητές, δημιουργούν την απαιτούμενη απέχθεια για τα ¨πρόσωπα¨.

Στο επόμενο βήμα τη θέση των προσώπων θα πάρει η γενικότερη ¨ιδέα¨ περί πολιτικής, και αφού το ψευδώνυμο αντικαταστήσει την ουσία, έρχεται η σειρά των θεσμών.

Η αλλαγή μπορεί να γίνει ¨επαναστατικά¨, ¨πραξικοπηματικά¨ η με τη βοήθεια του μοχλού της επικοινωνιακής επιρροής (και εξουσίας) με αυτοκτονική ¨δημοκρατική¨ αυτοκατάργηση.

Αλλά τα παραπάνω είναι λίγο πολύ γνωστά, κι ας μην πολύσυζητούνται.

Ανάμεσα σε εκείνα που δεν είναι ακόμη επαρκώς γνωστά είναι το σημερινό «προφίλ» των επωφελούμενων. Είναι πιθανό, σε αυτό το σημείο, κάποιος παραδοσιακός να διατυπώσει ενστάσεις και να μου υποδείξει ότι αυτούς τους ¨επικεφαλής¨ της οικονομικής εξουσίας τους ξέρουμε από καιρό, και ότι τίποτα το καινούργιο δεν έχει προστεθεί κατά τις τελευταίες δεκαετίες.

Δεν συμφωνώ. Κατά τη γνώμη μου ο σημερινός Ιδιώτης μοιάζει λιγότερο με τον περιπετειώδη τύπο της πρώτης εμπορευματικής περιόδου του καπιταλισμού ή με τον σωρευτή κεφαλαίων της πρώτης βιομηχανικής περιόδου και περισσότερο με τον κουρσάρο της Καραϊβικής που ανεξαρτητοποιείται από τα (κρατικά) αφεντικά του και αισθάνεται ώριμος όχι απλώς να αυτονομηθεί από αυτά αλλά και να τα καταργήσει.

Εάν όμως σήμερα όχι μόνο δε στοιχίζει, αλλά μπορείς να κάνεις λεφτά ή καριέρα βάζοντάς τα με τους πολιτικούς ή ακόμη καλύτερα με το κράτος, δεν είναι καθόλου επικερδές να τα βάζει κανείς με τα εκσυγχρονισμένα αφεντικά.

Γι αυτό: Τσιμουδιά!

(επ’ αυτού θα τα ξαναπούμε)

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΣΧΟΛΙΑ, ΤΑ ΤΡΕΧΟΝΤΑ | Με ετικέτα: , , | 1 Comment »

7 Ιουνίου – Ανήμερα εκλογές – Θεσσαλονίκη

Posted by vnottas στο 7 Ιουνίου, 2009

 

Λιακάδα. Ο Καύσωνας την κάνει γυριστή στους καταστροφολόγους και δηλώνει  απών. Αντίθετα, στην Πάνω Πόλη τουλάχιστον, έχει πρωινή δροσούλα.

Οι τηλεοράσεις αναμμένες εδώ κι εκεί μουρμουρίζουν τα δικά τους. Ετοιμάζομαι να κατηφορίσω προς το εκλογικό κέντρο.

Σήμερα ψηφίζω. Ακόμη κι αν πρόκειται για ένα κοινοβούλιο όπως το ευρωπαϊκό, με περιορισμένα δικαιώματα και πνιγμένο στα λόμπι, αποκλείεται ν’ απαρνηθώ αυτοβούλως το δικαίωμα της ψήφου. Ίσως γιατί ανήκω σε μια γενιά που έζησε και ξέρει τι θα πει στέρηση της λαϊκής πολιτικής έκφρασης. Ίσως γιατί δε θέλω, πέφτοντας στην παγίδα της «αποχής», το μήνυμα της «μη ψήφου» μου να ανακατευτεί με το «μη μήνυμα» του κάθε βαρεμένου που δε ξέρει καν γιατί δε ψηφίζει. Ίσως γιατί δε θέλω να τεντώνομαι και να εκνευρίζομαι το βράδυ, ακούγοντας να ερμηνεύουν τη «μη ψήφο» μου διάφοροι άσχετοι, πλάθοντας το χυλό της αποχής κατά τα πως τους βολεύει.

Ψηφίζω, αρνούμενος τις άμεσες και έμμεσες παροτρύνσεις για ¨ξεπέρασμα¨ της αυθεντικής Δημοκρατίας και αντικατάσταση της ψήφου από υποβολιμαίες ψευτοεπιστημονικές δημοσκοπήσεις.

Ωστόσο δε δίνω εξουσιοδότηση εν λευκώ σε κανέναν. Όποιος  πάρει τη ψήφο μου ας ξέρει ότι δεν πρόκειται για συγκατάβαση αόμματου οπαδού. Η επιλογή μέσω της ψήφου δεν είναι δογματική συναίνεση ούτε ποδοσφαιρικό κόλλημα. Θα προσπαθήσω να αρθρώσω τα μηνύματά μου. Υπάρχει ακόμη η ψήφος που πονάει.

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΣΧΟΛΙΑ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Όταν οι αρχηγοί εκλέγονταν μ’ ένα εκατομμύριο ψήφους (ή Πόσο σπουδαία είναι τα λάχανα;)

Posted by vnottas στο 23 Σεπτεμβρίου, 2007

Το ΠΑΣΟΚ οδεύει προς εκλογή νέου ηγέτη, κι  εγώ θυμήθηκα, και λέω να σας διηγηθώ, μια μικρή προσωπική εμπειρία που συνέβη πριν τέσσερα περίπου χρόνια, όταν είχαμε την πρώτη πανηγυρική εφαρμογή «αμεσο-δημοκρατικής εκλογής αρχηγού», όπως τουλάχιστον τη νοούσε η τότε ηγεσία του κινήματος.

Όντας ενεργό μέλος παλιότερα, ήμουν ήδη την εποχή εκείνη ξεκομμένος από την κομματική ζωή.

Έβλεπα ότι τα παλιά οράματα πνίγονταν μέσα σ ’ένα κύμα βολεμένου πραγματισμού που κατακυρίευε την οργάνωση, τον τόπο και πολύ περισσότερο το χώρο της δουλειάς μου (στο πανεπιστήμιο).  

Αλλά δεν ήταν μόνο που εγώ αισθανόμουν κάθε μέρα και πιο απογοητευμένος, ήταν και που επί περίπου μια δεκαετία εκκρεμούσε η μετακίνηση (που είχα ζητήσει) από την κλαδική των μηχανικών στην οργάνωση του πανεπιστημίου (με τους μηχανικούς είχα ζήσει περιόδους δημιουργικής πολιτικής έξαρσης, αλλά στο μεταξύ είχα αλλάξει κύρια απασχόληση και μου φάνηκε εύλογο να δρω πολιτικά στο χώρο της νέας μου δουλειάς). 

Όμως λογάριαζα χωρίς τη ανερμάτιστη κομματική γραφειοκρατία ή τις διάφορες (όσο και αδιαφανείς) σκοπιμότητές της. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η μετακίνηση τρενάριζε, ενώ με θυμόντουσαν μόνο στις αρχαιρεσίες των μηχανικών ή των πανεπιστημιακών και με ξεχνούσαν στις κομματικές διεργασίες, έως ότου τις κατάργησαν, και αυτές, ολωσδιόλου.

Ας είναι.

Έτσι φτάσαμε στο τέλος της εποχής Σημίτη, στην «παράδοση του δαχτυλιδιού», και στην απόπειρα νομιμοποίησης της νέας ηγεσίας μέσω μιας θεαματικής κινητοποίησης των μελών και των φίλων.

Εμένα, η όλη ιστορία μου φάνηκε αστεία και έτσι δημοσίευσα στην εφημερίδα ¨Μακεδονία¨ το σχόλιο που σας παραθέτω αμέσως παρακάτω: 

 

¨Μακεδονία¨ Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2004

Πώς  (επιτέλους)  ανακηρύχθηκα  αρχηγός  της  οικογενείας μου

Κι εγώ, όπως και πολλοί άλλοι της γενιάς μου, δεν πρόλαβα.

Είτε το ήθελα πολύ, είτε δεν είχα νοιώσει την ανάγκη ως αδήριτη, γεγονός είναι πάντως ότι δεν πρόλαβα.

Στο παρελθόν άλλοι το είχαν κατορθώσει!

Πολλοί! Με γενική συναίνεση, δια νόμου, χωρίς ιστορίες και αντιρρήσεις.

Όλοι σχεδόν οι αρσενικοί πριν από τη γενιά μου, από καταβολής ιστορίας δηλαδή, σχεδόν όλοι είχαν διατελέσει αρχηγοί οικογενείας.

Ως και ο πατέρας μου, αν και αυτός κάποιες ενστάσεις χρειάστηκε να τις αντιμετωπίσει. Για τον παππού και τους προγενέστερους ούτε συζήτηση!

Αρχηγοί με κύρος, ακολούθους και αυλή (με πηγάδι)!

Εγώ πάλι έπεσα σε εποχή μετασχηματισμών, αλλαγών και μεταλλάξεων και το θέμα δεν πρόλαβε καν να τεθεί.

Γνώρισα τη γυναίκα μου μέσα στα καπνογόνα του ευρωπαϊκού ’68. Μεγάλη τότε η κουβέντα για εξίσωση, για δημοκρατία, για συμμετοχή, τίποτα για αρχηγούς, έστω οικογενειακούς και οικόσιτους.

Όταν αργότερα διαμορφωθήκαμε σε (τριμελή) οικογένεια, και πάλι προέκυψε πιο σημαντικό το να περάσει κανείς αυτό που νόμιζε σωστό (πράγμα όχι εύκολο) παρά να διεκδικήσει να τον ανακηρύξουν αρχηγό.

Εξ άλλου όλα τα μέλη ήξεραν να επικαλούνται τις δημοκρατικές διαδικασίες. Άλλωστε τι μάθαμε τόσα χρόνια αντιχουντικοί και τι διδάξαμε το παιδί μας; Ότι η δημοκρατία είναι ένα λειτουργικό σύστημα που βοηθά στο να ληφθούν αποφάσεις. Πως δικαιώνει και πως δικαιώνεται.

Εγώ, η σύζυγος και ο γιος, λοιπόν, πλειοψηφίες εναλλασσόμενες (τι να πρωτοκάνεις με ένα 33,3%) σε εγρήγορση διαρκή, και εμένα να μου βγαίνει δύσκολο να διεκδικήσω την πατροπαράδοτη, πανηγυρική και (όσο γίνεται) πιο μόνιμη αρχηγία.

Όλα έδειχναν ότι θα ήμουν καταδικασμένος να μη ζήσω (ούτε εξ αντανακλάσεως, ούτε με την τήρηση των δημοκρατικών διαδικασιών) την περιπόθητη αίγλη, το ευγενές αίσθημα, τη σώφρονα ευθύνη και τη δημοκρατική ευεξία του να είσαι αρχηγός αυτής της μικρής μεν, πλην όμως σημαντικής κοινωνικής ομάδας.

Ώσπου άκουσα να μιλούν για τη σύγχρονη, μεταμοντέρνα εκδοχή της συμμετοχικής δημοκρατίας.

Εδώ που τα λέμε, περί συμμετοχής ήξερα. Τι στην ευχή ’68 είχα ζήσει!

Δεν ήξερα όμως ότι η έννοια μπορούσε να αναπλαστεί, να διασταλεί και να αποδώσει καρπούς την Τρίτη Χιλιετία.

Όταν το ’μαθα, αποφάσισα να περάσω στη δράση!

Ο νέος παράγων που με βοήθησε να ξεπεράσω το εξουσιαστικό μου τέλμα ήταν η έννοια του ¨φίλου¨. Πράγματι (ευτυχώς) η οικογένειά μου δεν είχε μόνο μέλη. Είχε και φίλους! Φίλους που την εγκρίνανε, που την τιμούσαν με επισκέψεις, που συμμετείχαν σε μακαρονάδες και οικογενειακές χαρτοπαιξίες.

Η νέα συμμετοχική αντίληψη μου επέβαλε να μην τους στερήσω το δικαίωμα ψήφου. Τουλάχιστον σε θέματα που (εγώ) έκρινα ότι ήταν συμμετοχικώς ωφέλιμα.

Την περασμένη Κυριακή, λοιπόν, τους κάλεσα να εκφραστούν ελεύθερα, αυτοπροσώπως, τηλεφωνικά, με φαξ, με τέλεξ και βεβαίως με ι-μέιλ πάνω στο επίμαχο θέμα: «Τι θα λέγατε αν γινόμουν ο αρχηγός της οικογενείας μου;».

Πιο μπροστά είχα φροντίσει να τους υποσχεθώ ότι οι γαστρονομικές παροχές σε επίπεδο παρέας όχι μόνο θα συνεχίζονταν αλλά και θα επαυξάνονταν!

Την πεθερά μου, που μπορεί να μην είναι αρκετά μεταμοντέρνα ώστε να καταλαβαίνει πλήρως τα επιτεύγματα της σύγχρονης πολιτικής επικοινωνίας, αλλά που έχει κάποιες υγιείς παραδοσιακές απόψεις για την οικογενειακή ιεραρχία, τη διόρισα επικεφαλής της (μονομελούς) εφορευτικής επιτροπής.

Το βράδυ έκανα την καταμέτρηση.

Έπιασα φοβερά ποσοστά!

«Αυτονόητο!», «Φυσικό!», «Έμπαινε μεγάλε!» έλεγαν μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές ψήφους.

ΥΓ, Η γυναίκα μου έχει κάποιες ενστάσεις για τις διαδικασίες, αλλά της εξήγησα ότι πρέπει να εκσυγχρονιστεί, γιατί ο κόσμος άλλαξε και η οικονομοτεχνική προοπτική των νέων καιρών θα την αφήσει εκτός εξελίξεων. 

****

Εγώ έγραψα τότε τα παραπάνω και ο νοών νοείτω.

Και φυσικά, (παρά τα παράπονα της πεθεράς μου), δεν έλαβα μέρος στην αστεία αυτή διαδικασία εκλογής πολιτικού αρχηγού, χωρίς αντίπαλο και χωρίς καθορισμένο εκλογικό σώμα.

Για αυτό και μου προξένησε μάλλον έκπληξη, όταν λίγο καιρό μετά, το τηλέφωνο χτύπησε και μια άγνωστη νεανική γυναικεία φωνή με προσκάλεσε στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ.

Και όχι μόνον εξεπλάγην, αλλά επί πλέον είχα μία πιο εξειδικευμένη απορία: Πού με βρήκανε; Πού με είχαν τελικά καταχωνιασμένο;

Στους αρχιτέκτονες μηχανικούς;  στους κοινωνιολόγους; στους πανεπιστημιακούς;

Αν και δε περίμενα απάντηση από την άγνωστη νεανική γυναικεία φωνή, το διατύπωσα το ερώτημα. 

Και είχα την απάντηση άμεσα:

«Μα από τον κατάλογο εκείνων που ψήφισαν τον Πρόεδρο…» 

Έμεινα κόκαλο! 

 

ΥΓ Σπουδαία τα λάχανα θα μου πείτε… Και θα ’χετε δίκιο. Άλλωστε οι θλιβερές μικροϊστορίες σαν την παραπάνω δεν είναι ότι με πτοούν. Αντίθετα, αισθάνομαι και πάλι τη διάθεση να εκφραστώ πολιτικά. Επιτέλους, και πάλι στο ΠΑΣΟΚ ένα υγιές ψυχόδραμα. Όπως παλιά.

Θα τα ξαναπούμε σύντομα.

 

Βασίλης Νόττας    

Posted in ΣΧΟΛΙΑ | Με ετικέτα: , , | 4 Σχόλια »