Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Posts Tagged ‘Κουτσούκος’

Σ’ αυτόν εδώ τον πλανήτη που μας έλαχε: με ένα εβίβα κι ένα βαχ, διαλέξτε.

Posted by vnottas στο 21 Φεβρουαρίου, 2016

 

…λέει ο Νίκος:

Παρτέρια, βραγιές, ουρανόκηποι

πλάι σε αστερισμούς αγλαείς

ο Κριός, ο Ταύρος, ο Λέων

η Παρθένος λουομένη

στον Ιορδάνη ποταμό

πιο κάτω πλανήτες ένδοξοι

ο Δίας, ο Πλούτων, ο Κρόνος, ο Άρης,

η Αφροδίτη και παραδίπλα η Γη

γεμάτη παρτέρια βραγιές

κήπους, μπαξέδες, χέρσα χωράφια

κι έχει μια φεγγαράδα απόψε!

 (τίτλος: Αστερισμοί και Άστρα)

supermoon-660_0

 

…λέει ο Ηλίας:

Ζω σ’ έναν δήθεν μοναδικό πλανήτη.

Πόλεμοι, ανακατατάξεις, Δύση, Ανατολή, οικονομική κρίση και ακατανόητα χρηματιστηριακά παιχνίδια. Στη χώρα μου κυριαρχεί αδιέξοδο. Λέω μέσα μου, στ’ αρχίδια μου ΟΛΑ. Καίω τα υπόλοιπα των καυσίμων μου -γύρω στις 50.000 ώρες- αν πάνε όλα καλά. Στήριξα ιδεολογικά, ολέθριους σύγχρονους πολιτικούς κι ανέχθηκα γουρούνια αμόρφωτους Τραπεζίτες να καθορίζουν τη ζωή μου.

Στήριξα έναν ηλίθιο πολιτισμό, όπου δήθεν ο καθένας με τις ικανότητές του, συμμετέχει σε ένα κοινωνικό Σύνολο που καταλήγει πολτός κι ο πολτός μπορεί να χρησιμοποιηθεί απ’ τους «έχοντες» ως παρασκευή νέων παραγώγων πολτού.

Ζω με ζώα που πιστεύουν σε ελίτ, σε προλεταριάτα, σε θρησκείες, σε μεταφυσικές ηλιθιότητες, σε δήθεν Κανόνες Δικαίου, σε Συντάγματα που αυτοαναιρούνται και που υπέρμαχοι της Επιστήμης, απαντούν στην αγωνιώδη ερώτηση «τι θα κάνουμε»… με την εκπληκτική φράση  «α εγώ  δεν ξέρω, είμαι επιστήμων»

Βλέπω πνιγμένα παιδάκια, πεινασμένα παιδάκια σε ψηφιακά δίκτυα, βλέπω οικολογικές καταστροφές, εμφύλιους σπαραγμούς, κρατώντας μερικές φορές, ένα ποτό  στο δεξί μου χέρι κι ένα τσιγάρο στο αριστερό. Βλέπω άλλους που πίστευα πως τους ήξερα καλά, να κολυμπούν μέσα σε ένα διαδικτυακό ωκεανό με τα μπρατσάκια τους, να πλατσουρίζουν μέσα σε άμμους από “like”, να ανεβάζουν και να προωθούν σοφίες-φαστφούντ, φωτογραφίες ρετρό τη γυναίκα, τη γκόμενα, μεταχρονολογημένες, σλόγκαν-αυτοπεποίθησης (τελευταία είδα και κάποιον δικό μου που ανέβαζε συνταγές για γλυκά). Βλέπω γνωστούς πολλούς, διανοούμενους που κάνουν ψηφιακά ακροβατικά χωρίς δίχτυ από κάτω τους. Τους φωνάζω «Θα πέσετε γαμώ τον Αντίχριστό σας…», αλλά δεν με ακούν.

Βλέπω στον ύπνο μου σκοτάδι πιο βαθύ απ το σκότος. Κάθομαι κάτω απ’ έναν ουρανό που όταν είναι γαλάζιος, αλλά κι όταν είναι σκοτεινός, περνάει πάνω του μια ολογραφική επιγραφή, κάτι σαν βόρειο Σέλας που γράφει «ρε άντε και γαμηθείτε όλοι σας».

Μπαίνω στα 66 και αυθορμήτως, μου έρχεται να πω, ο κώλος σας να φέξει…

Παρακαλώ να γραφεί στα πρακτικά.

(τίτλος: ¨Να γραφεί στα Πρακτικά¨)     assets_LARGE_t_942_43666601…υστερόγραφο του Νίκου:

Η απορία αγκάλιασε την έκπληξη

κι αφού απογειώθηκαν

μες το αερόστατο της έμπνευσης

διαπίστωσαν χαρούμενες

ότι οι ρυτίδες τους

ήταν μόνο ζήτημα ύφους

αφού σ’ όλα

ακόμα και στα πιο παράδοξα

υπάρχει μια κάποια εξήγηση.

   (τίτλος: Εξήγηση)

[…τα συνταίριαξα αυθαιρέτως εγώ]

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , , , , , , , | Leave a Comment »

Μελανιές

Posted by vnottas στο 3 Δεκεμβρίου, 2015

x12099400

Κονδυλοφόροι στα δάκτυλα…

(γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος)

Το 1961 ήμουν υποχρεωμένος να βρίσκομαι κάθε απόγευμα στο σταθμό της Βασιλικής Χωροφυλακής σ  ένα χωριό του Έβρου. Εκεί, παρουσία του πατέρα μου διάβαζα κι έγραφα τα μαθήματα μου, μέσα στο γραφείο του, απλώνοντας τα βιβλία μου και τα δυο  μου τετράδια σ ένα μικρό τραπεζάκι.

Ο σταθμός τότε είχε προσωπικό, τον πατέρα μου, ο οποίος ήταν διοικητής σε επτά χωριά και πέντε χωροφύλακες που ήταν, απ τα μισόλογα που έλεγαν οι συμμαθητές μου, ο φόβος και το τρόμος των ντόπιων.

Ένα απόγευμα του Οκτώβρη έκανα την καλλιγραφία μου στο τραπεζάκι βουτώντας τον κονδυλοφόρο στο μελάνι, κι ο πατέρας μου παιδευόταν μ ένα χειροκίνητο τηλέφωνο, για να μιλήσει σε κάποιον ανώτερο του, όταν άνοιξε ξαφνικά η πόρτα του γραφείου και μπήκε μέσα ο χωροφύλακας ο Βαγγέλης, που έριχνε το περισσότερο ξύλο απ όλους,  στους λίγους που υπήρχαν κομμουνιστές, έχοντας γραπωμένο απ το γιακά, κάποιον   Σίμο -γύρω στα σαράντα- που έλεγαν πως ήταν ο μόνος ‘αδιόρθωτος’ αριστερός στο χωριό.

Τον πέταξε πάνω σ ένα ξύλινο καναπέ κι είπε στον πατέρα μου ‘τον έφερα για να του ρίξουμε  ένα μπερντάκι πέρα απ το πρωινό γαμώ το καντήλι του, ε καπετάνιο..’

imagesδ (3)

Τότε ο Βαγγέλης γύρισε και με είδε και μου λέει  ‘ας πάρω τους κονδυλοφόρους σου αγόρι μου για λίγο..’ ενώ εγώ είχα μαρμαρώσει και παίρνοντας τρεις κονδυλοφόρους, ανοίγει τα δάκτυλα του Σίμου  και τους βάζει ανάμεσα τους και ύστερα ,του σφίγγει δυνατά το χέρι, κι αυτός βγάζει ένα ουρλιαχτό σαν σκυλί που το κλωτσάνε κι εγώ δεν ξέρω τι να κάνω κι ο πατέρας μου χασκογελάει, ενώ στο γραφείο οι Χριστοπαναγίες χτυπούν από τοίχο σε τοίχο και μέσα μου, το μόνο που υπάρχει, το νιώθω,  είναι ένα μίσος και τίποτα άλλο, τίποτα άλλο, τίποτα άλλο…

Βγήκα τρέχοντας απ το γραφείο και πήγα δίπλα στη κουζίνα του σταθμού όπου ένας άλλος χωροφύλακας έτρωγε τη φασολάδα του και γελούσε  ακούγοντας τις κραυγές ‘ έλα κάτσε -μου λέει- θα τον γαμήσουν στο ξύλο αυτόν τον άχρηστο ,ο πατέρας σου κι ο Βάγγος’ κι εγώ τον ρώτησα τι θα τον κάνουν  μετά….

Αυτός -ενώ ακούγαμε τα ουρλιαχτά του Σίμου- μου εξήγησε πως αργότερα θα πάει στο σπίτι του και θα ειδοποιήσει τη μητέρα του να ‘ρθει να τον πάρει, γιατί μετά το ξύλο δεν μπορούσε να περπατήσει και γι αυτό τον κουβαλούσε η μητέρα του στη πλάτη.

Δεν θυμάμαι και πολλά για μετά, τι ακριβώς έγινε, παρά μόνο, πως παρόλο που έγραφα όμορφα γράμματα στη καλλιγραφία μου, σιχαινόμουν για χρόνια , πολλά-πολλά χρόνια, τους κονδυλοφόρους.

ηγ

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

Ο Ηλίας και το πακέτο με τα τσιγάρα

Posted by vnottas στο 14 Ιανουαρίου, 2012

Στου πακέτου κοιτάει το χαρτόνι

Μαύρη φράση απειλή να αρθρώνει

Σε μια μαύρη απ’ την κάπνα οθόνη

Τάχα ο Χάρος με βιάση ζυγώνει

-απειλή που τ’ αρνάκια παγώνει-

Μα ο Ηλίας μ’ αυτά δεν κωλώνει

Δε μασάει κι άμα λάχει δαγκώνει

Στις μπογιές του το χέρι απλώνει

Ένα ξόρκι παλιό αναβιώνει

Δυο βυζιά στο πακέτο σκαρώνει

Που τη μαύρη απειλή κάνουν σκόνη

Τη φοβέρα με μιας συρρικνώνει

Το βλαμμένο χτικιό εξοντώνει

Και το ξόρκι σαν ολοκληρώνει

Τα πακέτα ένα ένα ενώνει

Το επίτευγμά του το κορνιζώνει

Και στον τοίχο με σφυρί το καρφώνει

-το κοιτάζει και το καμαρώνει-

Ή στους φίλους του τ’ αφιερώνει

 Επωδός

Έτσι πήρα κι εγώ τα κουτάκια

Και του στέλνω αυτά τα στιχάκια 

Β.Ν.

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΤΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ, ΤΑ ΖΩΤΙΚΑ, ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ - ΣΤΙΧΟΙ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »