Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Posts Tagged ‘Κυνόσαργες’

Κύλικες και Δόρατα. Μέρος Ζ΄, Κεφάλαιο δέκατο τρίτο: Οι κόμποι στο χτένι

Posted by vnottas στο 10 Φεβρουαρίου, 2018

Κεφάλαιο δέκατο τρίτο. Όπου ορισμένοι κόμποι λύνονται και άλλοι φτάνουν στο χτένι

(αφηγείται ο Εύελπις)

μ

Είμαι αναστατωμένος γι αυτό λέω, αν τα καταφέρω, να τα σημειώσω όλα επιγραμματικά. Και με τη σειρά. Ένα-ένα. Αλλιώς, έτσι ανακατεμένα που είναι όλα αυτή τη στιγμή μέσα στο κεφάλι μου, φοβάμαι ότι δε θα καταφέρω να γίνω κατανοητός ούτε στους άλλους ούτε σε εμένα τον ίδιο.

Ένα, λοιπόν:

Όταν έφτασαν τα συγκλονιστικά νέα στην Αθήνα, τα πράγματα έμοιαζαν να εξελίσσονται, αν όχι πλήρως ομαλά, τουλάχιστον κάτω από ικανοποιητικό έλεγχο.

Τα μεγάλα αθηναϊκά πανηγύρια είχαν ολοκληρωθεί. Η Εορταστική Πομπή είχε διανύσει την οδό των Παναθηναίων με μεγάλη επιτυχία. Οι κόρες ήταν πανέμορφες, οι γέροντες καλοστεκούμενοι και τα Ευάνδρια τα είχε κερδίσει η Λεοντίδα φυλή με αποτέλεσμα ο βετεράνος πολεμιστής Παλαμήδης να έχει απογειωθεί και να υπερίπταται ευτυχισμένος: ανάμεσα στους βραβευθέντες ήταν κι ο πρωτότοκος γιος του. Ένας άλλος καταφανώς ικανοποιημένος  από τις γιορτές ήταν ο ρήτορας Δημάδης. Τα άλογά του είχαν νικήσει στους δώδεκα γύρους του ιπποδρομίου με τέθριππο άρμα: Τώρα, μου είπε, θα αρχίσει να τα προπονεί για τους επόμενους, εκατοστούς δέκατους τρίτους Πανελλήνιους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Δύο:

 Ο φίλτατος συνεργάτης μου, ο Οινοκράτης, είχε αποκτήσει επιτέλους την αθηναϊκή υπηκοότητα με την ιδιότητα του απελεύθερου μέτοικου με ιδιαίτερα προνόμια, με πρώτο εκείνο της ¨ισοτέλειας¨. Ό Οινοκράτης, όπως έμαθα, στην πατρίδα του είχε και ένα παρανόμι με πολλά ¨τσ¨, άρα όχι εύηχο στα ελληνικά, που εγώ δεν μπορώ καν να το προφέρω, οπότε, λέω, καλά έκανε και για τη νέα φάση της ζωής του διατήρησε το ¨Οινοκράτης¨ ως το κύριο επίσημο όνομά του. Σε μια σεμνή τελετή στο Πρυτανείο, όπου ανάδοχος και εγγυητής ήταν ο Παλαμήδης, υπό τις ιαχές και τα χειροκροτήματα των μελών των οικογενειών του Ευρύνου, του Παλαμήδη, αλλά και αρκετών προσωπικών του φίλων,  ο Συρακούσιος ανακηρύχτηκε επισήμως χειραφετημένος κάτοικος Αθηνών. Ως ¨ισοτελής¨, η φορολόγησή του δεν θα είναι μεγαλύτερη από εκείνη των αθηναίων πολιτών (όπως συμβαίνει στους κοινούς μέτοικους),  ενώ  θα του επιτραπεί, εάν το επιθυμεί, να εξακολουθήσει να συμμετέχει στην ασιατική εκστρατεία.  Σύμφωνα με τα όσα τον διαβεβαίωσε ο ¨εφημερεύων¨ βουλευτής, -ο οποίος είχε διευθύνει την τελετή μιλώντας κολακευτικά για το ρόλο του τιμώμενου στην ανεύρεση των κλαπέντων αγαλμάτων των τυραννοκτόνων- αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, τίποτα δεν αποκλείει το επόμενο βήμα να είναι η απόδοση στον Οινοκράτη της πλήρους ιδιότητας του Αθηναίου πολίτη.Eikona_1-1

Τρία.

Ο Οινοκράτης είχε και έναν άλλο λόγο να είναι σχετικά ευχαριστημένος. Η έρευνά του για το θέμα της πατρότητας είχε ολοκληρωθεί. Το αποτέλεσμα δεν ήταν τελεσίδικο και αδιαμφισβήτητο, αλλά μάλλον μια  αναπάντεχη ¨επικρατέστερη εκδοχή¨, η οποία όμως είχε τη στήριξη ενός σπουδαίου και πλήρως αξιόπιστου προσώπου. Μένω ευχαρίστως για λίγο σε αυτό το θέμα -πριν αναφερθώ στα νέα και την αναστάτωση που προκάλεσαν- γιατί έχει γούστο.

Ό Οινοκράτης λοιπόν, είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο εμμονής στην υπόθεση της αναζήτησης της ταυτότητας του πατέρα του, που είχε ταξιδέψει ως την Κόρινθο και είχε καταφέρει να συναντηθεί έως και με τον διάσημο Διογένη, ο οποίος μπορεί να κυκλοφορεί γυμνός και να καγχάζει τους πάντες, αλλά, απ’ ό, τι λένε, δεν είναι καθόλου εύκολο να έχει κανείς μαζί του μια  ολοκληρωμένη αποκλειστική συζήτηση και, πολύ περισσότερο, να εκμαιεύσει τις απαντήσεις του σε θέματα που δεν έχουν τις άμεσες φιλοσοφικές ή ηθικές προεκτάσεις που του αρέσουν.

Ο Οινοκράτης, ποιος ξέρει πώς, τα κατάφερε. Ο γέρο-Διογένης του μίλησε. Όμως ούτε αυτός ο ταξιδεμένος (και στις Συρακούσες) φιλόσοφος μπόρεσε να του δώσει μια συγκεκριμένη απάντηση στα ερωτήματά του. Αντίθετα, αν κατάλαβα καλά από τα όσα μου είπε επιστρέφοντας στην Αθήνα, ο Διογένης υποστήριξε πως, ίσως, αυτή η προσπάθεια αναζήτησης της πατρότητας δεν αξίζει καν τον κόπο. Οι γονείς δεν είναι πάντα τόσο χρήσιμοι, φαίνεται ότι του είπε.

Αισθάνθηκα λοιπόν κάπως ένοχος γιατί δεν είχα ακόμη υλοποιήσει την υπόσχεση που είχα δώσει στον Οινοκράτη, δηλαδή να ρωτήσω σχετικά με το πρόβλημά του τον Αριστοτέλη, παρά το γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό συναντούσα συχνά τον δάσκαλο και είχα μαζί του μακρές συνομιλίες, στις οποίες θα αναφερθώ εκτενέστερα παρακάτω. Για να επανορθώσω ζήτησα από τον Οινοκράτη να μου δώσει το κληρονομημένο δαχτυλίδι και στην επόμενη επίσκεψή μου στο Λύκειο, επωφελήθηκα από μια στιγμή ανάπαυλας και μίλησα στον Αριστοτέλη για το θέμα που απασχολεί τον παλιό πιστό μου συνεργάτη και φίλο, ο οποίος μάλιστα, τότε, επρόκειτο όπου να ‘ναι να χειραφετηθεί. 

image008   Ο Αριστοτέλης παρακολούθησε με προσοχή την σύντομη αφήγησή μου κουνώντας που και που το γενειοφόρο κεφάλι του. Πρώτα του περιέγραψα τον ίδιο τον Συρακούσιο και μερικά από τα ανδραγαθήματά του και, ύστερα, την πρόσφατη μανία να εξακριβώσει ποιος θα μπορούσε να είναι ο πατέρας του.

«Για να ‘δω», μου είπε, προτείνοντας την παλάμη του.

Έβγαλα το δαχτυλίδι από το θυλάκιό μου και  του το έδωσα.

Το εξέτασε με προσοχή και στα χείλη του εμφανίστηκε ένα, όλο και πιο πλατύ, χαμόγελο.

Σκέφτηκα: …έχει γούστο! Έχει γούστο να είναι δικό του το δαχτυλίδι. Όλη αυτή η ιστορία μοιάζει πια με το παιχνίδι που παίζουν οι μπόμπιρες στις αλάνες του άστεως. Ποιανού είναι όμως τελικά το δαχτυλίδι; Του Μεγάλου  Περιπατητή;

«Για φαντάσου!», μουρμουρίζει. Και μετά μου λέει: «Το αναγνωρίζω…»

Το πρόσωπό μου παίρνει μια τέτοια έκφραση που, αργότερα, όταν θα επινοηθούν τα σημεία στίξης του γραπτού λόγου, θα μπορούσε να αποτελέσει το σκίτσο-σήμα-σύμβολο της (απεγνωσμένης)  ερωτηματικής πρότασης.

Ο Αριστοτέλης το φοράει. Του ταιριάζει. Απομακρύνει τα ανοικτά του δάχτυλα για να το θαυμάσει καλύτερα.

«Άρα;», αποτολμώ εγώ την συνεπαγόμενη ερώτηση.

«Α», κάνει, «το είχα μάλιστα  πρωτοδεί όταν είχα φτάσει στην Αθήνα ως προβληματισμένος νεαρός. Τότε που όλα τα πρόσεχα και όλα μου έκαναν εντύπωση».  

«Ναι, αλλά στο χέρι ποιανού;»

kst2-pic3

«Μα του δάσκαλού μου, του Πλάτωνα. Θυμάμαι ότι το φορούσε τον πρώτο καιρό στις διαλέξεις του. Μετά όχι. Αλλά ξέρεις πώς είναι όλοι οι νεοφώτιστοι σπουδαστές, όλοι εμείς δηλαδή, όταν πρωτοσυναντάμε κάποιον που τον θεωρούμε Μεγάλο. Τα προσέχουμε και τα θυμόμαστε όλα όσα τον αφορούν!»

«Εντάξει, αλλά το Άλφα;» ξαναρωτάω.

Με κοιτάζει περίεργα.

«Καλά», λέει. «Αν σε άκουγε ο γερο Πλάτωνας μπορεί να στεναχωριόταν που στους απογόνους έχει φτάσει μόνο το παρανόμι του. Αλλά δε φταίμε εμείς. Του άρεσε. Ήταν ασυνήθιστο και το προτιμούσε από το Αριστοκλής που είναι αρκετά κοινό όνομα».

«Αριστοκλή τον λέγανε τον Πλάτωνα;»

«Έτσι είχε ορίσει ο πατέρας του ο γερο-Αρίστων. Τον θυμάμαι κι αυτόν. Ήταν πολύ ηλικιωμένος, αλλά ζούσε ακόμη όταν έφτασα στην Αθήνα. Αλλά και ο Πλάτωνας ήταν αρκετά μεγάλος όταν έκανε τα τελευταία ταξίδια του στην Σικελία».

Μένει για λίγο σιωπηλός υπολογίζοντας τα χρόνια. «Είπες ότι ο δικός σου κοντεύει τα σαράντα. Επομένως αν υποθέσουμε ότι η μάνα του όντως διασταυρώθηκε με τον Πλάτωνα, αυτό πρέπει να συνέβη στο δεύτερο ταξίδι του στις Συρακούσες. Ναι, στέκει. Τότε ο Πλάτωνας ήταν εξήντα χρονών και είχε προσκληθεί στην αυλή των Συρακουσών από τον διάδοχο του Διονύσιου του πρώτου, τον Διονύση τον Δεύτερο. Το επόμενο τρίτο και τελευταίο ταξίδι το έκανε έξι-επτά χρόνια αργότερα. Αν ο συνεργάτης σου έχει μια, έστω θολή, ανάμνηση από τον Πλάτωνα -αν υποθέσουμε βέβαια ότι αυτός είναι ο βιολογικός του πατέρας- είναι από αυτό το τρίτο και τελευταίο του ταξίδι εκεί».

Ο Δάσκαλος στρέφεται προς εμένα. «Φαντάζομαι ότι στη σχολή του Ισοκράτη θα σας έχουν μιλήσει για τα γεγονότα της εποχής εκείνης στις Συρακούσες, έτσι δεν είναι;»

«Μέσες άκρες», του απαντάω με ειλικρίνεια.

Πηγαίνει ως τα ράφια της βιβλιοθήκης και κατεβάζει έναν-δυο κυλίνδρους.

images

«Θα σου τα επαναλάβω περιληπτικά», λέει.

«Ο Πλάτωνας πίστευε πως οι θεωρίες είναι πολύ χρήσιμες, αλλά από μόνες τους δεν αρκούν για να αλλάξουν, προς το καλύτερο, τη ζωή των ανθρώπων. Ο Φιλόσοφος πρέπει να προσπαθεί να δοκιμάσει τις ιδέες του στην πράξη. Εάν όμως είναι δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, να αποκτήσει και να ασκήσει από μόνος του την απαραίτητη εξουσία για να τις εφαρμόσει, σκέφτηκε πως ορισμένες μετριοπαθέστερες παραλλαγές είναι εφικτές. Όπως για παράδειγμα να επηρεάσει τη συμπεριφορά ενός ηγεμόνα με την ιδιότητα του σύμβουλου ή, ακόμη καλύτερα, να συμβάλλει στην εκπαίδευση και τη διαμόρφωση ενός διαδόχου, δηλαδή ενός μελλοντικού ηγεμόνα. Όταν ο Διονύσιος ο πρώτος τον πρωτοκάλεσε στις Συρακούσες -ο Πλάτωνας ήταν τότε μόνο σαράντα χρονών-  σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να τα κάνει και τα δύο».  

Ο Δάσκαλος ανοίγει έναν πάπυρο, «Εδώ έχω αντίγραφα από επιστολές του Πλάτωνα», λέει.

Ψάχνει, βρίσκει και μου δείχνει ένα εδάφιο. Διαβάζει: «¨Εκείνο που σκέφτηκα ήταν ότι, εάν επρόκειτο να επιχειρήσω την  εφαρμογή όσων είχα σκεφτεί για τους νόμους και την πολιτεία, την δοκιμή έπρεπε να την επιχειρήσω τώρᨻ . Και παρακάτω: «¨Ξεκίνησα λοιπόν αυτό το ταξίδι, βασικά γιατί ντρεπόμουν τον ίδιο μου τον εαυτό, μήπως φανεί ότι δεν είμαι άξιος παρά μόνο για σκέτη θεωρία και ότι διστάζω να καταπιαστώ με συγκεκριμένες  πράξεις¨.

Αυτά είχε στο μυαλό του τότε ο Πλάτωνας.

Για να σου πω την αλήθεια, περίπου αυτά σκεπτόμουν και εγώ, τόσο όταν πήγα στην Άσσο, όσο κι όταν δέχτηκα τη πρόταση του Φίλιππου και ανέλαβα την διαπαιδαγώγηση του Αλέξανδρου». Έκλεισε προσεκτικά τον κύλινδρο. «Αυτή η γεμάτη καλές προθέσεις πρώτη απόπειρα του Πλάτωνα δυστυχώς απέτυχε παταγωδώς. Ο Διονύσιος ήταν ένας ικανός αλλά και περπατημένος τύραννος που είχε πρακτικές γνώσεις και απόψεις περί εξουσίας για τις οποίες δε σήκωνε κουβέντα. Ο φιλόσοφός μας λοιπόν εγκατέλειψε τη Σικελία άρον-άρον και παραλίγο να καταλήξει δούλος στην Αίγινα. Όμως κατάφερε τελικά να φτάσει στην Αθήνα και να ιδρύσει την Ακαδημία του.

Είκοσι χρόνια αργότερα τον Διονύσιο διαδέχτηκε ο γιος του, ο Βήτα. Ο νεαρός και ο θείος του, ο Δίωνας, στενός φίλος του Πλάτωνα από το προηγούμενο ταξίδι, προσκάλεσαν και πάλι τον φιλόσοφο στη Σικελία. Εκείνος αυτή τη φορά ήταν δικαιολογημένα δύσπιστος.  Ωστόσο τελικά πήγε. Η υποδοχή που του επιφύλαξαν πρέπει να ήταν ιδιαίτερα θερμή. Άλλωστε θα έπρεπε να ξεπεραστούν και να ξεχαστούν τα δυσάρεστα γεγονότα του παρελθόντος. Δεν αποκλείω καθόλου να προσφέρθηκαν στον Πλάτωνα, μεταξύ άλλων,  οι υπηρεσίες των καλύτερων εταιρών της αυλής.  Μάλλον το θεωρώ σίγουρο. Εκείνο που δεν είμαι σε θέση να ξέρω με σιγουριά είναι εάν ο Πλάτωνας αποδέχτηκε αυτές τις προσφορές. Και πολύ περισσότερο εάν υπήρξε κάποιος καρπός από αυτές τις συνευρέσεις».

1127px-Venus_de_Milo_Louvre_Ma399_n6

«Πώς ήταν η σχέση του με τις γυναίκες;» ρώτησα εγώ με δικαιολογημένη, θα έλεγα, περιέργεια.

«Υπάρχουν δύο τομείς, αγαπητέ Εύελπι. Το συγγραφικό έργο και η καθημερινότητα. Η θεωρία και η πράξη. Επειδή θεωρώ τον εαυτό μου καλό γνώστη του έργου του Δασκάλου μου, μπορώ να σου πω πως στα συγγράμματά του αντιμετωπίζει τις γυναίκες αρκετά θετικά. Περισσότερο θετικά από πολλούς από εμάς. Στην ιδεώδη ¨πολιτεία¨ του τα θήλεα μορφώνονται και διοικούν εξ ίσου με τους άνδρες. Μη με ρωτήσεις εάν συμφωνώ μαζί του. Είναι ένα θέμα που ακόμη το διερευνώ. Μη ξεχνάς ότι εγώ είμαι νυμφευμένος άρα είναι δυσκολότερο να αποστασιοποιηθώ και να γενικεύσω.

Τώρα, όσον αφορά στην πράξη, είναι γνωστό πως στην Ακαδημία αποδεχόταν τη συμμετοχή των γυναικών. Έστω εν μέρει. Λίγες. Το ίδιο κάνουν ακόμη και σήμερα οι διάδοχοί του και, όπως ξέρεις, στην Αθήνα, αν εξαιρέσουμε την κάπως κωμική παρέα του Κυνοσάργους, είναι οι μόνοι. Ό ίδιος, νεώτερος, ήταν ένας γεροδεμένος ψηλός άνδρας από εκείνους που στις γυναίκες αρέσουν. Θα μπορούσε να έχει μεγάλη επιτυχία μαζί τους.  Μεταξύ ημών και των  περισσότερων Αθηναίων,  είναι γνωστό ότι δεν τις κυνηγούσε. Αυτό δεν σημαίνει ότι τις  απέρριπτε ασυζητητί. Όπως ήδη σου είπα, ο Πλάτωνας, όσο θεωρητικός κι αν ήταν, ήθελε πάντα βάζει τις ιδέες του κάτω από πρακτική, ή βιωματική αν προτιμάς, δοκιμασία».

«Επομένως…;»

Ο Αριστοτέλης μοιάζει να το διασκεδάζει. Θα έλεγα ότι χαμογελάει πονηρά,

«Επομένως νομίζω πως δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο ο συνεργάτης σου να είναι απόγονος, έστω ευκαιριακός, του Μεγάλου Δάσκαλου. Οι χρόνοι μάλλον συμπίπτουν και η ευκαιρίες υπήρξαν». Ύστερα με ρωτάει ευθέως: «Πώς είναι;  Έχει κάτι που να θυμίζει τον αείμνηστο;»

«Δεν είναι σωματώδης όπως λέγεται πως υπήρξε ο Πλάτωνας, …ίσως να πήρε από τη μάνα του. Το μυαλό του όμως είναι κοφτερό, του αρέσει να ψάχνει κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων… και του αρέσει να τον φωνάζουμε με το παρανόμι του».

Εδώ ο Σταγειρήτης έχει κάποια ένσταση στα λεγόμενά μου.

«Ξέρεις κάτι νεαρέ μου Μεγαρέα», λέει. «Εγώ πιστεύω ότι οι γυναίκες είναι αγωγοί μεταβίβασης των κληρονομικών ιδιοτήτων, αλλά δεν μεταβιβάζουν τα δικά τους χαρακτηριστικά. Και αυτό γιατί στη γενετήσια πράξη έχουν παθητικό ρόλο. Οι άνδρες είναι πιο ενεργητικοί γιατί ακριβώς πρέπει να προωθήσουν τα χαρακτηριστικά αυτά στους μεταγενέστερους. Μπορεί πάντως ο δικός σου -εάν θεωρήσουμε την υπόθεσή μας αληθή- να πήρε από τον Παππού του. Ο γερο-Αριστίωνας, απ’ όσο θυμάμαι δεν ήταν τεράστιος».

«Αυτό, σχετικά με τη μεταφορά των κληρονομικών ομοιοτήτων, δεν το είχα σκεφτεί», ομολογώ. Και μετά του ζητάω να μου πει πώς τελείωσε η σικελική περιπέτεια του Πλάτωνα.   

dionysius_i_of_syracuse (1)

«Η αρχική, ειδυλλιακή φάση του δεύτερου ταξιδιού δεν κράτησε πολύ. Ο νεαρός και μάλλον ανασφαλής τύραννος συγκρούστηκε με τον Δίωνα και τον εξόρισε. Αυτός κατέφυγε εδώ στην Αθήνα. Ο Πλάτωνας απογοητευμένος από την αδυναμία να επηρεάσει τις εξελίξεις θέλησε να επιστρέψει κι αυτός στην πατρίδα του, αλλά του το αρνήθηκαν. Εν τέλει τα κατάφερε χάρη σε παρέμβαση των Πυθαγορείων, οι οποίοι είναι οι μόνοι φιλοσοφούντες που διαθέτουν παράλληλα μια κάποια παρεμβατική (αλλά και εν μέρει μυστική) οργάνωση.

Ο Δάσκαλος επέστρεψε και πάλι στις Συρακούσες έξι-επτά χρόνια αργότερα. Δεν νομίζω ότι  έλπιζε ακόμη να επηρεάσει πολιτικά τον νεαρό τύραννο. Περισσότερο ενδιαφερόταν να μεσολαβήσει υπέρ του φίλου του, του Δίωνα. Ίσως  πάλι, αν η υπόθεση που κάναμε για την καταγωγή του δικού σου… πώς τον είπαμε; Οινοκράτη; αυτουνού, …είναι σωστή, ίσως να ήθελε και κάτι άλλο… Ποιος μπορεί να ξέρει… Ίσως να επιθυμούσε να δει τον μικρό που, σύμφωνα με αυτά που μου είπες, ήδη κάποιος φρόντιζε από μακριά. Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν όντως αυτό συνέβη. Εάν ναι, τότε πράγματι, ο άνδρας με την αθηναϊκή φορεσιά που θυμάται ο συνεργάτης σου να ήταν ο μεγάλος Πλάτωνας.

Εκείνο που σίγουρα ξέρουμε είναι πως η μεσολάβηση υπέρ του Δίωνα απέτυχε και ότι ο Φιλόσοφος βρέθηκε σχεδόν φυλακισμένος στην Ακρόπολη των Συρακουσών. Κοίτα τι γράφει ο ίδιος εδώ:» Ανοίγει τον άλλο πάπυρο και μου διαβάζει: ¨’Εκείνη την περίοδο η ζωή η δική μου και του Διονυσίου ήταν, εγώ μεν να κοιτάζω έξω σαν  πουλί που θέλει να ξεφύγει απ’ το κλουβί του, αυτός δε να συλλογίζεται με ποιο τρόπο θα με φοβίσει, χωρίς να επιστρέψει τίποτε από εκείνα που ανήκουν στον  Δίωνα. Κι όμως σε όλη τη Σικελία λέγαμε ότι είμαστε φίλοι.’’

Dione_figlio_di_Ipparino

Έτσι,  και πάλι, η αποχώρηση από τις Συρακούσες υπήρξε προβληματική και περιπετειώδης. Χρειάστηκε να παρέμβουν ξανά οι Πυθαγόρειοι. Με τη βοήθειά τους ο Πλάτωνας μπόρεσε να επιστρέψει στην Αθήνα. Οριστικά αυτή τη φορά».  

Με κοίταξε με σκεπτικό ύφος.

«Πάντως το δακτυλίδι το αναγνωρίζω. Είναι δικό του. Έχω και εγώ ένα ανάλογο. Μου το χάρισε λίγο καιρό πριν πεθάνει».

 

Τέσσερα

Ας μιλήσω τώρα για σημαντικότερα πράγματα. Δηλαδή για την πρόοδο της αποστολής που μου έχει αναθέσει ο προϊστάμενος μου, ο Καλλισθένης ο Ολύνθιος: να μεταφέρω στον δάσκαλο Αριστοτέλη όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, συμπληρωματικές στα όσα του έχουν ήδη αποσταλεί γραπτά, έτσι ώστε να είναι σε θέση να εκφράσει τις πολύτιμες απόψεις του για το δέον γενέσθαι.

Αυτή την περίοδο συναντήθηκα με τον Δάσκαλο πολλές φορές.

Ο Αριστοτέλης με ρωτάει και εγώ απαντώ. Του λέω αυτά που ξέρω, χωρίς ενδοιασμούς και, όταν μου το ζητήσει ρητά, του λέω και την προσωπική μου άποψη.

Θέλει να μάθει περισσότερα για πολλά θέματα που αφορούν, όχι μόνο στην διεξαγωγή της εκστρατείας, αλλά και στους τόπους και τους ανθρώπους που περνούν σιγά σιγά κάτω από τον έλεγχο των ελληνικών δυνάμεων που προελαύνουν.

Δεν πρόκειται πια για τη γνωστή επιστημονική φιλομάθεια του Σταγειρήτη. Αυτή την φορά πρόκειται για την προσπάθεια να βρεθούν απαντήσεις σε υπαρκτά και επείγοντα προβλήματα σχεδιασμού και προσδιορισμού στόχων. Το μεγάλο παγκόσμιο καζάνι βράζει. Διαφορετικές παραδόσεις, νοοτροπίες και πρακτικές αναμιγνύονται καθημερινά, με τρόπο ραγδαίο.  Τι θα βγει τελικά από αυτήν τη μίξη; Κάτι το θαυμαστά καινούργιο ή μια θανατερή έκρηξη που θα παρασύρει τα πάντα, αφού πρώτα καταστρέψει τα όνειρα και τις ελπίδες για τη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου, δηλαδή εκείνα που θα έπρεπε να είναι οι τροφοδότες και η κινητήρια δύναμη της εκστρατείας; 

6892200

Αυτή είναι η αγωνία του Καλλισθένη και άλλων σκεπτόμενων ανθρώπων, τόσο στο μέτωπο όσο και στα μετόπισθεν. Είναι παράλληλα μια ανησυχία που, με γενικότερους όρους, διαπερνά το σύνολο των προβληματισμών και της διδασκαλίας του Αριστοτέλη. Ο Καλλισθένης ο Ολύνθιος έχει καταλάβει ότι η διανόηση δε μπορεί και δεν πρέπει, να σιωπήσει και να αφήσει τις εξελίξεις μόνο στις ενέργειες των -αναμφίβολα γενναίων και ικανών- στρατιωτικών που αναδεικνύουν οι μάχες ή,  ακόμη πιο ριψοκίνδυνα, σε μια  ομάδα αυλοκολάκων που -τον τελευταίο καιρό- παρεμβαίνει όλο και εντονότερα στους ηγετικούς κύκλους. Απευθύνεται λοιπόν στον Αριστοτέλη, τον άνθρωπο που γνωρίζει τον Αλέξανδρο καλύτερα και από παιδί του, αλλά και που τον αγαπάει σαν παιδί του, και ζητάει συμβουλές περί του πρακτέου.

Γνωρίζω ότι πολλοί -μάλλον κακόβουλοι- ακούγοντας τα παραπάνω, δε θα δίσταζαν να μιλήσουν για ανταρσίες και συνομωσίες

Ας διευκρινίσω λοιπόν και κάτι άλλο. Στόχος δεν είναι ο Αλέξανδρος. Ο νεαρός ηγέτης των Μακεδόνων, μέχρι στιγμής, εκφράζει πράγματα απολύτως θετικά. Ηγείται πολεμώντας στο πλευρό των οπλιτών, πείθοντας και προπαντός νικώντας,  Επίσης έχει την αίσθηση του ¨ελληνικού μέτρου¨ και δείχνει ότι τιμάει τα πολλά και σπουδαία που έχουν δώσει ισχύ και κλέος στις πόλεις του ελληνικού κόσμου. 

Στόχος είναι η εξόχως διαπεραστική και επικίνδυνη ασιατική σαγήνη. Δεν πρόκειται για κίνδυνο αμελητέο. Υπήρξαν πολλοί έλληνες που κυριεύτηκαν απ’ αυτήν. Ανάμεσά τους ηγέτες, μέχρι τότε ένδοξοι.  Οι έλληνες δεν αγνοούν, επίσης, τι σημαίνει ¨αυτοκρατορία¨, το έχουν αισθανθεί στη ράχη τους.  Επομένως πρέπει να έχουν μια άλλη, δική τους πρόταση για το μέλλον. Και αυτή η πρόταση για να είναι αποτελεσματική πρέπει να είναι καλοδιατυπωμένη και πειστική.  

Για να φτιαχτεί λοιπόν μια τέτοια πρόταση ο Σταγειρήτης Δάσκαλος έχει αφιερωθεί τον τελευταίο καιρό σε μια ενδελεχή μελέτη των πολιτευμάτων που βρίσκονται σε ισχύ σήμερα. Κυρίως εκείνων που αφορούν στις ελληνικές πόλεις, αλλά όχι μόνον αυτών.  Καταγράφει τα πολιτεύματα ένα προς ένα σημειώνοντας τις επιτυχίες και τις αποτυχίες τους. Πιστεύει ότι η αποτελεσματικότητά τους εξαρτάται από την προσαρμογή των κανόνων που επιβάλουν, στις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά στον κάθε τόπο.  Είναι αισιόδοξος. Εγώ, από την πλευρά μου, έχω εντολή να επιμένω στην επίσπευση της καταγραφής ενός ολοκληρωμένου προγράμματος.  

.images (23)

Για τα θέματα αυτά συζητούσαμε σχεδόν  καθημερινά με τον Δάσκαλο, όταν έφτασαν τα πρώτα αναπάντεχα νέα από την εκστρατεία, που μας αναστάτωσαν και μας αποπροσανατόλισαν. Πηγή ήταν η πρόσφατα αναδιοργανωμένη  ημεροδρομική μας υπηρεσία και, αρχικά, επρόκειτο για μια δική μας υποκλοπή σε οπτικά μηνύματα που κυκλοφόρησαν με φρυκτωρίες ανάμεσα σε ημιαυτόνομες πόλεις της Μικράς Ασίας. Δεν τα πιστέψαμε, και ζήτησα εσπευσμένα επιβεβαίωση. Και αυτή έφτασε με ένα επείγον εμπιστευτικό μήνυμα από τον Καλλισθένη.  Στο μέτωπο είχε εκδηλωθεί απόπειρα εξέγερσης ενάντια στον βασιλέα Αλέξανδρο. Και όχι μόνον. Ο ιππάρχης των εταίρων Φιλώτας, γιος του στρατηγού Παρμενίωνα, είχε δικαστεί και καταδικαστεί σε θάνατο, ενώ ήταν άγνωστη προς το παρόν η αντίδραση του πατέρα του.

Ζήτησα επειγόντως συμπληρωματική ενημέρωση και, λίγο αργότερα, έφτασε νεότερο μήνυμα από την υπηρεσία. Ο βετεράνος στρατηγός Παρμενίωνας, για τον οποίο είχε πρόσφατα κυκλοφορήσει η φήμη ότι θα αντικαθιστούσε τον Αντίπατρο στην αντιβασιλεία της Μακεδονίας, ήταν κι αυτός νεκρός.

Τέλος, έλαβα ένα εκτενέστερο μήνυμα από τον Καλλισθένη. Μου περιέγραφε αναλυτικά τι είχε συμβεί και απαντώντας στο ερώτημα που του είχα στείλει, εάν θα έπρεπε να επιστρέψω αμέσως στο μέτωπο,  με συμβούλευε να παραμείνω στη θέση μου μέχρις ότου, εκείνος, μου δώσει διαφορετική εντολή.

300px-Plato_Silanion_Musei_Capitolini_MC1377

(Τέλος Έβδομου Μέρους)

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , | Leave a Comment »

Ιστορικό μυθιστόρημα υπό εκπόνηση. Μέρος ΣΤ΄, Κεφάλαιο έκτο: Συνέλευση στου Κυνοσάργους

Posted by vnottas στο 10 Αυγούστου, 2017

[Προσωρινός τίτλος: Κύλικες και δόρατα.

Προσωρινός υπότιτλος: Ημέρες και έργα του Εύελπι του Μεγαρέα, λόγιου στην ακολουθία του Αλέξανδρου του Γ΄ του Μακεδόνα, κατά την μεγάλη ασιατική εκστρατεία].

8374527

[Αφιερωμένο στο μεσαίο μου αδελφάκι, που με διαβάζει με προσοχή (και ίσως κάποια νοσταλγία)]

Κεφάλαιο έκτο: Δέκα μέρες πριν, στο δήμο της Διομείας

.

Τον καιρό εκείνο, εάν κατευθυνόσουν προς το Αθηναϊκό Άστυ προερχόμενος από τα νοτιο-ανατολικά, είτε θα έπαιρνες τις παραλιακές οδούς που θα σε οδηγούσαν πρώτα στο Φάληρο και μετά στο δρόμο που παράτρεχε  το φαληρικό τείχος οπότε, ακολουθώντας τον, θα ανηφόριζες μέχρι την Πόλη, είτε πάλι μπορούσες να πάρεις το δρόμο που διένυε τους δυτικούς πρόποδες του Υμηττού, να περάσεις το δήμο του Ευωνύμου, να διασχίσεις τον εκτεταμένο δήμο της Αλωπεκής και να φτάσεις έτσι στο δήμο της Διομείας. Ο δήμος αυτός διαιρείτο σε δύο τμήματα, το ένα εντός και το άλλο εκτός των τειχών, που τα ένωνε η ομώνυμη Πύλη.

Το εκτός των τειχών τμήμα ήταν αραιοκατοικημένο και περιελάμβανε δύο χαμηλούς λόφους: ο ένας, ο ανατολικός, ήταν γνωστός από τον τάφο του Ισοκράτη που βρισκόταν εκεί, ο άλλος πάλι, δυτικότερα, είχε  στην κορυφή του ένα μικρό ναό-παρατηρητήριο απ΄όπου μπορούσε να εποπτεύσει κανείς την ακτή του Φαλήρου [1].

Στην περιοχή υπήρχαν δύο γειτονικά μεταξύ τους ιστορικά κτίσματα: το ένα ήταν ο ναός του Ηρακλή, το άλλο ήταν το τρίτο μεγάλο γυμνάσιο της Αθήνας που, όπως και τα άλλα είχε εξελιχθεί σε χώρο φιλοσοφικών αναζητήσεων. Η περιοχή ονομαζόταν Κυνοσάργους και, όπως είναι φυσικό, υπήρχε τουλάχιστον ένας μύθος που εξηγούσε το κάπως παράξενο αυτό όνομα.

Σε περίληψη, ο μύθος έλεγε τα εξής:

Κατ’ αρχήν ήταν ένας σκύλος άσπρος και, απ’ ό, τι προκύπτει, ξύπνιος και πεινασμένος, που έκοβε βόλτες στη περιοχή. Τον έλεγαν Αργό (που σύμφωνα με μερικούς σήμαινε τότε λευκός) και ήταν γρήγορος.

Επί πλέον υπήρχε ένας βασιλιάς που τον έλεγαν Δίδυμο, ο οποίος ήθελε να τα έχει καλά με τους θεούς και  γι αυτό το λόγο είχε διοργανώσει εκεί κοντά μια θυσία.

Προτού όμως προλάβει ο βασιλιάς να διανείμει τα σφάγια σε θεούς και πιστούς, ο σκύλος εμφανίστηκε ταχύτατος μεσ’ απ’ τους θάμνους, βούτηξε το ψημένο κρέας και εξαφανίστηκε προς τα καλάμια του Ιλισού ποταμού που περνούσε κι αυτός από εκεί κοντά. Φρουροί και λοιποί ενδιαφερόμενοι έτρεξαν ξωπίσω του και εν τέλει κατάφεραν να βρουν κάποια υπολείμματα των εξαγιασμένων κρεάτων δίπλα  στην νότια όχθη του ποταμού.

Τότε παρενέβη ο ιερέας-αποκωδικοποιητής και είπε:

¨Εγώ λέω ότι ο σκύλος είναι θεόπεμπτος. Οι θεοί λένε ότι ο Δίδυμος δεν τη βγάζει καθαρή με μια απλή θυσία, αλλά ότι πρέπει να χτίσει, εκεί ακριβώς όπου βρέθηκαν τα κόκαλα, ένα ναό στον Ηρακλή¨.

Ο Δίδυμος είπε: ¨εντάξει¨ και έχτισε το ναό. 

Ο σκύλος αρκέστηκε στο να δώσει το όνομά του στην περιοχή: ο τόπος του Κυνός του Αργού, άλλως: Κυνοσάργους. 

Αργότερα οι αθηναίοι έφτιαξαν ένα ακόμη δημόσιο γυμνάσιο που πήρε και αυτό το όνομα του άσπρου σκύλου. Ακόμη αργότερα δημιουργήθηκε εκεί από τον μακαρίτη τον Αντισθένη μια (κάπως περιθωριακή, για να τα λέμε όλα) φιλοσοφική σχολή που πήρε το όνομα ¨οι σκύλοι¨ ή ¨οι κυνικοί¨.

 Κατά τα άλλα, στο σημείο αυτό ο Ιλισός,  αφού δεχτεί τα νερά της πηγής της Καλλιρρόης, προσπερνά κελαρυστός και, ρέοντας αφρισμένος πάνω στις κροκάλες, συνεχίζει την κατηφορική του πορεία δίπλα σε καλαμιές και πλατάνια, αναζητώντας την παρέα του Ηριδανού ή του Κηφισού ή ό, τι άλλο βρει τέλος πάντων, προκειμένου να μην καταλήξει στον Σαρωνικό μόνος του.

images (3).

Στους κατοίκους της Διομείας, τους Διόμειους, είχε συμβεί στο παρελθόν να περιπέσουν στην, ας πούμε ¨δυσμένεια¨, ενός δηκτικού πλην όμως δημοφιλέστατου τύπου που ονομαζόταν Αριστοφάνης, ο οποίος -ποιος ξέρει τι του είχαν κάνει του ανθρώπου- τους είχε κολλήσει το παρατσούκλι ¨οι Διομειαλαζόνες¨.

Ίσως να υπήρχε ένας ανιχνεύσιμος λόγος γι αυτό. Ίσως ο Αριστοφάνης από την μια και οι κάτοικοι του δήμου της Διομείας -ιδιαίτερα οι εκτός των τειχών- από την άλλη, να ανταγωνίζονταν,  ήδη από τότε, στην παραγωγή ενός δυσεύρετου και ως εκ τούτου πολύτιμου αγαθού. Του αστείου! Το αστείο ήταν ένα προϊόν των άστεων και δεν πρέπει να συγχέεται με το πιο διαδεδομένο ¨χωρατό¨, που προερχόταν κατ’ ευθείαν από την ύπαιθρο.

Αυτή, βέβαια, δεν είναι παρά μόνον μια υπόθεση γιατί τον καιρό που διέπρεπε ο Αριστοφάνης, οι κωμικοί της περιοχής δεν ήσαν ακόμη τόσο διάσημοι. Αλλά και το ¨πνεύμα¨ που καλλιεργούσαν και με το οποίο θα ξεκαρδίζονταν οι ίδιοι και οι  διαρκώς αυξανόμενοι οπαδοί τους, ήταν διαφορετικό από εκείνο του παλιού κωμωδιογράφου.

Ο Αριστοφάνης, όπως και οι περισσότεροι ομότεχνοι της γενιάς του, ήταν προσκολλημένος στην ιδέα μιας πολιτείας  κυρίαρχης και -κατά βάθος- γενικότερα αποδεκτής, έτσι ώστε να αξίζει τον κόπο να καταδικάσεις και να γελοιοποιήσεις εκείνους που, όντας ατομικιστές και επιδειξίες (φιλοπόλεμοι, ψευτοφιλόσοφοι, διεφθαρμένοι αναρριχητές και διαφθείροντες ισχυροί) έκαναν κακό στην κοινότητα.

Προτομή-του-Αριστοφάνη

Αντίθετα, εάν πάρουμε για παράδειγμα, τους ¨εξήκοντα¨ γελωτοποιούς του Κυνοσάργους, η κωμικότητά τους είχε διαφορετικές αφετηρίες. Αυτοί δεν έβλεπαν πια γύρω τους μια κοινότητα ικανή να επιβληθεί. Έβλεπαν κυρίως τις αντιφάσεις και τους χαρακτηριστικούς τύπους που είχαν δημιουργηθεί από τους περίεργους, ασυνεπείς και -με λίγη ή πολλή καλή θέληση- διασκεδαστικούς ¨νέους καιρούς¨.

Οι νεαροί ¨εξηντάρηδες¨ δεν πίστευαν ότι η παρέμβασή τους θα μπορούσε να διορθώσει την πολιτεία. Επομένως, περιορίζονταν σε εκείνο που έμοιαζε εφικτό: να δείξουν και να αναδείξουν την γελοιότητα των νέων «τύπων» που κυκλοφορούσαν πλέον στις πόλεις: τους κακόγουστους νεόπλουτους, τους επιδεικτικούς δοκησίσοφους ξερόλες,  τους αναίσχυντους ερωτύλους, τους ύπουλους καιροσκόπους, αλλά και τους πονηρούς υπηρέτες, τους κομψευόμενους αφέντες, τις εύπιστες κι αλλοπρόσαλλες κυράδες… Με άλλα λόγια, έβλεπαν ότι οι αντιφάσεις που κάθε λίγο εκρήγνυνταν γύρω τους μπορούσαν να προκαλέσουν ιαματικό γέλωτα, και αυτό τους αρκούσε.

Αλλά και πέρα από τα μέλη των ¨εξήκοντα¨, τις πλάκες και τις φάρσες που σκάρωναν (οι οποίες στη συνέχεια, σχολιάζονταν και  έτερπαν την αγορά και τα συμπόσια) υπήρχαν και εκείνοι που έγραφαν κωμικά επιγράμματα, ποιήματα, άσματα, αλλά και κωμωδίες ολόκληρες διεπόμενες από το νέο αυτό  πνεύμα.

Όλους αυτούς (περιθωριακούς φιλόσοφους, κωμικούς και κωμωδιογράφους του νέου ρεύματος, καθώς και σπουδαστές προβληματισμένους μεν, αλλά και έτοιμους να συμμετάσχουν σε κάθε λογής επεισοδιακή φάση) μπορούσες να τους συναντήσεις πλέον παντού, ακόμη και στην Αγορά ή και στα γυμναστήρια του Κλεινού Άστεως, όμως το μέρος όπου ήταν δυνατό να τους βρεις μαζεμένους να κουβεντιάζουν και να ανταλλάσσουν απόψεις και ιδέες περί του Παντός (επιστητού και μη), ήταν το εκτός των τειχών τμήμα του δήμου της Διομείας που, όπως είπαμε, οι Αθηναίοι αποκαλούσαν συνήθως Κυνόσαργες, συνηθέστερα στη γενική: (ο τόπος του) Κυνοσάργους.

images

Αυτό ακριβώς συνέβαινε και ’κείνο το διαυγές βραδάκι, το φωτισμένο από τον χρυσαφί κύκλο του φεγγαριού και πασπαλισμένο με άρωμα πεύκου που το απαλό αεράκι μετέφερε ως εδώ από τον Υμηττό. Ήταν το τελευταίο δεκαήμερο του Σκιροφοριώνα κι είχε αρχίσει να κάνει ζέστη. Καμιά τριανταριά νέοι ήταν μαζεμένοι στον Ιλισό, άλλοι ξαπλωμένοι στα χορτάρια της όχθης, άλλοι καθιστοί με τις πλάτες ακουμπισμένες στα δέντρα, άλλοι όρθιοι.

«Αυτοί εδώ μας δουλεύουν κανονικά» έλεγε ένας νεαρός με το μαλλί μακρύ σχεδόν όσο των εμπόλεμων Σπαρτιατών. «Λόγος περί Αληθείας πολύς, πράξεις Φιλαληθείας ουδεμία!».

«Θα έχουμε ακόμη μια εορτή, αγαπητέ Μέναιχμε! Ε και; Θα μας βγάλουν ακόμη μερικούς λόγους! Ε, λοιπόν; Θα επικαλεστούν πάλι το όνομα της Δημοκρατίας, αλλά αμφιβάλω αν θυμούνται τι ακριβώς είναι. Ίσως κάποιος θα έπρεπε να τους το θυμίσει!» είπε ένας με γένι που είχε αρχίσει να γκριζάρει, λίγο μεγαλύτερος από τους άλλους.

«Πείτε μου εσείς αγαπητοί εν Ιλισώ φίλοι. Είναι δημοκρατία να γιγαντώνεις τους μύθους που σε συμφέρουν; Είναι δημοκρατία να επινοείς καινούργια σοφίσματα; Είναι δημοκρατία να δημιουργείς σύγχυση στους γύρω σου και μετά από πάνω να ζητάς να σε επιβραβεύσουν;» αναρωτήθηκε ένας καστανομάλλης με μεγάλη μύτη που ακουμπούσε τη πλάτη πάνω στον κορμό μιας γέρικης ελιάς.

«Εμείς, οι άποικοι στο Βορρά, όταν οι επιδρομές του Φίλιππου μας ανάγκασαν να επιστρέψουμε στο Νότο, ήμασταν σίγουροι ότι εδώ θα βρίσκαμε προστασία και σιγουριά …», παρεμβλήθηκε  μια όμορφη ξανθή νέα,  «όμως δε βρήκαμε παρά λόγια… πολλά λόγια. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τώρα μας καλούν να γιορτάσουμε για τις προσφορές και τα δώρα του Αλέξανδρου!»

«Ω, τι σοβαρότητες είναι αυτές Ιππαρχία», διαφώνησε  ένας πιτσιρικάς, γύρω στα δώδεκα. «Εάν αυτά που συμβαίνουν δεν είναι παρά αστειότητες, δε έχουμε παρά να γελάσουμε λιγάκι μαζί τους!»

«Καλά τα λέει ο Μενανδράκος»,  τον υπερασπίστηκε ένας μεγαλύτερος με κοντό ιμάτιο, στηριγμένος σε μια τεράστια γκλίτσα.

«Να γελάσουμε; ναι! Να κάνουμε και τους άλλους να γελάσουν; Βεβαίως. Όχι όμως όπως οι μωροί κι οι μπουνταλάδες, δηλαδή χωρίς να ξέρουμε το λόγο. Και μάλιστα καλά. Ας μιλήσει λοιπόν όποιος νομίζει ότι ξέρει καλά τι τρέχει, και μετά, εάν συμφωνήσουμε, ας δούμε τι μπορούμε να κάνουμε», είπε εκείνος με τα ίχνη γκρίζου στο γένι του, που ασήμιζαν τώρα στο φεγγαρόφως και ανασηκώθηκε εγκαταλείποντας τον κορμό της ελιάς. Το σώμα του ήταν κάπως στραβό, αλλά το πρόσωπό του είχε ευγενικά χαρακτηριστικά.

«Έχει δίκιο ο Κράτης!» φώναξε ο καστανομάλλης με τη μεγάλη μύτη. «Θα μιλήσω εγώ».

Τα βλέμματα στράφηκαν πάνω του. Τον ήξεραν όλοι. Είχε αρχίσει να φοιτά στο Λύκειο, αλλά μετά είχε στραφεί προς τους ¨σκύλους¨ με τους οποίους είχε γίνει πλέον κολλητός. Επιπλέον ήταν σταθερό μέλος της παρέας των εξήκοντα. Τον έλεγαν Καλλιμεδώνα, αλλά όλοι τον φώναζαν Κάραβο[2]

images (6)

«Ο Αριστοτέλης, μπορεί να υπήρξε ο δάσκαλος του Αλέξανδρου, επομένως δεν αποκλείεται να κληθεί κάποτε να απολογηθεί για τις πράξεις του μαθητή του, πάντως όλοι ξέρουμε πως είναι αξιόπιστος δάσκαλος και προσπαθεί να τεκμηριώσει όσα λέει. Φοίτησα κι εγώ κοντά του για ένα διάστημα, κι αν δεν είχα διαπιστώσει ότι οι περισσότεροι εκεί μέσα παραείναι τυπικοί και μανιώδεις με τις κατατάξεις και τις κατηγοριοποιήσεις, ίσως και να ήμουν ακόμη εκεί πέρα. Πάντως ξέρω, όπως άλλωστε κι εσείς, ότι έχει τη μεγαλύτερη βιβλιοθήκη της Αθήνας. Ανάμεσα στο συγγράμματα υπάρχουν και κείμενα του μεγάλου Θουκυδίδη, τα οποία είχα την ευκαιρία να δω και να μελετήσω όταν παρακολουθούσα το Λύκειο. Θα επικαλεστώ λοιπόν τα κείμενα αυτά, αλλά και την άποψη του ίδιου του Αριστοτέλη που, απ’ ό, τι φαίνεται, τα στοιχεία του Θουκυδίδη τον έπεισαν. Σημειώστε ότι αυτά που θα σας πω ίσως σας φανούν γνωστά, γιατί υπάρχουν ακόμη γέροντες που λένε τα ίδια, ισχυριζόμενοι ότι έτσι τα άκουσαν από τους παππούδες τους.

«Φίλε… έλα στο ζουμί» φώναξε κάποιος στο βάθος που είχε μετατρέψει έναν κομμένο κορμό σε ανάκλινδρο.

«Έρχομαι και συμπτύσσω: Τι θα μας πουν σε λίγες μέρες ο Δημοσθένης, ο Φωκίωνας, ο Υπερείδης και οι λοιποί; Θα μας επαναλάβουν την γνωστή επίσημη εκδοχή. Θα μας πουν ότι επιστρέφουν οι ¨τυραννοκτόνοι¨ και ότι οφείλουμε να είμαστε ευτυχείς. Γιατί; Μα γιατί αυτοί οι δύο τύποι θυσιάστηκαν για να σκοτώσουν τους τυράννους και έτσι να  περάσει η εξουσία από τους Πεισιστρατίδες στο Δήμο της Αθήνας.

Τους είχαμε ήδη φτιάξει νέα αγάλματα, ταΐζαμε τιμής ένεκεν στο Πρυτανείο όσους δήλωναν απόγονοί τους και τώρα συν τοις άλλοις, θα είμαστε υποχρεωμένοι και στον Αλέξανδρο που μας στέλνει πίσω τις πρωτότυπες εικόνες τους…

Ας δούμε τώρα τι ισχυρίζεται ο Θουκυδίδης.

Ο ιστορικός λοιπόν λέει ότι…

Πρώτο: οι αποκληθέντες τυραννοκτόνοι σκότωσαν τον ένα μόνο από τους γιους του τύραννου Πεισίστρατου και μάλιστα όχι εκείνον που είχε κληρονομήσει και ασκούσε την κυρίως εξουσία, τον Ιππία, αλλά τον αδελφό του τον Ίππαρχο, που ως επί το πλείστον τον απασχολούσαν τα καλλιτεχνικά θέματα.

Δεύτερο: η αιτία του φονικού δεν είχε να κάνει με την πολιτεία, ούτε με το πολίτευμα, ούτε με τις διεκδικήσεις του λαού των Αθηνών. Επρόκειτο για ερωτική αντιζηλία.  Οι δύο τύποι ήταν μεταξύ τους εραστές που παρενοχλήθηκαν ερωτικά από τους Πεισιστρατίδες. Δεν ξέρω ακριβώς τι τύπου έρως συνέδεσε τους ήρωες αυτής της ιστορίας. Οι φίλοι, από τους παρόντες, που φοιτούν στην Ακαδημία και θεωρούνται ειδήμονες στα σχετικά με τον άτακτο ακόλουθο της Αφροδίτης, θα μπορούσαν ίσως να μας διαφωτίσουν εάν ένας τέτοιος έρωτας εμπίπτει στην κατηγορία του αποκαλούμενου ¨πλατωνικού¨ ή πρόκειται για κάποια επιβαρυμένη περίπτωση που προκαλεί μεγαλύτερα πάθη!

Ό, τι και να πούμε, το γεγονός είναι ότι υπήρξε αντιδικία, ζηλοτυπία, σύγκρουση και εντέλει φόνος.  Την πλήρωσε όπως σας είπα ο Ίππαρχος, αλλά ακριβώς επειδή ή όλη ιστορία ήταν περισσότερο πάθος παρά καλά προετοιμασμένη πολιτική συνωμοσία, οι ¨τυραννοκτόνοι¨ συνελήφθησαν αμέσως. Ο ένας σκοτώθηκε επί τόπου και ο άλλος αργότερα, χωρίς να ομολογήσει την ύπαρξη συνωμοσίας, αν και βασανίστηκε.

Γεγονός είναι επίσης ότι ο κυρίως τύραννος της εποχής, ο Ιππίας, όχι μόνο δε σκοτώθηκε, αλλά κυβέρνησε την Αθήνα για τρία – τέσσερα χρόνια ακόμη. Και μάλιστα, μετά τη δολοφονία του αδελφού του, με τρόπο ειδεχθέστερο από ό, τι πριν.

Αλλά το πιο ευτράπελο από όλα αυτά, εκείνο που αποδεικνύει ότι η Ιστορία από μόνη της και όχι ύστερα από δική μας επέμβαση, διαθέτει και πνεύμα και ειρωνεία και σαρκασμό, είναι ότι τον εν λόγω τύραννο, τον Ιππία, εκείνον δηλαδή που δεν ανέτρεψαν οι τυραννοκτόνοι, τον ανέτρεψαν τελικά οι Λακεδαιμόνιοι! Μάλιστα φίλοι μου. Οι Σπαρτιάτες! Οι θεωρούμενοι παραδοσιακοί προστάτες των απανταχού ολιγαρχικών! Εκείνος δε που υλοποίησε αυτό που ονομάστηκε ¨αποκατάσταση¨ (αν δεχτούμε  ότι ένα είδος Δημοκρατίας υπήρχε ήδη στην Αθήνα από την εποχή της νομοθεσίας του Σόλωνα) ή ¨δημιουργία¨ της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, ήταν ένας απροκατάληπτος και -όπως τον περιγράφει ο Θουκυδίδης- απρόβλεπτος βασιλιάς της Σπάρτης: ο Κλεομένης (βίος και πολιτεία και ο ίδιος -αλλά δεν θέλω να επεκταθώ)  που ήταν γιος του Αναξανδρίδα και ετεροθαλής αδελφός του Λεωνίδα των Θερμοπυλών!»

«Μα αυτή είναι μια ιστορική συγκυρία που αξίζει τον κόπο να γιορτάσουμε!» ακούστηκε μια εύθυμη φωνή από κάτω.

«Νομίζω πως ναι… και έχω μια ιδέα», είπε Κάραβος.

«Προτείνω να φτιάξουμε μια μικρή επιτροπή και να επεξεργαστούμε τις ιδέες μας», είπε ο Κράτης.

images (9).

Η Αθήνα είναι ένας τόπος με ενδιαφέρουσα και περιπλεγμένη ιστορία. Αυτό σημαίνει ότι το λεκανοπέδιο έχει ζήσει τα πάντα-όλα και το αντίθετό τους. Αυτά τα ¨όλα¨, κλασικά και μη, στην Αθήνα ήταν συνήθως εικονογραφημένα.  Κι αυτό γιατί στους Αθηναίους αρέσουν οι εικόνες: γλυπτές, ανάγλυφες, ζωγραφιστές, ακόμη και λεκτικές, από εκείνες που διακοσμούν την ακατάσχετη ροή των ρητορικών εμπνεύσεων.

Όμως, ακριβώς επειδή οι καιροί στην Αθήνα αλλάζουν συχνά και οι εμπειρίες πολλαπλασιάζονται επηρεάζοντας αναπόφευκτα και τα γούστα, είναι επακόλουθο ότι θα πρέπει να ανανεώνονται και οι σχετικές εικόνες.  Πράγματι οι Αθηναίοι τις ανανεώνουν.

Ωστόσο υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα: Τι να κάνουν με τις παλιές εικόνες, όταν αυτές έχουν πια ξεπεραστεί από τους καιρούς ή από τους συσχετισμούς των δυνάμεων; Να τις καταστρέφουν;

Η εμπειρία είχε δείξει ότι η οριστική καταστροφή δεν είναι η καλύτερη λύση. Γιατί, (όπως λέει και η δημώδης φράση)¨έχει ο καιρός γυρίσματα¨∙ που πάει να πει ότι το ενδεχόμενο μιας ανακύκλωσης είναι πάντοτε πιθανό.

Τελικά οι Αθηναίοι βρήκαν τη λύση που τους φάνηκε πιο απλή και αποτελεσματική: Ήταν η  δημιουργία των περιφραγμένων χώρων εναποθήκευσης τετριμμένων εικόνων, των γνωστών και ως ΠΕΧΕΤΕ. Τον καιρό της αφήγησής μας, στις μάντρες των ΠΕΧΕΤΕ μπορούσες να βρεις άφθονο εικονογραφικό υλικό από περασμένες εποχές και παρελθόντα γούστα.

Σε μία από αυτές, ο φύλακας λεγόταν Δεινίας και ήταν ένθερμος φίλος των κυνικών και των κωμικών (αδιακρίτως) καθώς και των συγκεντρώσεων παρά τον Ιλισό. Ήταν λοιπόν αυτός που υποσχέθηκε ότι θα μπορούσε να εξασφαλίσει έναν τουλάχιστον ¨Κλεομένη σε ορείχαλκο¨, καθώς και έναν Σπαρτιάτη, μάλλον σε μάρμαρο, που  έφερνε προς τον Λεωνίδα, αν και δεν ήταν σίγουρος πως επρόκειτο ακριβώς για τον ήρωα των Θερμοπυλών.

«Εντάξει μ’ αυτό»,  είπε ικανοποιημένος ο Κάραβος. Η φάση Βήτα θα είναι λίγο πιο δύσκολη. Η Θόλος του πρυτανείου, όπου σύμφωνα με τις πληροφορίες μου θα εναποτεθούν αρχικά οι ¨τυραννοκτόνοι¨ φρουρείται πολύ καλύτερα από τις αποθήκες των ξεπερασμένων εικόνων».

«Μην ανησυχείς», έσπευσε να τον καθησυχάσει ο Κράτης. Έχουμε κι εκεί έναν αφοσιωμένο φίλο. Θα εκπλαγείς όταν μάθεις για ποιον πρόκειται».

«…και να μη ξεχνάτε τη χορογραφία της φάσης Γάμα», είπε χοροπηδώντας η μικρή ξανθή Ιππαρχία. Θα σας την διδάξω εγώ και απαιτώ προσοχή και προσήλωση».

images (12).

[1] Στο λόφο αυτόν είχαν στρατοπεδεύσει οι Αθηναίοι μετά τη μάχη του Μαραθώνα και από εδώ είχαν δει και αποτρέψει μια προσπάθεια του περσικού στόλου να αποβιβάσει στρατεύματα στο Φάληρο.

[2] Κάραβος: Κερασφόρο σκαθάρι αποκαλούμενο και «κεράμβυξ». Η λέξη σημαίνει επίσης γαρίδα, ή και καράβι.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , , , , | Leave a Comment »