Είχα ένα θείο που τον έλεγαν Γιάκη.
Θόδωρο τον έλεγαν, αλλά όλοι εμείς οι κοντινοί κι οι συγγενείς τον φωνάζαμε Γιάκη.
Γιάκης Σταματόπουλος, αδελφός της μητέρας μου. Ήταν ο πιο εύστροφος και διασκεδαστικός άνθρωπος που γνώρισα ποτέ. Ήταν ωραίο να έχεις έναν τέτοιο θείο. Ιδιαιτέρα εκείνο τον παλιό καιρό που οι σχέσεις ανάμεσα στα παιδιά και τους ¨μεγάλους¨, κατά κανόνα, δεν ήταν και τόσο φιλικές.
Τον θυμάμαι συχνά τον Γιάκη. Σήμερα τον θυμήθηκα ενώ σκάλιζα το βιογραφικό του Μπρασένς, μια που σκόπευα να ανεβάσω στο ιστολογοφόρο ακόμα ένα τραγούδι του τροβαδούρου. Στον δεύτερο μεγάλο πόλεμο, τον Μπρασένς, όπως και τον Γιάκη, τον είχαν στείλει στη Γερμανία, σε στρατόπεδο αναγκαστικής εργασίας.
Ο Γιάκης με πολύ πιο ζόρικες συνθήκες, μια που τον είχαν συλλάβει στην Αθήνα το Μάρτη του ’43 -παιδί γύρω στα είκοσι θα έπρεπε να ήταν τότε, στη διαδήλωση κατά της πολιτικής επιστράτευσης που επιχείρησαν οι Γερμανοί. Του είχαν βρει κι ένα πιστόλι πάνω του και θα μπορούσε να του είχαν συμβεί και χειρότερα πράγματα. Έτσι τουλάχιστον υποθέτω ότι θα σκεφτόταν η γιαγιά μου η Μαριγώ, για να παρηγοριέται.
Ο Μπρασένς κατάφερε να γυρίσει στη Γαλλία και να μείνει κρυμμένος ωσπου να τελειώσει η σύγκρουση. Ο Γιάκης έμεινε ως το τέλος εκεί και τα κατάφερε να μείνει ζωντανός.
Όχι μόνο. Γύρισε στο τέλος του πολέμου κουβαλώντας μαζί του δύο Γερμανίδες, μάνα και κόρη, που δε ξέρω πόσο τις είχε γοητεύσει, υποθέτω πολύ, που τον είχαν βοηθήσει και, τρομοκρατημένες όταν μπήκαν οι σύμμαχοι, θέλησαν να φύγουν από την ηττημένη χώρα.
Και όχι μόνο. Γύρισε έχοντας καταλάβει κάτι από το νόημα της ζωής. Κάτι ας πούμε, σαν την ικανότητα να ανιχνεύεις και να γεύεσαι τη χαρά της ζωής της ίδιας.
Είμαι σίγουρος πως εάν ο Μπρασένς είχε γνωρίσει το Γιάκη θα είχε γράψει κι ένα τραγούδι γι αυτόν.
Το τραγούδι που ακολουθεί τιτλοφορείται Trompe la morte, κάτι σαν ¨Ο Χαρομαχητής¨ και δεν έχει άμεση σχέση με τους συνειρμούς που παρατίθενται παραπάνω. Η απόπειρα απόδοσης των στίχων στα ελληνικά είναι απολύτως ερασιτεχνική, την έκανα με τη βοήθεια διαδικτυακών λεξικών και με κύρια φροντίδα να μπορεί να ταιριάξει (χωρίς πολύ ζόρι) με τη μουσική.
Ακολουθούν:
Σε κείμενο:
1. Οι στίχοι του Μπρασένς στα γαλλικά
2. Η προσπάθεια απόδοσης στα ελληνικά
Σε ήχο:
1. Ο ίδιος ο τροβαδούρος (Συμπεριλαμβάνεται στο τελευταίο άλμπουμ του Μπρασένς, που κυκλοφόρησε το 1976)
2. Μια ανάγνωση της απόδοσης που σκάρωσα
3. Μία πιο πρόσφατη εκτέλεση από τις πολλές που οι φίλοι του Μπρασένς ανεβάζουν στο διαδίκτυο (Gustave Nadaud)
TROMPE LA MORT
Avec cette neige à foison
Qui coiffe, coiffe ma toison
On peut me croire à vue de nez
Blanchi sous le harnais
Eh bien, Mesdames et Messieurs
C’est rien que de la poudre aux yeux
C’est rien que de la comédie
Que de la parodie
C’est pour tenter de couper court
A l’avance du temps qui court
De persuader ce vieux goujat
Que tout le mal est fait déjà
Mais dessous la perruque j’ai
Mes vrais cheveux couleur de jais
C’est pas demain la veille, bon Dieu
De mes adieux
Et si j’ai l’air moins guilleret
Moins solide sur mes jarrets
Si je chemine avec lenteur
D’un train de sénateur
N’allez pas dire «Il est perclus»
N’allez pas dire «Il n’en peut plus»
C’est rien que de la comédie
Que de la parodie
Histoire d’endormir le temps
Calculateur impénitent
De tout brouiller, tout embrouiller
Dans le fatidique sablier
En fait, à l’envers du décor
Comme à vingt ans, je trotte encore
C’est pas demain la veille, bon Dieu
De mes adieux
Et si mon coeur bat moins souvent
Et moins vite qu’auparavant
Si je chasse avec moins de zèle
Les gentes demoiselles
Pensez pas que je sois blasé
De leurs caresses, leurs baisers
C’est rien que de la comédie
Que de la parodie
Pour convaincre le temps berné
Qu’mes fêtes galantes sont terminées
Que je me retire en coulisse
Que je n’entrerai plus en lice
Mais je reste un sacré gaillard
Toujours actif, toujours paillard
C’est pas demain la veille, bon Dieu
De mes adieux
Et si jamais au cimetière
Un de ces quatre, on porte en terre
Me ressemblant à s’y tromper
Un genre de macchabée
N’allez pas noyer le souffleur
En lâchant la bonde à vos pleurs
Ce sera rien que comédie
Rien que fausse sortie
Et puis, coup de théâtre, quand
Le temps aura levé le camp
Estimant que la farce est jouée
Moi tout heureux, tout enjoué
J’m’exhumerai du caveau
Pour saluer sous les bravos
C’est pas demain la veille, bon Dieu
De mes adieux
ΞΕΓΕΛΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΜΠΑΡΜΠΑ-ΧΑΡΟ
(Ο Χαρομαχητής)
Με τις νιφάδες του χιονιά
να μου σκεπάζουν τα μαλλιά
μπορεί να μοιάζω στην αρχή
χωρίς πυγμή κι ορμή.
Κι όμως, κυρίες, κύριοι,
πρόκειται για παραλλαγή
για θέατρο και κωμωδία
Μονό μια παρωδία
Να μη σας τα πολυλογώ,
μου λεν’ πως πρέπει να πειστώ,
εγώ, το γέρικο κωθώνι,
το μέλλον πια να μη μ’ αγχώνει.
Μα στην περούκα μου αποκάτω
μαλλί έχω μαύρο κορακάτο
Μα το Θεό, δεν θα ’ναι εδώ
που τα παρατώ!
Τι κι αν δεν είμαι ζωηρός
και στα κανιά μου σταθερός
τι κι αν κινούμαι πιο αργά
κι απ’ Άγιο σε περιφορά,
μη πείτε ¨έμεινε ξερός¨
μη πείτε ¨τέλειωσε αυτός¨
Θέατρο θα ναι, κωμωδία
Μόνο μια παρωδία.
Τον Χρόνο θα τον ξεγελώ
τον λογιστή, τον πονηρό,
π’ ανακατεύει και θολώνει,
π’ ούτε κι η Μοίρα τού γλυτώνει.
Θα τ’ αποδείξω: τον αντέχω!
Σαν εικοσάρης θα τον τρέχω.
Μα το Θεό, δεν θα ’ναι εδώ
που τα παρατώ!
Κι αν η καρδιά μου δε χτυπά
το ίδιο συχνά και δυνατά,
Τι κι αν τις νιες δεν κυνηγώ
σαν τον παλιό καιρό,
μη πείτε πως αδιαφορώ,
φιλιά και χάδια πως ξεχνώ.
Θέατρο θα ‘ναι, κωμωδία
Μόνο μια παρωδία
Κι αν ο προδότης ο Καιρός
κρίνει πως τέλειωσε ο Χορός,
πως πρέπει πια ν’ αποσυρθώ
τον έρωτα να απαρνηθώ,
εγώ θα μείνω ζωντανός,
ασίκης, μάγκας, τολμηρός.
Μα το Θεό, δεν θα ’ναι εδώ
που τα παρατώ!
Κι αν κάποτε στα μνήματα
μια νεκροφόρα κουβαλά
κάποιον με μένανε φτυστό,
πείτε, δεν είμαι εγώ.
Μη σας κοπεί η αναπνοή,
μη σας ξεφύγει μια κραυγή…
Θέατρο θα ‘ναι, κωμωδία.
Μόνο μια παρωδία.
Κι όταν ο Χρόνος βαρεθεί
κι η φάρσα ολοκληρωθεί,
να η μεγάλη Ανατροπή:
Εγώ με όψη ευτυχή
από τη γη θα ξεθαφτώ
και σ’ όλους θα υποκλιθώ!
Μα το Θεό, δεν θα ’ναι εδώ
που τα παρατώ.