Με το που τέλειωσαν οι καλοκαιρινές διαλείψεις, ασυνέχειες και διακοπές με παίρνει ο Θάνος τηλέφωνο, κι ανάμεσα σε άλλα (τέλους σεζόν) μου λέει:
– Μπαμπά, άκουσα ένα ωραίο τραγούδι του Φαμπρίτσιο ντε Αντρέ.
– Ποιο; τον ρωτάω.
-Το Bocca di Rosa, μου λέει.
– Ωραίο πράγματι, συμφωνώ.
– Πώς και δε το μετάφρασες με τα άλλα;
– Να σου πω την αλήθεια μια φορά το είχα αρχίσει, αλλά έχει πολλές μικρές στροφές και κάπου το άφησα ή με άφησε.
– Παραγγελιές δέχεσαι;
– Από σένα, άμα λάχει, ναι (το έχω ξανακάνει).
Κάπως έτσι, ανάμεσα στους αρχαίους με τους οποίους κάνω παρέα τον τελευταίο καιρό, εμφανίστηκε πάλι ο Φαμπρίτσιο.
Η προσπάθεια είναι προφανώς αφιερωμένη στο Θάνο.
Η Ροδόστομη
Την φωνάζαμε «ρόδινο στόμα»
τον έρωτα είχε πιο πάνω απ’ όλα!
την φωνάζαμε «ρόδινο στόμα»
πολλοί από μας τη θυμούνται ακόμα.
*
Με το που φτάνει στη μικρή μας πόλη
από το τρένο σαν κατεβαίνει,
με μια ματιά καταλάβαμε όλοι
ότι δεν ήταν καμιά ιερωμένη!
*
Άλλη αγαπάει γιατί βαριέται,
άλλη για χρήμα μόνο αγαπιέται,
μα η Ροδόστομη, αν δεν κάνω λάθος,
ερωτευόταν μόνο από πάθος!
*
Αλλά το πάθος, μας παρασύρει
να ερωτευόμαστε πάντα με μένος
και δεν ρωτάμε ο αγαπημένος
αν είναι ελεύθερος ή παντρεμένος.
*
Κι έτσι της πόλης μας οι κυράτσες
-εδώ που τα λέμε, πολύ δε θέλει-
στο «ρόδινο στόμα» ορμήσανε όλες
γιατί τους στέρησε το μέλι.
*
Αλλά της πόλης μας οι σουσουράδες,
οι καρακάξες και τ’ άλλα είδη,
μια που δεν έχουν πολλή φαντασία
περιοριστήκανε στο βρισίδι.
*
Σ’ όλους αρέσει να συμβουλεύουν
κι όλο μαθήματα να παραδίνουν
κι όλοι στη λένε για το καλό σου
κακό παράδειγμα σα δεν σου δίνουν.
*
Έτσι μια γέρικη πια καλιακούδα
χωρίς παιδιά, δίχως επιθυμίες,
πήρε με κέφι την πρωτοβουλία
σωστές να δώσει οδηγίες.
*
κι είπε σταράτα στις κερατωμένες
με φράσεις κοφτές και με λέξεις ψαγμένες:
¨Να πώς θα διορθώσουμε την αδικία:
Θα ειδοποιήσουμε την Εξουσία!¨
*
Κι εκείνες πήγανε στον αστυνόμο
και του τα είπαν με λίγα λόγια:
«Πιότερους έχει η τσούλα πελάτες
κι απ’ της κυβέρνησης τα λαμόγια!»
*
Και καταφτάνουν οι χωροφυλάκοι,
με τα γαλόνια, με τα γαλόνια
και καταφτάνουν οι χωροφυλάκοι
με τα γαλόνια και τα κορδόνια.
*
Η τρυφερότητα δεν είναι μια αξία
που έχουν οι μπάτσοι αδυναμία,
μα εκείνη τη μέρα να πάρει το τρένο
τη συνοδέψαν μ’ απροθυμία.
*
Στο σταθμό του τρένου βρέθηκαν όλοι,
από τον διάκο ως τον γεωπόνο,
στο σταθμό του τρένου βρέθηκαν κι είχαν
στη φάτσα θλίψη, στα μάτια πόνο.
*
Για να χαιρετίσουν αυτήν που για λίγο,
χωρίς ιστορίες, χωρίς απαιτήσεις,
για να χαιρετίσουν αυτή που για λίγο
χάρισε του έρωτα τις συγκινήσεις.
*
Και μία φράση είχαν γραμμένη
με γράμματα μαύρα σε μια πινακίδα:
«Γλυκιά Ροδόστομη σε χαιρετάμε
μαζί σου φεύγει η ανοιξιάτικη ελπίδα».
*
Αλλά μια φήμη λίγο σκαμπρόζα
δεν έχει ανάγκη του τύπου την πρόζα
κι από σαΐτα ταχύτερη ακόμα
να που εξαπλώνεται στόμα με στόμα.
*
Και να που στον άλλο σταθμό του τρένου
κόσμος πολύς από όλη τη χώρα
να στέλνει φιλιά, να στέλνει λουλούδια
να την καπαρώνει για λίγη ώρα
*
Ως κι ο εφημέριος που δεν αρνιέται,
-μετά απ’ ένα γάμο ή μία κηδεία-
της ομορφιάς την εφήμερη δόξα,
την θέλει δίπλα του στη λιτανεία!
*
Και με την Παρθένο στην πρώτη αράδα
και τη Ροδόστομη στη μέση του δρόμου
στη μικρή πόλη γυρίζουν αντάμα
η Αγία Αγάπη κι η αγάπη εκτός νόμου.
***
Εδώ με τον Φαμπρίτσιο ντε Αντρέ
*
Κι εδώ με την Ορνέλα Βανόνι
…και μια ανάγνωση
Bocca di Rosa
La chiamavano bocca di rosa
metteva l’amore, metteva l’amore,
la chiamavano bocca di rosa
metteva l’amore sopra ogni cosa.
*
Appena scese alla stazione
nel paesino di Sant’Ilario
tutti si accorsero con uno sguardo
che non si trattava di un missionario.
*
C’è chi l’amore lo fa per noia
chi se lo sceglie per professione
bocca di rosa né l’uno né l’altro
lei lo faceva per passione.
*
Ma la passione spesso conduce
a soddisfare le proprie voglie
senza indagare se il concupito
ha il cuore libero oppure ha moglie.
*
E fu così che da un giorno all’altro
bocca di rosa si tirò addosso
l’ira funesta delle cagnette
a cui aveva sottratto l’osso.
*
Ma le comari di un paesino
non brillano certo in iniziativa
le contromisure fino a quel punto
si limitavano all’invettiva.
*
Si sa che la gente dà buoni consigli
sentendosi come Gesù nel tempio,
si sa che la gente dà buoni consigli
se non può più dare cattivo esempio.
*
Così una vecchia mai stata moglie
senza mai figli, senza più voglie,
si prese la briga e di certo il gusto
di dare a tutte il consiglio giusto.
*
E rivolgendosi alle cornute
le apostrofò con parole argute:
«il furto d’amore sarà punito-
disse- dall’ordine costituito».
*
E quelle andarono dal commissario
e dissero senza parafrasare:
«quella schifosa ha già troppi clienti
più di un consorzio alimentare».
*
E arrivarono quattro gendarmi
con i pennacchi con i pennacchi
e arrivarono quattro gendarmi
con i pennacchi e con le armi.
*
Il cuore tenero non è una dote
di cui sian colmi i carabinieri
ma quella volta a prendere il treno
l’accompagnarono malvolentieri.
*
Alla stazione c’erano tutti
dal commissario al sagrestano
alla stazione c’erano tutti
con gli occhi rossi e il cappello in mano,
*
a salutare chi per un poco
senza pretese, senza pretese,
a salutare chi per un poco
portò l’amore nel paese.
*
C’era un cartello giallo
con una scritta nera
diceva «Addio bocca di rosa
con te se ne parte la primavera».
*
Ma una notizia un po’ originale
non ha bisogno di alcun giornale
come una freccia dall’arco scocca
vola veloce di bocca in bocca.
*
E alla stazione successiva
molta più gente di quando partiva
chi mandò un bacio, chi gettò un fiore
chi si prenota per due ore.
*
Persino il parroco che non disprezza
fra un miserere e un’estrema unzione
il bene effimero della bellezza
la vuole accanto in processione.
*
E con la Vergine in prima fila
e bocca di rosa poco lontano
si porta a spasso per il paese
l’amore sacro e l’amor profano.
***