Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Posts Tagged ‘Χωριό’

Είμαι μάγκας και μπερμπάντης

Posted by vnottas στο 13 Σεπτεμβρίου, 2011

Είμαστε ακόμη στον αστερισμό Μπρασένς και σήμερα το μενού περιλαμβάνει τραγουδάκι βουκολικό. Πρωταγωνιστούν: ο ποιητής, η χωριατοπούλα και ο Έρωτας. Την χωριατοπούλα την λένε Μαργκώ, (όνομα που μου θυμίζει την πιο αγαπημένη από τις γιαγιάδες μου, την Μαριγώ, που είχε γεννηθεί στην ορεινή Αρκαδία. Άσχετο).
Το τραγούδι το λένε Je suis un voyou (είμαι ένας κατεργάρης, μάγκας, αγύρτης, μόρτης). Εδώ ο ποιητής, για να περιγράψει την αμοιβαία έλξη του λαϊκού με το αγροτικό, μπαίνει στα ρούχα ενός ερωτευμένου, άρα συμπαθούς, κατεργάρη που γοητεύεται από μια όμορφη ¨Θεά με τσόκαρα ¨.
Ακολουθούν μουσικές και στίχοι.
Πρώτα ο Brassens
Στα ιταλικά
Στα ρώσικα
Ο Μπρασένς ποτέ δεν πεθαίνει (Brassens not dead)

Προσαρμογή στα ελληνικά με δημοτικό χαλί 

Προσαρμογή στα ελληνικά με λαϊκό χαλί
 

Οι στίχοι του Μπρασένς
Ci-gît au fond de mon coeur une histoire ancienne,
Un fantôme, un souvenir d’une que j’aimais…
Le temps, à grands coups de faux, peut faire des siennes,
Mon bel amour dure encore, et c’est à jamais…

J’ai perdu la tramontane
En trouvant Margot,
Princesse vêtue de laine,
Déesse en sabots…
Si les fleurs, le long des routes,
Se mettaient à marcher,
C’est à la Margot, sans doute,
Qu’elles feraient songer…
Je lui ai dit: «De la Madone,
Tu es le portrait!»
Le Bon Dieu me le pardonne,
C’était un peu vrai…
Qu’il me le pardonne ou non,
D’ailleurs, je m’en fous,
J’ai déjà mon âme en peine:
Je suis un voyou.

La mignonne allait aux vêpres
Se mettre à genoux,
Alors j’ai mordu ses lèvres
Pour savoir leur goût…
Elle m’a dit, d’un ton sévère:
«Qu’est-ce que tu fais là?»
Mais elle m’a laissé faire,
Les filles, c’est comme ça…
Je lui ai dit: «Par la Madone,
Reste auprès de moi!»
Le Bon Dieu me le pardonne,
Mais chacun pour soi…
Qu’il me le pardonne ou non,
D’ailleurs, je m’en fous,
J’ai déjà mon âme en peine:
Je suis un voyou.

C’était une fille sage,
A «bouche, que veux-tu?»
J’ai croqué dans son corsage
Les fruits défendus…
Elle m’a dit d’un ton sévère:
«Qu’est-ce que tu fais là?»
Mais elle m’a laissé faire,
Les filles, c’est comme ça…
Puis, j’ai déchiré sa robe,
Sans l’avoir voulu…
Le Bon Dieu me le pardonne,
Je n’y tenais plus!
Qu’il me le pardonne ou non,
D’ailleurs, je m’en fous,
J’ai déjà mon âme en peine:
Je suis un voyou.

J’ai perdu la tramontane
En perdant Margot,
Qui épousa, contre son âme,
Un triste bigot…
Elle doit avoir à l’heure,
A l’heure qu’il est,
Deux ou trois marmots qui pleurent
Pour avoir leur lait…
Et, moi, j’ai tété leur mère
Longtemps avant eux…
Le Bon Dieu me le pardonne,
J’étais amoureux!
Qu’il me le pardonne ou non,
D’ailleurs, je m’en fous,
J’ai déjà mon âme en peine:
Je suis un voyou.

Η απόδοση που σας έφτιαξα

Μάγκας και Μπερμπάντης

Κάπου μέσα μου βαθιά, ιστορίες παλιές
Μια σκιά, μια οπτασία / μια π’ αγάπησα
Κι αν η μοίρα κι ο καιρός, / κάνουν ζαβολιές
Στην ψυχή μου πάντα μέσα / την εκράτησα

Έχω χάσει τα μυαλά μου / βρήκα τη Μαριγώ
Γήινη πριγκίπισσά μου / Θεά από χωριό
Τα λουλούδια δρόμο αν παίρναν / και τριγύριζαν
Τη Μαριγώ μου δίχως άλλο / θα μου θύμιζαν
¨Σαν της Παναγιάς¨ της είπα, / ¨είσαι εικόνισμα¨
Κι ήτανε και λίγο αλήθεια / Βόηθα Παναγιά
Κι άμα δε με βοηθάς / εξάλλου αδιαφορώ
Είμαι μάγκας και μπερμπάντης / και ήδη σου χρωστώ

Η μικρή στην εκκλησία / πήγαινε συχνά
Την εδάγκωσα στα χείλη / δοκιμαστικά
¨Μα τι κάνεις εκεί πέρα;¨ / μου ’πε αυστηρά
Μα δε μού ’κοψε την φόρα / ξέρω κι από αυτά.
¨Μα την Παναγιά¨ της είπα / ¨μείνε πλάι μου¨
Ο Θεός να με σ’ χωρέσει / μα χαλάλι μου!
Κι άμα δε με συγχωρήσει / εξάλλου αδιαφορώ
Είμαι μόρτης και αλάνης / και ήδη του χρωστώ

Ήταν μια σοφή κοπέλα: / ¨Πες μου εσύ τι θες;¨
¨Τα απαγορευμένα μήλα! / στου μπούστου τις πτυχές¨
¨Μα τι κάνες εκεί πέρα;¨ / μου είπε αυστηρά
Δεν με έπιασε η φοβέρα / ξέρω κι απ’ αυτά.
Μα της έσκισα τη φούστα / βόηθα Παναγια!
Δεν ειν’ πού ’χω τέτοια γούστα / δεν κρατιόμουν πια!
Μα κι αν δε με βοηθάς / εξάλλου αδιαφορώ
Είμαι παλιοχαρακτήρας / και ήδη σου χρωστώ

Έχω χάσει τα μυαλά μου / Πάει η Μαριγώ!
Την παντρέψαν την κυρά μου /με ένα απ’ το χωριό
Τώρα πρέπει να ’χει κάνει / καναδυό παιδιά
που το γάλα της ζητάνε / απαιτητικά!
Εγώ βύζαξα από τούτα / πολύ πιο μπροστά
Ας σ’γχωρέσουνε κι εμένα / και τον Έρωτα
Κι άμα δε με συγχωρούν / εξάλλου αδιαφορώ
Είμαι μόρτης, κατεργάρης / κι ήδη τους χρωστώ

Posted in Μπρασένς στα ελληνικά ΙΙ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , | 3 Σχόλια »