Κάποτε τα ιδανικά και οι μεγάλες, ευγενείς ιδέες κυκλοφορούσαν άφθονα στο γύρο, δεν ήταν είδος σε εξάλειψη.
Και υπήρχαν λογιών λογιών: από ιδέες και ιδανικά που δένανε με τη κατεστημένη εξουσία, τη συντηρούσαν και την αναπαλαίωναν, ως άλλα, νεότερα, που την αμφισβητούσαν και την περιπαίζανε.
Έτσι κι αλλιώς ¨καρφί διώχνει καρφί¨: μοναχά μ’ ένα όμορφο, ζωντανό, νέο ιδανικό, μπορούσες να αντιπαλέψεις τα φθαρμένα, τα ρητορικά και τα καλοβολεμένα.
Μόνο που τα ιδανικά, κι εκείνα και τούτα, σε θέλουν στη τσίτα, τεντωμένο να προσαρμόζεις τη ζωή στον αγώνα. Είναι ένα παιχνίδι συναρπαστικό κι επικίνδυνο.
Κι αν κρατήσεις το καλούπι στενό τρελαίνεσαι, κι αν το κάνεις ευρύχωρο, δε φτιάχνεις ούτε την κοινωνία ούτε το μέλλον: φτιάχνεις σούπα.
Τον καιρό εκείνο, όπου τα ιδανικά κυκλοφορούσαν στολισμένα με μεγάλα λόγια, καμιά φορά, χωρίς να το καταλάβεις, σκόνταφτες σε ¨πράγματα¨ απλά και γήινα, που σ’ αλείφανε με άλλου είδους χαρά και αισιοδοξία. Που σου χάριζαν μια ανάσα. Τότε το καλύτερο που ’χες να κάνεις ήταν να τα κρύψεις κάπου για μια ώρα ανάγκης.
Χτες το βράδυ βάλθηκα για ώρες να ψάχνω τα αποσυρμένα χαρτιά μου. Μια απελπισμένη τελειόφοιτη είχε ανακαλύψει ότι η γραμματεία δεν είχε καταχωρήσει τη βαθμολογία ενός μαθήματός μου, ενώ επρόκειτο να ορκιστεί. Άρχισα λοιπόν να ψάχνω σε παλιούς φακέλους και ακατονόμαστες στοίβες, μπας και βρω ίχνη που θα έλυναν το πρόβλημα. Λυπάμαι, αλλά από τότε που έδωσε το μάθημα έχουν περάσει τρία, τέσσερα χρόνια, δε τα κατάφερα. Ελπίζω να βρεθεί κάποια άλλη λύση…
Ψάχνοντας, βρήκα μια από τις παλιές ανάσες: Αντιγραμμένη σ’ ένα κίτρινο πλέον χαρτί, ¨Η Ωδή στις τηγανητές πατάτες¨ του Πάμπλο Νερούδα. Δίστασα πριν την αντιγράψω εδώ. Μπας και βάλω ιδέες σε κανένα (αδίστακτο) διαφημιστή φαστφουντάδικων.
Τελικά είπα να το διακινδυνέψω:
Ωδή στις τηγανητές πατάτες
Τσιρίζει
το λάδι
ζεσταίνοντας
τη χαρά του κόσμου
οι τηγανητές
πατάτες
μπαίνουν
στο τηγάνι
σαν χιονισμένα
φτερά
πρωϊνού κύκνου
και βγαίνουν
χρυσωμένες από το τσιτσιριστό
κεχριμπάρι της ελιάς
Το σκόρδο
τους προσθέτει
το γήινο άρωμά του
το πιπέρι
σκόνη που πέρασε από τους υφάλους
και
ντυμένες
ξανά
με φιλντισένιο κοστούμι
γεμίζουν το πιάτο
με την επανάληψη της αφθονίας τους
και τη γήινη γευστική τους απλότητα