Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Archive for Ιουνίου 2014

Σχετικά με την Ωραία Κοιμωμένη και το κακό πουλί

Posted by vnottas στο 19 Ιουνίου, 2014

¨Στη σκιά της καρδιάς της καλής μου»  Αυτός είναι, σε πιστή μετάφραση, ο τίτλος ενός ακόμη τραγουδιού του άφταστου μπάρμπα (tonton) Γιώργη: Σε ατμόσφαιρα βουκολική και μελωδία μεσαιωνικής μπαλάντας τραγουδάει το εγερτήριο φιλί προς την ωραία κοιμωμένη του δάσους. Φιλί που όμως δε αρκεί πάντοτε για να δημιουργηθούν τα ποθητά αποτελέσματα. Ιδιαίτερα όταν  ανακατεύονται ξένα γκαντέμικα πουλιά που χαλάνε τη μαγεία.

Στις έξη τετράστιχες στροφές του τραγουδιού ο Μπρασένς επαναλαμβάνει, τραγουδώντας, τους δύο πρώτους στίχους. Στην απόδοση, επειδή χρειαζόμουν χώρο για τις πολυσύλλαβες ελληνικές λέξεις, ¨γέμισα¨ τις επαναλήψεις έτσι ώστε να χωρέσουν κάποιες νοηματικές αποχρώσεις που αλλιώς θα περίσσευαν και θα τις έκοβα. (Η βασική επιδίωξη παραμένει οι αποδόσεις να προσαρμόζονται – χωράνε- στη μελωδία)

sleeping-beauty-gustafson_jpg

Μες της καλής μου την καρδιά
Ξένο πουλί φτιάχνει φωλιά
Σαν καμωνόταν μια φορά
Πως ειν’ του δάσους η Κυρά
Πως είχε τάχα κοιμηθεί
Και στα σκοτάδια είχε χαθεί

Τότε κι εγώ γονατιστός
Στη γοητεία της πιστός
Φιλί αγάπης και γητειάς
Δίνω στο μέρος της καρδιάς
Νεράιδες σας παρακαλώ
Το νου σας να ’χετε κι εδώ

Μα το πανάθλιο το πουλί
Έκραξε με στριγκιά φωνή
¨Πιάστε τον κλέφτη, το φονιά¨
Κι ακούστηκε η στριγκλιά μακριά
Ποτέ, σα να ’ταν δυνατό,
Να θέλω Εκείνης το κακό

images (55)

Σάλος, αχός και σαματάς
Κι έφτασε κόσμος και ντουνιάς
Φτάσανε κι οι συγχωριανοί
Και ο πατέρας της μαζί
Την όμορφη να σώσουν νια
Από τον κλέφτη, το φονιά…

Τόση βοή και φασαρία
Διώχνει, σκορπίζει τη μαγεία
Το ξόρκι πια δε λειτουργεί
Τ’ ονείρου χάνεται η πνοή
Κι η όμορφη δεν αντιδρά
Στα χάδια μου και στα φιλιά

Είναι από τότε που ξανά
Πήρα τα δάση τα βουνά
Η λαβωμένη μου καρδιά
Σ’ έρωτες δεν πιστεύει πια
Το τόξο μου γερά κρατώ
Σ’ άγνωστους τόπους κυνηγώ

*

Η ανάγνωση της απόδοσης στα ελληνικά

images (58)

A l’ombre du cœur de ma mie (bis)
Un oiseau s’était endormi (bis)
Un jour qu’elle faisait semblant
D’être la Belle au bois dormant

Et moi, me mettant à genoux (bis)
Bonnes fées, sauvegardez-nous (bis)
Sur ce cœur j’ai voulu poser
Une manière de baiser

Alors cet oiseau de malheur (bis)
Se mit à crier » Au voleur » (bis)
» Au voleur » et » A l’assassin »
Comm’ si j’en voulais à son sein

Aux appels de cet étourneau (bis)
Grand branle-bas dans Landerneau (bis)
Tout le monde et son père accourt
Aussitôt lui porter secours

Tant de rumeurs, de grondements (bis)
Ont fait peur aux enchantements (bis)
Et la belle désabusée
Ferma son cœur à mon baiser

Et c’est depuis ce temps, ma sœur (bis)
Que je suis devenu chasseur (bis)
Que mon arbalète à la main
Je cours les bois et les chemins

images (54)

Posted in Μπρασένς στα ελληνικά ΙV | Με ετικέτα: , , , , , , , | Leave a Comment »

Έπεα ραντισμένα

Posted by vnottas στο 12 Ιουνίου, 2014

Ήτανε μέρα Κυριακή, μεσημεράκι. Σκόρπιες ξαφνικές ριπές ανέμου και το μπουρίνι έριχνε κουβάδες νερό (τον ένα πίσω από τον άλλο με ασυνεχή τρόπο) πάνω στις λαμαρίνες των δυο αυτοκινήτων που προσπαθούσαν να βγουν από τη Θεσσαλονίκη τραβώντας προς τα νότια. Μπροστά πήγαινε ο Ηλίας και η Μαρία. Ο Ηλίας είχε ξαναπάει στη παραθαλάσσια ταβέρνα με τη ¨σερβιτόρα που εξαφανίζεται πίσω απ την κουρτίνα¨ κι ήξερε το δρόμο. Πίσω εγώ οδηγώντας τσαλαβουτηχτά τον ¨Χοντρό¨ μαζί με τη Σόφη και τον Νίκο με την Ιωάννα, κοντά μας τις μέρες εκείνες. Όπου, που λέτε, φρενάρει ο Ηλίας   έξαφνα μπροστά μου δεξιά. Σταματάω κι εγώ παραπίσω και τον βλέπω να κατεβαίνει, να πλησιάζει το παράθυρο του συνοδηγού και να δίνει στον Νίκο χαρτί τυλιγμένο σε κύλινδρο και ασφαλισμένο με κόκκινη κορδέλα. Μετά τρέχοντας για να προφυλαχτεί από το κατεβατό επιστρέφει στο αμάξι του και βάζει μπρος.  Λίγο αργότερα φτάσαμε στη ¨σερβιτόρα¨ όπου μας περίμεναν ο Φάνης και η Μαρία. Καθησαμε έξω, η μπόρα σταμάτησε και το τσίπουρο ήταν καλό.

Το χαρτί έγραφε τα εξής:

2822D

Αλλάχ ου ακμπάρ…

Επειδή είμαι ηττημένος κατά κράτος

οριζοντίως και καθέτως

επί δεκαετίες οργισμένος είμαι.

Κάποιες νύχτες

όταν το μίσος κάνει κόκκινο το μυαλό μου

για εντελώς συγκεχυμένους λόγους

βγαίνω έξω μ ένα σπουδαίο

κοφτερό κυρτό μαχαίρι

και σφάζω λάστιχα ακριβών αυτοκινήτων

ή μια γραμμή τραβάω

από τη μία άκρη ως την άλλη

της τσίλικης μοντέρνας λαμαρίνας…

Ω τι ωραία που είναι

να σκέφτομαι την άλλη μέρα

τον καθώς-πρέπει κύριο

που θ’ αντικρύσει το τέλειο  κωλάμαξο του

σημαδεμένο με βαθιές γραμμές…

Και χέστηκα για αυτούς που βρίσκουν

αυτή τη πράξη βάρβαρη ή κομπλεξική.

Εξάλλου πάντα ήμουνα κομπλεξικός από μικρός

πιστεύοντας πως είμαι λύκος

και κάθε που ερχότανε πανσέληνος

ήθελα να ουρλιάζω σ’ ένα πατέρα που δεν έχω

γιατί εξαφανίστηκε σε κάποια νεφελώματα

του σύμπαντος

που δεν μπορεί ούτε ο Χαμπλ να δει

ούτε το τηλεσκόπιο Αρεσίμπο…

Μονάχος είμαι

και έχω μέσα μου δεκάδες άλλους

που το κουμάντο κάνει ένας Αραβας

μ’  ένα καμπυλωτό δαμασκηνό σπαθί.

τον έχω δει να κατασφάζει τους αγγέλους μου

τον έχω δει αγριεμένο να μου φωνάζει ‘βούλωστο’

Όμως όταν γυρνώ τις νύχτες

απ’ τους βανδαλισμούς των ακριβών αυτοκινήτων

κάθεται ήρεμος, χαιδεύει τη γενειάδα του

χαμογελάει και μου λέει

‘Αλλάχ ου ακμπάρ…’

ΥΓ Αν είναι αλήθεια ότι τα καλλιτεχνικά μηνύματα ολοκληρώνουν την διαδρομή τους ανοικτά στις υποκειμενικές/προσωπικές αποκωδικοποιήσεις του καθε  ¨αναγνώστη¨, τότε το παραπάνω έξοχο ποίημα του Ηλία Κουτσούκου,  θα ανακαλεί  (μαζί με άλλα που τα κρατάω για μένα) λόγια ραντισμένα από χοντρές ψιχάλες βροχής με γεύση τσίπουρου, καθώς και την ανάμνηση μιας εφηβικής συλλογής καμωμένης από (αποκολλημένα) σήματα αυτοκινήτων.

Posted in ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

Σέρλοκ Μπάρμαν – Τραγωδία σε Μπαρ

Posted by vnottas στο 2 Ιουνίου, 2014

images (48)

Ο Στέφανο Μπένι είναι ένας σύγχρονος ιταλός συγγραφέας, κατά τη γνώμη μου: από τους καλλίτερους. Στην ιστοσελίδα του (και συγκεκριμένα εδώ) βρήκα ένα μικρό κείμενο, υποθέτω από τα πρώτα θεατρικά του,  γραμμένο τη δεκαετία του ’90. Άρχισα να το μεταφράζω, έτσι για  πλάκα, αλλά μια που ήταν μάλλον απλό και σύντομο το μετέφρασα όλο. Ο αρχικός τίτλος ήταν: ¨Η ελευθερία της Μοίρας¨, εν τέλει τιτλοφορήθηκε: ¨Σέρλοκ Μπάρμαν – Τραγωδία σε Μπαρ¨. Δείτε το σαν άσκηση γραφής θεατρικού λόγου.

Νάτο:

images (52)

Σέρλοκ Μπάρμαν

Τραγωδία σε Μπαρ

[ ‘Ένα μπαρ, νυχτερινός χαμηλός φωτισμός]

 

Μπάρμαν: Θα πιείτε κάτι κύριε;

Πελάτης:  Βάλε μου κάτι δυνατό, πολύ δυνατό.

Μπάρμαν:  Έχετε ανάγκη να πάρετε κουράγιο κύριε;

Πελάτης: Ναι, θα ’λεγα ναι.

Μπάρμαν:  Ένα Μπλόντι Μαίρη πάει καλά;

Πελάτης: [αναστενάζει] Ε, ναι.

Μπάρμαν:  Ερωτική απογοήτευση;

Πελάτης: Πώς το κατάλαβες;

Μπάρμαν:  Από τον αναστεναγμό, κύριε.

Πελάτης: Απ’ τον αναστεναγμό;

Μπάρμαν:  Ακριβώς. Ο αναστεναγμός από ερωτική απογοήτευση είναι αρκετά διαφορετικός από εκείνον της πτώχευσης ή απ’ εκείνον της απλής κατάθλιψης. Είμαι τριάντα χρόνια μπάρμαν και δε δυσκολεύομαι να τον αναγνωρίσω. Εσείς παρουσιάζετε όλα τα συμπτώματα ενός φρεσκο- εγκαταλειμμένου

Πελάτης: Δεν πρέπει να ζορίστηκες πολύ. Αρκεί να δει κανείς την φάτσα μου.

Μπάρμαν:  Ακριβώς.

Ψηλή, ξανθιά, έτσι δεν είναι;

Πελάτης: Αυτό πώς το κατάλαβες;

Μπάρμαν:  Α, Πρόκειται για επαγγελματική παρατηρητικότητα ενός μπάρμαν.  Έχετε μια ξανθή τρίχα στον ώμο και ένα πρόσφατο σημάδι από κοκκινάδι, στο μέτωπο. Και μια που είστε μάλλον ψηλός, μόνο μια ψηλή κοπέλα, ας πούμε τουλάχιστον ένα κι εβδομήντα, μπορεί να αφήσει ένα τέτοιο σημάδι.

Πελάτης: Απίθανο! Και τι άλλο θα είχες να προσθέσεις αγαπητέ μου Σέρλοκ Μπάρμαν;

Μπάρμαν:  Την κοπέλα την λένε Μαρία, είναι αεροσυνοδός, της αρέσουν τα ζώα και να πηγαίνει στο Λούνα Παρκ.

Πελάτης: Πράγματι! Μα τι στην ευχή είσαι; Μέντιουμ, μάγος, Πυθία;

Μπάρμαν:  Σας επαναλαμβάνω, είναι απλά το παρατηρητικό πνεύμα ενός μπάρμαν. Είδα ότι ταραχτήκατε όταν είπα το όνομα του κοκτέιλ Μπλόντι Μαίρη, άρα Μαρία, άντε το πολύ Μαρίνα, πρέπει να είναι το όνομα της γυναίκας που σας αναστατώνει. Εξάλλου αφήσατε εδώ στον πάγκο ένα πακέτο τσιγάρα χωρίς τη φορολογική ταινία. Αφού όμως δεν πρόκειται για μια μάρκα που την βρίσκει κανείς στο λαθρεμπόριο, συμπεραίνω ότι σας τα αγοράζει εκείνη στο αεροπλάνο ή στα αφορολόγητα του αεροδρομίου. Α, και η γραβάτα σας. Είναι ένα μοντέλο από εκείνα που πωλούνται στις μπουτίκ των αφορολογήτων στα αεροδρόμια. Επί πλέον αυτός ο αναπτήρας με το κόκερ μάλλον δε σας ταιριάζει. Είναι ένα δώρο της Μαρίας, έτσι δεν είναι; Τι άλλο; Α, αυτό εκεί δίπλα στον αναπτήρα δεν είναι ένα απόκομμα εισιτηρίου σε Λούνα Παρκ; Στα συγκρουόμενα, αν δεν κάνω λάθος.

Πελάτης: Όλα σωστά. Αλλά τότε μπορείς να μου πεις και γιατί η Μαρία με άφησε;

Μπάρμαν:  Χμμμ. Πρώτα απ’ όλα εξ αιτίας της αρρωστημένης ζήλιας σας για εκείνον τον πιλότο.

Πελάτης: Κι αυτό σωστό. Μα πώς τα καταφέρνεις…

Μπάρμαν:  Στοιχειώδες, εάν είστε ερωτευμένος με μια συνοδό, δεν μπορεί παρά να ζηλεύετε έναν πιλότο, έτσι δεν είναι; Έπειτα, βλέπω ότι φοράτε μπλε σακάκι και σκούρα γυαλιά, αυτό σημαίνει ότι ασυνείδητα έχετε την τάση να ντύνεστε σαν πιλότος για να ανταγωνιστείτε με το φάντασμα του αντίζηλού σας.

Πελάτης: Εν τάξει, εντάξει Σέρλοκ Μπάρμαν. Τώρα μη μου πεις ότι ξέρεις και γιατί μαλώσαμε.

Μπάρμαν:  Τα πιάτα, κύριε;

Πελάτης: Μα το θεό είναι αλήθεια! Το βρήκες κατά τύχη;

Μπάρμαν:  Όχι. Θα σας πω πως το συμπέρανα.  Η Μαρία γυρίζει σπίτι κουρασμένη, ωστόσο δέχεται να μαγειρέψει για σας. Αυτός ο λεκές από φρέσκη ντομάτα στο κουστούμι σας το επιβεβαιώνει, και,- φαίνεται – προέρχεται από σπιτικό τηγάνι, όχι από τραπέζι εστιατορίου. Μετά η Μαρία σας ζητάει να πλύνετε τουλάχιστον τα πιάτα. Εσείς μουρμουρίζετε μεν, αλλά αρχίζετε να τα πλένετε, όμως χωρίς όρεξη, και χωρίς προσοχή, όπως επιβεβαιώνει και η μυρουδιά από απορρυπαντικό που προέρχεται από το μανίκι του πουκάμισού σας. Αλλά ύστερα σπάτε ένα πιάτο και γρατζουνάτε το δείκτη του δεξιού σας χεριού, ακριβώς εκεί…

Πελάτης: Μα…

Μπάρμαν:  Μη με διακόπτετε, η Μαρία θυμώνει και φωνάζει ¨είσαι ένας ανίκανος¨, εσείς την πιάνετε από τους καρπούς, γι αυτό το βραχιόλι της άφησε σημάδι στην παλάμη σας, η Μαρία σας γρατζουνάει στο λαιμό, αγκαλιάζεστε και, όπως συμβαίνει συχνά σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ερεθίζεστε και είστε έτοιμοι να κάνετε έρωτα.

Πελάτης: Αυτό πώς το ξέρεις;

Μπάρμαν:  Πουκάμισο ξεκούμπωτο, πανταλόνι στραβοκουμπωμένο,  μια διαχεόμενη μυρωδιά υγρών που ακόμη εκπέμπετε. Όμως μετά η Μαρία δυσανασχετεί γιατί εσείς θέλετε να την πάρετε από πίσω και σας ρίχνει μια κλωτσιά στο καλάμι, να εκεί βρίσκεται το σημάδι, και μετά σας ρίχνει και μια γερή σφαλιάρα στον λαιμό. Ξεσπάει καυγάς με εκτόξευση πιάτων, σπάτε ντουζίνες, βλέπω ότι στο ρεβέρ του παντελονιού σας υπάρχουν ακόμη θραύσματα από πορσελάνη. Η Μαρία τραβάει το κολιέ που της είχατε χαρίσει ουρλιάζοντας ¨δε θέλω τίποτα δικό σου¨ και βγαίνει χτυπώντας δυνατά την πόρτα. Εσείς μαζεύετε μηχανικά κάποια από τα μαργαριτάρια και τα βάζετε στο τσεπάκι του σακακιού, νάτα εκεί, μετά τρέχετε από πίσω της αλλά στο πλατύσκαλο γλιστράτε πάνω στις πέρλες και πέφτετε, πράγματι μπήκατε εδώ μέσα κουτσαίνοντας και κρατώντας την πλάτη σας.

Πελάτης: Μου προξενείς φόβο!

Μπάρμαν:  Έπειτα βγαίνετε τρέχοντας στον δρόμο, χωρίς καν να βάλετε το παλτό σας, αλλά δεν βρίσκετε την Μαρία. Και τώρα βρίσκεστε εδώ μπροστά μου, απελπισμένος.

images (50)

Πελάτης: Αφού τα ξέρεις όλα, θα μου πεις πώς τελειώνει αυτή η ιστορία;

Μπάρμαν:  Μπορώ να δοκιμάσω. Η Μαρία έχει οργιστεί. Οι αεροσυνοδοί πάσχουν συχνά από νευρικές ανισορροπίες εξ αιτίας της αλλαγής του ωραρίου. Η, με συγχωρείτε, πρώην γυναίκα σας σπεύδει να παρηγορηθεί από τον πιλότο της στο μπαρ Ρούντι, το στέκι των πιλότων όπου μαζεύονται όλοι τέτοια ώρα. Αλλά σήμερα είναι Δευτέρα και τον Μπαρ Ρούντι είναι κλειστό. Πάει λοιπόν λίγα βήματα παρακάτω και να που τον βρίσκει στο Μπαρ Πάολο, αλλά η Μαρία λέει στον πιλότο ¨σε παρακαλώ ας μη μείνουμε σ’ αυτό το μέρος. Γιατί ¨Πάολο¨ είναι το όνομά σας κύριε, είναι γραμμένο στο μενταγιόν που φοράτε στο λαιμό και η Μαρία έξαλλη όπως είναι δε θέλει τίποτα που να σας θυμίζει.

Πελάτης: Εντάξει. Αλλά τότε τι κάνουν;

Μα, επειδή εδώ και πέντε λεπτά βρέχει. καταφεύγουν στο πιο κοντινό μπαρ.

Πελάτης: Δηλαδή;

Μπάρμαν:  Αυτό εδώ κύριε. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου θα πρέπει να μπουν σε… ένα λεπτό.

Πελάτης: Και τότε… τι θα συμβεί;

Μπάρμαν:  Νομίζω ότι εσείς κύριε θα εκραγείτε γιατί δε θα αντέξετε το θέαμα των δυο τους αγκαλιασμένων, μια που τίποτα δεν φέρνει πιο κοντά τη σάρκα και το συναίσθημα μιας αεροσυνοδού και ενός πιλότου, όσο η βροχή. Εκτός αυτού, επειδή η Μαρία σας είναι χαρακτήρας μάλλον ζόρικος, νομίζω ότι θα σας προκαλέσει.

Πελάτης: Και τότε;

Τότε εσείς θα βγάλετε το πιστόλι που τυχαία είδα κάτω από το σακάκι σας. Αλλά θα είναι ένα σοβαρό λάθος. Γιατί εκεί, σε εκείνο το τραπέζι είναι ένας αστυνομικός με πολιτικά, τον αναγνωρίζω από το κούρεμα και από τα παπούτσια. Ο αστυνομικός θα βγάλει το περίστροφο υπηρεσίας που έχει περασμένο στη ζώνη του, βλέπετε εκεί το φούσκωμα, και θα σας αφήσει ξερό σε λιγότερο από μια στιγμή.

Πελάτης: Είναι γελοίο. Εξάλλου πέρασε ήδη ένα λεπτό και δεν φάνηκε ακόμη κανείς.

Μπάρμαν:  Σωστά. Ξέχασα ότι εδώ παρακάτω έχει ένα κατάστημα οικιακών ειδών. Η Μαρία δε θα αντισταθεί στον πειρασμό να δει εάν υπάρχει ένα σερβίτσιο πιάτων για να αντικαταστήσει εκείνο που καταστράφηκε στον καυγά.

Πελάτης: Επομένως;

Μπάρμαν:  Επομένως υπάρχει μια μικρή καθυστέρηση. Αλλά να, όπως προβλέψαμε, νάτοι!

[Μπαίνουν ένας άνδρας και μία γυναίκα]

Πελάτης: Ώ θεέ μου, όχι!

Μπάρμαν: Μείνετε ψύχραιμος κύριε!

Μαρία: Α, εδώ είσαι Πάολο. Ακόμη όρθιος. Μα δεν είχες πει ότι θα αυτοκτονήσεις;

Πελάτης: Μαρία μη με προκαλείς.

Μαρία: Ποιος θέλει να σε προκαλέσει. Να σου παρουσιάσω τον κυβερνήτη Σεριόλι, τον πιλότο του αεροπλάνου μου.

Ο Κυβερνήτης: Χαίρω πολύ.

Πελάτης: Χαίρομαι σκατά! Βιάστηκες να με αντικαταστήσεις ε, πουτάνα;

Μαρία: Πάολο είσαι ο συνηθισμένος αγροίκος

Ο Κυβερνήτης: Σου απαγορεύω να βρίζεις τη δεσποινίδα

Πελάτης: Α ναι; Γιατί τι θα κάνεις μορφονιέ; Νομίζεις ότι σε φοβάμαι;

Μαρία: Πάολο, τρελάθηκες; Κατέβασε αυτό το πιστόλι!

Πελάτης: Όχι, θα μου το πληρώσεις πουτάνα, και συ μπάσταρδε, ποιος ξέρει πόσα χρόνια με κοροϊδεύατε εσείς οι δύο, αλλά θα μου το πληρώσετε!

Αστυνομικός: Ακίνητοι! Αστυνομία! Βάλε κάτω το όπλο ή πυροβολώ!

Πελάτης: Βρωμιάρα θα σε σκοτώσω!

 

1. πυροβολισμός

2. κραυγή

3. ήχος πτώσης

[φωνές στο μισοσκόταδο]

– Ώ θεέ μου, τον σκοτώσατε

– Έπρεπε να τον σταματήσω κυρία μου, αυτός ο τρελός ήταν έτοιμος να πυροβολήσει

– Βοήθεια, πεθαίνω…

– Φωνάξτε ένα ασθενοφόρο.

– Χάνει πολύ αίμα, δε θα τα καταφέρει

– Τι συνέβη;

– Έπεσαν πυροβολισμοί. Ένας αστυνομικός πυροβόλησε έναν άνδρα, μα αυτός έσκυψε και η σφαίρα χτύπησε θανάσιμα τον μπάρμαν.

images (51)

Posted in ΘΕΑΤΡΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »