Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

  • Βόλτα στο ιστολογοφόρο με μουσική του Μάουρο Τζουλιάνι

  • Περισσότερα για το ιστορικό μυθιστόρημα "Κύλικες και Δόρατα": Κλικ στην εικόνα

  • Δημοφιλή άρθρα και σελίδες

  • Οι καιροί που αλλάζουν...

  • Κυκλοφόρησε:

  • Εκδότης: Ι. Σιδέρης ISBN: 978-960-08-0850-6 Σελίδες: 646 Σχήμα: 17×24 Συγγραφέας: Β. Νόττας

  • *

  • ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΦΙΛΩΝ

  • LIBRI RECENTI DI AMICI

  • Κυκλοφόρησε από τις εκδ. Παπαζήση η νέα ποιητική συλλογή του Λευτέρη Μανωλά

  • Ποιήματα και ποιητικά κείμενα από τον Ηλία Κουτσούκο.

  • * Η νέα συλλογή ποιημάτων του Νίκου Μοσχοβάκου.

  • * Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Τηλέμαχου Χυτήρη ¨Ημερολόγιο μιας επιστροφής¨ από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ .

  • * ¨Απριλίου ξανθίσματα¨. Κυκλοφόρησε η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου, από τις εκδόσεις Μελάνι.

  • Αισθάνθηκε μια δαγκωνιά στη μνήμη. Ήταν το παρελθόν που σαν αδέσποτο σκυλί είχε επιτεθεί στο είναι του. Οι σταγόνες αίμα που έσταξαν κοκκίνισαν τις εικόνες. *** Η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μυλόπουλου ¨Τέλος της Περιπλάνησης¨. Από τις εκδόσεις ¨Γαβριηλίδης¨

  • *** Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου ¨Αιφνίδια και διαρκή¨

  • Ο Θηβαίος στρατηγός Επαμεινώνδας οξυδερκής καθώς ήταν αλλά και θαρραλέος επινόησε πως έπρεπε να διορθώσει την ιστορία χωρίς αναβολές. Ασυμβίβαστος εκστράτευσε κατά της Σπάρτης με τον δαίμονα της υπερβολής κάτι σαν σαράκι να τρώει τα σωθικά του κι επέτυχε ν’ αλλάξει τον ρου τ’ αρχαίου κόσμου. Το πλήρωσε βέβαια στην Μαντίνεια πανάκριβα με τη ζωή του όμως διόρθωσε έστω για μια στιγμή την ανιαρή ιστορία. Δεν ήταν δα και λίγο αυτό. *****

  • Γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος

  • ***** Γραφει ο Gianfranco Bettin

  • ***** Γράφει ο Νίκος Μοσχοβάκος

  • Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ Τώρα που τάπαν όλα οι ποιητές εσύ τι θα γράψεις ; μου αντέτεινε η άπτερος Νίκη της Σαμοθράκης. Κι εγώ την αποκεφάλισα.

  • [Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Πορτρέτο του Νίκου - Λάδι] Η ΣΥΜΒΟΥΛΗ Πάντοτε μούδιναν την συμβουλή να γίνω τέλειος. Έτσι μίσησα την τελειότητα κι επιδόθηκα στην λατρεία των ατελειών. Έχω λοιπόν πολλά να κάνω αναζητώντας μέσα από ελλείψεις τον εαυτό μου σε πείσμα των τελειομανών που επαναπαύονται στον μοναδικό δρόμο τους με την σιγουριά του αλάθητου. Εγώ πορεύομαι μες τις αμφιβολίες και τον κίνδυνο του ατελέσφορου στόχου ποτέ παροπλισμένος αφού πάντα μάχομαι. *****

  • [Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Λάδι σε χαρτόνι - Γενάρης 2015] Tα πνευματικά δικαιώματα όλων των εικόνων και των μουσικών που αναδημοσιεύονται εδώ ανήκουν αποκλειστικά και μόνο στους δημιουργούς τους.

  • Σχόλια

    suriforshee1988's avatarsuriforshee1988 στη Οι κορασίδες και οι παραχ…
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Οι χαρταετοί θα επιστρέψουν κα…
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Σκηνές από τη δεκαετία του…
    Jude's avatarJude στη Ευτυχισμένους έρωτες δεν …
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Ποιητικές παραβολές ή  Ο…
  • Βιβλία και άλλα κείμενα

    Κοινωνία, επικοινωνία, εξουσία: Από τον Βωμό και τον Άμβωνα στην οθόνη. Η περίοδος της προφορικότητας και οι επικοινωνητές της. Μια κοινωνιολογική προσέγγιση στην ιστορία της επικοινωνίας και των μέσων. Εκδότης: Ι. Σιδέρης. Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας. Σειρά: Δημοσιογραφία και ΜΜΕ. Έτος έκδοσης: 2009 . ISBN: 960-08-0468-0. Τόπος Έκδοσης: Αθήνα Αριθμός Σελίδων: 302 Διαστάσεις: 24χ17 Πρόλογος: Κώστας Βεργόπουλος. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλίκ στην εικόνα

  • Συλλογή κειμένων: ΜΜΕ, κοινωνία και πολιτική. Ρόλος και λειτουργία στη σύγχρονη Ελλάδα. Επιμέλεια: Χ. Φραγκονικολόπουλος Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, 2005 Αριθμός σελίδων 846. ISBN 960-08-0353-6, Κείμενο Β. Νόττας: ¨Επικοινωνιακή και πολιτική εξουσία τον καιρό της επέλασης των ιδιωτών¨ (σελ. 49). Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.

  • Β΄Έκδοση. Εκδόσεις Ι. Σιδέρης. NovelBooks. Έτος έκδοσης: 2012. Αριθμός σελίδων: 610. Κωδικός ISBN: 9609989640. Εισαγωγικό σημείωμα στη 2η έκδοση: Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου.

  • Vivere pericolosamente Ανθολογία διηγημάτων: 26 ιστορίες από την Ιταλία. Εκδόσεις: Αντίκτυπος. Αθήνα: 2005 Σελίδες: 342. Κείμενο Β. Νόττας: ¨Το διαβατήριο¨. Ανάρτηση στο Ιστολογοφόρο: Κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου

  • ΚΡΥΑ ΒΡΥΣΗ Κοινωνική και Οικιστική εξέλιξη: ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ.- Συγγραφείς: Βασίλης Νόττας, Πάνος Σταθακόπουλος. Δήμος Κρύας Βρύσης Εκδόσεις Δεδούση. Σελίδες: 154 Θεσσαλονίκη 1998.

  • Εκδότης: Αρχέτυπο. Συγγραφέας: ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΟΤΤΑΣ. Κατηγορίες: Φανταστική Λογοτεχνία. ISBN 978-960-7928-83-2. Ημερομηνία έκδοσης: 01/01/2002. Αριθμός σελίδων: 512. Αναρτήσεις στο Ιστολογοφορο: κλίκ στην εικόνα του εξώφυλλου.

  • Η «κατασκευή» της πραγματικότητας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αθήνα 1998. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου που οργανώθηκε από το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συλλογικό έργο. Έκδοσεις: Αλεξάνδρεια. Διαστάσεις: 24Χ17. Σελίδες: 634. Κείμενο Β. Νόττας: Κοινωνιολογικες παρατηρησεις πανω στην οπτικοακουστικη αναπαρασταση της συγχρονης ελληνικης πραγματικοτητας. Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα

  • Α΄Έκδοση Εκδότης ΠΑΡΑΠΕΝΤΕ Θέμα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας (Ανώνυμος Ένας)

  • Ενα κείμενο στο βιβλίο του Κώστα Μπλιάτκα ¨Εισαγωγή στο τηλεοπτικό ρεπορτάζ" . Εκδόσεις ¨Ιανός¨ με τίτλο ¨Αξιοπιστία και οπτικό ρεπορτάζ¨

  • Περιοδικό ¨Εξώπολις¨ Τεύχος 12-13. Κείμενο με τίτλο ¨Το ραδιόφωνο των ονείρων. Ένα δοκίμιο περί ήχων φτιαγμένο με επτά εικόνες¨. Στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.

  • Συμμετοχή σε λογοτεχνικό παιχνίδι σχετικό με τον (υποτιθέμενο) συγγραφέα Άρθουρ Τζοφ Άρενς. Δημοσιευμένο στο περιοδικό ¨Απαγορευμένος πλανήτης" τεύχος 6 (εκδόσεις ¨Παραπέντε¨). Για το πλήρες κείμενο κλικ στην εικόνα.

  • ¨Το Δεντρο¨ Τεύχος: 17-18 . Βασίλης Νοττας: Συζήτηση για τον κοινωνικό χώρο της Θεσσαλονίκης.

  • Διδακτορική Διατριβή ¨Δημόσια μέσα μαζικής επικοινωνίας και συμμετοχική Πολεοδομία¨. Σελίδες:788. Ψηφιοποιημένη στη βιβλιοθήκη του Παντείου

  • *
  • Συγγραφικά φίλων

    Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Νίκου Μοσχοβάκου (κλικ στην εικόνα)

  • Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Ηλία Κουτσούκου (κλικ στην εικόνα)

  • Μοτο-ταξιδιωτικά από τον Βασίλη Μεταλλινό (κλικ στην εικόνα)

  • Κάποιες απόψεις και άρθρα…

    Η γυναίκα τανάλια * Όταν ο Χάρι Πότερ συνάντησε τα λόμπι * Ο μικρός ήρωας * Πώς έκοψα το κάπνισμα και άλλα

  • …και ένα θεατρικό κείμενο: Ο Λυσίστρατος

    Παρωδία σε επτά σκηνές (κλικ στην εικόνα)

  • Περιπέτειες καρδιάς

    Για τα σχετικά κείμενα, κλικ στην εικόνα

  • Περιπέτειες συγγραφής

    Σημειώσεις για την ερασιτεχνική συγγραφή

Archive for the ‘ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ’ Category

Περιπέτειες συγγραφής V (Αυγουστιάτικες σκέψεις)

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 25 Αυγούστου, 2011

Σχετικά με ¨περιπέτειες συγγραφής¨ έχω ήδη αρχίσει να σας παραθέτω αποσπάσματα από εμπειρίες του παρελθόντος, σε παλιότερες καταχωρήσεις.

Αυτή τη φορά λέω να σας καταστήσω κοινωνούς των αποπειρών και των φάσεων της συγγραφής καθώς αυτές γέννιουνται και καθώς εξελίσσονται. Και το καλοκαιρινό περιβάλλον, πιο ανάλαφρο και πιο αισιόδοξο, προσφέρεται κατ’ εξοχήν (βουνό ή θάλασσα) για κάτι τέτοιο.

Δεν μιλάω για τις συγγραφές κατά παραγγελία. Αυτές έχουν άλλη, δική τους λογική. Μιλάω για τις προαιρετικές. Τις αμιγώς ερασιτεχνικές. Τις «γράφω για μένα και ανταμείβομαι περνώντας καλά».

Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως καταλαβαίνετε εκείνο που προέχει είναι να υπάρχει ρητή η σχετική επιθυμία. Ας πούμε μια ακαταμάχητη νοσταλγία για το λευκό φύλλο καθώς γεμίζει με μικρά ακανόνιστα μαύρα σημαδάκια, που με τη σειρά τους παραπέμπουν σε κόσμους άγνωστους, ενδεχομένως συναρπαστικούς, τουλάχιστον για τον συγγραφέα…

Ή που διατυπώνουν απόψεις που ούτε που είχες φανταστεί ότι τις είχες στην κασέλα. Και καμιά φορά αλήθειες (προς επαλήθευση). Και καμιά φορά άλλα πράγματα, απρόσμενα και αποκαλυπτικά…

Αλλά για το ξεκίνημα η επιθυμία δε φτάνει.

Χρειάζονται και ιδέες. (Οι ιδέες-εμπνεύσεις, έτσι και έχεις την τύχη να σου καταφτάσουν απρόσμενα και με το έτσι θέλω, γενούν αυτομάτως όρεξη για καταγραφή, όμως η επιθυμία για γράψιμο σπανίως γεννάει ταυτόχρονα ιδέες. Και εάν δεν διαθέτεις ένα σεντούκι με εμπνεύσεις αποταμιευμένες, αλλά σε καλή κατάσταση, μπαίνεις σε διαδικασίες ψαξίματος).

Αρχίζεις λοιπόν να αναζητάς ιδέες. Έτσι μπορείς που και που να απομονώνεσαι και (εν ανάγκη) να (κάνεις ότι) γράφεις έχοντας κάποιες συγκεκριμένες απαντήσεις στο (θεμιτό) ερώτημα (των άλλων): «Τι κάνεις εσύ εκεί;» «Γράφω!» (αφήγημα, ιστορία, παραμύθι, δοκίμιο, κάτι άλλο, κάτι σαν κι εκείνο, κάτι για τους προηγούμενους, κάτι για τους επερχόμενους, κοκ).

Σπανιότατα όμως οι ιδέες καταφτάνουν με ολοκληρωμένη μορφή. Συνήθως εμφανίζονται ως αρχικές ιδέες και έχουν ατέλειωτες (πολλαπλές) αλλά και ατελείωτες (μισές) μορφές. Σε αυτό το σημείο από τα δύο το ένα:

Είτε μπλοκάρεσαι ανάμεσα στις μισές ιδέες και εξακολουθείς να ψάχνεις για την καλύτερη έως ότου  βαρεθείς και παραπέμψεις την όλη συγγραφή σε μια άλλη παραγωγικότερη εποχή

είτε πιάνεις την άκρη ενός από τα νήματα (η επιλογή μπορεί να είναι εντελώς συγκυριακή) και αρχίζεις να πλέκεις, ευελπιστώντας ότι πλοκές και νοήματα θα ολοκληρωθούν και θα ¨στρώσουν¨ καθ’ οδόν.

Στη δεύτερη περίπτωση, ενδέχεται:

α. Να πάνε όλα καλά. Οι ιδέες να απλώνονται χωρίς βρόγχους και ανεπίλυτους κόμπους πάνω στον αφηγηματικό κάμπο και να καταλήγουν μετά τη δέουσα  πορεία σε ανεκτά συμπεράσματα και λύσεις. Και ύστερα από μια σειρά τελικών διορθωτικών μικροεπεμβάσεων που είναι απαραίτητες, όσο και κατά βάση ευχάριστες, η προσπάθεια να καταλήγει αίσια.

β. Όλα να πάνε στραβά και λίγο μετά να ανακαλύπτεις ότι η ιδέα δεν ήταν επαρκώς γόνιμη, ότι σκουντουφλάς σε ανυπέρβλητες δίνες και νοηματικούς υφάλους, οπότε, όσο πιο γρήγορα την εγκαταλείψεις, τόσο το καλύτερο.

γ. Αρχικά όλα να μοιάζουν πως εξελίσσονται κατ’ ευχήν, ώσπου μια κάποια στιγμή ανακαλύπτεις ότι για άλλα άρχισες να γράφεις και με άλλα ασχολείσαι τώρα, άλλες οι αρχικές σου προθέσεις και αλλού σε σπρώχνει η φουσκοθαλασσιά των επί μέρους καταγραφών.

Μη τρομάζεις, αυτή η τρίτη είναι μια συνηθισμένη περίπτωση που αντιμετωπίζεται συνήθως με παλινδρομικές επεμβάσεις και με λιγότερο ή περισσότερο ριζικά κοψίματα που απομένουν σε παλιά τετράδια ως χαρακτηριστικές «αδιέξοδες ιστορίες» Ασ’ τες εκεί. Ενδέχεται κάποτε να γεννοβολήσουν κάποια καλή ιδέα για μια άλλη συγγραφή.

(συνεχίζεται)

Υστερόηχοι:  πρόκειται για ορισμένες ακόμη εκτελέσεις (ενδιαφέρουσες) από μουσικές που παρουσιάσαμε ήδη.

1.

2.
3.

4.

5.

6.

7.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

¨Το πολυτεχνείο τρέμει¨, νέα κεφάλαια

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 6 Σεπτεμβρίου, 2009

Πέντε νέα κεφάλαια, από το 11ο έως 15ο από το ¨καλοκαιρινό ανάγνωσμα¨, μαζί με όλα τα παλαιότερα σχετικά κείμενα, (όλο το πρώτο μέρος του βιβλίου) δημοσιεύονται εδώ αριστερά, στις ¨σελίδες¨ .

Η μεταφορά έγινε επιδιώκοντας κάποια αποσυμφόρηση στην αρχική σελίδα.

Θα τα πούμε σύντομα. Β.Ν.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ, ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , | Leave a Comment »

Το πολυτεχνείο (όπως άλλωστε και το πανεπιστήμιο) τρέμει…

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 6 Ιουλίου, 2009

Όπως σας είχα υποσχεθεί, ιδού μερικά αποσπάσματα από «Το Πολυτεχνεί τρέμει…», ένα μυθιστόρημα πανεπιστημιακής φαντασίας, πρώτη έκδοση: εκδόσεις Παραπέντε -1995. (Έχει εξαντληθεί – Ψάχνω εκδότη για επανέκδοση).

(Μιάμιση δεκαετία μετά ίσως και να τρέμει πιο πολύ!).

Αρχίζουμε με την εισαγωγή

 Σημείωμα2 002

EΙΣΑΓΩΓΗ

      Τον καιρό εκείνο ο Τόπος άλλαζε και μαζί του άλλαζε και

η Πόλη.

     Μια νέα εποχή ήταν να γεννοβοληθεί στον πλανήτη, αλλά

κανείς δεν ήξερε,  ούτε μπορούσε να προβλέψει πώς θα ’ταν.

     Άλλοι έλεγαν πως θα ΄ναι μια καλή εποχή και όλα εκείνα τα

αυθεντικά που ως τότε έλειπαν (αν και κανείς δε μπορούσε να

τα ονοματίσει ρητά) θα έπαυαν να λείπουν.

     Άλλοι πάλι φοβόντουσαν και προφήτευαν μύρια κακά.

     Στο μεταξύ οι παλιές παραδοσιακές εποχές τα ΄χαν παίξει.

     Το καλοκαίρι μύριζε πετρέλαιο και μούχλα.

     O ήλιος κρυφογελούσε περιπαικτικά και είχε αρχίσει να

φοράει μαύρα γυαλιά. Κάθε τόσο αμολούσε περίεργες ακτίνες που

έκαιγαν και άφηναν στα δέρματα μυστηριώδη και ανεξίτηλα

σύμβολα.

     Ο χειμώνας ήταν απρόβλεπτος και η άνοιξη και το

φθινόπωρο δεν αποτελούσαν πια εποχές αλλαγής, αλλά, γεμάτες

με αλλεπάλληλα ξεσπάσματα και νάζια, έμοιαζαν περισσότερο με

αναμνήσεις από ένα καλύτερο παρελθόν.

     Μαζί με τις εποχές τα ΄χαν παίξει κι οι άνθρωποι.

 

     Τον καιρό εκείνο στον Τόπο επικρατούσε Σύγχυση.

     Αόρατα δίχτυα με πυκνή ύφανση και ανθεκτικούς αν και

αόρατους ιστούς πολλαπλασιάζονταν στον αέρα του πλανήτη.  Με

χοντρούς κορμούς και λεπτεπίλεπτα άκρα, κάλυπταν όλο και πιο

πολύ τις πόλεις και τα χωριά, προκαλώντας στους ανθρώπους

ξαφνικές αλλαγές συμπεριφοράς χωρίς οι ίδιοι να

συνειδητοποιούν το γιατί.

     Άλλοι άρχισαν να εθίζονται στην σφικτή αγκαλιά των

διχτυών και να ονομάζουν την κάθε απρόσμενη αλλαγή Ελευθερία.

     Στον Άφαντο δημιουργό της νέας Ελευθερίας, που απάλλασσε

από παλιές υποχρεώσεις και νέες ενοχές, αφιέρωσαν ειδικές

τελετές, ιδιωτικά αυτοκαταναλωνόμενες, κυρίως τα βράδια από

τις οκτώ μέχρι τις δώδεκα.

     Σε άλλους πάλι, τα δίχτυα προκαλούσαν ζαλάδες και

πονοκεφάλους, αλλά και στομαχόπονους καμιά φορά.

     Τέλος, μερικοί ιερόσυλοι προσπαθούσαν να τα διερευνήσουν

και να τα αναλύσουν, χωρίς όμως μεγάλη επιτυχία.

 

     Οι αόρατες παραφυάδες είχαν περιτυλίξει πρόσφατα τον

Τόπο της ιστορίας μας.  Οι αντιδράσεις των ντόπιων ήταν ακόμη

μπερδεμένες και δεν  μπορούσε κανείς να τις ταξινομήσει με

ευκολία.

     Εξάλλου ο Τόπος είχε ανέκαθεν τις ιδιομορφίες του,

θετικές και αρνητικές, χάρη στις οποίες, λίγο-πολύ, τα ‘χε

βγάλει πέρα στις εξετάσεις της Ιστορίας.

     Η σύγχυση δεν τους ήταν άγνωστη ως παράμετρος της ζωής

και ήξεραν ότι ένα από τα αντίδοτά της ήταν το Ζόρι.

     Όταν ζορίζονταν έβλεπαν τα πράγματα πιο απλά και πιο

καθαρά.

     Τα δίχτυα όμως δεν ζόριζαν.

     Ή τουλάχιστον δεν ζόριζαν ζόρικα.

     Τα δίχτυα πίεζαν μόνο με ανεπαίσθητους συμβουλευτικούς

υπαινιγμούς, ενώ ταυτόχρονα στηρίζονταν σε υποστηρίγματα

ορατά, καθ’ όλα αξιοσέβαστα και καθώς πρέπει.

     Όπως, μεταξύ άλλων, η ελευθερία να αγαπάς τον εαυτό σου,

όσο μικρός και ταπεινός κι αν είναι, αρκεί να συμβιβάζεται με

ορισμένες -καθόλου δύσκολες και προπαντός καθόλου ηρωικές-

προδιαγραφές.

     Κι ακόμη, η ελευθερία να λατρεύεις τον μικρό σου εαυτό

σε μεγάλα αντίγραφα που, π.χ.  τραγουδούσαν άσχημα, που

υποκρίνονταν με αφοπλιστική ατεχνία, ή και που διοικούσαν

όπως ακριβώς θα διοικούσες και εσύ.

 

     Μερικοί, για να τα βγάλουν πέρα και να βρουν καταφύγιο

άρχισαν να ψάχνουν μέσα τους.

     Εκεί τους είχανε πει, από παλιά, πως υπάρχει ελπίδα,

όταν απέξω όλα αλλοιώνονται και χαλάνε.

     Ήταν μια σοφή συμβουλή το να μάθεις ποιος είσαι.

     Αλλά για να μάθεις κάτι χρήσιμο από σένα έπρεπε να

κοιτάς ευρυγώνια και από κάποια απόσταση.

     Άμα κολλούσες το κεφάλι στο πετσί σου ή, ακόμα

χειρότερα, άμα το έχωνες στις σάρκες σου δεν έβλεπες παρά

παραμορφωμένα τέρατα, όμοια με εκείνα που σου δείχνανε κάθε

βράδυ στον κάθετο  βωμό των κινουμένων ειδώλων.

     Στο τέλος βέβαια συμφιλιωνόσουνα με τα δικά σου τέρατα

καθώς και με τα τέρατα των άλλων.

     Ύστερα, αυτά έπαιρναν αέρα και σιγά σιγά βγαίνανε στην

επιφάνεια, έκαναν το δικό τους σόου και είχανε και εμπορική

επιτυχία.

     «Και τι τρέχει;» έλεγαν.  «Τέρατα είμαστε, είναι

φυσιολογικό τα κακά και οι ματσακωνιές να μας αρέσουν.  Και

άμα λάχει είμαστε και πλειοψηφία στους καλοφαγωμένους και

στους καλοφαγάδες».

     Ήταν, τέλος, κι εκείνοι που βλέποντας πως όταν τρυπούσαν

το αύριο έβγαινε έξω καταχνιά, προτιμούσαν να τρυπάνε τη μάνα

Γη, ψάχνοντας για ελπίδες και για γνώσεις κρυμμένες σε

καλύτερα παρελθόντα.

 

     Στον Τόπο υπήρχαν από παλιά ορισμένα Ιδρύματα αναζήτησης

και διατήρησης της γνώσης, φτιαγμένα και καθαγιασμένα πολύ

προτού δημιουργηθούν τα δίχτυα.

     Εκεί η Σύγχυση που προκαλούσε το γεννοβόλημα της Νέας

Εποχής στον Τόπο προσλάμβανε ιδιόμορφες όψεις, μερικές φορές

αλλόκοτες, που και που διασκεδαστικές…

(συνεχίζεται)

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ, ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

Περιπέτειες Συγγραφής ΙV: Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης γράφει για το ¨Πολυτεχνείο Τρέμει¨

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 12 Απριλίου, 2009

  

Στρουμφίζοντας το κέλυφος

 

 

    Ο Ανώνυμος Ένας γράφει ένα μυθιστόρημα που αποφλοιώνει το ¨Στρούμφειον¨ Πολυτεχνείον: διαλύει το δήθεν φωτοστέφανο του μεγάλου Ιδρύματος που υποτίθεται προσπορίζει γνώση, ραμφίζει την σοβαροφάνεια,  τους κώδικες επιβολής, τις ρητορικές της εξουσίας, τους ρόλους των μεγαλο-καθηγητάδων,  τις πόζες, τα διαχειριζόμενα ιδεολογήματα προς ανέλιξιν, τον αμοραλισμό, τον καριερισμό, την κενότητα, τον γλύψιμο, την μεγαλοστομία.

     Οι ήρωες- ρόλοι είναι αντιπροσωπευτικοί και εμβληματικοί ενός κόμικ, με αντίστοιχα, σημαντικά και παρασημαντικά ονόματα, που μπλέκονται σε ένα γαϊτανάκι απομυθοποίησης, στο οποίο τίποτε δεν μένει όρθιο – ούτε και η περισφρέουσα έξωθεν δημοσιογραφία και αστυνομία.

     Η υπόδυση, το στιλάκι, η αυταρέσκεια, τα συνθηματικά και η αργκό μιας ένδον κατασκευασμένης ιεραρχίας και μιας διαρκούς, μάταιης διαπάλης συνθέτουν ένα μικροσύμπαν ανθρωπαρίων, μια πινακοθήκη μονοδιάστατων, επιβλητικών και φαιδρών αντι-ηρώων που αγωνίζονται για την επιβίωση, την επικυριαρχία και την δόξα διαγκωνιζόμενοι όπως τα γουρουνάκια στην ταϊστρα.

     Με γνώση πολύχρονη, εκ των ένδον, ο Ανώνυμος, βιτριολίζει ανελέητα όλους και όλες εκείνους, που οχυρωμένοι πίσω από την παρένυση του «επιστήμονος» και του καθηγητού, πίσω από αξιοπρεπή και ιδιάζοντα λεκτικά ισχύος και συμπεριφορές ενός ιδιόμορφου ιερατείου, κρατικοδίαιτοι  και – συνήθως- εκ του  ασφαλούς προοδευτικοί, πασκίζουν να υπάρξουν και να νικήσουν, ως Στρουμφάκια που φοβούνται μήπως κάποιος, απ’ τους κοντινούς ή από τους έξω, τους αρπάξει το κουβαδάκι που παίζουν.

     Έτσι γίνεται, όπως τα λέει ο Ανώνυμος και μάλλον έτσι θα γίνεται, σ’ αυτούς τους χώρους – που από μια άποψη μπορεί να είναι και χειρότεροι της λαχαναγοράς-  πάντα, εκτός λαμπρών εξαιρέσεων, βεβαίως, που κι αυτές τείνουν να γίνουν είδος προς εξαφάνισιν.

 

Γιώργος Σκαμπαρδώνης

 

Το παραπάνω κείμενο γράφτηκε για να συνοδέψει τη 2η έκδοση

του Μυθιστορήματος Πανεπιστημιακής Φαντασίας ¨ Το Πολυτεχνείο τρέμει¨.  Η επανέκδοση προς το παρόν παίζεται, αλλά τα καλά λόγια μένουν (χρωματίζοντας τις αίσιες φάσεις των ¨περιπετειών συγγραφής¨). Ηλεκτρονικά αποσπάσματα από το βιβλίο στο εγγύς μέλλον. Β.Ν.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Περιπέτειες συγγραφής (ΙΙΙ)

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 28 Φεβρουαρίου, 2009

Μετά τα σημειώματα Ι και ΙΙ (βλέπε εδώ παρακάτω -και, όλα μαζί, αριστερά, στις ¨σελίδες¨), τα οποία με διαφορετικούς τίτλους αναφέρονται στο πως (στην περίπτωσή μου) γράφτηκε ένα μυθιστόρημα, ιδού το σημείωμα νούμερο ΙΙΙ όπου, επιτέλους, το εν λόγω δημιούργημα έχει ολοκληρωθεί και βρίσκεται στη φάση αναζήτησης εκδότη.

 

Φτάσαμε λοιπόν στο σημείο εκείνο όπου ο μπόγος που εξέβρασε ο εκτυπωτής συμπτύσσεται  σε έναν εμφανίσιμο, αξιοπρεπή φάκελο, ο τίτλος, έστω προσωρινός, παίρνει θέση στο εξώφυλλο και η ώρα της αυτό-έκθεσης πλησιάζει αδυσώπητα.

 Πάντως, το γεγονός ότι το κείμενο τελείωσε και είναι εκεί, μπροστά σου, καταγεγραμμένο, ολοκληρωμένο, δομημένο, αρτιμελές, με αρχή, μέση και τέλος, ήδη σε γεμίζει με αισιοδοξία. Το κοιτάς που σου βγήκε πιο μεγάλο απ’ όσο έλπιζες και λες: ¨Για δες πως γεμίζουν οι λευκές σελίδες έτσι και πάψεις να προβληματίζεσαι για το αν θα γεμίσουν ή όχι!¨  

Όμως, έτσι κι αλλιώς, το πρώτο στοίχημα το κέρδισες. Ο τοκετός ολοκληρώθηκε, ο γεννήτορας επέζησε,  και για το πόνημα ελπίζουμε τα καλύτερα!

Είναι μάλιστα τόση η αισιοδοξία σου, που αποφασίζεις να εμπιστευτείς το πνευματικό σου τέκνο απ’ ευθείας στους ¨μεγάλους¨ εκδότες. Και μάλιστα μένοντας Ανώνυμος. Δεν τηλεφωνείς λοιπόν στους παλιούς σου συμφοιτητές, μερικοί εκ των οποίων σταδιοδρομούν στον εκδοτικό χώρο, άλλοι ως σύμβουλοι εκδόσεων, άλλοι ως πολιτισμικοί πολύ-παράγοντες, αλλά προβαίνεις στο διάβημα προς τους ¨μεγάλους¨, ταχυδρομικώς, αφ εαυτού και άνευ ενδιάμεσων κρίκων. 

Αφελές!

Τότε δεν ήξερα ότι οι ¨μεγάλοι¨ σε τέτοιου είδους περιπτώσεις:

α . δε σου απαντούν καθόλου

β . σου απαντούν ύστερα από έξι μήνες για να σου πουν ότι για να το διαβάσουν πρέπει να τους διαβεβαιώσεις γραπτώς ότι δεν το έδωσες (για διάβασμα) και σε άλλο εκδότη (έτσι, για να το δείξεις σε τρεις τέσσερεις από αυτούς, χρειάζεσαι περίπου τρία τέσσερα τέρμινα).

γ. διαθέτουν ¨ομάδες αναγνωστών¨ οι οποίες δεν ελέγχουν απλώς αν το κείμενο ¨διαβάζεται¨, αλλά που συχνά συμπεριλαμβάνουν εκπροσώπους διαφόρων ¨τάσεων¨ και ¨δυνάμεων¨ που ελέγχουν την (ανά περίπτωση) ¨πολιτική ορθότητα¨ των κειμένων.  Η πλάκα είναι ότι αν απορριφθείς για λόγους μη επαρκούς πολιτικής ορθότητας, ουδέποτε θα το μάθεις. Σε αυτή την περίπτωση γυρνάμε στο πρώτο σημείο α΄: δε σου απαντούν καθόλου.

 

Εδώ νομίζω ότι χρειάζεται μια διευκρινιστική υποσημείωση:

Αν τύχει και είσαι εν ενεργεία πανεπιστημιακός, τότε ο κόσμος των εκδοτών μπορεί να χωριστεί σε δύο ομάδες.

Υπάρχουν:

α. Αυτοί που εκδίδουν πανεπιστημιακό υλικό και που ενδιαφέρονται για σένα, σου στέλνουν ευχητήριες κάρτες, σου αποστέλλουν τους καταλόγους τους, σε αγαπάνε, σου χαμογελάνε, σε κολακεύουν και -κυρίως- είναι έτοιμοι να εκδώσουν τις (επιδοτούμενες, τουλάχιστον όσο αφορά την κυκλοφορία) διδακτικές πανεπιστημιακές σου συγγραφές, και  

β. Αυτοί που δεν εκδίδουν πανεπιστημιακό υλικό, παρά παρουσιάζονται ταμένοι (από μικροί)  γενικώς ή κυρίως στη λογοτεχνία και τα παρακλάδια της και οι οποίοι -εκ προοιμίου, φίλε ανώνυμε- ποσώς ενδιαφέρονται και για τις δικές σου λογοτεχνικές ανησυχίες.

Αυτοί οι δεύτεροι μπορούν να χωριστούν σε:

β1. Μικρο Μεγάλους, (δηλαδή την ελληνική εκδοχή του όρου ¨μεγάλος¨) , για τους οποίους είπαμε παραπάνω

β2. Μικρο Μεσαίους, για τους οποίους θα πούμε παρακάτω, και

β3. Μικρο Ανύπαρκτους, που επιβιώνουν κυρίως από την εκμετάλλευση των αυτοεπιδοτούμενων συγγραφικών ονείρων μερικών πρωτοεμφανιζόμενων λογοπλόκων, πρόθυμων να επιδοτήσουν την έκδοση και τον εκδότη από τη τσέπη τους.

Αυτούς τους αποκλείουμε από την αρχή και ξεμπερδεύουμε.

 

Όταν  οι μέν ¨μικροί¨ είναι εκ προοιμίου αποκλεισμένοι, οι δε ¨μεγάλοι¨ τσιμουδιά (κάποτε βαριέσαι να τους περιμένεις), δε μας απομένουν παρά αυτοί που δεν χρησιμοποιούν ομάδες και συμβούλους, ούτε περιμένουν από σένα να χρηματοδοτήσεις το εγχείρημα,  και κατά συνέπεια εύλογα υποθέτεις ότι βασίζονται, όσο αφορά τις εκδοτικές τους επιλογές, στο ένστικτο και τη μύτη τους: οι ¨Μεσαίοι¨.

Αποφάσισα να απευθυνθώ σ’ αυτούς.

 

Έτσι λοιπόν, μία ωραία πρωία πήρα υπό μάλης τέσσερα αντίγραφα (που λέει ο λόγος, -αν τα έβαζα υπό μάλης θα με δυσκόλευαν στην οδήγηση-, η αλήθεια είναι ότι τα έβαλα σε μικρό ταξιδιωτικό σάκο και τα πέταξα στο πορτ μπαγκάζ) και κατέβηκα στην Αθήνα με σκοπό να ¨χτυπήσω¨ ισαρίθμους εκδότες ανήκοντες στην σωστή εκδοτική κλίμακα.

Για να μη σας τα πολυλογώ, τα αποτελέσματα υπήρξαν τα εξής:

·        οι δύο το έπαιξαν αφυψηλούδες ή άσχετοι και δεν απάντησαν

·        ο ένας πρότεινε σύντμηση του πρωτόλειου δημιουργήματος στο μισό περίπου, γιατί ύστερα από μακρόχρονη παρατήρηση του εκδοτικού του κοινού είχε καταλήξει ότι οι νεοέλληνες από βιβλία διαβάζουν  μόνο τα μισά.

και…

·        ένας ενθουσιάστηκε!

 

Επρόκειτο για τον Γιώργο Μπαζίνα εκδότη βιβλίων επιστημονικής φαντασίας και κόμικς, συγγραφέα ¨παράλογων ιστοριών¨ συγγενών κατά κάποιο τρόπο με τις δικές μου.

Περιττό να σας πω ότι (όχι μόνον κατόπιν τούτου) οι Αφοι Μπαζίνα, (υπάρχει και ο Νίκος, επί των οικονομικών-οργανωτικών) μου προέκυψαν αμέσως συμπαθέστατοι. Εξ  άλλου ο Γιώργος έσπευσε ευθύς εξ αρχής να μου εξηγήσει ότι οι καλές σχέσεις ανάμεσα σε συγγραφέα και εκδότη αποτελούν τη μόνη σοβαρή εγγύηση, όχι μόνο για την αποτελεσματικότητα του κοινού εγχειρήματος, αλλά και για την τελική έκβαση εκείνης της (επί του παρόντος δευτερεύουσας αν και όχι αμελητέας) όψεως αυτών των σχέσεων που θα μπορούσαμε (με τη δέουσα σεμνότητα) να αποκαλέσουμε «οικονομική».

Πράγματι, ο Γιώργος μου επεσήμανε ότι, όπως και να το κάνουμε, ¨ο εκδότης δεν ελέγχεται¨. Έτσι εγώ (σε επαφή αργότερα και με άλλους, λιγότερο συμπαθείς εκδότες) συμπληρώνοντας τις κοινωνιολογικές μου παρατηρήσεις επί του προκειμένου, κατάλαβα ότι στις πρώτες απόπειρες έκδοσης, ο συγγραφέας μάλλον δεν πρόκειται να λάβει απάντηση στα ακόλουθα (σεξπηρικά) ερωτήματα:

α. Πόσα ακριβώς αντίτυπα του έργου του τυπώθηκαν;

β. Πόσα από αυτά πωλήθηκαν μέσα σε ένα ¨άλφα¨ χρονικό διάστημα;

γ. Σε ποια ακριβώς τιμή πωλήθηκαν;

δ. Ποια θα μπορούσε να είναι η δική του απολαβή από αυτά τα έσοδα (αν δεν ήταν αυτή που τελικά ήταν, αν ήταν…)

 Όμως οι δικοί μου πρώτοι εκδότες υπήρξαν -επαναλαμβάνω- συμπαθείς και ειλικρινείς. Αυτό σημαίνει  ότι όταν, ένα χρόνο περίπου μετά, έλαβα από τον εκδοτικό οίκο μία επιταγή (ήμουν τότε στη Ρώμη, αλλά αυτή είναι μια ιστορία που θα σας διηγηθώ άλλοτε), αντί να την εξαργυρώσω και να την δηλώσω στην εφορία,  θα έπρεπε μάλλον να την είχα κορνιζώσει και αναρτήσει μεταξύ των πολυτίμων κειμηλίων/παραγώγων  της  πνευματικής μου ζωής.

 

Αλλά

μέχρι να συμβεί αυτό, αλλά και ύστερα από αυτό, θα συμβούν και κάμποσα άλλα ενδιαφέροντα συγγραφικά, που θα σας εξιστορήσω προσεχώς…

Β.Ν. 

 

(συνεχίζεται…)

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

Πώς έγραψα ένα μυθιστόρημα (ΙΙ)

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 25 Ιανουαρίου, 2009

(ή) Περιπέτειες και εμπειρίες ενός ακόμη επίδοξου συγγραφέα, μέρος β.

 

Σας έλεγα λοιπόν (σε προηγούμενο κείμενο, εδώ παρακάτω) πώς συνέβη και η συγγραφή της διατριβής μπορεί να προκαλέσει συγγραφικές παρενέργειες: ένα δεξί χέρι ¨λυμένο¨, ξεαγκυλωμένο, εν τινι μέτρω χειραφετημένο, μπορείς να το πεις και ξεκολλημένο και ξεκωλωμένο και προπονημένο και σε φόρμα και σε ¨όρμα¨, κι έξω απ’ τη νόρμα, ενώ  ταυτόχρονα  φουντώνει μέσα σου μία έντονη εκφραστική ανάγκη, επί μακρόν καταπιεσμένη από την τυπικότητα του ύφους που χαρακτηρίζει τις επιστημονικές εργασίες και ειδικότερα τις διατριβές.  

Έτσι κι εγώ, που σε μυθοπλασία ίσαμε τότε δεν είχα γράψει απολύτως τίποτα και που οι γραφές μου εξαντλούνταν σε μερικά δοκίμια (για την κοινωνία, τον χώρο και την επικοινωνία -τα αγαπημένα μου θέματα), συν κάποιες νεανικές ερωτικές επιστολές και μερικές μαθητικές εκθέσεις ιδεών,  άρχισα να σκέπτομαι (και αμέσως μετά να υλοποιώ) τη συγγραφή μιας εκτεταμένης μυθιστορίας.

 

Αναζητώντας δακτυλογράφο

Ας προσθέσω όμως ότι στο μεταξύ (δευτερεύον ίσως, αλλά καθόλου αμελητέον για τις νέες μου δραστηριότητες), είχε συντελεστεί γύρω μου μια σημαντική ¨γραφική¨ επανάσταση.

Δηλαδή:

*είχα αρχίσει να γράφω τη  διατριβή στο χέρι, με μολύβι, καθώς αγνοούσα το χειρισμό της γραφομηχανής (αν και είμαστε ήδη στην τελευταία δεκαετία του εικοστού)

*έδωσα τα πρώτα χειρόγραφα σε επαγγελματία δακτυλογράφο με γραφείο στο κέντρο της πόλης

*τα ξαναπήρα μετά από εκνευριστικά μακρύ  χρονικό διάστημα και τα επέστρεψα πίσω μόλις διαπίστωσα ότι ο αριθμός των λαθών ξεπερνούσε κατά πολύ τον αναμενόμενο.

Οδηγίες: επαναλάβετε αυτό το πήγαινε/έλα επί το ¨κάμποσες φορές¨, πολλαπλασιάστε το αποτέλεσμα επί ικανό αριθμό κεφαλαίων και θα κατανοήσετε ακόμη έναν λόγο για τον οποίο, τον παλιό εκείνο τον καιρό, τόσο οι μυθοπλασίες όσο και οι επιστημονικές διατριβές ήταν εγχειρήματα δύσκολα, γεμάτα δοκιμασίες, απογοητεύσεις, μουτζούρες, παραπομπές, παροράματα, διορθωτικές παρεμβάσεις με γόμα, με ξυραφάκι, με σκολορίνη, με λεξικά, με υπομονή, στο περιθώριο,  στο τέλος, ή στην επόμενη έκδοση (επαυξημένη, αναθεωρημένη, ανακαινισμένη, εξωραϊσμένη και προπαντός διορθωμένη). 

 

Όμως ο μικρός μου αδελφός, ο Μάριος, με λυπήθηκε και μου ενεχείρισε μικρή μαγνητική δισκέτα με πρόγραμμα εκμάθησης πληκτρολογίου, μαζί με πρόγραμμα επεξεργασίας κειμένου, ονόματι first choice, πρωτόγονο για τα σημερινά μέτρα, αλλά θαυματουργό για τα τότε. Έτσι, ο Άλλος, ο επιλεγόμενος Ατίθασος καθώς επίσης και Ανυστερόβουλος Υπολογιστής, μπήκε στη ζωή μου. Μετά από μια λογική περίοδο άσκησης, τα κείμενα μου άρχισαν να σουλουπώνονται, τουλάχιστον οπτικά, και η εποπτεία μου πάνω τους ήτανε πλέον εφικτή χωρίς ζόρι και, κυρίως, χωρίς ανακατέματα τρίτων.

Ας πούμε λοιπόν ότι η συνταγή συγγραφής (τι να ρίξεις στο καζάνι όπου βράζουν οι καλές σου προθέσεις για την σύνταξη μιας λογό ή παρά λογο-τεχνικής παραγωγής) στην περίπτωσή μου περιλαμβάνει: α) χέρι λυμένο (το είπαμε), β) εκφραστική συμπίεση (την περιγράψαμε), και γ) την υιοθέτηση μιας τεχνολογικής καινοτομίας σχετικής με τα εργαλεία γραφής (την συμπληρώσαμε κι αυτή).

Άρα όλα είναι έτοιμα για να πάμε παρακάτω: στην αναζήτηση του στοιχειώδους εναρκτήριου μύθου προς επεξεργασία.

 

Αναζητώντας τον μύθο

Ένθετη συμβουλή προς νέους συμπάσχοντες: Ακόμη και αν έχετε αδυναμία στις φανταστικές αφηγήσεις, όπως ο υπο(μη)φαινόμενος, διαλέξτε μια θεματολογία αγκυρωμένη στις άμεσες εμπειρίες σας. Έτσι θα πατάτε σε στέρεο έδαφος και η αφήγηση θα δέσει καλύτερα. Όσο αφορά εμένα, τον καιρό εκείνο οι πιο επίκαιρες, (αν και όχι οι πιο συναρπαστικές) εμπειρίες μου αφορούσαν στην πανεπιστημιακή ζωή. Έτσι σιγά σιγά οι μυθοπλαστικές μου ιδέες άρχισαν να διαμορφώνονται και να περιπλέκονται ως εξής:

*Ας πούμε ότι βρισκόμαστε σε ένα ελληνικό πανεπιστήμιο, υποθετικό μεν, αλλά με πραγματικά χαρακτηριστικά.

*όπου ξαφνικά οι καθηγητές του αρχίζουν ένας ένας να κιτρινίζουν, να αποδημούν, ενώ ταυτόχρονα ο, τι απομένει από αυτούς εξαφανίζεται…

*ας φτιάξουμε κι έναν νεαρό ήρωα, χαμηλόβαθμο πανεπιστημιακό και ας τον κάνουμε βασικό ύποπτο, (έχει κίνητρο μια που του κλέβουν συστηματικά τις εργασίες οι οποίες υπογράφονται από ολιγόνοες ανωτέρούς του, έτσι ώστε να αποκτήσουν κι αυτοί ένα λαμπερό curriculum vitae. Αυτόν τον Ήρωα ας τον ονομάσουμε Αημαρξίδη, όχι, Αημαρκξύδη… ή καλυτέρα Αημαρκσίδη. Κίμωνας Αημαρκσίδης, ποντιακής καταγωγής,  χωρισμένος με παιδί και πεθερά.

*ας του δημιουργησουμε κι έναν φίλο, δημοσιογράφο, για να εμπλέξουμε και τα ΜΜΕ και ας του δώσουμε το όνομα ενός γράμματος της αλφαβήτου. Δέλτας.

*ας φιλοτεχνήσουμε και έναν ευαίσθητο αστυνομικό από χωριό, και ας τον αποκαλέσουμε Καραμούζο, έτσι, για να δώσουμε στην ιστορία μία αστυνομική απόχρωση

* ας προσθέσουμε και κάμποσους άλλους περιφερειακούς ήρωες, κατά βούληση…

και ας τους αφήσουμε να δράσουν, να ερωτευτούν, να ερευνήσουν, να καταδιωχθούν και να καταδιώξουν.

Τα άλλα θα διαμορφωθούν στην ανηφορική φάση της αφήγησης, αναζητώντας τους αυτό- και έτερο- καθορισμούς τους, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ.

Όλα αυτά σε ένα τοπίο  κάπως θολό, με μια φύση που παραπονιέται καθώς κάποια περίεργα γεωφυσικά φαινόμενα εκδηλώνονται αναπάντεχα, για να μπερδέψουν ακόμη περισσότερο τα νήματα της παραμυθίας.

Και μετά, από ένα σημείο και πέρα, ο αφηγητής-Θεός παύει να κάνει τα πάντα, οι ήρωες χειραφετούνται και κάνουν του κεφαλιού τους, οπότε η ¨λύση¨ έχει όλο και λιγότερες εναλλακτικές και η ιστορία αρχίζει να κατρακυλάει προς το Τέλος της. Αν και κινδυνεύεις να χάσεις τον έλεγχο, κακά τα ψέματα, είναι το πιο ευχάριστο και παραγωγικό μέρος της συγγραφής.

 

Αναζητώντας όνομα και τίτλο

Καθώς, ευτυχισμένος, το ατενίζεις έτοιμο, φρεσκοξεφουρνισμένο από τον εκτυπωτη, δεν αποφεύγεις να αναρωτηθείς ¨τι ακριβώς είναι τούτο¨;

Προϊόν φαντασίας (ενδεχομένως αχαλίνωτης); σίγουρα. Περιπέτεια; εν μέρει… Αστυνομικό; στις άκρες. Κάτι σαν αυτό που οι αγγλοσάξονες αποκαλούν campus roman (μυθιστορία πανεπιστημιακής θεματολογίας); ίσως, αλλά τότε το είδος δεν μου ήταν γνωστό, δεν ήξερα καν ότι υπήρχε.

Φτιάχνεις έναν προσωρινό τίτλο, και επειδή ¨ουδέν μονιμότερον¨, σου μένει μέχρι το τέλος: «Το πολυτεχνείο τρέμει». Και για να μη το μπερδέψει κανείς με το γνωστό Μετσόβιο και απαιτήσει άμεσες πολιτικές προεκτάσεις, προσθέτεις τη διευκρίνιση που κρίνεις καταλληλότερη σε υπότιτλο: Μυθιστόρημα Πανεπιστημιακής Φαντασίας με Αστυνομικές Αποχρώσεις.

Εντάξει, αλλά ¨Υπό¨; που έλεγαν κάποτε; Υπό ποίου ετελέσθη το αδίκημα. Ποίος ο υπεύθυνος λογοπλόκος;

¨Εγώ¨, απαντάει ένα τμήμα του εαυτού μου που δεν το γνωρίζω καλά, γιατί μιλάει αλλιώτικα από το πώς μιλάω συνήθως εγώ, γελάει πιο πολύ, ενίοτε παραληρεί και   βγάζει γλώσσα. ¨Εντάξει¨,  του λέω, ¨αλλά ανώνυμα, τουλάχιστον μέχρι να γνωριστούμε¨.

Λάθος. Εκ των υστέρων είμαι σίγουρος ότι πρόκειται περί λάθους. Οι ανωνυμίες κάνουν κακό. Σου δημιουργούν (όπως οι μάσκες μια βραδιά καρναβαλιού) μια ψεύτικη ευεξία που κρατάει λίγο (έως ότου ο εκδότης του επόμενου βιβλίου σου σε αποκαλύψει) και τελικά θα σου βγουν σε κακό. Κάτι ξέρω.

Εν πάση περιπτώσει, τότε είπα: υπογραφή: ένας ανώνυμος. Μετά το αντέστρεψα στο πιο εμφαντικό: Ανώνυμος Ένας (με τ’ όνομα!)

Και για την απαραίτητη βιογραφική αναφορά που προορίζεται για το αυτί του εξώφυλλου, σημείωσα τα ακόλουθα (προφητικά):

Ο Ανώνυμος Ένας

στην Αρχή ήταν ένας

φυσιολογικός άνθρωπος

 

κάποτε όμως διαπίστωσε

ότι -απροσδόκητα- τα πράγματα

γύρω του είχαν

αρχίσει να παίρνουν

λάθος στροφές

 

Στο Παρά Πέντε

συνειδητοποίησε τότε

πως ξανάρθε ο καιρός να πάρει

ριζοσπαστικές αποφάσεις

 

Είχε κάνει κι άλλες φορες

ριζικές ανακατατάξεις στη ζωή του

 

Μόνο που τούτη τη φορά

του βγήκε κάπως αλλιώς

 

Κάπως σα μυθιστόρημα πανεπιστημιακής

φαντασίας με αστυνομικές αποχρώσεις

 

Έτσι πέρασε

στην Ανωνυμία.

 

(συνεχίζεται μόλις βρω χρόνο… )

(προσεχώς μεταξύ άλλων: ο Α.Ε.

σε αναζήτηση εκδότη και ο Α.Ε.

σε αναζήτηση κοινού)

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , | Leave a Comment »

Περί συγγραφής διατριβών (ή πώς αποφάσισα να γράψω ένα μυθιστόρημα) (Ι)

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 5 Δεκεμβρίου, 2008

 

Σε κάποια στιγμή του απομακρυσμένου (όχι πολύ, αλλά αρκετά) παρελθόντος, συνέβαιναν τα εξής:

α. Είχα μόλις ξεμπερδέψει με τη συγγραφή της επί διδακτορία διατριβής μου

β. Στο πανεπιστήμιο στο οποίο ήδη εργαζόμουν, παρουσιάστηκαν τα κλασσικά πανεπιστημιακά απρόοπτα, μπερδέματα, γραφειοκρατήματα  και άλλα, με αποτέλεσμα η πανεπιστημιακή μου δραστηριότητα να μπει για ένα μεγάλο (όχι πολύ, αλλά αρκετά) χρονικό διάστημα σε παρένθεση.

Έτσι αποφάσισα να γράψω ένα μυθιστόρημα!

 

Αλλά ας γίνω σαφέστερος.

α 1. Τα περί διατριβής

Η διατριβή είναι (ήταν ανέκαθεν, πιθανότατα είναι ακόμη) μια εν μέρει τελετουργική, μυητική πράξη.

Από τη μια μεριά, υποτίθεται ότι συγγράφεις με όλους τους κανόνες της (διανοητικής) εντιμότητας κάτι το οποίο αποτελεί συνεισφορά στην εξέλιξη της οικείας επιστήμης, ενώ ταυτόχρονα αποδεικνύεις ότι το κατέχεις το θέμα, ξέρεις τι έχει ειπωθεί γι αυτό, και μπορείς έτσι να συνδέσεις το ήδη γνωστό με εκείνο που εσύ διερεύνησες και προτείνεις. Αυτό είναι το ουσιαστικό μέρος.

Από την άλλη, την τυπική, την τελετουργικά επιβεβαιούμενη, η αποδοχή της διατριβής (με ποδοκρότημα, τραπεζοκρότημα, χειροκρότημα, χειροτόνημα, ή ανευ) πιστοποιεί  ότι έχεις μάθει και αποδέχεσαι τους κανόνες, ρητούς και υπονοούμενους, που καθορίζουν την ιδιαίτερη πανεπιστημιακή γλώσσα, αλλά επίσης ότι έχεις μάθει και αποδέχεσαι τις σχέσεις και συμπεριφορές που ισχύουν μεταξύ του πανεπιστημιακού προσωπικού.

Αυτό το τελευταίο είναι εξαιρετικά σημαντικό ιδιαίτερα στην περίπτωση που αποσκοπείς  να ενταχθείς στο (ή είσαι ήδη συνεργαζόμενος με το) ευαγές πανεπιστημιακό ίδρυμα στο οποίο υποβάλλεις τη διατριβή σου.

Με άλλα λόγια πρέπει να αποδείξεις, αν μη τι άλλο, ότι είσαι και θα είσαι ¨συνεργάσιμος¨.

Προσωπικά, για να αποφύγω τις πολλές υποχρεώσεις, αλλά και γιατί είχα διπλή επιστημονική ταυτότητα, διάλεξα ένα ευαγές διαφορετικό από εκείνο με το οποίο συνεργαζόμουν. Πάντως, στην Τριμελή Επιβλέπουσα είχα μέλη και από τα δύο πανεπιστήμια, άρα θα έπρεπε να μιλάω (γράφω) σε δύο παράλληλα γλωσσάρια, αλλά δε τρέχει τίποτα, αυτό δεν είναι πρόβλημα για κάποιον που φιλοδοξεί να αναγνωριστεί ως ειδήμων σε θέματα επικοινωνίας…

 

α 2. Περί όγκου της διατριβής.

Ω επίδοξοι διδακτορούχοι των θετικών επιστημών, σας ζήλεψα. Εσείς που παίρνετε ένα αμφισβητούμενο ή μη επαρκώς γνωστό φαινόμενο,  το βάζετε στον υαλοσωλήνα των παρατηρήσεων και το παρακολουθείτε για ικανό χρονικό διάστημα, ώστε να βγάλει (ξεζουμίσει) τη ζητούμενη επιστημονική αλήθεια, και μετά καταγράφετε τις παρατηρήσεις και τα πορίσματα σας σε καμιά πενηνταριά, το πολύ, σελίδες, τις παραδίδετε, τις υποστηρίζετε, σας τις εγκρίνουν και πάει τελειώσατε.

 Άντε να επιχειρήσεις κάτι το ανάλογο με ένα κοινωνικό, επικοινωνιακό ή, άντε, πολεοδομικό θέμα! Χρειάζεσαι τόμους! Για να μη σας τα πολυλογώ, εμένα μου χρειάστηκαν μόνο οκτακόσιες δακτυλογραφημένες σελίδες, μετά από γραφή, διόρθωση, ξεσκαρτάρισμα, πολύ περισσότερων.

Όμως, και αυτό μετράει (και θα το χρωστάω στην Αλέξανδρο που με αλεξανδρινή επιμονή και υπομονή καλούπιαζε τις δραπετεύσεις μου) για τις μελλοντικές συν/γραφικές μου δραστηριότητες, ¨ουδέν επίπονον αμιγές θετικών επιπτώσεων¨: όταν γράψεις 800 εγκεκριμένες σελίδες, το χέρι λύνεται, το άσπρο χαρτί δεν σε τρομάζει πια, τη γραφή την έχεις δαμάσει και δε σου κουνιέται πλέον!

 

α 3. Περί του ύφους των επί διδακτορική διατριβή λόγων και γραφών.

Όπως (δεν ξέρω αν) διευκρίνισα επαρκώς παραπάνω, το ύφος των διατριβών δεν αποτελεί θεμιτό στοιχείο εκφραστικής αναζήτησης, αλλά ένα ακόμη τεκμήριο εσωτερίκευσης και αφομοίωσης από την πλευρά του υποψηφίου, της τελετουργικής όψεως της πανεπιστημιακής ιδιολέκτου και των παρεπο/συνεπαγο/μένων της.

Πράγματι, από ένα σημείο και μετά, δε μετράει το τι λες, αλλά αν το λες με επαρκή (επιστημονική) σεμνότητα, σοβαρότητα, ενδελέχεια, περιεκτικότητα, τακτ, και βάλε. Ενδεχομένως, σε κάποιο σημείο των 800 σελίδων, σου τη δίνει, καθώς διαπιστώνεις ότι το γλίστρημα από τη σοβαρότητα στη σοβαροφάνεια, από την διεξοδική παράθεση στο σχολαστικισμό, από την θεμιτή αμφισβήτηση στη ανέξοδη γκρίνια είναι παραπάνω από πιθανό!

Τότε τι κάνεις; Δεν έχεις πολλές επιλογές, ή μάλλον δεν έχεις καθόλου. Προσπάθησα, και το μόνο που βρήκα, ήταν η επί τούτου υπερβολή: αν η διατύπωση έπρεπε να είναι ¨περιδιαγραμμάτων¨ μία, εγώ μπορούσα να την κάνω, τόσο χάριν παιδείας όσο και χάριν παιδιάς, δύο ή και δυόμιση. Ευτυχώς κανένας δε πρόσεξε την περιρρέουσα περιπαικτική μου διάθεση (που κατά τη γνώμη μου, εδώ που τα λέμε, ουδόλως έβλαπτε την παράθεση των βασικών νοημάτων) και έτσι μου ενέκριναν την διατριβή με άριστα.

 

 β. Οι αναβολές, οι καθυστερήσεις και τα απρόοπτα στο ελληνικό πανεπιστήμιο.

Υπάρχουν δύο τουλάχιστον ειδών: αυτές που αφορούν στους φοιτητές (διανομή συγγραμμάτων, έκδοση αποτελεσμάτων, έκδοση πιστοποιητικών κ.α.) και αυτές που αφορούν στο διδακτικό προσωπικό. Στη δεύτερη περίπτωση [μπάρμπα από την Κορώνη, μέσου, άκρης, κονέ, δοντιού, κλπ (πόσο πλούσια που είναι η νεοελληνική γλώσσα σε πράγματα που ξέρει καλά)  μη συνυπολογιζομένου] οι διαδικασίες είναι υπερχρονοβόρες. Πολύ περισσότερο εάν, όπως συνέβη σε ‘μένα, πέσεις ταυτόχρονα σε τροποποίηση του νομοθετικού πλαίσιου, περίοδο φοιτητικών καταλήψεων και πανεπιστημιακού λοκ-άουτ. Τότε ο συνυπολογισμός του διδακτορικού διπλώματος στα προσόντα σου μπορεί να καθυστερήσει ως και τρία χρόνια. Και εσύ ενώ περίμένεις τι κάνεις;

Πρόταση: εκμεταλλεύεσαι το λυμένο χέρι και την συμπιεσμένη εκφραστικότητα και γράφεις μυθιστόρημα.

 

(συνεχίζεται – μόλις βρω χρόνο)

 

 

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , | Leave a Comment »

Vivere pericolosamente και άλλα

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 7 Αυγούστου, 2007

36155272.jpg

Μια που δύσκολα θα τα ξαναπούμε μέχρι το Σεπτέμβρη, σας ανέβασα τα εξής:

Εδώ παρακάτω, ένα αυτοβιογραφικό αφήγημα. Δημοσιεύτηκε στο συλλογικό τόμο Vivere pericolosamente που περιλαμβάνει ιστορίες Ελλήνων που έζησαν στην Ιταλία.

Επίσης, τις τελευταίες συνέχειες (9η και 10η) του πρώτου μέρους του ΜΠΑ!!! (Οι δαίμονες).

Από Σεπτέμβρη, το δεύτερο (Οι θνητοί) και τα υπόλοιπα μέρη.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ, ΤΑ ΤΡΕΧΟΝΤΑ | Leave a Comment »

Θες μια ιστορία για τότε; Θα σου πω για το διαβατήριο…

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 7 Αυγούστου, 2007

 

(Εκτελούνται εργασίες αποσυμφόρησης της Αρχικής Σελίδας)

Το αφήγημα ¨το διαβατήριο¨ θα το βρείτε κάνοντας «κλικ» δίπλα, στη στήλη ¨Σελίδες¨ υπό τον τίτλο Vivere pericolosamente.

Εδώ παραμένουν τα μέχρι στιγμής σχόλια. 

 

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ, ΤΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , | 3 Σχόλια »

Το ραδιόφωνο των ονείρων (επτά έικόνες για κύματα και ήχους)

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 18 Ιουλίου, 2007

 

dscn6027.jpg

Εικόνα πρώτη

Eκείνο ήταν ένα μεγάλο ξύλινο κουτί που ακουμπούσε στο πάτωμα και με ξεπερνούσε στο μπόι. Το καπάκι του άνοιγε από τη μια πλευρά, σαν το σεντούκι με τις μπατανίες και από κάτω ήταν ο στρογγυλός βελούδινος δίσκος και το γυαλιστερό ασημί μπράτσο με τη βελόνα.

Αυτό, το πάνω μέρος, λεγότανε γραμμόφωνο και χρειαζότανε πλάκες.

Η κοιλιά του κουτιού ήταν σκεπασμένη μ΄ ένα χοντρό πανί. Είχε ακόμη  ένα γαλαζωπό μάτι που άλλοτε έφεγγε πολύ και άλλοτε λίγο,  ένα φωτεινό παραλληλόγραμμο γεμάτο  ακαταλαβίστικα γράμματα όπου σερνόταν μια κάθετη γραμμή και τρία κουμπιά που δεν πατιόντουσαν, αλλά τα γύριζες δεξιά και αριστερά. Αυτό το υπόλοιπο το έλεγαν ραδιόφωνο και όλο μαζί το λέγαμε ραδιοπικάπ.

Εγώ τότε ήμουν μικρός, αλλά δεν τα έχαβα και όλα.  Δεν έχαβα, να πούμε, ότι αυτό ήταν ένα μαγικό κουτί που, από μόνο του, άμα ήθελε μιλούσε κι άμα ήθελε τραγουδούσε ή έπαιζε μουσική! Και μάλιστα, άλλοτε με φωνή άντρα, άλλοτε με φωνή γυναίκας,  άλλοτε με φωνή παιδιού κι άλλοτε με φωνή χορωδίας! 

Εγώ ήμουν γεννημένος στα μισά του εικοστού αιώνα, που πάει να πει γεννημένος ορθολογιστής και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έφτιαχνα μια εξήγηση για όλα:

Ήμουνα λοιπόν σίγουρος ότι το κουτί δεν μπορούσε να πάρει δικές του πρωτοβουλίες ενάντια στη στοιχειώδη αιτιοκρατία!

Απλούστατα εκεί μέσα κρυβόταν ένας νάνος-μάγος! Άλλοτε μόνος κι άλλοτε με την παρέα του! Ο χώρος ήταν αρκετός. Θα χώραγα κι εγώ εκεί μέσα, τόσος που ήμουνα τότε.  Μάλιστα μια φορά προσπάθησα να τραβήξω το κουτί από τον τοίχο και να τρυπώσω μέσα από την πίσω μεριά, που υποπτευόμουνα πως είναι ανοιχτή και όπου αχνόφεγγαν περίεργες λάμψεις.

Αλλά έφαγα ένα τράβηγμα αυτιού που το θυμάμαι ακόμα!

  

Εικόνα δεύτερη

Το θέμα ήταν να μάθεις τα χούγια του Μάγου.

Ότι ήταν κυκλοθυμικός. Με τις μέρες του.

Έτσι, κατάφερνες να προβλέψεις πότε θα σου απάγγειλε αρχαία τραγωδία και πότε θα σου παίζε λαϊκά ή χορευτική μουσική.

Την Κυριακή, για παράδειγμα, μετά τις πρωινές πόλκες και τα βαλσάκια για να μας φτιάχνει το κέφι, το ΄ριχνε στις ψαλμωδίες.  Ύστερα έπαιζε συμφωνική μουσική και έπρεπε εμείς οι μικροί να κάνουμε ησυχία. Μετά, την ώρα περίπου που μας ξαναστέλνανε στο φούρνο, αυτήν τη φορά για να πάρουμε πίσω το ταψί με το φαί ψημένο, άρχιζε το «θέατρο στο μικρόφωνο».

Εγώ φαίνεται ότι παρακολουθούσα με υπερβολικό ζήλο όλα τα «έργα».  Το θέατρο της Τετάρτης και το θέατρο της Κυριακής δύσκολα τα ΄χανα. Και έτσι, σε συνέπεια με τις παιδαγωγικές μεθόδους της εποχής, σε μια φάση μου τα ΄χαν απαγορέψει όλα τα θέατρα. Είχα θυμώσει τόσο, όσο τότε που μου κάψανε τους «Μικρούς Ήρωες» και τους «Ταρζάν Γκαούρ» (ένα μπαούλο γεμάτο). Αν θυμάμαι καλά, είπαν ότι τα «αλί» και τα «ουαί», καθώς και τα υποβλητικά ηχητικά εφέ τρομάζουν τα παιδιά και τα κάνουν να βλέπουν εφιάλτες.

Που να ΄ξεραν τι είχαν να δουν τα μάτια των επόμενων γενιών πιτσιρικάδων!

(Εμένα πάντως, στις αρχαίες τραγωδίες δε με τρόμαζαν τόσο οι κραυγές και τα ταμπούρλα, όσο που οι ήρωες δεν κατάφερναν να τα βγάλουν πέρα ούτε με τους θεούς ούτε με τις συμπτώσεις.  Και αφού, τους είχαν που τους είχαν τους μάντεις και τους οιωνούς, γιατί δεν τους λογάριαζαν καθόλου, αλλά πήγαιναν κατ΄ ευθείαν και έκαναν τα ανάποδα από αυτά που τους είχαν συμβουλεύσει;  Μετά, έλεγα εγώ, καλά να πάθουν αυτά που πάθαιναν και δεν έπρεπε να αγκομαχάνε και να ζητάνε τα ρέστα…)

 Όμως ο μάγος, παρά τα δράματα και τα άλλα τραγικά που ξεφούρνιζε τακτικά, κατά βάθος ήταν γλετζές και του άρεσαν οι γιορτές και τα πάρτι.

Εκείνο τον καιρό στα σπίτια, και στα πιο φτωχά, γίνονταν συχνά γλέντια και πάρτι. Στα πάρτι διασκέδαζαν οι πιο νέοι και στα γλέντια διασκέδαζε όλο το σόι, ακόμη και οι παππούδες και οι γιαγιάδες.

Τότε έπιανε δουλειά ολόκληρο το κουτί.

Άμα υπήρχαν πλάκες δούλευε  το γραμμόφωνο. Άμα δεν είχε, ή ήταν λίγες, τη μουσική έπρεπε να τη αναλάβει ο νάνος μάγος του ραδιοφώνου. Άμα κι αυτός δεν είχε όρεξη για μουσική αλλά έπιανε τα πολιτικά και τη μουρμούρα, τότε τον έκλειναν και αναλάμβαναν οι καλλίφωνοι της παρέας.

Βλέπεις, τότε, το κοινό ήξερε να προσαρμοστεί και δεν είχε ανάγκη από ντισκ τζόκευ και άλλους καβαλάρηδες.

Ο Μάγος δεν ήταν όποιος κι όποιος. Μερικές φορές έλεγε πράγματα μυστικά που δεν έκανε να τα ακούσουν όλοι. Και μάλιστα δεν τα ΄λεγε πολύ καθαρά, αλλά γεμάτα παράσιτα.  Τότε οι μεγάλοι κάθονταν γύρω του, με το αυτί στο πανί της κοιλιάς του κουτιού και γύριζαν με μανία τη βελόνα στο παραθυράκι με τα γράμματα, μπας και τον καλοπιάσουν και τα πει πιο ξεκάθαρα.  Οι γυναίκες μάλιστα φοβόντουσαν λιγάκι. 

Φαίνεται ότι το χούι της μυστικής ακρόασης τους είχε μείνει από τον καιρό της κατοχής, τότε που το κουτί το είχαν κρύψει στο υπόγειο και είχαν παραδώσει στους γερμανούς ένα άλλο, μικρό και παλιό, που ήταν και χαλασμένο και δεν έπαιζε. Ίσως πάλι, έχοντας αίσθηση της κυκλικότητας της ιστορίας να μάντευαν ότι η ικανότητα να ψαρεύεις τα νέα σε ξένα νερά και στα βραχέα κύματα,  θα τους χρειαζόταν και πάλι σύντομα. Όμως, μπορεί και να έφταιγε που στις κανονικές εκπομπές, τις καθαρές και χωρίς παράσιτα του Εθνικού Ιδρύματος και του Ραδιοφωνικού Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων Ελλάδος,  δεν τους τα λέγανε και τόσο καλά, γιατί οι μεγάλοι τ΄ ακούγανε και βρίζανε κάτω από τα μουστάκια τους.

 Αλλά ήταν και κάτι νύχτες που ξενυχτούσαμε φανερά, όλοι, με το αυτί κολλημένο απάνω του. Ήταν οι νύχτες των εκλογών.  Εκείνες τις νύχτες ήμασταν όλοι, μικροί μεγάλοι, εξοπλισμένοι με μολύβια και χαρτιά (οι πίσω μεριές από αχρησιμοποίητα ψηφοδέλτια χωρισμένες σε κολώνες), με υπομονή (ξέραμε ότι πρώτα θα ακούσουμε όλα τα αποτελέσματα που ήταν εναντίον μας), και, συνήθως, ψυχολογικά προετοιμασμένοι για το χειρότερο (που συνήθως και εσυντελείτο.)

Εικόνα τρίτη

Εγώ στο μεταξύ μεγάλωνα και άρχισα να καταλαβαίνω κάτι λίγα από λυχνίες, καλώδια και ερτζιανά. (Εγώ μεγάλωνα αλλά ο μάγος γινόταν όλο και πιο μικρός. Τώρα φορούσε τρανζίστορ και μπαταρίες και χωρούσε σε κουτάκια μεγέθους «Άρωμα Κεράνης»). Όμως οι σχέσεις μου με τον πρώτο νάνο μάγο, τον ακίνητο στο σαλόνι του σπιτιού  παράμεναν αρκετά καλές. Τουλάχιστον αν κρίνω από το ότι ανταποκρινόταν θετικά στα σκουντήματα και στις φιλικές κατραπακιές που του έριχνα όταν άρχιζε να κάνει νάζια και διακοπές και λόξυγκες.

Έτσι είχα αποκτήσει τη φήμη του ραδιοφωνικού διορθωτή και με φώναζαν, ιδιαίτερα οι γιαγιάδες, άμα πάθαινε τίποτα η εκπομπή, προπαντός την ώρα που έπαιζε το «ημερολόγιο ενός θυρωρού» ή την «πικρή μικρή μου αγάπη».

Εμένα εκείνη την εποχή τα γούστα μου είχαν ελαφρά διαφοροποιηθεί και ανάμεσα στ΄ άλλα είχα ανακαλύψει τις απογευματινές μουσικές εκπομπές του αμερικάνικου σταθμού του «Ελληνικού».   

Βέβαια, η ακρόαση ερχόταν λιγάκι οδυνηρή για τα αγγλικά μου, που, παρά τα μαθήματα στο «Ελληνοαμερικανικό Ινστιτούτο», δεν έλεγαν να απογειωθούν ικανοποιητικά. Ίσως και ολίγον ασυνεπής από άποψη φρονημάτων και ιδεολογίας. Αλλά τότε αυτά τα προβλήματα δεν έμπαιναν καν.

Έτσι κι αλλιώς δεν χρειάζονταν ιδιαίτερα αγγλικά για να πιάσεις το ρυθμό του Φατς Ντόμινο. 

Και, έπειτα, ποιος  νοιαζόταν για την θεωρητική διάσταση της συνέπειας… Στην τάξη μου (μικτή πρακτικού στο Γυμνάσιο Δάφνης) κανένας. Κι ας ήταν μία από τις πιο πολιτικοποιημένες τάξεις της εποχής.  Πηγαίναμε στη διαδήλωση για το Κυπριακό, βρίζαμε τους αγγλοαμερικάνους ιμπεριαλιστές και μετά εκτονώναμε την ένταση χορεύοντας ροκ με πάθος στα σπιτικά πάρτι. Μαζί με διάφορα λατινοαμερικάνικα και, αργότερα, μπαίνοντας στο πανεπιστήμιο, με ζεϊμπέκικα και χασάπικα που μόλις είχαν αρχίσει να βγαίνουν από τα καταγώγια και να εισβάλουν στα σπίτια με τα μωσαϊκά. Το θέμα της ιδεολογικο-πολιτικής συνέπειας θα μας απασχολούσε εξαντλητικά αργότερα, την εποχή της χούντας. Και κυρίως όσους δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα άλλο παρά ν΄ ασχολούνται μ΄ αυτό.

Τον καιρό εκείνο άρχισαν να αποκτούν μοντέρνες αποχρώσεις και έντονη ραδιοφωνική παρουσία και τα διαφημιστικά μηνύματα.  Όμως ο πιο πολύς κόσμος, είτε γιατί ακόμη δεν είχε επαρκώς αλλοιωθεί είτε, απλούστερα, γιατί ακόμη δεν μετείχε στο καταναλωτικό πανηγύρι, δεν μάσαγε.  Θυμάμαι ακόμα τι πλάκα γινόταν μ΄ αυτά τα «μηνύματα», όταν δεν ξεσηκώνονταν θύελλα οι διαμαρτυρίες.

(Ενώ με τις αφραγγίες του Κωτσόβολου -χωρίς λεφτά; βεβαίως χωρίς λεφτά: Κωτσόβολος- οι πιο πολλοί γέλαγαν, θυμάμαι τι εθνικός χαμός έγινε όταν ο άλλος θέλησε να διαφημίσει τα ξυραφάκια του δηλώνοντας ότι «τα γνωρίζει από την κόψη!».  Θυμάμαι ακόμη- η αλήθεια είναι ότι έμεινε στην ιστορία των «δημοσίων σχέσεων»- την πρώτη απόπειρα μοντέρνας πολυδάπανης προεκλογικής εκστρατείας από τους πρωτοεμφανιζόμενους στην Ελλάδα ίματζ μέϊκερς για κάποιον υποψήφιο -ουδέποτε εκλεγέντα- με το εμφαντικό όνομα Όθων Λέφας Τετενές. Εκτός των άλλων, είχαν γεμίσει την Αθήνα με αφίσες με την αφεντομουτσουνάρα του και, βέβαια, η επέμβαση των κριτικών και ελευθέρων πνευμάτων είχε αμέσως, όχι μόνον προσθέσει μουστάκια και αφαιρέσει  δόντια από το παχύ πρόσωπο του εικονιζόμενου, αλλά και μετατρέψει το όνομά του  σε «Κόθων, Ελέφας, Τενεκές».) 

Εικόνα τέταρτη

Έτσι όπως τα ΄φεραν οι καιροί τα πράγματα, είχα τη τύχη-ατυχία να είμαι τα χρόνια της χούντας έξω από την Ελλάδα. Και μια που το ενδεχόμενο της επιστροφής είχε νωρίς νωρίς αποκλειστεί, μου ΄ρθε νωρίς το σύνδρομο του ξενιτεμένου: ακατάσχετη νοσταλγία και εξιδανίκευση και της πιο απίθανης ελληνικότητας.

Το γεγονός ότι ζούσα ελεύθερα και ότι  μπορούσα να βρίζω λίγο πολύ όποιον θέλω και να μαθαίνω πάνω κάτω ό,τι θέλω δεν με παρηγορούσε πολύ. Όπως λίγο με παρηγορούσε που οι ντόπιοι φίλοι και οι συμφοιτητές μου είχαν αρχίσει την εξέγερση των ηθών και της «φαντασίας», όταν σε μας έπρεπε ακόμη να αρχίσει η εξέγερση για τα στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα.

Έτσι μου συνέβη το εξής παράδοξο: την εποχή που όλοι (ας μην υπερβάλουμε, πολλοί) έλληνες άκουγαν κύρια Λονδίνο και Παρίσι και Ντόιτσε Βέλε,  εγώ  προσπαθούσα τα βράδια που η λήψη βελτιώνεται να πιάσω Ελλάδα.

Ούτε ΄γω δεν ήξερα τι ήθελα να ακούσω. Δεν ήταν βέβαια οι λογοκριμένες ειδήσεις, ούτε τα τραγούδια, έτσι κι αλλιώς μου στέλνανε μαγνητοταινίες οι φίλοι…

Αυτό που μ΄ έκανε να γυρίζω αργά τη ροδέλα των συχνοτήτων ήταν κάτι άλλο, απροσδιόριστο αλλά έντονο, που μου ΄φερνε μετά περίεργα όνειρα: πότε τον τακτικό περιπετειώδη εφιάλτη, γύρναγα, με κυνηγάγανε, με πιάνανε…  και πότε το ωραίο όνειρο που με ξανάφερνε πίσω στους φίλους που δεν είχαν ακόμη σκορπίσει και στις γειτονιές που δεν είχαν ακόμη γίνει τσιμέντο.

   

Εικόνα πέμπτη

Μισά της δεκαετίας του ΄80.  Αθήνα.

Το περιοδικό δήλωνε «για διανοούμενους και πολιτικά  στρατευμένους». Ήταν λοιπόν φυσικό να το απασχολούν τα θέματα της έκφρασης και της επικοινωνίας.  Έτσι διοργάνωσε τριήμερη ημερίδα (που έλεγε κι ένας φίλος μου, κομματικό στέλεχος, καλή του ώρα) για την ελεύθερη ραδιοφωνία. Επειδή είχα μια σχετική εμπειρία και άποψη, δήλωσα παρών και με καλέσανε.

Τον καιρό εκείνο στα ερτζιανά αλωνίζανε ερασιτέχνες, πειρατές και πειραματιστές που είχαν περικυκλώσει τα φρούρια των κρατικών σταθμών (όπου ακόμη κυμάτιζε η σημαία με την ξύλινη γλώσσα) και τα πολιορκούσανε. 

Οι ερασιτέχνες ήτανε δύο λογιών: Οι εραστές της επικοινωνιακής τεχνολογίας, (που τη βρίσκανε με τα καλώδια, τα ακουστικά, τα μικρόφωνα, τους πομπούς, τις κεραίες, και τα άλλα εξεζητημένα εξαρτήματα) και που μετέδιδαν ο,τι να ΄ναι,  και οι εραστές της «ανθρώπινης επαφής με μοντέρνους τρόπους» που μεταδίδανε μουσική και (σε απευθείας μετάδοση) τον έρωτά τους για την Κούλα της γειτονιάς. 

Οι πειρατές ήταν πιο πρακτικοί τύποι: μετέδιδαν τραγούδια  σκυλάδικα μαζί με διαφημίσεις για οικόπεδα και νυχτερινά κέντρα.

Οι πειραματιστές ήταν κάτι λίγοι  με υγιώς δονκιχωτική αντίληψη, οι οποίοι ψάχνανε να βρουν τι το καλό μπορεί να προκύψει αν το μέσο ξεφύγει από το στενό μαρκάρισμα του κράτους.

Ήτανε κάμποσα γνωστά ονόματα στο αμφιθέατρο όπου διεξαγόταν η συνάντηση. Οι περισσότεροι, αφού πρώτα τα βάζανε με το κρατικό μονοπώλιο και κάνανε μνεία στο ηρωικό προηγούμενο του σταθμού του Πολυτεχνείου, μετά δήλωναν οπαδοί της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στα ερτζιανά.  Μόνον έτσι, λέγανε, θα εξασφαλιστεί ο πλουραλισμός, θα απελευθερωθεί η επικοινωνιακή δημιουργικότητα και θα περισωθεί αυτή η ευγενής και ανυπότακτη κατηγορία μοντέρνων επικοινωνητών, οι ερασιτέχνες, που τώρα τους κυνηγάνε και τους φιμώνουν. 

Εγώ και καναδυό άλλοι (αμελητέα μειοψηφία) είπαμε ότι εντάξει με την κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου, αλλά στη θέση του ας πάρουν το λόγο οι συλλογικότητες. Και επειδή την εποχή εκείνη πολλές ελπίδες φορτώνονταν στη ράχη της καημένης της τοπικής αυτοδιοίκησης είχαμε κι εμείς την απάντηση διαθέσιμη: Ραδιοφωνική αποκέντρωση. Τα ραδιόφωνα στους δήμους και τις κοινότητες.

Τελικά τα πράγματα ήρθαν ως εξής:

Πράγματι, ο πολιορκητικός κριός που τελικά παραβίασε τις πύλες της  κρατικής ραδιοφωνίας ήταν ορισμένοι μεγάλοι δήμοι με αντιπολιτευόμενους δήμαρχους.

Τότε το κράτος, για να έχει ήσυχη τη συνείδησή του, έφτιαξε έναν ενδιαφέροντα νόμο για τα ΜΜΕ, αλλά ξέχασε επιμελώς να τον εφαρμόσει.

Με το που νομιμοποιήθηκαν οι σταθμοί των μεγάλων δήμων άρχισαν να χάνουν ακροαματικότητα και στελέχη. Αυτά πέρασαν σιγά σιγά στα ιδιωτικά ραδιοφωνικά μεγαθήρια που άρχισαν να δικτυώνονται σ΄ ολόκληρη τη χώρα, ετοιμάζοντας παράλληλα την τηλεοπτική τους επίθεση.

Τους φουκαράδες τους ραδιοερασιτέχνες τους ξέχασαν όλοι (διανοούμενοι και μη) και δεν ξανάγινε πια λόγος γι αυτούς.

Εγώ, σε μια φάση, βρέθηκα να δοκιμάζω τις απόψεις μου στην πράξη, βοηθώντας στο στήσιμο μερικών μικρών δημοτικών ραδιοσταθμών… 

  

Εικόνα Έκτη

Ή μάλλον εικόνες δύο, παράλληλες και αντικρουόμενες.

Από τη μια μεριά ο ενθουσιασμός και η ομαδική δουλειά και τα χαμόγελα στα κουρασμένα πρόσωπα των παιδιών που είχαν έρθει εθελοντικά να βοηθήσουν και τα ξενύχτια και οι νέες ιδέες και τα πειράματα και τα τηλέφωνα των ακροατών και οι τυρόπιτες δώρο από τη κυρία της διπλανής πολυκατοικίας και τα ευρήματα που διόρθωναν ως δια μαγείας τα ετοιμόρροπα τέως πειρατικά μηχανήματα και οι αυτοσχεδιασμοί και οι δίσκοι που ήταν προσφορές παλιών ερασιτεχνών και τα όρια του μέσου που -που και που- τα άγγιζες ή έτσι νόμιζες…

Και από την άλλη η συνοφρυωμένη και γεμάτη δυσαρέσκεια φάτσα του δήμαρχου που αλλιώς το νόμιζε το ραδιόφωνό Του και που είχε να δώσει λόγο όχι μόνο στις προσωπικές του φιλοδοξίες αλλά και στις ομάδες που τον στήριζαν και που ήξερε και κάποια δεσποινίδα με ταλέντο που θα βοηθούσε πολύ στις εκπομπές γιατί είχε ωραίο χαμόγελο -ίσως και ωραίο άρωμα- και που έπρεπε να κτυπήσει και το νομάρχη που του την έμπαινε και που στο κάτω κάτω είχε και τη γραφειοκρατία του Δήμου που έπρεπε να λάβει υπόψη, και που παρ΄ όλα αυτά ήθελε και ακροαματικότητα (που τη μέτραγε μόνος του) και που παρά τις προωθημένες του πεποιθήσεις ήθελε -ντάλα καλοκαίρι- οι εκφωνητές να είναι ευπρεπώς ντυμένοι, ποινή για τα κοντά παντελόνια  το πέταγμα κλοτσηδόν από το στούντιο…

Άντεξα λίγο. Η δημοτική ραδιοφωνία αυτού του τύπου άντεξε λίγο περισσότερο.  Τελικά οι δρόμοι για την άλλη λύση στο ραδιόφωνο πρέπει να πέρναγαν από κάπου άλλου…

Εικόνα έβδομη

Για πολύ καιρό γύριζα την Ελλάδα κάνοντας διαλέξεις.  Έλεγα τα θεωρητικά επικοινωνιακά, περιέγραφα εμπειρίες και απογοητεύσεις, εξέφραζα ελπίδες…

Τώρα που και που επισκέπτομαι τα γιουσουρούμ και τα παλιατζίδικα.  Τριγυρίζω ανάμεσα στα πράγματα που είχανε ζήσει και επιθυμούν να ζήσουν ακόμα

Ψάχνω για κανένα κουτί που να ανοίγει από πάνω και ει δυνατόν να έχει στην κοιλιά του ένα νάνο μάγο. 

Ένα νάνο μάγο, έστω κυκλοθυμικό,  που να έχει ακόμη όρεξη για κουβέντα… 

Βασίλης Νόττας                                               

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ, ΤΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΑ | Με ετικέτα: , , | 2 Σχόλια »

Στα Τάρταρα εγκυμονείται Ανταρσία…

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 26 Ιουνίου, 2007

Όπως ελπίζω ότι παρατηρήσατε, σας έχω ήδη αναρτήσει δύο ακόμη συνέχειες του ΜΠΑ!!! (μοναδικό έπος των μελλούμενων χρόνων): τις υπ’ αριθμόν 5 και 6.

Στην πέμπτη, συνεχίζεται η περιγραφή της θρυλικής Παραμάζωξης των δυσαρεστημένων Νεοδαιμόνων, η οποία ως γνωστόν εγκυμονεί Ανταρσία κατά των παραγινομένων συντηρητικοφρόνων Παλαιών.

Ωστόσο, όπως διακηρύττει η Παράδοση και επιβεβαιώνει ο Ανυστερόβουλος Υπολογιστής, από ανταρσίες μπορεί να γίνει μόνο μία και αυτή έχει ήδη τελεστεί στην αρχή των Χρόνων, όταν με αρχηγό τον Πρώτο τα βάλανε με την εξουσία των Αποπάνω και, τι να γίνει παιδιά, χάσαμε! (στα πέναλτι).

Έλα όμως που το μήνυμα

(που, όπως ήδη ξέρετε, βρέθηκε στο Κεκραμένο Λόφο στο σημείο που η φαγάνα Ούρσουλα Στάγιερ και ο ερωτευμένος Αγάθωνας προσέκρουσαν αγκαλιασμένοι και το οποίο φτάνει στον Μουμουεδώνα από τον επίγειο πράκτορα Σος Μορς),

  λέει άλλα…

Θα αλλάξει άραγε γνώμη ο Ανυστερόβουλος ύστερα από τις αναπάντεχες αυτές εξελίξεις;

Α!, να λάβουμε επίσης υπ’ όψιν κάτι που οι Νεοδαίμονες αγνοούν: η Παραμάζωξη παρακολουθείται και υποκλέπτεται από τον παραδοσιακό μικροπράκτορα Αυτιά.

Μετά θα κάνουμε ένα μικρό άλμα (ΜΠΑ!!! 6) για να δούμε τι συμβαίνει στην Ταβέρνα των Αποδομημένων Ελπίδων, όπου έχουν συγκεντρωθεί οι εγκυρότεροι Παραγινομένοι Παλαιοφρονούντες Παλαιοδαίμονες.

Εδώ θα πληροφορηθούμε εάν έχουν πάρει χαμπάρι ότι κάτι το νεοδιαβολικό αναδύεται στο Πανδαιμόνιο ή εάν εξακολουθούν να  επαναπαύονται και να βαυκαλίζονται με τα παλιά τους μεγαλεία.

Τέλος, σε τούτη τη συνέχεια, χάρη σε μία (βιβλιογραφικά) τεκμηριωμένη σφήνα, θα μάθουμε πώς ο Αξιοκατάκριτος παλαιοδαίμονας Μακιαβέλιος Εξ Ουσίας προσχώρησε οικιοθελώς στο δαιμονικό περιβάλλον.

Βασίλης Νόττας 

  mpa1.jpg 

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ, ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ | Leave a Comment »

Δαίμονες σε ολομέλεια

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 10 Ιουνίου, 2007

Το Νιοστό Τακτικό Πανδαιμόνιο συνεδριάζει.

Παρόντες, τόσο οι Παραδοσιακοί Παλαιοδαίμονες με ηγέτη  τον  Άρχοντα Λιμοκτονώχ, αλλά και τον Μακιαβέλιο Εξ Ουσία, τον Μποχαδοραδότατο Τρανό Σιφυλίδιο και άλλες ηγετικές φυσιογνωμίες έγκυρης παλαιάς κοπής,

όσο και η ανερχόμενη Κλίκα  των Νεοδαιμόνων με επικεφαλής τον Μουμουεδώνα, και από κοντά τον Εξασφαλισμένο Εξαποδώ Εξανδραποδιστή (τον επιλεγόμενο και Τρία Εξ) και άλλους εξ ίσου εκσυγχρονιστές και καινοτόμους.

 Βασικό θέμα στην παρούσα Αιωνία Διάταξη, ο βασανισμός των ταλαίπωρων θνητών ¨Χα!¨ Σάπιενς και ιδιαίτερα το ποιος εκτελεί αποτελεσματικότερα το δαιμονικό του καθήκον (να τους ξεθεώνει). Αλλά, βέβαια υπάρχουν και πολλές άλλες παρασκηνιακές αντιπαραθέσεις και έριδες.

Θα παρακολουθήσετε επίσης πώς ο Φρίξος Μελανιάδης, (βασικό στέλεχος του Μεγαδίκτυου και της Πειθοργάνωσης), υπό την επιρροή του Σος Μορς (έκτακτου απεσταλμένου του Μουμουεδώνα στον πλάνήτη των ¨Χα¨) ανακαλύπτει πράγματα που μπορούν να επηρεάσουν ανατρεπτικά την εξέλιξη της Συνέλευσης αλλά και τη μοίρα του πλανήτη!

 Αυτά, (μαζί με ένα ιντερμέτζο τόσο άμπελο όσο και φιλοσοφικό), και όλο το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ από την Παραμάζωξη των Νεοδαιμόνων,  στη νέα συνέχεια του ΜΠΑ!!! (ένα  free μυθιστόρημα στο διαδίκτυο) που ιστολογήθηκε χτες το βράδυ (εδώ δίπλα, ως ΜΠΑ!!! 3 και 4 – υποσελίδες στον «Φανταστικό Κόσμο του Ανωνύμου Ένός»).

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ, ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ | Leave a Comment »

Από τον Άμβωνα στην Οθόνη

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 3 Ιουνίου, 2007

…και κάτι ακόμη…

 -για όσους ενδιαφέρονται για τις (διαχρονικές) σχέσεις Κοινωνίας και Επικοινωνίας

-για τους φοιτητές μου:

Στη νέα σελίδα: ¨Από τον Άμβωνα στην Οθόνη¨ θα βρείτε δύο εισαγωγικά κείμενα, παρμένα από την (υπό δημοσίευση)  μελέτη με τον ίδιο τίτλο, η οποία αναφέρεται στην Κοινωνική Ιστορία της Επικοινωνίας και εστιάζει στη διαχρονική εξέλιξη των ομάδων που ασκούν επικοινωνιακή εξουσία.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , | Leave a Comment »