Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

  • Βόλτα στο ιστολογοφόρο με μουσική του Μάουρο Τζουλιάνι

  • Περισσότερα για το ιστορικό μυθιστόρημα "Κύλικες και Δόρατα": Κλικ στην εικόνα

  • Δημοφιλή άρθρα και σελίδες

  • Οι καιροί που αλλάζουν...

  • Κυκλοφόρησε:

  • Εκδότης: Ι. Σιδέρης ISBN: 978-960-08-0850-6 Σελίδες: 646 Σχήμα: 17×24 Συγγραφέας: Β. Νόττας

  • *

  • ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΦΙΛΩΝ

  • LIBRI RECENTI DI AMICI

  • Κυκλοφόρησε από τις εκδ. Παπαζήση η νέα ποιητική συλλογή του Λευτέρη Μανωλά

  • Ποιήματα και ποιητικά κείμενα από τον Ηλία Κουτσούκο.

  • * Η νέα συλλογή ποιημάτων του Νίκου Μοσχοβάκου.

  • * Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Τηλέμαχου Χυτήρη ¨Ημερολόγιο μιας επιστροφής¨ από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ .

  • * ¨Απριλίου ξανθίσματα¨. Κυκλοφόρησε η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου, από τις εκδόσεις Μελάνι.

  • Αισθάνθηκε μια δαγκωνιά στη μνήμη. Ήταν το παρελθόν που σαν αδέσποτο σκυλί είχε επιτεθεί στο είναι του. Οι σταγόνες αίμα που έσταξαν κοκκίνισαν τις εικόνες. *** Η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μυλόπουλου ¨Τέλος της Περιπλάνησης¨. Από τις εκδόσεις ¨Γαβριηλίδης¨

  • *** Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου ¨Αιφνίδια και διαρκή¨

  • Ο Θηβαίος στρατηγός Επαμεινώνδας οξυδερκής καθώς ήταν αλλά και θαρραλέος επινόησε πως έπρεπε να διορθώσει την ιστορία χωρίς αναβολές. Ασυμβίβαστος εκστράτευσε κατά της Σπάρτης με τον δαίμονα της υπερβολής κάτι σαν σαράκι να τρώει τα σωθικά του κι επέτυχε ν’ αλλάξει τον ρου τ’ αρχαίου κόσμου. Το πλήρωσε βέβαια στην Μαντίνεια πανάκριβα με τη ζωή του όμως διόρθωσε έστω για μια στιγμή την ανιαρή ιστορία. Δεν ήταν δα και λίγο αυτό. *****

  • Γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος

  • ***** Γραφει ο Gianfranco Bettin

  • ***** Γράφει ο Νίκος Μοσχοβάκος

  • Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ Τώρα που τάπαν όλα οι ποιητές εσύ τι θα γράψεις ; μου αντέτεινε η άπτερος Νίκη της Σαμοθράκης. Κι εγώ την αποκεφάλισα.

  • [Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Πορτρέτο του Νίκου - Λάδι] Η ΣΥΜΒΟΥΛΗ Πάντοτε μούδιναν την συμβουλή να γίνω τέλειος. Έτσι μίσησα την τελειότητα κι επιδόθηκα στην λατρεία των ατελειών. Έχω λοιπόν πολλά να κάνω αναζητώντας μέσα από ελλείψεις τον εαυτό μου σε πείσμα των τελειομανών που επαναπαύονται στον μοναδικό δρόμο τους με την σιγουριά του αλάθητου. Εγώ πορεύομαι μες τις αμφιβολίες και τον κίνδυνο του ατελέσφορου στόχου ποτέ παροπλισμένος αφού πάντα μάχομαι. *****

  • [Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Λάδι σε χαρτόνι - Γενάρης 2015] Tα πνευματικά δικαιώματα όλων των εικόνων και των μουσικών που αναδημοσιεύονται εδώ ανήκουν αποκλειστικά και μόνο στους δημιουργούς τους.

  • Σχόλια

    suriforshee1988's avatarsuriforshee1988 στη Οι κορασίδες και οι παραχ…
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Οι χαρταετοί θα επιστρέψουν κα…
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Σκηνές από τη δεκαετία του…
    Jude's avatarJude στη Ευτυχισμένους έρωτες δεν …
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Ποιητικές παραβολές ή  Ο…
  • Βιβλία και άλλα κείμενα

    Κοινωνία, επικοινωνία, εξουσία: Από τον Βωμό και τον Άμβωνα στην οθόνη. Η περίοδος της προφορικότητας και οι επικοινωνητές της. Μια κοινωνιολογική προσέγγιση στην ιστορία της επικοινωνίας και των μέσων. Εκδότης: Ι. Σιδέρης. Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας. Σειρά: Δημοσιογραφία και ΜΜΕ. Έτος έκδοσης: 2009 . ISBN: 960-08-0468-0. Τόπος Έκδοσης: Αθήνα Αριθμός Σελίδων: 302 Διαστάσεις: 24χ17 Πρόλογος: Κώστας Βεργόπουλος. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλίκ στην εικόνα

  • Συλλογή κειμένων: ΜΜΕ, κοινωνία και πολιτική. Ρόλος και λειτουργία στη σύγχρονη Ελλάδα. Επιμέλεια: Χ. Φραγκονικολόπουλος Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, 2005 Αριθμός σελίδων 846. ISBN 960-08-0353-6, Κείμενο Β. Νόττας: ¨Επικοινωνιακή και πολιτική εξουσία τον καιρό της επέλασης των ιδιωτών¨ (σελ. 49). Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.

  • Β΄Έκδοση. Εκδόσεις Ι. Σιδέρης. NovelBooks. Έτος έκδοσης: 2012. Αριθμός σελίδων: 610. Κωδικός ISBN: 9609989640. Εισαγωγικό σημείωμα στη 2η έκδοση: Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου.

  • Vivere pericolosamente Ανθολογία διηγημάτων: 26 ιστορίες από την Ιταλία. Εκδόσεις: Αντίκτυπος. Αθήνα: 2005 Σελίδες: 342. Κείμενο Β. Νόττας: ¨Το διαβατήριο¨. Ανάρτηση στο Ιστολογοφόρο: Κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου

  • ΚΡΥΑ ΒΡΥΣΗ Κοινωνική και Οικιστική εξέλιξη: ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ.- Συγγραφείς: Βασίλης Νόττας, Πάνος Σταθακόπουλος. Δήμος Κρύας Βρύσης Εκδόσεις Δεδούση. Σελίδες: 154 Θεσσαλονίκη 1998.

  • Εκδότης: Αρχέτυπο. Συγγραφέας: ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΟΤΤΑΣ. Κατηγορίες: Φανταστική Λογοτεχνία. ISBN 978-960-7928-83-2. Ημερομηνία έκδοσης: 01/01/2002. Αριθμός σελίδων: 512. Αναρτήσεις στο Ιστολογοφορο: κλίκ στην εικόνα του εξώφυλλου.

  • Η «κατασκευή» της πραγματικότητας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αθήνα 1998. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου που οργανώθηκε από το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συλλογικό έργο. Έκδοσεις: Αλεξάνδρεια. Διαστάσεις: 24Χ17. Σελίδες: 634. Κείμενο Β. Νόττας: Κοινωνιολογικες παρατηρησεις πανω στην οπτικοακουστικη αναπαρασταση της συγχρονης ελληνικης πραγματικοτητας. Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα

  • Α΄Έκδοση Εκδότης ΠΑΡΑΠΕΝΤΕ Θέμα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας (Ανώνυμος Ένας)

  • Ενα κείμενο στο βιβλίο του Κώστα Μπλιάτκα ¨Εισαγωγή στο τηλεοπτικό ρεπορτάζ" . Εκδόσεις ¨Ιανός¨ με τίτλο ¨Αξιοπιστία και οπτικό ρεπορτάζ¨

  • Περιοδικό ¨Εξώπολις¨ Τεύχος 12-13. Κείμενο με τίτλο ¨Το ραδιόφωνο των ονείρων. Ένα δοκίμιο περί ήχων φτιαγμένο με επτά εικόνες¨. Στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.

  • Συμμετοχή σε λογοτεχνικό παιχνίδι σχετικό με τον (υποτιθέμενο) συγγραφέα Άρθουρ Τζοφ Άρενς. Δημοσιευμένο στο περιοδικό ¨Απαγορευμένος πλανήτης" τεύχος 6 (εκδόσεις ¨Παραπέντε¨). Για το πλήρες κείμενο κλικ στην εικόνα.

  • ¨Το Δεντρο¨ Τεύχος: 17-18 . Βασίλης Νοττας: Συζήτηση για τον κοινωνικό χώρο της Θεσσαλονίκης.

  • Διδακτορική Διατριβή ¨Δημόσια μέσα μαζικής επικοινωνίας και συμμετοχική Πολεοδομία¨. Σελίδες:788. Ψηφιοποιημένη στη βιβλιοθήκη του Παντείου

  • *
  • Συγγραφικά φίλων

    Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Νίκου Μοσχοβάκου (κλικ στην εικόνα)

  • Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Ηλία Κουτσούκου (κλικ στην εικόνα)

  • Μοτο-ταξιδιωτικά από τον Βασίλη Μεταλλινό (κλικ στην εικόνα)

  • Κάποιες απόψεις και άρθρα…

    Η γυναίκα τανάλια * Όταν ο Χάρι Πότερ συνάντησε τα λόμπι * Ο μικρός ήρωας * Πώς έκοψα το κάπνισμα και άλλα

  • …και ένα θεατρικό κείμενο: Ο Λυσίστρατος

    Παρωδία σε επτά σκηνές (κλικ στην εικόνα)

  • Περιπέτειες καρδιάς

    Για τα σχετικά κείμενα, κλικ στην εικόνα

  • Περιπέτειες συγγραφής

    Σημειώσεις για την ερασιτεχνική συγγραφή

Posts Tagged ‘Βοσκοπούλα’

Μια βοσκοπούλα αγάπησα…

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 6 Μαΐου, 2015

γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος

ΗΛΙΑΣ-ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΣ45

Η Φωτεινή που αγάπησα, οδηγούσε τρακτέρ

Ο Χαράλαμπος Κεσμετίδης ήταν κολλητός του πατέρα μου το 1961 και αρχηγός των ΤΕΑ στο χωριό Λεπτή Ορεστιάδος.

Eίχε κρεμάσει μπόλικα κεφάλια των πολεμιστών του ΕΛΑΣ γύρω απ τη μέση του με χοντρό σκοινί το 47 και το 48 στον εμφύλιο και τώρα στην αρχή της δεκαετίας του 60 έκανε κουμάντο τα βράδια στο καφενείο του χωριού και μια φορά είχα ακούσει τον πατέρα μου να τον συμβουλεύει να μη δέρνει τη γυναίκα του στην αυλή, καλύτερα μέσα στο σπίτι για να μη βλέπουν οι γείτονες… Εκείνος-το θυμάμαι σαν τώρα-απάντησε ‘Καπετάνιο, οι γυναίκες θέλουν καμτσίκι και πιρτσίνι. Το καμτσίκι όπου νάναι, το πιρτσίνι στο κρεβάτι..’

Επειδή το είχε μαράζι που δεν έκανε γιο, είχε εκπαιδεύσει τη μοναχοκόρη του τη Φωτεινή σε όλες τις αντρικές δουλειές. Η Φωτεινή ήταν ψηλή ,ξανθιά  και πανέμορφη, δεκαοχτάχρονη. Τάιζε απ το πρώι τα γουρούνια, έβαζε  αποφάγια και πίτουρα στις γελάδες, τακτοποιούσε τις κότες  και μετά έπαιρνε το τρακτέρ και κατέβαινε στα χωράφια για όργωμα.

Όλη η πιτσιρικαρία του χωριού είχε να λέει πως η Φωτεινή θα έπαιρνε τον πιο όμορφο άντρα του κάμπου κι ότι την είχανε ζητήσει απ τον πατέρα της ένα σωρό παλικάρια και από άλλα μεγάλα χωριά που στέλναν προξενιά κι ο πατέρας της τα γύριζε πίσω με τη φράση ‘για πάρει κάποιος τη κόρη πρέπει νάχει 3 οκάδες αρχίδια…’

Εγώ  ήμουν τότε  έντεκα χρόνων κι όσο κι αν έβλεπα τα αρχίδια μου -όπως κι οι συνομήλικοι μου- δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ένα παλικάρι που θα τα έχει 3 οκάδες.

Έβλεπα συχνά στον ύπνο μου τη Φωτεινή που όταν περνούσε μπροστά απ το σπίτι πάνω στο Ζετόρ τρακτέρ, με χαιρετούσε με χαμόγελο γιατί ήμουν το παιδί του Αστυνόμου, του φίλου του πατέρα της κι είχα γεννηθεί στην  Αθήνα -πράγμα μοναδικό σ  όλη τη περιοχή της Ορεστιάδας- κι ακόμα ήμουν ο μόνος πιτσιρικάς που μπορούσε να της στείλει ένα αέρινο φιλί με το χέρι, πράγμα που δεν ήξερε κι αν ήξερε δεν θα τολμούσε κανένας συνομήλικός μου απ το χωριό να το κάνει.

Ήταν Οκτώβρης και μια μέρα παρακάλεσα τον πατέρα μου να με αφήσει να πάω ένα απόγευμα με τη Φωτεινή στο όργωμα και να μ’ έχει πάνω στο τρακτέρ να δω πως το δουλεύει με το άροτρο.

Ο πατέρας μου αφού το σκέφτηκε κι επειδή θεωρούσε πώς να πάει ο γιός του στο όργωμα με τη Φωτεινή θα ήταν κάτι που θα βοηθούσε στο να γίνω αντράκι, μου είπε πως θα το κανονίσει και την άλλη μέρα το μεσημέρι η Φωτεινή σταμάτησε έξω απ τη αυλή μας το τρακτέρ και μου φώναξε ‘έλα Λιακούλη να πάμε στο χωράφι’. Η μητέρα μου της είπε να με προσέχει κι αυτή απάντησε χαμογελώντας ‘σιγά καλέ, στην αγκαλιά μου θα τον έχω, δεν θα πάθει τίποτα’.

hqdefault (1)

Σκαρφάλωσα στο τρακτέρ και κάθισα δίπλα στο κόκκινο φτερό και την παρακολουθούσα σοβαρή-σοβαρή πως άλλαζε τις ταχύτητες και μούλεγε ‘τώρα έβαλα τρίτη αλλά στο χωράφι θα πηγαίνουμε με δεύτερη…’ και το τρακτέρ αναπηδούσε σαν πουλάρι και τα στήθη της όπως τα έβλεπα απ τα πλάγια αναπηδούσαν κι αυτά και θυμάμαι πως μέσα απ το κοντό μου παντελόνι αναπηδούσε και το πουλί μου απ τη τόση ευτυχία  γιατί ήταν κάτι μαγικό αυτή η χωριατοπούλα η μοναδική γυναίκα που οδηγούσε τρακτέρ σ’ όλα τα χωριά τριγύρω.

Όταν φτάσαμε στο χωράφι για το όργωμα έριξε κάτω το μηχανικό άροτρο μ’ ένα μοχλό πού είχε δίπλα στο τιμόνι και μου είπε ‘τώρα ξεκινάμε σιγά-σιγά με πρώτη Λιακούλη, να έτσι μπαίνει η πρώτη και φτιάχνουμε τη πρώτη αυλακιά μέχρι τις λεύκες στην άκρη’ κι εγώ έλεγα ‘ναι, ναι το κατάλαβα…’ και κοιτούσα πλάγια τα μάτια της, τα πανέμορφα μαύρα μάτια της που κοιτούσαν με προσοχή την ευθεία προς τις λεύκες, έβλεπα  το λεπτό ξανθό χνούδι κάτω απ τα πανέμορφο αυτάκι της που το στόλιζε ένα χρυσαφί σκουλαρίκι, τα χέρια της που κρατούσαν με δύναμη το μαύρο τιμόνι και τα πόδια της που ακουμπούσαν με βεβαιότητα πάνω στο αμπραγιάζ και το φρένο κι ένιωθα πως πετούσα πάνω σ ένα κόκκινο πουλί κι η Φωτεινή, μου έμοιαζε πως ήταν η Αρχόντισσα όλου του κάμπου σαν κάτι νεαρές κυρίες του σινεμά που έχουν πύργους κι υπηρέτες.

βοσκοπουλα.JPG6

Όταν φτάσαμε στις λεύκες και πήρε τη στροφή για να ξεκινήσει τη δεύτερη αυλακιά γύρισε ξαφνικά και μου είπε ‘έλα πάνω στα πόδια μου Λιακούλη και θα σε μάθω να οδηγήσεις εσύ το τρακτέρ κι εγώ το θυμάμαι τώρα – μετά 55 χρόνια-κάθησα στα πόδια της, έβαλα τα χέρια μου διστακτικά πάνω στο μαύρο τιμόνι αυτή τα σκέπασε με τα δικά της, μου είπε κοίτα ευθεία και σταθερά μπροστά και μη φοβάσαι εγώ είμαι δω…’ κι η πλάτη μου ακουμπούσα στα μυτερά της στήθη, άκουγα την ανάσα της στ’ αυτιά μου, είχα ιδρώσει και κοιτούσα μπροστά στο χωράφι που όργωνα δίπλα στη πρώτη αυλακιά, νόμιζα ότι ήμουν ο άντρας που είχε διαλέξει, νόμιζα πως μάλλον θα είχα ψηλώσει πάνω από 20 πόντους και το πιο υπέροχο ήταν πως ένιωσα ξαφνικά να φεύγει ένα υγρό απ τα βάθη του μέσα μου και να πετιέται έξω απ το πουλί μου, κάτι σαν να πετάς φωτοβολίδα που είχα δει στο λιμάνι του Πειραιά πρωτοχρονιά, κάτι σαν αυτά που άκουγα να λέει ο πατέρας μου ‘θα σου γαμήσω τη μάνα’ στη μάνα μου συχνά όταν θύμωνε, κάτι που δεν μπορούσα να καταλάβω παρά μόνο πως ήταν θαύμα που καταλάβαινα όμως πως ήταν το θαύμα των θαυμάτων… και μετά αφού έστριψε η Φωτεινή πιάνοντας πάντα σταθερά στα χέρια της τα χέρια μου, οργώσαμε μαζί γύρω στις τριάντα γραμμές κι εγώ είχα σοβαρευτεί πλέον σαν να οδηγούσα καράβι τεράστιο, μέχρι που η Φωτεινή να μου πει ‘ωραία τα πήγες πουλάκι μου, τώρα θα γυρίσουμε πίσω… ’ και γυρίσαμε και τότε είδα το παντελόνι μου πούχε ένα λεκέ, λες και μου έφυγε κάτουρο, κι έβαλα με τρόπο το χέρι μου να τον σκεπάσω μη τον δει η Φωτεινή και μόλις έφτασα σπίτι, της φώναξα ‘ευχαριστώ’ κι έφυγα σφαίρα στο μπάνιο κι έβγαλα το παντελόνι μου, κι έβγαλα το μπλε βρακί μου και είδα πως ο λεκές κάτασπρος κόλλαγε κι άρχισα να του ρίχνω νερό, τα είχα χάσει εντελώς και τότε άκουσα θόρυβο και μπήκε η  μητέρα μου μέσα, με είδε τσίτσιδο απ’ τη μέση και κάτω με τα βρακιά στο χέρι και μένα κατακκόκινο, πήρα στα χέρια της τα βρακιά, τα κοίταξε προσεχτικά και μου άστραψε μια καρπαζιά, λέγοντάς μου ‘σαν δεν ντρέπεσαι σκατό- πράγμα να κάνεις τέτοια πράγματα από τώρα βρωμιάρη’ αλλά εγώ σκέφτηκα πως όλα αυτά τα έκανε η Φωτεινή το πιο ωραίο πλάσμα  του κόσμου που έφτιαξε τη πανέμορφη πρώτη μου ρεύση επάνω στο τρακτέρ με τα μυτερά σφιχτά της στήθη πάνω στη πλάτη μου και δεν με ένοιαξαν καθόλου οι απειλές της μάνας μου.. ’θα δεις τι θα πάθεις όταν έρθει ο πατέρας σου το βράδυ..’

(Κάτι επίσης βουκολικό -και Μπρασενικό- εδώ)

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ, ΤΑ ΖΩΤΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

Άσμα βουκολικόν

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 18 Μαρτίου, 2013

images (31)

(Εδώ σας διαβάζω την προσαρμογή στα ελληνικά που σας έφτιαξα)

Η ΜΙΚΡΗ ΜΑΡΙΓΩ

Η Μαριγώ, η μικρή βοσκοπούλα,

καθώς τριγυρνούσε στην εξοχή,

βρήκε μια τόση δα γατούλα

ορφανή.

Τον γιακά της ευθύς ξελασκάρει,

στο στήθος της μέσα την τοποθετεί,

ήταν το μόνο απαλό μαξιλάρι

που ’χε σκεφτεί.

Η γάτα, περνώντας την για την μαμά της,

να την βυζαίνει αρχίζει ευθύς

κι η Μαριγώ, με την καλή καρδιά της,

είναι ευτυχής.

Μα ένας χωριάτης που απ’ εκεί περνάει,

βρίσκει το θέαμα  συναρπαστικό,

στο χωριό όλα τα μαρτυράει,

και γι αυτό…

mqdefault (1)

Σαν το μπούστο η Μαρ’γώ ξεκουμπώνει,

για να δώσει στη γάτα τροφή,

κάθε μάγκας στο χωριό ξεσαλώνει

κι είναι εκεί και κεί κατασκηνώνει

κι ειν’ εκεί, και θα μείνει εκεί.

Κι η Μαρ’γώ, απλή και μυαλωμένη,

υποθέτει πως κοιτούν το γατί,

καθώς οι αρσενικοί μαζεμένοι

είναι εκεί , όλοι συγκεντρωμένοι,

είναι εκεί  και θα μείνουν εκεί.

*

l_2411edb3

Ως κι  οι δάσκαλοι  κι οι μαθητές τους

και του δήμου το προσωπικό

εγκατέλειψαν τις δουλειές τους

για να δουν αυτό.

Και ας πούμε πως κι ο ταχυδρόμος

δεν εμοίραζε γράμματα πια,

δεν νοιαζότανε κανένας, όμως,

για όλα αυτά.

Κι ο Θεός ας τα συγχωρέσει,

τα παπαδάκια, που προσευχή

και κατήχηση αφήναν στη μέση

για να πάνε εκεί.

Και ακόμη κι οι χωροφυλάκοι,

συμμαζεμένοι συνήθως πολύ,

κρυφοκοίταζαν με το ένα μάτι

της Μαριγώς το γατί.

g_7588

Σαν το μπούστο η Μαρ’γώ ξεκουμπώνει

για να δώσει στη γάτα τροφή,

κάθε μάγκας στο χωριό ξεσαλώνει

κι είναι εκεί ρίκι κίκι ρίκι,

κι ειν’ εκεί κίκι ρίκι κί.

Κι η Μαρ’γώ, απλή και μυαλωμένη,

υποθέτει πως κοιτούν το γατί,

καθώς οι αρσενικοί μαζεμένοι

είναι εκεί, ρίκι κίκι ρίκι,

είναι εκεί  κίκι ρίκι κί.

 *

61263482

Μα του χωριού οι γυναίκες οι άλλες,

χωρίς άντρα, χωρίς εραστή,

συσσωρεύανε ως τις προάλλες,

την οργή.

Και στη μέθη, μετά, της μανίας,

με μπαστούνια και φούρκα πολλή,

θυσιάσανε στο βωμό της ζήλιας,

το γατί.

Η βοσκοπούλα, είναι αλήθεια,

αφού έκλαψε πρώτα πολύ,

σε έναν σύζυγο από δω και πέρα,

θα αφιερωθεί.

Από τότε πέρασαν χρόνια,

πολλά απ’ αυτά  έχουν πια ξεχαστεί…

Μόνο κάποιος παππούς στα εγγόνια

ίσως εξιστορεί:

Brave_Margot

Σαν το μπούστο η Μαρ’γώ ξεκουμπώνει

για να δώσει στη γάτα τροφή,

κάθε μάγκας στο χωριό ξεσαλώνει,

κι είναι εκεί και κεί κατασκηνώνει

κι ειν’ εκεί και θα μείνει εκεί.

Κι η Μαρ’γώ απλή και μυαλωμένη,

υποθέτει πως κοιτούν το γατί,

καθώς οι αρσενικοί μαζεμένοι,

είναι εκεί , όλοι συγκεντρωμένοι

είναι εκεί  και θα μείνουν εκεί,

είναι εκεί μαζεμένοι και θα μείνουν ακόμη εκεί!


mosaico 

Σήμερα, Καθαρή Δευτέρα, μια έμμετρη, χαριτωμένη, βουκολική, χιλιοτραγουδισμένη ιστοριούλα  του Μπρασένς που σας μετέφρασα / απέδωσα / προσάρμοσα / άλλο ….(διαλέγετε).

 Πρώτα με τον τροβαδούρο

 Εδώ μια «δημοτική» ανάγνωση  στα ελληνικά

Μια αφρικανική εκδοχή

Στα ρωσικά

Από τους ¨Ο Μπρασένς ποτέ δεν πεθαίνει¨

images (22)

Brav’ Margot

Margonton la jeune bergère
Trouvant dans l’herbe un petit chat
Qui venait de perdre sa mère
L’adopta
Elle entrouvre sa collerette
Et le couche contre son sein
C’était tout c’quelle avait pauvrette
Comm’ coussin
Le chat la prenant pour sa mère
Se mit à téter tout de go
Emue, Margot le laissa faire
Brav’ Margot
Un croquant passant à la ronde
Trouvant le tableau peu commun
S’en alla le dire à tout l’monde
Et le lendemain

[Refrain] :
Quand Margot dégrafait son corsage
Pour donner la gougoutte à son chat
Tous les gars, tous les gars du village
Etaient là, la la la la la la
Etaient là, la la la la la
Et Margot qu’était simple et très sage
Présumait qu’c’était pour voir son chat
Qu’tous les gars, tous les gars du village
Etaient là, la la la la la la
Etaient là, la la la la la

L’maître d’école et ses potaches
Le mair’, le bedeau, le bougnat
Négligeaient carrément leur tâche
Pour voir ça
Le facteur d’ordinair’ si preste
Pour voir ça, n’distribuait plus
Les lettres que personne au reste
N’aurait lues
Pour voir ça, Dieu le leur pardonne
Les enfants de cœur au milieu
Du Saint Sacrifice abandonnent
Le saint lieu
Les gendarmes, mêm’ les gendarmes
Qui sont par natur’ si ballots
Se laissaient toucher par les charmes

Du joli tableau
[Refrain]

Mais les autr’s femmes de la commune
Privées d’leurs époux, d’leurs galants
Accumulèrent la rancune
Patiemment
Puis un jour ivres de colère
Elles s’armèrent de bâtons
Et farouches elles immolèrent
Le chaton
La bergère après bien des larmes
Pour s’consoler prit un mari
Et ne dévoila plus ses charmes
Que pour lui
Le temps passa sur les mémoires
On oublia l’évènement
Seul des vieux racontent encore
A leurs p’tits enfants

[Refrain]

images (23)

Posted in Μπρασένς στα ελληνικά ΙΙΙ | Με ετικέτα: , , , , , , , , , | 1 Comment »