Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

  • Βόλτα στο ιστολογοφόρο με μουσική του Μάουρο Τζουλιάνι

  • Περισσότερα για το ιστορικό μυθιστόρημα "Κύλικες και Δόρατα": Κλικ στην εικόνα

  • Δημοφιλή άρθρα και σελίδες

  • Οι καιροί που αλλάζουν...

  • Κυκλοφόρησε:

  • Εκδότης: Ι. Σιδέρης ISBN: 978-960-08-0850-6 Σελίδες: 646 Σχήμα: 17×24 Συγγραφέας: Β. Νόττας

  • *

  • ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΦΙΛΩΝ

  • LIBRI RECENTI DI AMICI

  • Κυκλοφόρησε από τις εκδ. Παπαζήση η νέα ποιητική συλλογή του Λευτέρη Μανωλά

  • Ποιήματα και ποιητικά κείμενα από τον Ηλία Κουτσούκο.

  • * Η νέα συλλογή ποιημάτων του Νίκου Μοσχοβάκου.

  • * Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Τηλέμαχου Χυτήρη ¨Ημερολόγιο μιας επιστροφής¨ από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ .

  • * ¨Απριλίου ξανθίσματα¨. Κυκλοφόρησε η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου, από τις εκδόσεις Μελάνι.

  • Αισθάνθηκε μια δαγκωνιά στη μνήμη. Ήταν το παρελθόν που σαν αδέσποτο σκυλί είχε επιτεθεί στο είναι του. Οι σταγόνες αίμα που έσταξαν κοκκίνισαν τις εικόνες. *** Η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μυλόπουλου ¨Τέλος της Περιπλάνησης¨. Από τις εκδόσεις ¨Γαβριηλίδης¨

  • *** Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου ¨Αιφνίδια και διαρκή¨

  • Ο Θηβαίος στρατηγός Επαμεινώνδας οξυδερκής καθώς ήταν αλλά και θαρραλέος επινόησε πως έπρεπε να διορθώσει την ιστορία χωρίς αναβολές. Ασυμβίβαστος εκστράτευσε κατά της Σπάρτης με τον δαίμονα της υπερβολής κάτι σαν σαράκι να τρώει τα σωθικά του κι επέτυχε ν’ αλλάξει τον ρου τ’ αρχαίου κόσμου. Το πλήρωσε βέβαια στην Μαντίνεια πανάκριβα με τη ζωή του όμως διόρθωσε έστω για μια στιγμή την ανιαρή ιστορία. Δεν ήταν δα και λίγο αυτό. *****

  • Γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος

  • ***** Γραφει ο Gianfranco Bettin

  • ***** Γράφει ο Νίκος Μοσχοβάκος

  • Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ Τώρα που τάπαν όλα οι ποιητές εσύ τι θα γράψεις ; μου αντέτεινε η άπτερος Νίκη της Σαμοθράκης. Κι εγώ την αποκεφάλισα.

  • [Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Πορτρέτο του Νίκου - Λάδι] Η ΣΥΜΒΟΥΛΗ Πάντοτε μούδιναν την συμβουλή να γίνω τέλειος. Έτσι μίσησα την τελειότητα κι επιδόθηκα στην λατρεία των ατελειών. Έχω λοιπόν πολλά να κάνω αναζητώντας μέσα από ελλείψεις τον εαυτό μου σε πείσμα των τελειομανών που επαναπαύονται στον μοναδικό δρόμο τους με την σιγουριά του αλάθητου. Εγώ πορεύομαι μες τις αμφιβολίες και τον κίνδυνο του ατελέσφορου στόχου ποτέ παροπλισμένος αφού πάντα μάχομαι. *****

  • [Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Λάδι σε χαρτόνι - Γενάρης 2015] Tα πνευματικά δικαιώματα όλων των εικόνων και των μουσικών που αναδημοσιεύονται εδώ ανήκουν αποκλειστικά και μόνο στους δημιουργούς τους.

  • Σχόλια

    suriforshee1988's avatarsuriforshee1988 στη Οι κορασίδες και οι παραχ…
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Οι χαρταετοί θα επιστρέψουν κα…
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Σκηνές από τη δεκαετία του…
    Jude's avatarJude στη Ευτυχισμένους έρωτες δεν …
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Ποιητικές παραβολές ή  Ο…
  • Βιβλία και άλλα κείμενα

    Κοινωνία, επικοινωνία, εξουσία: Από τον Βωμό και τον Άμβωνα στην οθόνη. Η περίοδος της προφορικότητας και οι επικοινωνητές της. Μια κοινωνιολογική προσέγγιση στην ιστορία της επικοινωνίας και των μέσων. Εκδότης: Ι. Σιδέρης. Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας. Σειρά: Δημοσιογραφία και ΜΜΕ. Έτος έκδοσης: 2009 . ISBN: 960-08-0468-0. Τόπος Έκδοσης: Αθήνα Αριθμός Σελίδων: 302 Διαστάσεις: 24χ17 Πρόλογος: Κώστας Βεργόπουλος. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλίκ στην εικόνα

  • Συλλογή κειμένων: ΜΜΕ, κοινωνία και πολιτική. Ρόλος και λειτουργία στη σύγχρονη Ελλάδα. Επιμέλεια: Χ. Φραγκονικολόπουλος Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, 2005 Αριθμός σελίδων 846. ISBN 960-08-0353-6, Κείμενο Β. Νόττας: ¨Επικοινωνιακή και πολιτική εξουσία τον καιρό της επέλασης των ιδιωτών¨ (σελ. 49). Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.

  • Β΄Έκδοση. Εκδόσεις Ι. Σιδέρης. NovelBooks. Έτος έκδοσης: 2012. Αριθμός σελίδων: 610. Κωδικός ISBN: 9609989640. Εισαγωγικό σημείωμα στη 2η έκδοση: Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου.

  • Vivere pericolosamente Ανθολογία διηγημάτων: 26 ιστορίες από την Ιταλία. Εκδόσεις: Αντίκτυπος. Αθήνα: 2005 Σελίδες: 342. Κείμενο Β. Νόττας: ¨Το διαβατήριο¨. Ανάρτηση στο Ιστολογοφόρο: Κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου

  • ΚΡΥΑ ΒΡΥΣΗ Κοινωνική και Οικιστική εξέλιξη: ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ.- Συγγραφείς: Βασίλης Νόττας, Πάνος Σταθακόπουλος. Δήμος Κρύας Βρύσης Εκδόσεις Δεδούση. Σελίδες: 154 Θεσσαλονίκη 1998.

  • Εκδότης: Αρχέτυπο. Συγγραφέας: ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΟΤΤΑΣ. Κατηγορίες: Φανταστική Λογοτεχνία. ISBN 978-960-7928-83-2. Ημερομηνία έκδοσης: 01/01/2002. Αριθμός σελίδων: 512. Αναρτήσεις στο Ιστολογοφορο: κλίκ στην εικόνα του εξώφυλλου.

  • Η «κατασκευή» της πραγματικότητας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αθήνα 1998. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου που οργανώθηκε από το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συλλογικό έργο. Έκδοσεις: Αλεξάνδρεια. Διαστάσεις: 24Χ17. Σελίδες: 634. Κείμενο Β. Νόττας: Κοινωνιολογικες παρατηρησεις πανω στην οπτικοακουστικη αναπαρασταση της συγχρονης ελληνικης πραγματικοτητας. Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα

  • Α΄Έκδοση Εκδότης ΠΑΡΑΠΕΝΤΕ Θέμα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας (Ανώνυμος Ένας)

  • Ενα κείμενο στο βιβλίο του Κώστα Μπλιάτκα ¨Εισαγωγή στο τηλεοπτικό ρεπορτάζ" . Εκδόσεις ¨Ιανός¨ με τίτλο ¨Αξιοπιστία και οπτικό ρεπορτάζ¨

  • Περιοδικό ¨Εξώπολις¨ Τεύχος 12-13. Κείμενο με τίτλο ¨Το ραδιόφωνο των ονείρων. Ένα δοκίμιο περί ήχων φτιαγμένο με επτά εικόνες¨. Στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.

  • Συμμετοχή σε λογοτεχνικό παιχνίδι σχετικό με τον (υποτιθέμενο) συγγραφέα Άρθουρ Τζοφ Άρενς. Δημοσιευμένο στο περιοδικό ¨Απαγορευμένος πλανήτης" τεύχος 6 (εκδόσεις ¨Παραπέντε¨). Για το πλήρες κείμενο κλικ στην εικόνα.

  • ¨Το Δεντρο¨ Τεύχος: 17-18 . Βασίλης Νοττας: Συζήτηση για τον κοινωνικό χώρο της Θεσσαλονίκης.

  • Διδακτορική Διατριβή ¨Δημόσια μέσα μαζικής επικοινωνίας και συμμετοχική Πολεοδομία¨. Σελίδες:788. Ψηφιοποιημένη στη βιβλιοθήκη του Παντείου

  • *
  • Συγγραφικά φίλων

    Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Νίκου Μοσχοβάκου (κλικ στην εικόνα)

  • Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Ηλία Κουτσούκου (κλικ στην εικόνα)

  • Μοτο-ταξιδιωτικά από τον Βασίλη Μεταλλινό (κλικ στην εικόνα)

  • Κάποιες απόψεις και άρθρα…

    Η γυναίκα τανάλια * Όταν ο Χάρι Πότερ συνάντησε τα λόμπι * Ο μικρός ήρωας * Πώς έκοψα το κάπνισμα και άλλα

  • …και ένα θεατρικό κείμενο: Ο Λυσίστρατος

    Παρωδία σε επτά σκηνές (κλικ στην εικόνα)

  • Περιπέτειες καρδιάς

    Για τα σχετικά κείμενα, κλικ στην εικόνα

  • Περιπέτειες συγγραφής

    Σημειώσεις για την ερασιτεχνική συγγραφή

Posts Tagged ‘Ιστορικό μυθιστόρημα’

Μυθιστόρημα (υπό εκπόνηση) Μέρος Α, Κεφάλαιο 4. Ο Οινοκράτης και ένας στρογγυλός ντόπιος

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 7 Μαρτίου, 2015

Amforeis_Agora

 Ο Οινοκράτης και ένας στρογγυλός ντόπιος

 «Πρόσεχε! Ουκ καθεύδειν», λέει ο στρουμπουλός σαρικοφόρος ανατολίτης, σηκώνοντας ψηλότερα τη δάδα που κρατάει. «Κλιμάκια γλίστρες εισί.  Σκότος δε πιπικίνδυνον».

«Και γαμώ τα ελληνικά σου φιλαράκο!», παρατηρεί με λοιδορούντα  θαυμασμό ο υπηρέτης του Εύελπι.

Πρόκειται για μια νέα γνωριμία του Οινοκράτη. Τον βρήκε εξερευνώντας το σπίτι που τους έχει δοθεί, κρυμμένον στα δωμάτια του προσωπικού.

Με έκπληξη διαπίστωσε ότι αυτό το απροσδιόριστης ηλικίας στρογγυλωπό εύρημα, τα καταφέρνει -ως ένα βαθμό- να επικοινωνεί σε ένα ιδίωμα κατά προσέγγιση ελληνικό.

Ο μπουλούκος του έδωσε τσατρα-πατριστί τις απαραίτητες εξηγήσεις: Ανήκει στο οικιακό προσωπικό του γαιοκτήμονα που  διέφυγε με την οικογένειά του πριν την είσοδο των ελλήνων στην πόλη. Τον άφησαν εδώ με εντολή να εποπτεύει, με όποιο τρόπο μπορέσει, την ακίνητη περιουσία που εγκατέλειψαν πίσω, την οποία, περιουσία, «αγαπούσασι φόδρα».

images (26)

Είχαν διαλέξει εκείνον, ακριβώς επειδή τον θεωρούσαν ξεφτέρι στη γλώσσα τόσο του Γιουνάν όσο και των περιχώρων, όπως ο ίδιος ισχυριζόταν. Η αλήθεια είναι ότι τον είχαν αγοράσει κελεπούρι, από κάποιον έλληνα μισθοφόρο που ξεπουλούσε τον ντόπιο εξοπλισμό του, προκειμένου να επιστρέψει στη πατρίδα του, στην Εγγύς Δύση.

Τώρα οι δυο τους, ο Οινοκράτης και ο σφαιρικός, ο οποίος φοράει έναν ολόσωμο ανατολίτικο βυσσινί σάκο, κατηφορίζουν προς ένα υπόγειο σημείο κοινού ενδιαφέροντος: την οιναποθήκη της πολυτελούς κατοικίας.

«Μμμμ!!!» ονοματοποιεί ο Οινοκράτης  την απόλαυση που του δημιουργεί το όλο και πιο έντονο άρωμα αλκοολικής ζύμωσης που αναδύεται από τον υπόγειο χώρο.

«Μμμμ!!!», συγκατανεύει κι ο σαρικοφόρος.

Φθάνουν στο τέλος της γλιστερής σκάλας, σηκώνουν την αμπάρα που ασφαλίζει την πόρτα και μπαίνουν σε μια χαμηλοτάβανη, αλλά κατά τα άλλα ευρύχωρη, δροσερή αίθουσα, γεμάτη πίθους και ξύλινους κλειστούς κάδους ποικίλων μεγεθών.

«Χαίρε Βάκχε απανταχού παρόντα!» ενθουσιάζεται ο Οινοκράτης.

«Χαίρε εσύ ομοίως» απαντάει ο συνοδός του. «Πλην όμως, ουχί ¨Βάκχε¨ ονομάζειν εμέ. Εμέ ονομάζειν   ┴►ζ≠ν! 

«Καλά άσε» στωϊκοποιεί τη συζήτηση ο ελληνομαθέστερος των δύο. Και μετά απευθύνεται στον άλλο, δείχνοντάς του τις σφηνοειδείς επιγραφές πάνω στα δοχεία: «Πες μου χοντρέ, τι γράφουν αυτές οι χαρακιές;»

Ό άλλος δείχνει να καταλαβαίνει την ερώτηση και κάνει μια προσπάθεια να εκφραστεί προσεκτικότερα.

«Πατήρ άρχων οίκου τούτου συλλέκτης εστί. Οίνους παράγει, πλην όμως και άλλα τινά προς πόσιν συλλέγει». Και προσθέτει με στρογγυλό χαμόγελο, όσο πιο καλόβολο μπορεί. «Ελθέ, εγώ εσέ εκ πλήττειν»

«Σιγά μη μας δείρεις κιόλας», μουρμουρίζει ο Οινοκράτης που κατά βάθος διασκεδάζει με τον τρομαγμένο ιθαγενή. Τον ακολουθεί μπροστά σε ένα μικρό πιθάρι που βρίσκεται όμως σε περίοπτη θέση. Εκείνος συγκεντρώνεται και μεταφράζει την χαραγμένη στον πηλό σκουλικογραμμή:

«Οίνος… λευκός… άρωμα… πεύκη!»

«Μη μου πεις! Ρητινίτης στα Σούσα! Εγώ δεν τον πάω ιδιαίτερα, αλλά το αφεντικό μου θα τρελαθεί απ’ τη χαρά του!»

Ο ευτραφής κρίνει τον ενθουσιασμό του Οινοκράτη μικρότερο του αναμενομένου γι αυτό και τον παρασύρει παρακάτω μπροστά σε έναν ογκώδη κυλινδρικό κάδο.

«Ενταύθα κρίθος, ουχί άμπελος. Βούλεσαι πίνειν;».

«Α, ζυμωτό κριθαροζούμι με λυκίσκο…, έχουμε και ’μεις. Το πίνουν οι άρρωστοι, καμιά φορά και οι αθλητές. Το λέμε ζύθο. Το είδα και στην Αίγυπτο, απ’ όπου περάσαμε τις προάλλες για να την κατακτήσουμε», πουλάει μούρη ο Οινοκράτης.

krasi

 Ο ανατολίτης γυρίζει το κεφάλι του ένα γύρο αναζητώντας κάτι πιο εντυπωσιακό.  Το βλέμμα του σταματάει σε ένα ράφι, και συγκεκριμένα σε  μια μεγάλη ξύλινη κασέτα που είναι τοποθετημένη εκεί. Πάνω της είναι χαραγμένη μια εικόνα. Ένας γενειοφόρος με φτερά.

Μοιάζει έκπληκτος κι ο ίδιος. Του ξεφεύγουν κάποια σχόλια στην ακατανόητη γλώσσα του. «Αδύνατον!», αυτομεταφράζεται.

«Τι είναι αδύνατο», απορεί ο Οινοκράτης.

«Αναχωρούντες, έχουσι λησμονήσει τούτο!»

«Τι είναι; Άνοιξέ το»

«Ουχί, ουχί άνευ καταλλήλου ευχής».

«Προχώρα!»

Ο χονδρός περιφέρει αργά, τελετουργικά και αυτονοήτως κυκλικά τον πυρσό πάνω από το κυτίο. Μετά τον αφήνει σε μια εντοιχισμένη υποδοχή και μένει για λίγο συγκεντρωμένος, ακίνητος. Μετά κάνει δύο χορευτικές κινήσεις: μία προς τα αριστερά -δεξί πόδι σηκωμένο ψηλά και μικρά πηδηματάκια με το αριστερό, ενώ τα χέρια του διαγράφουν περιστροφικές κινήσεις- και μία ίδια, αλλά αντεστραμμένη, προς τα δεξιά.   Μετά υποκλίνεται δις. Μετά λέει μια τελετουργική φράση από εκείνες που έτσι κι αλλιώς είναι ακαταλαβίστικες. Μετά ξαναυποκλίνεται άπαξ. Μετά απλώνει και τα δύο χέρια και προσπαθεί να ανεβάσει το καπάκι, αλλά εκείνο αντιστέκεται. Ο ευτραφής δυσανασχετεί, αλλά επαναλαμβάνει τη χορογραφία και την απαγγελία με μεγαλύτερη προσοχή.

Αυτή τη φορά το κουτί ενδίδει.

Μία διαφανής φιάλη γεμάτη απαστράπτον υγρό αποτελεί το μοναδικό περιεχόμενο της κασέτας.«Χαχόμα!!!», ανακράζει ο ολοστρόγγυλος θριαμβευτικά! «Ιερή  Χαχόμα!»

 dio-nysos

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

Μυθιστόρημα (υπό εκπόνηση) Μέρος Α, Κεφάλαιο 3. Η μάχη στην Περσίδα πύλη

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 1 Μαρτίου, 2015

Μέρος Α΄. Σούσα

Κεφάλαιο τρίτο.  Όπου ο Εύελπις εξιστορεί στον Καλλισθένη τη μάχη της Περσίδας Πύλης

aae5b0d8f9f7036f393ceddae12ce3a9 Οι σκιές μακραίνουν και συγχέονται, ο εξωτικός κήπος βαθμιαία σκουραίνει, το νότιο αεράκι κάνει τις μυρωδιές που αναδύονται στην λεπτή ατμόσφαιρα ακόμη πιο έντονες.

Σε κεντρικό υπερυψωμένο σημείο του κήπου υπάρχει μια περίτεχνη περίπτερη κατασκευή. Κάτω από το σκίαστρό της είναι τοποθετημένα πολυτελή καθίσματα φτιαγμένα από ένα χοντρό, άγνωστο στην Ελλάδα, είδος καλαμιού, καθώς και ένα επίμηκες χαμηλό μαρμάρινο τραπέζι.

Εκεί κατευθύνεται τώρα ο Καλλισθένης λέγοντας στον Εύελπι που τον ακολουθεί θαυμάζοντας την απεριόριστη θέα:  «Αφού ο καιρός το επιτρέπει ας καθίσουμε εδώ».

Ο Καλλισθένης κάθεται σε μια από τις καλαμένιες πολυθρόνες και ο Εύελπις, αφού πρώτα βγάλει απ’ τον ώμο τον μεγάλο δερμάτινο σάκο και τακτοποιήσει στο πλάι το κοντό αθηναϊκό του ξίφος, κάθεται προσεκτικά σε μιαν άλλη.

Εμφανίζεται ένας υπηρέτης ντυμένος με τοπικό ιματισμό. Είναι εξοπλισμένος μ’ ένα αναμμένο λυχνάρι με το οποίο ανάβει τους φανούς του περιπτέρου και απέρχεται.

138.256

«Και μια που ο λόγος το ’φερε στον καιρό,  αν δεν κάνω λάθος, ήμαστε ακόμη στον Ανθεστηριώνα μήνα, τουλάχιστον σύμφωνα με το αττικό ημερολόγιο, έτσι δεν είναι;» παρατηρεί ο Καλλικράτης.

«Ναι, έτσι λένε αυτόν τον μήνα στην  Αττική. Όταν πρωτοπήγα πολύ μικρός στην Αθήνα νόμιζα ότι οι αισιόδοξοι αθηναίοι ήθελαν τα λουλούδια να ανθίζουν πριν την ώρα τους. Γι αυτό, μεσοχείμωνα, έχουν αυτόν τον μήνα και, στην αρχή του, μια τριήμερη γιορτή που τη λέγαν ¨Ανθεστήρια¨. Μετά, όταν άκουσα στο τέλος της γιορτής τον ιερέα να διώχνει τα κακά πνεύματα από την πόλη φωνάζοντας ¨Έξω από την πύλη, δυνάμεις του θανάτου, το ανθεστήρια τελείωσαν¨[1] κατάλαβα  ότι η λέξη προέρχεται από το ρήμα ¨ανθεστιώ¨, ανταλλάσσω φιλοξενία, κι ότι οι Αθηναίοι δεν είναι τόσο αισιόδοξοι, όσο απροκατάληπτοι. Πρώτα φιλοξενούν τα δαιμόνια και τις σκοτεινές ψυχές και μετά, με μια ωραία γιορτή, τα διώχνουν!».

Ο Καλλισθένης γελάει και ο Εύελπις παίρνει κουράγιο και συνεχίζει, «Οι Μακεδόνες προτιμούν να καταγράφουμε αυτόν τον μήνα στο βασιλικό ημερολόγιο ως ¨Δύστρο¨, που δεν αμφιβάλω ότι στα μέρη τους θα είναι ένας δύστροπος χειμωνιάτικος μήνας. Εμείς στα Μέγαρα τον ονομάζουμε όπως οι Λακεδαιμόνιοι, ¨Ελευσίνιο¨, αλλά σε διαβεβαιώ ότι παρά το εξαιρετικό κλίμα που έχουμε εκεί, αυτόν τον μήνα υπάρχουν μέρες που κάνει γερό κρύο. Για να φτάσουμε σε ζέστη σαν τη σημερινή πρέπει να μπει για τα καλά η εαρινή περίοδος».

Ο Καλλισθένης ατενίζει τον δυτικό ουρανό στον οποίο είναι ακόμη διακριτές οι τελευταίες πορφυρές ανταύγειες. «Μη παραπονιέσαι. Θυμήσου μόνο τι καύσωνα αντιμετωπίσαμε μετά τα Γαυγάμηλα, εξ άλλου μου είπανε ότι η χειμωνιάτικη ζέστη σ’ αυτά τα μέρη είναι προάγγελος βροχής».

Ο υπηρέτης επανέρχεται κρατώντας αυτή τη φορά έναν χάλκινο δίσκο με αλαβάστρινη οινοχόη και πολυτελείς σκύφους[2]. Τον τοποθετεί πάνω στο τραπέζι, υποκλίνεται και φεύγει.

images (3)

Οι άκρες των χειλιών του Καλλισθένη ανασηκώνονται σχηματίζοντας ένα λεπτό μειδίαμα  «Χαίρομαι που σε βλέπω Μεγαρέα».

Ο Εύελπις ανταποδίδει εγκάρδια το χαμόγελο. «Είμαι ευτυχής που είμαι πάλι εδώ Καλλισθένη. Και είμαι έτοιμος να σου διηγηθώ διεξοδικά τα όσα συνέβησαν τα τελευταία δεκαήμερα». 

Ο Ολύνθιος ακουμπάει αναπαυτικότερα στην πλάτη της πολυθρόνας. «Σε ακούω».

«Ξεκινήσαμε, όπως ξέρεις, ακολουθώντας την Βασιλική Οδό προς τα νοτιοανατολικά. Δεξιά μας η αχανής εύφορη πεδιάδα των δίδυμων ποταμών και αριστερά μας ο Ζάγκρος. Προχωρούσαμε με ρυθμό ταχύ, όπως πάντα, πολύ περισσότερο τώρα που ο δρόμος είναι αμαξιτός και σε αρκετά καλή κατάσταση. Οι ανιχνευτές, επιστρέφοντας από τις προωθημένες περιπολίες τους, μας διαβεβαίωναν ότι δεν υπήρχαν ορατές παγίδες και ενέδρες.

Πίσω μας, θα τους είδες όταν ξεκινήσαμε, έτρεχαν πλήθος οι ¨συνακολουθούντες¨. Είχαν μάθει ότι στην πορεία μας υπάρχει ακόμη μία πρωτεύουσα πόλη της αυτοκρατορίας, άρα πλούτη από τα οποία θα μπορούσαν να τσιμπολογήσουν, ή τόποι όπου θα τους δινόταν η άδεια να εγκατασταθούν».

«Έμαθα ότι κάποιοι αναμεταξύ τους υποδαυλίζουν τη δυσαρέσκεια γιατί δεν τους επιτρέψαμε να πλιατσικολογήσουν ούτε στη Βαβυλώνα ούτε στα Σούσα», παρατηρεί ο Καλλισθένης.   «Είναι επίσης αλήθεια ότι ανάμεσά τους κυκλοφορούν φήμες ανεξέλεγκτες». Σκέπτεται για μια στιγμή και προσθέτει: «Από την άλλη είναι γεγονός ότι συχνά καταφέρνουν να πληροφορούνται πράγματα που ίσως δεν θα ’πρεπε. Είναι ένα θέμα που πρέπει να το δούμε».

69

Ο Εύελπις έχει ήδη ανοίξει το σάκο του και τώρα βγάζει μερικούς κυλίνδρους που τους ακουμπάει προσεκτικά στο μαρμάρινο τραπέζι. Διαλέγει έναν  και τον ανοίγει.

«Εδώ είναι η Βασιλική Οδός» δείχνει. «Είχαμε συμπληρώσει πορεία τεσσάρων ημερών και ήμασταν σε αυτό ακριβώς το σημείο, όταν εμφανίστηκε… αντιπροσωπεία, ας την πούμε έτσι, από ντόπιους ορεσίβιους, που ούτε λίγο ούτε πολύ μας ζήτησαν να πληρώσουμε τέλη διέλευσης!»

Ο Καλλισθένης σηκώνεται για να δει καλλίτερα τον χάρτη και με την ευκαιρία γεμίζει τα ποτήρια με το περιεχόμενο του κρατήρα «Α, ναι;»

«Μα το Δία! Ισχυρίζονταν ότι ακόμη και οι Πέρσες τους προσφέρουν δώρα, έτσι ώστε αυτοί με τη σειρά τους να εγγυώνται  ασφαλή διέλευση».

Ο Καλλισθένης πίνει και αφήνει το ποτήρι του στην άκρη του τραπεζιού. «Ποια φυλή ήταν;»

«Ήταν Ούξιοι, όχι όμως εκείνοι που καλλιεργούν την πεδιάδα, οι πλούσιοι. Αυτοί παραδόθηκαν εύκολα. Ήταν τα ξαδέλφια τους που μένουν στα βουνά και ζουν ελέγχοντας τα περάσματα». Στο άκουσμα του ονόματος της φυλής ο Καλλισθένης έχει μια αδιόρατη αντίδραση. Ο Εύελπις την αντιλαμβάνεται. «Τους έχεις ακουστά;»

«Μαθαίνω ότι τους αναφέρει συχνά η  Σισύγγαμβρις. Φαίνεται ότι τους συμπαθεί. Θα πρέπει να ελέγξουμε αν διατηρεί μυστικές επαφές μαζί τους.

Λοιπόν, πώς αντέδρασε ο Αλέξανδρος; »

«Κατ’ αρχήν χαμογελώντας.

Έπειτα ανηφόρισε τα βουνά μαζί με τον Κρατερό και μερικές ίλες ιππέων και κυριολεκτικά τους διέλυσε. Ο Πτολεμαίος του Λάγου διαπραγματεύεται τώρα μαζί τους τι αποζημίωση θα πληρώσουν. Μου έλεγε ότι επειδή ούτε έχουν ούτε ξέρουν από νομίσματα, θα τους βάλει να πληρώσουν σε είδος. Άλογα, τρόφιμα και τέτοια. Σου έχω σημειώσει ορισμένα στοιχεία εδώ». Ο Εύελπις δείχνει έναν άλλο κύλινδρο, και μετά έναν ακόμη. «Την επίσημη εκδοχή την έχει καταγράψει ο Ευμένης στο Ιστορικό της Εκστρατείας, νάτη».

«Είναι καλά ο Ευμένης;»

«Μια χαρά. Σου στέλνει εγκάρδιους χαιρετισμούς  Μου είπε ότι αδημονεί να αναλάβεις πάλι τον συντονισμό της ομάδας. Γιατί -αυτό μπορώ να σου το επιβεβαιώσω κι εγώ- οι ¨άλλοι¨ έχουν πάρει τ’ απάνω τους τελευταία.

«Αυτά θα μου τα πεις αναλυτικά στη συνέχεια. Πες μου τώρα πως τα πήγαν οι οδηγοί που είχαμε επιλέξει;»

«Μια χαρά. Αν και, όπως θα δεις, σπουδαίο ρόλο αυτή τη φορά έπαιξε ένας περίεργος δίγλωσσος βοσκός που παρουσιάστηκε επί τόπου μόνος του».

  «Δίγλωσσος βοσκός; Μιλούσε και τη γλώσσα των προβάτων;»

Ο Εύελπις γελάει. «Ήταν ένας καλλιεργημένος βοσκός που μιλούσε Περσικά και Ελληνικά παρακαλώ! Αλλά περίμενε, αυτός εμφανίζεται αμέσως μετά».

«Εντάξει. Συνέχισε».

«Μετά τη συμμόρφωση των βουνίσιων, ο Αλέξανδρος αποφάσισε να χωρίσει τη στρατιά στα δύο. Με τη συνοδεία του θεσσαλικού ιππικού, οι βαριά οπλισμένοι, οι σύμμαχοι, οι μισθοφόροι και βέβαια οι σκευοφόρες άμαξες και οι ασύνταχτοι εξακολούθησαν την πορεία τους στην κάτω πεδινή διαδρομή. Το πρόσταγμα, γι αυτό το μέρος της στρατιάς, ο Αλέξανδρος το ανέθεσε στον Παρμενίωνα.

Ο ίδιος, μαζί με το ιππικό των εταίρων, τους πεζεταίρους, μεγάλο αριθμό τοξοτών  και αρκετούς μηχανικούς εξειδικευμένους στις διαβάσεις, αποφάσισε να ακολουθήσει την ορεινή διαδρομή. Εκείνη που ήταν χαραγμένη στο σχεδιάγραμμα που του παραδώσαμε πριν την αναχώρηση.  Όχι γιατί  αυτή είναι συντομότερη, αλλά μάλλον γιατί ήθελε να εξασφαλίσει την στρατιά από τυχόν πλευρική επίθεση από τη μεριά των βουνών. Ίσως πάλι να ήθελε να εξακριβώσει πόσο στρατηγικά σημαντικό  ήταν το ορεινό πέρασμα που στον χάρτη αναφερόταν ως ¨Περσίδα Πύλ稻.

«Τους ακολούθησες κι εσύ;»

«Ναι, με τη σύμφωνη γνώμη του Ευμένη, ο οποίος παρέμεινε με τον κορμό της στρατιάς».

«Λοιπόν;»

«Λοιπόν η διαδρομή έως το στενό αυτό πέρασμα ήταν σχετικά εύκολη. Λέω ¨σχετικά¨ γιατί μερικά πράγματα άλλαζαν ραγδαία καθώς σκαρφαλώναμε στο βουνό. Πρώτα ο καιρός. Ο χειμώνας επέστρεφε δριμύς. Συναντήσαμε ως και χιόνια και πάγους.

Από ψηλά ήταν ορατή στα δεξιά μας, πέρα από την πεδιάδα, στο βάθος, η θάλασσα των Περσών. Αυτό σήμαινε ότι είχαμε φτάσει κοντά στο νότιο άκρο της οροσειράς και όπου να ’ναι τα βουνά θα τελείωναν, αλλά μέχρι να φτάσουμε στην Περσίδα Πύλη κινούμασταν σε δύσβατα παγωμένα ορεινά μονοπάτια.

10

Έπειτα, οι ντόπιοι που συναντούσαμε μας φάνηκαν αλλιώτικοι από εκείνους που μας είχαν υποδεχθεί ως τα τώρα. Φανερά εχθρικοί, μας επιτηρούσαν από μακριά. Είμαι σίγουρος ότι ενημέρωναν τους Πέρσες για τις κινήσεις μας».

 «Μέχρι τώρα, Εύελπι, είχαμε να κάνουμε με χώρες και πληθυσμούς που οι Πέρσες είχαν υποτάξει.  Έστω κι αν μερικούς απ’ αυτούς τους έχουν ενσωματώσει, άλλους περισσότερο και άλλους λιγότερο, υπάρχουν πάντα εκείνοι που δυσανασχετούν κάτω από τον περσικό ζυγό. Λάβε υπ’ όψιν σου ότι για  αυτούς εμείς δεν είμαστε περισσότερο ξένοι απ’ ό, τι οι Πέρσες. Έτσι λοιπόν, πολλοί ως τα τώρα προτίμησαν να μας δουν ως ελευθερωτές.

Τώρα πάντως εισερχόμαστε στην Περσία καθαυτή. Από δω και πέρα τα πράγματα θα αλλάξουν, οι αντιστάσεις θα ενταθούν, θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε τον εθνικό πυρήνα της αυτοκρατορίας τους».

«Νομίζω ότι ο Αλέξανδρος έχει την ίδια άποψη. Ίσως αυτός να είναι ο λόγος που η πολιτική του ήδη άλλαξε. Φαίνεται ότι περνάμε σε μια φάση εκφοβισμού και επίδειξης δύναμης».

Ο Εύελπις πήρε μια βαθειά ανάσα. «Βέβαια, δεν είμαι ακόμη σίγουρος τι ρόλο μπορεί να έχουν παίξει σε αυτή την αλλαγή οι ¨άλλοι¨…»

 5790776758_9043980a36_z

Το σκοτάδι μιας νύχτας που δεν έμοιαζε σε τίποτα με χειμωνιάτικη είχε απλωθεί ανάλαφρο πάνω απ’ τον κήπο. Το φως των πυρσών τρεμόπαιζε. Ο Εύελπις συνέχισε.

«Αλλά άκουσε τι συνέβη στην Περσίδα Πύλη.

Πρόκειται για μια στενή διάβαση, όπου συναντήσαμε απρόβλεπτη, έντονη αντίσταση και είχαμε πολλούς νεκρούς και πληγωμένους.

Κατ’ αρχήν είχαν κλείσει το τέλος του περάσματος με τείχος. Όταν η εμπροσθοφυλακή έφτασε εκεί αποκλείστηκε, ενώ οι Πέρσες άρχισαν να πετούν από τα γύρω υψώματα ακόντια, βέλη και βράχους. Αναγκαστήκαμε να υποχωρήσουμε εσπευσμένα.  Ο απεγκλωβισμός υπήρξε δύσκολος και βαρύς σε απώλειες.

Ο Αλέξανδρος, ο Κρατερός, ο Φιλώτας, ο Αμύντας και άλλοι εταίροι ήταν μαζεμένοι στη βασιλική σκηνή για να εξετάσουν ποιες εναλλακτικές λύσεις ήταν εφικτές, όταν ζήτησε ακρόαση ο βοσκός που σου έλεγα προηγουμένως. Τον ανέκρινα εγώ ο ίδιος. Ισχυριζόταν ότι γνώριζε ένα μονοπάτι που παρέκαμπτε την τειχισμένη Πύλη και οδηγούσε στο πίσω μέρος του στρατοπέδου των Περσών.

Όπως είναι φυσικό φοβήθηκα παγίδα. Τον ρώτησα που έμαθε ελληνικά και μου είπε ότι καταγόταν από τη μικρασιατική περιοχή της Λυκίας, όπου ακόμη και όταν ήταν υπό περσική κατοχή, η πιο διαδεδομένη γλώσσα ήταν τα ελληνικά. Υποστήριξε ότι επειδή, χρόνια πριν, είχε κάποια προβλήματα με τις τοπικές αρχές, είχε περιπλανηθεί  στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας και είχε καταλήξει κτηνοτρόφος στα βουνά του Ζάγκρου».

Ο Καλλισθένης του ρίχνει μια διερευνητική ματιά «Σε έπεισε;»

«Όχι. Υπήρχε βέβαια μια μικρή πιθανότητα να είναι αυτό που ισχυριζόταν, δηλαδή ένας φιλάργυρος ριψοκίνδυνος βοσκός με γνώσεις ελληνικής, αλλά κάτι μέσα μου έλεγε ότι είναι βαλτός.

Μόνο που δεν μπορούσα να καταλήξω από ποιόν.

Αν τον είχαν βάλει οι νομιμόφρονες Πέρσες που ήθελαν να μας παρασύρουν σε μία ακόμη ενέδρα, θα έπρεπε να καταλήξει στον πυθμένα του πλησιέστερου γκρεμού. 

Αλλά θα μπορούσε να δρα για λογαριασμό κάποιας από τις φατρίες που εχθρεύονται τον τωρινό Πέρση βασιλιά και που θεωρούν ότι μια ακόμη ήττα των στρατευμάτων του θα επέσπευδε την ανατροπή του…

 Ή ακόμη να είναι σταλμένος από κάποιον αντιπέρση τοπικό ηγεμόνα που θα ήθελε να μας βοηθήσει χωρίς να εκτεθεί ακόμη προσωπικά…»

«Τι ανταλλάγματα ζήτησε;»

«Τριάντα τάλαντα. Αργυρά».

« Όχι λίγα. Λοιπόν;»

«Επειδή, παρά τους ενδοιασμούς μου, ο Λύκιος δεν μου φάνηκε τελικά ένας τύπος που θα αυτοκτονούσε υπέρ οποιουδήποτε ιδανικού, ενημέρωσα τους εταίρους για την προσφορά του, αλλά και για τις ανησυχίες μου. Αποφάσισαν  να το διακινδυνέψουν και τελικά έπραξαν σωστά».

Ο Εύελπις σηκώνεται όρθιος προκειμένου να γίνει πιο παραστατική η αφήγησή του: «¨Αν ψεύδεσαι θα πεθάνεις και μάλιστα με τον πιο επώδυνο τρόπο. Αν λες αλήθεια θα ανταμειφτείς¨,  του είπε ο Κρατερός και ανέθεσε τη φρούρησή του σε έναν τεράστιο αγριωπό Μακεδόνα.

Ο Αλέξανδρος χώρισε και πάλι το στράτευμα.

Ένα τμήμα υπό τον Κρατερό θα παρέμενε στο στρατόπεδο έως την επομένη το πρωί, οπότε και θα επιτιθόταν και πάλι στο τείχος της Περσίδας.

Ένα άλλο τμήμα υπό τον Φιλώτα και με τους μηχανικούς μαζί, ξεκίνησε αμέσως κατηφορίζοντας προς την πεδιάδα με εντολή να γεφυρώσει τον ποταμό Αράξη, το τελευταίο φυσικό κώλυμα πριν την Περσέπολη, και να περιμένει εκεί.

Ο ίδιος ο Αλέξανδρος, με το που νύχτωσε, ξεκίνησε ακολουθώντας την στενή, δυσδιάκριτη, επικίνδυνη διαδρομή που υποδείκνυε ο Λύκιος. 

Το μονοπάτι πότε χωνόταν στο δάσος και πότε κρεμόταν στην παρειά του βουνού και οι ιππείς έβρισκαν  με δυσκολία ασφαλή πατήματα. Τους ακολούθησα ενταγμένος στην οπισθοφυλακή. Μετά από, ευτυχώς, όχι ιδιαίτερα μακρά πορεία, ανασυνταχτήκαμε σιωπηλά σε ένα πλάτωμα λίγο πάνω από περσικό στρατόπεδο.

Οι Πέρσες που φύλαγαν με τόση επιμέλεια και τόσο πάθος την Περσίδα Πύλη, δεν είχαν δείξει την ίδια πρόνοια για το στρατόπεδό τους. Προφανώς δεν περίμεναν αυτό που τελικά συνέβη. 

Οι φρουρές τους εξουδετερώθηκαν εύκολα και ο αιφνιδιασμός πέτυχε απόλυτα. Όσοι κατάφεραν να οπλιστούν πολέμησαν με γενναιότητα, αλλά ειλικρινά δεν είχαν καμία πιθανότητα να καταφέρουν να μας αποκρούσουν. Τελικά οι απώλειές τους ήταν ολικές. Ελάχιστοι κατάφεραν να γλιτώσουν και μέσω της δασωμένης πλευράς του βουνού να κατηφορίσουν στην κοιλάδα για να μεταφέρουν τα νέα στην Περσέπολη. Οι δικές μας απώλειες -αν εξαιρέσεις τους πολεμιστές που χάσαμε κατά την αρχική επίθεση στην Πύλη- ήταν μικρές.

Το ξημέρωμα ο Κρατερός επιτέθηκε στο τειχισμένο πέρασμα και εξουδετέρωσε εύκολα τη φρουρά που μάταια περίμενε ενισχύσεις από το στρατόπεδο.

Ο Καλλισθένης μένει για λίγο σιωπηλός. Μετά παρατηρεί: «Μια νίκη που μοιάζει με την ήττα που υπέστησαν οι Έλληνες στις Θερμοπύλες.

Να που η Ιστορία μπορεί να αναστραφεί. Εμείς στα βάθη της Ασίας νικητές, οι Πέρσες να πολεμούν με ανδρεία για την πατρίδα τους και να προδίδονται από έναν ακόμη Εφιάλτη». Ο Ολύνθιος παίρνει μια βαθειά ανάσα: «Εφιάλτες, αυτό το χρήσιμο για τους νικητές, είδος ερπετών!»

«Με αυτήν ακριβώς την αναφορά στις Θερμοπύλες κατέγραψε ο Ευμένης τα γεγονότα στο Ημερολόγιο της Εκστρατείας. Θεία Δίκη, Ανθρώπινη Δικαιοσύνη, Νέμεσις...

 Ήταν πάντως μια πραγματικά μεγάλη νίκη. Χάρη σ’ αυτήν εξασφαλίσαμε την παράδοση της Περσέπολης».

IST11

Ο Καλλισθένης σηκώνεται κι αυτός «Ας πιούμε». Δείχνει στον Εύελπι το ακόμη γεμάτο ποτήρι του. «Πιες άφοβα. Είναι τοπικό κρασί ήδη αραιωμένο». Ξαναγεμίζει το δικό του και το υψώνει προκειμένου να κάνει πρόποση: «Στην επάνοδο των  Θεών του ορθού λόγου!»

Ο Εύελπις ανταποκρίνεται: «Στις νίκες των ενωμένων ελλήνων!»

Χαμογελούν και οι δύο και πίνουν.

 images (77)

[1]  «Θύραζε Κήρες, ουκ έτ’ Ανθεστήρια»

[2] Σκύφοι: Κωνικά επιτραπέζια ποτήρια

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , | Leave a Comment »

Μυθιστόρημα (υπό εκπόνηση) Μέρος Α, Κεφάλαιο 2. – Καλλισθένης ο Ολύνθιος

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 21 Φεβρουαρίου, 2015

φαλαγγα

Μέρος Α΄

Κεφάλαιο δεύτερο.

Καλλισθένης ο Ολύνθιος

 

Ο Ήλιος έχει πάρει το χρώμα του κερασιού, έχει γίνει τεράστιος  και αιωρείται στο βάθος, πάνω από το δυτικό τμήμα του ορίζοντα. Όπου να ’ναι θα καταδυθεί στο λεπτό ροδαλό πάπλωμα που του έχουν ετοιμάσει οι υδρατμοί των ρεόντων θεών Τίγρη και Ευφράτη.

Ο Χοάσπης και, παρακάτω, ένας άλλος μικρός ποταμός του οποίου το ντόπιο όνομα προφέρεται δύσκολα, επωφελούνται για να εγκαταλείψουν το σύνηθες λαδί τους χρώμα και να αστράψουν σαν ασημένιες φιδωτές κορδέλες που απομακρύνονται από τα Σούσα προς τη απέραντη πεδιάδα.

Ένα αεράκι, που σίγουρα προέρχεται από τη θάλασσα, ανηφορίζει έως τα Σούσα, τη βασιλική ¨Πόλη των Κρίνων¨, μεταφέροντας ως εδώ μυρωδιές καλλιεργημένης γης  και αναδεύοντας τα αρώματα των κήπων.

Εάν ο Καλλισθένης ήταν περισσότερο ποιητής και λιγότερο ορθολογιστής παρατηρητής της φύσης, θα έλεγε ότι το πέταγμα των αλκυόνων, αυτών των αέναων φορέων χειμωνιάτικης καλοκαιρίας, φέτος περνάει σίγουρα από τη Νότια Μεσοποταμία.

Δεν το λέει. Πάντως σηκώνει ασυναίσθητα το κεφάλι ψηλά μην και, κατά τύχη, δει να περνάει από εκείνα τα μέρη καν’α ξεστρατισμένο γαλαζωπό πουλί.

images

Ο Καλλισθένης βρίσκεται σ’ έναν όμορφο υπερυψωμένο κήπο, έξω από το πολυτελές κατάλυμα  που του έχει αποδοθεί στο συγκρότημα των χειμερινών ανακτόρων, πάνω στην υπερυψωμένη και περιτειχισμένη Ακρόπολη.

Είναι μάλλον ψηλός, ευθυτενής, με μαύρα μαλλιά χαραγμένα εδώ κι εκεί από κάποιες πρώιμες λευκές τρίχες και κοντοκουρεμένα κοκκινωπά γένια. Φοράει έναν ποδήρη λευκό χιτώνα με φαρδιά μανίκια και ιμάντα στη μέση.

Περπατάει και συλλογίζεται. Το βλέμμα του, καθώς αγναντεύει τον εσπερινό ουρανό μπορεί να μην βλέπει ιπτάμενους μετεωρικούς οιωνούς, όμως ανάμεσα στις κορυφές των φοινικόδεντρων συναντάει στην ανατολική πλευρά του ορίζοντα τις λευκές βουνοκορφές της οροσειράς του Ζάγκρου και μαζί τα βαριά σύννεφα που κουρνιάζουν εκεί.

Ο Ζάγκρος, στους πρόποδες του οποίου βρίσκονται τα Σούσα, αποτελεί ένα απέραντο τείχος, που καλύπτει σχεδόν ολόκληρη την ανατολική πλευρά της Μεσοποταμίας και επεκτείνεται ακόμη πιο χαμηλά, στα ανατολικά του περσικού κόλπου. Απέραντος σε μήκος,  πανύψηλος,  μυστηριώδης και σχεδόν άβατος, εμποδίζει την πρόσβαση προς το ιρανικό οροπέδιο όπου βρίσκεται η κοιτίδα των Περσών και των Μήδων.

43802-004-CADC6FC8

Ο Καλλισθένης σκέπτεται πως, πέρα από τον επίσημο δρόμο που ενώνει τις μεγάλες πόλεις τις αραδιασμένες στα ριζά της οροσειράς, σίγουρα κάποια ορεινά περάσματα θα υπάρχουν, όπως θεωρεί βέβαιο ότι πρέπει να υπάρχουν χάρτες που να τα καταγράφουν.

Ήδη, πριν από την αναχώρηση του στρατεύματος από τα Σούσα προς την Περσέπολη, ο Καλλισθένης είχε εξασφαλίσει και παραδώσει στον Αλέξανδρο ένα σχεδιάγραμμα που υποδείκνυε μια εναλλακτική διαδρομή, μέσω της οποίας, αν κάτι τέτοιο κρινόταν χρήσιμο,  θα μπορούσε να παρακάμψει την αμαξιτή ¨Βασιλική Οδό¨. Το διάγραμμα αυτό ήταν σχεδιασμένο και σχολιασμένο στην ελληνική γλώσσα από μαχητές που παλιότερα είχαν συμμετάσχει  ως μισθοφόροι στις τοπικές εμφύλιες ενδοπερσικές συγκρούσεις.

Ο Ολύνθιος, και οι ¨συν αυτώ¨, μια μικτή ομάδα που απαρτίζεται  από λόγιους, καθώς και επιλεγμένους στρατιωτικούς με επικεφαλής τον εταίρο Λαομέδοντα (έναν Μυτιληνιό που γνωρίζει πολύ καλά την περσική γλώσσα), από την αρχή της εκστρατείας δεν έχουν σταματήσει να συλλέγουν τέτοιου είδους στρατιωτικές μαρτυρίες, που συχνά αποδεικνύονται πολύτιμες για τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων.

Στην ομάδα των ειδημόνων του Καλλισθένη έχει επίσης ανατεθεί η ανάκριση και, στη συνέχεια, η επιλογή των απαραίτητων οδηγών, ανάμεσα σε ένα πλήθος αιχμαλώτων και αυτομόλων που ισχυρίζονται ότι ξέρουν καλά την περιοχή.

Ευτυχώς όλα έχουν καταλήξει αισίως: Η Περσέπολη έχει κυριευτεί.

page21

Την επιτυχία της νέας εξόρμησης την έχουν ήδη αναγγείλει πρώτα οι φλόγες των πυρσωρών  που η προελαύνουσα στρατιά άφηνε στα κατάλληλα σημεία πίσω της, και στη συνέχεια, με περισσότερη ακρίβεια, οι έφιπποι ημεροδρόμοι. Χτες κατέφτασε η πιο χειροπιαστή και πανηγυρική από όλες τις αποδείξεις:  ο θησαυρός.

Ο Καλλισθένης θα έπρεπε κανονικά να είναι εκεί, κοντά στις αιχμές των ελληνικών δοράτων καί σε αυτήν την προέλαση. Η εκτέλεση των καθηκόντων του απαιτεί το να βρίσκεται όσο πιο κοντά γίνεται στην πρωτογενή δράση της στρατιάς. Και τα καθήκοντά του αυτά δεν εξαντλούνται στην ανίχνευση και την αξιολόγηση χρήσιμων πληροφοριών, αλλά συμπεριλαμβάνουν την εποπτεία της καταγραφής των γεγονότων έτσι ώστε να υπάρξει -ελεγμένο- υλικό για τους μελλοντικούς ιστορικούς, καθώς επίσης -και αυτό τον γοητεύει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο- την εξερεύνηση των μυστικών αυτής της τόσο αρχαίας και συνάμα τόσο μυστηριώδους γης.

Ο Ολύνθιος είναι σίγουρος ότι η Περσέπολη, όπως όλες οι μεγάλες πόλεις, πέρα από τα πολύτιμα αντικείμενα, διαθέτει εκείνο που πρώτιστα τον ενδιαφέρει: γνώσεις.

Γνώσεις ανεπεξέργαστες, ζηλότυπα φυλακισμένες σε ναούς  και σ’ ανάκτορα. Γνώσεις που θα έπρεπε να ξεπλυθούν από την ανατολίτικη μυστικοπάθεια και τις υστεροβουλίες ιερέων και μάγων και να υποστούν τη διύλιση του νου και του ορθού λόγου. Γνώσεις που ήρθε ο καιρός να ανθίσουν λιπασμένες από τη βάσανο  των δημόσιων φιλοσοφικών αναλύσεων. 

 Όμως ήταν ο ίδιος ο Αλέξανδρος που ζήτησε από τον Καλλισθένη να παραμείνει στα Σούσα και, όντως, υπήρχαν κάποια εύλογα αίτια γι αυτό.

Η κατακτημένη από τους Πέρσες παλιά Ελαμιτική πόλη είχε παραδοθεί αμαχητί -όπως άλλωστε προηγουμένως και η Βαβυλώνα. Ο βασιλιάς και το κύριο μέρος του στρατεύματος είχαν παραμείνει εδώ μόλις ένα δεκαήμερο. Ίσα ίσα για να πάρουν μια ανάσα, να διοργανώσουν μια γιορτή και να καταστρώσουν λεπτομερέστερα σχέδια για την συνέχιση της προέλασης. Ο Αλέξανδρος όρισε υπεύθυνο για την πόλη τον στρατηγό Αρχέλαο και επικεφαλής της φρουράς των περιτειχισμένων ανακτόρων τον εταίρο Μάζαρο. Οι δύο έμπειροι στρατιωτικοί  θα ήταν ίσως αρκετοί αν δεν υπήρχαν τουλάχιστον δύο θέματα που απαιτούσαν ιδιαίτερη προσοχή και επιτήρηση.

Το ένα ήταν ο Θησαυρός των Σούσων, στην ουσία ο θησαυρός που είχε σωρεύσει εδώ παλιότερα ο βασιλιάς Ξέρξης, μέρος του οποίου αποτελούσαν λάφυρα που είχαν αφαιρεθεί από την γη των Ελλήνων.

Μερικοί ισχυρίζονται ότι οι Πέρσες δεν μετακίνησαν εγκαίρως το θησαυρό από τα Σούσα για να καθυστερήσουν τον Αλέξανδρο, ο οποίος υπέθεσαν ότι δεν θα απέφευγε να τον θαυμάσει και να τον καταμετρήσει καταναλώνοντας δεκάδες ημερών αν όχι μήνες. Χρόνος που θα ήταν πολύτιμος για την ανασυγκρότηση των περσικών αυτοκρατορικών στρατευμάτων.

Ο Καλλισθένης δεν πιστεύει αυτή την εκδοχή. Ιδιαίτερα τώρα που βλέπει τον όγκο των θησαυρών και φαντάζεται την αναταραχή και την ηττοπάθεια που θα δημιουργούσε η μεταφορά τους αλλού: Όχι, η σωστή ερμηνεία είναι ότι οι Πέρσες εγκαταλείπουν τους θησαυρούς τους γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Μακεδόνες δεν πρέπει να τους καταγράψουν και να τους εκτιμήσουν το ταχύτερο. Και, βέβαια, να τους προστατέψουν από τυχόν νέες απειλές, από οπουδήποτε κι αν προέρχονται. Ακόμη και -δυστυχώς έχουν προκύψει τελευταία και τέτοια κρούσματα- από την επιβουλή ορισμένων ημετέρων.

Το άλλο ζήτημα που απαιτεί ειδική φροντίδα είναι η επιτήρηση της οικογένειας του Δαρείου που αυτή τη στιγμή βρίσκεται, περισσότερο φιλοξενούμενη παρά αιχμάλωτη, εδώ, στα ανάκτορα της πόλης.

alexander_and_barsine

Βέβαια, ούτε η  Σισύγγαμβρις, η μητέρα του Δαρείου, ούτε οι κόρες του ούτε και ο -εξάλλου μικρός στην ηλικία- γιος του, έχουν δημιουργήσει μέχρι στιγμής προβλήματα. Αντίθετα δείχνουν ευγνωμοσύνη για την καλή μεταχείριση που τους επιφυλάχτηκε.

Η μόνη απώλεια αφορά την Στάτειρα, τη σύζυγο -αλλά και αδελφή, σύμφωνα με τα περσικά ανακτορικά ήθη- του Δαρείου.

Την ώριμη ομορφιά της βασίλισσας είχαν θαυμάσει και επαινέσει όλοι οι φιλόκαλλοι Έλληνες, όταν, μετά τη μάχη στην Ισσό πριν δυο χρόνια περίπου, ο Δαρείος είχε τραπεί σε φυγή, αφήνοντας την οικογένειά του στο έλεος του Μακεδόνα. Δυστυχώς όμως, η Στάτειρα πέθανε εδώ και λίγους μήνες, γεγονός που προξένησε μεγάλη θλίψη στον Αλέξανδρο. Η κηδεία της υπήρξε μεγαλοπρεπής και οι τιμές που της αποδόθηκαν ξεχωριστές.

Όμως, στο επίσημο βασιλικό ημερολόγιο δεν αναγράφηκε η αιτία του θανάτου. Θα δημιουργούσε αμηχανία. Η Στάτειρα, ήδη υπό -πολυτελή- ομηρεία για περισσότερο από έναν χρόνο, είχε πεθάνει από επιπλοκές τοκετού.

Ορισμένα ζητήματα ας μείνουν ανοικτά στην ευθυκρισία των μελλοντικών ιστορικών, σκέφτεται ο Καλλισθένης και ένα αδιόρατο δυσερμήνευτο χαμόγελο εμφανίζεται στις άκρες των χειλιών του.

 Όμως το μυαλό του επιστρέφει στα τρέχοντα.

C3FAA982E54A74412420E7430F581247

Ο Αλέξανδρος έχει δώσει εντολή να παρασχεθούν μαθήματα ελληνικής γλώσσας στα μέλη της βασιλικής οικογένειας που το επιθυμούν και ο Καλλισθένης έχει δώσει με τη σειρά του εντολή στους Έλληνες  λόγιους γνώστες της περσικής που ανέλαβαν αυτό το έργο, να τον ενημερώνουν καθημερινά για οτιδήποτε το ενδιαφέρον περιπέσει στην αντίληψή τους κατά τη διάρκεια αυτών των μαθημάτων.

 Επίσης, έχει ήδη φροντίσει ώστε να επιτηρείται, με την απαιτούμενη διακριτικότητα, ο Αβουλίτης, ο σατράπης που παρέδωσε αμαχητί την πόλη των Σούσων στους Έλληνες και τον οποίο ο Αλέξανδρος δεν καθαίρεσε, αλλά τον επιβεβαίωσε στη θέση του διοικητή της Σουσιανής. Ας σημειωθεί  ότι οι εταίροι είχαν μεταφέρει το δύσκολο όνομα του Πέρση σατράπη στα ελληνικά με όλη τη νεανική, περιπαικτική τους διάθεση και έμοιαζαν να διασκεδάζουν όταν τον προσφωνούσαν Α-βουλίτη. Ο Κλεισθένης χαμογελάει.  Ο ίδιος δεν είχε καμία αντίρρηση να τον καταγράψει ως ¨στερούμενο βούλησης¨ στην Καταγραφή της Εκστρατείας.

 Γι όλα αυτά ο Ολύνθιος έχει στείλει τακτικές αναφορές στον Αλέξανδρο. Χτες, ο Εύελπις ο Μεγαρεύς, ο οποίος επέστρεψε συνοδεύοντας τον θησαυρό, του παρέδωσε επιστολή όπου ο βασιλιάς δηλώνει ευχαριστημένος για την πορεία των πραγμάτων και ζητά από τον Καλλισθένη να εξακολουθήσει να παραμένει στα Σούσα έως ότου τον ειδοποιήσει να πράξει διαφορετικά. Το αίτημα αυτό του Αλέξανδρου παραξενεύει και βάζει σε σκέψεις τον Καλλισθένη. Ωστόσο, όπου να ’ναι  ο Μεγαρεύς θα έρθει και θα του πει περισσότερα…

 Πράγματι, οι σκέψεις του διακόπτονται από το ποδοβολητό ενός αλόγου που πλησιάζει.

Thessalikos Ippeas 750 πχ

Ο Καλλισθένης κατεβάζει το βλέμμα στο κάτω διάζωμα του κρεμαστού κήπου, όπου ο νεαρός Εύελπις έχοντας ξεπεράσει την φρουρά της Πύλης, καταφτάνει, ξεπεζεύει και παραδίνει το θεσσαλικό καστανόχρωμο άλογό του στον ντόπιο υπηρέτη που τον περιμένει εκεί. Μετά στρέφει τη γαλανή ματιά του προς τα πάνω και χαιρετά τον Ολύνθιο. Εκείνος τον αντιχαιρετά και με ένα νεύμα του δείχνει την κλίμακα που οδηγεί στο άνω διάζωμα.

(συνεχίζεται… Στο επόμενο: Μέρος Α΄ Σούσα. Κεφάλαιο τρίτο.  Όπου ο Εύελπις εξιστορεί στον Καλλισθένη τη μάχη της Περσίδας Πύλης)

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , | Leave a Comment »

Μυθιστόρημα (υπό εκπόνηση) Μέρος Α, Κεφάλαιο 1

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 17 Φεβρουαρίου, 2015

043fe-image010

Διευκρίνιση: Μετά την εισαγωγή (που ήδη ανάρτησα εδώ  κι εδώ) ιδού το πρώτο κεφάλαιο του πρώτου μέρους του υπό εκπόνηση μυθιστορήματος. Εδώ ο Εύελπις εξακολουθεί να είναι ο αφηγητής, όχι όμως πια ως ο συγγραφέας των υποτιθέμενων ανευρεθέντων αρχαίων κειμένων (όπως στην εισαγωγή), αλλά καθώς διηγείται σε πρώτο πρόσωπο τη δική του εκδοχή των όσων καθημερινά του συμβαίνουν. Επομένως το αφηγηματικό του ύφος παύει να μοιάζει με εκείνο των (μεταφρασμένων) αρχαίων ιστορικών και γίνεται περισσότερο βιωματικό. Από εδώ κι εμπρός και έως ότου ξαναχρειαστούμε την ευρυγώνιο και αποστασιοποιημένη προοπτική ενός ¨ιστορικού¨ ο Εύελπις θα μας τα λέει σε πρώτο πρόσωπο είτε γιατί θα κρατάει σημειώσεις προκειμένου να συγγράψει κάποτε το έργο που αναφέρουμε παραπάνω είτε επειδή απλώς έτσι θέλει (δηλαδή επειδή εγώ αποφάσισα να τον κάνω ήρωα -αφηγητή σε ορισμένα κεφάλαια της παρούσας μυθιστορίας).

Στο πρώτο κεφάλαιο τον βρίσκουμε στα Σούσα, την παλιά πρωτεύουσα του βασιλείου του Ελάμ, ήδη παραδομένη αμαχητί στην προελαύνουσα ελληνική στρατιά, και τώρα κέντρο συντονισμού και  ανεφοδιασμού των διεξαγόμενων επιχειρήσεων.

Συναντάμε τον Εύελπι την επόμενη μέρα της επιστροφής του στα Σούσα από την πρόσφατα κατακτημένη Περσέπολη (όπου επί του παρόντος βρίσκεται το κύριο μέρος της στρατιάς και ο βασιλιάς). Ο Μεγαρέας είναι ένας από τους επικεφαλής της ομάδας των στρατιωτικών και των λογίων που συνόδευσαν πίσω στα Σούσα ένα μεγάλο τμήμα του θησαυρού που ανευρέθηκε στην κυρίως περσική πρωτεύουσα, και που ο Αλέξανδρος αποφάσισε ότι πρέπει να μεταφερθεί, να εκτιμηθεί και αποθηκευτεί στα μετόπισθεν.

griffin-7

Μέρος Α΄: Τρίτο δεκαήμερο του Ανθεστηριώνα[1], ημέρα Τρίτη από το τέλος του Μήνα

GreekStudy

Κεφάλαιο πρώτο:  Σούσα [2]. Εύελπις

 Ξυπνάω με το κεφάλι βαρύ και το αίμα να κτυπάει παλμικά στους κροτάφους μου δημιουργώντας επίμονο διακεκομμένο πόνο. Σκιώδεις μορφές από πρόσφατο όνειρο τριγυρίζουν ακόμη στο μυαλό μου, αλλά δε μπορώ να τις εξιχνιάσω.

Ανασηκώνομαι στο παράξενα στολισμένο ανάκλιντρο στηρίζοντας το χέρι μου στην χαίτη ενός διακοσμητικού μπρούτζινου τέρατος, που δεν είναι σαφές αν προορίζεται για να διώχνει τα τρομαχτικά όνειρα ή για να τα δημιουργεί.

Για μια στιγμή δεν αναγνωρίζω την ψηλοτάβανη ψυχρή αίθουσα όπου βρίσκομαι. Σιγά σιγά όμως,  ο Μορφέας μου επιστρέφει τις χθεσινές μνήμες, τουλάχιστον τις βασικές.

Λέω να φωνάξω τον Οινοκράτη να δώσει ένα χέρι και να ετοιμάσει έναν από τους θαυματουργούς ζωμούς, για τους οποίους έχει ήδη κάνει όνομα ανάμεσα στους φίλους και τους συνδαιτυμόνες, αλλά η φωνή μου δεν ανταποκρίνεται επαρκώς. Βγαίνει κάτι σα γρύλισμα. Αρχίζω να βήχω δυνατά ελπίζοντας να καθαρίσω τον κολλημένο μου λαιμό, ενώ ταυτόχρονα κατεβαίνω προσεκτικά από το ανυψωμένο ανάκλιντρο και αρχίζω να αναζητώ τα σανδάλια μου.

 «Εδώ, εδώ είναι κύριε…» Ο Οινοκράτης μπαίνει φουριόζος κι εγώ δε ξέρω από που, κραδαίνοντας τα σανδάλια με το ένα χέρι, ενώ με το άλλο μεταφέρει μια κανάτα νερό κι ένα λευκό προσόψιο. Ακουμπάει την κανάτα και το προσόψιο σ’ ένα είδος λουτήρα εκεί παραδίπλα, και με το απελευθερωμένο του χέρι μού δείχνει κάτι παράξενες φουντωτές θήκες ακουμπισμένες στο πλακοστρωμένο δάπεδο.

  «Φόρεσέ τα αφέντη. Είναι υποδήματα άνετα, χωρίς λουριά και κορδόνια, που οι ντόπιοι τα χρησιμοποιούν μέσα στο σπίτι… Α, τι; Επιμένεις για τα σαντάλια; Εντάξει. Στα έχω έτοιμα και περιποιημένα. Κάθισε να σου τα δέσω.

 «Πονάει το κεφάλι μου Κράτη. Γι αυτό δώσε μου τα σανδάλια και πήγαινε να ετοιμάσεις ένα από τα βοτανομείγματά σου. Ξέρεις εσύ».

«Εγώ ξέρω, εγώ ξέρω», διαπιστώνει υπερήφανα ο υπηρέτης μου, ο οποίος έχει άποψη για όλα, γι αυτό και προσθέτει: «Μεταξύ μας αφεντικό, εάν οι Μακεδόνες ήξεραν να πίνουν όπως ξέρουν να πολεμάνε…»

Του ρίχνω μια απεγνωσμένη ματιά, αλλά το παίρνει στραβά. «Καλά, καλά, φεύγω, μην θυμώνεις και είναι ακόμη πρωί… Πρωί; όχι λάθος: μέρα μεσημέρι, …σχεδόν απόγευμα».

Έχει δίκιο. Από τα μακρόστενα κάθετα ανοίγματα στην άλλη άκρη της αίθουσας, φως ώριμου ασιατικού ήλιου μπαίνει λοξά και χαράζει τις έγχρωμες πλάκες του πατώματος.

Τον αποπαίρνω γιατί αλλιώς δε θα σταματούσε να μιλάει, κι αυτό είναι κάτι που ακόμη κι αν δεν έχεις πονοκέφαλο σου τον φέρνει, αλλά καθώς τον παρακολουθώ να αποσύρεται μουρμουρίζοντας, καταλήγω πως μάλλον τα λέει σωστά.  Οι Μακεδόνες λατρεύουν τον Διόνυσο με τρόπο συχνά καταχρηστικό. Οπότε, χάνουν τον έλεγχο και διακινδυνεύουν την επιδιωκόμενη ευφορία. Να πίνεις μαζί τους δεν είναι πάντα συνετό.

fresko_symposium

Αλλά, σκέφτομαι καθώς πλένω το πρόσωπό μου και το τρίβω με το λευκό ύφασμα, ας είμαι δίκαιος, μετά την ένταση, την προσπάθεια, το άγχος των ανηλεών συνεχών μαχών, υπάρχει καλλίτερος, ιαματικότερος συμπαραστάτης από τον αμπελοστεφανωμένο γιό της Σεμέλης;

Όχι, δεν υπάρχει, αποφαίνομαι.

Εξ άλλου, το βαρύ μου κεφάλι και ο μακρύς ληθαργώδης ύπνος δεν οφείλεται μόνο στην πλεοναστική χθεσινοβραδινή οινοποσία. Πρόκειται μάλλον για σωρευμένη κούραση.

Αλλά να που ο Οινοκράτης επανέρχεται εξ ίσου φουριόζος με πριν. Αυτή τη φορά κρατάει κάλυκα που αχνίζει, ενώ πίσω του σέρνει μια αλλόκοτη κατασκευή, κάτι σαν μικρό τροχοφόρο τραπέζι σκεπασμένο με αραχνοΰφαντο πανί.

«Εδώ το ίαμα του Οινοκράτη» διακηρύσσει. «Άμποτε να το είχαν όλοι οι πότες και όχι μόνον όσοι διαθέτουν Οινοκράτη διαθέσιμο και ευδιάθετο».

«Οινοκράτη κάνε κράτει και πάψε να αυτοδοξάζεσαι. Τουλάχιστον μέχρι να μου περάσει ο πονοκέφαλος».

«Αυτός; Να ’ταν κι άλλος!», λέει δίνοντάς μου τον κάλυκα. «Πιες εδώ δα και πάει έφυγε, …και μετά…»

Ο εξυπηρετικός υπηρέτης μου, με μια κίνηση αντάξια της καλλίτερης αθηναϊκής θεατρικής τεχνικής, τραβάει από το καρότσι το αραχνοΰφαντο πανί που προφανώς έχει εντομοαπωθητικό προορισμό και αποκαλύπτει κεραμικό δίσκο με διάφορα εδέσματα, άλλα αναγνωρίσιμα και άλλα όχι.

«Που τα βρήκες όλα αυτά;», απορώ.

«Ο κύριος ξεχνάει ότι ο εδώ παρών πιστός υπηρέτης του έχει διατελέσει στρατιώτης σιτιστής. Και τι κάνει ένας σιτιστής μόλις εγκαθίσταται σε νέο, μη γνώριμο τόπο;

Διερευνά εάν υπάρχει επάρκεια από τα απαραίτητα προς βρώσιν και προς πόσιν. Ήδη από χθες που η επιμελητεία παραχώρησε στην ομάδα των λογίων αυτό το συγκρότημα και σε εμάς αυτό το κτίριο φρόντισα να ανακαλύψω το κελάρι, το περιεχόμενό του και την εστία παρασκευής εδεσμάτων».

arhaia-ellada-diatrofi

Πράγματι, αν και ο λάλος Οινοκράτης δεν έδωσε ποτέ επαρκείς -ή τουλάχιστον συνεπείς μεταξύ τους- πληροφορίες για την πρότερη ζωή του, είναι γεγονός ότι ο Ευρύνους, ο πατέρας μου, τον αγόρασε ως τέως στρατιώτη που είχε αιχμαλωτιστεί στην Σικελία και μεταφερθεί προς πώλησιν στον Πειραιά. Το ότι έχει διατελέσει σιτιστής είναι κάτι που ακούω για πρώτη φορά. Πάντως, είναι γεγονός ότι μιλάει καλά -εκτός από πολύ- τα ελληνικά, αν και η προφορά του είναι κάπως περίεργη και του ξεφεύγουν που και που κάποιες παράξενες, δυσνόητες λέξεις.

Κατά τα άλλα είναι βραχύσωμος, μελαχρινός, αεικίνητος, και η πιθανή ηλικία του κυμαίνεται περί τα σαράντα έτη.

Όσο για το όνομά του, κάποτε, στην αρχή, είχε αναφέρει κάποια δυσπρόφερτη λέξη, αλλά σύντομα ακόμη και ο ίδιος έπαψε να τη χρησιμοποιεί. 

Προτιμάει το Οινοκράτης, το όνομα που του έχει δώσει ο Ευρύνους, είτε γιατί είχε κάποτε διαπιστώσει την αντοχή του υπηρέτη στο κρασί είτε γιατί είχε εκτιμήσει τα ενάντια στη μέθη ιαματικά ροφήματά του.

Καταπίνω το γιατροσόφι. Έχει στυφή γεύση, αλλά άρωμα μάλλον ευχάριστο.

Αρχίζω να αισθάνομαι κάπως καλλίτερα.

451

Καθώς η θολούρα υποχωρεί, οι χθεσινές μνήμες επιστρέφουν διαυγέστερες. Το συμπόσιο ήταν η κατακλείδα της γιορτής που οργάνωσε η μακεδονική φρουρά της πόλης για να μας υποδεχτεί. Δηλαδή, για να είμαι ακριβέστερος, η αιτία της διάχυτης χαράς  δεν ήταν κυρίως η επιστροφή ενός στρατιωτικού αγήματος που είχε συμμετάσχει στην τελευταία νικηφόρα εξόρμηση, ούτε βέβαια η δική μου, αλλά η άφιξη του τεράστιου καραβανιού που συνοδεύαμε και του κυριολεκτικά ανεκτίμητου φορτίου του.

Έστω κι αν ο Αλέξανδρος είναι ακόμη εκεί, στην κυριευμένη Περσέπολη, και κατά τα φαινόμενα θα παραμείνει εκεί έως ότου πάρει  οριστικές αποφάσεις για την συνέχιση της εκστρατείας, θέλησε να στείλει πίσω στα Σούσα ένα μεγάλο τμήμα του θησαυρού που βρήκε στα ανάκτορα.

Ένας ακόμη θησαυρός, μετά από εκείνον που βρέθηκε στη Βαβυλώνα και εκείνον που ο παλιός βασιλιάς Ξέρξης είχε σωρεύσει εδώ, στα Σούσα. Κανένας από αυτούς τους θησαυρούς δεν έχει ακόμη εξεταστεί και αποτιμηθεί πλήρως.

Πρέπει να πω ότι η απόφασή του αυτή με εξέπληξε, διότι ναι μεν τα Σούσα είναι αυτή τη στιγμή το κέντρο υποστήριξης των πολεμικών επιχειρήσεων, αλλά προσωπικά εκτιμώ ότι αυτόν το ρόλο θα τον αναλάβει σύντομα η μόλις κατακτημένη Περσέπολη, ή, το θεωρώ κι αυτό εξ ίσου πιθανό, η περιβόητη, πολύκοσμη, σαγηνευτική Βαβυλώνα, η οποία  πρώτη παραδόθηκε αμαχητί στα ελληνικά στρατεύματα.

 images (40)

Η μακρά ακολουθία από άμαξες, φορτωμένους όνους, ημίονους και αυτά τα αστεία αλλά ανθεκτικά ζώα που μοιάζουν με τις καμήλες της Αιγύπτου και της Αραβίας, αλλά έχουν δύο καμπούρες και φορτώνονται ευκολότερα, -ό, τι ζώο είχαμε μπορέσει να βρούμε και να επιτάξουμε- είχε μπει θριαμβευτικά στην πόλη των Σούσων χτες, νωρίς το πρωί.

Το προηγούμενο βράδυ, το καραβάνι, το ισχυρό στρατιωτικό σώμα που το συνόδευε και οι λόγιοι που συμμετείχαμε στην αποστολή με συγκεκριμένες αρμοδιότητες -ο υποφαινόμενος ανήκει σε αυτήν την ομάδα- είχαμε ήδη φτάσει στα περίχωρα. Προτιμήσαμε όμως να διανυκτερεύσουμε εκεί, διότι κρίναμε ότι η είσοδος στην πόλη θα έπρεπε να γίνει με το φως της ημέρας. Είχαμε μια καλή ευκαιρία να εντυπωσιάσουμε τον ντόπιο πληθυσμό και να του δώσουμε ακόμη μια χειροπιαστή απόδειξη ότι οι καιροί έχουν αλλάξει, έστω και αν ο φυγάς Δαρείος προσπαθεί ακόμη να οργανώσει κάποια αντίσταση.

Έδωσα εντολή να καλύψουν τα ως τότε παραλλαγμένα, σκονισμένα φορτία με πολύτιμα υφάσματα και να αφήσουν επίσης ακάλυπτα μικρά τμήματα των σάκων με τα πολυτελή αντικείμενα. Ήθελα να εξάψω την φαντασία των Σουσιωτών χωρίς να δώσω ακριβέστερες πληροφορίες σχετικά με το ύψος των λαφύρων. Άλλωστε ούτε και εμείς δεν τα είχαμε ακόμη αποτιμήσει με ακρίβεια και αυτό ήταν ένα από τα αμέσως προσεχή καθήκοντά μας. Ο πραγματικός θρίαμβος θα τελούταν όταν θα επέστρεφε ο νικητής Αλέξανδρος, η δική μας είσοδος στα Σούσα ήταν μια χρήσιμη υπαινικτική προαναγγελία.

 

Αυτά σκέφτομαι, καθώς τσιμπολογώ τα εδέσματα που βάζουν σε δοκιμασία τη γεύση μου. Αν είναι αλήθεια ότι η απόσταση από την Ελλάδα έως την Ινδία μπορεί να υπολογιστεί από την ένταση των χρησιμοποιούμενων καρυκευμάτων, τότε η χώρα του Ινδού ποταμού πρέπει να μην απέχει πολύ.

Ο Οινοκράτης επανεμφανίζεται, με παρατηρεί μάλλον ικανοποιημένος να καταναλώνω τα εδέσματα που μου ετοίμασε, και φυσικά παρεμβαίνει:

«Νομίζω ότι πρέπει να σου υπενθυμίσω ότι πριν δύσει ο ήλιος έχεις να συναντήσεις τον Καλλισθένη τον Ολύνθιο».

«Αυτό δε λησμονιέται Κράτη. Το θυμάμαι. Πού τακτοποίησες τα ¨εγγεγραμμένα¨;»

«Μαζί με τη γραφική ύλη, τους κυλίνδρους και τα βιβλία, σε εκείνον τον μεγάλο φωριαμό στο βάθος».

«Και από γραφείο;»

«Βρήκα κάτι που του μοιάζει στην διπλανή αίθουσα. Νομίζω ότι θα σε βολέψει».

 grafi iii

 

Πριν συναντήσω τον Καλλισθένη πρέπει να τακτοποιήσω τις σημειώσεις μου. Ευτυχώς η επιμελητεία έχει ανακατανείμει περισσότερο ορθολογικά τους διαθέσιμους χώρους κι έτσι, επιστρέφοντας, βρήκαμε αυτό το  νέο κατάλυμα στο ψηλοτάβανη αστική οικία ενός  φυγά γαιοκτήμονα.

Εδώ αρκεί να ψάξεις, και βρίσκεις. Και ο Οινοκράτης είναι καλός στο ψάξιμο. Η τράπεζα που ανακάλυψε είναι αρκετά μεγάλη ώστε να μπορώ να ανοίξω πάνω της τους κυλίνδρους χωρίς να τους προκαλέσω ζημιές, ενώ ο ήλιος –που στα μέρη μου αυτή την εποχή θα ήταν χειμωνιάτικος-  καταφέρνει και τρυπώνει ως εδώ εξασφαλίζοντας ικανοποιητικό φως.

Η αλήθεια είναι ότι συνάντησα για λίγο τον Καλλισθένη χτες το πρωί, αμέσως μετά την άφιξή του καραβανιού και του παρέδωσα το γραπτό μήνυμα του Αλέξανδρου. Όσο όμως αφορά σε μια λεπτομερέστερη αναφορά, ο ίδιος ο Ολύνθιος, αφού πρώτα έριξε μια ματιά στην επιστολή, με συμβούλεψε να τελειώσω πρώτα τις διαδικασίες παράδοσης του θησαυρού. Έπρεπε να δώσω τις κατάλληλες εντολές σε απολύτως έμπιστα άτομα, ώστε η καταγραφή να γίνει με άκρα επιμέλεια και προσοχή. Μετά θα τα λέγαμε με άνεση. Ορίσαμε τη συνάντηση για σήμερα, κατά τη δύση του ήλιου.

Ο Καλλισθένης, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν ήταν παρών στο χθεσινοβραδινό συμπόσιο. Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι όποιος μελετά και γνωρίζει τις σχέσεις και τις επικοινωνίες ανάμεσα στους ανθρώπους, αποφεύγει εκείνες που δεν θεωρεί επαρκώς δικαιολογημένες. Δε ξέρω αν αυτή του η άποψη είναι πιο κοντά στους νεωτεριστές σκεπτικιστές, η σε εκείνη τη γραφική ομάδα των νέων φιλοσόφων που αυτοαποκαλούνται κυνικοί. Θα τον ρωτήσω.

images (41)

Ελέγχω και στοιβάζω τις αποδείξεις παραλαβής, μετά επιθεωρώ τις πρόχειρες ημερολογιακές μου σημειώσεις του τελευταίου μήνα, βάζω μαζί και ένα αντίγραφο των καταγραφών των τελευταίων γεγονότων όπως συντάχθηκαν στην Περσέπολη υπό την επίβλεψη του φίλου Ευμένη του γιού του Ιερώνυμου, λίγο πριν από την αναχώρησή μου. Είμαι σχεδόν έτοιμος για τη συνάντηση με τον Καλλισθένη.

 

Στο μυαλό μου χωρίς φανερή αιτιολόγηση και συνειρμό σχηματίζεται μια εικόνα από το όνειρο του ταλαιπωρημένου μου ύπνου.

Μία γυναίκα με σαγηνευτικά χαρακτηριστικά: η Θαΐδα.

Μου χαμογελάει αινιγματικά κι εξαφανίζεται πάλι.


Καθώς τοποθετώ με προσοχή το υλικό σε μια φαρδιά δερμάτινη πήρα[3], επιστρέφει στη σκέψη μου η έμμονη ιδέα των τελευταίων ημερών: ότι είναι ίσως καιρός να επιχειρήσω μια προσωπική, δική μου καταγραφή όλων αυτών που συμβαίνουν. Νομίζω ότι ο Αριστοτέλης θα ενέκρινε κάτι τέτοιο.

 image001

(συνεχίζεται – Μέρος Α΄ Κεφάλαιο δεύτερο. Καλλισθένης ο Ολύνθιος)

[1] Ανθεστηριώνας Ο μήνας του αττικού ημερολογίου (του επικρατέστερου στις ιστορικές αναφορές αυτής της περιόδου) που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα περίπου μεταξύ 16 Φεβρουαρίου–15 Μαρτίου ή σύμφωνα με άλλους μεταξύ  23 Ιανουαρίου και 20 Φεβρουαρίου. Οι μήνες των αρχαίων διαιρούνταν σε τρία δεκαήμερα (εκ των οποίων το τρίτο είχε δέκα ή εννιά μέρες). Η αρίθμηση –μόνο για το τρίτο δεκαήμερο- γινόταν συχνά ανάποδα. Π.χ. μία, ή δύο, ή τρεις κ.ο.κ. μέρες από το τέλος του μήνα.

[2] Σούσα: Παλαιά πρωτεύουσα του μεσοποτάμιου Βασίλειου του Ελάμ, το οποίο πριν την κατάκτηση από τον Αλέξανδρο ήταν υποταγμένο στους Πέρσες. Η λέξη σημαίνει ¨Η πόλη των κρίνων¨.

[3] Πήρα: σάκος σακίδιο, τσάντα

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , | Leave a Comment »

Ο Εύελπις ο Μεγαρεύς γράφει… (ΙΙ)

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 11 Φεβρουαρίου, 2015

Ακολουθεί το δεύτερο μέρος της ¨Εισαγωγής¨ στο μυθιστόρημα με ιστορικές αναφορές και (προσωρινό) τίτλο ¨Κύλικες και Δόρατα¨.

Σημείωση: Στην εισαγωγή αλλά και στην υπόλοιπη αφήγηση, παρουσιάστηκε το γνωστό πρόβλημα των υποσημειώσεων: Φτιαγμένες για να προσφέρουν συμπληρωματικές εξηγήσεις, (εδώ για να αγκυρώσουν τον μύθο στο ιστορικό πλαίσιο) συχνά κόβουν το νήμα της ανάγνωσης, μπερδεύουν και ενοχλούν. Σε ένα επιστημονικό δοκίμιο κάτι τέτοιο είναι συγχωρητέο αν όχι αναγκαίο κακό. Σε μια μυθοπλασία όχι. Ομολογώ ότι στα προηγούμενα μυθιστορήματα (Το πολυτεχνείο τρέμει, ΜΠΑ!) χρησιμοποίησα τις υποσημειώσεις κυρίως για να τις σατιρίσω. Τις έβαζα εδώ κι εκεί ως σουρεαλιστική γαρνιτούρα. Στην ειδική όμως περίπτωση του αφηγήματος με ιστορικές αναφορές (όπως φιλοδοξεί να γίνει αυτό εδώ) η χρήση των υποσημειώσεων απαιτεί (τουλάχιστον)  διευκρινίσεις.

Διευκρινίζω λοιπόν ότι ειλικρινά δεν ξέρω αν θα υιοθετήσω τελικά τις υποσημειώσεις για να συνδέσω την πλοκή με το ιστορικό πλαίσιο ή αν θα φτιάξω ένα ξεχωριστό ¨παράρτημα¨ με τις απαραίτητες συμπληρωματικές πληροφορίες. Πάντως, μάλλον θα κρατήσω μερικές στο κάτω μέρος της σελίδας για να δώσω την μετάφραση στη νεοελληνική ορισμένων ¨ξεχασμένων¨ λέξεων της αρχαίας ή της κοινής ελληνικής, λέξεις που μου χρειάζονται για να δώσω στις περιγραφές άρωμα ιστορίας. Δεν αποκλείω εξ άλλου το περιεχόμενο ορισμένων υποσημειώσεων να είναι εξ ολοκλήρου φανταστικό.

Β. Νόττας

  Μυθιστόρημα (υπό εκπόνηση)

Κύλικες και δόρατα

 (Η συνέχεια και το τέλος της εισαγωγής)

GreekStudy

 

Α.5 Ο Εύελπις κάνει μνεία στα τελευταία γεγονότα πριν την έναρξη της εξόρμησης κατά των Περσών

Στο τριετές χρονικό διάστημα ανάμεσα στην εκφώνηση των ύστατων δημόσιων ομιλιών του Ισοκράτη και την επιστροφή του Αριστοτέλη στην Αττική,  συνέβησαν αλλεπάλληλα γεγονότα, τα οποία είχαν αποφασιστικές επιπτώσεις στις μετέπειτα εξελίξεις. Θεωρώ ότι είναι χρήσιμο να αναφερθώ συνοπτικά στα σημαντικότερα από αυτά: Τη μάχη της Χαιρώνειας, την Πανελλήνια κοινή Συνεδρία  των Ελλήνων στην Κόρινθο και τη δολοφονία του βασιλέα Φιλίππου.

Κατ’ αρχήν, παρά τις παραινέσεις που περιέχονταν στους τελευταίους λόγους του Ισοκράτους και υπό τη σαγηνευτική επίδραση των αγορεύσεων του ρήτορα Δημοσθένη του Παιανιέα, οι Αθηναίοι συνασπισμένοι με το Κοινό των Θηβαίων και άλλες πόλεις, επιτέθηκαν κατά του Φιλίππου. Οι Μακεδόνες είχαν, βέβαια, ήδη προσπεράσει τις Θερμοπύλες, ανακαλώντας στους νότιους Έλληνες αμφίσημες μνήμες. Στο σημείο αυτό οφείλω να ομολογήσω ότι ο Δημοσθένης του Δημοσθένους ο Παιανιεύς, αν και υιοθετούσε απόψεις που αντιπολιτεύονταν τις δικές μας, και ήταν οπαδός διαφορετικής ρητορικής τεχνικής, ήταν και είναι ένας  ρήτορας πρωτοφανούς δεινότητας. Οι Αθηναίοι λοιπόν πείσθηκαν να επιτεθούν και η σύγκρουση έλαβε χώρα στη Χαιρώνεια. Στη μάχη θριάμβευσαν οι Μακεδόνες.

Όμως στη συνέχεια δεν ακολούθησαν ούτε σφαγές ούτε καταστρεπτικά μέτρα κατά των ηττημένων. Αντίθετα, συνέβη εκείνο που ο σχεδόν εκατοντάχρονος Ισοκράτης -ο οποίος διάβηκε τον Αχέροντα λίγο μετά τη μάχη της Χαιρώνειας- είχε σφόδρα επιθυμήσει, αλλά δεν πρόλαβε να δει: Σε πανελλήνιο συνέδριο στην Κόρινθο αφού πρώτα αναγνωρίζεται από τους νικητές η ανεξαρτησία των ηττημένων πόλεων, δημιουργείται πανελλήνιος συνασπισμός. Η ηγεσία των κοινών στρατευμάτων ανατίθεται στους ισχυρότερους των ελλήνων, τους Μακεδόνες, οι οποίοι αναλαμβάνουν να συντονίσουν την εκστρατεία για την απελευθέρωση των μικρασιατικών ελληνικών πόλεων από την περσική επικυριαρχία.

philippos

Μετά το συνέδριο, ο Φίλιππος επιστρέφει στην Πέλλα ως πανελληνίως αναγνωρισμένος ηγέτης[1], αλλά, προτού προλάβει να αρχίσει τις προετοιμασίες της εκστρατείας, δολοφονείται κατά τη διάρκεια της τελετής του γάμου της κόρης του Κλεοπάτρας.

Στη πόλη των Αθηνών κυκλοφόρησαν τότε διάφορες εκδοχές για την δολοφονία αυτή. Άλλοι μίλησαν για πολιτική σκευωρία, άλλοι για κίνητρα που ανάγονταν σε ζηλοτυπίες στο εσωτερικό της μακεδονικής αυλής, ενώ πολλοί απέδωσαν την ευθύνη σε περσικό δάκτυλο, υπενθυμίζοντας τις αναλογίες ανάμεσα στη δολοφονία του Φίλιππου και εκείνη του Θεσσαλού βασιλιά Αίσονα. Είναι σε όλους γνωστό ότι ο Αίσονας δολοφονήθηκε κατ’ εντολήν των Περσών όταν αυτοί πληροφορήθηκαν ότι σχεδίαζε πανελλήνια εκστρατεία κατά της Αυτοκρατορίας.

 Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται ότι δεν υπήρξαν αξιοσημείωτες αμφισβητήσεις όσον αφορά στη διαδοχή. Ο Αλέξανδρος ανακηρύσσεται βασιλεύς και αμέσως, με ακόμη μεγαλύτερη ζέση, αναλαμβάνει την προετοιμασία της εκστρατείας προς την Ανατολή, αρχίζοντας με την εξασφάλιση των βορείων συνόρων.  Πράγματι, πλαισιωμένος και από τα νότια στρατιωτικά σώματα που προέβλεπε η συμφωνία της Κορίνθου, εκστρατεύει με επιτυχία ενάντια στις επικίνδυνες φιλοπόλεμες φυλές, από την ορεινή περιοχή των Ιλλυρίων  έως την νότια όχθη του μεγάλου πλωτού ποταμού Ίστρου.

Εν τω μεταξύ, ο Αριστοτέλης του Νικομάχου αποφάσισε ότι έφτασε ο καιρός να επιστρέψει στην  πόλη των φιλοσόφων. […]

aristotelis

Α.6 Ο ενήλικος πλέον  Εύελπις παίρνει αποφάσεις για το μέλλον

Όταν ο Αριστοτέλης έφτασε και πάλι στο Άστυ των Αθηνών ύστερα από απουσία δώδεκα χρόνων, ο Ευρύνους, συνομήλικος και οικείος του από παλιά,  τον συνάντησε, τον καλωσόρισε και είχε μαζί του μακρά συνομιλία.

Εγώ ήμουν τότε νεαρός άνδρας είκοσι και ενός ετών. Εκτιμούσα την κοινωνία των Αθηναίων, αν και, παρά το ότι είχα πολλούς φίλους ανάμεσα στους νέους γηγενείς ευπατρίδες,  δεν ήμουν πλήρως ενσωματωμένος σε αυτήν. Αυτό δεν οφειλόταν μόνο στο ότι ως Μεγαρεύς δεν θα μπορούσα να θεωρηθώ ο πιο κατάλληλος για αφομοίωση στην κυριότερη πόλη των Ιώνων, αλλά και στο ότι, ακόμη κι εγώ ο ίδιος –επηρεασμένος ενδεχομένως από τις παραινέσεις του Ευρύνου και του Ισοκράτους- ήθελα να πιστεύω ότι ανήκω σε μια νέα, πανελλήνια αριστοκρατία, ουσιαστικά ανώτερη από τις τοπικές, ακόμη και από τη αθηναϊκή, την τόσο σπινθηροβόλο και ποικιλόμορφη.

Μία άλλη αιτία για την σχετική απομόνωσή μου από την κοινή δημόσια ζωή της πόλης, αιτία που ως Δωριεύς κατανοούσα και κατά βάθος συμμεριζόμουν, ήταν ότι δεν μπορούσα να συμμετάσχω στις πολεμικές επιχειρήσεις των Αθηναίων με την ιδιότητα του πολίτη, αλλά μόνον, εάν το επιθυμούσα ιδιαίτερα, ως μισθοφόρος. Αλλά δεν το επιθυμούσα. Μπορεί να γυμναζόμουν και να ασκούμουν κανονικά στις τέχνες του πολέμου, αλλά αποστρεφόμουν την ιδέα ότι η συμμετοχή μου σε οποιαδήποτε πολεμική διένεξη -και πολύ περισσότερο στις μεταξύ ελλήνων, εμφύλιες συγκρούσεις, θα μπορούσε να έχει ως κίνητρο τη χρηματική αμοιβή.

 

Από την άλλη πλευρά τον καιρό εκείνο, -δεδομένου ότι, όπως οι παιδαγωγοί μου συχνά υποστήριζαν,  η ανθρώπινη φύση υφίσταται αντιφατικές ροπές- πρέπει να ομολογήσω ότι ήμουν απολύτως γοητευμένος από δύο πράγματα.

Το ένα ήταν η σαγήνη που ασκούσε πάνω μου η ανάγνωση. Όντως, παρά το ότι σπούδαζα ρητορική σε μια πόλη που εθεωρείτο μοναδική σε αυτό το είδος επικοινωνίας, και παρά το ότι βρισκόμουν πλάι σε ορισμένους από τους καλλίτερους χειριστές του προφορικού λόγου όλων των πόλεων και όλων των εποχών, εγώ ήμουν ερωτευμένος με τον ακινητοποιημένο γραπτό λόγο, που εντρυφούσε σε τόσο διαφορετικά θέματα, και που ήταν για μένα όχημα όχι μόνο γνώσεων, αλλά και ταξιδιών σε τόπους συναρπαστικούς, έως τότε άγνωστους.

Akrop1

Το άλλο που με γοήτευε τότε, ήταν  κι αυτό ένα σύνολο από υπερβάσεις. αναπόσπαστα συνδεδεμένες με την πόλη των Αθηνών. Υπερβάσεις σχετικές, όχι τόσο με τον νου, όπως η ανάγνωση των συγγραφών, όσο με την ικανότητα του να αισθάνεται και να συναισθάνεται κανείς ο, τι ενδεχομένως υπάρχει πέρα από τα κοινά καθημερινά βιώματα. Υπερβάσεις εφικτές με τη συνδρομή των τεχνών του κάλλους, της μίμησης και του θεάτρου. Υπερβάσεις σχετικές με την υποβλητικότητα των αθηναϊκών αρχιτεκτονημάτων, με την μέθεξη των εορταστικών τελετών και, ακόμη, έσχατον μεν, ουκ έλασσον δε, εφικτές χάρη στη συναναστροφή με εκείνη την σπάνια κατηγορία των ωραίων, καλλιεργημένων, και φιλόμουσων γυναικών, που οι Αθηναίοι αποκαλούν ¨εταίρες¨.  Υπερβάσεις που απ’ ο, τι γνωρίζω, μόνο η Αθηναϊκή Δημοκρατία προσέφερε τόσο απλόχερα και τόσο χειροπιαστά στους κοινωνούς της.

img1_22

Όσο όμως ελκυστικά κι ήσαν όλα αυτά, φτάνοντας στην πλήρη ανδρική ηλικία  έπρεπε να πάρω οριστικότερες αποφάσεις. Το είχα ήδη συζητήσει με τον γεννήτορα, αλλά να που είχα την ευκαιρία, όχι μόνο να έχω ακόμη μια έγκυρη γνώμη, αλλά, ίσως, και μια πολύτιμη συμβολή στην υλοποίηση μιας νέας πορείας. Παρακάλεσα λοιπόν  τον Ευρύνου να φροντίσει να συναντήσω κι εγώ τον παιδαγωγό του Αλεξάνδρου του Μακεδόνα, τον Αριστοτέλη.

[…] 

Α.7 Η αναχώρηση

[…] Ο Δημάδης είχε καταφέρει να απαλλαγεί από τα παλιά του χρέη[2] και η πόλη των Αθηνών είχε γλιτώσει από τις κυρώσεις για την τελευταία της παρασπονδία. Η πόλη των Θηβών όχι. Οι αγγελιοφόροι και οι κατάσκοποι μετέφεραν ότι στην πρωτεύουσα πόλη των Βοιωτών, το μόνο σπίτι που έστεκε ακόμη όρθιο χωρίς να καπνίζει, ήταν εκείνο του ποιητή Πινδάρου. ¨Οι Μακεδόνες εκτιμούν τουλάχιστον την υμνητική ποίηση¨, σχολίαζαν τώρα πικρόχολα ορισμένοι ευπατρίδες. Αλλά πλέον στο Άστυ η περιρρέουσα κατάσταση είχε αλλάξει και οι Αθηναίοι ξανάρχισαν εσπευσμένα τις προετοιμασίες για τη συμμετοχή τους στην κοινή  εκστρατεία.

[…]

2

Στον αμαξιτό δρόμο που παρέτρεχε το βόρειο σκέλος των Μακρών Τειχών συνωστίζονταν  οχήματα, ιππείς και πεζοί παντός είδους, ενώ στην πειραϊκή απόληξη των τειχών και στο Νεώριο λιμένα, επικρατούσε γενικός αναβρασμός. Ένας μεγάλος αριθμός ποικιλόμορφων πλοίων είχε ανασυρθεί  από τους νεώσοικους, ενώ ένα πλήθος από τεχνίτες, ναυτικούς και λιμενεργάτες ανεβοκατέβαινε στα κήτη, τα καταστρώματα και τους ιστούς, εκτελώντας έργα ανασκευής, όπου κάτι τέτοιο ήταν απαραίτητο, και φορτώνοντας τα πλοία που κρίνονταν ετοιμοπόλεμα με προμήθειες και πολεμικό υλικό. Κωπηλάτες και πεζοναύτες ετοιμάζονταν στην προκυμαία για την επιβίβαση.

Η πόλη της Παλλάδος ήταν ακόμη κυρίαρχη στις θάλασσες και ήταν απολύτως φυσικό η συμμετοχή της στην εκστρατεία να είναι κυρίως ναυτική. Ήταν άλλωστε γνωστό ότι οι Μακεδόνες δεν κατείχαν αξιόλογο στόλο και ότι ήδη, μετά τις συμφωνίες της Κορίνθου, είχαν ενισχυθεί με πλοία από τα νησιά και άλλες ναυτικές πόλεις, όπως -ας το υπογραμμίσω- η ευημερούσα μεγαρική αποικία που ίδρυσε στο Βορρά ο ήρωας Βύζας: το Βυζάντιο.

Ένα τμήμα των εμπορευόμενων παροικούντων, οι οποίοι κατά τα φαινόμενα διέθεταν δικές τους πληροφορίες για τα επικείμενα, καθώς και ένα τμήμα από τους ενδεέστερους των κατοίκων της Αττικής, οι οποίοι ήσαν πάντα έτοιμοι να ενδώσουν σε υποσχέσεις πλουτισμού, είχαν  ήδη αρχίσει να αναχωρούν πεζή προς βορράν, προκειμένου, πιθανώς μαζί με άλλους ομοίους που θα προσθέτονταν καθ’ οδόν, να συμμετάσχουν στην εκστρατεία ως ¨συνακολουθούντες¨. Είναι αυτονόητο ότι από τον αναχωρούντα συρφετό δεν έλειπαν οι αυλητές, οι κιθαρωδοί, οι ηθοποιοί, που θα διασκέδαζαν και θα ενίσχυαν το ηθικό του στρατεύματος,  ούτε, βεβαίως, οι πόρνες και οι πορνοβοσκοί επιχειρηματίες που τις εκμεταλλεύονταν.

Εγώ, χάρη στην ειδική άδεια που μου είχε παραχωρήσει το  Στρατηγείο, θα επιβιβαζόμουν σε ένα από τα πολεμικά πλοία που έσπευδαν στα στενά του Ελλήσποντου, προκειμένου να συμμετάσχουν στη διεκπεραίωση των στρατευμάτων από την ευρωπαϊκή στην ασιατική όχθη. Εκεί θα αποβιβαζόμουν για να παρουσιαστώ στον Καλλισθένη, τον γραμματέα και επίσημο εξιστορητή του βασιλέα, ενώ τα πλοία θα παρέπλεαν την μικρασιατική ακτή βοηθώντας στην απελευθέρωση  των παραλίων ελληνικών πόλεων.

Για τον Καλλισθένη προοριζόταν η εκτενής επιστολή του Αριστοτέλους, που αυτήν τη στιγμή βρισκόταν επιμελώς συσκευασμένη ανάμεσα στις αποσκευές μου.

 Όπως ήδη ανέφερα[3], ο Σταγειρήτης, όχι μόνο είχε συναινέσει με έκδηλη ικανοποίηση στο αίτημά μου να  συμμετάσχω στην πανελλήνια εκστρατεία, αλλά και είχε εκφράσει την επιθυμία να συμπαρασταθώ εκ του σύνεγγυς στον μαθητή του, όχι τον Αλέξανδρο -όπως προς στιγμήν ήλπισα, αλλά τον Καλλισθένη, ο οποίος θα κατέγραφε την αλληλοδιαδοχή των γεγονότων, καθώς και ό, τι άλλο έκρινε ενδιαφέρον και χρήσιμο από τις γνώσεις και τις συνήθειες των ανατολικών λαών. Όλα αυτά, για τον φιλόσοφο, δεν ήταν μόνο απλές καταγραφές που θα ενίσχυαν το νου των μελλοντικών αναγνωστών, αλλά κάτι πολύ σημαντικότερο: ¨Οι μεγάλες αλλαγές¨, είχε παρατηρήσει χαμογελώντας αινιγματικά, ¨υλοποιούνται, ίσως, από τα ξίφη, αλλά προετοιμάζονται, σίγουρα, από τις γραφίδες, ακόμη κι όταν αυτές μοιάζουν να αναφέρονται σε πράξεις που έχουν ήδη συντελεστεί¨.

 

Έτσι λοιπόν, εκείνη την ηλιόλουστη αττική ημέρα, αφού είχα αποχαιρετίσει νωρίς το πρωί στις προς τον Πειραιά πύλες των Αθηνών την συγκινημένη μητέρα και τις μικρότερες αδελφές μου, και αφού είχαμε, μαζί με τον πατέρα Ευρύνου και τον ακόλουθο υπηρέτη Οινοκράτη,  διανύσει έφιπποι τον δρόμο των βόρειων Μακρών τειχών, βρισκόμασταν επιτέλους στον σφύζοντα Νεώριο λιμένα αναζητώντας την τριήρη με τον  Ιχθυοκένταυρο ως επίσημον αναγνώρισης. Την ανακαλύψαμε στο βάθος του λιμενοβραχίονα σχεδόν έτοιμη προς απόπλου. Οι απαραίτητοι για τους ελιγμούς εξόδου ερέτες βρίσκονταν ήδη στις θέσεις τους, ο τυμπανιστής δοκίμαζε το ηχηρό όργανο συντονισμού με την συνεπικουρία του αυλητή, οι φωνές του κελευστή ήσαν σχεδόν ευδιάκριτες πάνω από τον γενικό αχό, ενώ μια μικρή ομάδα βαφέων έβαζε τις τελευταίες χρωματιστές πινελιές στη  διπλή, εκατέρωθεν της πλώρης, απεικόνιση του Ιχθυοκένταυρου.

Ο Οινοκράτης ανέλαβε να μεταφέρει τις αποσκευές από τον ημίονο που μας συνόδευε, στο κήτος. Το πλοίο δεν ήταν ιππαγωγό, οι ίπποι και ο ημίονος θα επέστρεφαν στο Άστυ με τον γεννήτορα, ενώ εγώ θα προμηθευόμουν τα απαραίτητα ζώα μετά την αποβίβαση στην απέναντι όχθη του Αιγαίου πελάγους.

 

Ο Ευρύνους ήταν συγκινημένος, όσο κι αν η δωρική του καταγωγή τον εμπόδιζε να το δείξει. Προσπαθούσε να με αποχαιρετίσει επαναλαμβάνοντας τις βασικότερες από τις παραινέσεις του, αλλά μια βουή αποτελούμενη από  θορύβους παράταιρους και αταίριαστους με το λιμενικό σκηνικό  τον διέκοψε. Ο Ευρύνους κατάλαβε πρώτος περί τίνος επρόκειτο, και μου έδειξε την καταφθάνουσα θορυβώδη πομπή με μια κίνηση της κεφαλής συνοδευόμενη από ένα μισό χαμόγελο.

¨Φαίνεται ότι θα έχεις ενδιαφέροντες συνεπιβάτες¨, μου είπε.

Το δικό μου χαμόγελο ήταν πλήρες. Πράγματι,  κατά τα φαινόμενα δεν ήμουν ο μόνος που διέθετε ειδική άδεια για να ταξιδέψει με το πολεμικό πλοίο.

Από το φορείο που είχε μόλις εναποτεθεί στην προκυμαία έβγαινε μια πασίγνωστη, πανέμορφη, απρόσμενη οπτασία. Πλαισιωμένη από μια ομάδα γυναικών και ευνούχων που τιτίβιζαν αδιάκοπα, προχώρησε αγέρωχη προς την τριήρη, ενώ μια νέα βοή από επιφωνήματα, θαυμασμού αυτή τη φορά, επικάλυψε τον ακραίο προβλήτα: Η εταίρα Θαΐδα, η Θεά!

[…]

(Στο επόμενο: Μέρος Α΄: Τρίτο δεκαήμερο του Ανθεστηριώνα, ημέρα Τρίτη από το τέλος του Μήνα. Κεφάλαιο πρώτο:  . Ο Εύελπις στα Σούσα)

χ

[1] Ας σημειωθεί ότι στο κείμενο δεν γίνεται αναφορά στις διαφωνίες και την μη συμμετοχή των Σπαρτιατών. Τουλάχιστον στα διασωθέντα τμήματα.

[2] Εδώ γίνεται αναφορά στη, μετά το θάνατο του Φιλίππου, νέα υπαναχώρηση της Αθηναϊκής πολιτικής και στην εκ νέου, από κοινού με τους Θηβαίους, εξέγερση, η οποία καταστάληκε με την ταχεία κάθοδο του Αλεξάνδρου και των συμμάχων και κατέληξε στην καταστροφή των Θηβών. Γίνεται επίσης νύξη στον ρήτορα Δημάδη (και αυτός Παιανιεύς όπως ο Δημοσθένης), ο οποίος αν και εκ των ηγητόρων του φιλομακεδονικού κόμματος είχε συμμετάσχει στην μάχη της Χαιρώνειας, όπου και συνελήφθη αιχμάλωτος από τους Μακεδόνες.  Ο Δημάδης, μεγαλόστομος και πνευματώδης, κατάφερε εν τέλει να γίνει συμπαθής στον τότε διάδοχο Αλέξανδρο.  Στη συνέχεια επέστρεψε στην Αθήνα, όπου όταν οι συμπολίτες του ζήτησαν να μεσολαβήσει ώστε η τύχη των Αθηνών να είναι διαφορετική από εκείνη των Θηβών, απαίτησε ως αντάλλαγμα την παραγραφή των σωρευμένων χρεών του. Εκείνοι συναίνεσαν.

[3] Δυστυχώς η λεπτομερέστερη εξιστόρηση της συνάντησης του Εύελπι με τον Αριστοτέλη δεν διασώθηκε.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , | 1 Comment »

Ο Εύελπις ο Μεγαρεύς γράφει…

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 5 Φεβρουαρίου, 2015

Μπήκε χρόνος καινούργιος στολισμένος με ελπίδες που προμηνύεται, αν όχι άλλο, ενδιαφέρων και πιθανότατα εφοδιασμένος με ανατροπές και εκπλήξεις. Μάλλον δεν πρόκειται να πλήξουν παρά μόνον οι αθεράπευτα καταδικασμένοι σε αρτηριοσκληρωτικό σνομπισμό. Οι υπόλοιποι, δε θέλει πολύ,  ενθουσιασμένοι, δαγκωμένοι, κοντοανασασμένοι, θα συμπάσχουμε…

images (19)

Και ενώ η πραγματικότητα εξελίσσεται πιο ενδιαφέρουσα από οποιαδήποτε μυθιστορία, λέω να ασχοληθώ λίγο με το παρόν Ιστολογοφόρο, που τελευταία αργοπλέει τροφοδοτούμενο από παλιότερους ανέμους και καύσιμα δανεισμένα από λιγοστούς καλούς φίλους. Επομένως… 

terpsi

Επομένως λέω να σας κοινοποιήσω κάποιες από τις ιστορίες που συντάσσω τον τελευταίο καιρό, παρά το  ότι είναι ακόμη ανολοκλήρωτες και η έκβασή τους αβέβαιη. Πρόκειται για τα πρώτα κείμενα του αφηγήματος με ιστορικές αναφορές για το οποίο σας έχω ήδη μιλήσει…

images (23)

Σήμερα αναρτώ τις πρώτες σελίδες από την εισαγωγή. Εδώ προσπαθώ να δώσω το περίγραμμα μέσα στο οποίο θα διεξαχθεί η μυθοπλασία. Επειδή πρόκειται για κείμενα λίγο-πολύ πρωτόλεια, τίποτα δεν αποκλείει να αλλάξουν εάν και όταν η αφήγηση  θα προχωρήσει και η πλοκή θα βρει τα τελικά της αυλάκια.

 images (39)

Σημείωση: Ο τίτλος καθώς και οι τίτλοι των επί μέρους ενοτήτων είναι προσωρινοί (πρόχειροι).

 Μήνυμα προς τους εθελοντές αναγνώστες: Καλό διάβασμα!

(Απόψεις και συμβουλές  ευπρόσδεκτες)

 images (80)

Β. Νόττας

Μυθιστόρημα υπό εκπόνηση

 

Κύλικες και Δόρατα (προσωρινός τίτλος)

images (30)

Εισαγωγή

  Όπου ο Εύελπις, έγκριτο μέλος της ομάδας των καταγραφέων – λογογράφων που ακολουθούν τον Αλέξανδρο τον Μακεδόνα, αποφασίζει να δημιουργήσει ιδιωτική συγγραφή και να περιγράψει τις προσωπικές του εντυπώσεις και σκέψεις σχετικά με τα εξαιρετικά περιστατικά που βιώνει.

images (19)

Πρόκειται για την μετάφραση στη νεοελληνική γλώσσα ορισμένων ευανάγνωστων σπαραγμάτων από τις καταγραφές του Ευέλπιδος του Μεγαρέως[1] που ανεβρέθησαν πρόσφατα. Το ακόλουθο τμήμα εκτιμάται ότι συνεγράφη περί το 330 πΧ.  στα Σούσα ή στην Περσέπολη.

Στη θέση των δυσανάγνωστων ή απολεσθέντων τμημάτων σημειώνεται το σύμβολο […]

sel100

 

 Α.1 Ο Εύελπις παρουσιάζει τον εαυτό του στους αναγνώστες και περιγράφει συνοπτικά τις περιβάλλουσες την συγγραφή συνθήκες

 Λέγομαι Εύελπις, γιος του Ευρύνου. Γεννήθηκα στη Μεγαρίδα Γη, και συγκεκριμένα στη Νίσαια το λιμάνι των Μεγάρων από το οποίο σήμερα βρίσκομαι αναρίθμητους παρασάγγες μακριά.

Η Μοίρα, που επιβλέπει την πορεία των ανθρώπων, όπως εξάλλου και των θεών, φρόντισε ώστε να γίνω μάρτυρας συγκλονιστικών γεγονότων, τα οποία είμαι βέβαιος ότι οι σοφοί θα καταγράψουν και οι αοιδοί θα τραγουδήσουν στις μελλοντικές γενιές.

Τα γεγονότα αυτά σημαίνουν την έναρξη νέων εποχών, και μάλιστα όχι μόνο για τις χώρες των Ελλήνων και των γειτόνων τους. Όλα δείχνουν ότι ο ρους της Ιστορίας έχει επιταχυνθεί και ότι οι επιπτώσεις των τρεχουσών εξελίξεων αποκτούν ήδη ευρύτερη, οικουμενική διάσταση.

Ευχαριστώ την Ειμαρμένη που με έκρινε άξιο, αν και ακόμη σε ηλικία που οι άλλοι κρίνουν νεανική[2], να ζήσω όλα αυτά από κοντά. Αλλά είναι πιο σωστό να πω ¨ηλικία που έκριναν ως νεανική¨ άλλοτε. Γιατί ποιος τολμά τώρα πια να χαρακτηρίσει οποιονδήποτε πολύ νέο για οτιδήποτε, όταν ο άρχοντας βασιλιάς που ηγείται των Μακεδόνων και των λοιπών Ελλήνων σ’ αυτήν την πρωτόφαντη νικηφόρο ¨ανάβαση¨ δεν έχει ακόμη φτάσει τα τριάντα έτη ζωής;

Ο Αλέξανδρος ο του Φιλίππου, επικεφαλής των στρατευμάτων των ¨αεί παίδων¨[3], βρίσκεται σήμερα θριαμβευτής στο κέντρο της αυτοκρατορίας των Περσών, εκείνων δηλαδή που κατά τη διάρκεια  αμνημόνευτων χρόνων αποτέλεσαν την κύρια απειλή ενάντια στην ανεξαρτησία των ελληνικών πόλεων.  

Όμως και πάλι τον λόγο μου θα πρέπει να διορθώσω: Εχθροί μέγιστοι, περισσότερο καταστροφικοί ακόμη και από την Αυτοκρατορία των Περσών, υπήρξαν για τους Έλληνες η Έριδα και η Διχόνοια, δαιμόνια που εύκολα παρεισφρέουν και επηρεάζουν τον ¨παιδιώδη¨ χαρακτήρα ημών των Ελλήνων. 

Δαιμόνια όμως που εν κατακλείδει υποχωρούν και ηττώνται, εάν όχι  από τις παραινέσεις των σοφών ανδρών όπως ο Ισοκράτης ο Αθηναίος, ασφαλώς από τα ξίφη και τον ενθουσιασμό των ακριτικών ελληνικών λαών, οι οποίοι άνοσοι στα παλαιά πάθη αποδεικνύονται ικανοί να ανοίξουν νέους κοινούς δρόμους. Σε αυτούς έλαχε εν τέλει η τιμή να ξεπεράσουν την παρακμή και την αδυναμία που επέφεραν οι ανηλεείς εμφύλιοι πόλεμοι.

[…]

Ευελπιστώ ότι κάποτε οι λόγοι που καταγράφω εδώ ενδέχεται να αντιγραφούν και να φτάσουν με αυτόν τον τρόπο σε περισσότερους αναγνώστες, που θα βρίσκονται αλλού ή ακόμη και άλλοτε, στην δυσδιάκριτη χώρα του μέλλοντος.

Γιατί αυτή είναι ακριβώς η δύναμη της γραφής: όσα απαθανατίζει είναι δυνατό να ξεπερνούν τα όρια που θέτουν τόσο οι αποστάσεις, όσο και ο χρόνος.  

Κι επειδή οι αναγνώστες που ίσως προσλάβουν τα όσα γράφω μου είναι άγνωστοι, όπως πιθανότατα θα τους προκύπτω άγνωστος κι εγώ, θεωρώ πρέπον να αναφέρω εδώ, καθώς αρχίζω την αφήγησή μου, ορισμένες κατατοπιστικές πληροφορίες. Σκοπός μου είναι να γίνει πιο κατανοητή η ανάγνωση των όσων διηγούμαι σε εκείνους που είτε στο χώρο είτε στον χρόνο βρίσκονται μακριά από εμένα.

 Α.2 Ο Εύελπις διευκρινίζει τα σχετικά με την οικογένεια, την καταγωγή, και την παιδεία του, κάνοντας νύξεις στις αιώνιες εντάσεις ανάμεσα στους Μεγαρείς και τους Αθηναίους

 Ανάφερα ήδη πως με αποκαλούν ¨φορέα καλής ελπίδας¨, ανάγραψα επίσης το όνομα του Ευρύνου, του γεννήτορα και τον τόπο καταγωγής μου. Όμως, θα πρέπει να διευκρινίσω πως παρά το ότι αποτελώ καρπό της Γης των Μεγάρων, ανατράφηκα στην γειτονική Αττική Γη και έλαβα αθηναϊκή παιδεία. Αυτό συνέβη διότι ο Ευρύνους, υπέρμαχος των ειρηνικών σχέσεων ανάμεσα στις όμορες πόλεις, αναγκάστηκε να μετοικήσει  με ολόκληρη την οικογένεια από τη Νίσαια στο άστυ των Αθηνών, σε μία περίοδο κατά την οποία στα Μέγαρα κυριαρχούσαν οι φίλοι των Λακεδαιμονίων.

Ας υπενθυμίσω στο σημείο αυτό, ότι οι εναλλαγές στον τρόπο που οι συμπολίτες μου αντιμετώπισαν τις άλλες ελληνικές πόλεις και ιδιαίτερα την ισχυρή γειτονική πόλη των Αθηνών, υπήρξαν αλλεπάλληλες.

Συχνά οι περίοδοι θανάσιμης έχθρας διακόπτονταν από περιόδους προσπαθειών αποκατάστασης των σχέσεων καλής γειτονίας. Οι εναλλαγές δε αυτές συνεχίζονται αέναα, από την εποχή του ιδρυτή ήρωα Μεγαρέα έως και σήμερα.

Οι λόγοι για την δημιουργία και την εμμονή του εριστικού κλίματος μεταξύ Μεγαρέων και Αθηναίων υπήρξαν πολλαπλοί. Μεταξύ των προφανέστερων το ότι τα Μέγαρα δημιούργησαν αποικίες και κατά συνέπεια ανάπτυξαν στόλο και εμπορικές δραστηριότητες ανταγωνιστικές με εκείνες των Αθηνών, καθώς επίσης ότι οι Μεγαρείς είμαστε απόγονοι Δωριέων και όχι Ιώνων και αυτό μας εντάσσει εγγύτερα στους έτερους ισχυρούς Έλληνες, τους Λακεδαιμόνιους.

Για τους πολίτες της Σπάρτης, ηγήτορες των Λακεδαιμονίων, δεν ήμασταν άλλο παρά προχωρημένο φυλάκιο της Δωρικότητας στα σύνορα με τις ¨μαλθακές¨ χώρες των Ιώνων.  Οι Αθηναίοι πάλι, μας θεωρούσαν άλλοτε πολύτιμους φίλους, κατόχους ασφαλών λιμανιών στο Σαρωνικό, αλλά και στον Κορινθιακό κόλπο, άρα θυροφύλακες των δυτικών θαλασσών, και άλλοτε ετεροκινούμενους προξενητές άγους[4] και διαρκών  ανασφαλειών. Οι αμαθέστεροι δε των Αθηναίων δεν δίσταζαν να λοιδορήσουν τον ¨μεγαρίζοντα¨ τρόπο ζωής.

Η αντιδικία με την πόλη των Αθηνών κατέληξε να έχει καταστροφικές συνέπειες για την χώρα των Μεγάρων. Είναι δε πιθανό να συνεισέφερε στην έναρξη του μεγάλου αδελφοκτόνου πολέμου  που ακολούθησε τις παλιές ένδοξες μέρες, τότε που οι Έλληνες απέκρουσαν από κοινού τους εξ ανατολών αυτοκρατορικούς εισβολείς.

 Α.3 Ο Εύελπις κάνει μνεία στις φιλικές σχέσεις ανάμεσα στον γεννήτορα Ευρύνου και τον αθηναίο διδάσκαλο Ισοκράτη.

Ο Ευρύνους, ζώντας στην εποχή που ακολούθησε την κοινή κατάρρευση της ισχύος των Αθηναίων και των Λακεδαιμονίων, που είχαν άπαντες εξαντληθεί από την πολύχρονη αλληλοκαταστροφή, θεώρησε πρέπον να υποστηρίξει ενεργά την αποκατάσταση της πνευματικής και πολιτικής ενότητας όλων των απογόνων του προπάτορα Έλληνα. Ασφαλώς γνώριζε και συμμεριζόταν σε μεγάλο βαθμό τις θέσεις για τη δημιουργία μιας πανελλήνιας δύναμης, που ένθερμα διακήρυσσε ο Ισοκράτης των Αθηνών.

Ο Ισοκράτης, διδάσκαλος της ρητορικής τέχνης και συγγραφέας δεοντολογικών διατριβών, δεν είχε απ’ ευθείας ανάμιξη στην πολιτική ζωή του Αθηναϊκού Άστεως. Δεν επιχείρησε ποτέ την άμεση εκλογή του σε δημόσιο αξίωμα, και εθεωρείτο υπεράνω των καθέκαστα πολιτικών παρατάξεων. Αυτό δεν εμπόδιζε, αλλά μάλλον ενίσχυε την μεγάλη επιρροή που ασκούσε μέσω των λόγων του, οι οποίοι καταγράφονταν και κυκλοφορούσαν όχι μόνο εντός των Αθηνών, αλλά σε ένα ευρύτερο, πανελλήνιο κοινό. Οι λόγοι αυτοί ήταν επικεντρωμένοι στην επείγουσα αναγκαιότητα για ενότητα και συσπείρωση όλων των Ελλήνων, ούτως ώστε να ξεπεραστούν οι αυτοκαταστροφικές τάσεις των τελευταίων δεκαετιών, αλλά και για να αντιμετωπιστεί η πάντοτε επικρεμάμενη ασιατική απειλή.

Ο Ευρύνους γνώριζε προσωπικά τον γέροντα διδάσκαλο της ρητορικής της γειτονικής μητροπόλεως, διατηρούσε φιλικές σχέσεις μαζί του και προμηθευόταν τακτικά τις Ισοκράτειες συγγραφές.

Αν και οι μνήμες μου από την περίοδο της μετοίκησης της οικογένειας του Ευρύνου από την Μεγαρίδα στην Αττική είναι συγκεχυμένες λόγω της τότε μικρής μου ηλικίας, γνωρίζω από τις αφηγήσεις των οικείων ότι ο σεβάσμιος  Ισοκράτης και οι συννοούντες, ήταν εκείνοι που φρόντισαν να διευκολύνουν την εγκατάσταση του Ευρύνου στο Άστυ των Αθηνών, και μάλιστα όχι με την ιδιότητα του παροίκου, αλλά με εκείνη του επιφανούς φιλοξενούμενου.

[…]

gse_multipart56443

 Είχα λοιπόν την ευκαιρία να σπουδάσω κοντά στον γηραιό μεν, πλην όμως ευθαλή Ισοκράτη, ο οποίος συμπεριφέρθηκε απέναντί μου με τρόπο ανάλογο της εκτίμησης και της φιλίας που έτρεφε προς τον πατέρα Ευρύνου.

Ο Ισοκράτης, όπως άλλωστε και ο Πλάτων, ο επώνυμος ιδρυτής της αθηναϊκής φιλοσοφικής Ακαδημίας, έχοντας αμφότεροι παρακολουθήσει στο παρελθόν  τη διδασκαλία του αείμνηστου Σωκράτη του Σοφρωνίσκου, συνέχιζαν, ο καθένας με τον τρόπο του, την παιδαγωγική προσπάθεια εκείνου. Ο Πλάτωνας όμως, αν και λίγο νεότερος απ’ τον Ισοκράτη απεβίωσε πρώτος, όταν εγώ ήμουν μόλις εννέα ετών και έτσι δεν πρόλαβα να παρακολουθήσω προσωπικά τις ενδιαφέρουσες διαλέξεις του. Μπορώ πάντως να μαρτυρήσω ότι αυτές είχαν ευρύ αντίκτυπο ανάμεσα στους λόγιους Αθηναίους και ότι συχνά γίνονταν αφορμή για μακρές και έντονες συζητήσεις, τόσο ανάμεσα στον πατέρα μου τον Ευρύνου και ους φίλους του, όσο και ανάμεσα σε εκείνους που σύχναζαν στην σχολή ρητορικής του Ισοκράτη. Ακόμη και ο ίδιος ο Ισοκράτης, ο οποίος συχνά περιέπαιζε τους περί την Ακαδημία ως ¨θεωρητικολογούντες και επιστημολογούντες, πλην όμως τυρβάζοντες μακράν της πραγματικότητος¨, έδειχνε ενδιαφέρον για τα όσα λέγονταν εκεί σχετικά με την ¨ιδανική πολιτεία¨, τους ¨φιλοσοφούντες πολιτικούς¨ και τους ¨πολιτευόμενους φιλοσόφους¨.

 Ένας από εκείνους που μαθήτευσαν επί μακρόν κοντά στον Πλάτωνα, και μάλιστα ένας από εκείνους που ο Πλάτων θεωρούσε από τους πλέον διαυγείς, ευρυμαθείς και διορατικούς νέους φιλοσόφους, ήταν ο Αριστοτέλης ο του Νικομάχου. Ο Αριστοτέλης προέρχεται από τα Στάγειρα, μια από τις βόρειες αποικίες της νήσου Άνδρου και των Χαλκιδαίων.

 Α.4 Ο Εύελπις αναφέρεται στις σχέσεις ανάμεσα στον Ισοκράτη και τον Αριστοτέλη τον Σταγειρήτη

Όταν ο γηραιός πλην όμως οξύνους Ισοκράτης πείστηκε ότι το ιδανικό της ενότητας των ελλήνων θα μπορούσε να υλοποιηθεί όχι μόνον υπό την ηγεσία των Αθηναίων ή έστω μιας από τις άλλες γνωστές παλιές ελληνικές πόλεις, αλλά ότι σημείο εστίασης θα μπορούσε να είναι η ανερχόμενη Μακεδονική δύναμη, φρόντισε να απευθύνει επιστολές και παραινέσεις απ’ ευθείας στον βασιλέα Φίλιππο,  προς τον οποίο εξ άλλου προσέβλεπε ήδη ανεπιφύλακτα η φιλομακεδονική μερίδα των συμπολιτών του. Όμως, εκτός από αυτό, ο Ισοκράτης φρόντισε να έρθει σε ιδιαίτερη επαφή με τον βορειοελλαδίτη διανοητή Αριστοτέλη.

Αυτός ο τελευταίος, μετά τον θάνατο του Πλάτωνα είχε αποχωρήσει από την Αττική και αφού προσπάθησε να  εφαρμόσει τις αρχές της Πλατωνικής Ακαδημίας στη  Άσσο[5] και στη Μυτιλήνη, στη συνέχεια αποδέχτηκε πρόσκληση του Φιλίππου του Μακεδόνα και ανάλαβε την διαπαιδαγώγηση του δεκατριετούς γιου του, του σημερινού βασιλέα Αλεξάνδρου.

Από ό, τι υπέπεσε στην αντίληψή μου – διότι ο Ισοκράτης δεν δίσταζε να μιλάει χωρίς επιφυλάξεις για όσα τον απασχολούσαν, ιδιαίτερα όταν βρισκόταν στο οικείο περιβάλλον του οίκου του Ευρύνου – ο Αριστοτέλης του είχε απαντήσει, διαβεβαιώνοντάς τον μεταξύ άλλων ότι η παιδεία του νεαρού διαδόχου είχε ήδη ως άξονα το ελληνικό φρόνημα[6], όπως αυτό περιγράφεται στα Ομηρικά Έπη. Και ότι η δική του καθοδήγηση δεν θα μπορούσε παρά να εστιάζεται στις κοινές αξίες των ελλήνων.  

Θυμάμαι επίσης ότι ο Ισοκράτης αναφερόταν συχνά στην υπόσχεση του Αριστοτέλη να επιστρέψει στην πόλη των Αθηνών, μόλις θα ολοκλήρωνε τα παιδαγωγικά του καθήκοντά στην Μακεδονία.

Είναι πιθανό ότι ο γηραιός διδάσκαλος θεωρούσε τον Σταγειρίτη φιλόσοφο ως ενδεχόμενο συνεχιστή της δικής του προσπάθειας  για την πνευματική ενίσχυση της συνοχής των Ελλήνων. Ο Αριστοτέλης διέθετε όλα τα απαραίτητα προσόντα για κάτι τέτοιο: διέθετε σπάνιες νοητικές ικανότητες, βορειοελλαδική προέλευση και μάλιστα από πόλη που είχε υποστεί τις συνέπειες της Μακεδονικής επέκτασης[7] -για τις οποίες εν τούτοις ο ίδιος δεν έδειξε μνησικακία- και επιπλέον είχε ήδη διαμείνει επί μακρόν στην πόλη των Αθηνών και ήταν μέτοχος της αθηναϊκής παιδείας.

 Ίσως πάλι ο Ισοκράτης να αποσκοπούσε σε κάτι περισσότερο από αυτό. Έχω την εντύπωση ότι ο επίμονος γέροντας είχε καταστρώσει ένα πληρέστερο σχέδιο: δίπλα σε έναν ικανό άνδρα όπως ο Αριστοτέλης, θα μπορούσαν να συμπαραταχθούν  ορισμένοι από τους μαθητές της δικής του ρητορικής σχολής, επιλεγμένοι από τον ίδιο και άπαντες ομού να αποτελέσουν τον εναρκτήριο πυρήνα μιας νέας, πανελλήνιας ηγετικής τάξης.  Ένας από αυτούς, εάν συνέχιζα να είμαι επιμελής και αξιόπιστος ακόλουθός του, θα μπορούσα να ήμουν κι εγώ, ο Δωριεύς Εύελπις από τα Μέγαρα. Ο ίδιος ο διδάσκαλος, λίγο πριν από το θάνατό του, μου είχε πει ότι στις επιστολές του προς τον Αριστοτέλη είχε ήδη αναφέρει το όνομά μου με τρόπο επαινετικό.

Πράγματι, η υπόσχεση του Αριστοτέλη για επιστροφή στο Αθηναϊκό Άστυ υλοποιήθηκε ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Φιλίππου και την ανάληψη της ηγεσίας των Μακεδόνων από τον Αλέξανδρο, δηλαδή μόλις πέντε έτη πριν από σήμερα. Δυστυχώς ο Ισοκράτης είχε ήδη αποβιώσει τρία χρόνια νωρίτερα, όταν εγώ ήμουν ακόμη δεκαοκτώ ετών.

[…]    

(συνεχίζεται)

fbfe3c002fabfff4dd336e5a58367a4b

[1]   Η παρουσία του Ευέλπιδος στην ακολουθία του Αλεξάνδρου επιβεβαιώνεται και σε κείμενα που εικάζεται ότι ανήκουν στον Καλλισθένη, συγγενή του Αριστοτέλη, ιστορικό και έμπιστο γραφέα  των επισήμων επιστολών του Μακεδόνα βασιλέα.

[2] Από τα αναγραφόμενα προκύπτει ότι Εύελπις πρέπει να είχε περίπου την ίδια ηλικία με τον Αλέξανδρο, επομένως όταν συντάχθηκε το παρόν τμήμα των κειμένων πρέπει να ήταν 26 ετών.

[3] Ο Εύελπις προφανώς γνωρίζει τα όσα αναφέρει ο Πλάτων  στον Τιμαίο, σχετικά με τον διάλογο ανάμεσα σε Αιγύπτιο ιερέα  και τον Σόλωνα τον Νομοθέτη. Ο ιερέας φέρεται να λέει στον Αθηναίο σοφό: Ὦ Σόλων, Σόλων, Ἕλληνες ἀεί παῖδές ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν. Νέοι ἐστέ τάς ψυχάς πάντες. Οὐδεμίαν γάρ ἐν αὐταῖς ἔχετε δι’ ἀρχαίαν ἀκοήν παλαιάν δόξαν οὐδέ μάθημα χρόνῳ πολιόν οὐδέν.

Δηλαδή: Σόλωνα, Σόλωνα, εσείς οι Έλληνες μένετε πάντα παιδιά και δεν υπάρχει κανένας γέροντας Έλληνας. Νέοι είστε στις ψυχές σας όλοι. Γιατί δεν έχετε πεποιθήσεις ριζωμένες σε κληρονομικές δοξασίες ούτε γνώσεις γερασμένες.

[4] Προφανώς εδώ γίνεται υπαινιγμός στην υπόθεση του Κυλώνειου Άγους,  που είχε ως πρωταγωνιστή τον Κύλωνα, αθηναίο μεν ευπατρίδη, αλλά υποκινούμενο από τον πεθερό του, τον τύραννο των Μεγάρων Θεαγένη.   

[5] Ο Εύελπις αναφέρεται εδώ στις πλατωνικές αντιλήψεις περί του ηγετικού ρόλου των φιλοσόφων στην ιδανική Πολιτεία, καθώς και στην προσπάθεια του Αριστοτέλη να συνεισφέρει στην διοίκηση της μικρασιατικής πόλης Άσσου από τους πλατωνικούς Ερμεία,  Έραστο και Κορίσκο

[6] Προφανώς στο σημείο αυτό γίνεται αναφορά στους προγενέστερους παιδαγωγούς του Αλέξανδρου,  όπως ο Λεωνίδας, Μολοσσός από την Ήπειρο και ο  Λυσίμαχος από την Ακαρνανία.

[7] Εδώ γίνεται μνεία στην πολιορκία και καταστροφή της πόλης των Σταγείρων από τον Φίλιππο το 349 π.Χ. Ο Φίλιππος επανοικοδόμησε την πόλη προς τιμήν του Αριστοτέλους.

 

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , | 1 Comment »