Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

  • Βόλτα στο ιστολογοφόρο με μουσική του Μάουρο Τζουλιάνι

  • Περισσότερα για το ιστορικό μυθιστόρημα "Κύλικες και Δόρατα": Κλικ στην εικόνα

  • Δημοφιλή άρθρα και σελίδες

  • Οι καιροί που αλλάζουν...

  • Κυκλοφόρησε:

  • Εκδότης: Ι. Σιδέρης ISBN: 978-960-08-0850-6 Σελίδες: 646 Σχήμα: 17×24 Συγγραφέας: Β. Νόττας

  • *

  • ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΦΙΛΩΝ

  • LIBRI RECENTI DI AMICI

  • Κυκλοφόρησε από τις εκδ. Παπαζήση η νέα ποιητική συλλογή του Λευτέρη Μανωλά

  • Ποιήματα και ποιητικά κείμενα από τον Ηλία Κουτσούκο.

  • * Η νέα συλλογή ποιημάτων του Νίκου Μοσχοβάκου.

  • * Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Τηλέμαχου Χυτήρη ¨Ημερολόγιο μιας επιστροφής¨ από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ .

  • * ¨Απριλίου ξανθίσματα¨. Κυκλοφόρησε η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου, από τις εκδόσεις Μελάνι.

  • Αισθάνθηκε μια δαγκωνιά στη μνήμη. Ήταν το παρελθόν που σαν αδέσποτο σκυλί είχε επιτεθεί στο είναι του. Οι σταγόνες αίμα που έσταξαν κοκκίνισαν τις εικόνες. *** Η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μυλόπουλου ¨Τέλος της Περιπλάνησης¨. Από τις εκδόσεις ¨Γαβριηλίδης¨

  • *** Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου ¨Αιφνίδια και διαρκή¨

  • Ο Θηβαίος στρατηγός Επαμεινώνδας οξυδερκής καθώς ήταν αλλά και θαρραλέος επινόησε πως έπρεπε να διορθώσει την ιστορία χωρίς αναβολές. Ασυμβίβαστος εκστράτευσε κατά της Σπάρτης με τον δαίμονα της υπερβολής κάτι σαν σαράκι να τρώει τα σωθικά του κι επέτυχε ν’ αλλάξει τον ρου τ’ αρχαίου κόσμου. Το πλήρωσε βέβαια στην Μαντίνεια πανάκριβα με τη ζωή του όμως διόρθωσε έστω για μια στιγμή την ανιαρή ιστορία. Δεν ήταν δα και λίγο αυτό. *****

  • Γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος

  • ***** Γραφει ο Gianfranco Bettin

  • ***** Γράφει ο Νίκος Μοσχοβάκος

  • Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ Τώρα που τάπαν όλα οι ποιητές εσύ τι θα γράψεις ; μου αντέτεινε η άπτερος Νίκη της Σαμοθράκης. Κι εγώ την αποκεφάλισα.

  • [Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Πορτρέτο του Νίκου - Λάδι] Η ΣΥΜΒΟΥΛΗ Πάντοτε μούδιναν την συμβουλή να γίνω τέλειος. Έτσι μίσησα την τελειότητα κι επιδόθηκα στην λατρεία των ατελειών. Έχω λοιπόν πολλά να κάνω αναζητώντας μέσα από ελλείψεις τον εαυτό μου σε πείσμα των τελειομανών που επαναπαύονται στον μοναδικό δρόμο τους με την σιγουριά του αλάθητου. Εγώ πορεύομαι μες τις αμφιβολίες και τον κίνδυνο του ατελέσφορου στόχου ποτέ παροπλισμένος αφού πάντα μάχομαι. *****

  • [Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Λάδι σε χαρτόνι - Γενάρης 2015] Tα πνευματικά δικαιώματα όλων των εικόνων και των μουσικών που αναδημοσιεύονται εδώ ανήκουν αποκλειστικά και μόνο στους δημιουργούς τους.

  • Σχόλια

    suriforshee1988's avatarsuriforshee1988 στη Οι κορασίδες και οι παραχ…
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Οι χαρταετοί θα επιστρέψουν κα…
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Σκηνές από τη δεκαετία του…
    Jude's avatarJude στη Ευτυχισμένους έρωτες δεν …
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Ποιητικές παραβολές ή  Ο…
  • Βιβλία και άλλα κείμενα

    Κοινωνία, επικοινωνία, εξουσία: Από τον Βωμό και τον Άμβωνα στην οθόνη. Η περίοδος της προφορικότητας και οι επικοινωνητές της. Μια κοινωνιολογική προσέγγιση στην ιστορία της επικοινωνίας και των μέσων. Εκδότης: Ι. Σιδέρης. Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας. Σειρά: Δημοσιογραφία και ΜΜΕ. Έτος έκδοσης: 2009 . ISBN: 960-08-0468-0. Τόπος Έκδοσης: Αθήνα Αριθμός Σελίδων: 302 Διαστάσεις: 24χ17 Πρόλογος: Κώστας Βεργόπουλος. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλίκ στην εικόνα

  • Συλλογή κειμένων: ΜΜΕ, κοινωνία και πολιτική. Ρόλος και λειτουργία στη σύγχρονη Ελλάδα. Επιμέλεια: Χ. Φραγκονικολόπουλος Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, 2005 Αριθμός σελίδων 846. ISBN 960-08-0353-6, Κείμενο Β. Νόττας: ¨Επικοινωνιακή και πολιτική εξουσία τον καιρό της επέλασης των ιδιωτών¨ (σελ. 49). Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.

  • Β΄Έκδοση. Εκδόσεις Ι. Σιδέρης. NovelBooks. Έτος έκδοσης: 2012. Αριθμός σελίδων: 610. Κωδικός ISBN: 9609989640. Εισαγωγικό σημείωμα στη 2η έκδοση: Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου.

  • Vivere pericolosamente Ανθολογία διηγημάτων: 26 ιστορίες από την Ιταλία. Εκδόσεις: Αντίκτυπος. Αθήνα: 2005 Σελίδες: 342. Κείμενο Β. Νόττας: ¨Το διαβατήριο¨. Ανάρτηση στο Ιστολογοφόρο: Κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου

  • ΚΡΥΑ ΒΡΥΣΗ Κοινωνική και Οικιστική εξέλιξη: ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ.- Συγγραφείς: Βασίλης Νόττας, Πάνος Σταθακόπουλος. Δήμος Κρύας Βρύσης Εκδόσεις Δεδούση. Σελίδες: 154 Θεσσαλονίκη 1998.

  • Εκδότης: Αρχέτυπο. Συγγραφέας: ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΟΤΤΑΣ. Κατηγορίες: Φανταστική Λογοτεχνία. ISBN 978-960-7928-83-2. Ημερομηνία έκδοσης: 01/01/2002. Αριθμός σελίδων: 512. Αναρτήσεις στο Ιστολογοφορο: κλίκ στην εικόνα του εξώφυλλου.

  • Η «κατασκευή» της πραγματικότητας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αθήνα 1998. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου που οργανώθηκε από το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συλλογικό έργο. Έκδοσεις: Αλεξάνδρεια. Διαστάσεις: 24Χ17. Σελίδες: 634. Κείμενο Β. Νόττας: Κοινωνιολογικες παρατηρησεις πανω στην οπτικοακουστικη αναπαρασταση της συγχρονης ελληνικης πραγματικοτητας. Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα

  • Α΄Έκδοση Εκδότης ΠΑΡΑΠΕΝΤΕ Θέμα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας (Ανώνυμος Ένας)

  • Ενα κείμενο στο βιβλίο του Κώστα Μπλιάτκα ¨Εισαγωγή στο τηλεοπτικό ρεπορτάζ" . Εκδόσεις ¨Ιανός¨ με τίτλο ¨Αξιοπιστία και οπτικό ρεπορτάζ¨

  • Περιοδικό ¨Εξώπολις¨ Τεύχος 12-13. Κείμενο με τίτλο ¨Το ραδιόφωνο των ονείρων. Ένα δοκίμιο περί ήχων φτιαγμένο με επτά εικόνες¨. Στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.

  • Συμμετοχή σε λογοτεχνικό παιχνίδι σχετικό με τον (υποτιθέμενο) συγγραφέα Άρθουρ Τζοφ Άρενς. Δημοσιευμένο στο περιοδικό ¨Απαγορευμένος πλανήτης" τεύχος 6 (εκδόσεις ¨Παραπέντε¨). Για το πλήρες κείμενο κλικ στην εικόνα.

  • ¨Το Δεντρο¨ Τεύχος: 17-18 . Βασίλης Νοττας: Συζήτηση για τον κοινωνικό χώρο της Θεσσαλονίκης.

  • Διδακτορική Διατριβή ¨Δημόσια μέσα μαζικής επικοινωνίας και συμμετοχική Πολεοδομία¨. Σελίδες:788. Ψηφιοποιημένη στη βιβλιοθήκη του Παντείου

  • *
  • Συγγραφικά φίλων

    Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Νίκου Μοσχοβάκου (κλικ στην εικόνα)

  • Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Ηλία Κουτσούκου (κλικ στην εικόνα)

  • Μοτο-ταξιδιωτικά από τον Βασίλη Μεταλλινό (κλικ στην εικόνα)

  • Κάποιες απόψεις και άρθρα…

    Η γυναίκα τανάλια * Όταν ο Χάρι Πότερ συνάντησε τα λόμπι * Ο μικρός ήρωας * Πώς έκοψα το κάπνισμα και άλλα

  • …και ένα θεατρικό κείμενο: Ο Λυσίστρατος

    Παρωδία σε επτά σκηνές (κλικ στην εικόνα)

  • Περιπέτειες καρδιάς

    Για τα σχετικά κείμενα, κλικ στην εικόνα

  • Περιπέτειες συγγραφής

    Σημειώσεις για την ερασιτεχνική συγγραφή

Posts Tagged ‘Κηδείες’

Μα πού πήγαν οι κηδείες οι παλιές;

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 9 Ιανουαρίου, 2014

dia_de_los_muertos_esqueleto-28440


Είμαι της
άποψης που υποστηρίζει ότι γελάμε με ό,τι κατά βάθος φοβόμαστε: σε συλλογικό επίπεδο, για παράδειγμα, με τους τρελούς, τους γιατρούς, τις κακές πεθερές, τους βλάκες, και με τις κάθε λογής εξουσίες. Σε ατομικό επίπεδο τίποτα δεν εξορκίζει καλύτερα τον πόνο και το θάνατο, όσο το γέλιο. Αλλά και σε στοιχειωδέστερες καθημερινές καταστάσεις ισχύει το ίδιο: Ας πούμε πως βλέπεις κάποιον να σκουντουφλάει και να πέφτει. Το ¨μήνυμα¨ θα περάσει άμεσα από τους περίφημους νευρώνες ¨καθρέφτες¨ (εκείνους που αποτελούν τη βιολογική βάση της ταύτισης με τους άλλους, άρα και κάθε αλτρουισμού και κάθε κοινωνικής ή αισθητικής ¨συμμετοχής¨) που θα σε ταυτίσουν μαζί του και θα σε βάλουν αυτόματα σε κατάσταση στιγμιαίου συναγερμού (η γλίστρα μπορεί να απειλεί κι εσένα). Αλλά αμέσως μετά, όταν ο υπόλοιπος εγκέφαλος σε ειδοποιήσει ότι δεν κινδυνεύεις,  τότε το  γέλιο εκδηλώνεται ανακουφιστικά ιαματικό, βοηθώντας στην αποκατάσταση της ψυχραιμίας. Ίσως έτσι μπορέσεις να συντρέξεις αποτελεσματικότερα αυτόν που έπεσε.. Καταλήγω: το γέλιο κάνει καλό και το μαύρο είναι το πιο ιαματικό χιούμορ.

Ωραία. Τώρα, μετά απ’ αυτή την μικρή θεωρητική παρένθεση,  ας δούμε τι λέει ο Μπρασένς για τις κηδείες του παλιού καλού καιρού.

Σημείωση: Την ¨μακαρία¨ ομολογώ ότι δεν την ήξερα. Την βρήκα στο λεξικό. Υπάρχει, ως επιθανάτιο γεύμα (ρίξτε μια ματιά στον Μπαμπινιώτη).

[Μετά την απόδοση στα ελληνικά που σας έφτιαξα, ακολουθούν τα βίντεο με τον Μπρασένς, με τον  Le Père Valdu (παπάς στην ενορία Notre Dame de Montcuq) το πρωτότυπο κείμενο στα γαλλικά και, για να μείνουμε στο πνεύμα, Θεοδωράκης και Μποστ από  Χιώτη και Μπιθικώτση: Η Νήσος των Αζορών]

441745

Μα πού πήγαν οι κηδείες οι παλιές;

Παλιά  οι συγγενείς του κάθε τυχόν μακαρίτη

τους φίλους καλούσαν να κλάψουν παρέα στο σπίτι

«Αν θέλετε αντίο να πείτε στον πεθαμένο,

στη μνήμη του θα ‘χουμε απόψε τραπέζι στρωμένο».

Μα χάσανε πια οι ζωντανοί τη γενναιοδωρία

κι οι νεκροί του ξεπροβοδίσματος την ευκαιρία

Εδώ που τα λέμε αυτή βασικά ειν’ η αιτία

που για καιρό δεν πάτε / σε μια καθώς πρέπει κηδεία

και που δεν φάγατε εσχάτως  / καμία καλή ¨μακαρία¨

 *

Μα πού ‘ναι οι κηδείες οι παλιές;

Με (τις καρο- τις καρό-) τις καροτσες τους τις στολισμένες,

που ‘χαν λούσα, που ‘χαν μουσικές

και (μακαρί-) μακαρίτες με φάτσες ροζέ και θρεμμένες.

Με τους κληρονόμους να κερνάν:

τεθλιμμένους, παπάδες,  σκαφτιάδες,  ακόμη και τα κοράκια…

Πια δεν υπάρχουν, παν’,

πια ξεπεράστηκαν,

τελετές με πομπές, μ’ εμβατήρια και παπαδάκια…

Φύγαν για τα καλά,

δε θα γυρίσουν πια,

της νιότης τα μυστήρια

τα θεα-μα-τικά!

*

Όλες οι νεκροφόρες διαθέτουνε πια μηχανές

και τους μακαρίτες μπορούν να τους παν όπου θες,

αυτοί όμως τώρα δε βλέπουν, δεν χασκογελούν

με τους κληρονόμους στις λάσπες να παραπατούν…

Πατώντας τέρμα το γκάζι προχτές κάτι τύποι,

αντί τον δικό τους να παν στο στερνό του το σπίτι,

με φόρα στη θάλασσα βούτηξαν απ’ την προκυμαία

και στα θυμαράκια πήγαν / όλοι μαζί παρέα

και στα θυμαράκια έτσι / κατάληξαν όλοι παρέα

*

Μα πού ‘ναι οι κηδείες οι παλιές;

Με (τις καρο- τις καρό-) τις καροτσες τους τις στολισμένες,

που ‘χαν λούσα, που ‘χαν μουσικές

και (μακαρί-) μακαρίτες με φάτσες ροζέ και θρεμμένες.

Με τους κληρονόμους να κερνάν:

τεθλιμμένους, παπάδες,  σκαφτιάδες, μ’ ακόμη και τα κοράκια…

Πια δεν υπάρχουν, παν’,

πια ξεπεράστηκαν,

τελετές με πομπές, μ’ εμβατήρια και με παπαδάκια…

Φύγαν για τα καλά,

δε θα γυρίσουν πια,

της νιότης τα μυστήρια

τα θεα-μα-τικά!

*

Αν είναι να με ξαποστείλουν χωρίς τσιριμόνιες

και χωρίς τελετές να βρεθώ στις μονές τις αιώνιες

τότε δεν ξέρω και τη ταφή, μου, τι να την κάνω

ας πνιγώ, ας καώ, ή, άμα λάχει, ας μην πεθάνω…

Ω, ας γυρίζανε οι καιροί των καλοπεθαμένων

των μακαρίων και των κατά-ευχαριστημένων

τότε που σκέπτονταν όλοι «αν είν’ εδώ να πεθάνω»

τουλάχιστον ας πάω / κάπου παραπάνω

τουλάχιστον ας πάω / κάπου από εδώ παραπάνω

*

Μα πού ‘ναι οι κηδείες οι παλιές;

Με (τις καρο- τις καρό-) τις καροτσες τους τις στολισμένες,

που ‘χαν λούσα, που ‘χαν μουσικές

και (μακαρί-) μακαρίτες με φάτσες ροζέ και θρεμμένες.

Με τους κληρονόμους να κερνάν:

τεθλιμμένους, παπάδες,  σκαφτιάδες, μ΄ ακόμη και τα κοράκια…

Πια δεν υπάρχουν, παν’,

πια ξεπεράστηκαν,

τελετές με πομπές, μ’ εμβατήρια και με παπαδάκια…

Φύγαν για τα καλά,

δε θα γυρίσουν πια,

της νιότης τα μυστήρια

τα θεα-μα-τικά!

funerale-t64791

Georges Brassens – Les funérailles d’antan

Le Père Valdu – Les funérailles d’antan

Les funérailles d’antan

Jadis, les parents des morts vous mettaient dans le bain,

De bonne grâce ils en faisaient profiter les copains:

«Y a un mort à la maison, si le cœur vous en dit,

Venez le pleurer avec nous sur le coup de midi…»

Mais les vivants d’aujourd’hui ne sont plus si généreux,

Quand ils possèdent un mort ils le gardent pour eux.

C’est la raison pour laquelle, depuis quelques années,

Des tas d’enterrements vous passent sous le nez.

Des tas d’enterrements vous passent sous le nez.

*

Mais où sont les funérailles d’antan?

Les petits corbillards, corbillards, corbillards, corbillards,

De nos grands-pères,

qui suivaient la route en cahotant,

Les petits macchabées, macchabées, macchabées, macchabées,

Ronds et prospères…

Quand les héritiers étaient contents,

Au fossoyeur, au croque-mort, au curé, aux chevaux même,

Ils payaient un verre.

Elles sont révolues,

elles ont fait leur temps,

Les belles pom, pom, pom, pom, pom, pompes funèbres,

On ne les reverra plus,

et c’est bien attristant,

Les belles pompes funèbres de nos vingt ans.

*

Maintenant les corbillards à tombeau grand ouvert

Emportent les trépassés jusqu’au diable Vauvert,

Les malheureux n’ont même plus le plaisir enfantin

De voir leurs héritiers marron marcher dans le crottin.

L’autre semaine, des salauds, à cent quarante à l’heure,

Vers un cimetière minable emportaient un des leurs…

Quand sur un arbre en bois dur, ils se sont aplatis

On s’aperçut que le mort avait fait des petits.

On s’aperçut que le mort avait fait des petits.

*

Plutôt que d’avoir des obsèques manquant de fioritures,

J’aimerais mieux, tout compte fait, me passer de sépulture,

J’aimerais mieux mourir dans l’eau, dans le feu, n’importe où,

Et même à la grande rigueur, ne pas mourir du tout.

O, que renaisse le temps des morts bouffis d’orgueil,

L’époque des mas-tu-vu-dans-mon-joli-cercueil,

Où, quitte à tout dépenser jusqu’au dernier écu,

Les gens avaient le cœur de mourir plus haut que leur cul.

858534000

Posted in Μπρασένς στα ελληνικά ΙV | Με ετικέτα: , , , , , , , , , | Leave a Comment »