Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Archive for Ιουνίου 2012

…αλλά, να κλαίει ο φίλος σου, μπορείς… ;

Posted by vnottas στο 24 Ιουνίου, 2012

ΕΝ ΤΑΞΕΙ… 

 Εντάξει, πολεμούν στην Ιρλανδία

κι υπάρχουν δίχως μουσική λαοί

εντάξει, όλα μοιάζουν παρωδία

και πάει η ευαισθησία,  έχει χαθεί.

Εντάξει, ο παράς οσμή δεν έχει

στην αοσμία του, όμως, πνίγεται κανείς

ναι, τα άνθη τα πατάει όποιος αντέχει,

αλλά, να κλαίει ο φίλος σου, μπορείς… ;

 

Μάχες έχουμε χάσει, εμείς κι οι άλλοι

κι ο Χάρος τη στερνή λέξη ζητά.

Εντάξει, τι κι αν γέρνει το κεφάλι

ένα κορμί που πια παραπατά…

Ναι, σίγουρα, οι γυναίκες απατούνε

και τα πουλιά σκοτώνει ο νταής,

χωρίς φτερά οι καρδιές φυτοζωούνε

αλλά, να κλαίει ο φίλος σου, μπορείς…

  

Εξάλλου οι πόλεις είναι εξαντλημένες

μ’ αυτά τα πενηντάχρονα παιδιά,

οι ελπίδες για βοήθεια μαραμένες

κι ο Έρωτας στα δόντια να πονά…

Εντάξει φταίει ο χρόνος που όλο φεύγει

και τ’ άγχος στο μετρό ολημερίς

κι είναι η Αλήθεια που μας αποφεύγει

αλλά, να κλαίει ο φίλος σου, μπορείς…

  

Εντάξει, οι καθρέφτες μας αντέχουν,

μα μήτε το  κουράγιο να ’μαστε Ιουδαίοι

μήτε την κομψότητα που -μόνο- οι μαύροι έχουν,

δεν είμαστε η φωτιά που ακόμη καίει…

και η Ανθρωπιά και τ’ άλλα που αξίζουν

δεν άλλαξαν πολύ τους ευλαβείς

που από αγάπη πάντα μας ξεσχίζουν,

αλλά, να κλαίει ο φίλος σου, μπορείς…;

 

 Απόδοση Β. Νόττας

Το τραγούδι του Ζακ Μπρελ

Η ανάγνωση της απόδοσης στα ελληνικά

Jacques Brel
 VOIR UN AMI PLEURER

1977

 

Bien sûr il y a les guerres d’Irlande
Et les peuplades sans musique
Bien sûr tout ce manque de tendre
Et il n’y a plus d’Amérique
Bien sûr l’argent n’a pas d’odeur
Mais pas d’odeur vous monte au nez
Bien sûr on marche sur les fleurs
Mais mais voir un ami pleurer

 

Bien sûr il y a nos défaites
Et puis la mort qui est tout au bout
Le corps incline déjà la tête
Étonné d’être encore debout
Bien sûr les femmes infidèles
Et les oiseaux assassinés
Bien sûr nos coeurs perdent leurs ailes
Mais mais voir un ami pleurer

 

Bien sûr ces villes épuisées
Par ces enfants de cinquante ans
Notre impuissance à les aider
Et nos amours qui ont mal aux dents
Bien sûr le temps qui va trop vite
Ces métros remplis de noyés
La vérité qui nous évite
Mais mais voir un ami pleurer

 

Bien sûr nos miroirs sont intègres
Ni le courage d’être juif
Ni l’élégance d’être nègre
On se croit mèche on n’est que suif
Et tous ces hommes qui sont nos frères
Tellement qu’on n’est plus étonné
Que par amour ils nous lacèrent
Mais mais voir un ami pleurer.

Posted in Μπρελ στα ελληνικά | Με ετικέτα: , , , , , , | Leave a Comment »

¨Τα μαχητικά στη μύτη…¨ και ¨O Tολστόι κατακέφαλα…¨

Posted by vnottas στο 21 Ιουνίου, 2012

Κυκλοφορεί όπου να ’ναι μια νέα συλλογή διηγημάτων του Ηλία Κουτσούκου. Οι ιστορίες αρθρώνονται γύρω από ένα ντελίβερι μπόι που αντί για πίτσες παραδίδει κατ΄ οίκον αφηγήματα…

Για να πάρετε μια ιδέα, σας έχω εδώ (με την άδεια του) σε προδημοσίευση, δύο από αυτά…

Τα μαχητικά  στη μύτη….

 

Ο Γιώργος θέλει να βγάλει μερικές φωτό στη μύτη του  Αγίου Όρους , στο αέτωμα του μοναχού Ιωσήφ που βρίσκεται στο ακραίο τμήμα  της μεγίστης Λαύρας 300 μέτρα πάνω απ τη θάλασσα στη κορυφή των βράχων.

Πάμε με το τζιπ και το αφήνουμε διακόσια μέτρα πριν το μικρό κελί του γέροντα. Είναι καλοκαίρι, Ιούλιος και στις άκρες των βράχων ο αέρας σφυρίζει.

Το κελί έχει ένα μικρό αύλειο χώρο όπου βρίσκονται κι ανεμίζουν στα ψηλά κοντάρια τους δύο σημαίες. Μία ελληνική και μία του Βυζαντίου. Αυτές ανεμίζει ο γέροντας όταν περνούν τα κορσέρ και τα f16..από πάνω του χαμηλά..’ μου λέει ο Γιώργος, ενώ φωνάζει το όνομα του Ιωσήφ.

Ο Ιωσήφ εμφανίζεται χαμογελαστός κι όπως τον κόβω είναι τουλάχιστον 10 χρόνια μικρότερος μου, πράγμα που δεν είναι ότι καλύτερο για την εσωτερική διάσταση του σεβασμού μου ο οποίος δεν φημίζεται για τις καλύτερες διαθέσεις του απέναντι στους θρησκευτικούς ‘μύθους’..

Ωστόσο ο Ιωσήφ έχει ένα θερμό χαμόγελο στα χείλη και μας καλωσορίζει στο αέτωμα του λέει, περάστε παιδιά, περάστε για μια ρακή κι ένα γλυκό, έχω δικό μου γλυκό συκαλάκι, ελάτε, ελάτε μέσα…

Περνάμε στο κελί του γέροντα και το πρώτο που βλέπω είναι μια μεγάλη γύρω στο ένα μέτρο μινιατούρα μαχητικού f16 μέσα σε φάιμπεργκλας που γράφει στη βάση του ‘στον γέροντα Ιωσήφ από τους πιλότους της Τανάγρας’ και πάνω απ τη μινιατούρα μια στολή πιλότου μαχητικού με τον όνομά του κεντημένο στο δεξί στήθος ‘ιωσηφ’ και όλα τα διακριτικά της μοίρας.

Ο Γιώργος τον ρωτάει αν μένει μόνος του στο κελί κι ο γέροντας απαντάει με φυσικότητα πως μένει με άλλους δυο,,, που εμείς δεν τους βλέπουμε γιατί είναι οι άγγελοι του…

Είναι σίγουρο σκέφτομαι πως ο Ιωσήφ χάνει λάδια πλην όμως θέλω να τον ακούσω στις διηγήσεις του και τον ρωτάω πως κι έτσι έπιασε παρτίδες με τους πιλότους της πολεμικής αεροπορίας κι ενώ μας σερβίρει το συκαλάκι και τη ρακί και του λέμε ‘ευλόγησον’ μ’ ένα χαρούμενο πρόσωπο μας λέει…πως όταν άρχισαν πριν από χρόνια οι αερομαχίες στο Αιγαίο, οι περισσότερες παραβιάσεις του εναέριου χώρου μας γίνονταν  λίγο πιο πέρα απ τη μύτη του Αγίου Όρους κι όταν οι δικοί μας κυνηγούσαν τους Τούρκους και τους έδιωχναν, μετά πετούσαν χαμηλά προς τη μύτη κι ο Ιωσήφ έβγαινε στην αυλή και κουνούσε τις σημαίες κι οι πιλότοι τις έβλεπαν και χαίρονταν και ξαναγυρνούσαν σε χαμηλή πτήση δυο και τρεις φορές για να τον χαιρετήσουν. Μετά ήρθαν για προσκύνημα στο Όρος και τον  συνάντησαν και ξαναήρθαν και ξαναήρθαν και του έφεραν το αεροπλάνο και μετά του έφτιαξαν και τη στολή, πάνω από δέκα πιλότοι, όλοι βαθύτατα πιστοί, ανθυποσμηναγοί, υποσμηναγοί, σμηναγοί ,ο διοικητής τους  ο σμήναρχος και ο γέροντας έγινε ο προστάτης της Μοίρας τους και τον κάλεσαν στην Τανάγρα και του κάναν γιορτή-κι όσο μας τα διηγείται, τόσο λάμπει το πρόσωπο του-κι ο γέροντας ξέρει απέξω κι ανακατωτά όλο το επιχειρησιακό πρόγραμμα της Μοίρας, ξέρει τα πάντα γύρω απ το μαχητικό f16 και μάλιστα κορυφώνει τη διήγησή του λέγοντας μας ‘όταν κυνηγάς τον άπιστο με 2 μαχ, όταν παίρνεις κλειστές στροφές στα 450 μέτρα με τέτοιες ταχύτητες κι αρχίζεις να τα βλέπεις όλα κόκκινα, δευτερόλεπτα πριν πάθεις βέρτιγκο, τότε οι Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ με εντολή της Παναγίας επεμβαίνουν, οδηγούν οι ίδιοι απ το κόκπιτ τ’ αεροπλάνο και το γυρνάνε ασφαλές στη βάση του αφού πρώτα πετάξει απ το ‘Ορος για να πάρει ευλογία….’

Λέω από μέσα μου πως δεν γίνεται να ακυρώσεις αυτή τη λαμπρή ιστορία με τις μεταφυσικές σου ανεπάρκειες κι ενώ ετοιμάζομαι να τον ρωτήσω αν ήθελε να γίνει πιλότος πριν γίνει Ιωσήφ στο Άγιο Όρος ο Γιώργος του κάνει την ερώτηση πως κουνούν τα μαχητικά τα φτερά τους για να τον χαιρετήσουν κι ο γέροντας σηκώνεται όρθιος απ το σκαμνάκι του, φέρνει τα χέρια σ έκταση και με τα μάτια γεμάτα γλυκιά έκσταση κάνει ‘να έτσι τα κουνούν’ και πάει πλάγια αριστερά και πλάγια δεξιά και με το στόμα του κάνει ‘βου, βου, βου, βου, βου’ τον ήχο απ τις τουρμπίνες…..

Η εικόνα από εδώ

O Tολστόι κατακέφαλα….

 

Ο Σίμος Αραμπατζής συνταξιούχος σιδηροδρομικός στα 82 κάθεται και διαβάζει τον πρώτο από τους τέσσερις τόμους ‘πόλεμος και ειρήνη’ του Λέοντος Τολστόι, απ’ τις εκδόσεις του Γκοβόστη, εδώ στη παραγκούπολη της Καλλικράτειας, στο μικρό δυαράκι με μικρό κήπο, κοντά στη θάλασσα, πούφτιαξε  με κόπους τα τελευταία δέκα χρόνια, ενώ η γυναίκα του μέσα τηγανίζει γάβρους και μιλάει μοναχή της στα διάφορα κουζινικά της.

Κάποια στιγμή ο μπαρμπα-Σίμος την ακούει να λέει στη βρύση ‘αντε τώρα και συ μη σου πω τίποτα και σένα μια λίγο μια πολύ πανάθεμά σε..’  και σχεδόν αμέσως τη βλέπει να βγαίνει έξω με τα χέρια στη μέση -στάση για παρατήρηση που θα τούρθει- όπως και γίνεται..

‘εσύ διάβαζε τη γκουμούτσα του Ρώσου κι άσε τη βρύση να στάζει, που στόχω πει δυo μέρες τώρα να τη δεις.. ε μ’ αυτά τα βιβλία σου που θα τα πετάξω καμιά ώρα…’

Ο μπάρμπα Σίμος την κοιτάζει ανέκφραστος γιατί έτσι όπως έχει γίνει η συμβία του μόνο ανέκφραστος μπορεί να είναι διότι, τι μπορεί ν’ απαντήσει σ’ αυτό το παλαιό τριαξονικό με τη ρόμπα.

Παρ’ όλα αυτά της εξηγεί ήρεμος πως γι αυτό βρίσκεται εδώ για να διαβάσει τα βιβλία που δεν διάβασε, κληρονομιά απ τον παππού του, γιατί αν δεν τα διαβάσει τώρα πότε θα τα διαβάσει…

Η κυρά του με μια γκριμάτσα τύπου ‘αντε  χέσου’ κάνει μεταβολή και ξαναπάει στη κουζίνα της.

Αυτό γίνεται τρία καλοκαίρια τώρα κι ο μπαρμπα-Σίμος είναι σίγουρος  πως θα τελειώσει μες στο καλοκαίρι  τους δυό πρώτους τόμους του Τολστόι γιατί έχει για μετά καβάτζα την Αννα Καρένινα.

Είναι νύχτα Αυγούστου κι ο μπαρμπα-Σίμος κοιμάται σ’ ένα βαθύ πηγαδίσιο ύπνο αναλογιζόμενος σ’ ένα φευγαλέο όνειρο αν θα γνώριζε σήμερα τον Τολστόι προσωπικά γιατί στ’ όνειρο  ήταν μουζίκος στα κτήματα του, κι ο Τολστόι θαρχόταν για επιθεώρηση των αγρών του, όταν ξαφνικά ξυπνάει απ’ τις φωνές της γυναίκας του απ τη κουζίνα ‘βοήθεια, βοήθεια’ και σηκώνεται παίρνοντας απ το κομοδίνο ενστικτωδώς τον τόμο του ‘Πόλεμος και Ειρήνη’, μπαίνει στη κουζίνα και βλέπει τη συμβία του να παλεύει μ’ ένα καχεκτικό λαθρομετανάστη εισβολέα και χωρίς να το σκεφτεί ρίχνει μ’ όση δύναμη έχει το τεράστιο βιβλίο κατακέφαλα από πίσω στον φουκαρά κλέφτη, που πέφτει σαν άδειο σακί στο πάτωμα.

Λέει στην έντρομη γυναίκα του ΄θα τον δέσω, πάρε το 100’ κι αφού την βλέπει ταραγμένη να σηκώνει τα  ακουστικό, συμπληρώνει με περηφάνια…’  για να ξέρεις, πού θελες να πετάξεις τον Τολστόι’…

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

Και τα όνειρα καρπίζουν…

Posted by vnottas στο 20 Ιουνίου, 2012

Δύο ποιήματα του Νίκου Μοσχοβάκου. Τα ταξίδια ο Νίκος τα αγαπάει και τον αγαπάνε. Έτσι όταν ανηφορίζει προς τα δω, αν δε μου φέρνει κάτι παλιότερο, θα έχει κάτι απολύτως καινούργιο, του ταξιδιού. Σας μεταφέρω το ομοιοκαταληκτικό ¨Στις όχθες του Τιτσίνο¨, καθώς και το ¨Και τα όνειρα καρπίζουν¨, που ποιος ξέρει γιατί, αν και μια ιδέα πιο παλιό, μου φαίνεται  γραμμένο για τις μέρες  τις τρέχουσες.

 

ΣΤΙΣ ΟΧΘΕΣ ΤΟΥ ΤΙΤΣΙΝΟ

 

Στις όχθες του Τιτσίνο περπατούσα

έψαχνα την ξανθούλα μήπως δω

τους άγνωστους καμιά φορά ρωτούσα

αν πέρασεν η κόρη από δω.

 

Δεν ήξερε κανείς να απαντήσει

η μνήμη ξεθωριάζει στον καιρό

μονάχα ένας είπε: « είχε ζήσει

μα η ζωή κυλάει σαν νερό».

 

Τον κοίταξα γεμάτος νοσταλγία

γινόταν ολοένα πιο χλωμός

πίσω απ’ αυτόν φαινόταν η Παβία

παρών μου φάνταζε κι ο Σολωμός.

 

Στις όχθες του Τιτσίνο π’ όλο ρέει

ενύχτωσε βαθιά και δεν μιλώ

μεσ’ το ποτάμι το φεγγάρι κλαίει

το παρελθόν που χάνεται χλωμό

 



 

 ΚΑΙ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΡΠΙΖΟΥΝ…

 

Το κουρασμένο μυρμήγκι

σαν έπεσε το βράδυ να κοιμηθεί

είδε στον ύπνο του

πως το μοναδικό σπυρί σταριού

που είχε κουβαλήσει στη φωλιά του

για να περάσει το χειμώνα

έβγαλε ρίζες

κι έγινε θεόρατο γαλάζιο στάχυ

γεμάτο καρπό.

Ξύπνησε έντρομο

κι ανακάλυψε το σπυρί σταριού

που είχε πράγματι

αρχίσει να ριζώνει.

Επιτέλους έπρεπε να το 

πάρει απόφαση

πως καμιά φορά και τα όνειρα

 καρπίζουν.


Posted in ΠΟΙΗΜΑΤΑ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Το Φετίχ, το Ευρώ και η σημασία των λέξεων… (φετιχιστές όλου του κόσμου ενωθείτε!)

Posted by vnottas στο 15 Ιουνίου, 2012

[Ο Αλέξης Τσίπρας είπε ότι το Ευρώ δεν είναι φετίχ – Ο κ. Μιχελάκης και άλλοι εξανέστησαν… υπονοώντας προφανώς ότι -γι αυτούς- είναι…!]

 Αν και ο φίλος Σαραντάκος (των λέξεων με τη δική τους ιστορία) είναι επί του προκειμένου, αρμοδιότερος εμού, δεν αντιστάθηκα στο πειρασμό να μεταφέρω στο παρόν σημείωμα (για να ξέρουμε όλοι για πoιο πράγμα μιλάμε) τον ορισμό της λέξης Φετίχ.

Έχουμε και λέμε λοιπόν,

-από τον  τελευταίο Μπαμπινιώτη:

 

-από το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας των εκδόσεων Πελεκάνος:

  

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΣΧΟΛΙΑ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΟΝΤΗ ΓΙΟΡΤΗ

Posted by vnottas στο 14 Ιουνίου, 2012


Εύχομαι

την Κυριακή, 

χωρίς φόβο, παρά με ψυχραιμία και ελπίδα!

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Kάποιες παλιές καλές αξίες: Η Φιλία

Posted by vnottas στο 14 Ιουνίου, 2012

 

Μετά τη λαίλαπα και τον πανικό των τελευταίων καιρών με τους  μετανεωτερικούς να επιτίθενται με μανία ενάντια σε οποιαδήποτε συλλογική αξία,

και αφού τους είδαμε να πορεύονται με αχαλίνωτες ορέξεις κατά πάντων (παρέα με τους αδηφάγους νεοφιλελεύθερους και τους αυτοκρατορικούς παγκοσμιοποιητές),

και αφού καταλάβαμε στο πετσί μας τι σημαίνει το ασφυκτικό, ¨αποδομημένο¨ κενό που τους ακολουθεί,

να που στο ρείθρο του δρόμου πήραν να ξαναφυτρώνουν κάποια αγριολούλουδα, αμετάλλακτα, με το παλιό  τους δεσοξυριβοζονουκλεϊνικό οξύ  και το παλιό τους άρωμα συλλογικότητας.

Αυτά σκεφτόμουν, πάνω κάτω, καθώς σας ετοίμαζα την προσαρμογή στα ελληνικά, μιας ακόμη δημιουργίας του Γιώργη Μπρούτζινου (George Brassens -ετυμολόγηση αυθαίρετη, αλλά με καλές προθέσεις), ενός τραγουδιού αφιερωμένου στους παλιούς φίλους.

Πρόκειται για  ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια του Γιώργη, λίγο πιο ζόρικο στη μεταφορά του στη γλώσσα μας από τα άλλα, μια που πέρα από τις πάγιες δυσκολίες που οφείλονται στην ελληνική περιφραστικότητα και το μεγάλο μέγεθος των ελληνικών λέξεων, έχει και d’la littérature (που λέει κι ο George!)  Δηλαδή λογοτεχνικές και ιστορικές αναφορές και νύξεις, έως και φράσεις σε αμιγή λατινική! (βλέπε παρακάτω το πρωτότυπο κείμενο) που θα έπρεπε ή να αγνοηθούν ή να αποτελέσουν αφορμές για ειδικά σχόλια και σημειώσεις φιλολογικού χαρακτήρα.

Επειδή όμως εδώ απλώς μεταφέρουμε τη δική μας εκδοχή για το πνεύμα των τραγουδιών και η κύρια ανησυχία μας είναι να μπορούν να τραγουδηθούν στο μπάνιο και από τους μη γνώστες της γλώσσας του Ρακίνα, προτιμήσαμε την πρώτη ¨λύση¨.

Εν πάση περιπτώσει, σας το παρουσιάζω ανοικτό σε τυχόν προτάσεις για καλυτέρεμα, μαζί με μερικές από τις πάμπολλες εκτελέσεις και μια απόπειρα ανάγνωσης στην ελληνική –ως συνήθως, και με το συμπάθιο.

Αρχίζουμε με μια ζωντανή εκτέλεση από τον Μπρασένς

Εδώ, ο Αλέν Ναρντινό και χορωδία

Εδώ, από τον Aldebert

Σε Τζαζ

…και λίγο ακορντεόν
και, τέλος, η ανάγνωση της προσαρμογής στα ελληνικά

Το καΐκι με τους παλιούς φίλους… (Les copains d’abord). 

…Ό, τι κι αν λένε στα λιμάνια

κάποιοι που σπέρνουνε ζιζάνια

δεν ήταν δα ¨ψαροκασέλα¨

για τα πήγαιν’ έλα…

Έπλεε σαν γέρο γλεντζές:

ίσια μπροστά, μα με στροφές,

και τ’ όνομά του ξακουστό:

¨Είμαστε όλοι εδώ¨.

 

Τι κι αν ο άνεμος φορτσάρει

μπορεί να γέρνει, δεν φουντάρει

κι ας βγει το μάτι όποιου γρουσούζη

βασκανίες σκούζει…

Κι ο καπετάνιος, τα ναυτάκια

δεν ήτανε καθαρματάκια

μα φιλαράκια από καιρό

κι ¨Όλοι τους εδώ¨!

 

Μόνος δεσμός τους η φιλία

με Σόδομα σχέση καμία

δεσμός αντρίκιος δυνατός

αδελφοποιητός,

δεν ήταν φίλοι ¨ευκαιρίας¨

ούτε άσωτοι πολυτελείας

ήταν αδέλφια, κολλητοί

και ¨άπαντες εκεί!¨

 

Δεν ήταν του γλυκού νερού

μήτε του κατηχητικού

κι αρμένιζαν με την καρδιά,

μ’ όρτσα τα πανιά…

Ο Λιας ο Νίκος, κι όλοι οι άλλοι

σήκωναν στης ζωής την πάλη

λάβαρο, σύνθημα, ρητό:

¨Όλοι μας εδώ¨.

 

Κι αν έρχονταν αναποδιές

μπουρίνια, φουσκοθαλασσιές,

                          με την φιλία για πυξίδα                         

σώζαν την ελπίδα

κι αν τους εζώναν οι ακεφιές

δεν ψάχναν ψυχαναλυτές,

στέλναν στους φίλους ες-ο-ες,

κι ήταν επαρκές.  

 

Στις θερινές μας εξορμήσεις

ήταν – δεν ήταν, καιροί κρίσης

 αν έλειπε κάποιος κοπρίτης

θα ‘ταν μακαρίτης…

Μα θα ήτανε άκων, εκών,

πάντα στη σκέψη μας παρών

και -πείσμα σου ζωή μπαμπέσα-,

στη καρδιά μας μέσα

 

Μπήκα και σ’ άλλα τρεχαντήρια

μα μόνο τούτο στα ταξίδια

ποτέ δεν έχανε τη ρότα

κι  άμα θέλεις ρώτα…

Έπλεε σαν γέρο γλεντζές:

ίσια μπροστά, μα με στροφές,

και τ’ όνομά του ξακουστό:

¨Είμαστε όλοι εδώ!¨

 Les Copains D’abord

Non, ce n’était pas le radeau
De la Méduse, ce bateau
Qu’on se le dise au fond des ports
Dise au fond des ports
Il naviguait en père’ peinard
Sur la grand-mare des canards
Et s’app’lait les Copains d’abord
Les Copains d’abord

Ses fluctuat nec mergitur
C’était pas d’la litterature
N’en déplaise aux jeteurs de sort
Aux jeteurs de sort
Son capitaine et ses mat’lots
N’étaient pas des enfants d’salauds
Mais des amis franco de port
Des copains d’abord

C’étaient pas des amis de luxe
Des petits Castor et Pollux
Des gens de Sodome et Gomorrhe
Sodome et Gomorrhe
C’étaient pas des amis choisis
Par Montaigne et La Boetie
Sur le ventre ils se tapaient fort
Les copains d’abord

C’étaient pas des anges non plus
L’Évangile, ils l’avaient pas lu
Mais ils s’aimaient tout’s voil’s dehors
Tout’s voil’s dehors
Jean, Pierre, Paul et compagnie
C’était leur seule litanie
Leur Credo, leur Confiteor
Aux copains d’abord

Au moindre coup de Trafalgar
C’est l’amitié qui prenait l’quart
C’est elle qui leur montrait le nord
Leur montrait le nord
Et quand ils étaient en détresse
Qu’leurs bras lancaient des S.O.S.
On aurait dit les sémaphores
Les copains d’abord

Au rendez-vous des bons copains
Y avait pas souvent de lapins
Quand l’un d’entre eux manquait a bord
C’est qu’il était mort
Oui, mais jamais, au grand jamais
Son trou dans l’eau n’se refermait
Cent ans après, coquin de sort
Il manquait encore

Des bateaux j’en ai pris beaucoup
Mais le seul qu’ait tenu le coup
Qui n’ai jamais viré de bord
Mais viré de bord
Naviguait en père peinard
Sur la grand-mare des canards
Et s’app’lait les Copains d’abord
Les Copains d’abord

Posted in Μπρασένς στα ελληνικά ΙΙ | Με ετικέτα: , , , , , , , , | Leave a Comment »

Εκδήλωση για τη Βούλα Δαμιανάκου – Πρόσκληση

Posted by vnottas στο 1 Ιουνίου, 2012

Η κυρία Βούλα Δαμιανάκου είναι πεζογράφος, ποιήτρια, μεταφράστρια, αλλά και αγωνίστρια παρούσα στους εθνικούς και κοινωνικούς αγώνες του τόπου. Η Βούλα Δαμιανάκου δεν έπαψε να καταγράφει, συμμετέχοντας παράλληλα σε πρώτο πρόσωπο, τις συλλογικές μας περιπέτειες, από την Εθνική Αντίσταση, στην υπόθεση Οτσαλάν, έως τις σημερινές δραματικές εμπλοκές της χώρας.

 

Πρόσκληση

Το Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο έχει τη χαρά να παρουσιάζει ένα αφιέρωμα στην αγωνίστρια συγγραφέα με αφορμή την κυκλοφορία της τελευταίας της δουλειάς.

 

Την Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012 και ώρα 20.00 στην αίθουσα Θεάτρου του Βαφοπούλειου Πνευματικού Κέντρου θα πραγματοποιηθεί η εκδήλωση:

«Από το μοιρολόι το ομηρικό, στο μοιρολόι το μανιάτικο» Αφιέρωμα στη Βούλα Δαμιανάκου.

Ομιλητές: Βούλα Δαμιανάκου, συγγραφέας
Γιάννης Μότσιος, φιλόλογος- π. πανεπιστημιακός
Νίκος Μοσχοβάκος, ποιητής – δικηγόρος
Βασίλης Νόττας, αναπλ. καθηγητής Κοινωνιολογίας  Α.Π.Θ.
Δημήτρης Κουρκούτας, δικηγόρος

Είσοδος Ελεύθερη
   

Posted in ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »