Αλώνιζα στο ξεχωριστά καλό ¨Αλωνάκι της ποίησης¨ και έπεσα πάνω σε δύο ενδιαφέρουσες αναρτήσεις: Μια (όμορφη) μετάφραση του ποιήματος ¨Στο τέλος της ημέρας¨ (Baudelaire) από τον Γιώργο Κεντρωτή και ένα ποίημα, ενδεικτικό μιας αλλοτινής εποχής, πλην όμως…, του Απόστολου Μελαχρινού (Βραΐλα Ρουμανίας 1880 – Αθήνα 1955). Τα μεταφέρω και εδώ.
CHARLES BAUDELAIRE
ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Κάτω από φώτα γκριζοκίτρινα καμπόσα
(και πελιδνά) χοροπηδά η Ζωή και γνέθει
αστόχαστη, άνευ λόγου, ασύνετη, βοώσα.
Και στον ορίζοντα, όταν με τρανά μεγέθη
*
η νύχτα σκαρφαλώνει (κι είν’ πελώρια νήσος)
γλυκαίνοντας τα πάντα, ακόμα και την πείνα,
και σβήνοντας τα πάντα, ακόμα και το μίσος
–ο Ποιητής μονολογεί: «Επί τέλους! Κίνα
*
ω πνεύμα… κινηθείτε τώρα, ω σπόνδυλοί μου,
και διεκδικήστε την ανάπαυση με ζέση!
Με πέπλους όνειρου κατ’ εξοχήν πενθίμου
*
στα σώψυχα κοιμάμαι: ανάσκελα έχω πέσει,
και στα σεντόνια σας θα τυλιχτώ ν’ ανέβει
ξανά η έμπνευσή μου, ω ακμαία, ω δροσερά μου ερέβη!»
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Μια ανάγνωση
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΕΛΑΧΡΙΝΟΣ
ΚΡΑΤΙΕΜΑΙ ΑΠΟ ΓΕΝΙΑ ΔΡΑΚΟΝΤΕΙΑ
Κρατιέμαι από γενιά δρακόντεια,
που από μια χώρα κίνησε υπερπόντια
κι έχω ακατάλυτα: νύχια, μαλλιά και δόντια.
H όψη μου φαντάζει λεονταρίσια,
τ’ αδρό κορμί μου συνερίζεται τα κυπαρίσσια,
κι αλύγιστος, τραβώ το δρόμο ίσια.
Kαι των θεών ο αγαπημένος σάμπως
που είμαι, θα σβήσω μες σε θάμπος
από άρωμα κι από αρμονία κι από λάμπος.
Σε μια σάλα που θα μεθάν οι πολυελαίοι
και τα όνειρά μου η μουσική θα λέει,
κάποια βραδιά θε να βρεθούμε, ωραίοι.
M’ ένα ζευγάρι στα μαλλιά σου ρόδα,
θε να χορεύεις λύγερη κι αλαφροπόδα.
Θα πέσει τό ’να σου άνθος (κι όπως σε ύπνο τό ’δα,
πόθρεφα τα όνειρά μου σαν τον πελεκάνο)
για να το πάρω θε να σκύψω επάνω
στο μοσκοβόλημα ενός ρόδου, να πεθάνω.
Ακόμη μια ανάγνωση
Από το βιβλίο: Απόστολος Μελαχρινός, «Τα ποιήματα», επιμέλεια Αγορή Γκρέκου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1994, σελ. 182.