Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

  • Βόλτα στο ιστολογοφόρο με μουσική του Μάουρο Τζουλιάνι

  • Περισσότερα για το ιστορικό μυθιστόρημα "Κύλικες και Δόρατα": Κλικ στην εικόνα

  • Δημοφιλή άρθρα και σελίδες

  • Οι καιροί που αλλάζουν...

  • Κυκλοφόρησε:

  • Εκδότης: Ι. Σιδέρης ISBN: 978-960-08-0850-6 Σελίδες: 646 Σχήμα: 17×24 Συγγραφέας: Β. Νόττας

  • *

  • ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΦΙΛΩΝ

  • LIBRI RECENTI DI AMICI

  • Κυκλοφόρησε από τις εκδ. Παπαζήση η νέα ποιητική συλλογή του Λευτέρη Μανωλά

  • Ποιήματα και ποιητικά κείμενα από τον Ηλία Κουτσούκο.

  • * Η νέα συλλογή ποιημάτων του Νίκου Μοσχοβάκου.

  • * Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Τηλέμαχου Χυτήρη ¨Ημερολόγιο μιας επιστροφής¨ από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ .

  • * ¨Απριλίου ξανθίσματα¨. Κυκλοφόρησε η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου, από τις εκδόσεις Μελάνι.

  • Αισθάνθηκε μια δαγκωνιά στη μνήμη. Ήταν το παρελθόν που σαν αδέσποτο σκυλί είχε επιτεθεί στο είναι του. Οι σταγόνες αίμα που έσταξαν κοκκίνισαν τις εικόνες. *** Η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μυλόπουλου ¨Τέλος της Περιπλάνησης¨. Από τις εκδόσεις ¨Γαβριηλίδης¨

  • *** Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ¨Μελάνι¨ η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Μοσχοβάκου ¨Αιφνίδια και διαρκή¨

  • Ο Θηβαίος στρατηγός Επαμεινώνδας οξυδερκής καθώς ήταν αλλά και θαρραλέος επινόησε πως έπρεπε να διορθώσει την ιστορία χωρίς αναβολές. Ασυμβίβαστος εκστράτευσε κατά της Σπάρτης με τον δαίμονα της υπερβολής κάτι σαν σαράκι να τρώει τα σωθικά του κι επέτυχε ν’ αλλάξει τον ρου τ’ αρχαίου κόσμου. Το πλήρωσε βέβαια στην Μαντίνεια πανάκριβα με τη ζωή του όμως διόρθωσε έστω για μια στιγμή την ανιαρή ιστορία. Δεν ήταν δα και λίγο αυτό. *****

  • Γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος

  • ***** Γραφει ο Gianfranco Bettin

  • ***** Γράφει ο Νίκος Μοσχοβάκος

  • Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ Τώρα που τάπαν όλα οι ποιητές εσύ τι θα γράψεις ; μου αντέτεινε η άπτερος Νίκη της Σαμοθράκης. Κι εγώ την αποκεφάλισα.

  • [Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Πορτρέτο του Νίκου - Λάδι] Η ΣΥΜΒΟΥΛΗ Πάντοτε μούδιναν την συμβουλή να γίνω τέλειος. Έτσι μίσησα την τελειότητα κι επιδόθηκα στην λατρεία των ατελειών. Έχω λοιπόν πολλά να κάνω αναζητώντας μέσα από ελλείψεις τον εαυτό μου σε πείσμα των τελειομανών που επαναπαύονται στον μοναδικό δρόμο τους με την σιγουριά του αλάθητου. Εγώ πορεύομαι μες τις αμφιβολίες και τον κίνδυνο του ατελέσφορου στόχου ποτέ παροπλισμένος αφού πάντα μάχομαι. *****

  • [Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Λάδι σε χαρτόνι - Γενάρης 2015] Tα πνευματικά δικαιώματα όλων των εικόνων και των μουσικών που αναδημοσιεύονται εδώ ανήκουν αποκλειστικά και μόνο στους δημιουργούς τους.

  • Σχόλια

    suriforshee1988's avatarsuriforshee1988 στη Οι κορασίδες και οι παραχ…
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Οι χαρταετοί θα επιστρέψουν κα…
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Σκηνές από τη δεκαετία του…
    Jude's avatarJude στη Ευτυχισμένους έρωτες δεν …
    Άγνωστο's avatarΑνώνυμος στη Ποιητικές παραβολές ή  Ο…
  • Βιβλία και άλλα κείμενα

    Κοινωνία, επικοινωνία, εξουσία: Από τον Βωμό και τον Άμβωνα στην οθόνη. Η περίοδος της προφορικότητας και οι επικοινωνητές της. Μια κοινωνιολογική προσέγγιση στην ιστορία της επικοινωνίας και των μέσων. Εκδότης: Ι. Σιδέρης. Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας. Σειρά: Δημοσιογραφία και ΜΜΕ. Έτος έκδοσης: 2009 . ISBN: 960-08-0468-0. Τόπος Έκδοσης: Αθήνα Αριθμός Σελίδων: 302 Διαστάσεις: 24χ17 Πρόλογος: Κώστας Βεργόπουλος. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλίκ στην εικόνα

  • Συλλογή κειμένων: ΜΜΕ, κοινωνία και πολιτική. Ρόλος και λειτουργία στη σύγχρονη Ελλάδα. Επιμέλεια: Χ. Φραγκονικολόπουλος Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, 2005 Αριθμός σελίδων 846. ISBN 960-08-0353-6, Κείμενο Β. Νόττας: ¨Επικοινωνιακή και πολιτική εξουσία τον καιρό της επέλασης των ιδιωτών¨ (σελ. 49). Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.

  • Β΄Έκδοση. Εκδόσεις Ι. Σιδέρης. NovelBooks. Έτος έκδοσης: 2012. Αριθμός σελίδων: 610. Κωδικός ISBN: 9609989640. Εισαγωγικό σημείωμα στη 2η έκδοση: Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Αποσπάσματα στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου.

  • Vivere pericolosamente Ανθολογία διηγημάτων: 26 ιστορίες από την Ιταλία. Εκδόσεις: Αντίκτυπος. Αθήνα: 2005 Σελίδες: 342. Κείμενο Β. Νόττας: ¨Το διαβατήριο¨. Ανάρτηση στο Ιστολογοφόρο: Κλικ στην εικόνα του εξώφυλλου

  • ΚΡΥΑ ΒΡΥΣΗ Κοινωνική και Οικιστική εξέλιξη: ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ.- Συγγραφείς: Βασίλης Νόττας, Πάνος Σταθακόπουλος. Δήμος Κρύας Βρύσης Εκδόσεις Δεδούση. Σελίδες: 154 Θεσσαλονίκη 1998.

  • Εκδότης: Αρχέτυπο. Συγγραφέας: ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΟΤΤΑΣ. Κατηγορίες: Φανταστική Λογοτεχνία. ISBN 978-960-7928-83-2. Ημερομηνία έκδοσης: 01/01/2002. Αριθμός σελίδων: 512. Αναρτήσεις στο Ιστολογοφορο: κλίκ στην εικόνα του εξώφυλλου.

  • Η «κατασκευή» της πραγματικότητας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αθήνα 1998. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου που οργανώθηκε από το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συλλογικό έργο. Έκδοσεις: Αλεξάνδρεια. Διαστάσεις: 24Χ17. Σελίδες: 634. Κείμενο Β. Νόττας: Κοινωνιολογικες παρατηρησεις πανω στην οπτικοακουστικη αναπαρασταση της συγχρονης ελληνικης πραγματικοτητας. Κείμενο στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα

  • Α΄Έκδοση Εκδότης ΠΑΡΑΠΕΝΤΕ Θέμα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Συγγραφέας: Βασίλης Νόττας (Ανώνυμος Ένας)

  • Ενα κείμενο στο βιβλίο του Κώστα Μπλιάτκα ¨Εισαγωγή στο τηλεοπτικό ρεπορτάζ" . Εκδόσεις ¨Ιανός¨ με τίτλο ¨Αξιοπιστία και οπτικό ρεπορτάζ¨

  • Περιοδικό ¨Εξώπολις¨ Τεύχος 12-13. Κείμενο με τίτλο ¨Το ραδιόφωνο των ονείρων. Ένα δοκίμιο περί ήχων φτιαγμένο με επτά εικόνες¨. Στο Ιστολογοφόρο: κλικ στην εικόνα.

  • Συμμετοχή σε λογοτεχνικό παιχνίδι σχετικό με τον (υποτιθέμενο) συγγραφέα Άρθουρ Τζοφ Άρενς. Δημοσιευμένο στο περιοδικό ¨Απαγορευμένος πλανήτης" τεύχος 6 (εκδόσεις ¨Παραπέντε¨). Για το πλήρες κείμενο κλικ στην εικόνα.

  • ¨Το Δεντρο¨ Τεύχος: 17-18 . Βασίλης Νοττας: Συζήτηση για τον κοινωνικό χώρο της Θεσσαλονίκης.

  • Διδακτορική Διατριβή ¨Δημόσια μέσα μαζικής επικοινωνίας και συμμετοχική Πολεοδομία¨. Σελίδες:788. Ψηφιοποιημένη στη βιβλιοθήκη του Παντείου

  • *
  • Συγγραφικά φίλων

    Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Νίκου Μοσχοβάκου (κλικ στην εικόνα)

  • Ποιήματα και ποιητικά κείμενα του Ηλία Κουτσούκου (κλικ στην εικόνα)

  • Μοτο-ταξιδιωτικά από τον Βασίλη Μεταλλινό (κλικ στην εικόνα)

  • Κάποιες απόψεις και άρθρα…

    Η γυναίκα τανάλια * Όταν ο Χάρι Πότερ συνάντησε τα λόμπι * Ο μικρός ήρωας * Πώς έκοψα το κάπνισμα και άλλα

  • …και ένα θεατρικό κείμενο: Ο Λυσίστρατος

    Παρωδία σε επτά σκηνές (κλικ στην εικόνα)

  • Περιπέτειες καρδιάς

    Για τα σχετικά κείμενα, κλικ στην εικόνα

  • Περιπέτειες συγγραφής

    Σημειώσεις για την ερασιτεχνική συγγραφή

Κύλικες και δόρατα. Μέρος Η΄. Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο: Εν τω μεταξύ, ο Οινοκράτης…

Αναρτήθηκε από τον/την: vnottas στο 7 Αυγούστου, 2018

Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο: Εν τω μεταξύ, ο Οινοκράτης…

(αφηγείται ο Οινοκράτης)

180px-Szczerbiec

Ο Εύελπις μπαίνει στο δωμάτιο όπου βρίσκεται περιορισμένος ο Καλλισθένης, κι εγώ, με τον Μουλωχτό να βαδίζει μπροστά μου, προχωρούμε στον κακοφωτισμένο διάδρομο και φτάνουμε σε έναν μεγαλύτερο χώρο. Εδώ υπάρχει ένα παράθυρο που βλέπει προς το μπροστινό μέρος του κτιρίου,  απ’ όπου μπαίνει λίγο από το φως του υγρού συννεφιασμένου δειλινού και, που και που, λάμψεις από μακρινές αστραπές. Υπάρχει επίσης ένα τραπέζι-γραφείο, ένας τρίποδας πάνω στον οποίο δεσπόζει κάτι που μοιάζει με μηχανισμό καταγραφής του χρόνου, αν και είναι αρκετά διαφορετικό από τις δικές μας κλεψύδρες, μερικά καθίσματα και μια οπλοθήκη ακουμπισμένη στον τοίχο πίσω απ’ το τραπέζι. Πάνω της είναι αναρτημένα ετερογενή όπλα: ένα δυο τόξα, μία γεμάτη φαρέτρα, δυο τρεις ασπίδες και μερικά ξίφη. Πάνω στο τραπέζι είναι ακουμπισμένο ένα μεγάλο κουδούνι. Απέναντι από την πόρτα που μπήκαμε υπάρχει μια άλλη, ανοιχτή.  Ο Βαρύθυμος μαλαγάνας, χωρίς να σταματήσει κατευθύνεται προς τα εκεί.

«Στάσου», του λέω.

Σταματάει. Με προσοχή περνάω μπροστά και εξετάζω αυτή την εσωτερική βαριά ξύλινη θύρα. Ο σκοτεινός διάδρομος συνεχίζεται και μετά από αυτήν. Απ’ το βάθος νομίζω πως ακούω αμυδρά κάτι σαν ανδρικές φωνές. Κλείνω την πόρτα. Απ τη μέσα πλευρά υπάρχει μια αμπάρα. Την κατεβάζω. 

«Πού είναι οι φρουροί;» ρωτάω τον πληρωμένο (από εμάς)  Κακομούτσουνο. Μου απαντάει με ένα δήθεν πονηρό χαμόγελο και δείχνει προς την πόρτα που μόλις αμπάρωσα: «Τους κέρασα έναν αμφορέα ντόπιο κρασί. Ή μάλλον κάτι που μοιάζει με το δημιούργημα του Βάκχου. Αλλά, ακόμα κι αυτό δεν το βρίσκεις εύκολα εδώ, στην άκρη του κόσμου! Κανονικά θα πρέπει να σας το χρεώσω έξτρα».

«Είναι όλοι εκεί;» τον ρωτάω, αν και ξέρω την απάντηση. Ο Χοντρόης είχε αναλάβει να παρακολουθήσει τις κινήσεις των φρουρών, ήδη από χτες το βράδυ.

«Όχι», μου απαντάει «πολλοί είναι στις περιπολίες».

«Και πότε γίνεται η αλλαγή βάρδιας;»

Μου δείχνει το παράξενο είδος κλεψύδρας. «Από εδώ θα ξεκινήσουν οι αντικαταστάτες μόλις η μηχανή δείξει ότι φτάσαμε στο μέσον της νύχτας. Η επόμενη αλλαγή γίνεται το χάραμα».

Χαλαρώνω κάπως και κάθομαι στην καρέκλα πίσω από το μεγάλο τραπέζι, με την πλάτη στην οπλοθήκη.

«Κάτσε κι εσύ», λέω στον τέως Οξύθυμο κακομοίρη. Του δείχνω ένα κάθισμα απέναντί μου, κάτω από το παράθυρο.

Κάθεται. Όλα δείχνουν να εξελίσσονται με τον αναμενόμενο τρόπο. Δε μένει παρά να νυχτώσει εντελώς, να καταφτάσουν οι υπόλοιποι δικοί μας και να κάνουμε ό, τι πει ο Εύελπις.

20180

Περνάει ένα χρονικό διάστημα που δεν μιλάει κανείς.

«Δεν είσαι στρατιωτικός… έτσι δεν είναι;» με ρωτάει ο τύπος.

Η αλήθεια είναι πως δε φοράω κανένα διακριτικό που να δείχνει τι είμαι και τι όχι. Είναι επίσης αλήθεια πως στην εκστρατεία οι σχετικοί νόμοι δεν εφαρμόζονται με αυστηρότητα. Εδώ μετράει κυρίως αν είσαι με τον Αλέξανδρο ή ντόπιος. Περισσότερο κι από το εάν είσαι ελεύθερος ή δούλος. Πάντως οπλοφορώ, όσο οπλοφορεί κι αυτός. Επομένως καλά θα κάνει να κοιτάζει την (αξιοθρήνητη) δουλειά του.

«Εσύ κοίτα τη δουλειά σου», του λέω.

Αναρωτιέμαι αν έχει όρεξη για κουβέντα ή αν έχει άλλο λόγο να θέλει να μάθει αν ξέρω από όπλα. Η αλήθεια είναι πως κάτι δεν μου πάει καλά. Το βλέμμα μου καρφώνεται στο μεγάλο κουδούνι πάνω στο τραπέζι. Το τραβάω προς το μέρος μου.

«Τι θέλει αυτό εδώ» τον ρωτάω.

 Γελάει χαιρέκακα. «Αυτό; Αυτό το χτυπάω κι έρχονται ενισχύσεις!»

Δεν ξέρω αν θέλει να μου πουλήσει πνεύμα ή αν λέει απλώς το προφανές. Για κάθε περίπτωση, σηκώνομαι αμέσως όρθιος κρατώντας προσεκτικά τον κώδωνα. Γυρίζω προς την οπλοθήκη, ψάχνω το κατάλληλο σημείο, -όσο πιο ψηλά γίνεται- ανεβαίνω στην καρέκλα και τον κρεμάω χωρίς να ηχήσει.

Αυτό είναι το λάθος μου: Γύρισα για λίγες μόνο στιγμές την πλάτη μου στον Αναξιόπιστο. Κι αυτός κρίνοντας ότι πέρασε αρκετή ώρα από την άφιξή μας, επομένως όσοι είμαστε, είμαστε! (μόνον δύο) και πως δεν πρόκειται να καταφτάσουν άλλοι, αποφασίζει να δράσει. Προφανώς  η (έναντι χρηματικής αμοιβής) συνεργασία του μαζί μας, έχει λήξει. Ίσως να είχε λήξει πιο μπροστά αν τον άφηνα να με πάει όπου αυτός ήθελε και δεν τον είχα ξεκόψει, αμπαρώνοντας την γερή συμπαγή πόρτα, από τους υπόλοιπους δικούς του. Μικρό το κακό: μ’ ένα κουδούνισμα ή με μια δυνατή κραυγή θα μπορούσε να τους φωνάξει. Αλλά μάλλον δεν το θεωρεί αναγκαίο. Κρίνει ότι εγώ, αν και οπλισμένος με ένα απλό κοντό αθηναϊκό ξίφος, δεν είμαι άνθρωπος των όπλων και πως ένας κωλοπετσωμένος στρατιωτικός σαν κι αυτόν  θα μπορούσε να με κάνει καλά με ευκολία κι από μόνος του. Ίσως πάλι, ό, τι είναι να κάνει, θέλει να το κάνει χωρίς πολλούς μάρτυρες. Έτσι τώρα αισθάνομαι τη μαχαίρα του να κεντρίζει την πλάτη μου.

Είμαι ακόμη όρθιος πάνω στο κάθισμα. Προσπαθώ να γυρίσω αργά προς το μέρος του. «Ήσυχα», του λέω, ενώ εκείνος πιέζει ακόμη περισσότερο την σπάθα και αισθάνομαι το αίμα να αναβλύζει απ’ την πληγή.  «Βλέπεις; Σηκώνω τα χέρια ψηλά».

Πράγματι στρέφομαι αργά προς το μέρος του σηκώνοντας τα χέρια. Όχι όμως για να  παραδοθώ αλλά για να φτάσω κάποιο από τα αντικείμενα πάνω στην οπλοθήκη, που τώρα βρίσκεται πίσω μου. Δεν είμαι πολύ τυχερός, αλλά ούτε τελείως άτυχος. Εκείνο που καταφέρνω να αρπάξω και που του το πετάω περνώντας το πάνω από το κεφάλι μου, είναι μια γεμάτη φαρέτρα. . Δεν πληγώνεται, αλλά τα βέλη που αδειάζουν γύρω του τον δυσκολεύουν προς στιγμήν να κινηθεί. Επωφελούμαι και πηδώ στο πέτρινο δάπεδο στρίβοντας το δισάκι (που κουβαλάω πάντα μαζί μου) προς την (πληγωμένη) πλάτη μου και τραβώντας το ξίφος από το θηκάρι.

«Οι δυο μας Γρουσούζη», του λέω.

Κατά τα επόμενα λεπτά συμβαίνουν τα εξής: Ο τύπος είναι δυνατός. Περισσότερο από μένα. Και έμπειρος: σίγουρα έχει πάρει μέρος σε μάχες ¨εν παρατάξει¨. Και κακός: χωρίς αναστολές και ¨ευ αγωνίζεσθα黨. Αποδεικνύεται όμως λιγότερο ευέλικτος. Και χωρίς αρκετή φαντασία. Γιατί χρειάζεται μια κάποια φαντασία για να επινοήσει κανείς αμυντικά ή επιθετικά όπλα χρησιμοποιώντας, όπως-όπως, ό, τι βρίσκεται τριγύρω του. Ιδιαίτερα όταν όντως, δεν έχει μεγάλη εμπειρία μάχης, εντούτοις έχει διαπιστώσει ότι με το κοντό σπαθί (και μάλιστα αγνοώντας τα βασικά κόλπα του χειρισμού του) δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη βαριά μάχαιρα του Στριμμένου. Επομένως εκείνος  επιτίθεται σαν ταύρος, ίσα πάνω μου και εγώ χοροπηδώ δεξιά αριστερά.

Παράλληλα για να του μειώσω τον τσαμπουκά του λέω διάφορα. Όπως: ¨Πόσα πήρες Απαίσιε απ’ αυτούς που επιβουλεύονται τον Αλέξανδρο; Περισσότερα από αυτά που σου δώσαμε εμείς;¨ Τον βλέπω να αναψοκοκκινίζει: «Πουφ! Λόγιοι!» βρυχάται σαν να φτύνει.  images (2)

Αυτός εδώ δεν είναι ένας αξιωματικός που θέλει να κάνει το καθήκον του. Είναι ένας μαινόμενος κι  εμπαθής μισθοφόρος, πιθανότατα στην ίδια κλίκα με εκείνους που μας απήγαγαν στην Τύρο.   Όση όμως φαντασία κι αν διαθέτω δεν μπορώ να επινοήσω έναν τρόπο με τον οποίο τελικά να κερδίζω εγώ αυτή την μονομαχία.

Πράγματι, όταν εξαπολύω εναντίον του την παράξενη ανατολίτικη κλεψύδρα, παρασύρομαι από το μεγάλο βάρος της και, αφενός αστοχώ και το χρονόμετρο πέφτει χάμω και διαλύεται σε μεγάλα αιχμηρά κομμάτια, αφετέρου εγώ χάνω την ισορροπία μου και γονατίζω. Ο άλλος βρίσκεται αμέσως από πάνω μου. Η σπάθα σηκώνεται για να πάρει επαρκή φόρα. Στόχος: ο λαιμός μου. Κατεβαίνει τάχιστα κατευθείαν απάνω μου. Όχι η σπάθα: ο ίδιος ο Κακάσχημος. Σαν άδειο σακί. Κάνω πίσω όσο μπορώ. Προσγειώνεται πάνω στα αιχμηρά κομμάτια της κλεψύδρας και μένει ακίνητος. Πίσω του, κάτω από την κάσα της πόρτας απ’ όπου πριν λίγο μπήκαμε στο χώρο ετούτο, βλέπω τον Εύελπι με το ξίφος στο χέρι και πιο πίσω, την άκρη του χιτώνα του Καλλισθένη που τον ακολουθεί.

Παρατηρώ ότι ο Εύελπις δεν έχει διαπεράσει με το ξίφος του τον Αρχιδεσμοφύλακα, αλλά ότι τον έχει χτυπήσει δυνατά με τη λαβή στο πίσω μέρος του κεφαλιού.

«Αυτόν θα τον πάρουμε μαζί μας και θα τον ανακρίνουμε», λέει. «Είναι καιρός να αντιμετωπίσουμε άμεσα αυτούς που μας καταδιώκουν».

«Δεν νομίζω πως κάτι τέτοιο είναι εφικτό», λέει ο Καλλισθένης, που έχει περάσει μπροστά και έχει σκύψει πάνω στον σωριασμένο. «Έχει ήδη διαβεί τον Αχέροντα. Όχι, δεν ήταν η λαβή του ξίφους σου. Ήταν αυτό εδώ το κομμάτι που του τρύπησε το κεφάλι». Σηκώνει από κάτω ένα ματωμένο μυτερό τμήμα της κλεψύδρας, και μας το δείχνει.

Ακούγονται βήματα από την πλευρά της εισόδου και μετά η φωνή του Σωσίβιου/Αυτιά, ο οποίος ξέροντας τα κατατόπια (αυτός είχε διαπραγματευθεί χτες με τον -πλέον- μακαρίτη) οδηγεί τους άλλους προς το μέρος μας. «Εδώ είμαστε κι εμείς, αδέλφια», λέει χαμηλόφωνα.

images (1)

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.