Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Archive for Ιουλίου 2018

Κύλικες και δόρατα. Μέρος Η΄. Κεφάλαιο ενδέκατο: Όπου ο Εύελπις ξανασυναντά τον Καλλισθένη.

Posted by vnottas στο 28 Ιουλίου, 2018

Μέρος 8ο

Κεφάλαιο 11ο: Ο Εύελπις συναντά τον Καλλισθένη

(αφηγείται ο Εύελπις)

imagesα (6)

Ο Αλέξανδρος αυτή την περίοδο δεν βρίσκεται στα Βάκτρα. Μαζί με τον Ηφαιστίωνα, τον Περδίκα, τον Πτολεμαίο και άλλους ηγετικούς εταίρους περιοδεύει στο ανατολικό τμήμα της πρόσφατα κατακτημένης περιοχής, επαληθεύοντας προσωπικά όσα οι υπηρεσίες έχουν ήδη επισημάνει και υποβάλει στην προσοχή του. Ενόψει της εξόρμησης προς τα ινδικά βασίλεια, εξετάζει τα ποτάμια που πρέπει να γεφυρωθούν, τις χαράδρες που ίσως χρειαστεί να μπαζωθούν, τα σημεία όπου οι συγκρούσεις θα πρέπει να αποφευχθούν και εκείνα που, αντίθετα, είναι κατάλληλα για τη διεξαγωγή νικητήριας μάχης.

Απ’ ό, τι μου λέει ο Ευμένης, ένας τόπος που κρίθηκε καίριος για την επιτυχία της εξόρμησης προς την Ινδία έχει ήδη εντοπιστεί. Είναι ένα καλά οχυρωμένο οροπέδιο σε ύψος πάνω από 11 στάδια, αύταρκες σε νερό και με καλλιεργήσιμο έδαφος. Λέγεται ότι ούτε όρνις[1] δεν πετάει πάνω απ’ το δυσπρόσιτο αυτό μέρος και έτσι εμείς το αποκαλέσαμε Άορνο Πέτρα, ενώ οι Ινδοί το ονομάζουν Αβάρνα που στη γλώσσα τους σημαίνει ¨φρούριο¨. Αυτός θα είναι -πιθανότατα- ο αμέσως προσεχής στόχος της στρατιάς.

Ευτυχώς ο Ευμένης έχει παραμείνει εδώ, στα Βάκτρα και έτσι χάρη στη μεγάλη επιρροή που ασκεί σε όλες τις υπηρεσίες και το ευμενές κλίμα που υπάρχει για τον Καλλισθένη ανάμεσα στους στρατηγούς, κατάφερα και είδα τον προϊστάμενό μου δύο φορές. Εδώ παρακάτω περιγράφω την πρώτη συνάντηση μαζί του.

.images (11)

Το κτίσμα όπου τον κρατούν είναι ένα επιταγμένο παλιό κτίριο κοντά στα  βόρεια  τείχη∙ εκεί τώρα στεγάζεται ένα τμήμα της φρουράς της πόλης. Δείχνω στον στρυφνό υπαξιωματικό που επιτηρεί τον χώρο την γραπτή άδεια που μου έχει εξασφαλίσει ο Καρδιανός και εκείνος με οδηγεί με καταφανή δυσαρέσκεια -προφανώς είναι ένας από τους στρατιωτικούς που αντιπαθούν τους λόγιους- προς τον μικρό χώρο όπου έχουν περιορίσει τον Καλλισθένη.

Εκτός από το  κρεβάτι εκστρατείας, βλέπω ένα τραπέζι πάνω στο οποίο βρίσκονται εργαλεία γραφής, δύο καθίσματα και ένα έπιπλο με ράφια και παπύρους. Αυτό είναι καλό σημάδι, σκέφτομαι. Του επιτρέπουν να διαβάζει και να γράφει.

Εκείνος βρίσκεται στην άλλη άκρη του χώρου και μου έχει γυρισμένη την πλάτη. «Βλέπω ότι δεν άκουσες τη συμβουλή μου», λέει χωρίς να γυρίσει προς το μέρος μου.

«Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς…» απαντώ ψιθυριστά, καθώς, συγκινημένος όπως είμαι, δεν μπορώ να ελέγξω τη φωνή μου.

Γυρίζει προς το μέρος μου ανοίγοντας τα χέρια. Σπεύδω να τον αγκαλιάσω.

Μου χτυπάει προστατευτικά την πλάτη και κάνει ένα βήμα πίσω για να με δει καλύτερα.

«Εντάξει» λέει. «Μεγαλώνουμε και ωριμάζουμε».

Τον κοιτάζω. Προσεκτικότερα τώρα. Οι λίγες άσπρες τρίχες που είχε ήδη στα μαλλιά και στο γένι του  έχουν πολλαπλασιαστεί. Εάν το πρόσωπό του, σε αντίθεση με την συνηθισμένη ήρεμη έκφραση, δεν ήταν κάπως τεντωμένο, δε θα έβρισκα άλλες αξιοσημείωτες διαφορές. Εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον.

Καθόμαστε αντικριστά  στο τραπέζι. Σκυφτοί ο ένας προς τον άλλο, μιλάμε σιγανά γιατί δε ξέρουμε αν ο στρυφνός έχει στήσει αυτί έξω από το παραπέτασμα του δωματίου.

«Οι πληγές σου γιατρεύτηκαν εντελώς; Πονάς ακόμη; Τα γράμματά μου τα έλαβες;»

Χαμογελάει. «Ένα-ένα νεαρέ Μεγαρέα. Η σωματική μου υγεία αποκαταστάθηκε. Ό, τι μου λάχει να αντιμετωπίσω στο άμεσο μέλλον, θα το αντιμετωπίσω υγιής. Μην ανησυχείς λοιπόν. Όσο για τα γράμματά σου, τα έλαβα. Τις γραμμές επικοινωνίας τις έχουμε στήσει καλά και ήταν για μένα ανοιχτές μέχρι την τελευταία στιγμή. Δηλαδή μέχρι τη σύλληψή μου. Για να σου απαντήσω όμως, θα έπρεπε να κάνω πρώτα τις απαραίτητες επαληθεύσεις. Δεν πρόλαβα.

Μου έγραφες ότι προσπαθούν να ενοχοποιήσουν τον Αριστοτέλη. Το γεγονός δεν με εξέπληξε. Για κάποιο λόγο που δεν κατανοώ πλήρως, οι Άλλοι τον θεωρούν αποφασιστικό παράγοντα επιρροής πάνω στον Αλέξανδρο, αλλά και στενά συνδεμένο με την αθηναϊκή πολιτική. Επομένως άκρως επικίνδυνο για τα παγκόσμια αυτοκρατορικά τους σχέδια. Ίσως να φταίει η επιστολή που είχε στείλει ο Βασιλέας προς τους Αθηναίους κατά την έναρξη της εξόρμησης. Εκείνη όπου τους συνιστούσε να εξακολουθήσουν να ενδιαφέρονται για τις εξελίξεις στον ελλαδικό χώρο, γιατί αν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του συνέβαινε κάτι δυσάρεστο, θα ήσαν οι Αθηναίοι αυτοί που θα έπρεπε να αναλάβουν την ηγεσία των Ελλήνων[2]».

«Δεν νομίζω πως ο Αριστοτέλης ταυτίζεται με την αθηναϊκή πολιτική», παρατήρησα εγώ. «Κάθε άλλο. Όπως σου έγραφα μάλιστα, τον τελευταίο καιρό είναι πάλι στα πάνω του ο Δημοσθένης και ο Δάσκαλος ανησυχεί για το Λύκειο. Η γνώμη μου είναι πως τον Σταγειρίτη τον ενδιαφέρει, βέβαια, το ασυνήθιστο πολίτευμά των Αθηναίων, αν και το θεωρεί ανέφικτο για μεγάλους πληθυσμούς και αχανείς εκτάσεις. Θεωρεί ότι οι Πέρσες, ας πούμε, θα δυσκολεύονταν πολύ αν μια μέρα υποχρεώνονταν να καλέσουν σε συνέλευση τους πολυάριθμους και διασπαρμένους υπηκόους τους προκειμένου να αποφασίσουν από κοινού οτιδήποτε!

Πάντως, θεωρεί ότι εκείνο που διακρίνει και ευνοεί εμάς τους Έλληνες είναι η ικανότητά μας να αναζητούμε ¨νομοθέτες¨ και να ψάχνουμε κάθε φορά νέους τρόπους οργάνωσης και διοίκησης, όταν οι παλιοί δεν καταφέρνουν να επιλύσουν τα προβλήματα. Ο ίδιος μελετάει ένα πλήθος πολιτευμάτων αναζητώντας τα καλύτερα για την κατάσταση που διαμορφώνεται στον Ελληνισμό σήμερα. Και αυτό για να συμβάλει στη διαμόρφωση των νέων πολιτικών, όπως εμείς του ζητήσαμε».

 «Έλαβα μια εκτενή επιστολή του», λέει ο Καλλισθένης. «Με πληροφορεί πως στέλνει και μία στον Αλέξανδρο. Το γράμμα του πάντως αφορά στην περίοδο της ¨δυσμένειας¨ και όχι στη σύλληψή μου για την υπόθεση των ¨παίδων¨».

«Έμαθα από την Θαΐδα ότι η επιστολή αυτή ελήφθη και ότι ο Αλέξανδρος έχει ήδη απαντήσει εξιστορώντας τη δική του εκδοχή για τα γεγονότα, όπου συμπεριλαμβάνει και την απόπειρα δολοφονίας του από τους νεαρούς ακόλουθους. Τώρα περιμένει την απάντηση του Αριστοτέλη».

«Φοβάμαι ότι το κακό που ήταν να γίνει, έγινε, αγαπητέ μου Μεγαρέα. Δεν μένουν πολλά να ειπωθούν. Ούτε καν από τον μέγιστο Αριστοτέλη. Γιατί η σύλληψή μου, έχει σχετικά μικρή σημασία.  Αποτελεί ίσως μόνο μια ακόμη ένδειξη ότι κάτι ευρύτερο και σημαντικότερο μας διαφεύγει.

Γιατί, βλέπεις, δεν προλάβαμε να κατανοήσουμε τις βαθύτερες αιτίες των όσων συμβαίνουν, έτσι ώστε να μπορέσουμε να επηρεάσουμε αποφασιστικά και δημιουργικά τις μελλοντικές εξελίξεις. Αυτό δεν είναι, άραγε, το καθήκον μας ως σκεπτόμενων ανθρώπων μέσα σε μια πολεμική αναστάτωση που απ’ τη φύση της είναι θυμική και δυσκολεύει την ορθή σκέψη;

Αλλά, ακόμη και  εάν διαισθανθήκαμε τις αφανείς κινητήριες δυνάμεις, έκθαμβοι μπροστά την επιτυχία των αλλεπάλληλων μαχών, σίγουρα δεν καταφέραμε να ενσωματώσουμε τις δυνάμεις αυτές σε ένα πρόγραμμα συγκεκριμένων παρεμβάσεων. Έτσι δώσαμε χώρο και περιθώρια ελιγμών σε εκείνους που βλέπουν τα πράγματα με μόνο κριτήριο τα άμεσα και ιδιοτελή κέρδη».

«Δάσκαλε», του είπα -ξέρω πως του αρέσει να τον αποκαλώ Δάσκαλο- «δεν χάθηκαν όλα. Όχι ακόμη. Εσύ είσαι ζωντανός και εγώ είμαι σίγουρος πως θα καταφέρουμε να εξομαλύνουμε την κατάσταση. Ο Αλέξανδρος σίγουρα θα αλλάξει άποψη. Η αναμενόμενη επιστολή του Αριστοτέλη θα συμβάλει σ’ αυτό. Πρέπει μονάχα να κερδίσουμε λίγο χρόνο».

Μισό χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη του. Θα έλεγα αυτοσαρκαστικό. Μετά προσπαθεί να ανασκοπήσει τα γεγονότα.


image002(2763)

«…Με κατηγορούν ότι θέλησα να τον δολοφονήσω. Εάν διάβαζαν προσεκτικότερα τα κείμενά μου θα ήξεραν ότι κατά βάθος τον θαυμάζω. Ίσως περισσότερο από ό, τι θα έπρεπε. Αλλά εάν για το καλό της εκστρατείας χρειάστηκε να καταγράφω στις ¨βασιλικές εφημερίδες¨  την πιο αισιόδοξη, -έστω, την πιο ωραιοποιημένη εκδοχή- ήταν εξ ίσου αναγκαίο, όταν μιλούσα απευθείας μαζί του να είμαι ωμά ειλικρινής.  Να του λέω ότι η ιδέα της ¨θεοποίησης¨ απομακρύνει από κοντά του  εκείνους που τον λατρεύουν, όχι επειδή τον θεωρούν γιο του Άμμωνα, αλλά επειδή μάχεται δίπλα τους, επειδή πληγώνεται μαζί τους, επειδή είναι άξιος να τους οδηγεί σε νίκες, επειδή γιορτάζει και χαίρεται με τον ίδιο τρόπο με τον καθένα από τους οπλίτες. Να του λέω ότι η ιδέα της ενοποίησης των λαών είναι μια καλή ιδέα, αρκεί να γίνεται ανάμεσα σε ανθρώπους  που φιλοδοξούν να είναι ελεύθεροι και αξιοπρεπείς και όχι δουλικοί απέναντι σε οποιονδήποτε. Να του λέω επίσης ότι αυτοί που τον ακολουθούν, από την Ελλάδα ίσαμε εδώ, δεν είναι ανεξάντλητα δαιμόνια αλλά ανθρώπινα όντα που κουράζονται και που νοσταλγούν την πατρίδα. Να του λέω -και έχω τύψεις που δεν του το είπα εγκαίρως και με αρκετή ένταση- ότι τους πιστούς στρατηγούς σαν τον Παρμενίωνα και τον Κλείτο τους κρατάς δίπλα σου και δεν τους θυσιάζεις για χάρη κανενός κόλακα. Αλλιώς το  μετανιώνεις. Όπως ξέρω ότι μετάνιωσε.

Αυτά τα απλά πράγματα θα ήθελα να τα καταλαβαίνει ο Αλέξανδρος, χωρίς να χρειαστεί η παρέμβαση κανενός. Ούτε του Αριστοτέλη.

Αλλά, πέρα από αυτά, υπάρχουν και τα άλλα. Εκείνα που εμείς Εύελπι, έχουμε πολλές φορές συζητήσει: Αυτή εδώ δεν είναι μια οποιαδήποτε στρατιωτική εξόρμηση.  Είναι γέννημα των βαθιών διεργασιών που έγιναν στον ελληνικό χώρο τους τελευταίους αιώνες. Των διδαγμάτων από εξελίξεις θετικές και από εμπειρίες αρνητικές».

Για μια στιγμή ο Καλλισθένης αποκτά και πάλι την ακτινοβολία που γνωρίζω και θαυμάζω.

 «Γιατί μόνον σε εμάς ο κάτοικος της πόλης έγινε ¨πολίτης¨. Γιατί μόνον εμείς αναγνωρίσαμε στον πολίτη το δικαίωμα να θέλει να είναι ευτυχής. Γιατί εμείς διαπιστώσαμε, πιο μπροστά από οποιονδήποτε άλλο, ότι η γνώση παράγει θετικούς νεοτερισμούς μόνον όταν κοινοποιείται και όχι όταν κρύβεται ιδιοτελώς.  Αυτά και άλλα συνέβαιναν ενώ η σπάθα της Ασιατικής Αυτοκρατορίας -διαρκής απειλή- δεν έπαψε να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια μας. Και ενώ παράλληλα, για δεκαετίες, καταναλώναμε την ικμάδα και την ενέργειά μας σε εμφύλιες διενέξεις και πολέμους που άλλοτε ήταν το αποτέλεσμα του στραβού μας κεφαλιού και άλλοτε της διαιρετικής πολιτικής που εφάρμοσε πάνω μας η Αυτοκρατορία.

Και τώρα, τώρα που επιτέλους, πρώτη ίσως φορά  μετά τα ομηρικά έπη -ίσως και τελευταία- ξεκινήσαμε όλοι μαζί και με επικεφαλής τον γιο του Φίλιππου διαλύουμε την Αυτοκρατορία, τώρα θα πρέπει να βοηθήσουμε έτσι ώστε αυτές οι Αρχές -για την πανανθρώπινη ωφέλεια των οποίων είμαστε πια σίγουροι- να εξαπλωθούν και όσα υπήρξαν αιτίες ολέθρων και συμφορών, να εξαφανιστούν».

Ο Καλλισθένης συννέφιασε πάλι.

«Κι όμως υπάρχουν και εκείνοι που, σε αυτά που συμβαίνουν δεν βλέπουν άλλο παρά μια αφορμή γρήγορου πλουτισμού. Και ο εγκλεισμός μου αποδεικνύει ότι αυτοί οι άλλοι, έχουν πια το πάνω χέρι. Και ότι εμείς, από ιστορική άποψη υπήρξαμε πρόωροι! Πρώιμοι αν προτιμάς. Και πως η Ιστορία θα πρέπει να κάνει ακόμη πολλή υπομονή, προκειμένου να μιλήσει για την εμπιστοσύνη στον άνθρωπο, για τη δύναμη της γνώσης, για το δικαίωμα όλων στην ευτυχία.

Ας είναι. Οι νέες ιδέες φαίνεται πως έχουν χρεία ομολογητών και μαρτύρων. Είχα το χρόνο να το σκεφτώ Εύελπι και ξέρεις που κατέληξα; Ότι δεν έχω αντίρρηση να ¨ομολογήσω¨.

Όχι, όχι βέβαια την ανύπαρκτη συμμετοχή μου σε απόπειρα δολοφονίας του Αλέξανδρου, αλλά φανερά και ξάστερα όλα εκείνα στα οποία πιστεύω για την εκστρατεία και για τον νέο κόσμο που θα πρέπει να προκύψει απ’ αυτήν.  Γι αυτό, έστω έγκλειστος,  -χάρη και στον Ευμένη που μου παρέχει τη δυνατότητα και το υλικό- έχω αρχίσει να καταγράφω τις απόψεις που έχουμε συχνά συζητήσει. Θέλω να εξακολουθήσουν να υπάρχουν διατυπωμένες ρητά.

Γιατί η διαμάχη θα συνεχιστεί και θέλω τα όσα εμείς υποστηρίξαμε, τα οποία δεν έχουν τίποτα να κάνουν με συνωμοσίες και ύπουλες ενέργειες, αλλά μοναχά με καλοπροαίρετες ελπίδες,  να είναι καταγραμμένα με σαφήνεια. Διότι, Εύελπι, δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με τις κάπως απλοϊκές απόψεις των αυτοκρατορικών. Μαζί τους ταυτίστηκαν  και τους τροφοδοτούν με είδωλα επιχειρημάτων, τα υπόλοιπα των παλιών σοφιστών, οι οποίοι ανέκαθεν αρνήθηκαν την πραγματικότητα -κυρίως όταν δεν τους βόλευε-. Αυτοί, πολύ πιο επικίνδυνοι από τους αυτοκρατορικούς, επικαλούνται έναν επιφανειακά χρησιμοθηρικό ¨ηθικό σχετικισμό¨ και δεν έχεις από πού να τους πιάσεις.  

Ελπίζω να μπορέσω να εκφραστώ με ακρίβεια και προπαντός εύχομαι να προλάβω. Τα βασικά τα έχω ήδη καταγράψει. Μένει να κάνω μνεία σε μερικές συνεπαγόμενες ιδέες και σε ορισμένες προεκτάσεις που αφορούν στο μέλλον. Ύστερα θα μπορέσω να αποχωρήσω χωρίς απελπισία». 

images (11)

Διαφωνούσα. Είχα ήδη σηκώσει το χέρι μου για να τον διακόψω. Μου έκανε νόημα ότι ήθελε να ολοκληρώσει. Είχε να μου ζητήσει κάτι: «Ξέρω πως ήρθες για να βοηθήσεις. Ξέρω ότι αυτό είναι επικίνδυνο. Δεν ήθελα να υποστείς ούτε τους κινδύνους ούτε τις απογοητεύσεις αυτού του ταξιδιού. Αφού όμως ήρθες θα σου ζητήσω δύο πράγματα:  

Το πρώτο αφορά αυτές ακριβώς τις γραφές. Αυτήν τη σύνοψη που συντάσσω τώρα. Προφύλαξέ τες. Φτιάξε τουλάχιστον δύο αντίγραφα. Το ένα για σένα. Το άλλο φρόντισε να φτάσει στον Αριστοτέλη και τους δικούς του. ¨Περιπατητικούς¨ δε μου έγραψες πως τους αποκαλούν τώρα στην Αθήνα; Σ’ αυτούς. Θα καταλάβουν εύκολα για ποια πράγματα μιλάω και τι λέω γι αυτά. Θα σου δώσω και ένα γραπτό μήνυμα  προσωπικά για τον Αριστοτέλη. Θα του λέω πως αυτή είναι η στερνή συμβολή μου. Και πως λυπάμαι που δεν την εκθέτω με ευθύ προφορικό λόγο. Εκείνο που θέλω να ελπίζω είναι πως ¨η σκυτάλη¨ θα φτάσει πίσω σε αυτούς. Και ότι θα βοηθήσει, όταν οι καιροί θα είναι πρόσφοροι… ή ότι θα συμβάλει στην δημιουργία πρόσφορων καιρών.

 Το δεύτερο αίτημά μου θα ήθελα πρώτα απ’ όλα να το καταλάβεις. Δεν είναι ένδειξη ούτε ξαφνικής παραφροσύνης ούτε επώδυνου πανικού. Και έχει ένδοξα προηγούμενα. Πείθομαι κάθε μέρα και περισσότερο ότι δεν υπάρχουν άλλες αποδεκτές λύσεις. Ήρθε ο καιρός να φεύγω, Εύελπι. Όχι επειδή δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, ούτε γιατί με διώχνουνε, αλλά γιατί κρίνω πως έτσι είναι το πιο σωστό.

Όχι αγαπημένε μου συνεργάτη. Δεν μιλάω για την απόδραση που σίγουρα σχεδιάζεις. Δε θέλω η ανάμνησή μου να ταυτιστεί με κάποιον που το βάζει στα πόδια Δε μιλάω ούτε για την ατιμωτική θανάτωση που επιδιώκουν οι Άλλοι. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής -και μαζί σου μπορώ να είμαι- δεν θέλω ο Αλέξανδρος να χρεωθεί και τον δικό μου θάνατο. Μιλάω για την οικειοθελή αποχώρηση με την οποία θέλω να υπογράψω τα κείμενα που τώρα συγγράφω. Κι επειδή θέλω να φύγω όχι ως ήρωας αλλά, σίγουρα, ως λάτρης του ορθού λόγου, εκείνο που επιθυμώ από σένα είναι ένα γρήγορο και κατά συνέπεια όχι πολύ επώδυνο δηλητήριο. Όχι κώνειο, αν και η έμμεση αναφορά στον αείμνηστο Σωκράτη θα ήταν τιμητική για μένα. Το κώνειο, απ’ ότι  μου έχουν πει, είναι αρκετά επώδυνο. Εδώ στην ανατολή ασφαλώς θα βρεις κάτι καλύτερο…»

.krit4

Από ένα σημείο και μετά έχω πάψει να τον παρακολουθώ. Τα λόγια του, με το που τα συνειδητοποιώ, με συγκλονίζουν. Η αυτοκτονία του δεν είναι μια εξέλιξη που θα μπορούσα ποτέ να διανοηθώ. Δεν έχω ετοιμάσει επιχειρηματολογία εναντίον της. Ξέρω πως η αγάπη για τη ζωή είναι βασικό συστατικό των γενικότερων απόψεων του Καλλισθένη. Είμαι σίγουρος πως παρά τις απανωτές απογοητεύσεις ο προϊστάμενος μου δεν αγαπά τον θάνατο. Ούτε εγώ. Και έχει δίκιο: πρόθεσή μου είναι πλέον το να οργανώσω την απόδρασή του. Σε κάθε περίπτωση, να την έχω έτοιμη και να την υλοποιήσουμε εάν δούμε ότι η -χωρίς δίκη- ¨καταδίκη¨ του είναι αναπόφευκτη. Είχα σκεφτεί πως, πριν προχωρήσω, χρειάζομαι τη συγκατάθεσή του. Όμως τώρα βλέπω ότι εκείνος έχει καταλήξει σε άλλες ¨λύσεις¨.

«Το πρώτο σου αίτημα -δε χωράει καμία συζήτηση- θα το πραγματοποιήσω οπωσδήποτε και με χαρά» του απαντώ. «Η χαρά μου πάντως θα είναι μεγαλύτερη αν καταφέρουμε να επιστρέψουμε στην Αθήνα μαζί. Όσο για το δεύτερο, επίτρεψέ μου, πριν σου υποσχεθώ οτιδήποτε, να σου ζητήσω κι εγώ μια χάρη: Δώσε μου λίγο χρόνο… λίγες μόνο μέρες, για να αναζητήσω μια εναλλακτική λύση. Εάν δεν τα καταφέρω θα είμαι πάλι εδώ με ένα αγγείο που θα περιέχει  αυτό που μου ζήτησες. Μέχρι τότε το μόνο που σου ζητώ είναι το να κρατηθείς γερός και -αν αυτό είναι εφικτό- αισιόδοξος».

Δε μπορώ να πω πόσο πικρό είναι, πάντως στα χείλη του σχηματίζεται ένα χαμόγελο. 

Όμως δεν προλαβαίνει να πει κάτι, γιατί από το διάδρομο ακούγεται μια όλο και πιο έντονη μουρμούρα, έως ότου στην πόρτα του δωματίου εμφανίζεται πάλι ο στρυφνός υπαξιωματικός, ο οποίος προσπαθεί τώρα να πουλήσει ειρωνεία: «Όλοι το ξέρουν πως οι λόγιοι είναι λογάδες, αλλά εσείς οι δύο το παρακάνατε». Δείχνει εμένα: «Εσύ να του δίνεις, και ο άλλος να κουρνιάσει στη γωνία του. Ξεπεράσατε τα όρια». Γυρνάει προς τον Καλλισθένη. «Εσύ, δε βλέπω να παίρνεις άλλη άδεια για επισκέψεις».

Οργίζομαι. Έχω πει ότι καλό είναι η παρουσία μου στα Βάκτρα να είναι διακριτική και να μην πηγαίνω γυρεύοντας. Παρά ταύτα ο θρασύς υπαξιωματικός μου τη δίνει. Τραβάω από το θυλάκιο το περιβραχιόνιο που σηματοδοτεί την ιδιότητα μου ως ανώτερο στέλεχος των υπηρεσιών και το κολλάω στο χοντροκομμένο του πρόσωπο. «Προσοχή!» του κραυγάζω. Αυτομάτως στήνεται μπροστά μου  ως όρθιος αυλός. «Εάν δε θέλεις να σε στείλω αυθωρί στον ποταμό Ώξο, για να δεις πως τοξεύουν οι Σκύθες, πρόσεχε τον τρόπο που μιλάς και σε ποιον σηκώνεις τον τόνο της φωνής σου». Αλλάζει διάφορα χρώματα. «Εξαφανίσου», του λέω και όντως εξαφανίζεται πριν ολοκληρώσω τη φράση.

Ο Καλλισθένης χαμογελάει ξανά∙ αυθόρμητα αυτήν τη φορά.

«Και τώρα που είπαμε τα αμέσου ενδιαφέροντος» λέει -και στη φωνή του υπάρχουν ίχνη μιας παράξενης ευθυμίας- «για πες μου λίγο περισσότερα για τα υπόλοιπα: Πώς έχουν τα πράγματα στην Ελλάδα, ποια είναι η κατάσταση στην Αθήνα μετά την περίφημη δίκη, τι λέγεται εκεί για τον Αλέξανδρο και για την εκστρατεία και τι για τον Αντίπατρο και την Ολυμπιάδα; Πως πήγε το ταξίδι σου προς και από την Αθήνα;»

Έχω, προς στιγμήν την εντύπωση ότι επέστρεψε ο παλιός ωραίος  Καλλισθένης.

«Θα σου τα πω όλα»,  λέω και κάθομαι ξανά στον κλισμό μπροστά στο τραπέζι.

…….

[1] Όρνις: Πτηνό, πουλί.

[2] Η σχετική πρόθεση του Αλέξανδρου αναφέρεται από τον Πλούταρχο:  Αθηναίοις δε διηλλάγη, (…)   Αλλ᾽ εἴτε μεστὸς ὢν ἤδη τὸν θυμὸν ὥσπερ οἱ λέοντες, εἴτ᾽ ἐπιεικὲς ἔργον ὠμοτάτω και σκυθρωποτάτω παραβαλειν βουλόμενος, ου μόνον αφήκεν αιτίας πάσης, αλλά και προσέχειν εκέλευσε τοις πράγμασι τον νουν την πόλιν, ως ει τι συμβαίη περί αυτόν, άρξουσαν της Ελλάδος. ¨Πλουτάρχου Αλέξανδρος¨ [13.1-13.2]

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

Οράματα…

Posted by vnottas στο 26 Ιουλίου, 2018

 young_girl_picasso_rnew

(Ηλίας Κουτσούκος)

 

Ποιος είδε

 Είδα τον ήλιο κόκκινο και συννεφάκια μαύρα

μες στο λιβάδι τους λαγούς να παίζουνε κρυφτούλι

κατήφορο σε ανήφορο

σκυλιά να κυνηγούνε

πέρδικες που πετούσανε

σε τέσσερις διαστάσεις

 .

 είδα δυο ήρωες δειλούς

και αριστερούς ναζήδες

στης Ιστορίας τη γιορτή

να σβήνουνε κεράκια

στου  Μπέργκεν-Μπέλσεν το  βυθό

να ψάχνουν για κοράλια

 και είδα πρώτος  το όνειρο

πως ήμουνα παιδάκι

και τύλιγα τα χέρια μου

 σ’ άσπρους λαιμούς αγγέλων

πριν γίνω  σαν μεγάλωσα

μιας Τράπεζας πελάτης

 .

 είδα μια νύχτα κάτασπρη

μέσα μου μαύρη μέρα

φεγγάρι μισοφέγγαρο

να πέφτει σε πηγάδι

και το νερό να χύνεται

στο αδειανό τοπίο

 .

κανείς δεν είδε τίποτα

και φαίνεται σαν ψέμα

όσα μου υποσχέθηκαν

κάποια φευγάτη ώρα

πως δήθεν τάχα  το μυαλό

 ξεφεύγει απ το σώμα

 ψάχνοντας  μες στο έρεβος

να πάει σ άλλα μέρη

1472929

Posted in ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

Κι ο λύκος πλησιάζει…

Posted by vnottas στο 25 Ιουλίου, 2018

(από τον Ηλία Κουτσούκο)

images (2)

Ο υποδιοικητής των ΜΑΤ στον Ζωολογικό

Σαράντα επτά  είναι και ψόγο πάνω του δεν θα βρεις.

Ευθυτενής, ολιγομίλητος και πάντα σοβαρός με βάση

στο ‘μάλιστα’ και στο ‘διατάξτε’ συνεχώς.

Τους άνδρες κατευθύνει πάντα με στρατηγική πετυχημένη

είτε τους φοιτητές να πλαγιοκοπούν

είτε εργάτες να ξυλοκοπούν

είτε τους φουκαράδες συνταξιούχους να ψεκάζουν.

Ξέρει από ‘λελογισμένη’ χρήση χημικών

κι από συλλήψεις δίχως νταβαντούρι.

Το βλέμμα του είναι φευγάτο χρόνια

ανάμεσα σε πέλαγα  του μέσα Τίποτα

και του Καθόλου τις απέραντες βουνοκορφές.

Το μόνο του κουσούρι είναι ο Ζωολογικός

όπου πηγαίνει κάθε Τετάρτη απόγευμα

λίγο πριν κλείσει-δυο χρόνια τώρα-

και κατευθύνεται  στα 150 τετραγωνικά

που είναι  κλεισμένος  ένας  λύκος.

Κάθεται και τον βλέπει να γυρνάει σαν υπνωτισμένος

γύρω απ τα  σύρματα που τον κρατούν αιχμάλωτο

και ενώ η πειθαρχία μέσα του,

του λέει ,πως έτσι είναι το σωστό [καθείς εφ ω ετάχθη]

βγάζει απ τη πίσω τσέπη του ένα κόφτη

και κόβει ένα  κομμάτι φράχτη δυο τετραγωνικά

κι ύστερα κάθεται στην άκρη

και περιμένει τι θα κάνει ο λύκος.

Κι ο λύκος πλησιάζει

ρίχνει ένα βλέμμα ‘άσε μας’ στον υποδιοικητή των ΜΑΤ

και επιστρέφει στη φωλιά του.

Κανείς δεν βλέπει μες στο σούρουπο

πως έχουνε γεμίζει δάκρυα

του υποδιοικητή τα μάτια

από τα χημικά που του επέταξε  ο λύκος

καθώς  του γύρισε τη πλάτη….

lykos

Posted in ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

Κύλικες και δόρατα. Μέρος Η΄Κεφάλαιο δέκατο: Εξομολογήσεις

Posted by vnottas στο 13 Ιουλίου, 2018

Μέρος 8ο Κεφάλαιο δέκατο: Ο Οινοκράτης, ο Ευρυμέδοντας και το Πουλχερίδιον. Εξομολογήσεις.

(αφηγείται ο Οινοκράτης)

αρχείο λήψης

Μαζί με όλη τη συντροφιά του ταξιδιού, πλην του Εύελπι, πάω για άλογα. Ο προϊστάμενός μου είπε ότι ο Άρχοντας Ευμένης έχει ειδοποιήσει επειγόντως το κεντρικό ιπποφορβείο της στρατιάς (λίγο έξω από την πόλη, εκεί όπου σταβλίζονται τα καλύτερα  δημόσια άλογα) να μου παραδώσουν, χωρίς ιδιαίτερες διατυπώσεις και δίχως τη συνηθισμένη διοικητική περιέργεια, ό, τι ζητήσω σε ίππους και ιπποσκευές.  Αρκεί να πω πως έρχομαι εκ μέρους του.

Τους παραδίδω λοιπόν τα ξεθεωμένα άτια που χρησιμοποιήσαμε στο τελευταίο τμήμα της διαδρομής ως τα Βάκτρα και τους ζητάω: το καλύτερο άλογο που διαθέτουν για τον προϊστάμενό μου, δύο γοργά και υπάκουα για εμένα και τον Αυτιά, που μάλλον θα τρέξουμε πολύ τις επόμενες μέρες και έναν ιδιαίτερα εύσωμο ίππο σε θέση να σηκώσει αδιαμαρτύρητα τον σχεδόν γιγαντιαίο Κάνθαρο. Είπα να κάνω λίγη πλάκα στον φίλο μου, τον Χοντρόη, και φώναξα να μου φέρουν και έναν ευτραφή ονίσκο, αλλά μόλις είδα τα μάτια του να στρογγυλεύουν ακόμη περισσότερο του συνήθους από έκπληξη και απογοήτευση, έκοψα τα αστεία και του παράγγειλα μια εξαιρετική φορβαδίτσα που, μόλις την είδε όχι μόνο συνήλθε αμέσως, αλλά και -θα έλεγα- χλιμίντρησε από τη χαρά του σε άπταιστη ιπ-ιπ- ιπ-ποελληνική.

Καβαλικεύουμε και κατευθυνόμαστε προς την έξοδο του ιπποφορβείου και από εκεί πίσω προς το κέντρο των Βάκτρων. Δεν ξέρω πώς είναι αυτή η πόλη όταν ζει καιρούς ήρεμους και περιστάσεις ομαλές, όμως σήμερα πρέπει να έχει μάλλον ασυνήθιστη όψη. Στρατεύματα. Παντού. Όχι μόνο τα δικά μας, αλλά και άλλα, προερχόμενα από διάφορα σημεία των κατακτημένων περιοχών που καταφτάνουν για να ενισχύσουν την νέα εξόρμηση. Με περίεργες εξωτικές στολές, με αλλιώτικο οπλισμό, ακόμη και με διαφορετικό βηματισμό, διασταυρώνονται ανταλλάσσοντας τους τελετουργικούς χαιρετισμούς αναγνώρισης που μόλις αποστήθισαν. Ανάμεσά τους καλπάζουν οι παντός είδους αγγελιοφόροι και περιφέρονται οι γηγενείς κάτοικοι παρατηρώντας με δικαιολογημένο ενδιαφέρον τις μετακινήσεις. Οι ντόπιοι, ανταλλάσσουν χαμηλόφωνα εικασίες για το τι μπορεί τελικά να προκύψει από όλη αυτή την αναμπουμπούλα.

Σε μια πλατεία βλέπω Έλληνες στρατιώτες καθισμένους περιμετρικά να παρακολουθούν έναν αξιωματικό που τους δείχνει και τους περιγράφει ένα τεράστιο άλλα μάλλον ήρεμο κτήνος που στέκεται υπομονετικά εκεί δίπλα επιβλεπόμενο από μια ομάδα ιθαγενών: Ένας ελέφαντας. Πλησιάζουμε για να δούμε καλύτερα το περίφημο ζώο-όπλο των Ινδών. Μεγαλύτερος και πιο υπάκουος από εκείνους που είχαμε ήδη συναντήσει στην Αίγυπτο, λέγεται πως έτσι και κατευθυνθούμε προς την Ινδία, θα έχουμε να κάνουμε μαζί του. Λέγεται επίσης ότι ο Ελέφαντας είναι θεός -τουλάχιστον για τους Ινδούς.

Θεός ή μη έχει τα αδύναμα σημεία του και αυτά προσπαθεί να περιγράψει ο έμπειρος αξιωματικός στους στρατιώτες. Αυτή τη στιγμή έχει διατάξει δύο οπλίτες να συγκρούουν τις ασπίδες τους προκαλώντας ηχηρό σαματά. Το ζώο τρομάζει, αναπηδάει και οι ανατολίτες που το  επιβλέπουν κινδυνεύουν να χάσουν τον έλεγχο.

Ο αξιωματικός δίνει αμέσως εντολή  στους ασπιδοφόρους να σταματήσουν τη φασαρία. Το ζώο ηρεμεί. Το ακροατήριο καλμάρει επίσης και ακούγονται κάποια σχόλια που προξενούν γέλια.

ξκλ

Λέω ότι μπορούμε να συνεχίσουμε την πορεία μας και οι φίλοι μου συγκατανεύουν και με ακολουθούν, όταν αντιλαμβάνομαι ότι εκεί δίπλα προσπερνάει κατευθυνόμενος προς το ιπποφορβείο ένας καβαλάρης που τον γνωρίζω. Και εκείνος επίσης. Λέω να του φωνάξω, αλλά δαγκώνομαι. Ο Εύελπις είπε πως, για την ώρα, η παρουσία μας στα Βάκτρα πρέπει να είναι διακριτική. Όμως εκείνος, ένα βήμα παρακάτω, τραβάει τα χαλινάρια και στρίβει προς τα πίσω για να με δει καλύτερα.

«Οινοκράτη;!» φωνάζει.

Κάνω τον έκπληκτο. «Ευρυμέδοντα;!»

Κατεβαίνουμε από τα άλογα και αγκαλιαζόμαστε.

«Είναι κι ο Εύελπις εδώ; Πότε φτάσατε;»

«Δεν είναι πολύ. Τώρα μόλις άλλαξα τα άλογα του ταξιδιού. Εσύ;»

«Ήμουν σε αναγνωριστικό ταξίδι. Δε μπορώ να σου πω τίποτα άλλο. Μπορώ όμως να σε κεράσω μια φιάλη κεκραμένο. Είσαι;»

«Δεν είμαι μόνος μου και έχω να παραδώσω μερικά πράγματα. Όμως μπορούμε να τα πούμε το απομεσήμερο. Εντάξει;»

«Εντάξει».

«Πού; Διάλεξε εσύ που ξέρεις καλύτερα τα κατατόπια».

«Απέναντι από τον ναό της Αναίτιδας στο κέντρο, φαντάζομαι πως τον ξέρεις, υπάρχει ένα μικρό κυλικείο με εδέσματα και ροφήματα∙ τοπικά μεν αλλά εκλεκτά. 

«Έγινε. Συνάντηση λοιπόν μόλις οι σκιές εγκαταλείψουν την κατακόρυφο».

.images (22)

Είχα σκοπό να πάω να βρω το Πουλχερίδιον. Δεν της έχω γράψει ότι έρχομαι και εάν η Θαΐδα δεν την έχει ήδη πληροφορήσει σχετικά, λέω να της κάνω έκπληξη. Και να την ανακρίνω. Με την καλή έννοια, βέβαια. Δεν νομίζω πως ξέρει ενδιαφέροντα γεωπολιτικά μυστικά, αλλά ελπίζω να ξέρει τι αισθάνεται για μένα.

Ας το πω αλλιώς: Επειδή έτυχε, όπως ακριβώς και ο Εύελπις, να προσβληθώ κι εγώ  από την  σαγήνη μιας γυναίκας που ο δρόμος της δεν διασταυρώνεται αυτόματα με το δικό μου, αλλά που για να την κερδίσω θα πρέπει να πάρω αποφασιστικές πρωτοβουλίες, λέω πως είναι καιρός να δράσω. Αλλά πρώτα πρέπει να ξέρω. Τα βασικά. Την τελευταία φορά που την είδα ήτανε σίγουρα ερωτοχτυπημένη με τον Ευρυμέδοντα. Τον νεαρό Θεσσαλό ιππέα με τον οποίο συνταξίδεψε από την Περσέπολη ως τα Σούσα. (Ή μήπως έτσι μου φάνηκε, ή μήπως το ενδιαφέρον που διαπίστωνα ανάμεσά τους ήταν αντανάκλαση από εκείνο που εγώ άρχιζα τότε να αισθάνομαι γι αυτήν;) 

Έλεγα λοιπόν να πάω να τη βρω σήμερα, αμέσως μετά την παράδοση του αλόγου στον Εύελπι. Να όμως που η Ειμαρμένη μου έβαλε τρικλοποδιά και ο δρόμος μου διασταυρώθηκε αναπάντεχα με εκείνον του Θεσσαλού. Έστω. Ας δω πρώτα τον Ευρυμέδοντα. Αλλά ας είμαι προετοιμασμένος κατάλληλα. Γι αυτό, αφού παρέδωσα το άλογο στον Εύελπι, πριν ξεκινήσω για την πλατεία του ιερού ναού της Αναίτιδας (μια τοπική εκδοχή της Αφροδίτης, με ολίγη από Αρτέμιδα) πέρασα από το πανδοχείο όπου είχαμε προσωρινά καταλύσει και πήρα μαζί μου τα μυστικά μου όπλα.  

.ΘΥΣΙΕΣ

«Αδελφέ μου, δε ξέρω τίποτα για τα ζουμιά που καταναλώνουν οι πότες σε αυτή τη γωνιά του κόσμου. Όμως ο υποφαινόμενος Οινοκράτης είναι φημισμένος για την προνοητικότητά του. Γι αυτό έχω πάντα -σχεδόν πάντα- μαζί μου ένα φλασκί με χειροποίητο βελτιωτικό. Λίγες σταγόνες του αρκούν για να μετατρέψουν οποιοδήποτε ξύδι σε Νέκταρ. Ας πούμε ¨σχεδόν νέκταρ¨ για να μην προκαλέσουμε την οργή κανενός από τους δικούς μας θεούς, που είναι και λίγο παρεξηγιάρηδες», είπα και έβγαλα με προσοχή από τον δισάκο μου το δοχείο με τη Χαχόμα υπ’ αριθμόν δύο (τη ¨χειροποίητη¨ ή ¨αιρετική¨). Δεν ήταν μια εύκολη κίνηση γιατί μέσα στο σάκο, εκτός από τις δύο χαχόμες, είχα και το επικίνδυνο ¨δοχείο-οπλή¨, αφημένο εκεί μέχρις ότου βρω τον καλύτερο δυνατό κρυψώνα, εδώ στα Βάκτρα. Ήταν ένα τεκμήριο της συνωμοσίας των Άλλων που θα μπορούσε να μας χρειαστεί.

Εν τούτοις ο Ευρυμέδων δε χρειαζόταν πολλές- πολλές εξηγήσεις. Ήταν ευτυχής που βρήκε έναν παλιό γνώριμο, στον οποίο είχε εμπιστοσύνη και με τον οποίο δεν θα χρειαζόταν να υποκριθεί οτιδήποτε. Γιατί τα τελευταία χρόνια, πάνω κάτω από τότε που είχαμε να ειδωθούμε, ο Ευρυμέδοντας είχε εξελιχθεί σε έναν ικανό μυστικό διερευνητή.  Επομένως ήταν υποχρεωμένος να αλλάζει ταυτότητες και ιδιότητες. Ήξερα ήδη ότι, μετά τις ανακαλύψεις που είχαμε κάνει εμείς στα Σούσα, του είχε ανατεθεί η διείσδυση στο περιβάλλον των περσών πριγκίπων. Έτσι είχε  υποδυθεί τον δυσαρεστημένο μακεδόνα εταίρο, τους είχε προσεγγίσει και είχε εξασφαλίσει σημαντικές πληροφορίες που βοήθησαν τους χειρισμούς της ηγεσίας απέναντί τους. Μετά του ανατέθηκαν και άλλες ανάλογες αποστολές, που για την επιτυχή διεκπεραίωσή τους χρειάστηκε να γίνει: πλούσιος Ίωνας έμπορος, μοναχικός κυνηγός θηρίων στη παραμεθόριο σκυθοκρατούμενη ζώνη, ως και -τελευταία-  φιλομαθής δυτικός λόγιος εξερευνητής στη χώρα των Ινδών.

Έτσι ο Θεσσαλός είχε, ούτως ή άλλως, την καλή διάθεση, τόσο να πιει, όσο και να αφηγηθεί. Για τις όποιες θεμιτές αναστολές του φρόντισε η χειροποίητη αιρετική χαχόμα που, όπως έλεγα παραπάνω, έβγαλα από τον διπλό μου σάκο, ξεβούλωσα με προσοχή και έσταξα μερικές σταγόνες στο ρυζοποτό που μας είχε φέρει ένας ντόπιος σαρικοφόρος. Φυσικά ήπια και εγώ και, φυσικά επίσης, ξέχασα τα πάντα έως ότου, αργότερα, βρήκα στη τσέπη μου ένα πρόχειρο σημείωμα με τον γραφικό μου χαρακτήρα, που έλεγε: ¨Πιες λίγη Χαχόμα και θυμήσου: πιθανώς υπάρχουν νεότερα¨

.αρχείο λήψης (2)

«… Λοιπόν που λες, πίσω από το βουνό στα ανατολικά, υπάρχουν οι χώρες του ποταμού Ινδού. Το ποτάμι, αφού δεχθεί κάμποσους παραπόταμους που φέρνουν νερό από τα βουνά, κατευθύνεται προς το Νότο, στη θάλασσα των Περσών και, από κάποιο σημείο και μετά, είναι πλωτό. Τουλάχιστον σε μεγάλα τμήματά του. Στα νότια ρέει ανάμεσα σε ερημικές περιοχές, πράγμα που αν αληθεύει σημαίνει ότι η διείσδυση στην Ινδία από εκεί πρέπει να είναι δύσκολη. Αν είναι να γίνει η εισβολή, συμφέρει να την επιχειρήσουμε εδώ, αμέσως μετά τους βόρειους ορεινούς όγκους.

Τα βουνά εδώ γύρω είναι δύσβατα και πανύψηλα. Δυσκολεύτηκα πολύ να τα διερευνήσω. Σε μια φάση μάλιστα χάθηκα ανάμεσα τους.  Ήξερα πως έπρεπε να κατευθυνθώ δυτικά για να επιστρέψω εδώ, όμως τα μονοπάτια κατέληγαν σε απύθμενους γκρεμούς και σε αδιέξοδα. Δε ξέρω αν θα τα κατάφερνα να επιβιώσω, εάν ο καιρός δεν ήταν κάπως μειλίχιος και εάν δε συναντούσα κάτι καλόβολα ανθρωπάκια, τυλιγμένα σε μακριές ρόμπες, που με βοήθησαν και με φιλοξένησαν για κάποιο διάστημα. Ανακάλυψα έτσι ότι πρόκειται για ένα είδος ερημίτες-ιερείς που λατρεύουν έναν μακρινό βουνίσιο θεό, διαφορετικό από εκείνους των βραχμάνων Ινδών, αλλά και από τους θεούς που επικαλείται ο Πέρσης  προφήτης Ζωροάστρης. Τον λένε Βούδα ή κάπως έτσι. Οι ιερείς του ζουν, πολλοί μαζί, σε ένα μεγάλο οίκημα που κρέμεται στον βράχο σαν αετοφωλιά. Ως υπέρτατο αγαθό αναζητούν κάτι που μοιάζει με -¨ολύμπια¨ θα λέγαμε εμείς- ηρεμία! Είναι, κατά κάποιο τρόπο, μια θρησκεία που φιλοσοφεί.  Σκέφτηκα πως το θέμα θα ενδιέφερε τον Καλλισθένη…  Αλήθεια τι συμβαίνει με τον Ολύνθιο; Πριν φύγω είχα μάθει πως έχει προβλήματα, τώρα μου λένε πως έχει συλληφθεί…»  

Πρέπει να του τα είπα. Όλα. Για τον Καλλισθένη και τη συνωμοσία των Άλλων, για την κατάσταση στην Αθήνα, για την ιστορία με τα αγάλματα των Τυραννοκτόνων και τη χειραφέτησή μου, για τις περιπέτειες του ταξιδιού προς και από την Αθήνα. Πιθανότατα τώρα θα τα έχει κιόλας ξεχάσει. Όμως εκείνο που μετράει είναι πως όταν τα πρωτάκουσε έδειξε ειλικρινές και συμπάσχον ενδιαφέρον. Με ρώτησε μάλιστα τι πρέπει να κάνει για να βοηθήσει. Του είπα να περιμένει. Αν τον χρειαστούμε θα τον ειδοποιήσουμε έγκαιρα.

Τώρα ήταν η σειρά μου να ρωτήσω. Αλλάζοντας θέμα.

«Εκείνο το ωραίο κορίτσι με το οποίο είχατε φτάσει μαζί στα Σούσα τι κάνει; Ναι, εκείνη που έφερνε την επιστολή της Θαίδας για την Φρύνη».

«Μάλλον λες για τη μικρή Πουλχερία. Έχεις δίκιο. Ήταν ένα ωραίο κορίτσι».

«Γιατί, τώρα δεν είναι; Της συνέβη κάτι;»

«Δεν ξέρω. Ελπίζω όχι, θα ήταν κρίμα. Μόνο που έχω καιρό να την δω. Με όλα αυτά τα ταξίδια που χρειάστηκε να κάνω τελευταία δεν είχα πολύ διαθέσιμο χρόνο»

Πρέπει να πήρα μια βαθειά ανάσα ανακούφισης.

Αλεξικ411

Ο ήλιος είχε ήδη κρυφτεί πίσω από τα δυτικά βουνά όταν φύγαμε από το κυλικείο της πλατείας της Αναίτιδας. Και οι δύο τελούσαμε σε κατάσταση όχι πλήρως ελεγχόμενης ευθυμίας. Μέσα μας η πίεση για εξομολογήσεις πρέπει να καταλάγιαζε κάπως, αλλά δεν είχαμε πάψει -και οι δύο, ταυτοχρόνως – ανάμεσα στα αλλεπάλληλα κύματα νύστας που μας πλημμύριζαν, να λέμε κι άλλα από τα σώψυχά μας ο ένας στον άλλο… Μετά αποχαιρετιστήκαμε με έναν αλληλέγγυο εναγκαλισμό και είπαμε να ξανασυναντηθούμε το συντομότερο για να πούμε κι άλλα.  Ο Ευρυμέδοντας απομακρύνθηκε γερτός πάνω στο άλογό. Ελπίζω το ζώο να ήξερε το δρόμο για το κατάλυμά του. Το δικό μου μάλλον δεν ήξερε και περίμενε σαφείς εντολές. Δεν το καβαλίκεψα, παρά πήρα τα χαλινάρια πεζός και το τράβηξα μαζί μου.

Νύσταζα. Πολύ. Όμως ήξερα πως η αιτία ήταν μια γνωστή παρενέργεια της Χαχόμας και αυτό με έκανε αισιόδοξο. Μα και βέβαια, θα μπορούσα να την ελέγξω την νύστα. Και ασφαλώς θα μπορούσα να κάνω απόψε εκείνο που θα ήταν συνετότερο να κάνω αύριο. Δηλαδή να επισκεφτώ το Πουλχερίδιο. Έτσι κι αλλιώς τα παραπατήματά μου με οδηγούσαν εκεί κοντά, προς το κτίριο όπου, όπως είχα έγκαιρα φροντίσει να μάθω,  ήταν εγκατεστημένη η Θαίδα και η ακολουθία της.

Παρέκαμψα την πολυτελή κεντρική είσοδο, έδεσα το άλογο σε έναν δημόσιο δετήρα και βρήκα μια ανώνυμη μικρή πόρτα στην πίσω μεριά. Την έσπρωξα. Δεν ήταν αμπαρωμένη από τα μέσα. Υποχώρησε και βρέθηκα σε ένα είδος μαγειρείου. Πάλι. Όπως και στην Αθήνα, στο Πρυτανείο, όταν παρακολουθούσα την Ιππαρχία.

«Εεεπ! Στάσου. Πού πας εσύ;» άκουσα μια λεπτή φωνούλα με έντονη ασιατική προφορά. Προερχόταν από έναν εύσωμο μάγειρα-ευνούχο, ο οποίος κάτι ανακάτευε μέσα σε ένα μεγάλο καζάνι.

Έπνιξα ένα ξεχειλωμένο χασμουρητό, το μετέτρεψα με το ζόρι σε συμπαθητικό χαμόγελο και του είπα: «Γλυκύτατε Μάγειρα. Μπορεί να μη με γνωρίζεις, αλλά δεν είμαι ξένος, αντίθετα είμαι πολύ καλός φίλος των κυριών που διαμένουν σε αυτό το κτίριο. Θα σου ήμουν λοιπόν ευγνώμων  εάν ειδοποιούσες την νεαρή κυρία Πουλχερία πως ένας φίλος της την περιμένει εδώ».

Ο μάγειρας εξακολούθησε το ανακάτωμα με τη μεγάλη κουτάλα του. «Και ποιο είναι το όνομα του φίλου της μικρής κυρίας Πουλχερίας;» με ρώτησε.

«Αυτό ας μην της το πούμε για την ώρα, έτσι ώστε να της κάνουμε μια μικρή έκπληξη», είπα και του ενεχείρησα μια χούφτα μικρά ντόπια νομίσματα, με τα οποία, λίγο πριν, είχα επιχειρήσει  να κεράσω τα ποτά και τους μεζέδες που καταναλώσαμε με τον Ευρυμέδοντα.  (Ανεπιτυχώς! -ο Θεσσαλός ισχυριζόταν  σθεναρά ότι ήταν η σειρά του).

«Άϊντε, καλά», είπε ο μάγειρας και μου παράδωσε την κουτάλα. «Δυνατά για να μην κόψει», μου παράγγειλε επιτακτικά.

ξθυ

Εμφανίστηκε πρώτα ο ευνούχος που ήρθε κατ’ ευθείαν σε μένα και ξαναπήρε αποφασιστικά την κουτάλα του. Πίσω του, το Πουλχερίδιον, ή μάλλον η μικρή κυρία Πουλχερία, έμεινε μια στιγμή ακίνητη κάτω απ’ την κάσα της εσωτερικής πόρτας. Μετά πέταξε ένα καμπανιστό ηχηρό γελάκι. «Ώστε η κυρία Θαΐδα δεν με κορόιδευε. Είναι αλήθεια. Επιστρέψατε!» Μετά έτρεξε και με αγκάλιασε σφιχτά.

Δεν είχε αλλάξει πολύ. Ήταν μόνο λίγο πιο όμορφη, μια ιδέα πιο μεστή, μία στάλα πιο τροφαντή από τότε. Με τράβηξε προς μια γυριστή εσωτερική σκάλα και ανεβήκαμε ως μια μικρή αίθουσα υποδοχής, άδεια εκείνη τη στιγμή. Καθίσαμε δίπλα δίπλα σ’ ένα ανάκλινδρο.

Η επαφή μαζί της έδιωξε κάπως τα κύματα της νύστας που μου επιτίθονταν. Όχι όμως και την άμεση επιθυμία για εξομολόγηση. Μόνο που αυτή τη φορά η εξομολόγησή μου θα είχε χρώμα ρόδινο και άρωμα έρωτα. 

Όμως αυτή τη στιγμή μιλούσε εκείνη: «Σ’ ευχαριστώ για τις επιστολές. Χάρη σ’ αυτές μπόρεσα να ταξιδέψω μαζί σου. Να βρεθώ σε αυτή την αξιοθαύμαστη Αθήνα που την ήξερα μόνο από τις νοσταλγικές ιστορίες της κυράς μου. Να ζήσω τις αρμυρές ναυτικές σου περιπέτειες. Αχ, υποσχέσου μου πως θα συνεχίσεις να μου γράφεις… ακόμη και εάν, όπως ελπίζω, τώρα θα τα λέμε κι από κοντά».

«Θα σου γράφω όσο θες, για ό, τι θες. Όποτε θέλεις». Έπνιξα ένα προδοτικό χασμουρητό και ξερόβηξα. «Η αλήθεια είναι πως δεν ήξερα ότι οι γραφές μου σου αρέσουν τόσο. Αν το ήξερα θα σου είχα ετοιμάσει μία σημερινή επιστολή. Αντί να στα πω, θα στα έγραφα».

«Εντάξει», γέλασε εκείνη. «Για σήμερα δεν πειράζει. Αν έχεις κάτι επείγον να μου πεις σε ακούω με όλη μου την προσοχή»

«Άκουσέ με λοιπόν μικρό μου Πουλχερίδιο. Μου άρεσες παλιά και μου αρέσεις και τώρα. Πολύ. Σού έγραψα για αυτά που συνέβησαν στην Αθήνα, – έστω, για τα περισσότερα∙ έχω υλικό και για άλλες γραπτές αφηγήσεις-  και έτσι ξέρεις ότι χειραφετήθηκα και ότι τώρα πια είμαι ελεύθερος κάτοικος της Αθήνας. Αλλάζω ζωή μικρό μου Πουλχερίδιο. Επομένως σε ρωτάω: θα ήθελες να με συντροφέψεις στη νέα μου αυτή ζωή; Θέλεις να γίνεις η γυναίκα μου;»

Χαμογέλασε. Γλυκά. «Τι περιμένεις να σου απαντήσω», μου είπε με μια δόση από το γνωστό της νάζι.

«Ελπίζω να μου πεις ναι. Φοβάμαι ότι θα μου πεις όχι. Τρέμω μήπως με αφήσεις χωρίς απάντηση», της απάντησα με όλη την χαχομική μου ειλικρίνεια.

«Δε θα το κάνω αυτό. Και θα είμαι και εγώ ευθεία και ανυπόκριτη μαζί σου. Περίμενα ότι κάτι θα μου ζητούσες. Υπέθετα ότι θα ήταν κάτι απλούστερο. Ας πούμε μια νύχτα μαζί μου. Δεν ξέρω τι θα σου απαντούσα τότε, αλλά τώρα χαίρομαι που δεν ήταν αυτό. Γιατί το αίτημά σου είναι ευγενέστερο και με τιμά. Έστω κι αν αυτό που μου ζητάς δεν εξαρτιέται  από μένα. Το ξέρεις πως εγώ δεν είμαι ελεύθερη. Ανήκω στη κυρά μου, τη Θαίδα. Χωρίς τη συγκατάθεσή της  δεν μπορώ να απομακρυνθώ δάκτυλο από κοντά της».

Την κοίταξα παραξενεμένος. Η γυναίκα που είχα απέναντί μου ήταν διαφορετική από το εύθυμο, πνευματώδες και ναζιάρικο κοράσιο που ήξερα. Είχε αλλάξει. Προς το καλύτερο. Τώρα ήταν μια γυναίκα που διάβαζε και που μπορούσε να εκφραστεί με άνεση. Μια γυναίκα με σύνεση, θα τολμούσα να πω.

Έπιασα και τα δυο της χέρια και τα έσφιξα

«Το θέμα της Θαίδας άφησέ το σε μένα, της είπα. Πες μου μονάχα τι επιθυμείς εσύ».

Την ένοιωσα να χαλαρώνει. Την είδα να χαμογελάει… καταφατικά! Ένα χαμόγελο που δεν πρόκειται να ξεχάσω.

Ούτε το αγκάλιασμά της, αμέσως μετά, θα ξεχάσω.

Ο μισός από εμένα απογειώθηκε σε σφαίρες ανώτερες και  ευδαιμονικές, ο άλλος μισός δέχτηκε πάλι ένα κύμα αδυσώπητης νύστας. Φοβήθηκα μήπως γίνω τελικά ρεζίλι. Προσπάθησα να συγκεντρωθώ και να αυτοελεγχθώ. Η Χαχόμα μου επέβαλε να είμαι ειλικρινής και επίσης να κοιμηθώ κατεπειγόντως.

«Όμορφή μου», της είπα και σηκώθηκα όρθιος παραπατώντας ελαφρά. «Δε ξέρω αν είμαι μαγεμένος από την παρουσία σου ή αν φταίνε τα μάγια που έκανα εγώ στον εαυτό μου προκειμένου να βρω το κουράγιο να σου μιλήσω. Όμως τώρα θα φύγω. Θα σε δω αύριο και θα πούμε πολλά.

Δε νομίζω ότι περίμενε να φύγω έτσι γρήγορα. Ωστόσο δεν παραπονέθηκε. Ίσως χρειαζόταν και εκείνη λίγο χρόνο με τον εαυτό της για να εσωτερικεύσει αυτά που συνέβαιναν. Περισσότερο μου ένευσε παρά μου είπε ¨ναι εντάξε黨. Άγγιξα τα χείλη της με τα δικά μου, έκανα μεταβολή σχεδόν σα να ήμουν νηφάλιος και έτρεξα προς την πίσω έξοδο. Το καινούργιο μου άλογο ήταν εκεί όπου το είχα αφήσει. Το πρόβλημα που απέμενε τώρα ήταν να καταφέρουμε να φτάσουμε πίσω, στο πανδοχείο.

images (1)

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , | Leave a Comment »

Τ’ αρματωμένα κοριτσάκια

Posted by vnottas στο 12 Ιουλίου, 2018

(γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος)

3alice

 …στον ύπνο όλα γίνονται

όπως στη καθημερινή ζωή

που  όλοι γύρω μου κοιμούνται

ή συμμετέχουν ύπουλα σφάζοντας τις ζωές των άλλων

που δεν τους φταίξαν τίποτα

 

Μουγγά κοριτσάκια με φυλάνε…

 

 Λουσμένος σε ιδρώτα κι αίμα

 νιώθω να χάνω αζιμούθια

μέσα σε όνειρα που ασύδοτα γυρνάνε

στου  κεφαλιού  τις ασυνάρτητες στοές.

Τότε  σαν από θαύμα εμφανίζονται τούτα τα κοριτσάκια

κρατούν μακριά σπαθιά και κοφτερά μαχαίρια

φτιάχνουν τετράγωνα ή μπαίνουνε  σε ινδική γραμμή

κι ορμούν όλα μαζί καρφώνοντας διαβιβαστές στη πλάτη

βγάζουν εικόνες ήττας που ήταν φυλαγμένες

 μέσα σε  ορύγματα νευρώνων

μου ανασκολοπίζουνε  παλιές αγάπες

βγάζουν τα μάτια  από βλέμματα που δήθεν με ποθήσαν

είναι απίστευτα σκληρά σε ικεσίες

όλων των καθωσπρέπει της παλιάς σχολής

στριφογυρίζουν τα σπαθιά τους στις πληγές

έτσι να ξεριζώσουνε  το σκάλπ  της γοητείας

που την κρεμούν στη μαύρη ζώνη τους μετά.

Κάποια στιγμή τούτο το μακελειό θέλω να σταματήσω

φωνάζοντας στην αρχηγό τους που δεν μοιάζει

πάνω από 12 να είναι

«αμάν κορίτσι μου αμάν, φτάνει ετούτος ο χαμός.»

Τότε εκείνη έρχεται και βλέπω ιδρωμένο

όλο το προσωπάκι

 πάνω απ τα μουγγά  χειλάκια  της

μα έχει ένα βλέμμα σαν να λέει άγρια

«κάτσε στην άκρη κι άσε μας στην αποστολή μας

να κάνουμε ότι ξέρουμε, να σε φυλάμε δηλαδή»

και τι να κάνω ρε παιδιά

στην άκρη του Σφαγείου κάθομαι

και το βουλώνω…

Όταν τελειώσουν με το μακελειό -τα βλέπω-

πάνε και κάθονται στο φράχτη των ονείρων μέσα μου

κουνάν τα πόδια τους, μαζεύουν τα πεσμένα τους καλτσάκια

και βάζουν σάλιο στις πληγές πούχουν τα γόνατα τους…

ξ

Posted in ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

Η λέσχη του ¨τίποτα¨ (είναι κι αυτή κάτι…)

Posted by vnottas στο 11 Ιουλίου, 2018

(από τον Ηλία Κουτσούκο)

Μέλος Λέσχης του Τίποτα…

128

Είμαι μέλος της Λέσχης

Του ¨ΤΙΠΟΤΑ¨

Βρισκόμαστε σε Café  και λέμε εξυπνάδες

Δηλαδή ‘η γυναίκα μου δεν μαγείρεψε..’

κι η απάντηση ‘στείλε την στη μάνα της’

ή ‘μου μίλησε άσχημα ο γιος μου’

κι η απάντηση ‘βρίσε του τον πατέρα,

σίγουρα δεν  είσαι εσύ..’

Μαζευόμαστε και λέμε

πως οι πολιτικοί πρέπει να πεθάνουν

γιατί άφησαν τους Τραπεζίτες να τους καβαλούν

και μετά ένας θυμάται πως ήταν ιππέας

κι ένας άλλος πως ήταν σύμβουλος

κι ένας τρίτος, πως η κόρη του δουλεύει

σε εταιρία εισπράξεων και τηλεφωνεί

για πέντε κατοστάρικα και τρομάζει χρεωμένους…

Γενικά θέλουμε να γελάσουμε

και δεν μπορούμε αβίαστα

άρα κάποιος πρέπει να μας βιάσει

‘κι άλλο..’ ρωτάει ο άλλος

Κι ένας άλλος συμπληρώνει

‘να ντυθούμε γυναίκες και να πάμε στην Ινδία’

.

Δεν πιστεύουμε στον  Θεό, στον  διαρκή έρωτα,

στις συνωμοσίες, στις Στοές, στη γιόγκα

Δεν πιστεύουμε στη γιατρειά, στον Παράδεισο

στην αιώνια ζωή και μερικοί πιστεύουν

πως δεν υπάρχουμε καν στ’ αλήθεια

αλλά πως βρισκόμαστε μια φορά τη βδομάδα

από συνήθεια που όταν τη συνηθίσεις

είναι πιο δυνατή απ’ τη δύναμη της συνήθειας…

.

Μερικές φορές ένας από μας λέει

πως έχουμε γίνει αόρατοι

και τότε του δείχνουμε -ξέρετε τι-

κι αυτός απαντάει ‘δεν βλέπω τίποτα,

γιατί είναι αόρατα…’

Ξεκινήσαμε κάπου είκοσι μέλη

και κάθε χρόνο χάνουμε κι έναν

κι αυτό γιατί τουλάχιστον

έχουμε καταλάβει την αφαίρεση

ως μια μοιραία πράξη πρόσθεσης

 στη συνέχεια του κόσμου….

αρχείο λήψης

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Κύλικες και δόρατα. Μέρος Η΄ Κεφάλαιο ένατο: Βάκτρα. Όπου ο Εύελπις συναντά τον Ευμένη.

Posted by vnottas στο 9 Ιουλίου, 2018

12744242_671296262972906_221371224078773674_n

Μέρος 8ο Κεφάλαιο ένατο: Όπου  ο Εύελπις συναντά τον Ευμένη τον Καρδιανό.

Προτίμησα να δω τον Ευμένη στο κτίσμα που του έχει αποδοθεί ως προσωπικό κατάλυμα και όχι στο στρατόπεδο. Όσο και αν, όπως με έχει διαβεβαιώσει ο Άρπαλος, δεν έχει εκδοθεί εντολή να συλληφθώ,  δεν θα ήθελα να εμφανιστώ ανάμεσα σε συναδέλφους και φίλους (ή και κακόβουλους αντιπάλους) πριν μάθω πώς ακριβώς έχει η κατάσταση αυτήν τη στιγμή.

Ήταν ένα μικρό αλλά καλά φρουρούμενο οίκημα στο κέντρο της πόλης∙ προφανώς επιλογή του ίδιου του Καρδιανού, μια που ήταν αυτός -ως επικεφαλής της επιμελητείας- ο αρμόδιος για τη παροχή όλων των απαραίτητων, τόσο για την εκάστοτε διαμονή, όσο και για την προώθηση της στρατιάς παραπέρα.

Ο Ευμένης μου χαμογέλασε και έσφιξε τα δυο μου χέρια. Είχα τρία χρόνια να τον δω. Η συμπεριφορά του ήταν πάντοτε ευγενική και τα μάτια του εξακολουθούσαν να είναι σπινθηροβόλα, αν και το πρόσωπό του ήταν ασυνήθιστα σκυθρωπό και θα μπορούσε να αριθμήσει κανείς πάνω του τις καινούργιες ρυτίδες.

«Χαίρομαι που σε βλέπω Μεγαρέα, αν και ξέρω πως ο Καλλισθένης δεν θα ήθελε να επιστρέψεις στο μέτωπο. Μάλλον θα προτιμούσε να απομακρυνθείς για όσο διάστημα ο ίδιος είναι κατηγορούμενος.  Όταν πρόκειται για τέτοιου είδους κατηγορίες κανείς δε ξέρει ως ποιον μπορούν να φτάσουν».

Η φωνή του έγινε εμπιστευτική: «Δε σου κρύβω μάλιστα ότι, όταν έμαθα τη σύλληψη του Ολύνθιου, λόγω της φιλίας και της αλληλοκατανόησης που υπάρχει μεταξύ μας, σκέφτηκα ότι όπου να ‘ναι θα ερχόταν η σειρά μου.  Κι ας είναι γνωστό ότι, εάν όχι ¨Ηφαιστίωνας¨, που πάει να πει λάτρης του Αλέξανδρου προσωπικά,  μπορώ άνετα να θεωρηθώ ¨Κρατερός¨ δηλαδή απόλυτα πιστός στον επικεφαλής βασιλέα, όποιος και αν κατέχει νόμιμα αυτή τη θέση.

Ωστόσο, φαίνεται πως οι συνωμότες -γιατί συνωμότες όντως υπάρχουν- προτιμούν, τουλάχιστον για την ώρα, να απαλλαγούν κυρίως από τον Ολύνθιο και δε θέλουν να ανοίξουν άλλα παράλληλα μέτωπα».

Σκέφτηκα να του πω ότι κατά τη διάρκεια του ταξιδιού είχα διαπιστώσει ότι οι περί ων ο λόγος συνωμότες έχουν ευρύτερους στόχους, αλλά το άφησα για αργότερα. Αυτή την στιγμή ήθελα να μάθω πιο επείγοντα πράγματα.

«Πώς είναι τώρα ο Καλλισθένης;» ρώτησα, ενώ ταυτόχρονα, υπακούοντας σε ένα του νεύμα κάθισα στην πολυθρόνα απέναντι απ’ το γραφείο του.

«Μετά τη σύλληψη  κατάφερα να τον δω δύο φορές. Μου είπε ότι είχε διαισθανθεί τους κινδύνους και τις απειλές που γίνονταν όλο και εντονότερες, αλλά δεν είχε ποτέ φανταστεί ότι θα τον ενέπλεκαν σε μια ιστορία συνωμοσίας με άξονα τους νεαρούς του μαθητές. Μου είπε εντούτοις, ότι πριν τον συλλάβουν ως εμπνευστή της ανταρσίας, είχε αρχίσει να ερευνά την υπόθεση, ανήσυχος για τις φήμες που ήδη κυκλοφορούσαν για υποτιθέμενη ανυπακοή των νέων».

«Η υγεία του;»

«Εάν ανησυχείς για τα παλιά του τραύματα, είναι εντάξει∙ έχουν οριστικά επουλωθεί. Ωστόσο, οι εναντίον του παράλογες κατηγορίες, ο περιορισμός της ελευθερίας του και κυρίως η θανάτωση των αγαπημένων του μαθητών, είναι φανερό ότι του στοιχίζουν., Όπως θα έλεγε και ο μεγάλος Ιπποκράτης, η ισορροπία των τεσσάρων στοιχείων και των συνεπαγόμενων  ¨χυμών¨, έχει διαταραχθεί. Προφανώς το ¨πνεύμα¨, που θα έπρεπε να τα συντονίζει όλα αυτά, έχει πληγεί από την αιχμαλωσία. Με άλλα λόγια, δεν είναι πια τόσο ήρεμος ούτε τόσο πράος όσο ήταν  παλιότερα».   

Σηκώθηκα όρθιος για να υπογραμμίσω αυτά που θα πω: «Ήρθα για να καταθέσω υπέρ του Καλλισθένη. Αλλά θα ήθελα πρωτύτερα να τον συναντήσω και να μιλήσω μαζί του».

«Πριν από τι;»

«Μα, πριν από τη δίκη…»

«Δεν έχει οριστεί καμιά δίκη για τον Καλλισθένη. Άλλωστε δεν υπάρχει κάποιος θεσμός που να καλύπτει την περίπτωσή του. Δεν είναι Μακεδόνας, άρα δεν εμπίπτει στις δικαστικές αρμοδιότητες της Συνέλευσης των Μακεδόνων. Οι τυχόν πανελλήνιες αρμοδιότητες του Συνέδριου της Κορίνθου έχουν συνολικά λήξει και αυτό έχει επισήμως διακηρυχθεί, αλλά, ακόμη και εάν ίσχυαν, η κατακτημένη από τον Φίλιππο Όλυνθος  δεν είναι σε θέση να καλύψει τους πολίτες της με εγγυήσεις δικαστικού χαρακτήρα».

Κάθισα και πάλι στην πολυθρόνα.

«Άρα;»

«Άρα τα πράγματα είναι -δυστυχώς- απλούστερα: Ο Καλλισθένης θα ανακριθεί – λάβε υπ’ όψιν ότι για τις κατηγορίες που τον βαραίνουν προβλέπεται και η χρήση βασανιστηρίων- λάβε επίσης υπ’ όψιν σου ότι οι υποτιθέμενοι κατήγοροι, οι βασιλικοί παίδες, δεν ζουν πια, επομένως δεν μπορεί να γίνει αντιπαράθεση κατηγόρων και υπεράσπισης.  Εάν ομολογήσει θα θανατωθεί, όπως οι νεαροί ακόλουθοι, εάν αρνηθεί την ενοχή του, αλλά δεν είναι αρκετά πειστικός, θα θανατωθεί επίσης. Εάν τα καταφέρει και πείσει τους ανακριτές για την αθωότητά του, τότε όλα εξαρτώνται από τον στενό κύκλο του Αλέξανδρου».

images (36)

«Αυτή η ανάκριση έχει ήδη αρχίσει;»

«Όχι. Για δύο λόγους: Έναν που τον γνωρίζω και έναν που τον υποθέτω.

Ο πρώτος λόγος είναι ότι βρισκόμαστε στην παραμονή μιας νέας εξόρμησης. Αυτή τη φορά προς τον σχεδόν άγνωστο και μυστηριώδη κόσμο των Ινδών. Γι αυτούς, τους Ινδούς, ξέρουμε πολύ λιγότερα πράγματα από όσα γνωρίζαμε για τους Αχαιμενίδες πριν ξεκινήσει η εκστρατεία. Υπήρξε λοιπόν κάποιος στο συμβούλιο των  εταίρων που υποστήριξε ότι από τη στιγμή που η εισβολή στις χώρες των Ινδών αποφασίστηκε,  πρέπει όλη μας η προσοχή και όλες μας οι δραστηριότητες, χωρίς περισπασμούς από ¨εσωτερικά¨ θέματα και αντιδικίες, να στραφούν προς την προετοιμασία της εφόρμησης. Αρχίζοντας από το κοσκίνισμα των πληροφοριών που ήδη έχουμε και την λεπτομερή λογιστική προετοιμασία. Αυτός ο κάποιος ήμουν εγώ. Και είμαι πεισμένος πως, ούτως ή άλλως, έχω δίκιο.

Ο άλλος λόγος που η ανάκριση καθυστερεί θεωρώ πως έχει σχέση με τον Αριστοτέλη. Ξέρω πως ο ίδιος ο Αλέξανδρος φρόντισε να τον πληροφορήσει για όσα συμβαίνουν και τώρα περιμένει τις αντιδράσεις του. Πιστεύω ότι η άφιξη της απάντησης του Δάσκαλου, αν δεν έχει ήδη συμβεί, είναι θέμα ημερών. Λέγεται πάντως ότι ο Σταγειρίτης, αμέσως μόλις έμαθε ότι ο Καλλισθένης βρισκόταν σε δυσμένεια, έστειλε μια πρώτη επιστολή στον Αλέξανδρο, αλλά κανείς δεν φαίνεται να έμαθε το ακριβές περιεχόμενό της».

«Αυτή η επιστολή στάλθηκε πριν φύγω από την Αθήνα, αμέσως μόλις έφτασαν τα πρώτα ανησυχητικά νέα. Ο Αριστοτέλης, από ό, τι ο ίδιος μου είπε, έγραφε πως έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στον Καλλισθένη και η λογικότερη από τις δυνατές υποθέσεις για την περίπτωσή του είναι ότι κάποιοι τον συκοφαντούν επιδιώκοντας ίδια οφέλη».

«Φαίνεται πως αυτά δεν άρκεσαν. Σε κάθε περίπτωση, ο Αλέξανδρος διστάζει να προχωρήσει στην παραδειγματική ¨τιμωρία¨ του Ολύνθιου, χωρίς να έχει πρώτα πείσει τον Αριστοτέλη για την αναγκαιότητά της. Εάν θέλεις την προσωπική μου άποψη, είμαι σίγουρος ότι ο Δάσκαλος θα υπερασπιστεί σθεναρά τον μαθητή και συγγενή του. Ελπίζω και εύχομαι η γνώμη του να είναι ακόμη σημαντική για τον Αλέξανδρο. Όμως…»

«Όμως;»

«Όμως πρέπει να σου πω ότι κυκλοφορούν φήμες που κάνουν λόγο για ευρύτερη συνωμοσία κατά του Αλέξανδρου. Όσο κι αν σου φανεί υπερβολικό, αν όχι γελοίο, λένε πως σ’ αυτήν είναι ανακατεμένος και ο ίδιος ο Αριστοτέλης. Θα καταφέρουν άραγε να επηρεάσουν με αυτό τον τρόπο τον Βασιλιά; Ειλικρινά δε ξέρω. Εκείνο που ξέρω είναι πως πρέπει να κάνουμε ό, τι μπορούμε για να αποφύγουμε τις επώδυνες επιπτώσεις αυτών των γελοίων φημών».

«Θα μου φαίνονταν πράγματι υπερβολικά όλα αυτά» του απάντησα, «αν εγώ κι οι συνοδοί μου, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού δεν είχαμε υποστεί περιπέτειες που επιβεβαιώνουν πως κάποιοι -τι κάποιοι, μάλλον οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι: ο Ανάξαρχος και η παρέα του – όχι απλώς διαδίδουν, αλλά και ¨κατασκευάζουν¨ τις εκδοχές που τους βολεύουν».

Αφηγήθηκα στον Ευμένη τα βασικά σημεία της υπόθεσης με την ¨οπλή του αλόγου¨ και το ¨Ύδωρ της Στυγός¨, καθώς και την προσπάθεια να μας απαγάγουν στην Τύρο. Ένα χαμόγελο έδωσε πάλι λάμψη στο κουρασμένο του πρόσωπο. 

«Ελπίζω σύντομα όλα να ηρεμήσουν και η νέα εξόρμηση να έχει αίσια έκβαση. Έτσι, αμέσως μετά θα μπορέσουμε να καταγγείλουμε και να εξαρθρώσουμε αυτή τη συνωμοσία».

«Εν τω μεταξύ όμως πρέπει να σώσουμε τον Καλλισθένη».

 Μου έριξε ένα διερευνητικό βλέμμα, σα να ήθελε να μαντέψει ως που σκόπευα να φτάσω.

«Θα κάνουμε ο, τι μπορούμε» είπε.

2c56c7027f4898ef4a74b3d3d8181408

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »

Ακόμη και σαν πάθος στιλβωμένο…

Posted by vnottas στο 2 Ιουλίου, 2018

(γράφει ο Νίκος Μοσχοβάκος)

11SYMPOSIO.limghandler

ΑΝΑΖΗΤΟΥΣΑΝ

 

Δεν είχαν και πολλά

να πουν οι δυο τους.

Κείνη εταίρα άλλοτε ερωμένη

ποιητών, γλυπτών, ρητόρων, λιθοξόων

αλλά και χορηγών του Δήμου

αυτός στρατηγός από τους ήσσονες

χωρίς πολλών μαχών παρελθόν

με μια λαβωματιά μόνο στον ώμο

από ξίφος πελταστού σε αψιμαχία.

Ναι! Δεν είχαν και πολλά να πουν

κορεσμένοι από μνήμες

αναζητούσαν πάντως μια λέξη

αυτήν που θ’ άνοιγε της ηδονής την πόρτα

έστω και σαν ψευδαίσθηση

ακόμα και σαν πάθος στιλβωμένο

για να τους δώσει αφορμή δικαιολογίας

πώς δεν έχουν ευθύνη

που η νιότη τους πέρασε πια

όπως συμβαίνει σ’ όλους.

Αναζητούσαν μια λέξη αποφασιστική

κάτι σαν κώδωνα εγρήγορσης

για να εκπορθήσουν τα τείχη του χρόνου

μέσα στης συνεύρεσης την πανδαισία.

Δεν είχαν και πολλά

να πουν οι δυο τους.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

Όταν οι λέξεις πετούν μακριά…

Posted by vnottas στο 2 Ιουλίου, 2018

(γράφει ο Νίκος Μοσχοβάκος)

images (53)

 

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ

 

Οι λέξεις πέταξαν μακριά

η κυψέλη έμεινε κενή από μέλισσες

το μέλι ελάχιστο πια

ο ήλιος καίει όσο ποτέ

ήχοι, μόνο ήχοι ασύμμετροι

βόμβοι από άκακα ζωύφια

ενώ μικρές σαλαμάνδρες

σέρνονται γεμάτες αλαζονεία

στα μονοπάτια του μυαλού μου.

Το ποίημα μένει άδειο

το μέλι ελάχιστο πια

οι λέξεις πέταξαν μακριά.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »