Γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος
Τσίπουρο Παραμυθιάς
Στη Παραμυθιά της Θεσπρωτίας σήμερα τ’ απόγευμα αρχές Απρίλη, όπως κάνει 40 χρόνια τώρα, ο μπάρμπα Σωτηράκης Λέκκας πίνει το τσιπουράκι του στη πάνω έρημη πλατεία-εντελώς μόνος του -λόγω του εθνικού εγκλεισμού.
Κοιτάζει τα βουνά περιμετρικά που του κόβουν τη θέα προς το Ιόνιο, όπου κι αν γυρίσει το βλέμμα του.Τα βουνά λες και κάνουν ένα κύκλο τριγύρω του γιατί η Χιονίστρα έχει ύψος 1665 μέτρα κι απ την άλλη η Κορύλα 1650. Κι ακόμα τα δυο ποτάμια που πιτσιρίκος ψάρευε πέστροφες -σκέφτεται ο μπάρμπα Σωτηράκης- ο Αχέροντας κι ο Κώκυτος,είναι μακριά του και δεν ξέρει πως να πάρει άδεια για να τα φτάσει, αλλά και να πάρει, τι σκατά θα πάει να κάνει στα ογδόντα του εκεί συνταξιούχος κτηνοτρόφος…
Κάθεται λοιπόν μόνος του, στο καφενείο του φίλου του Ντελίμπαση, που τυπικά είναι κλειστό και πίνει αργά-αργά το τσιπουράκι του μασουλώντας για ώρα τρεις ξερές ελιές και δυο κομματάκια τσίρο. Κοιτάζει το απλό όμορφο στρόγγυλο ποτηράκι του με το -χωρίς γλυκάνισο- τσίπουρο και σαν να βλέπει στο πάτο πρόσωπα που χάθηκαν, ενώ θα έπρεπε νάναι δίπλα του και να του κρατούν συντροφιά. Πρώτα βλέπει τη Βάγια, έρωτα του 50 που κρυφά είχαν συμφωνήσει γάμο, αλλά αυτή δεν τον περίμενε μέχρι που να τελιώσει το στρατιωτικό του, πήγε και παντρεύτηκε έναν αρχιτσέλιγκα απ το Σούλι.Επειτα βλέπει τον μεγάλο του αδερφό, που έφυγε στην Αμερική και πέθανε από έμφραγμα στο Σινσινάτι καθώς έβλεπε τη παράσταση ενός ροντέο τσίρκου.Ρίχνει δυό απανωτές ρουφηξιές απ τη στενοχώρια του, ανάβει ένα σέρτικο τσιγάρο και γεμίζοντας το στρόγγυλο ποτηράκι του, σαν να του φαίνεται τώρα, πως στο πάτο του ποτηριού,έχει στρογγυλοκαθήσει χαμογελαστό το πρόσωπο του γιου του, πούχει κλείσει τα 50 και έχει τέσσερα χρόνια να έρθει στο χωριό, ταξιδεύοντας στα καράβια κάνοντας το γύρο της γης, εργένης από άποψη, που ο μπάρμπα-Σωτηράκης αδυνατεί χρόνια να κατανοήσει. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »