Το τραγούδι έχει τίτλο Les passantes, το έχει μελοποιήσει ο Ζόρζ Μπρασένς, και οι περισσότεροι, ακόμη και η φίλη μου η Μισέλ, νομίζουν ότι και οι στίχοι είναι δικοί του. Πράγματι ο Μπρασένς έχει γράψει τους στίχους στα περισσότερα τραγούδια του. Σε αυτό όμως όχι. Αυτό το ποίημα το βρήκε το 1942 σε ένα βιβλιαράκι στον πάγκο ενός παλαιοβιβλιοπώλη, στο «ψειροπάζαρο» (που λένε οι Γάλλοι -και οι Ιταλοί) της Πορτ ντε Βανβ. Θα του αρέσει, θα μελοποιήσει σιγά σιγά τις επτά από τις εννέα στροφές, και δεν θα το τραγουδήσει δημόσια παρά πολλά χρόνια μετά. Ήταν γραμμένο από τον άγνωστο τότε ερασιτέχνη ποιητή Αντουάν Πολ.
Εδώ παρακάτω σας έχω:
1. Γραπτά:
α) Το κείμενο των εννέα αρχικών στροφών του Αντουάν Πολ,
β) Το κείμενο όπως το απέδωσε στα Ιταλικά ο Φαμπρίτσιο,
γ) Την απόδοση στα ελληνικά που σκάρωσα αυτές τις μέρες,
δ) Το ομώνυμο ποίημα του Κώστα Ουράνη, προφανώς εμπνευσμένο από τους στίχους του Πολ.
και
2. Σε ήχο:
*
α) Το τραγούδι ¨Οι Περαστικές¨ του Μπρασένς (πρώτη εκτέλεση το 1972),
.
γ) Την ανάγνωση της προσπάθειας να το αποδώσω στα ελληνικά

… και λίγος ρομαντισμός σε μεταλλικές αποχρώσεις
Je veux dédier ce poème A toutes les femmes qu’on aime Pendant quelques instants secrets A celles qu’on connaît à peine Qu’un destin différent entraîne Et qu’on ne retrouve jamais A celle qu’on voit apparaître Une seconde à sa fenêtre Et qui, preste, s’évanouit Mais dont la svelte silhouette Est si gracieuse et fluette Qu’on en demeure épanoui A la compagne de voyage Dont les yeux, charmant paysage Font paraître court le chemin Qu’on est seul, peut-être, à comprendre Et qu’on laisse pourtant descendre Sans avoir effleuré sa main A la fine et souple valseuse Qui vous sembla triste et nerveuse Par une nuit de carnaval Qui voulut rester inconnue Et qui n’est jamais revenue Tournoyer dans un autre bal A celles qui sont déjà prises Et qui, vivant des heures grises Près d’un être trop différent Vous ont, inutile folie, Laissé voir la mélancolie D’un avenir désespérant A ces timides amoureuses Qui restèrent silencieuses Et portent encor votre deuil A celles qui s’en sont allées Loin de vous, tristes esseulées Victimes d’un stupide orgueil. Chères images aperçues Espérances d’un jour déçues Vous serez dans l’oubli demain Pour peu que le bonheur survienne Il est rare qu’on se souvienne Des épisodes du chemin Mais si l’on a manqué sa vie On songe avec un peu d’envie A tous ces bonheurs entrevus Aux baisers qu’on n’osa pas prendre Aux coeurs qui doivent vous attendre Aux yeux qu’on n’a jamais revus Alors, aux soirs de lassitude Tout en peuplant sa solitude Des fantômes du souvenir On pleure les lèvres absentes De toutes ces belles passantes Que l’on n’a pas su retenir Le passanti (Η απόδοση του Fabrizio de Andre) Io dedico questa canzone ad ogni donna pensata come amore in un attimo di libertà a quella conosciuta appena non c’era tempo e valeva la pena di perderci un secolo in più. A quella quasi da immaginare tanto di fretta l’hai vista passare dal balcone a un segreto più in là e ti piace ricordarne il sorriso che non ti ha fatto e che tu le hai deciso in un vuoto di felicità. Alla compagna di viaggio i suoi occhi il più bel paesaggio fan sembrare più corto il cammino e magari sei l’unico a capirla e la fai scendere senza seguirla senza averle sfiorato la mano. A quelle che sono già prese e che vivendo delle ore deluse con un uomo ormai troppo cambiato ti hanno lasciato, inutile pazzia, vedere il fondo della malinconia di un avvenire disperato. Immagini care per qualche istante sarete presto una folla distante scavalcate da un ricordo più vicino per poco che la felicità ritorni è molto raro che ci si ricordi degli episodi del cammino. Ma se la vita smette di aiutarti è più difficile dimenticarti di quelle felicità intraviste dei baci che non si è osato dare delle occasioni lasciate ad aspettare degli occhi mai più rivisti. Allora nei momenti di solitudine quando il rimpianto diventa abitudine, una maniera di viversi insieme, si piangono le labbra assenti di tutte le belle passanti che non siamo riusciti a trattenere. Οι περαστικές (Το κείμενο της απόδοσης των ¨περαστικών¨ που σας έφτιαξα) Αφιερώνω αυτό το τραγούδι στις γυναίκες που αγαπήσαμε όλοι έστω κάποια στιγμή, στα κρυφά, στη ζωή μας μια σπίθα που ανάψαν που στη μνήμη κάτι άσβηστο γράψαν και που δεν τις ξανάδαμε πια. * Σε εκείνη, των ονείρων ουσία στο μπαλκόνι της αιθέρια οπτασία αχνή εικόνα – που φεύγει μακριά, μένει μόνο το χαμόγελό της μες της θύμησης τα απωθημένα που, αλίμονο, δεν ήταν για μένα * Σε εκείνη, συντροφιά στο ταξίδι που η ματιά της σαν θείο τοπίο πιο κοντά φέρνει τα ξένα μέρη που την νοιώθεις… κι η ζωή είναι λίγη… κι όμως, θα την αφήσεις να φύγει δίχως καν να της πιάσεις το χέρι * Και σ’ εκείνη που μαζί σου χορεύει ενώ σφύζει το τρελό καρναβάλι που σου φάνηκε λίγο θλιμμένη και τη μάσκα δεν θέλει να βγάλει και ποτέ δε θα ξαναγυρίσει να χορέψει μαζί σου και πάλι * Σε εκείνες, που έχεις πια χάσει και που άδειες περνούνε τις ώρες πλάι σε κάποιον που ’χει πλέον αλλάξει και σ’ αφήνουν -τι πικρή ειρωνεία- να διακρίνεις τη μελαγχολία των στιγμών που δεν είχες αδράξει * Και στις ντροπαλές εκείνες σιωπηλές, ίσως ερωτευμένες που για σένα μπορεί να πονέσαν αλλά ’φύγαν στο τέλος μακριά, ίσως μόνο για ένα γινάτι και που δεν ξαναφάνηκαν πια. * Φευγαλέες γλυκές αναμνήσεις που σε λίγο στο πλάι θα αφήσω να μην γίνουν στο ¨τώρα¨ εμπόδια την χαρά κι αν μου φέρανε πίσω είναι δύσκολο πια ν’ αναστήσω περασμένης ζωής επεισόδια. * Όμως αν στη ζωή σου αστοχήσεις με περισσή γυρνάς επιθυμία στην παλιά φευγαλέα ευτυχία, στα φιλιά που δεν είχες κουράγιο να δώσεις -της χαράς λιγοστές ευκαιρίες- και στα μάτια που δεν ξαναείδες * Κι έτσι στης μοναξιάς τα βράδια μέσα απ’ της λησμονιάς τα πηγάδια θα ν’ φαντάσματα, σκιές, αναμνήσεις που θα ζωντανεύουν σα να ’τανε χτες κι όλες οι όμορφες περαστικές που δεν κατάφερες κοντά σου να κρατήσεις *** Οι Περαστικές του Κώστα Ουράνη (Από τη συλλογή Νοσταλγίες -1920) Γυναίκες που σας είδα σ’ ένα τραίνο τη στιγμή που κινούσε γι άλλα μέρη’ γυναίκες που σας είδα σ’ άλλου χέρι με γέλιο να περνάτε ευτυχισμένο’ γυναίκες, σε μπαλκόνια να κοιτάτε στο κενό μ’ ένα βλέμμα ξεχασμένο, ή από ένα πλοίο σαλπαρισμένο μ’ ένα μαντήλι αργά να χαιρετάτε: να ξέρατε με πόση νοσταλγία, στα δειλινά τα βροχερά και κρύα, σας ξαναφέρνω στην ανάμνησή μου, γυναίκες, που περάσατε μιαν ώρα απ’ τη ζωή μου μέσα -και που τώρα κρατάτε μου στα ξένα την ψυχή μου!
H jota (λαϊκός ισπανικός χορός) των φοιτητών. Zarzuela 1875
*
[Από τις ¨Ζωγραφιές μου¨ - Λάδι σε χαρτόνι - Άνοιξη 2015]
*













































*











