Το καλοκαίρι, φέτος, είχα μαζί μου τον μικρό Ανυστερόβουλο (υπολογιστή), αλλά όχι πάντα τη δυνατότητα να τον συνδέω στο διαδίκτυο. Πάντως είχα (είχε) απομνημονεύσει υλικό για διάφορες χρήσεις, ανάμεσα στο οποίο υπήρχαν τα λόγια από μερικά τραγούδια υποψήφια για επεξεργασία και λεκτική προσαρμογή στα καθ’ ημάς. Μεταξύ αυτών Le vent, Ο άνεμος: το γαλλικό κείμενο, οι άγνωστες λέξεις και ό, τι από σχόλιο είχα βρει στις περιηγήσεις μου στην κυβερνοθάλασσα (φυσικά κι αυτό γραμμένο από τον μουστακοφόρο φίλο).
Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι ο Άνεμος ενέπνευσε πρώτα τον καλλιτέχνη μουσικά: το αποτέλεσμα ήταν μια μελωδία πεταχτή, αεράτη, στριφογυριστή, ανοδική, γρήγορη, ορμητική και αποκαλυπτική. Μετά (υποθέτω πάντα) αυτός ο (χορευτικός) άνεμος, με ήδη αποκτημένη τη μουσική του υπόσταση, για να γίνει τραγούδι θα έπρεπε να αποκτήσει λόγια. Και για να αποκτήσει λόγια έπρεπε να καταγραφεί μέσα/πάνω σε έναν τόπο.
Θα μπορούσε, ας πούμε, να σφυρίζει σε ερήμους, σε βουνοκορφές, ανάμεσα σε κλαδιά, ανάμεσα σε κατάρτια ή όπου αλλού. Ο καλλιτέχνης προτίμησε ένα γεφύρι. Κι όχι όποιο κι όποιο. Le pont des Arts, Το Γιοφύρι των Τεχνών, στον παρισινό Σηκουάνα. Γεφύρι Ναπολεόντειο και προορισμένο για πεζούς, αποκτά τώρα την ποιητική του διάσταση: γίνεται ανεμοδρόμιο.
Και αφού προσδιορίστηκε ο τόπος, μπορεί πλέον να εμφανιστεί και η δράση. Να ‘τος λοιπόν ο Άνεμος που, γενικά, μπορεί να κάνει τις δουλειές που ξέρει καλά, να ξεσηκώνει κύματα, να ξεριζώνει δέντρα, να ξεκαρφώνει κουφώματα και στέγες, αλλά αν τον στριμώξεις σε ένα γεφύρι, τότε βέβαια μάλλον περιορίζεται στο να διασκεδάζει με το να σηκώνει φούστες, να παρασύρει καπέλα, να χαλάει χτενίσματα.
Εγώ λέω λοιπόν, ότι κάπως έτσι θα πρέπει να άρχισαν να πλέκονται οι στίχοι πάνω στην αεράτη μουσική. Το μόνο που θα έπρεπε τώρα να προστεθεί, για να ενταχθεί το πόνημα στο συγκεκριμένο ύφος του δημιουργού του, είναι μια κάποια έστω υπαινικτική, έστω αλληγορική, έστω μεταφορική ή, στο κάτω κάτω, γιατί όχι, ρητή και κατηγορηματική ¨θέση¨. (οι ποιητές του νεωτερισμού το ‘χουν αυτό το χούι, σε αντίθεση με μερικούς αλτσχαμέριους ρεϊβόρυθμους κατοπινούς τους).
Ελάτε λοιπόν εδώ αντιπαθητικοί τύποι, και των δύο άκρων. Πάρτε θέση στόχου: από τη μια μεριά ιδού οι ¨Ωχ αδελφέ¨, οι επιλεγόμενοι και ¨Δε βαριέσαι!¨, ανέκαθεν και πανταχού παρόντες, και από την άλλη, να ‘τοι και οι ¨Καθώς πρέπει¨, να αποτελούν το εξ ίσου αντιπαθές, στημένο και ποζάτο, αντίβαρο στους ¨Ωχ¨.
Και να ‘τος και ο πρωταγωνιστής Άνεμος, να τους περιπαίζει αμφότερους αποδίδοντας εναέρια δικαιοσύνη.
Πάντως, για την ώρα, ο Άνεμος θα είναι επιεικής και παιχνιδιάρης ακόμη και μ’ αυτούς: θα περιοριστεί να τους σηκώνει τις φούστες, να τους παίρνει τα καπέλα, άντε και να τους χαλάει την κόμμωση. Μέχρι να ολοκληρωθεί και το τελευταίο ρεφρέν δεν θα έχει πετάξει κανέναν στο ποτάμι.
Και τώρα αδέλφια ας πάρουμε αυτόν τον φυσσαλέο τιμωρό και ας επιχειρήσουμε να τον μεταφέρουμε νοτιότερα, σε μια πόλη χωρίς ποτάμια, σε μια γλώσσα με πολυσύλλαβες λέξεις, (και πολύλεξες υποτακτικές), όπου όμως οι άνεμοι, όλων των τάσεων, ειδών και χαρακτήρων ευδοκιμούν.
Και όπου, βέβαια, δεν λείπουν ούτε οι ¨Ωχ αδελφέ!¨ (κάθε άλλο, υπάρχει μάλιστα άφθονη τοπική παραγωγή Προστατευμένης Ονομασίας και Κατοχυρωμένης Προέλευσης) ούτε οι ¨Καθώς πρέπει¨. Μόνο που αυτοί οι τελευταίοι τα ‘χουν ολίγον παίξει, γιατί αλλιώς τους τα λέγανε οι συντηρητικοί (στα πάνω τους έως πριν λίγο καιρό) και αλλιώς τους τα ζήτησαν οι ¨εκσυγχρονιστές¨ (πρόσφατα). Για να μη πούμε τι τραλαλά παθαίνουν λόγω κρίσης (τώρα). Γιατί άλλο να είσαι ένας καθώς πρέπει ¨Καθώς πρέπει¨ τον καιρό της σεμνότητας και της αποταμίευσης, άλλο τον καιρό της φουντωτής επιδεικτικής (ξέκωλης) κατανάλωσης και άλλο στα συλλογικά ζόρια. Αλλά, όπως λέγαμε και στα προηγούμενα τραγούδια, «Ο ¨Καθώς πρέπει¨ μένει πάντα ¨Καθώς πρέπε騻 -και για να το πετύχει συχνά εντάσσεται στους γνωστούς ΟΦΑ –Όπου Φυσάει ο Άνεμος .
Και τώρα νομίζω ότι χρειαζόμαστε ένα γεφύρι, λέω στα παιδιά (καλοκαίρι, Μάνη, στο σπίτι του Νίκου).
Όχι, το γεφύρι της Άρτας δεν μας κάνει. Παραείναι βουκολικό. Ας το αφήσουμε για όταν θα ασχοληθούμε με πρωτομάστορες και κωμειδύλλια. Εμείς αναζητάμε κλίμα πρωτευουσιάνικο, όπου να χωράει άνετα η πολυπληθής ποικιλία των ενοχλητικών.
Ναι, αλλά η πόλη που έχουμε στη διάθεσή μας έχει στραβοκαταπιεί τα ποτάμια της, κι από γεφύρια, το πολύ καμιά πεζογέφυρα, πάνω από λεωφόρο ταχείας θρόμβωσης.
Γιατί όχι!
Μια αερο-πεζογέφυρα.
Άρα;
Άρα το υστερόγραφο του σενιόρ Καλατράβα, το Καλατραβάκι.
Το Καλατραβάκι πάει μια χαρά, κι ας μην ανακαλεί τον Ναπολέοντα (πλην εκείνου του πάλαι ποτέ Δρομοκαϊτείου, όταν το παίζει ολυμπιονίκης), έχει μήκος και (πρέπει να) έχει εκ των κάτωθεν ανοδική θέα (υποθέτω, δεν πήγε ακόμη κανείς απ’ την παρέα να το επαληθεύσει).
Όμως υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα: οι συλλαβές. Κοίτα το πρωτότυπο: Si, par hasard (4 συλλαβές), Sur l’Pont des Arts (κι εδώ, εν τέλει, 4συλλαβές) Η λέξη ¨Καλατραβάκι¨ έχει 5, μαζί με το απαραίτητο (πρόθεση + άρθρο) ¨στο¨, μας κάνουν 6 (έξι). Ζόρικο. Μήπως όμως οι έξι συλλαβές χωράνε στις νότες, έστω με γρηγορότερη εκφορά, γιά όλοι μαζί: Στο Καλατραβάκι/ πρόσεχε λιγάκι… πάει; Πάει.
Ξανά: Πρόσεχε λιγάκι/ στο Καλατραβάκι
Όταν φυσάει δυνατά/ κράτα τη φούστα σου σφικτά…
Και τώρα χρειαζόμαστε κάτι να ομοικαταληκτεί (ριμάρει) με ¨καπέλο¨ . Δε βγαίνει; Είναι που το καπέλο είναι και παροξύτονο. Κι αν τον βάζαμε να χαλάει τα μαλλιά; παρατηρεί εύστοχα η Ιωάννα. Γιατί όχι! Και ποιος σε ¨ –ιά¨ θα τα ανακατεύει; Μα ο παιχνιδιάρης ο Βοριάς, ξαναλύνει τον βρόγχο η Ιωάννα. Σωστό!
Άρα έχουμε: Πρόσεχε λιγάκι/ στο Καλατραβάκι
Τον παιχνιδιάρη τον βοριά / που σου χαλάει τα μαλλιά.
Κάπως έτσι άρχισε να πλέκεται η παρακάτω εγχώρια προσαρμογή των στίχων του Μπρασένς. Σας τους παραθέτω μαζί με το αρχικό κείμενο και ό, τι από μουσική (αρχική και διασκευές) βρήκα.
…………
(*)Όπως θα παρατήρησαν οι τακτικοί επισκέπτες της παρούσας ιστοσελίδας, αυτό το καλοκαίρι, το κύριο θέμα των αναρτήσεων ήταν παλιά ξένα τραγούδια που ανασύρθηκαν ξανά στην επιφάνεια, ψαχουλεύτηκαν, παρουσιάστηκαν και έγινε ερασιτεχνική προσπάθεια να μεταφραστούν(;), αποδοθούν(;) προσαρμοστούν(;) στην τρέχουσα ελληνική. Αυτό το παιχνίδι άρχισε όταν το παρόν ιστολογοφόρο απόκτησε τη δυνατότητα μεταφοράς προφορικού λόγου και μουσικών ήχων.
Τώρα, το καλοκαίρι τελειώνει και μαζί του ο (ικανός για τέτοιες ενασχολήσεις) ελεύθερος χρόνος. Έτσι, όπου να ’ναι, πάμε γι άλλα. (Εκτός, βεβαίως, απρόοπτης θυμικής εμμονής, που δεν είναι να την αποκλείεις κι αυτήν, γιατί, που και που, σκάει μύτη απρόσκλητη και απαιτητική). Πάντως, έτσι κι αλλιώς, έχω ακόμη δυο τρία Μπρασένεια άσματα στο δισάκι μου, επεξεργασμένα σε περίοδο θερινής ραστώνης, πακεταρισμένα και έτοιμα για ανάρτηση.
Επομένως… ιδού ένα από αυτά:
Πρώτα οι ήχοι:
1. Από τον δημιουργό (στίχοι, μουσική, τραγούδι) Μπρασένς
2. Από το κουαρτέτο Plein Jazz
3. Από τους Pierre et Willy
4. Εκτέλεση στο παγκόσμιο πρωτάθλημα των Μπρασένς
5. Ισπανικά
6. Ανάγνωση της προσαρμογής στα ελληνικά (από κάτω το Duo Brassens Jazz)
Και τα κείμενα: 1. Οι στίχοι στα γαλλικά 2. Η προσαρμογή στα ελληνικά
Le vent
Georges Brassens
Si, par hasard
Sur l’Pont des Arts
Tu croises le vent, le vent fripon
Prudenc’, prends garde à ton jupon
Sur l’Pont des Arts
Tu croises le vent, le vent maraud
Prudent, prends garde à ton chapeau
Les jean-foutre et les gens probes
Médis’nt du vent furibond
Qui rebrouss’ les bois, détrouss’ les toits, retrouss’ les robes
Des jean-foutre et des gens probes
Le vent, je vous en réponds
S’en soucie, et c’esαιt justic’, comm’ de colin-tampon
Si, par hasard
Sur l’Pont des Arts
Tu croises le vent, le vent fripon
Prudenc’, prends garde à ton jupon
Si, par hasard
Sur l’Pont des Arts
Tu croises le vent, le vent maraud
Prudent, prends garde à ton chapeau
Bien sûr, si l’on ne se fonde
Que sur ce qui saute aux yeux
Le vent semble une brut’ raffolant de nuire à tout l’monde
Mais une attention profonde
Prouv’ que c’est chez les fâcheux
Qu’il préfèr’ choisir les victimes de ses petits jeux
Si, par hasard
Sur l’Pont des Arts
Tu croises le vent, le vent fripon
Prudenc’, prends garde à ton jupon
Si, par hasard
Sur l’Pont des Arts
Tu croises le vent, le vent maraud
Prudent, prends garde à ton chapeau
Ο άνεμος
Πρόσεξε λιγάκι
Στο Καλατραβάκι
Όταν φυσάει δυνατά
Κράτα τη φούστα σου σφικτά
Προσοχή λιγάκι
Στο Καλατραβάκι
Στον παιχνιδιάρη τον βοριά
Που ανακατεύει τα μαλλιά
Οι ¨ωχ αδελφέ¨ κι οι ¨καθώς πρέπει¨
για τον άνεμο ρωτούν
που δέντρα ρίχνει, στέγες παίρνει και φούστες σηκώνει
¨Ωχ αδελφέ¨ και ¨καθώς πρέπει¨
θα σας απαντήσω εγώ
πως ο άνεμος σας έχει
γραμμένους και τους δυο
Πρόσεξε λιγάκι
Στο Καλατραβάκι
Όταν φυσάει δυνατά
Κράτα τη φούστα σου σφικτά
Πρόσεξε λιγάκι
Στο Καλατραβάκι
Τον παιχνιδιάρη τον βοριά
Που ανακατεύει τα μαλλιά
Έτσι βέβαια κι αρκεστείς
σε ό, τι μοιάζει προφανές
ο αέρας ίδιος είναι για όλους τους ανθρώπους
αλλά αν προβληματιστείς
περισσότερο θα δεις
πώς να ενοχλεί του αρέσει στριμμένους και εμπαθείς
Πρόσεξε λιγάκι
Στο Καλατραβάκι
Όταν φυσάει δυνατά
Κράτα τη φούστα σου σφικτά
Προσοχή λιγάκι
Στο Καλατραβάκι
Στον παιχνιδιάρη τον βοριά
Που ανακατεύει τα μαλλιά