(Δύο ποιήματα του Νίκου Μοσχοβάκου)
ΣΤΟΥ ΝΟΣΤΟΥ ΤΗΝ ΑΙΧΜΗ
Ρόδος και Μυτιλήνη Σάμος, Αστυπαλιά
βασιλικό και φούλι, μωβ τριανταφυλλιά.
Το καλοκαίρι μπήκε στου Αιγαίου τα νερά
κίτρινο και γαλάζιο του έρωτα φτερά.
.
Γεννιέται μια αγάπη, χάνεται μια ζωή
πουλιά που ταξιδεύουν στου χρόνου τη βουή.
Τη μνήμη ακονίζω στου νόστου την αιχμή
βρίσκω δικαιολογία πως ήρθε η παρακμή.
.
Ρόδος και Μυτιλήνη Σάμος, Αστυπαλιά
δεν ψάχνω για λιμάνι, ούτε για ακρογιαλιά.
Γυρεύω μόνο εσένα και ψάχνω να σε βρω
πέτρα να σου χαρίσω κι έναν μικρό σταυρό.
ΑΝΑΔΥΣΗ
Αναδύθηκες από το ποίημα
σαν γοργόνα από θαλασσινή σπηλιά.
Δεν είχα ενδύματα να σε ντύσω
κι άφησα ολόγυμνη να περιφέρεσαι
στων λέξεων τις στράτες.
.
Μερικοί πίστεψαν πως είσαι η Ελένη
άλλοι σε βρήκαν όμοια με τη Φρύνη
και κάποιοι βυζαντινολάτρες
διέδωσαν πως ήσουν η Θεοφανώ.
.
Αναδύθηκες από το ποίημα τόσο όμορφη
με απίστευτης συμμετρίας λαγόνια
που και η Αφροδίτη
εκστασιάστηκε μαζί σου.