Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Archive for 3 Σεπτεμβρίου 2012

Με αφορμή τις φέις-μπουκικές ευγένειες και κοινωνικότητες

Posted by vnottas στο 3 Σεπτεμβρίου, 2012

Σημείωση: Γράφτηκα στο προσω-πιδο-βιβλίο (όπου παρελαύνουν πρόσωπα και προσωπίδες, όπως παντού άλλωστε), γιατί όταν έψαχνα να βρω την προέλευση κάποιων αναφορών στο Ιστολογοφόρο που προέρχονταν από εκεί, μου έβγαινε μια επιγραφή που έλεγε: ¨Πρώτα γράψου, και βλέπουμε¨ ή κάπως έτσι. Γράφτηκα λοιπόν, αλλά μην περιμένετε έντονη παρουσία μου σ’ αυτό. Με βολεύει πολύ καλύτερα το ιστολόγιο, όπου εξάλλου τα σχόλια είναι ανοιχτά και όποιος θέλει μιλάει, όποιος  θέλει σωπαίνει.

Μπαίνοντας πάντως, παρατήρησα μια οργανωμένη και ρυθμισμένη ετικέτα, έναν διαφημιστικά στηριζόμενο συμπεριφορικό τσελεμεντέ και μου δημιουργήθηκαν κάποιες σκέψεις που σας εξομολογούμαι εδώ παρακάτω.

Κάποτε, όχι και πολύ παλιά, ήμασταν μια κοινωνία ως επί το πλείστον αγροτική, με οδυνηρή παράδοση ταξικής καταπίεσης και εθνικής υποτέλειας, άρα μια κοινωνία φοβισμένη και επιφυλακτική, με αποτέλεσμα να συμπεριφερόμαστε άγαρμπα, αμυντικά και να είμαστε άμαθοι από κοινωνικότητες και γαλαντομίες.

Βέβαια διαθέταμε, όπως όλες οι κοινωνίες, αρκετά συγκεκριμένους κανόνες επικοινωνίας, με τους οποίους ρυθμίζαμε τις συμπεριφορές, τόσο ανάμεσά μας, όσο και με τους άλλους. Αυτοί οι κανόνες, διαμορφωμένοι ιστορικά, εμπεριείχαν (πέρα από τις ζόρικες προσαρμογές στις ανάγκες επιβίωσης των εκάστοτε καιρών), μια πάγια δόση ελληνο-ορθόδοξων επιταγών, καθώς και κάποιες μνήμες αρχαίων κλεών.  

Για τις πρώτες φρόντιζε ένα ιερατείο που κατάφερνε να επιβιώνει ελισσόμενο και που παρέμενε δεμένο εικονογραφικά και τελετουργικά με την αυτοκρατορική βυζαντινή παράδοση. Οι δεύτερες, από ένα σημείο και μετά, αναζωπυρώθηκαν με πολιτισμικά αντιδάνεια απ’ τη Δύση, όπου (εν πολλοίς ερήμην των νεοελλήνων) ο αρχαιοελληνισμός χρησίμεψε ως κυρίαρχο φαντασιακό πολιτισμικό υπόστρωμα του νεωτερισμού, καθώς αυτός ανερχόταν.

Κατά τα άλλα, το δικό μας ευρύτερο πολιτισμικό σκηνικό υπήρξε για αιώνες εκείνο της περίφημης ¨καθ ημάς¨ ανατολής μέσα στο οποίο για να διατηρήσουμε στοιχεία αξιοπρέπειας και αυτοεκτίμησης έπρεπε να φαινόμαστε και να ¨φερόμαστε ως¨: ντόμπροι, κατ’ ανάγκην λιτοί, ανιδιοτελείς, αρρενοπρεπείς και χωρίς πολλούς (περιττούς) επικοινωνιακούς φραμπαλάδες.

 

Η αλήθεια είναι ότι, ενώ κάτι ξέραμε από ανατολίτικα ¨σαλαμαλέκουμ¨ που επιβίωναν εδώ κι εκεί, σε εμποροπανηγύρεις και λοιπές προβιομηχανικές δοσοληψίες, ξέραμε λίγα ή τίποτα για τους κώδικες που, στο μεταξύ, αναπτύσσονταν στη δύση και που καθόριζαν τους αποκαλούμενους τρόπους ¨καλής¨ συμπεριφοράς. Εκεί, οι νέο- αναρριχηθείσες νεόπλουτες τάξεις, αφού για μια πρώτη περίοδο απόρριψαν και καταδίκασαν τις παλιές δουλοπρεπείς συμπεριφορές προς τους άρχοντες, μετά προτίμησαν να τις ¨εκδημοκρατίσουν¨, να τις κωδικοποιήσουν και να τις επιβάλλουν ως εκλεπτυσμένους ¨τρόπους ζωής¨ (savoir vivre) και τρόπους τακτοποίησης και αναγνώρισης των νέων ιεραρχιών.

Εμείς (ως λαός, όχι ως κυρίαρχες μειονότητες), μαθημένοι αλλιώς, και χωρίς τις ανάλογες κοινωνικο-πολιτισμικές προϋποθέσεις, φανήκαμε αρχικά μάλλον σκεπτικιστές απέναντι στον δυτικό ευρωπαϊκό καθωσπρεπισμό. Και, εδώ που τα λέμε, το γεγονός ότι οι σχέσεις μας με τους δυτικούς υπήρξαν συχνά προβληματικές και ότι συνέβαινε να παρατηρούμε τους Φράγκους ή τα ¨Αμερικανάκια¨ να καταφέρνουν να σου τη φέρουν (καίρια), ενώ παράλληλα σου μιλούσαν με το σεις και με το σας, έκανε την υιοθέτηση των στημένων  δυτικότροπων συμπεριφορών να μοιάζει συχνά περισσότερο με ένα είδος πολιτισμικού δοσιλογισμού, παρά με ένδειξη κοινωνικής δημοκρατικότητας, όπου, ας πούμε,  όλοι μιλούν σε όλους στον πληθυντικό(!).

 Όμως, να που κάποτε (σχετικά πρόσφατα, πριν από δεκαετίες που μετριούνται στα δάκτυλα), με τρόπο κάπως ανορθόδοξο και προβληματικό και χάρη σε μια σειρά πολιτικές και οικονομικές συγκυρίες, μπήκαμε (για ένα διάστημα) κουτσά στραβά, καλώς ή κακώς, στην κλειστή λέσχη των δυτικών καταναλωτικών κοινωνιών.

Ο καταναλωτικός μας παράδεισος, βέβαια, δεν είχε τίποτα να κάνει με αυξημένες παραγωγικές διαδικασίες -δεν καταναλώναμε επειδή πρώτα είχαμε παράξει οτιδήποτε- ούτε από την συνεργατική κουλτούρα που γεννιέται με αυτές,  αντίθετα η παραγωγή μειώθηκε εσκεμμένα και συναποφασισμένα.

Η καταναλωτική μας παρένθεση είχε κατά τα φαινόμενα σχέση με τη νομιμοποίηση μέσω δανεισμού (λέγεται και πλύσιμο) υπερτροφικών διεθνών πλεονασμάτων κεφαλαίου με όχι διαυγή (ευφημισμός) προέλευση. Όπως και να ’χουν τα πράγματα, νέες συνθήκες, νέα πρότυπα, νέα προτάγματα, νέες συμπεριφορές.

Εν τω μεταξύ όμως, και η δυτική ¨ευγένεια¨ είχε τροποποιηθεί αισθητά. Καθώς ο προηγούμενος 20ος αιώνας (αυτός των δύο παγκοσμίων πολέμων) βάδιζε προς το τέλος του, συγκυρίες, συσχετισμοί δυνάμεων, αλληλεπιδράσεις και λοιπές εξελίξεις έφεραν στο προσκήνιο νέες συνταγές και νέους καθωσπρεπισμούς, στα πλαίσια μιας γενικότερης πολιτισμικής αναταραχής που αποκλήθηκε μετανεωτερισμός.

Είδαμε λοιπόν να παίρνει τ’ απάνω της μια νέα (αγοραία) συσκευασία παλιών ατομικισμών, πραγματισμών, σχετικισμών, και εικονολατριών,  με ανασκευές του παρελθόντος, λατρεία του παρόντος, αδιαφορία για το μέλλον, περιχυμένη με μια κουταλιά σάλτσα ασύδοτης αγοράς και με, στην κορυφή, ένα κβαντικό κερασάκι.

Καθώς οι παλιές εκκλησιαστικές κανονιστικές επικοινωνιακές αρμοδιότητες παραχωρούνταν σε ¨Μη¨ Κυβερνητικές Οργανώσεις, ¨Ανεξάρτητες¨ Αρχές και Ιδιωτικούς Οργανισμούς Μαζικής Επικοινωνίας, αναρτήθηκε ένας νέος Index, με προτροπές και απαγορεύσεις στο όνομα της Νέας Ιεράς Πολιτικής Ορθότητας.

Όλα αυτά υπήρξαν επαρκώς εξόφθαλμα και θα μπορούσαμε να τα έχουμε παρατηρήσει, αν όχι μελετήσει, έτσι ώστε να ξέρουμε τι μας γίνεται και τι μας περιμένει, αλλά εμείς ήμασταν απασχολημένοι με τον ¨εκσυγχρονισμό¨ και την κατασκευή του πλαστικού μας κόσμου, δηλαδή με την τελευταία τραυματική μας μετάλλαξη: αστικοποίηση σε αντιπαροχυμένες τσιμεντουπόλεις, μηχανοκίνηση επί (λακουβο)δρόμων και (λακουβο)πεζοδρομίων, σεξουαλικές χειραφετήσεις μέσω τουριστικών προτύπων και επαφών και τέλος, αυτοχειριακή κατάποση της (διεθνοποιημένης) βιομηχανοποιημένης κουλτούρας.

Και προς στιγμήν φάνηκε ότι κάτι καταφέραμε! 

Αν και, πλαστός ή όχι, ο ευκαιριακός μας παράδεισός παράμενε καταναλωτικός και για να λειτουργήσει δεν είχε ανάγκη μόνο από εισαγωγές, από κατάφωτα υπερμάρκετ κι από αρμάδες καροτσάκια, αλλά και από διαφημιστικές εκστρατείες, προωθητικές καμπάνιες, δημόσιες σχέσεις, και ένα νέο γενικότερο εμπεριέχον σκηνικό φτιαγμένο από την ¨μη μου άπτου¨ τοπική εκδοχή της ¨πολιτικής ορθότητας¨, έτσι ώστε να μη χαλάει η σούπα, να μην κινδυνεύουν οι εντυπώσεις και να μην ενοχλείται η περίφημη ευ-δαιμονία!  

Έτσι καταλήξαμε, όχι βέβαια ¨ευγενείς¨, (ευτυχώς ο οδοστρωτήρας της τοπικής ιστορίας, μας είχε απαλλάξει από τα κατάλοιπα αυτού του παρασιτικού πλέον στρώματος), αλλά κάπως με το ζόρι ευγενικοί του είδους ¨πολύ κάπως¨ και ¨πολύ δήθεν¨.

 Μέσα σ’ αυτό το κουβάρι των αντιφατικών εξελίξεων, ακόμη μία: η διάδοση νέων μέσων επικοινωνίας. Διαδίκτυο, ιστολόγια, προσωποβιβλία, κι ένα σωρό άλλες επικοινωνιακές μορφές και ευκαιρίες. Με φιλοδοξίες επικοινωνιακής ανάδρασης και με κύριους χρήστες (για πρώτη φορά) τους πολύ νέους! Με νέες απρόσμενες δυνατότητες, αλλά και με σκοτεινές, ανεξερεύνητες ακόμη κοινωνικές επιπτώσεις…

(συνεχίζεται)

Posted in Άπόψεις - Άρθρα, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »