Ως αρχιτέκτονας (που υπήρξα) μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι για να αναδείξεις ένα κατασκεύασμα, που κρίνεις ότι αξίζει τον κόπο, καλό είναι να αφήσεις τριγύρω του χώρο ακατασκεύαστο, άδειο, κενό. Ο κενός χώρος δημιουργεί την αίσθηση της αναμονής, αν όχι της έλλειψης, κι έτσι η κατασκευή θα γίνει εκ προοιμίου επιθυμητή και (ενδεχομένως) καλοδεχούμενη. Πρόκειται κατά βάση για μια στοιχειώδη εφαρμογή της Αρχής των Αντιθέτων που έλκονται, αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοϋποστηρίζονται.
Ζώντας για μεγάλο κομμάτι τις ζωής μου σε μια όμορφη χώρα με κακάσχημο αστικό τοπίο, φτιαγμένο από αρχιτέκτονες και πολιτικούς μηχανικούς στην υπηρεσία κακόγουστων, χωροφάγων εργολάβων και εσκεμμένα αλλήθωρων πολεοδομικών ελεγκτικών μηχανισμών (τοπίο που δύσκολα θα γινόταν αντιληπτό ως αισθητικά υποφερτό, ακόμη και εάν δημιουργούσε κανείς γύρω του σαχαροειδείς ερήμους), άρχισα να αναζητώ αντίδοτα. Αντιόξινα κατά του αισθητικού έλκους των αστικών διαδρομών.
Σημειώστε ότι δεν ανήκω στους βαρεμένους με την Αισθητική, ούτε σε εκείνους που υποστηρίζουν (έμπλεοι κρυφών ενοχών) ότι οι επικλήσεις σε κάποια ανώτερη και δυσπροσδιόριστη Αισθητική μπορεί να υποκαταστήσει τους κανόνες κοινωνικής συμβίωσης που αποκαλούνται κοινώς Ηθική. Αντίθετα πιστεύω ότι η όποια Αισθητική είναι γεμάτη σαφείς ή υποδηλούμενες πληροφορίες και μηνύματα σχετικά με την ακμή ή την παρακμή, την αποτελεσματικότητα ή την χαλαρότητα της ισχύουσας Ηθικής.
Που πάει να πει ότι δεν αντιδρώ στην αστική ασχήμια γιατί αυτή προσβάλει κάποιες ¨ιερές¨ και ¨απαραβίαστες¨ αρχές περί ωραίου, αλλά γιατί με παραπέμπει σε σκηνές με σικέ διαγωνισμούς, λεηλασίες του δημόσιου χρήματος, φθορά του δημόσιου αισθήματος περί δικαιοσύνης, νταηλίκι, ωχ αδελφισμό, σήψη και αδιαφορία.
Και δεν θα είναι για να κομίσω γλαύκα στην Αθήνα, αν πω πως η απάντηση σε όλα αυτά, έχει να κάνει με την παιδεία, τη συνειδητοποίηση, το πολιτικό κουράγιο και την πολιτική δράση. Καί, θα πρόσθετα, με την αισιοδοξία που η σημερινή Αισθητική καταπνίγει και θάβει. Αισιοδοξία αναγκαία για να πιστέψει κανείς ότι οι απαντήσεις κάποτε, αργά ή γρήγορα, θα δοθούν.
Όμως μέχρι τότε; Μέχρις ότου όλα αυτά τα ωραία και χρήσιμα αναβιώσουν;
Σκέφτηκα, μέχρι τότε, να προσπαθήσω να διατηρήσω κάποια ψήγματα ελπίδας, που ίσως βλαστήσουν δράση και, περπατώντας ανάμεσα στην ασκήμια των δρόμων, των πεζοδρομίων, των πολυκατοικιών και των (περισσότερων) νεότερων μνημείων, να μη το βάλω κάτω. Να το στρέψω πάνω.
Θέλω να πω, ότι το ανίσχυρο και ταλαιπωρημένο βλέμμα μου, προκειμένου να αποδράσει από τις αισθητικές βιαιοπραγίες και τους επώδυνους συμβιβασμούς, είπε να ανασηκωθεί, και εκεί, πάνω από τα οπισθοχωρούντα (ατάκτως) ρετιρέ και τις γκριζωπές καμινάδες να ανακαλύψει επιζώντα ουρανό.
Ουρανό, όχι πάντοτε υγιή, όχι πάντοτε απαλλαγμένο από φαιά στίγματα και λυματώδη νεφελώματα, αλλά πάντως ακόμη εκεί, να αντιστέκεται και να αντιδρά. Με σχήματα και με χρώματα. Με (ουράνια) φαντασία.
Κι ας είναι στερεωμένος πάνω από τον γκρίζο ωκεανό της ασχήμιας.
Έβγαλα τη φωτογραφική μηχανή και είπα να χρησιμοποιήσω την έκταση της οικοπεδικής αστικής δυσμορφίας ως πλαίσιο ανάδειξης του ουρανού.
Ουρανού που αντιστέκεται.
Αρκεί να ξέρεις (και να θέλεις) να τον κοιτάξεις.