Βασίλης Νόττας: Το Ιστολογοφόρο

Κοινωνία, Επικοινωνία, Φαντασία και άλλα

Archive for Δεκέμβριος 2015

Μυθιστόρημα υπο εκπόνηση. Μέρος Γ΄Κεφάλαιο έβδομο:Παρακολούθηση

Posted by vnottas στο 31 Δεκεμβρίου, 2015

Κεφάλαιο έβδομο.

Πίσω στην πλατεία των παιγνίων όπου ο Ευρυμέδοντας αποχαιρετά τον Παλαμήδη, …ενώ δύο (αχτύπητοι) αυτοσχέδιοι ανιχνευτές παρακολουθούν τον Άρπαλο

 bank

Ό ήλιος έχει ήδη σκαρφαλώσει ψηλά στον ουρανό των Σούσων, η θερμοκρασία έχει γίνει πλέον ευχάριστη, ενώ στο πλάτωμα μπροστά από το περιστύλιο κυκλοφορεί τώρα πολύς κόσμος. Μετά την εσπευσμένη αναχώρηση του Οινοκράτη και του Χοντρόη,  το Πουλχερίδιο έχει ζητήσει την άδεια να κάνει μια μικρή βόλτα και να χαζέψει την Αγορά εκεί απέξω. Στο κυλικείο έχουν μείνει να κουβεντιάζουν ο Ευρυμέδοντας και ο Παλαμήδης

Οι φόβοι και οι ανησυχίες του τραυματία στρατιωτικού έχουν προκαλέσει το ενδιαφέρον του νεαρού Θεσσαλού ιππέα. Η αφήγησή του Αθηναίου δεν ακούγεται παράλογη και συμπίπτει με ορισμένα πράγματα που και ο ίδιος έχει παρατηρήσει κατά καιρούς, χωρίς όμως να συνειδητοποιεί τη σοβαρότητά τους. Ναι, ίσως ο Παλαμήδης έχει δίκιο. Πολύς τζόγος, πολλοί τοκογλύφοι. Ίσως η γοργή εξέλιξη των γεγονότων, η ασταμάτητη προέλαση, οι συνεχείς νίκες, να έχουν ως παρενέργεια το να  αγνοηθούν κάποιες δυσάρεστες καταστάσεις που βιώνουν οι οπλίτες ή, έστω, ορισμένες ανησυχητικές ενδείξεις για προβλήματα στο προσεχές μέλλον.  Και είναι αναμενόμενο αυτές οι παράπλευρες ¨πληγές¨ να είναι περισσότερο ορατές στη βάση, παρά στο στενό κύκλο των στρατηλατών. Σκέφτεται ότι πρέπει να μιλήσει γι όλα αυτά στον Εύελπι, ίσως και να συντάξει μια κανονική αναφορά προς την ηγεσία της ομάδας, τον Ευμένη ή τον Καλλισθένη… Η επίβλεψη του ηθικού των οπλιτών και τα τυχόν προβλήματα που αναφύονται στη βάση, είναι  ανάμεσα στα καθήκοντα της υπηρεσίας του. Αλλά όχι, καλλίτερα να το συζητήσει πρώτα με τον συνομήλικό του Μεγαρέα.

Όπως και να ‘χει, τώρα αισθάνεται πως πρέπει να εκφράσει τη συμπάθειά του προς τον Παλαμήδη.

foin

«Όσα κι αν είναι τα προβλήματα που ταλανίζουν την εκστρατεία, εσύ Παλαμήδη θα μπορούσαμε να πούμε ότι είσαι τυχερός, έτσι δεν είναι; Τραυματίας στο πεδίο της μάχης, επιστρέφεις στην σημαντικότερη πόλη του ελληνισμού νικητής, τιμημένος από τον αρχηγό, τον βασιλιά των Μακεδόνων. Ο Αλέξανδρος είναι γενναιόδωρος με όσους τερματίζουν την αποστολή τους είτε είναι Μακεδόνες είτε λοιποί Έλληνες…»

«Δεν παραπονιέμαι, Θεσσαλέ. Κι αν το δεξί χέρι δε με υπακούει πια, προσπαθώ να ασκήσω το ευώνυμο. Ελπίζω να καταφέρω να υπερασπιστώ την ανταμοιβή μου κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής».

«Έχεις συγγενείς που σε περιμένουν στην Αθήνα;»

«Έχω ένα γιο και μια κόρη. Η κόρη μου είναι παντρεμένη. Ο γιος μου ενηλικιώνεται φέτος και θα αρχίσει να συμμετέχει στις κληρώσεις για ορισμένα δημόσια αξιώματα. Χαίρομαι που θα είμαι κοντά του να τον βοηθήσω στα πρώτα του βήματα ως αθηναίο πολίτη. Πάντως…»

«Πάντως, τι;»

«Πάντως φαίνεται ότι και στο Άστυ υπάρχουν προβλήματα. Αλλά σίγουρα εσύ θα ξέρεις περισσότερα».

«Για την Αθήνα; Όχι. Οι σχέσεις φαίνονται ομαλές αυτή την περίοδο. Άλλωστε είναι γνωστό ότι ο Αλέξανδρος θαυμάζει την πόλη σας και έχει ήδη δείξει την ανεκτικότητα και τη μεγαθυμία του απέναντί της. Να μου πεις για τους Σπαρτιάτες, μάλιστα!».

«Κυκλοφορούν φήμες για την εμφάνιση σιτοδείας. Λέγεται ότι τα πλοία μας δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν τον ανεφοδιασμό της πόλης σε σιτηρά και παράλληλα ότι πολλοί παλιοί σύμμαχοι έχουν σηκώσει κεφάλι εναντίον μας. Υπάρχει, λένε, πρόβλημα στις πόλεις που έχουν υιοθετήσει δημοκρατικά πολιτεύματα, γιατί οι ολιγαρχικοί συσπειρώνονται και απαιτούν αμνηστία και επιστροφή των εξόριστων».

«Όχι, ειλικρινά δεν έχω ακούσει τέτοιες φήμες. Πάντως μη δίνεις μεγάλη σημασία σε αυτά που κυκλοφορούν», λέει ο Ευρυμέδοντας και ανασηκώνεται. Έχει εντοπίσει την Πουλχερία απέναντι, να περιεργάζεται τα εμπορεύματα ενός πραγματευτή. Της κάνει νόημα να επιστρέψει. «Ιδιαίτερα αυτά που διαδίδονται ανάμεσα στους συνακολουθούντες», συνεχίζει. «Σε κάθε περίπτωση, όπου να ’ναι επιστρέφεις.  Θα διαπιστώσεις μόνος σου τι τρέχει, κι επειδή είσαι Αθηναίος, θα έχεις το προνόμιο να συνεισφέρεις κι εσύ στις αποφάσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων. Έτσι δεν είναι;» Ο Θεσσαλός απλώνει τα χέρια του και σφίγγει τα χέρια του Αθηναίου που έχει κι αυτός σηκωθεί όρθιος.

«Έτσι», απαντά εκείνος.

«Ας είσαι λοιπόν γερός Παλαμήδη κι ας είναι ούριοι οι άνεμοι του ταξιδιού σου».

«Να είσαι καλά νεαρέ Θεσσαλέ. Και η μικρή ας πει στη κυρά της να μην ανησυχεί. Η επιστολή της θα παραδοθεί οπωσδήποτε!»

***

 αρχείο λήψης (1)

Ο Οινοκράτης, ο οποίος δεν έχει απομακρυνθεί πολύ από την πλατεία με τα παιχνίδια, σκέφτεται ότι έκανε πολύ καλά που πήρε μαζί του το πουγκί με τα χρήματα των οικιακών εξόδων. Έτσι χάρη σε λίγες υποδιαιρέσεις του ντόπιου Δαρεικού  (και σε μια μικρή δόση από το απαραίτητο παζάρεμα, η αποφυγή του οποίου,  όπως έχει ήδη διαπιστώσει, σ’ αυτά εδώ τα μέρη θεωρείται προσβολή), μπόρεσε να προμηθευτεί δύο από εκείνα τα ολόσωμα ελαφρά και φαρδιά ιμάτια που συνηθίζουν να φοράνε οι γηγενείς, μαζί με δυο λευκά καλύμματα της κεφαλής και του αυχένα.

Αφού λοιπόν ο ίδιος και ο Χοντρόης παραλλάσσονται μέσα σ’ αυτές τις ανώνυμες τοπικές περιβολές και αφού εισπράξουν μια σειρά από θαυμαστικούς γαργαρισμούς του πωλητή (που υποθέτουν ότι αντιστοιχούν σε επαίνους για την κομψότητα της νέας τους εμφάνισης), επιστρέφουν στον αυτοσχέδιο κυνόδρομο, στήνονται στην άκρη της πίστας (όσο πιο μακριά μπορούν από τον Άρπαλο, αλλά χωρίς να πάψουν να τον επιτηρούν) και  αρχίζουν να χειρονομούν και να επιφωνούν μιμούμενοι τους άλλους θεατές.

Στην πίστα, τα σκυλιά τρέχουν πίσω από ένα κομμάτι κρέας δεμένο σ’ ένα σκοινί, με τα αυτιά τους να ανεμίζουν και τα σάλια τους να τρέχουν, καθώς ένας γεροδεμένος δούλος στην άλλη άκρη του κυνόδρομου, στριφογυρίζει ένα είδος τροχαλία που μαζεύει το σκοινί και κάνει την μπριζόλα να τρέχει γρηγορότερα απ’ τα ζώα. Για την ώρα προηγείται ένας θηριώδης γαλατικός σκύλος, αλλά ξαφνικά, ένας μικρόσωμος μπάσταρδος με μια απρόσμενη επιτάχυνση περνάει μπροστά, και καθώς η κούρσα φτάνει στο τέλος της, καταφέρνει να μπήξει τα δοντάκια του στο γοργοπόδαρο κρέας.

¨Προφανώς ο κοπρίτης πεινάει πιο πολύ… αχ αυτή η πείνα!¨, σκέφτεται ο Οινοκράτης και σκέφτεται επίσης ότι ίσως  πρέπει να στοιχηματίσει κι αυτός κάτι στον επόμενο γύρο∙ όμως, την ίδια στιγμή κόβει με την άκρη του αεικίνητου ματιού του τον ευκολομπούχτιστο Άρπαλο, προφανώς απογοητευμένο από την έκβαση του αγώνα, να κάνει νόημα στους δυο ακολούθους του ότι ήρθε η ώρα να την κάνουν για αλλού.

«Από πίσω τους, και  διακριτικά…”, λέει στον στρογγυλό ασιάτη,

images (5)

«Για κοίτα, αυτοί θα καταλήξουν στην ίδια ταβέρνα όπου τους συναντήσαμε χτες», παρατηρεί ο Οινοκράτης.

Πράγματι, οι τρεις Μακεδόνες περπατούν με τον ρυθμό που υπαγορεύει το αργό βήμα του Άρπαλου, κρατώντας τα άλογά τους από τα χαλινάρια και απολαμβάνοντας κατά τα φαινόμενα τον μεσημεριανό περίπατο, προς την γνωστή πλατεία με τα (βρώσιμα) περιστέρια, μπροστά στην Πύλη προς την Βαβυλώνα.

«Φαίνεται ότι το χτεσινό νταβαντούρι τους άρεσε!»

«Είτε, πόπερ τα μάλα πιπιθανότερον εστί, ουδέν μέμνηνται των πεπεπραγμένων την υστεραίαν. Άλλως τε,   εν τη λήξει ξηροί εν κώμα καταπέπεσον», εικάζει ο Χοντρόης.

«Όπως και να ‘χει, καλό είναι να τους περιμένουμε εδώ απ’ έξω», αποφαίνεται ο Σικελός και παίρνει θέση σε ένα πεζούλι, που ο κορμός ενός τεράστιου φοινικόδεντρου κρύβει από τα μάτια όσων μπαινοβγαίνουν στο οινοποτείον ¨Η Ωραία Πατρίς¨.

RF0073

Έχει ήδη περάσει αρκετή ώρα όταν ο (εν τέλει προνοητικός) Οινοκράτης ρίχνει μια περιστροφική ματιά στην πλατεία και λέει στον Ασιάτη: «Μη το κουνήσεις από ‘δω κι έχε τον νου σου στην πόρτα. Εγώ πάω να συνεννοηθώ με κείνους τους αγωγιάτες  στην απέναντι γωνία. Σκέφτομαι ότι, τώρα που ο Άρπαλος και οι δικοί του θα βγουν απ’ την ταβέρνα φαγωμένοι και βαριοί, δεν θα συνεχίσουν πεζή. Επομένως ίσως να χρειαστούμε κι εμείς ένα αμάξι». Πράγματι απομακρύνεται και ύστερα από λίγο επιστρέφει μέσα σε ένα μόνιππο όχημα που κουμαντάρει ένας ντόπιος ηνίοχος. Σχεδόν την ίδια στιγμή οι τρεις μακεδόνες εμφανίζονται στην έξοδο της ταβέρνας ορατά δυσκίνητοι από την κατανάλωση των λιχουδιών του μαγαζιού και τελούντες εν ευθυμία. Ο (λόγω όγκου) εύκολα  διακριτός Κάνθαρος κατευθύνεται στους παρακείμενους στάβλους και επιστρέφει με τα άλογα. Οι τρεις καβαλάνε με κάποια δυσκολία  τα άτια και εγκαταλείπουν την πλατεία χωρίς ιδιαίτερη βιάση. 

Καθώς ο Χοντρόης σκαρφαλώνει στο κάρο, ο Οινοκράτης δείχνει στον αμαξά τους ιππείς που απομακρύνονται, και του κάνει νόημα: «Ακολούθησε αυτούς τους εμπόρους», ενώ παράλληλα απευθύνεται στον ασιάτη: «Πες του το κι εσύ στα περσικά. Να κρατάει απόσταση, αλλά να μη τους χάσει απ’ τα μάτια του».

Ο ήλιος έχει πια πάρει για τα καλά την κατιούσα προς την μεγάλη πεδιάδα των δυο ποταμών, όταν οι τρεις καβαλάρηδες, ιππεύοντας χαλαρά και αστειευόμενοι μεγαλόφωνα μεταξύ τους -ιδιαίτερα όταν διασταυρώνονται με μια φάλαγγα αιχμαλώτων που οδηγείται (ποιος ξέρει που) από ένα άγημα πεζέταιρων-  φτάνουν στο κάπως αλλόκοτο συγκρότημα των κτιρίων όπου φιλοξενείται ο Βαβυλώνιος Θεός  Μαρντούκ. Κοιτώντας τον από την πλευρά του προαύλιου, ο κυρίως ναός υψώνεται πολυώροφος (κάθε όροφος τραβηγμένος προς τα πίσω σχετικά με τον από  κάτω) και επιβλητικός∙ μαζί με τα λοιπά κτίσματά που τον πλαισιώνουν καταλαμβάνουν έναν ολόκληρο οικοδομικό κύκλο, αλλά οι τρεις γνωρίζουν πια τα κατατόπια και κατευθύνονται με σιγουριά προς μια παράπλευρη είσοδο, στα αριστερά της κύριας πύλης. Καθώς εξαφανίζονται πίσω της, στην άλλη άκρη του πλατώματος που ανοίγεται μπροστά στον ναό, έχει ήδη εμφανιστεί και σταματήσει η άμαξα με τους δύο παρακολουθητές.

Assyria_Ninebh_01

Ο Οινοκράτης αφού πληρώσει και διώξει τον ηνίοχο, τραβάει τον στρογγυλό του σύντροφο (από την νεοαποκτημένη φαρδιά ρόμπα) για να κάνουν μια πρώτη αναγνωριστική περιφορά  γύρω  απ το σύμπλεγμα των κτισμάτων.

«Ξέρεις τι είναι εδώ;» τον ρωτάει καθώς περπατούν παράλληλα με τον ψηλό μαντρότοιχο που κρύβει το εσωτερικό του συγκροτήματος.

Ο Χοντρόης του απαντά ότι, ναι ξέρει, αλλά ότι θα προτιμούσε να μη ξέρει, γιατί εδώ είναι η έδρα των φοβερών και τρομερών ιερέων του Μαρδούκ, του Βαβυλώνιου θεού που το ιερό πυρ του Αχούρα Μάσδα δεν έχει ακόμη καταφέρει να τον εξαγνίσει, που πάει να πει να τον καταστρέψει και να τον εξαφανίσει οριστικά από το Πάνθεον της Ανατολής.

«Καλά», λέει συγκαταβατικά ο Σικελός. «Ας πάμε τώρα να βρούμε ένα κατάλληλο σημείο απ’ όπου να μπορούμε να δούμε αν μπαινοβγαίνουν εδώ κι άλλοι ενδιαφέροντες τύποι, εκτός από τους τρεις γνωστούς μας ¨εμπόρους¨.

Όταν είσαι δούλος μαθαίνεις να περιμένεις. Συνήθως χωρίς να ξέρεις ακριβώς τι. Ας πούμε, το να πάρει αποφάσεις το αφεντικό. Να περιμένεις με δική σου πρωτοβουλία είναι κάτι αλλιώτικο. Ίσως πιο συναρπαστικό, αλλά ίσως πάλι δεν είναι αυτή η καταλληλότερη λέξη. Πάντως, οι δύο πρόσφατοι ας-πούμε-φίλοι, περιμένουν τώρα πίσω από μια συστάδα διακοσμητικών θάμνων στην άκρη του πλατώματος χωρίς να δυσανασχετούν.

…Και, καθώς η νύχτα παίρνει να καλύπτει σιγά σιγά την Πόλη των Κρίνων, παρατηρούν ότι η κίνηση γύρω από τον ναό αρχίζει, απρόσμενα, να αυξάνεται. Από τα σκοτεινά πλέον γύρω στενά,  εμφανίζονται και συρρέουν προς το πλάτωμα διάφοροι τύποι, κυρίως άνδρες, αλλά και γυναίκες, ποικίλης ηλικίας. Οι περισσότεροι είναι τυλιγμένοι σε φαρδιά άβαφα ιμάτια λίγο πολύ όμοια με εκείνα που τώρα καλύπτουν τον Οινοκράτη και τον Χοντρόη. Μάλιστα, καταφτάνουν και μερικοί μικροπωλητές, στις τάβλες των οποίων υπάρχουν κεριά, κεραμικά σύμβολα του βαβυλώνιου θεού, αλλά και φαγώσιμα προς σπονδή ή άμεση κατανάλωση, σημάδι ότι το τέμενος είναι απόψε ανοιχτό και δέχεται τους πιστούς. Πολλοί κοντοστέκονται στο πλάτωμα συζητώντας μεταξύ τους, αλλά ο κύριος όγκος κατευθύνεται προς την μνημειακή σκάλα της κεντρικής πύλης. Θα έλεγε κανείς ότι εδώ, απόψε, διεξάγεται κάποια τελετή, κάποια ¨λειτουργία¨, πολύ περισσότερο που σε λίγο από το εσωτερικό του ναού αρχίζουν να αναδύονται ήχοι παράταιρων ψαλμών.

post-f7

Όμως, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, ο Οινοκράτης διαθέτει μάτι οξυδερκές και παρατηρητικό, και έτσι δεν του διαφεύγει ότι μερικοί επισκέπτες δεν κατευθύνονται τελικά προς την κύρια πύλη του τεμένους, αλλά ότι επωφελούνται από τον συνωστισμό που επικρατεί τώρα στο πλάτωμα, για να ¨τρυπώσουν¨ όσο πιο διακριτικά μπορούν σε εκείνη την ίδια παράπλευρη πύλη από όπου, προηγουμένως,  είχαν μπει μέσα οι τρεις ψευτο-έμποροι.

Ο Οινοκράτης εστιάζει, όσο μπορεί, σε αυτήν τη δευτερεύουσα είσοδο και τους επισκέπτες της, χωρίς όμως να καταφέρει να βγάλει χρήσιμα συμπεράσματα για την ταυτότητά τους, μέχρις ότου, μια από τις σκιές που μπαίνουν εκεί τραβάει την προσοχή του. Μα ναι, αυτήν την κοντή καμπούρικη σκιά νομίζει ότι την αναγνωρίζει. Αν δεν πρόκειται για οφθαλμαπάτη οφειλόμενη στο χαμηλό φωτισμό των δαυλών της πύλης, η σκιά έχει φτυστό το περίγραμμα ενός ¨συναδέλφου¨. Ο Οινοκράτης ονομάζει ¨συναδέλφους¨ τους δούλους που, όπως και ο ίδιος, ασκούν ¨προχωρημένα¨ καθήκοντα, σαν, ας πούμε, του οικονόμου, ή του παιδαγωγού, ή του γραμματικού, και οι οποίοι έχουν συνήθως αισθητά βελτιωμένη μεταχείριση σε σχέση με τους υπόλοιπους. Αυτός εδώ είναι προσκολλημένος σε έναν αβδηρίτη σοφιστή, τον οποίον ακολουθεί κατά πόδας, καταγράφοντας τις σοφίες που  εκείνος (επίτηδες ή κατά λάθος) εκφωνεί, ούτως ώστε να μην τις στερηθεί η αιωνιότητα. Επομένως, αν η σκιά αντιστοιχεί σε αυτόν τον ¨συνάδελφο¨ (όσο κι αν ένας βαβυλωνιακός ναός δεν είναι το πιο προσιδιάζον μέρος για κάτι τέτοιο) κάπου εκεί πρέπει να βρίσκεται και το αφεντικό του, ο Ανάξαρχος ο Αβδηρίτης.

«Ξέρεις τι θα κάνουμε τώρα σύντροφε;» γυρίζει και ρωτάει τον Χοντρόη.

Εκείνος του απαντάει ότι ξέρει. Θα πάνε να φάνε κάτι τι, γιατί δεν έχουν βάλει τίποτα στο στόμα τους μετά τα πρωινά κεράσματα του Παλαμήδη. Και προσφέρεται να πάει να αγοράσει κανα φαγώσιμο από τους μικροπωλητές έξω από τον ναό.

«Θα πάμε να προσκυνήσουμε!» διευκρινίζει ο Σικελός. «Αλλά αφού επιμένεις, πάρε λίγους οβολούς και άντε πρώτα να φέρεις μερικές πίτες από τα καροτσάκια».

tiamat-as-a-serpent

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , | Leave a Comment »

Νίκος, τέσσερα ποιήματα

Posted by vnottas στο 19 Δεκεμβρίου, 2015

(γράφει  ο Νίκος Μοσχοβάκος)

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΑΡΙΘΜΩΝ

Στριμωγμένοι σε εξισώσεις και τετραγωνικές ρίζες

που μόλις είχαν χαραχτεί με κιμωλία

στον πίνακα της τρίτης Γυμνασίου

οι αριθμοί άρχισαν να διαπληκτίζονται.

Η επιθετική διάθεση του τρία

απέναντι στο εφτά ήταν εμφανής

αλλά το πέντε ουδόλως συμφωνούσε

και το ψιθύρισε στο εννέα.

Μετά μπήκε στη μέση το δύο

και είπε τη γνώμη του

βρίσκοντας ανταπόκριση από το οχτώ.

Εκείνη τη στιγμή σηκώθηκε το ένα

 που μέσα σ’ απόλυτη ησυχία

αφού κανείς δεν το αμφισβητούσε

τονίζοντας μια μια τις συλλαβές

τους είπε χωρίς να δέχεται αντίλογο:

καλά τι αμετροέπεια είναι αυτή

λησμονήσατε ότι όλοι μας

προερχόμαστε εκ του μηδενός;

Τότε ακριβώς ήταν που ο  μαθηματικός

είπε στον καλύτερο της τάξης

καθάρισε παιδί μου τον πίνακα

τώρα θα συνεχίσουμε με γεωμετρία.

images (14)

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Μια Δευτέρα του 1946

πρωταπριλιά ήταν

έλαβα θέση κι εγώ

στην αφετηρία εκκίνησης

της λύσης του αινίγματος.

Πέρασαν τα χρόνια

κι ακόμη πορεύομαι αμήχανος

γεμάτος απορίες

καθώς οι ανισόπεδες διαβάσεις

δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο

το περίπλοκο εγχείρημα.

Ξέρω μόνο πως αποφασίζουν άλλοι

για την τύχη μου

ίσως κι εγώ για κάποιους απ’ αυτούς.

Γνωρίζω ακόμα πως ο καθένας

τελικά είναι ακριβός και μόνος.

Τέλος έμαθα πως τα μυστικά

δεν κρύβονται στους ίσκιους

αλλά συνήθως στο ξετσίπωτο φως.

Γεννήθηκα εδώ

στα χαλάσματα που γράφω τώρα

και ταλανίζομαι από το μύθο

της αιώνιας αλήθειας.

Τα βυσσινί μάτια της βουκαμβίλιας

του κήπου μου

γεμάτα από ήλιο

απλώς μου επιβεβαιώνουν

καθώς λιγοστεύει ο χρόνος μου

πως το αίνιγμα του κόσμου

είναι αξεδιάλυτο

γι αυτό συναρπαστικό κι ωραίο

όπως ακριβώς της πρωταπριλιάς του 1946

που πήρα θέση στη γραμμή εκκίνησης.

βουκαμβίλια-φωτογραφία

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΛΠΙΔΑ

Η τελευταία σου ελπίδα ειν’ ο λόγος

μου είπε η γριά Σειρήνα

κι εγώ σκέφτηκα ψύχραιμος:

εν αρχή ην ο λόγος

έχει δίκιο.

Αργότερα όμως άλλαξε γνώμη

η τελευταία σου ελπίδα ειν’ η θυσία

μου ψιθύρισε τραγουδιστά

κι εγώ φοβισμένος αναλογίστηκα:

θύσατε θυσίαν δικαιοσύνης

ίσως να γνωρίζει.

Όμως αυτή συνέχισε ατάραχη

να μεταβάλει άποψη:

η τελευταία σου ελπίδα ειν’ ο θάνατος

κάγχασε μέσα στον ύπνο μου

φιλοσοφία μελέτη θανάτου εστί

μου  ‘ρθε στο νου

και προφασιζόμενος

ότι δεν αντέχω την μελέτη

την στραγγάλισα.

images (16)

ΕΠΑΝΟΔΟΣ

Τώρα που βρήκε τις λέξεις

δεν ήθελε με τίποτα να τις χάσει

τις συγκράτησε λοιπόν πάση θυσία.

Όμως τι απογοήτευση δοκίμασε

όταν έφτασε η ώρα να τις χρησιμοποιήσει

και διαπίστωσε με έκπληξη

ότι  μ’ αυτές τίποτα

δεν μπορούσε πια να πει

αφού ήταν τελείως ακατοίκητες.

Αυτά που εννοούσαν είχαν προ πολλού μετακομίσει.

Έτσι ξαναγύρισε στη σιωπή.

IMγG_1890

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , , , , , , | Leave a Comment »

Λεωφορείο το θέατρο

Posted by vnottas στο 17 Δεκεμβρίου, 2015

LEOFORIO

 (γραφει ο Ηλίας Κουτσούκος)

Το  δύσκολο Θέατρο

Ξυπνάω στις επτά. Είτε κοιμηθώ στις τρεις ή στις τέσσερις τα ξημερώματα, στις επτά ,είμαι στο πόδι. Πίνω τον καφέ μου σιγά-σιγά ενώ βλέπω στη τηλεόραση όλα τα νέα, αλλάζοντας δυο-τρία κανάλια, δήθεν για να έχω μια σφαιρική ενημέρωση.

Ξέρω πολύ καλά τι παίζουν και μόνο που χρησιμοποιείται απ όλους ο όρος «παίζουν» φτάνει για να καταλάβω-εδώ και χρόνια-ότι πρόκειται για θέατρο. Φυσικά κακής ποιότητας. Το 1974 πήρα απ το Σωματείο εισιτήριο της Εργατικής Εστίας για ένα έργο του Εθνικού Θεάτρου. Έτσι άλλαξε η ζωή μου. Τότε ήμουν νεαρός και δυναμικός συνδικαλιστής. Το έργο είχε τίτλο  «η μεταφυσική του μοσχαριού με τα δυο κεφάλια..». Ήταν ενός Πολωνού συγγραφέα. Όσοι πήγαμε δεν καταλάβαμε τίποτα. Εγώ όμως κατάλαβα καλά πως μας έστειλαν στο θέατρο, για να μην καταλάβουμε τίποτα. Κατάλαβα μετά από καιρό, πως όλα ήταν «θέατρο»  και πήγαινα στο θέατρο για να βλέπω πως παιζόταν το θέατρο, ώστε όταν φεύγεις από μέσα ,να μην καταλαβαίνεις τίποτα. Δηλαδή όλα να φαίνονται υπερβολικά, η φτώχεια, η κουταμάρα, η εξυπνάδα, η ομορφιά, η ασχήμια. Κι ακόμα το χειρότερο ήταν για μένα ,πως οι ηθοποιοί έπαιζαν υπερβολικά τους ρόλους τους ή φωνάζαν, λες και ήμασταν όλοι από κάτω κουφοί. Μετά άρχισα σιγά-σιγά να κάνω «θέατρο» τη ζωή μου, δηλαδή, μου άρεσε να νομίζω πως είμαι κάτι άλλο απ αυτό που είμαι, αλλά με προσοχή, χωρίς ακραίο παίξιμο και είδα πως έπιανε μέσα μου και έξω μου  και αισθανόμουν καλά.

Έπιανε το θεατρικό μου κόλπο στη δουλειά, στις σχέσεις, στους συγγενείς, στο δρόμο…Λέγαν όλοι «δεν αγριεύει ο Ξενοφών αλλά όταν αγριεύει, αγριεύει…» ή «δεν γελάει συχνά ο Ξενοφών Καρακώστας αλλά όταν γελάει, γελάει…»

Παίρνω το αυτοκίνητο και φτάνω στο αμαξοστάσιο στις οκτώ. Θα πω τις καλημέρες μου στον επόπτη και στον βοηθό του και θα παραλάβω ένα από τα αρθρωτά λεωφορεία -που ευτυχώς είναι αυτόματα – και θα βγω με τη δέουσα πάντα προσοχή στον κεντρικό άξονα, αρχίζοντας το δρομολόγιο Φοίνικας-Σιδηροδρομικός Σταθμός. Ανάλογα με την εποχή πότε ζέστη, πότε κρύο, ρυθμίζω το κλιματιστικό. Σταματώ με προσοχή σ όλες τις στάσεις, επιτηρώ απ την οθόνη του καντράν τις πόρτες. Δεν απαντώ, παρά μονολεκτικά στους ανόητους -κυρίως το κάνουν οι ηλικιωμένοι-όταν ρωτούν αν θα κατέβουν σωστά και σε ποια στάση.

Έχω ήδη συμπληρώσει τριάντα χρόνια σ’ αυτή τη δουλειά και είμαι απίστευτα τυχερός γιατί δεν έπεσα σε μεγάλες φασαρίες, δεν μου έριξαν διαδηλωτές μολότοφ στο λεωφορείο, δεν έγιναν παρά ελάχιστα δυσάρεστα περιστατικά μέσα, οι όποιοι ελεγκτές δεν βρήκαν να σημειώσουν κάποια παράβαση μου, είμαι προσεκτικός, διαρκώς, φοράω ένα ζευγάρι γυαλιά  eagl eye κι έτσι βλέπω τα πάντα πιο φωτεινά. Τα τελευταία δυο χρόνια λίγο έχουν δυσκολέψει τα πράγματα, γιατί μερικές φορές βλέπω στις στάσεις, να περιμένουν διάφοροι περίεργοι, αλλά προς το παρών ελέγχω την κατάσταση. Στους γιατρούς που μας εξετάζουν μια φορά το χρόνο, δεν έχω πει τίποτα για τους περίεργους στις στάσεις.

 Εισιτήριο-ιππήλατου-λεωφορείου-το-1864

Δεν χρειάζονται κουβέντες με τους επιβάτες κι αυτοί δεν πρέπει να μιλούν στον οδηγό…Σταματώ και παίρνω. Βάζω μέσα κουρασμένους απ τη ζωή τους,   απογοητευμένους, συνταξιούχους, χαζοχαρούμενα παιδιά, δημοσίους υπαλλήλους και μερικές φορές νομίζω πως στοιβάζω στρατιώτες από κάποιο μέτωπο που υποχώρησαν, ίσως κάποιο ηρωικό πρόσωπο του παρελθόντος κυρίως σκηνές από ταινίες που είδα.

‘Έχει δυο-τρεις μήνες τώρα, που βλέπω διάφορους περίεργους στις στάσεις, είτε μπροστά στη Νομαρχία, είτε στη Διαγώνιο, είτε στην Αγία Σοφία…Άλλοι περιμένουν κανονικά, με ρούχα όμως άλλης εποχής -της δικής τους- χωρίς οι επιβάτες να τους κοιτάζουν περίεργα και μερικοί ανεβαίνουν στο αστικό μου και κάθονται σιωπηλοί, προτιμώντας τις θέσεις πίσω απ τον οδηγό. Δηλαδή μόνο εγώ τους βλέπω.

Προχθές βλέπω στη στάση της Νομαρχίας να περιμένει ένας στρατιωτικός μ’ ένα τεράστιο σπαθί και μπλε σκούρο καπέλο και μόλις επιβιβάζεται τον αναγνωρίζω αμέσως. Ήταν ο στρατηγός Τζορτζ  Άρμστρογκ  Κάστερ. Στέκεται όρθιος και κρατιέται απ τον πλάγιο βραχίονα της θέσης μου και κοιτούσε ερευνητικά τα στενά της Βασιλίσσης Όλγας. Τον κοιτάζω κλεφτά απ τον καθρέπτη και τον ρωτάω  «πάμε καλά ή θα μας τσακίσουν οι Σιου στο Λιτλ μπιγκ  Χορν  στρατηγέ μου;» Αυτός με κόβει με αυστηρή ματιά και απαντάει μέσα απ τα δόντια του  «αν τολμούν ας κατέβουν απ’ τους λόφους που κρύβονται…»

Rotation-of-general-insignia

Κατέβηκε στη Διαγώνιο χωρίς μιλιά. Εγώ όμως του φώναξα «καλή τύχη Στρατηγέ μου..». Τότε ένα γεροντάκι που καθόταν στη πρώτη σειρά, μονολογεί δυνατά, «στρατηγός ε και παίρνει το λεωφορείο ε,ε. Παλαιά θυμάμαι οι στρατηγοί πηγαίναν με γυαλιστερά  τζιπ αλλά σήμερα, τι να σου κάνουν κι οι στρατηγοί… κι αυτοί έχουν κουτσουρεμένες συντάξεις, πάει, πάει  χάλασαν όλα…»

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Μυθιστόρημα υπό εκπόνηση. Μέρος Γ΄, Κεφάλαιο  έκτο: Στον ανακτορικό ναό του Αχούρα Μάσδα

Posted by vnottas στο 8 Δεκεμβρίου, 2015

images (7)

Όπου ο Εύελπις συναντά τον Πέρση αρχιερέα Αζάρη

Στα ανατολικά του ανακτορικού συγκροτήματος ο Αζάρης μας υποδέχεται στον πρόναο του τεμένους του Αχούρα Μάσδα και μετά μας οδηγεί σε μια ακόμη ψηλοτάβανη αίθουσα στολισμένη με περίτεχνα ανάγλυφα και επιπλωμένη με πολυτελή καθίσματα.  Μια μεγάλη φωτιά με έντονες γαλαζωπές φλόγες καίει στο κέντρο του χώρου μέσα σε έναν ορειχάλκινο δίσκο. Ο μακροπρόσωπος ιερέας μας κάνει νόημα να καθίσουμε γύρω απ’ το χαμηλό τραπέζι, όπου έχουν ήδη σερβιριστεί πολύχρωμα ποτά.

Δεν χρειάζεται να του κάνω προκαταρκτική ενημέρωση για τα όσα έχουν συμβεί, γιατί ο ιερωμένος παίρνει πρώτος το λόγο και μου λέει σε κατανοητά ελληνικά ότι γνωρίζει τα σχετικά με την χθεσινή απόπειρα, ότι την καταδικάζει απερίφραστα και ότι έχει ήδη ζητήσει τη συμβολή των θεών του στην ταχεία ίαση του Καλλισθένη.

Δεν εκπλήττομαι. Όπως και να ‘χουν τα πράγματα θα ήταν δύσκολο η αναστάτωση που δημιουργήθηκε μετά την συμπλοκή, χτες, να περνούσε απαρατήρητη από τους Πέρσες που εξακολουθούν να διαμένουν στην Ακρόπολη των Σούσων. Ιδιαίτερα απ’ αυτούς που δεν τελούν υπό άμεση επιτήρηση, και ακόμη περισσότερο από έναν ιερέα∙ αυτοί είναι γνωστό ότι καταφέρνουν να τα μαθαίνουν όλα πρώτοι. Αναμενόμενη είναι και η λεκτική καταδίκη της χθεσινής επίθεσης, καθώς και τα ¨περαστικά¨ για τον Καλλισθένη. Ίσως πιο αξιοπερίεργη προκύπτει η σχετικά καλή χρήση από μέρους του της ελληνικής γλώσσας∙ χτες μιλούσε και έψελνε μόνο στα περσικά.

DSC_0554_zpsltzsom9j

Είναι αρκετά ευφυής για να καταλάβει την απορία μου και σπεύδει να διευκρινίσει ότι όταν ήταν νεότερος είχε ζήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα στις ελληνικές  πόλεις της ασιατικής ακτής που μέχρι πρόσφατα τελούσαν υπό τον έλεγχο της αυτοκρατορίας. Όταν συναντηθήκαμε χτες το πρωί είχε χρησιμοποιήσει τα περσικά γιατί ήταν παρούσα η βασιλομήτωρ, προς την οποία θεώρησε τον εαυτό του υποχρεωμένο να επιδείξει τον απαραίτητο σεβασμό.

Ο Νικίας βλέποντας ότι δε θα χρειαστεί η μεταφραστική του βοήθεια ανασηκώνεται, αλλά του κάνω νόημα να παραμείνει. Θεωρώ ότι υπάρχει πάντα η περίπτωση να υπάρξουν προβλήματα γλωσσικής κατανόησης. Μετά απευθύνομαι στον Αρχιερέα.

«Ποια είναι λοιπόν η άποψή σου για τα όσα συνέβησαν Μεγάλε Ερμηνευτή του Αχούρα Μάσδα;»

Ένα χαμόγελο τέμνει οριζόντια το επίμηκες πρόσωπό του αποκαλύπτοντας δύο ευμεγέθεις κονικλοειδείς κοπτήρες.

«Η ερώτησή σου απευθύνεται στον ηττημένο Πέρση ή στον Ιερέα;»

Αυτός εδώ αρχίζει να μου προκύπτει πιο σύνθετος, πιο μπερδεμένος, απ’ ότι προμηνύει το ελαφρώς φαιδρό παρουσιαστικό του. Βέβαια, ξέρω πια ότι οι Πέρσες έχουν μανία με τους διχασμούς και τις διχοτομήσεις. Αλλά αφού του αρέσουν οι ερωτήσεις, είναι η σειρά μου:

«Ποιος από του δύο έχει να μου πει κάτι το ενδιαφέρον;»

images (9)

«Ως Πέρσης», μου απαντά, «θεωρώ περιττό να προσθέσω οτιδήποτε στα όσα είναι αυτονόητα. Μια επιθετική ενέργεια ενάντια στις ισχυρές και μέχρι στιγμής αήττητες δυνάμεις των εισβολέων είναι αναμενόμενη και, απ’ ότι ξέρω, σύμφωνη με τη θέληση όλων των Θεών του πολέμου, συμπεριλαμβάνοντας και τον δικό σας τον Άρη. Ανάλογες ενέργειες αντίστασης θα κάνατε κι εσείς, ή μάλλον έχετε ήδη κάνει στο παρελθόν και μάλιστα με αξιοσημείωτη επιτυχία. Δεν έχω να προσθέσω τίποτα άλλο μια που αγνοώ οτιδήποτε αφορά το συγκεκριμένο περιστατικό.

«Και ως αρχιερέας;»

«Ως ιερέας, οφείλω να έχω μια γενικότερη οπτική πάνω στα όσα έχουν προδιαγράψει οι θεότητες. Και δεν έχω αντίρρηση να σου πω όσα μου υπαγορεύει αυτή η οπτική. Όμως αυτά δεν έχουν άμεση σχέση με το χτεσινό επεισόδιο. Αφορούν στο πως μπορούμε να κάνουμε λιγότερο επώδυνη τη σημερινή σχέση ανάμεσα σε Έλληνες και Πέρσες.  Επομένως θα καταχραστώ τον πολύτιμο χρόνο σου, μόνον εάν εσύ το κρίνεις χρήσιμο.

Σκέφτομαι ότι ο Αζάρης θέλει να διατυπώσει με τρόπο λογικό, αυτά που η Σισύγαμβρη έχει συλλάβει από ένστικτο. Δηλαδή πως ο συμβιβασμός του Αλέξανδρου με τον Δαρείο -επικυρωμένος αν είναι δυνατό και από έναν δυναστικό γάμο- και η συνεπακόλουθη μοιρασιά της αυτοκρατορίας, θα μπορούσε να είναι, εν τέλει, η καλύτερη λύση.

«Σε ακούω σεβάσμιε Ιερέα», του λέω.

Παίρνει μια ανάσα, και αρχίζει ως εξής:

«Έρχεστε από μακριά, αν και τα ήθη σας δεν μας είναι άγνωστα. Ορισμένες από τις πόλεις σας θα έλεγα ότι ¨κοσμούσαν¨ μέχρι πρόσφατα την αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών. Κάποιες απ’ αυτές, όπως την Μίλητο για παράδειγμα,  τις γνώρισα  όταν ήμουν νέος και πρέπει να πω ότι τις θαυμάζω για τη ζωτικότητά τους. Θα σου εξομολογηθώ ότι, ήδη από τότε,  φοβόμουν ότι αν οι πόλεις των Γιουνάν ομονοήσουν και στραφούν προς ανατολάς, η Αυτοκρατορία θα κινδύνευε. Δυστυχώς για εμάς, οι φόβοι μου επαληθεύτηκαν.

Σήμερα τα στρατεύματά σας έχουν αποκόψει την χώρα των Περσών από τις πιο εύφορες προσαρτήσεις της, τη Δυτική Ασία, τη Συρία και την πεδιάδα των δύο Ποταμών.  Για να μη μιλήσω για την Αίγυπτο, όπου όμως δεν είχαμε καταφέρει να στερεώσουμε την επικυριαρχία μας. Όμως τα εδάφη  που γέννησαν τους Πέρσες, η κοιτίδα και η αφετηρία τους, είναι ακόμη σε θέση να αντισταθούν. Ο Μεγάλος Βασιλέας βρίσκεται ήδη εκεί και ετοιμάζει την αντεπίθεση. Όσο επώδυνη κι αν είναι η άλωση και η καταστροφή της Περσέπολης, ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει, και οι μελλοντικές καταστροφές δεν αποκλείεται να μην αφορούν μόνο τους Πέρσες».

images (5)

«Θέλεις να πεις ότι για το κοινό καλό συντάσσεσαι με εκείνους που επιθυμούν να πάψουν οι εχθροπραξίες και βρεθεί μια συνεννόηση;» 

Ο Αζάρης με κοιτάζει με βλέμμα εξεταστικό και έντονο.

«Όχι μόνον αυτό», υπερθεματίζει.

«Δηλαδή;»

«Δηλαδή για να αποφευχθούν οι μαζικοί σκοτωμοί, για να επέλθει η ομόνοια μεταξύ των λαών μας και για να δημιουργηθεί μια κοινή μελλοντική Ιστορία, δεν αρκεί να τα βρουν μεταξύ τους οι στρατηλάτες». 

«Αλλά;»

«Πρέπει να συμφωνήσουν οι Θεοί!»

Τώρα ναι, αρχίζω να καταλαβαίνω καλύτερα που το πάει ο Αζάρης.

«Νομίζεις, Μεγάλε Αρχιερέα,  ότι οι δικοί σας θεοί θα είχαν αντίρρηση σε μια συμφωνία ανάμεσα σε Έλληνες και Πέρσες;»

«Δεν το νομίζω, αλλά σε κάθε περίπτωση εδώ είμαστε και μπορούμε να κάνουμε επίκληση στην ευμένεια και την κατανόηση τους. Ελπίζω να γίνομαι κατανοητός». Σιωπά πάλι για λίγο και μετά επανέρχεται. «Όμως δεν ξέρω πως θα το πάρουν οι δικοί σας Θεοί. Όπως δεν ξέρω ποιος είναι ο πιο έγκυρος μεσολαβητής με τους Θεούς σας».

Τον κοιτάζω ερωτηματικά…

«Μα ναι», συνεχίζει, «το μόνο που ξέρω είναι ότι ο Βασιλεύς των Μακεδόνων συνοδεύεται από έναν μάντη – ιερέα, τον οποίο συμβουλεύεται συχνά∙ κάποιοι μιλάνε και για κάποιο είδος μάγισσας, αλλά πιθανόν πρόκειται για φήμες. Όμως δεν βλέπω πουθενά το επίσημο Ιερατείο των Ελλήνων Θεών».

images (6)

Αν ο Καλλισθένης δεν μου είχε μιλήσει -συχνά θα έλεγα- για τους τρόπους με τους οποίους οι ανατολίτες ιερείς ανακατεύονται και διεκδικούν ένα τμήμα της εξουσίας, ομολογώ ότι θα είχα μείνει ενεός με τον τρόπο που τούτος εδώ συλλογιέται.

Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι αντιμετωπίσαμε ήδη αυτό το φαινόμενο στην Αίγυπτο: Ένα πανίσχυρο ιερατείο, με γνώσεις καλυμμένες από πέπλα θεϊκού μυστηρίου, αλλά ικανό να εγγυηθεί χειροπιαστά πράγματα, όπως τη συναίνεση των υπηκόων και την κατά το δυνατό ομαλή καθοδήγηση της χώρας. Αυτοί είναι που μεσολάβησαν στην αναίμακτη παράδοση της Αιγύπτου στους Έλληνες και που διευθέτησαν την ¨υιοθέτηση¨ του Αλέξανδρου από τους θεούς τους. Όμως στην Αίγυπτο η στρατιά έμεινε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και, όσο και εάν η ομάδα μας ενδιαφέρεται για αυτά τα θέματα, δεν προλάβαμε να αναλύσουμε και να κατανοήσουμε καλύτερα τη νοοτροπία και τις μεθόδους τους.

Να όμως που και εδώ, απ’ ό, τι φαίνεται, το ιερατείο διεκδικεί τη συμμετοχή του στις εξελίξεις. Ίσως είναι μια καλή ευκαιρία να μάθω περισσότερα για τις προθέσεις τους από αυτόν εδώ τον υψηλόβαθμο ανακτορικό ιερέα που δηλώνει πρόθυμος να συνεργαστεί.

«Ο Αρίστανδρος από την Τελμησσό» του απαντώ, «ο ιερέας που συμβουλεύει τον άνακτα, είναι ένας ικανός μάντης και το έχει αποδείξει σε πολλές περιπτώσεις. Οι συμβουλές του θεωρούνται πάντα πολύτιμες, αλλά, όπως συμβαίνει και με τους λοιπούς μάντεις, αμφισβητούνται μόνο σε μία περίπτωση: εάν συμβεί να συγκρουστούν με αυτά που υπαγορεύει μια άλλη θεότητα, που δε διαθέτει ναούς και βωμούς θυσιών, η οποία όμως είναι όλο και πιο σημαντική για τους Έλληνες, όπως ίσως γνωρίζεις από την περίοδο που έζησες στην Ιωνία. Η θεότητα αυτή, που αποκαλείται Λόγος ή Λογική, μπορεί να μην έχει ιερείς, υποστηρίζεται όμως από ανθρώπους αποδεδειγμένης σοφίας, καθώς και από πειστικούς ρήτορες. Ο Αριστοτέλης ο δάσκαλος του Αλέξανδρου είναι ένας από εκείνους που διερευνούν τους νόμους που υπαγορεύει ο Λόγος».

Ο Αζάρης κάνει μια μικρή κίνηση δυσανασχέτησης, αλλά ¨τσιμπάει¨.

«Αυτά που μου λες μπορεί να ισχύουν για ορισμένους από σας. Κυρίως για τους Αθηναίους και τους οπαδούς τους. Όμως αγαπητέ μου, ο καιρός των Αθηναίων έχει περάσει. Ξέρουμε ότι ηττήθηκαν στους εσωτερικούς πολέμους της Ελλάδας, όπως εξ άλλου εξαντλήθηκαν και οι φονταμενταλιστές Λακεδαιμόνιοι. Και εγώ σε ερωτώ: οι Μακεδόνες που σήμερα ηγούνται σ’ αυτή την προσπάθεια οικουμενικής εξάπλωσης των Ελλήνων, διαθέτουν πειθώ και χειριστές πειθούς, έτσι ώστε να ελπίζουν να πείσουν τις μάζες των Ασιατών και να γίνουν αποδεκτοί ως μία νέα ηγετική τάξη στις χώρες της Ανατολής;  Δεν διστάζω να σου πω ότι, από αυτά που είμαι σε θέση να παρατηρήσω, η άποψή μου είναι αρνητική. Δεν διαθέτετε έναν τέτοιο εργαλείο.

Ahuru-Mazda-Persian-Achaemenid-wall-art-reliefZoroastrian-god

Θα σου πω κάτι ακόμα. Από ό, τι αναφέρουν οι γραφές αντιμετωπίσαμε κι εμείς ανάλογα προβλήματα όταν κατακτήσαμε τις χώρες της Μεσοποταμίας. Εδώ υπήρχαν ισχυροί θεοί και τολμώ να πω, ένα ακόμη πιο ισχυρό ιερατείο. Τα προβλήματα που μας δημιούργησαν δεν τα λύσαμε ποτέ στο σύνολό τους. Δυστυχώς και για εσάς, το ιερατείο αυτό υπάρχει ακόμη.

Ξέρω ότι σας διευκόλυναν να καταλάβετε την Βαβυλώνα, ξέρω επίσης ότι πήραν τα πρώτα ανταλλάγματα. Οι Μακεδόνες τους επέτρεψαν να ξαναλειτουργήσουν ορισμένους ναούς που εμείς είχαμε κλείσει, και να ιδρύσουν νέους. Ξέρω επίσης ότι σας προτείνουν, – διακριτικά γιατί δε θέλουν να γίνει γνωστό το ύψος του πλούτου  που έχουν ακόμη στα χέρια τους- τη συμβολή τους στη χρηματοδότηση της εκστρατείας. Σχετικά με αυτό, ένα έχω να πω: Αν δεν είστε εξαιρετικά προσεκτικοί θα διαβρωθείτε χωρίς καν να το αντιληφθείτε».

Τον κοιτάζω προσεκτικά. Αν και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του εξακολουθούν να παραπέμπουν σε άνδρα εύθυμο αν όχι φαιδρό, παρατηρώντας τον νομίζω ότι διακρίνω τα ίχνη μιας πραγματικής ανησυχίας. Το θέμα είναι τι τον ανησυχεί πραγματικά. Αποφασίζω να του θέσω άμεσες ερωτήσεις, ώστε να εκμαιεύσω μια απάντηση έξω από τους μεγάλους εμφανείς κοπτήρες του.

«Τι είναι λοιπόν Μεγάλε Αρχιερέα εκείνο που προτείνεις στους Μακεδόνες;»

«Προτείνω την ασφαλέστερη δυνατή συμμαχία: μια συμμαχία Θεών.  Ή μάλλον, για να είμαι ακριβέστερος, προς το παρόν προτείνω μια εκεχειρία. Οι Θεοί μας δεν θα σας πολεμήσουν, αντίθετα θα επιτρέψουν την αποδοχή σας από τις μάζες. Εσείς δε θα πολεμήσετε τους θεούς μας. Αργότερα, είναι σίγουρο ότι οι συνθήκες θα οδηγήσουν στη γέννηση νέων θεοτήτων, που θα έχουν τα καλύτερα από τα κοινά χαρακτηριστικά των λαών μας και θα είναι ικανές να καθοδηγήσουν τη νέα Ελληνοασιατική Αυτοκρατορία».

Ρίχνω μια ματιά στον Νικία δίπλα μου και με κοιτάζει κι αυτός. Το βλέμμα του εμπεριέχει ερωτηματικά και αρκετή δόση έκπληξης…

«Αλλιώς…;»

«Αλλιώς είναι πολύ πιθανές οι ακόλουθες εξελίξεις: Εσείς, δεδομένου ότι δεν διαθέτετε ένα οργανωμένο ιερατείο, και επί πλέον αγνοείτε τα τοπικά ήθη και την τοπική νοοτροπία, θα αναγκαστείτε να αποδεχτείτε την στήριξη των Μάγων της Βαβυλώνας, (εσείς τους αποκαλείτε έτσι, αν και δεν έχουν καμιά σχέση με τους παλιούς Μάγους των Μήδων ή τους δικούς μας Μάγους του ήπιου Ζωροαστρισμού) Αυτούς που είμαι σίγουρος ότι ήδη προσπαθούν να σας πείσουν ότι γνωρίζουν καλύτερα τους λαούς της εύφορης πεδιάδας. Έτσι θα τους παραδώσετε, αμαχητί, την σημαντική εξουσία της πειθούς. Μη ξεχνάτε, όμως, ότι είναι ισχυρότεροι από ότι φαντάζεστε και ότι ξέρουν να διακινούν, μαζί με τη λατρεία των θεών τους, αφανή μεν, αλλά πραγματικό πλούτο. Επομένως θα είναι επικίνδυνοι για σας, ακόμη και αν δεχτούν να θεοποιήσουν τον βασιλιά σας∙ ίσως μάλιστα σε αυτή την περίπτωση να αποδειχτούν ακόμα περισσότερο επίφοβοι, γιατί θα ζητήσουν να αναλάβουν οι ίδιοι τα τελετουργικά της λατρείας και μαζί  όλα τα σχετικά προνόμια».

«Και εσείς; Τι θα κάνετε σ’ αυτή την περίπτωση;»

«Εμείς θα βρεθούμε υποχρεωμένοι να κάνουμε παραχωρήσεις προς ορισμένες ομάδες φανατικών που επιθυμούν την εφαρμογή μιας ακραίας εκδοχής της διδασκαλίας του προφήτη Ζαρατούστρα και οι οποίοι έχουν ενισχυθεί έντονα τον τελευταίο καιρό. Κατηγορούν το ιερατείο για υπερβολική ανοχή απέναντι στις άλλες θεότητες και τους ηγεμόνες για πολιτική υποχωρητικότητα απέναντι στους μη Πέρσες, καθώς και αναποτελεσματική αντίσταση στην επέλαση των Ελλήνων. Διακατέχονται από υπερβολική επιθυμία να προσδιορίζουν κάθε φορά και με κάθε ευκαιρία το ¨καλό¨ που πρέπει να προστατευτεί και το ¨κακό¨ που πρέπει να πολεμηθεί. Να σκεφτείς ότι απεχθάνονται τους ναούς και ότι προτιμούν να ιερουργούν στην ύπαιθρο και να αφήνουν τους νεκρούς στο έλεος των όρνεων, παρά να τους θάβουν.  Αν επικρατήσουν δεν θα έχουμε προβλήματα μόνο εμείς, αλλά και εσείς».

***

page21

Με τον Νικία πάντοτε πλάι μου, εγκαταλείπω τον Ναό του Αχούρα Μάσδα  και κατευθύνομαι προς τον χώρο σίτισης της φρουράς. Έχει ήδη μεσημεριάσει για τα καλά και αισθάνομαι ότι, πριν συναντήσω τον Πέρση σατράπη, πρέπει κάτι να βάλω στο στόμα μου και να στυλωθώ.

Καθόμαστε στα τραπέζια των αξιωματικών και ενώ περιμένουμε τους υπηρέτες να μας φέρουν τους δίσκους που παραγγέλλουμε,  προσπαθώ να συνοψίσω τα αποτελέσματα από τις πρώτες αυτές επαφές. Το πρώτο μου συμπέρασμα είναι μάλλον απαλλακτικό για τους δύο πρωινούς μου συνομιλητές. Σίγουρα έχουν συγκεκριμένες επιδιώξεις και πιθανότατα ενεργούν παρασκηνιακά για να τις υλοποιήσουν, αλλά αν τα όσα διηγούνται είναι αληθινά (και δε βλέπω γιατί να μην είναι) δεν έχουν λόγο να είναι αναμεμιγμένοι στη χθεσινή απόπειρα. Η βασιλομήτωρ επιθυμεί την ευόδωση μιας συνεννόησης ανάμεσα στο Δαρείο και τον Αλέξανδρο, και η ανάμιξή της σε κάθε ενέργεια που οξύνει το κλίμα στα ανάκτορα δυσχεραίνει την υλοποίηση αυτής της επιθυμίας.

Ο Αζάρης πάλι, έχει δικά του σχέδια για τη αυριανή δομή της εξουσίας στην Ανατολή. Σχέδια που σύμφωνα με τις εκμυστηρεύσεις του αποβλέπουν σε έναν ¨αμοιβαία επωφελή¨ συμβιβασμό ανάμεσα στους πέρσες, -αλλά εννοεί κυρίως το επίσημο περσικό ιερατείο- και τον Μακεδόνα.

Οι απόψεις του μου φάνηκαν ενδιαφέρουσες, μια που εξαρτώνται από εντάσεις που δεν δίστασε να μου περιγράψει: φαίνεται  ότι στο χώρο των ιερέων υπάρχει μια διπλή έντονη ρήξη. Αφενός ανάμεσα στο αυτοκρατορικό ιρανικό ιερατείο και το ντόπιο ιερατείο που καθοδηγείται από τους μάγους της Βαβυλώνας και αφετέρου ανάμεσα στους ιερείς της επίσημης θρησκείας και κάποιων ζηλωτών που επιζητούν την κάθαρση της ¨λατρείας του πυρός¨ από τις ¨μαλθακές¨ αυτοκρατορικές αντιλήψεις, την επιστροφή στην αρχική της καθαρότητα και , γιατί όχι, στην αρχική της επιθετικότητα.

Μπορεί, σκέφτομαι, να μην έχω ακόμη κάτι το χειροπιαστό για τους υπεύθυνους της χθεσινής δολοφονικής απόπειρας, αλλά οι πιθανοί ένοχοι ανάμεσα στους ένοικους του παλατιού, μειώθηκαν ήδη κατά δύο. Κάτι είναι κι αυτό για την ώρα.

Μα τον Δία (ποιον άλλο;) δεν βλέπω την ώρα να συζητήσω όλα αυτά με τον Καλλισθένη, του οποίου οι αναλύσεις σχετικά με την σημασία της ¨εξουσίας της πειθούς¨ ακόμη μια φορά επαληθεύονται. Αλλά πρέπει ακόμη να δω τον ντόπιο Σατράπη.

αρχείο λήψης (4)

Φτάνουν οι δίσκοι με τα εδέσματα και ένας αμφορίσκος με αραιωμένο κρασί.

 «Ας ελπίσουμε» λέω στον Νικία ανυψώνοντας με ευχητήριο τρόπο το ποτήρι μου, «ότι από τον Αβουλίτη θα εκμαιεύσουμε πιο συγκεκριμένα πράγματα».

«Είθε!» μου απαντάει.

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ | Με ετικέτα: , , , , , , , | Leave a Comment »

Μελανιές

Posted by vnottas στο 3 Δεκεμβρίου, 2015

x12099400

Κονδυλοφόροι στα δάκτυλα…

(γράφει ο Ηλίας Κουτσούκος)

Το 1961 ήμουν υποχρεωμένος να βρίσκομαι κάθε απόγευμα στο σταθμό της Βασιλικής Χωροφυλακής σ  ένα χωριό του Έβρου. Εκεί, παρουσία του πατέρα μου διάβαζα κι έγραφα τα μαθήματα μου, μέσα στο γραφείο του, απλώνοντας τα βιβλία μου και τα δυο  μου τετράδια σ ένα μικρό τραπεζάκι.

Ο σταθμός τότε είχε προσωπικό, τον πατέρα μου, ο οποίος ήταν διοικητής σε επτά χωριά και πέντε χωροφύλακες που ήταν, απ τα μισόλογα που έλεγαν οι συμμαθητές μου, ο φόβος και το τρόμος των ντόπιων.

Ένα απόγευμα του Οκτώβρη έκανα την καλλιγραφία μου στο τραπεζάκι βουτώντας τον κονδυλοφόρο στο μελάνι, κι ο πατέρας μου παιδευόταν μ ένα χειροκίνητο τηλέφωνο, για να μιλήσει σε κάποιον ανώτερο του, όταν άνοιξε ξαφνικά η πόρτα του γραφείου και μπήκε μέσα ο χωροφύλακας ο Βαγγέλης, που έριχνε το περισσότερο ξύλο απ όλους,  στους λίγους που υπήρχαν κομμουνιστές, έχοντας γραπωμένο απ το γιακά, κάποιον   Σίμο -γύρω στα σαράντα- που έλεγαν πως ήταν ο μόνος ‘αδιόρθωτος’ αριστερός στο χωριό.

Τον πέταξε πάνω σ ένα ξύλινο καναπέ κι είπε στον πατέρα μου ‘τον έφερα για να του ρίξουμε  ένα μπερντάκι πέρα απ το πρωινό γαμώ το καντήλι του, ε καπετάνιο..’

imagesδ (3)

Τότε ο Βαγγέλης γύρισε και με είδε και μου λέει  ‘ας πάρω τους κονδυλοφόρους σου αγόρι μου για λίγο..’ ενώ εγώ είχα μαρμαρώσει και παίρνοντας τρεις κονδυλοφόρους, ανοίγει τα δάκτυλα του Σίμου  και τους βάζει ανάμεσα τους και ύστερα ,του σφίγγει δυνατά το χέρι, κι αυτός βγάζει ένα ουρλιαχτό σαν σκυλί που το κλωτσάνε κι εγώ δεν ξέρω τι να κάνω κι ο πατέρας μου χασκογελάει, ενώ στο γραφείο οι Χριστοπαναγίες χτυπούν από τοίχο σε τοίχο και μέσα μου, το μόνο που υπάρχει, το νιώθω,  είναι ένα μίσος και τίποτα άλλο, τίποτα άλλο, τίποτα άλλο…

Βγήκα τρέχοντας απ το γραφείο και πήγα δίπλα στη κουζίνα του σταθμού όπου ένας άλλος χωροφύλακας έτρωγε τη φασολάδα του και γελούσε  ακούγοντας τις κραυγές ‘ έλα κάτσε -μου λέει- θα τον γαμήσουν στο ξύλο αυτόν τον άχρηστο ,ο πατέρας σου κι ο Βάγγος’ κι εγώ τον ρώτησα τι θα τον κάνουν  μετά….

Αυτός -ενώ ακούγαμε τα ουρλιαχτά του Σίμου- μου εξήγησε πως αργότερα θα πάει στο σπίτι του και θα ειδοποιήσει τη μητέρα του να ‘ρθει να τον πάρει, γιατί μετά το ξύλο δεν μπορούσε να περπατήσει και γι αυτό τον κουβαλούσε η μητέρα του στη πλάτη.

Δεν θυμάμαι και πολλά για μετά, τι ακριβώς έγινε, παρά μόνο, πως παρόλο που έγραφα όμορφα γράμματα στη καλλιγραφία μου, σιχαινόμουν για χρόνια , πολλά-πολλά χρόνια, τους κονδυλοφόρους.

ηγ

Posted in ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΦΙΛΩΝ | Με ετικέτα: , , , , , | Leave a Comment »