Όπου ο Εύελπις συναντά τον Πέρση αρχιερέα Αζάρη
Στα ανατολικά του ανακτορικού συγκροτήματος ο Αζάρης μας υποδέχεται στον πρόναο του τεμένους του Αχούρα Μάσδα και μετά μας οδηγεί σε μια ακόμη ψηλοτάβανη αίθουσα στολισμένη με περίτεχνα ανάγλυφα και επιπλωμένη με πολυτελή καθίσματα. Μια μεγάλη φωτιά με έντονες γαλαζωπές φλόγες καίει στο κέντρο του χώρου μέσα σε έναν ορειχάλκινο δίσκο. Ο μακροπρόσωπος ιερέας μας κάνει νόημα να καθίσουμε γύρω απ’ το χαμηλό τραπέζι, όπου έχουν ήδη σερβιριστεί πολύχρωμα ποτά.
Δεν χρειάζεται να του κάνω προκαταρκτική ενημέρωση για τα όσα έχουν συμβεί, γιατί ο ιερωμένος παίρνει πρώτος το λόγο και μου λέει σε κατανοητά ελληνικά ότι γνωρίζει τα σχετικά με την χθεσινή απόπειρα, ότι την καταδικάζει απερίφραστα και ότι έχει ήδη ζητήσει τη συμβολή των θεών του στην ταχεία ίαση του Καλλισθένη.
Δεν εκπλήττομαι. Όπως και να ‘χουν τα πράγματα θα ήταν δύσκολο η αναστάτωση που δημιουργήθηκε μετά την συμπλοκή, χτες, να περνούσε απαρατήρητη από τους Πέρσες που εξακολουθούν να διαμένουν στην Ακρόπολη των Σούσων. Ιδιαίτερα απ’ αυτούς που δεν τελούν υπό άμεση επιτήρηση, και ακόμη περισσότερο από έναν ιερέα∙ αυτοί είναι γνωστό ότι καταφέρνουν να τα μαθαίνουν όλα πρώτοι. Αναμενόμενη είναι και η λεκτική καταδίκη της χθεσινής επίθεσης, καθώς και τα ¨περαστικά¨ για τον Καλλισθένη. Ίσως πιο αξιοπερίεργη προκύπτει η σχετικά καλή χρήση από μέρους του της ελληνικής γλώσσας∙ χτες μιλούσε και έψελνε μόνο στα περσικά.
Είναι αρκετά ευφυής για να καταλάβει την απορία μου και σπεύδει να διευκρινίσει ότι όταν ήταν νεότερος είχε ζήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα στις ελληνικές πόλεις της ασιατικής ακτής που μέχρι πρόσφατα τελούσαν υπό τον έλεγχο της αυτοκρατορίας. Όταν συναντηθήκαμε χτες το πρωί είχε χρησιμοποιήσει τα περσικά γιατί ήταν παρούσα η βασιλομήτωρ, προς την οποία θεώρησε τον εαυτό του υποχρεωμένο να επιδείξει τον απαραίτητο σεβασμό.
Ο Νικίας βλέποντας ότι δε θα χρειαστεί η μεταφραστική του βοήθεια ανασηκώνεται, αλλά του κάνω νόημα να παραμείνει. Θεωρώ ότι υπάρχει πάντα η περίπτωση να υπάρξουν προβλήματα γλωσσικής κατανόησης. Μετά απευθύνομαι στον Αρχιερέα.
«Ποια είναι λοιπόν η άποψή σου για τα όσα συνέβησαν Μεγάλε Ερμηνευτή του Αχούρα Μάσδα;»
Ένα χαμόγελο τέμνει οριζόντια το επίμηκες πρόσωπό του αποκαλύπτοντας δύο ευμεγέθεις κονικλοειδείς κοπτήρες.
«Η ερώτησή σου απευθύνεται στον ηττημένο Πέρση ή στον Ιερέα;»
Αυτός εδώ αρχίζει να μου προκύπτει πιο σύνθετος, πιο μπερδεμένος, απ’ ότι προμηνύει το ελαφρώς φαιδρό παρουσιαστικό του. Βέβαια, ξέρω πια ότι οι Πέρσες έχουν μανία με τους διχασμούς και τις διχοτομήσεις. Αλλά αφού του αρέσουν οι ερωτήσεις, είναι η σειρά μου:
«Ποιος από του δύο έχει να μου πει κάτι το ενδιαφέρον;»
«Ως Πέρσης», μου απαντά, «θεωρώ περιττό να προσθέσω οτιδήποτε στα όσα είναι αυτονόητα. Μια επιθετική ενέργεια ενάντια στις ισχυρές και μέχρι στιγμής αήττητες δυνάμεις των εισβολέων είναι αναμενόμενη και, απ’ ότι ξέρω, σύμφωνη με τη θέληση όλων των Θεών του πολέμου, συμπεριλαμβάνοντας και τον δικό σας τον Άρη. Ανάλογες ενέργειες αντίστασης θα κάνατε κι εσείς, ή μάλλον έχετε ήδη κάνει στο παρελθόν και μάλιστα με αξιοσημείωτη επιτυχία. Δεν έχω να προσθέσω τίποτα άλλο μια που αγνοώ οτιδήποτε αφορά το συγκεκριμένο περιστατικό.
«Και ως αρχιερέας;»
«Ως ιερέας, οφείλω να έχω μια γενικότερη οπτική πάνω στα όσα έχουν προδιαγράψει οι θεότητες. Και δεν έχω αντίρρηση να σου πω όσα μου υπαγορεύει αυτή η οπτική. Όμως αυτά δεν έχουν άμεση σχέση με το χτεσινό επεισόδιο. Αφορούν στο πως μπορούμε να κάνουμε λιγότερο επώδυνη τη σημερινή σχέση ανάμεσα σε Έλληνες και Πέρσες. Επομένως θα καταχραστώ τον πολύτιμο χρόνο σου, μόνον εάν εσύ το κρίνεις χρήσιμο.
Σκέφτομαι ότι ο Αζάρης θέλει να διατυπώσει με τρόπο λογικό, αυτά που η Σισύγαμβρη έχει συλλάβει από ένστικτο. Δηλαδή πως ο συμβιβασμός του Αλέξανδρου με τον Δαρείο -επικυρωμένος αν είναι δυνατό και από έναν δυναστικό γάμο- και η συνεπακόλουθη μοιρασιά της αυτοκρατορίας, θα μπορούσε να είναι, εν τέλει, η καλύτερη λύση.
«Σε ακούω σεβάσμιε Ιερέα», του λέω.
Παίρνει μια ανάσα, και αρχίζει ως εξής:
«Έρχεστε από μακριά, αν και τα ήθη σας δεν μας είναι άγνωστα. Ορισμένες από τις πόλεις σας θα έλεγα ότι ¨κοσμούσαν¨ μέχρι πρόσφατα την αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών. Κάποιες απ’ αυτές, όπως την Μίλητο για παράδειγμα, τις γνώρισα όταν ήμουν νέος και πρέπει να πω ότι τις θαυμάζω για τη ζωτικότητά τους. Θα σου εξομολογηθώ ότι, ήδη από τότε, φοβόμουν ότι αν οι πόλεις των Γιουνάν ομονοήσουν και στραφούν προς ανατολάς, η Αυτοκρατορία θα κινδύνευε. Δυστυχώς για εμάς, οι φόβοι μου επαληθεύτηκαν.
Σήμερα τα στρατεύματά σας έχουν αποκόψει την χώρα των Περσών από τις πιο εύφορες προσαρτήσεις της, τη Δυτική Ασία, τη Συρία και την πεδιάδα των δύο Ποταμών. Για να μη μιλήσω για την Αίγυπτο, όπου όμως δεν είχαμε καταφέρει να στερεώσουμε την επικυριαρχία μας. Όμως τα εδάφη που γέννησαν τους Πέρσες, η κοιτίδα και η αφετηρία τους, είναι ακόμη σε θέση να αντισταθούν. Ο Μεγάλος Βασιλέας βρίσκεται ήδη εκεί και ετοιμάζει την αντεπίθεση. Όσο επώδυνη κι αν είναι η άλωση και η καταστροφή της Περσέπολης, ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει, και οι μελλοντικές καταστροφές δεν αποκλείεται να μην αφορούν μόνο τους Πέρσες».
«Θέλεις να πεις ότι για το κοινό καλό συντάσσεσαι με εκείνους που επιθυμούν να πάψουν οι εχθροπραξίες και βρεθεί μια συνεννόηση;»
Ο Αζάρης με κοιτάζει με βλέμμα εξεταστικό και έντονο.
«Όχι μόνον αυτό», υπερθεματίζει.
«Δηλαδή;»
«Δηλαδή για να αποφευχθούν οι μαζικοί σκοτωμοί, για να επέλθει η ομόνοια μεταξύ των λαών μας και για να δημιουργηθεί μια κοινή μελλοντική Ιστορία, δεν αρκεί να τα βρουν μεταξύ τους οι στρατηλάτες».
«Αλλά;»
«Πρέπει να συμφωνήσουν οι Θεοί!»
Τώρα ναι, αρχίζω να καταλαβαίνω καλύτερα που το πάει ο Αζάρης.
«Νομίζεις, Μεγάλε Αρχιερέα, ότι οι δικοί σας θεοί θα είχαν αντίρρηση σε μια συμφωνία ανάμεσα σε Έλληνες και Πέρσες;»
«Δεν το νομίζω, αλλά σε κάθε περίπτωση εδώ είμαστε και μπορούμε να κάνουμε επίκληση στην ευμένεια και την κατανόηση τους. Ελπίζω να γίνομαι κατανοητός». Σιωπά πάλι για λίγο και μετά επανέρχεται. «Όμως δεν ξέρω πως θα το πάρουν οι δικοί σας Θεοί. Όπως δεν ξέρω ποιος είναι ο πιο έγκυρος μεσολαβητής με τους Θεούς σας».
Τον κοιτάζω ερωτηματικά…
«Μα ναι», συνεχίζει, «το μόνο που ξέρω είναι ότι ο Βασιλεύς των Μακεδόνων συνοδεύεται από έναν μάντη – ιερέα, τον οποίο συμβουλεύεται συχνά∙ κάποιοι μιλάνε και για κάποιο είδος μάγισσας, αλλά πιθανόν πρόκειται για φήμες. Όμως δεν βλέπω πουθενά το επίσημο Ιερατείο των Ελλήνων Θεών».
Αν ο Καλλισθένης δεν μου είχε μιλήσει -συχνά θα έλεγα- για τους τρόπους με τους οποίους οι ανατολίτες ιερείς ανακατεύονται και διεκδικούν ένα τμήμα της εξουσίας, ομολογώ ότι θα είχα μείνει ενεός με τον τρόπο που τούτος εδώ συλλογιέται.
Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι αντιμετωπίσαμε ήδη αυτό το φαινόμενο στην Αίγυπτο: Ένα πανίσχυρο ιερατείο, με γνώσεις καλυμμένες από πέπλα θεϊκού μυστηρίου, αλλά ικανό να εγγυηθεί χειροπιαστά πράγματα, όπως τη συναίνεση των υπηκόων και την κατά το δυνατό ομαλή καθοδήγηση της χώρας. Αυτοί είναι που μεσολάβησαν στην αναίμακτη παράδοση της Αιγύπτου στους Έλληνες και που διευθέτησαν την ¨υιοθέτηση¨ του Αλέξανδρου από τους θεούς τους. Όμως στην Αίγυπτο η στρατιά έμεινε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και, όσο και εάν η ομάδα μας ενδιαφέρεται για αυτά τα θέματα, δεν προλάβαμε να αναλύσουμε και να κατανοήσουμε καλύτερα τη νοοτροπία και τις μεθόδους τους.
Να όμως που και εδώ, απ’ ό, τι φαίνεται, το ιερατείο διεκδικεί τη συμμετοχή του στις εξελίξεις. Ίσως είναι μια καλή ευκαιρία να μάθω περισσότερα για τις προθέσεις τους από αυτόν εδώ τον υψηλόβαθμο ανακτορικό ιερέα που δηλώνει πρόθυμος να συνεργαστεί.
«Ο Αρίστανδρος από την Τελμησσό» του απαντώ, «ο ιερέας που συμβουλεύει τον άνακτα, είναι ένας ικανός μάντης και το έχει αποδείξει σε πολλές περιπτώσεις. Οι συμβουλές του θεωρούνται πάντα πολύτιμες, αλλά, όπως συμβαίνει και με τους λοιπούς μάντεις, αμφισβητούνται μόνο σε μία περίπτωση: εάν συμβεί να συγκρουστούν με αυτά που υπαγορεύει μια άλλη θεότητα, που δε διαθέτει ναούς και βωμούς θυσιών, η οποία όμως είναι όλο και πιο σημαντική για τους Έλληνες, όπως ίσως γνωρίζεις από την περίοδο που έζησες στην Ιωνία. Η θεότητα αυτή, που αποκαλείται Λόγος ή Λογική, μπορεί να μην έχει ιερείς, υποστηρίζεται όμως από ανθρώπους αποδεδειγμένης σοφίας, καθώς και από πειστικούς ρήτορες. Ο Αριστοτέλης ο δάσκαλος του Αλέξανδρου είναι ένας από εκείνους που διερευνούν τους νόμους που υπαγορεύει ο Λόγος».
Ο Αζάρης κάνει μια μικρή κίνηση δυσανασχέτησης, αλλά ¨τσιμπάει¨.
«Αυτά που μου λες μπορεί να ισχύουν για ορισμένους από σας. Κυρίως για τους Αθηναίους και τους οπαδούς τους. Όμως αγαπητέ μου, ο καιρός των Αθηναίων έχει περάσει. Ξέρουμε ότι ηττήθηκαν στους εσωτερικούς πολέμους της Ελλάδας, όπως εξ άλλου εξαντλήθηκαν και οι φονταμενταλιστές Λακεδαιμόνιοι. Και εγώ σε ερωτώ: οι Μακεδόνες που σήμερα ηγούνται σ’ αυτή την προσπάθεια οικουμενικής εξάπλωσης των Ελλήνων, διαθέτουν πειθώ και χειριστές πειθούς, έτσι ώστε να ελπίζουν να πείσουν τις μάζες των Ασιατών και να γίνουν αποδεκτοί ως μία νέα ηγετική τάξη στις χώρες της Ανατολής; Δεν διστάζω να σου πω ότι, από αυτά που είμαι σε θέση να παρατηρήσω, η άποψή μου είναι αρνητική. Δεν διαθέτετε έναν τέτοιο εργαλείο.
Θα σου πω κάτι ακόμα. Από ό, τι αναφέρουν οι γραφές αντιμετωπίσαμε κι εμείς ανάλογα προβλήματα όταν κατακτήσαμε τις χώρες της Μεσοποταμίας. Εδώ υπήρχαν ισχυροί θεοί και τολμώ να πω, ένα ακόμη πιο ισχυρό ιερατείο. Τα προβλήματα που μας δημιούργησαν δεν τα λύσαμε ποτέ στο σύνολό τους. Δυστυχώς και για εσάς, το ιερατείο αυτό υπάρχει ακόμη.
Ξέρω ότι σας διευκόλυναν να καταλάβετε την Βαβυλώνα, ξέρω επίσης ότι πήραν τα πρώτα ανταλλάγματα. Οι Μακεδόνες τους επέτρεψαν να ξαναλειτουργήσουν ορισμένους ναούς που εμείς είχαμε κλείσει, και να ιδρύσουν νέους. Ξέρω επίσης ότι σας προτείνουν, – διακριτικά γιατί δε θέλουν να γίνει γνωστό το ύψος του πλούτου που έχουν ακόμη στα χέρια τους- τη συμβολή τους στη χρηματοδότηση της εκστρατείας. Σχετικά με αυτό, ένα έχω να πω: Αν δεν είστε εξαιρετικά προσεκτικοί θα διαβρωθείτε χωρίς καν να το αντιληφθείτε».
Τον κοιτάζω προσεκτικά. Αν και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του εξακολουθούν να παραπέμπουν σε άνδρα εύθυμο αν όχι φαιδρό, παρατηρώντας τον νομίζω ότι διακρίνω τα ίχνη μιας πραγματικής ανησυχίας. Το θέμα είναι τι τον ανησυχεί πραγματικά. Αποφασίζω να του θέσω άμεσες ερωτήσεις, ώστε να εκμαιεύσω μια απάντηση έξω από τους μεγάλους εμφανείς κοπτήρες του.
«Τι είναι λοιπόν Μεγάλε Αρχιερέα εκείνο που προτείνεις στους Μακεδόνες;»
«Προτείνω την ασφαλέστερη δυνατή συμμαχία: μια συμμαχία Θεών. Ή μάλλον, για να είμαι ακριβέστερος, προς το παρόν προτείνω μια εκεχειρία. Οι Θεοί μας δεν θα σας πολεμήσουν, αντίθετα θα επιτρέψουν την αποδοχή σας από τις μάζες. Εσείς δε θα πολεμήσετε τους θεούς μας. Αργότερα, είναι σίγουρο ότι οι συνθήκες θα οδηγήσουν στη γέννηση νέων θεοτήτων, που θα έχουν τα καλύτερα από τα κοινά χαρακτηριστικά των λαών μας και θα είναι ικανές να καθοδηγήσουν τη νέα Ελληνοασιατική Αυτοκρατορία».
Ρίχνω μια ματιά στον Νικία δίπλα μου και με κοιτάζει κι αυτός. Το βλέμμα του εμπεριέχει ερωτηματικά και αρκετή δόση έκπληξης…
«Αλλιώς…;»
«Αλλιώς είναι πολύ πιθανές οι ακόλουθες εξελίξεις: Εσείς, δεδομένου ότι δεν διαθέτετε ένα οργανωμένο ιερατείο, και επί πλέον αγνοείτε τα τοπικά ήθη και την τοπική νοοτροπία, θα αναγκαστείτε να αποδεχτείτε την στήριξη των Μάγων της Βαβυλώνας, (εσείς τους αποκαλείτε έτσι, αν και δεν έχουν καμιά σχέση με τους παλιούς Μάγους των Μήδων ή τους δικούς μας Μάγους του ήπιου Ζωροαστρισμού) Αυτούς που είμαι σίγουρος ότι ήδη προσπαθούν να σας πείσουν ότι γνωρίζουν καλύτερα τους λαούς της εύφορης πεδιάδας. Έτσι θα τους παραδώσετε, αμαχητί, την σημαντική εξουσία της πειθούς. Μη ξεχνάτε, όμως, ότι είναι ισχυρότεροι από ότι φαντάζεστε και ότι ξέρουν να διακινούν, μαζί με τη λατρεία των θεών τους, αφανή μεν, αλλά πραγματικό πλούτο. Επομένως θα είναι επικίνδυνοι για σας, ακόμη και αν δεχτούν να θεοποιήσουν τον βασιλιά σας∙ ίσως μάλιστα σε αυτή την περίπτωση να αποδειχτούν ακόμα περισσότερο επίφοβοι, γιατί θα ζητήσουν να αναλάβουν οι ίδιοι τα τελετουργικά της λατρείας και μαζί όλα τα σχετικά προνόμια».
«Και εσείς; Τι θα κάνετε σ’ αυτή την περίπτωση;»
«Εμείς θα βρεθούμε υποχρεωμένοι να κάνουμε παραχωρήσεις προς ορισμένες ομάδες φανατικών που επιθυμούν την εφαρμογή μιας ακραίας εκδοχής της διδασκαλίας του προφήτη Ζαρατούστρα και οι οποίοι έχουν ενισχυθεί έντονα τον τελευταίο καιρό. Κατηγορούν το ιερατείο για υπερβολική ανοχή απέναντι στις άλλες θεότητες και τους ηγεμόνες για πολιτική υποχωρητικότητα απέναντι στους μη Πέρσες, καθώς και αναποτελεσματική αντίσταση στην επέλαση των Ελλήνων. Διακατέχονται από υπερβολική επιθυμία να προσδιορίζουν κάθε φορά και με κάθε ευκαιρία το ¨καλό¨ που πρέπει να προστατευτεί και το ¨κακό¨ που πρέπει να πολεμηθεί. Να σκεφτείς ότι απεχθάνονται τους ναούς και ότι προτιμούν να ιερουργούν στην ύπαιθρο και να αφήνουν τους νεκρούς στο έλεος των όρνεων, παρά να τους θάβουν. Αν επικρατήσουν δεν θα έχουμε προβλήματα μόνο εμείς, αλλά και εσείς».
***
Με τον Νικία πάντοτε πλάι μου, εγκαταλείπω τον Ναό του Αχούρα Μάσδα και κατευθύνομαι προς τον χώρο σίτισης της φρουράς. Έχει ήδη μεσημεριάσει για τα καλά και αισθάνομαι ότι, πριν συναντήσω τον Πέρση σατράπη, πρέπει κάτι να βάλω στο στόμα μου και να στυλωθώ.
Καθόμαστε στα τραπέζια των αξιωματικών και ενώ περιμένουμε τους υπηρέτες να μας φέρουν τους δίσκους που παραγγέλλουμε, προσπαθώ να συνοψίσω τα αποτελέσματα από τις πρώτες αυτές επαφές. Το πρώτο μου συμπέρασμα είναι μάλλον απαλλακτικό για τους δύο πρωινούς μου συνομιλητές. Σίγουρα έχουν συγκεκριμένες επιδιώξεις και πιθανότατα ενεργούν παρασκηνιακά για να τις υλοποιήσουν, αλλά αν τα όσα διηγούνται είναι αληθινά (και δε βλέπω γιατί να μην είναι) δεν έχουν λόγο να είναι αναμεμιγμένοι στη χθεσινή απόπειρα. Η βασιλομήτωρ επιθυμεί την ευόδωση μιας συνεννόησης ανάμεσα στο Δαρείο και τον Αλέξανδρο, και η ανάμιξή της σε κάθε ενέργεια που οξύνει το κλίμα στα ανάκτορα δυσχεραίνει την υλοποίηση αυτής της επιθυμίας.
Ο Αζάρης πάλι, έχει δικά του σχέδια για τη αυριανή δομή της εξουσίας στην Ανατολή. Σχέδια που σύμφωνα με τις εκμυστηρεύσεις του αποβλέπουν σε έναν ¨αμοιβαία επωφελή¨ συμβιβασμό ανάμεσα στους πέρσες, -αλλά εννοεί κυρίως το επίσημο περσικό ιερατείο- και τον Μακεδόνα.
Οι απόψεις του μου φάνηκαν ενδιαφέρουσες, μια που εξαρτώνται από εντάσεις που δεν δίστασε να μου περιγράψει: φαίνεται ότι στο χώρο των ιερέων υπάρχει μια διπλή έντονη ρήξη. Αφενός ανάμεσα στο αυτοκρατορικό ιρανικό ιερατείο και το ντόπιο ιερατείο που καθοδηγείται από τους μάγους της Βαβυλώνας και αφετέρου ανάμεσα στους ιερείς της επίσημης θρησκείας και κάποιων ζηλωτών που επιζητούν την κάθαρση της ¨λατρείας του πυρός¨ από τις ¨μαλθακές¨ αυτοκρατορικές αντιλήψεις, την επιστροφή στην αρχική της καθαρότητα και , γιατί όχι, στην αρχική της επιθετικότητα.
Μπορεί, σκέφτομαι, να μην έχω ακόμη κάτι το χειροπιαστό για τους υπεύθυνους της χθεσινής δολοφονικής απόπειρας, αλλά οι πιθανοί ένοχοι ανάμεσα στους ένοικους του παλατιού, μειώθηκαν ήδη κατά δύο. Κάτι είναι κι αυτό για την ώρα.
Μα τον Δία (ποιον άλλο;) δεν βλέπω την ώρα να συζητήσω όλα αυτά με τον Καλλισθένη, του οποίου οι αναλύσεις σχετικά με την σημασία της ¨εξουσίας της πειθούς¨ ακόμη μια φορά επαληθεύονται. Αλλά πρέπει ακόμη να δω τον ντόπιο Σατράπη.
Φτάνουν οι δίσκοι με τα εδέσματα και ένας αμφορίσκος με αραιωμένο κρασί.
«Ας ελπίσουμε» λέω στον Νικία ανυψώνοντας με ευχητήριο τρόπο το ποτήρι μου, «ότι από τον Αβουλίτη θα εκμαιεύσουμε πιο συγκεκριμένα πράγματα».
«Είθε!» μου απαντάει.