(από τον Νίκο Μοσχοβάκο)
ΒΑΒΥΛΩΝΙΟΙ ΙΠΠΕΙΣ
Τις μεσημβρινές ώρες της κοινής ησυχίας
που συνήθως όλοι αναπαύονται
αλλά κι εγώ αυτοσυγκεντρώνομαι
και προσπαθώ να ηρεμήσω
εφορμούν εντός μου Βαβυλώνιοι ιππείς
επίδοξοι κατακτητές
ενίοτε και Χετταίοι πεζοναύτες
με σκοπό να καταλάβουν
τον κακοτράχαλο τόπο της σιωπής μου
πιστεύοντας ότι θα με πτοήσουν
με τις ουρανομήκεις ιαχές τους.
Μου στερούν βέβαια
την χαλαρή πρόσβαση στην ουδετερότητα
όμως εγώ απολαμβάνω πού ακριβώς τότε
καταφθάνει και ο Σαλβαντόρ Νταλί
για να απεικονίσει τα ασαφή σχήματα
μοναχικών αποτραβηγμένων εραστών
ακούγοντας ταυτόχρονα Recuerdos de la Alhambra
χωρίς αισθηματικές επιφυλάξεις.
Ωσότου κάποια στιγμή ακούγονται
έξω στον δρόμο οι πρώτες φωνές
των παιδιών που κλωτσούν τη μπάλα τους
με δύναμη πάνω στους τοίχους
τερματίζοντας έτσι άδοξα
την ώρα της κοινής ησυχίας
τερματίζοντας χωρίς δισταγμό
το αδιέξοδο του ποιήματος.